Η εμφάνιση του νέου ιού στη χώρα μας προξένησε και συνεχίζει να προξενεί σε πολλούς χριστιανούς φόβο -αν όχι τρόμο- αγωνία και ταραχή, παράλληλα με ατέρμονη διεξαγωγή συζητήσεων στα μέσα επικοινωνίας και τη συνήθη πολεμική των εχθρών και αντιπάλων του Θεού (πρβ. Κλίμαξ Λόγος Α.2).

   Κάθε δοκιμασία που επιτρέπει ο Κύριος έχει, ως πρώτο ευεργετικό αποτέλεσμα, τη φανέρωση στον κάθε ένα ξεχωριστά, της πνευματικής του κατάστασης με κύριο άξονα την πίστη. Ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί (Λκ.2,35). Ο πιστός, που ενδιαφέρεται για την κατά Χριστόν προκοπή του, εξετάζει με ενδιαφέρον τον εσωτερικό του κόσμο, εποπτεύει τον εαυτό του και διαπιστώνει κατά πόσο η πνευματικότητα του είναι αυθεντική, κατά πόσο ανταποκρίνεται σε όλα αυτά που σε καιρό ειρήνης παραδέχεται και ασπάζεται και ίσως νουθετεί άλλους και διδάσκει. Είναι όντως ευεργεσία -σε κάθε καλοπροαίρετο- η απομυθοποίηση του εαυτού του, η «προσγείωσή του» στο πραγματική στάθμη της πίστεώς του, πράγμα που προκαλεί την εν ταπεινώσει εκζήτηση του ελέους του Θεού κατά το πρότυπο των Αγίων Αποστόλων, ικετεύοντας ομοίως : «πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λκ.17,5).

   Υπάρχουν όμως και πολλοί ορθόδοξοι που θα βρεθούν πιο στέρεοι, θα χαρούν όταν στη δοκιμασία τους δουν τους εαυτούς τους να γαντζώνονται περισσότερο από πριν στο Θεό, που θα την κατανοήσουν ως επίσκεψη στη ζωή τους μιας εξαιρετικής χάριτος, που θα ελπίσουν περισσότερο από πριν στην πρόνοιά Του, που θα αφεθούν ολοκληρωτικά στο έλεός Του και που θα ατενίσουν με μεγαλύτερο πόθο την άνω Ιερουσαλήμ. Τότε θα ζήσουν «εκτυπώτερον» το αγιογραφικό «οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Εβρ.13,14).

   Εντούτοις η προσοχή της Εκκλησίας είναι στραμμένη στα πιο αδύναμα κατά την πίστη μέλη της. Μεριμνά ώστε να παρέχει κάθε μέσο προς ενδυνάμωση όλων των πιστών σε αυτά που έχουν διδαχθεί να πιστεύουν και γι’ αυτό προσεύχεται αδιαλείπτως, κηρύττει συνεχώς την αγιοπατερική διδασκαλία, παρέχει πλήθος ευχών, ιεροπραξιών και τα σωστικά μυστήρια με κυριότερο το υπερφυές Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Κατ’ αυτό τον τρόπο η κοινωνία των πιστών μεταξύ τους και με το Θαύμα που πηγάζει από την αγκαλιά της Εκκλησίας, εξυψώνει τους πιστούς, τους χαρίζει ελπίδα και την αληθινή χαρά από τη διαπίστωση ότι υπάρχει στη ζωή τους κάτι ασυγκρίτως ανώτερο, και ισχυρότερο από κάθε κίνδυνο: Η άκτιστη Θεία Χάρις.

   Εν όψει λοιπόν του κινδύνου του κορονοϊού και πολλών πιστών κλονιζομένων περιμέναμε να δούμε την ενθάρρυνση και στερέωση του ποιμνίου στην πίστη, πρωτίστως από τους ηγέτες της Εκκλησίας. Αυτοί έχουν άλλωστε την μεγίστη ευθύνη να μαρτυρήσουν στον κόσμο την Ορθοδοξία και να στερεώσουν τους αδυνάτους. Η πραγματικότητα όμως μας διέψευσε. Διότι οι θέσεις και ανακοινώσεις τους δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας υποβιβασμός της Εκκλησίας και παρουσίασή της ως ανίσχυρη εμπρός σε ένα μικρόβιο, χάριν του οποίου θα πρέπει να αναθεωρήσει άγιες παραδόσεις αιώνων, όπως ο ασπασμός των εικόνων και της χειρός του ιερέως, απαγόρευση αγγίγματος, εναγκαλισμών και ασπασμών των πιστών μεταξύ τους και με τους ιερείς -μάλιστα απαγορευμένου, αλλού, και του λειτουργικού ασπασμού!- απαγόρευση διανομής αντιδώρου από τους Κληρικούς και χρίση των πιστών με Ευχέλαιο χρησιμοποιώντας ξεχωριστά βαμβακάκια. Οι δε ευπαθείς ομάδες να παραμείνουν στο σπίτι τους και να μην εκκλησιάζονται.

  Φθάσαμε δυστυχώς στο φοβερό κατάντημα να δοξάζουμε το Θεό που δεν τόλμησαν οι επίσκοποι να αμφισβητήσουν μαζί και τη Θεία Κοινωνία και έμειναν μέχρι αυτό το κακό…..

   Αναρωτιόμαστε: Τι πιστεύουν άραγε; Αν αυτό που αποτρέπει τη μετάδοση ιών μέσα από το Άγιο Ποτήριο είναι η παρουσία του Χριστού σ’ αυτό, γιατί δεν παραδέχονται ότι και μεταξύ των πιστών μέσα στο Ναό βρίσκεται πάλι ο Αυτός Κύριος; Τι σημαίνει αυτό που οι ίδιοι διαβάζουν «και ελθέ εις το αγιάσαι ημάς, ο άνω τω Πατρί συγκαθήμενος και ώδε ημίν αοράτως συνών» λίγο πριν τη Θεία Κοινωνία; Δεν διάβασαν ποτέ (Ουκ ανέγνωτε;) το ευαγγέλιο όπου ο ίδιος ο Χριστός λέει «οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν»; (Μτ.18,20) Κι αν αυτό το άκρο του Αγίου ενδύματος του Χριστού μέσα στο ασφυκτικό πλήθος έκανε θαύμα στην αιμοροούσα, πόσο περισσότερο το χέρι εκείνο που μόλις άγγιξε γυμνό το Άχραντο Σώμα και εκείνα τα χείλη που μούσκεψαν από το Τίμιο Αίμα;

   Εάν αδελφοί μου βλέπαμε τον Χριστό στο Ναό ανάμεσά στους πιστούς, θα φοβόμαστε μήπως μπαίνοντας και εμείς μέσα εκεί θα κολλήσουμε τον ιό; Δε νομίζω. Αλλά τι; Επειδή είναι αόρατος φοβάσαι; Τότε είναι ευκαιρία να κατοπτεύσεις στον εαυτό σου όπως είπαμε προηγουμένως και να κάνεις την κριτική σου. Αν είσαι εσύ άρρωστος έχεις κάποια δικαιολογία. Αν όμως είσαι υγιής και αποφεύγεις να πας στην Εκκλησία από φόβο, κολάζεσαι. Κι αν δεν πιστεύεις στα λόγια αυτά, πίστεψε τουλάχιστον στου Αγίου Χρυσοστόμου. Γιατί αυτός εξύμνησε τον εκκλησιασμό όσο κανείς άλλος. Άκουσε τον και πάλι να λέει:

«Ωστόσο ήθελα να μάθω τι κάνουν τώρα όσοι εγκατέλειψαν τη σύναξη….Τι πιο ασφαλές, όπου υπάρχουν τόσοι αδελφοί (σ.σ. στον ναό), όπου το Άγιον Πνεύμα, όπου βρίσκεται στη μέση ο Ιησούς και Πατέρας σου; Ποια άλλη συγκέντρωση ζητάς; Ποίο άλλο βουλευτήριο; Ποία σύνοδο; Τόσα αγαθά υπάρχουν στο τραπέζι, στην ακρόαση, στις ευχές, στις συναναστροφές….Και ποια συγγνώμη θα έχεις;…..Πόσης λοιπόν αθλιότητος δείγμα δεν θα ήταν, ενώ υπάρχει η δυνατότητα να απολαμβάνουμε μια τόσο μεγάλη ευσεβή ζωή, να μην ερχόμαστε συνέχεια και να μη συχνάζουμε εδώ στην κοινή μητέρα όλων, εννοώ την Εκκλησία;»  (Λόγος εις το Άγιον Βάπτισμα)

   Και αλλού σε ικετεύει:

«Μη, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, μην πάρουμε μια τόσο κακή απόφαση για τον εαυτό μας, αλλά ας προτιμούμε απ’ οποιαδήποτε άλλη ασχολία και φροντίδα την εδώ διδασκαλία. Όταν εγκαταλείπεις την εκκλησιαστική σύναξη, ζημιώνεις και τον εαυτό σου και την οικογένειά σου  (Λόγος ΙΑ’ Περί Ομοουσίου).

  Και αλλού σε νουθετεί:

«Γι’ αυτό και προσερχόμενοι να μεταλάβετε, μη νομίσετε ότι μεταλαβαίνετε το Θείο Σώμα από άνθρωπο, αλλά να πιστεύετε ότι μεταλαβαίνετε το Θείο Σώμα από τα ίδια τα Σεραφείμ με τη λαβίδα του Πυρός, στην οποία είδε ο Ησαΐας και σαν να αγγίζουν τα χείλη μας τη Θεία και Άχραντη Πλευρά, έτσι να μεταλαβαίνουμε το σωτήριο Αίμα. Γι’ αυτό, λοιπόν, αδελφοί, ας μην απουσιάζουμε από τις Εκκλησίες, ούτε πάλι ευρισκόμενοι μέσα σ’ αυτές να το ρίχνουμε σε συζητήσεις. Να στεκόμαστε γεμάτοι φόβο και τρόμο έχοντας στραμμένα κάτω τα μάτια μας κι επάνω την ψυχή μας, να αναστενάζουμε άφωνα και να θρηνούμε μέσα στην καρδιά» (Ομιλ.εις τον ΡΛΖ’ Ψαλμόν)

   Και αλλού:

«Ήθελα να γνωρίζω που χάνουν τον καιρό τους αυτοί που αδιαφόρησαν για τη σύναξη, τι τους κράτησε και τους απομάκρυνε από το ιερό τραπέζι, για ποια πράγματα κάνουν συζήτηση. Ή καλύτερα, γνωρίζω καλά! Ή συζητούν για πράγματα ανόητα και καταγέλαστα ή είναι προσηλωμένοι σε βιοτικές φροντίδες! Αλλά η απασχόληση και με τα δύο, στερείται συγγνώμης και επισύρει τη χειρότερη τιμωρία….Οι αιτίες βέβαια απορρέουν από την ανάγκη, αλλ’ όταν ο Θεός καλεί δεν έχουν δικαιολογία οι άνθρωποι. Γιατί μετά το Θεό είναι αναγκαία όλα τα άλλα σ’ εμάς. Μετά από την τιμή Εκείνου, ας απολαμβάνουν τότε τη φροντίδα μας τα άλλα…. Γιατί, όπως τα σώματα, όταν δεν χρησιμοποιούν τα λουτρά είναι γεμάτα από πολλές ακαθαρσίες και λεκέδες, έτσι και η ψυχή, όταν δεν ακούει πνευματική διδασκαλία, έχει πάνω της μεγάλη κηλίδα αμαρτημάτων. Πράγματι, αυτά που συμβαίνουν εδώ είναι λουτρό πνευματικό, που με τη θέρμη του Αγίου Πνεύματος καθαρίζει κάθε ακαθαρσία» (Ομιλ. «Επίπληξις κατά των απόντων)

  Και αλλού σε ελέγχει:

«Και ποια συγγνώμη θα μπορέσεις να λάβεις; Ποια δικαιολογία θα έχεις να πεις εύλογη και δίκαιη; Δεν είναι δυνατό, δεν είναι δυνατό ένας τέτοιος αμελής κι αδιάφορος να λάβει ποτέ συγγνώμη, έστω κι αν προβάλλει άπειρες ανάγκες βιοτικών πραγμάτων…. Έχεις βιοτικές φροντίδες; Γι’ αυτές, λοιπόν, έλα εδώ ώστε, αφού προσελκύσεις την εύνοια του Θεού με την παρουσία σου, να φύγεις έτσι εξασφαλισμένος. Για να έχεις Αυτόν σύμμαχο, για να γίνεις ακατάβλητος στους δαίμονες βοηθούμενος απ’ το χέρι του Θεού.

Αν απολαύσεις πατρικές ευχές,

Αν συμμετάσχεις σε κοινή προσευχή,

Αν ακούσεις Θεία λόγια,

Αν αποσπάσεις τη βοήθεια του Θεού,

Αν ενισχυθείς με αυτά τα όπλα και βγεις έτσι έξω, ούτε ο διάβολος δεν θα μπορέσει να σε αντικρύσει, ούτε βέβαια οι πονηροί άνθρωποι, που προσπαθούν να σε βλάπτουν και να σε συκοφαντούν.

Αν όμως έρθεις από το σπίτι σου στην αγορά και βρεθείς γυμνός από τα όπλα αυτά, θα γίνεις ευάλωτος σε όλους εκείνους που βλάπτουν.» (Προς τους μη απαντήσαντας εις την σύναξιν)

   Και αλλού:

«Ποιος θα μπορούσε να υποφέρει την τόσο μεγάλη ολιγωρία εκείνων που δεν εκκλησιάζονται;…Γιατί, τι θα μπορούσε να υπάρξει χειρότερο  απ’ αυτή την κατηγορία, όταν αντί των πραγμάτων του Θεού σας φαίνεται πιο αναγκαίο και κατεπείγον κάτι άλλο; Αλλά κι αν ακόμη αυτό ήταν αληθινό, η δικαιολογία τους θα ήταν κατηγορία όπως είπα!»

Τέλος ας θυμηθούμε την αγιοπατερική διδασκαλία του Οσίου Παϊσίου για τον ασπασμό των εικόνων:

«Ὅταν ἀσπάζεται ὁ ἄνθρωπος μὲ εὐλάβεια καὶ θερμὴ ἀγάπη τὶς ἅγιες εἰκόνες, παίρνει τὰ χρώματα ἀπὸ αὐτὲς καὶ ζωγραφίζονται οἱ Ἅγιοι μέσα του. Οἱ Ἅγιοι χαίρονται, ὅταν ξεσηκώνωνται ἀπὸ τὰ χαρτιὰ ἢ ἀπὸ τὰ σανίδια καὶ τυπώνωνται στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ἀσπάζεται ὁ Χριστιανὸς μὲ εὐλάβεια τὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ ζητάη βοήθεια ἀπὸ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς Ἁγίους, μὲ τὸν ἀσπασμὸ ποὺ κάνει μὲ τὴν καρδιά του, ρουφάει μέσα στὴν καρδιά του ὄχι μόνον τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἢ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ καὶ τὸν Χριστὸ ὁλόκληρο ἢ τὴν Παναγία ἢ τὸν Ἅγιο, καὶ τοποθετοῦνται πιὰ στὸ Τέμπλο τοῦ Ναοῦ του. «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ ἄνθρωπος» (1). Βλέπεις, καὶ κάθε Ἀκολουθία μὲ τὸν ἀσπασμὸ τῶν εἰκόνων ἀρχίζει καὶ μὲ τὸν ἀσπασμὸ τελειώνει. Ἐὰν τὸ καταλάβαιναν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι, πόση χαρὰ θὰ αἰσθάνονταν, πόση δύναμη θὰ ἔπαιρναν!

Ὅταν κανεὶς δὲν ἔχη εὐλάβεια καὶ ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, δὲν εἶναι ἄλαλα τὰ χείλη του; Καὶ ὁ εὐλαβής, ὅταν ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, εὔλαλα δὲν εἶναι τὰ χείλη του; Εἶναι μερικοὶ πού, ὅταν προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα, οὔτε κἂν ἀκουμποῦν στὴν εἰκόνα. Ἄλλοι ἀκουμποῦν μόνον τὰ χείλη τους στὴν εἰκόνα, ὅταν τὴν ἀσπάζωνται. Νά, ἔτσι (Ὁ Γέροντας ἀσπάσθηκε μιὰ εἰκόνα, χωρὶς νὰ ἀκουσθῆ ὁ ἀσπασμός).

Τότε «ἄλαλα» εἶναι τὰ χείλη. Ἐνῶ ὁ εὐλαβὴς ἀσπάζεται τὴν εἰκόνα καὶ ὁ ἀσπασμὸς ἀκούγεται. Τότε τὰ χείλη εἶναι «εὔλαλα». Δὲν εἶναι ὅτι καταριοῦνται, ὅταν λένε «ἄλαλα»,  ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ χείλη εἶναι ἄλαλα καὶ τὰ ἄλλα εἶναι εὔλαλα. Ὅταν βλέπουμε τὶς ἅγιες εἰκόνες, πρέπει νὰ ξεχειλίζη ἡ καρδιά μας ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ πέφτουμε νὰ τὶς προσκυνοῦμε καὶ νὰ τὶς ἀσπαζώμαστε μὲ πολλὴ εὐλάβεια. Νὰ βλέπατε ἕνα εὐλαβικὸ γεροντάκι στὴν Μονὴ Φιλοθέου, ὁ γερο–Σάββας, μὲ πόση εὐλάβεια, μὲ πόση καρδιὰ ἀσπαζόταν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης! Σ᾿ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἐπειδὴ οἱ Πατέρες τὴν ἀσπάζονταν στὸ ἴδιο σημεῖο, ἔχει σχηματισθῆ ἕνα γρομπαλάκι!» (ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)

Αυτές είναι οι αγιοπατερικές προτροπές τις οποίες αντιπαραβάλουμε στις αντίστοιχες σύγχρονες επισκοπικές  και απλά δεν βλέπουμε καμία ομοιότητα….

ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.

Απλός πιστός