Μητροπολίτου Λαρίσης και Τυρνάβου, κ.Ιερωνύμου.

Ἄν τήν προηγούμενη Κυριακή, μέ ἀφορμή τό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, ἐντοπίζαμε ὡς αἰτία ἐκκοσμίκευσης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος ἐξωτερικούς πειρασμούς, μέ κύριους τό ἐξουσιαστικό φαινόμενο, τήν ἐγκοσμιοκρατία καί τή διαστρέβλωση τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀλήθειας, ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἔρχεται συμπληρωματικά γιά νά μᾶς βοηθήσει στόν προσδιορισμό καί ἄλλων κινδύνων, ἐσωτερικῶν αὐτή τή φορά, πού ὅμως ὁδηγοῦν στό ἴδιο ἀποτέλεσμα, τήν ἔκπτωση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό σῶμα Χριστοῦ σέ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου. Κι εἶναι φρικτό νά προδίδει κανείς τόν θεῖο δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας συντελώντας στή θεώρηση ὅτι ὁ λόγος ὕπαρξης τῆς Ἐκκλησίας στόν κόσμο, πού δέν εἶναι ἄλλος ἀπό τό νά ἐξασφαλίζει τή σωτηρία καί νά ὁδηγεῖ στήν ἁγιότητα, δέν εἶναι ὁ μόνος, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ περιστασιακά νά χρησιμοποιηθεῖ γιά νά ὑπηρετηθοῦν καί ἄλλοι σκοποί πιό ρηχοί, πιό ἀτελεῖς καί πάντως μέ ἡμερομηνία λήξης.

Ὁ λόγος παράθεσης τῶν εὐαγγελικῶν αὐτῶν ἀναγνωσμάτων δέν εἶναι ἡ κινδυνολογία ἤ ἡ καλλιέργεια φόβου στήν ψυχή ὅσων ζοῦν πνευματικά, ἰδίως ὅσων ἔχουν ἐντονότερα τήν εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀναστέλλουν τίς ὅποιες προσπάθειες ἤ ἐνέργειές τους. Οὔτε πάλι οἱ περικοπές ὑπάρχουν ὡς ἀφορμή ἀλληλοκατηγορίας, ἔριδων καί διχοστασιῶν μεταξύ πνευματικῶν ἀδελφῶν στά πλαίσια τῆς ὅποιας κριτικῆς. Τό Εὐαγγέλιο ἑνώνει καί τά κείμενά του ὑπάρχουν γιά νά μᾶς προειδοποιοῦν γιά τούς πνευματικούς κινδύνους, ὥστε νά ἐπαγρυπνοῦμε περισσότερο στήν ἀπόκρουση τοῦ ὅποιου πειρασμοῦ, μέ ἰδιαίτερη προοπτική τή μεταξύ μας ἑνότητα.

«Γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη»

Ἕνας ταλαιπωρημένος πατέρας ὁδηγεῖ τόν μονάκριβο γιό του μπροστά στόν Χριστό μέ μεγάλο παράπονο. Ὁ λόγος; Ὁ γιός του βασανιζόταν ἀπό δαιμόνιο κι ἐνῶ παρακάλεσε τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ νά τόν θεραπεύσουν, αὐτοί δέν μπόρεσαν. Δέν ἀρνήθηκαν! Προσπάθησαν ἀλλά δέν τά κατάφεραν! Αὐτοί πού μόλις πρίν ἀπό λίγο στή δοκιμαστική περιοδεία πού τούς εἶχε στείλει ἀνά δύο ὁ Ἰησοῦς, ὑπέτασσαν τά δαιμόνια καί ἔκαναν πληθώρα θαυμάτων, τώρα ἀπέτυχαν. Καί φαίνεται πώς αὐτό κόστισε πολύ στή φήμη τῶν μαθητῶν…

Πῶς ἀντιδρᾶ ὁ Χριστός; Μέ μιά ἀναφώνηση, πού προδίδει ἀγανάκτηση καί θά μποροῦσε κανείς νά θεωρήσει πώς εἶναι ὑπερβολική, ἴσως καί ἐκτός θέματος: «Ὤ γενεά ἄπιστος καί διεστραμμένη, ἕως πότε ἐσομαι μεθ’ ὑμων; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτόν ὧδε». Ἐγκαλεῖ συλλήβδην ὅσους τόν ἄκουγαν ὡς «γενεά ἄπιστο καί διεστραμμένη». Τί προσδιορίζουν αὐτοί οἱ χαρακτηρισμοί; Σαφῶς καί δέν κατηγορεῖ γιά ἔλλειψη προσανατολισμοῦ πρός τόν ἀληθινό Θεό ὅσους ἦταν παρόντες, στούς ὁποίους συμπεριλαμβάνονται καί οἱ μαθητές του. Σαφῶς καί δέν τούς χαρακτηρίζει ἀθέους. Οἱ ὅροι «ἄπιστος καί διεστραμμένη» προσιδιάζουν στήν πνευματική κατάσταση ἐκείνη κατά τήν ὁποία ὑπάρχει μίιά βασική παραδοχή περί τῆς ἀλήθειας τῆς πίστης, ἀλλά δέν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη καί ἐξάρτηση ἀπό τόν Θεό Πατέρα.

Προσδιορίζονται ὑπό τούς χαρακτηρισμούς αὐτούς ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι, ἔχοντας βιώσει πάμπολλες πνευματικές καταστάσεις καί ἐμπειρίες, ἐξακολουθοῦν νά μήν «παραδίδονται στόν Θεό», δηλαδή δυσπιστοῦν γιά τή θεία παντοδυναμία, γιά τή θεία πρόνοια, γιά τή θεία ἀγάπη, καί ἐπιφυλάσσονται. Εἶναι ἡ προσέγγιση πού ἐκφράζεται μέ τόν συλλογισμό, «ναί μέν ὁ Θεός τότε προνόησε, προστάτευσε, μερίμνησε, ἐνήργησε, ἀλλά μπορεῖ νά κάνει, ἤ ἄραγε θά κάνει, τό ἴδιο καί τώρα;». Εἶναι οὐσιαστικά μιά ἀμφιβολία ὄχι γιά τό ἄν ὑπάρχει Θεός, ἀλλά γιά τό τί μπορεῖ νά κάνει. Ὄχι γιά τό ἄν εἶναι Θεός, ἀλλά γιά τό τί ἤ πόσο εἶναι Θεός.

«Διατι οὐκ ἠδυνήθημεν;»

Μπροστά στήν κατάσταση ποῦ δημιουργεῖται οἱ μαθητές προσέρχονται ἔντρομοι, ὄχι γιά νά ρωτήσουν «ποῦ κάναμε λάθος;» ἤ νά ζητήσουν συγγνώμη. Ἔρχονται καί ρωτοῦν γιά τόν λόγο τῆς ἀποτυχίας τους ὄχι μέ ἐμφανή πόθο πνευματικῆς ὡρίμανσης καί διόρθωσης,ἀλλά μέ προφανή φόβο μήν τυχόν ἔχασαν τό χάρισμα γιά τό ὁποῖο προηγουμένως ἐπαίρονταν, ὅτι εἶχαν «ἐξουσία ἐπί πνευμάτων ἀκαθάρτων»!

Ποῦ ἦταν τό σφάλμα τῶν μαθητῶν; Στό ὅτι εἶχαν συνηθίσει νά τελοῦν θαύματα. Δέν ἐνεργοῦσαν τά θαύματα μέ διαρκή τήν εὐγνωμοσύνη στή θεία παντοδυναμία πού τούς εἶχε κάνει δωρεά αὐτό τό χάρισμα, ἀλλά τό θεώρησαν προσωπική τους ἱκανότητα, ἔστω καί ἐπίκτητη, καί πάντως μέ σαφή πλέον τήν ἀναφορά στόν ἑαυτό τους. Συνήθισαν τή διαχείριση τῆς χάριτος καί δέν κατανοοῦσαν πόσο σπουδαῖο ἦταν αὐτό, γιατί τούς εἶχε δοθεῖ καί ἀπό ποιόν τούς εἶχε χαρισθεῖ. Μιά ἐξοικείωση πνευματικά ἀπαράδεκτη, τήν ὁποία ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, μέ τρόπο πολύ παιδαγωγικό, μιλώντας γιά ἀσκητική ἐπαγρύπνηση, γιά ἐπαύξηση τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας, θέλησε νά τούς ἀφαιρέσει χωρίς νά τούς ταράξει περισσότερο, γι’ αὐτό καί ἐνῶ πρίν τούς εἶχε ἐπιτιμήσει, τώρα τούς ἀναπαύει, ὥστε νά μήν ὁδηγηθοῦν σέ ὑπερβολική θλίψη. Βεβαίως, ἐνῶ τούς ἀναπαύει, τούς νουθετεῖ καί τούς μιλάει ἤπια, τούς προσδιορίζει μέ κάθε εἰλικρίνεια τήν αἰτία τῆς ἀποτυχίας τους: «διά τήν ἀπιστίαν ὑμῶν», ἐννοώντας ἐδῶ ὡς ἀπιστία τήν ἐξοικείωση, τή συνήθεια ἀπό ἐνδεχόμενη ἐπανάληψη, πού ὁδηγεῖ ἀπό δοξολογία στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ σέ μηχανικές ἐνέργειες καί ἐφησυχασμένη ψυχή.

Ἀδελφοί μου, πολλοί στή διάρκεια τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας ἔπεσαν σέ αὐτούς τούς πειρασμικούς λογισμούς. Εἴτε ἀμφέβαλλαν γιά τή διάθεση τοῦ Θεοῦ διαρκῶς νά ἐνεργεῖ τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, διακρατώντας τήν Ἐκκλησία του, καί ἀνέπτυξαν ἐνέργειες δικές τους σε μιά προσπάθεια νά «σώσουν τήν Ἐκκλησία», ὑπακούοντας σέ δικές τους θεωρήσεις, εἴτε συνήθισαν τό ἐκκλησιαστικό θαῦμα, ἐξοικειώθηκαν κι ἔπαψαν νά δοξάζουν τό θεῖο μεγαλεῖο ὑποτασσόμενοι σέ μία αἴσθηση ρουτίνας. Τόσο ἡ χλιαρή πίστη ὅσο καί ἡ συνήθεια προσδιορίζονται ἀπό τόν Χριστό μας ὡς «ἀπιστία καί διαστροφή», ἀκριβῶς διότι ὡς ἐσωτερικός, λεπτός πόλεμος, ἄν ἐπικρατήσουν, ὁδηγοῦν στό ἴδιο ἀποτέλεσμα• στήν ἔλλειψη ὀρθόδοξου προσανατολισμοῦ στήν πίστη καί στόν ὑποβιβασμό τῆς Ἐκκλησίας σέ ἀκόμη ἕνα πολυπρόσωπο μόρφωμα τοῦ ἱστορικοῦ προσκηνίου. Σέ κάθε περίπτωση, ἀδικεῖται ἡ μόνη ἀλήθεια πού διεκδίκησε ἡ Ἐκκλησία αὐτοπροσδιοριζόμενη, ὅτι εἶναι σῶμα Χριστοῦ, ὁ Χριστός παρατεινόμενος στούς αἰῶνες, ἰατρεῖο ψυχῶν μέ προορισμό τή βασιλεία τῶν οὐρανῶν.