1.

Ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς

Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)

Ὁ χορτασμὸς τοῦ πεινασμένου λαοῦ στὴν Παλαιστίνη ἀποτελοῦσε σημάδι μεσσιανικό: Αὐτὸς ποὺ δίνει τροφὴ στὰ πλήθη καὶ μάλιστα μὲ τρόπο ὑπερφυσικὸ δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὴ στιγμὴ τοῦ συγκλονιστικοῦ πειρασμοῦ μετὰ τὴ βάπτιση λέγει ὁ σατανᾶς στὸν Χριστό: «Ἂν εἶσαι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, πὲς νὰ γίνουν αὐτὲς οἱ πέτρες ψωμιὰ» (Ματθ. 4, 3. Λουκ. 3-4), γιὰ νὰ λάβει τὴν ἀπάντηση: «Ὁ ἄνθρωπος δὲν ζεῖ μόνο μὲ τὸ ψωμὶ ἀλλὰ μὲ κάθε λόγο ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Θεοῦ». Ὡστόσο, ὅταν ὁ ἴδιος ἔκρινε πὼς ἦλθε ἡ κατάλληλη στιγμή, ἔκανε τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων καὶ χόρτασε πέντε χιλιάδες λαοῦ.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀφηγοῦνται ὅλοι οἱ εὐαγγελιστὲς (βλ. Μάρκ. 6, 31-44. 8, 1-9. Ματθ. 14, 14-22. 15, 32-39. Ἰωάν. 6, 1-15), ὄχι μόνο γιατί εἶναι ἐντυπωσιακὸ καὶ μοναδικὸ στὸ εἶδος του, ἀλλὰ γιατί κρύβει μέσα του ἕνα βαθύτερο συμβολισμὸ καὶ ἕνα οὐσιαστικότερο περιεχόμενο. Ἐὰν ἀποτελεῖ θαῦμα τοῦ μίσους καὶ τῆς κακίας ποὺ ἐκπλήσσει ὅλους μας τὸ ὅτι σήμερα μὲ τόσο πλοῦτο καὶ μὲ τόσες παραγωγικὲς πηγὲς στὸν κόσμο ἑκατομμύρια ἄνθρωποι ὑποσιτίζονται καὶ πεθαίνουν ἀπὸ πείνα, ἄλλο τόσο καὶ μάλιστα πολὺ περισσότερο εἶναι θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τὸ ὅτι μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δυὸ ψάρια χορταίνουν πέντε χιλιάδες ἄνθρωποι!

Στὸ θαῦμα αὐτό, γιὰ τὸ ὁποῖο κάνει λόγο ἡ σημερινὴ περικοπή, εἶδε ἡ Ἐκκλησία μας ἕνα οὐσιαστικότερο περιεχόμενο: ἀναγνώρισε τὴν προτύπωση τοῦ «ἄρτου τῆς ζωῆς», τῆς πραγματικῆς τροφῆς ποὺ ὅποιος τὴν τρώγει ζεῖ αἰώνια, χωρὶς νὰ φοβᾶται τὴν πείνα καὶ τὸν θάνατο. Καὶ ὁ ἄρτος αὐτὸς εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ προσφέρεται νὰ θανατωθεῖ στὸν σταυρὸ γιὰ νὰ ζήσει ὁ κόσμος. Ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης εὐθὺς μετὰ τὴ διήγηση τοῦ θαύματος, παραθέτει μία ὁμιλία τοῦ Ἰησοῦ περὶ θείας Εὐχαριστίας, στὴν ὁποία λέγει μεταξὺ ἄλλων τὰ ἑξῆς: «Αὐτὸς ποὺ τρώει τὴ σάρκα μου καὶ πίνει τὸ αἷμα μου ἔχει ζωὴ παντοτινή, κι ἐγὼ θὰ τὸν ἀναστήσω τὴν ἔσχατη ἡμέρα» (Ἰωάν. 6, 54). Πολὺ σοφὰ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας χαρακτήρισαν τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ προσφέρεται στὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας «φάρμακο ἀθανασίας», γιατί ἡ τροφὴ αὐτὴ δὲν χορταίνει τὶς ὑλικὲς ἀνθρώπινες ἀνάγκες ἀλλὰ τὴν πείνα καὶ δίψα τῆς αἰωνιότητας.

Νὰ γιατί ὁ Χριστὸς ἀποφεύγει τὶς ἐνθουσιώδεις ἐκδηλώσεις τοῦ λαοῦ, κατὰ τὴ διήγηση τοῦ θαύματος ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη. Ὁ λαὸς βλέπει στὸν πολλαπλασιασμὸ τῶν ἄρτων τὴν ἱκανοποίηση τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν του καὶ σπεύδει νὰ ἁρπάσει τὸν ἰσχυρὸ προστάτη του καὶ νὰ τὸν ἀνακηρύξει βασιλιά. Ὁ Χριστὸς ὅμως ξεφεύγει ἀπ’ ἀνάμεσά τους καὶ πηγαίνει στὸ ὄρος νὰ προσευχηθεῖ. Δὲν πρέπει νὰ μείνουν στὸ ἐξωτερικὸ σημάδι. Ὁ νοῦς του εἶναι προσανατολισμένος στὴν Ἐκκλησία ποὺ πρόκειται νὰ ἱδρυθεῖ καὶ γιὰ τὴν ὁποία τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι μιὰ προεικόνιση τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἄλλωστε καὶ ἡ ὁρολογία τῆς διηγήσεώς μας («λαβών», «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανόν», «εὐλόγησε», «καὶ κλάσας ἔδωκε») μᾶς ἐνθυμίζει τὴ διήγηση περὶ τοῦ Μ. Δείπνου (Ματθ. 26, 26-29. Μάρκ. 14, 22-25. Λουκ. 22, 15-20). Κι ἀκόμη ἂς προσθέσουμε ἕνα ἄλλο στοιχεῖο ἀπὸ τὴν εἰκονογραφικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ποὺ ἐνισχύει τὴν παραπάνω ἑρμηνεία: Ἡ παρουσία τῶν ἰχθύων στὶς συμβολικὲς παραστάσεις τῆς θείας Εὐχαριστίας στὶς τοιχογραφίες τῶν κατακομβῶν μαρτυρεῖ ὅτι στὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν ἄρτων εἶδε ἡ Ἐκκλησία τὸν χορτασμὸ τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸν «ἄρτον τῆς ζωῆς».

Τὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς μας μπορεῖ νὰ συνοψιστεῖ στὰ ἑξῆς: Ὁ Χριστὸς δὲν ἐκπροσωπεῖ ἁπλῶς μία ὡραία καὶ ὑψηλὴ διδασκαλία ποὺ ἐξυψώνει ἠθικά τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλ’ εἶναι καὶ μυστήριο, τὸ μυστήριο τοῦ ἄρτου καὶ τοῦ οἴνου, ποὺ ἀποτελεῖ πηγὴ ζωῆς καὶ φάρμακο ἀθανασίας. «Ἐὰν τις φάγῃ ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τὸν αἰῶνα» (Ἰωάν. 6, 51).

2.

Ὁ Ζωοποιὸς Ἄρτος

Ἰωὴλ Φραγκᾶκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)

«Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ χορτάσθησαν»

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ὁ Χριστὸς ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο. Ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ φυλάξει τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὸν κατάλληλο καιρὸ τοῦ Σταυροῦ. Δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα γιὰ τὸ πάθος Του. Ὁ ἄλλος Εὐαγγελιστὴς γράφει πὼς ἀναχώρησε στὴν ἔρημο γιὰ νὰ δώσει τὴν εὐκαιρία στοὺς μαθητές Του νὰ ξεκουρασθοῦν (Μάρκ. 6,31). Ἀνεχώρησαν σὲ κάποια ἔρημο τῆς πόλεως Βηθσαιδᾶ (Λουκ. 9,10). Στὸ χῶρο αὐτὸ ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων.

Οἱ συνθῆκες τοῦ θαύματος τὰ ἀρνητικὰ δεδομένα εἶναι περισσότερα ἀπ’ τὰ θετικὰ στὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων, γράφει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος. Ὁ τόπος ἦταν ἔρημος καὶ δὲν ὑπῆρχε κάποια ἑστία ἀνεφοδιασμοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Ἡ ὥρα ἦταν περασμένη· «Ἡ μὲν ἡμέρα κλίνειν ἤρξατο», καθὼς εἶπε Λουκᾶς· «αὐτοὶ δὲ παρέμειναν ἄσιτοι», δηλαδὴ ἡ ἡμέρα τελείωνε, ἀλλὰ αὐτοὶ παρέμειναν ἄσιτοι, σημειώνει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός. Ὁ πολὺς ὁ κόσμος εἶχε αἰχμαλωτευθεῖ ἀπ’ τὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ψάξουν νὰ βροῦν κάτι νὰ φᾶνε (ὅπ. π.). Κατὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ «‹οὐ λιμοκτονήσει Κύριος ψυχὴν δικαίαν» (Παροιμ. 10,3), δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀφήσει νὰ πεθάνει ἀπ’ τὴν πείνα ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δίκαιη. Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀποφασίσει νὰ τοὺς θρέψει μὲ τὸν παράδοξο αὐτὸ τρόπο, ἀλλὰ περίμενε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουν νὰ μὴ φανεῖ πὼς κάνει θαύματα πρὸς ἐντυπωσιασμό. Ἄφησε νὰ πεινάσουν ὑπερβολικά, προκειμένου νὰ λάβουν μεγαλύτερη αἴσθηση τοῦ θαύματος.

Ἄλλες πλευρὲς τοῦ θαύματος

Πρὶν κάνει τὸ θαῦμα προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του· «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν» (Ματθ. 14,19). Ἐδῶ βλέπουμε τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ καὶ προσεύχεται ὅπως κάνουν ὅλοι ποὺ ἔχουν τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μετὰ προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, γιὰ νὰ δώσει νὰ καταλάβουν ὅλοι πὼς δὲν εἶναι ἀντίθεος, ἀλλ’ ἔχει τὴν προέλευσή Του ἀπὸ τὸ Θεὸ «καὶ ὅτι ἴσος ἐστί», δηλαδὴ εἶναι ἴσος μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. Ὁ Μωϋσῆς στὴν ἔρημο παρακάλεσε τὸ Θεὸ κι ἔδωσε στοὺς Ἰσραηλίτες τὸ μάννα ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη, ποὺ εἶχαν, ὅπως κι ὁ Ἠλίας ἔδωσε στὴ χήρα γυναίκα στὰ Σάρεπτα τῆς Σιδώνας τὸ λάδι καὶ τὸ ἀλεύρι μόνον γιὰ τὸν καιρὸ τοῦ λιμοῦ, ἐνῶ ὁ Κύριος πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους χωρὶς φειδώ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχουν περισσεύματα «δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14,20).

Στοὺς μαθητὲς του δίνει ἄρτους, γιὰ νὰ τοὺς μοιράσουν στὸ πλῆθος, γιὰ νὰ θυμοῦνται μόνιμα καὶ συνεχῶς τὸ θαῦμα. Ἀκόμη τοὺς δίνει τοὺς ἄρτους, γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ πὼς κατὰ φαντασία θαυματούργησε. Τὰ περισσεύματα εἶναι δείγματα ἀτράνταχτης ἀλήθειας. Τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων εἶναι σύμβολο καὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος τῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμη μπορεῖ οἱ ἄρτοι νὰ συμβολίζουν καὶ τὰ πολλὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος τρέφει τὸ λαό Του καὶ τὴν Ἐκκλησία Του μὲ τὸν ἑαυτό Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος.

Τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα

Πολλοὶ διαβάζοντας τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων ἴσως κάνουν σκέψεις πὼς ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ λύσει τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συνδέεται μὲ τὶς βιοποριστικές τους ἀνάγκες κατὰ τρόπο μαγικό. Κάπως ἔτσι πίστευαν καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς Του (Ἰωάν. 6,26). Νόμιζαν πὼς ὁ Χριστὸς θὰ ἔκανε κάθε μέρα τὸ ἴδιο θαῦμα καὶ θὰ τοὺς ἁπάλλασε ἀπὸ τὴν ἐργασία. Ὁ Χριστὸς δὲν περιφρονεῖ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ τὰ ἱεραρχεῖ. Πρῶτα εἶναι ἡ βρώση ἡ μένουσα (ὅπ. π. στίχ. 27) καὶ μετὰ ἡ πρόσκαιρη. Πρῶτα βάζει τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ ἀγχώδης μέριμνα καὶ ἡ ἐπίμονη προσπάθεια γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν ποὺ προέρχονται, εἶναι καταδικαστέες ἀπ’τὸ Χριστό.

Ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται τὸ ἴδιο γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ βάζει μία σειρὰ στὶς ἀπαιτήσεις μας. Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ προηγοῦνται τῶν πνευματικῶν ἐνδιαφερόντων μας τὰ ὑλικά. Πρῶτα δίδαξε ὁ Χριστὸς τὸν ὄχλο καὶ μετὰ τοὺς ἔδωσε ψωμὶ νὰ φᾶνε. Τὸν ἄνθρωπο ὀφείλει νὰ τὸν διακατέχει ἡ ἀγωνία μήπως χάσει τὸν σύνδεσμό του μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος κι ὄχι ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀποκτήσει πολλὰ ἐφήμερα ἀγαθά.

Ἀδελφοί μου,

Νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας πλούσιο, ὅταν ἀρκούμεθα στὰ ἀναγκαῖα κι ἔχουμε τὸν Χριστὸ ἐπιούσιο ἄρτο στὴ ζωή μας. Τότε ὄντως εἴμαστε πλούσιοι.

3.

Ἑρμηνεία στὴν περικοπὴ τῶν Πέντε Ἄρτων

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

 

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς και του Υἱοῦ και τοῦ Ἁγίου Πνεύματος

Χρόνο μὲ τὸ χρόνο καὶ ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ διαβάζουμε τὸ Εὐαγγέλιο σὲ νέα πλαίσια και ὑπὸ τὸ πρῖσμα σημερινῶν καταστάσεων, εἴτε εἶναι προσωπικὲς ἤ ἱστορικὲς. Καὶ κάθε φορὰ τὸ ἕνα ἤ τὸ ἄλλο ἐδάφιο μπορεῖ μὲ διαφορετικὸ τρόπο νὰ προκαλεῖ τὴν προσοχή μας.

Σήμερα διαβάσαμε τὴν περικοπὴ γιὰ τὸν χορτασμὸ τοῦ πλήθους ἀπὸ τὸν Χριστὸ. Καὶ πιὸ συχνὰ ἔχουμε διαβάσει στὰ κείμενα τῶν Πατέρων καὶ σὲ πνευματικοὺς συγγραφεῖς γιὰ τὸ αἴσθημα τῆς κατάπληξης στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δύναμης ποὺ μποροῦσε νὰ θρέψει τόσους πολλοὺς μὲ τόσο λίγα, ποὺ πράγματι κάνει θαύματα σ’ ἕναν κόσμο τόσο πολὺ ἀποξενωμένο ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὅταν μοναχὰ μιὰ ὑποψία πίστης, μιὰ ρωγμὴ στὴν ἁρματωσιὰ τῆς ἀπιστίας μας θὰ τοῦ ἐπέτρεπε νὰ ἐνεργήσει.

Καὶ σήμερα διαβάζοντας τὴν Εὐαγγελικὴ περικοπὴ μὲ ξάφνιασαν ξανὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Οἱ μαθητὲς του κάνουν ἔκκληση νὰ διώξει τὰ πλήθη, ἐπειδὴ ἡ μέρα ἔφθασε στὸ τέλος της, ἐπειδὴ ἡ ἀπόσταση ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ βρίσκονται μέχρι τὰ γειτονικὰ χωριὰ εἶναι μεγάλη, ἡ κούραση καὶ τὸ σκοτάδι θα τοὺς καταβάλλουν ἐὰν παραμείνουν ἐκεῖ περισσότερο. Καὶ ὅμως, ἔμειναν χωρὶς φαγητὸ μιὰ ὁλόκληρη μέρα, ἀκούγοντας τὸν ζωηφόρο λόγο τοῦ Χριστοῦ.

Καὶ ὁ Χριστὸς λέει στοὺς μαθητὲς: Ὄχι, δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν· δῶστε τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε.. Πῶς μποροῦν νὰ θρέψουν ἕνα πλῆθος τόσο μεγάλο; Χιλιάδες ἄνδρες, γυναῖκες, παιδιὰ, ἐνῶ τὸ μόνο ποὺ ἔχουν εἶναι πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια. Καὶ ἐδῶ εἶναι ἡ πρόκληση ποὺ ἀπευθύνει ὁ Χριστὸς σ’ ἐκείνους καὶ σ’ ἐμᾶς. Ναί – ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ πραγματοποιήσει αὐτὸ τὸ θαῦμα· ἀλλὰ ὄχι ἄν δὲν συμβάλλουμε σ’ αὐτὸ ἁπλόχερα καὶ μ’ ἀνοιχτὴ καρδιὰ. Δὲν εἶπε στοὺς μαθητὲς Του: Κρατῆστε ὅσο περισσότερα τρόφιμα μπορεῖτε γιὰ σᾶς, καὶ δῶστε τὰ ὑπόλοιπα, ὅ,τι ἀπέμεινε στοὺς ἄλλους. Τοὺς λέει: Πᾶρτε ὅ,τι ἔχετε καὶ δῶστε τα ὅλα…

Αὐτὸ δὲν μᾶς λέει ὁ Χριστὸς, μὲ πολὺ ἰδιαίτερο τρόπο, σὲ ἐποχές ποὺ εἴμαστε τόσο ἀσφαλεῖς, τόσο πλούσιοι, καὶ ὅταν καθημερινὰ ἀκοῦμε γιὰ πείνα, δυστυχία, γιὰ θάνατο ἀπὸ ἀσιτία ἑκατοντάδων ἀνθρώπων. Καὶ αὐτὸ ποὺ ἁπλὰ μᾶς λέει ὁ Θεὸς εἶναι: δῶστε ὅ,τι μπορεῖτε καὶ ἄφηστε με μετὰ νὰ ἐνεργήσω· μὴν μοῦ ζητᾶτε νὰ κάνω ἕνα θαῦμα, ἐνῶ μπορεῖτε νὰ τὸ κάνετε μόνοι σας.

Οἱ Ἀπόστολοι μποροῦσαν νὰ κάνουν λίγα πράγματα· μποροῦσαν νὰ μοιράσουν πέντε ἅρτους καὶ δύο ψάρια· ἀλλὰ ἐμεῖς μποροῦμε νὰ μοιράσουμε τόσα πολλὰ! Ἐὰν οἱ καρδιὲς μας ἦταν ἀνοιχτὲς, ὁ Θεὸς θὰ ἔκανε τὶς πέτρινες καρδιές μας καρδιὲς ζωντανές, ἄν εἴχαμε μάθει τὶ σημαίνει νὰ εἴμαστε γενναιόδωροι καὶ ὑπεύθυνοι ὁ ἕνας πρὸς τὸν ἄλλον, ἄν εἴχαμε μάθει λίγο, τόσο λίγο! – ν’ ἀγαπᾶμε στὴν πράξη τὸν πλησίον μας, τότε δὲν θὰ ὑπῆρχε πείνα στὸν κόσμο.

Καὶ αὐτὸ ποὺ μᾶς λέει σήμερα το Εὐαγγέλιο, εἶναι , «κοιτᾶξτε γύρω σας»· σὲ κάθε πρόσωπο ποὺ πεινάει, ποὺ δὲν ἔχει στέγη, ποὺ βρίσκεται σὲ ἀνάγκη καὶ θυμηθεῖτε ὅτι καθένα ἀπὸ αὐτὰ τὰ πρόσωπα εἶναι δική σας εὐθύνη, ἡ πείνα τους, ἡ ἔλλειψη στέγης, ἡ δυστυχία τους εἶναι ἀποτέλεσμα τοῦ πλούτου, τῆς ἄνεσης, καὶ τῆς ἄρνησής σας νὰ μοιραστεῖτε, νὰ προσφέρετε, ὄχι νὰ δώσετε περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἔχετε -ἁπλὰ νὰ δώσετε.

Ἄν μοναχὰ θυμόμασταν, καθὼς ἕνας Ἅγιος, τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομα δὲν θυμᾶμαι τώρα, γράφει σ’ ἕνα κείμενό του, ὅτι ὅποτε τρώει μιὰ μπουκιὰ ποὺ δὲν τοῦ εἶναι ἀπαραίτητη, ὅποτε ἀποκτᾶ ἥ κατέχει ὁ,τιδήποτε πέρα ἀπὸ τὶς ἀπόλυτες ἀνάγκες του, τὸ κλέβει ἀπὸ τοὺς πεινασμένους, ἀπὸ τοὺς ἄστεγους, ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ δὲν ἔχουν ροῦχα – εἶναι κλέφτης.

Δὲν ἀπευθύνεται ἀκριβῶς αὐτὸ σὲ μᾶς ἀπ’ ὅτι στὸν ἀσκητή;

Ἄς προβληματιστοῦμε, ἐπειδὴ συμπεριφέρομαστε σὰν ἀνόητοι, ἀνάξιοι οἰκονόμοι· ὑπάρχει κάτι παρόμοιο ὅπως ἡ διαχείριση τοῦ πλούτου- πνευματικοῦ, συναισθηματικοῦ, ἠθικοῦ καὶ ὑλικοῦ. Θυμᾶστε πιθανὸν τὴν ἱστορία τοῦ ἀνάξιου, ἀπίστου οἰκονόμου ποὺ γέλασε τὸν κύριο του, τὸν ἔκλεψε, καὶ ὅταν ἐπρόκειτο ν’ ἀπολυθεῖ ἐπειδὴ ὁ κύριος του ἀνακάλυψε τὴν ἀτιμία του,κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοῦ χρωστοῦσαν χρήματα καὶ μείωσε τὸ χρέος τους. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ θὰ μπορούσαμε νὰ μάθουμε. Στράφηκε στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἔδωσε ὅποια βοήθεια μποροῦσε· ἐμεῖς δὲν τὸ κάνουμε. Ἄς μᾶς προβληματίσουν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: Δὲν χρειάζεται νὰ φύγουν μακρυά μου γιὰ νὰ φᾶνε· δῶστε τους ὅ,τι χρειάζονται.. Καὶ ἄν κοιτάξουμε γύρω μας, ὄχι μακρυά, ἀλλὰ ἀκριβῶς δίπλα μας, τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων ποὺ πεινᾶνε, ποὺ εἶναι ἄστεγοι, ποὺ εἶναι στερημένοι ἀπὸ δικαιώματα, ἤ ἁπλὰ τοὺς γείτονες μας ποὺ εἶναι κάποιες φορὲς τόσο μοναχικοὶ, ποὺ χρειάζονται ἕναν λόγο παρηγοριᾶς, φιλία, ἀλληλεγγύη, θὰ μπορούσαμε νὰ κάνουμε πράξη τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ.

Ἄς μὴν ξεγελιόμαστε, δὲν θὰ γίνει αὐτὸ μὲ λόγια παρηγοριᾶς, μ’ εὐγενικὲς χειρονομίες. Ὁ Χριστὸς εἶπε: Δῶστε ὅ,τι ἔχετε καὶ ἴσως θὰ πεῖ σὲ μᾶς ἐκτιμώντας τὴν λιγοστὴ πίστη ποὺ ἔχουμε, τὴν στενότητα καὶ τὴν σκληρότητα τῆς καρδιᾶς μας: Δῶστε ὅ,τι εἶναι περιττὸ στὴ ζωὴ σας, ὅ,τι ξοδεύετε γιὰ τὸν ἑαυτὸ σας χωρὶς νὰ χρειάζεται, δίχως ν’ ἀντλεῖται ἀπ’ αὐτὰ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ ἱκανοποίηση- δῶστε τα καὶ τὸτε ἀφῆστε τὸ Θεὸ νὰ ὁλοκληρώσει τὸ δῶρο Του, νὰ κάνει τὰ ὑπόλοιπα.

Αὐτὴ εἶναι ἡ κρίση τοῦ Θεοῦ ἐπάνω μου· εἶναι ἐπίσης τὸ κάλεσμα ποὺ ἀπευθύνει στὸν καθένα ἀπὸ σᾶς. Ἀμήν.

4.

Ἑνότητα καὶ διαιρέσεις μέσα στὴν Ἐκκλησία

Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)

 

Ἡ ἀποστολικὴ περικοπὴ τῆς Κυριακῆς ἀπὸ τὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀπ. Παύλου εἶναι σὲ μετάφραση ἡ ἑξῆς:

«Καὶ τώρα, ἀδερφοί, σᾶς ζητῶ, στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, νὰ εἶστε ὅλοι σύμφωνοι μεταξύ σας καὶ νὰ μὴν ὑπάρχουν ἀνάμεσά σας διαιρέσεις, ἀλλὰ νὰ εἶστε ἑνωμένοι, μὲ μία σκέψη καὶ μὲ ἕνα φρόνημα. Αὐτὸ τὸ γράφω, ἀδερφοί μου, γιατί μὲ πληροφόρησαν γιὰ σᾶς ἄνθρωποι τῆς Χλόης ὅτι ἔρχεστε σὲ προστριβὲς μεταξύ σας. Θέλω νὰ πῶ ὅτι ὁ καθένας σας λέει κάτι διαφορετικό. Ὁ ἕνας λέει: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Παύλου», ὁ ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Ἀπολλώ», ἕνας ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Κηφᾶ» καὶ κάποιος ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ». Διαμοιράστηκε, λοιπόν, ὁ Χριστός; Μήπως εἶναι ὁ Παῦλος ποὺ πέθανε πάνω στὸ σταυρὸ γιὰ νὰ σᾶς σώσει; Ἤ μήπως στὸ ὄνομα τοῦ Παύλου ἔχετε βαφτιστεῖ; Εὐχαριστῶ τὸν Θεὸ ποὺ δὲ βάφτισα κανένα σας ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Κρίσπο καὶ τὸ Γάιο. Ἔτσι δὲν μπορεῖ νὰ πεῖ κανεὶς πὼς τὸν βάφτισα στὸ δικό μου ὄνομα. Ναί, βέβαια, βάφτισα καὶ τὴν οἰκογένεια τοῦ Στεφανᾶ. Ἐκτὸς ἀπ’ αὐτούς, ὅμως, δὲν θυμᾶμαι νὰ βάφτισα κανέναν ἄλλο. Ἡ ἀποστολὴ πού μοῦ ὅρισε ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν νὰ βαφτίζω, ἀλλὰ νὰ κηρύττω τὸ εὐαγγέλιο, χωρὶς σοφὰ καὶ περίτεχνα λόγια, ὥστε ὁ θάνατος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν σταυρὸ νὰ μὴ χάσει τὸ περιεχόμενό του» (Α΄ Κορ. 1,10-17).

Καταρχὴν πρέπει νὰ τοποθετήσουμε τὴν περικοπὴ στὴ συνάφειά της καὶ νὰ παρουσιάσουμε τὸ πρόβλημα ποὺ ἀπασχολοῦσε τὴν ἐποχὴ τῆς συγγραφῆς τῆς ἐπιστολῆς τοὺς χριστιανοὺς τῆς Κορίνθου.

Ἡ Κόρινθος ἦταν ὁ τελευταῖος σταθμὸς τοῦ Ἀποστόλου στὴν Ἑλλάδα κατὰ τὴ δεύτερη ἱεραποστολική του περιοδεία. Σὲ λίγο θὰ ξεκινήσει γιὰ τὴν τρίτη περιοδεία ποὺ θὰ τὸν ξαναφέρει στὴν Ἑλλάδα. Στὴν ἀρχὴ τῆς δεύτερης περιοδείας ἔμεινε τρία χρόνια περίπου στὴν Ἔφεσο κι ἐκεῖ πληροφορήθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους τῆς Χλόης, κάποιας εὔπορης προφανῶς χριστιανῆς τῆς Κορίνθου ποὺ εἶχε στὴν ὑπηρεσία της προσωπικὸ καθὼς καὶ ἀπὸ ἐπιστολὴ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου ὅτι ἡ Ἐκκλησία αὐτὴ συνταρασσόταν ἀπὸ ὁρισμένα προβλήματα καὶ ἀντιμετώπιζε ἐρωτήματα.

Κάπως ἀναλυτικότερα, κατὰ τὶς πληροφορίες τῶν ἀπεσταλμένων τῆς Χλόης, στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου δημιουργήθηκαν μερίδες ποὺ ἡ κάθε μία διεκδικοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό της ὡς ἡγέτη ἕναν ἀπόστολο («Ὁ ἕνας ἔλεγε: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Παύλου», ὁ ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Ἀπολλώ», ἕνας ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Κηφᾶ» καὶ κάποιος ἄλλος: «Ἐγὼ εἶμαι τοῦ Χριστοῦ»). Φαίνεται ὅτι πολλοὶ Κορίνθιοι, ἐνθουσιασμένοι ἀπὸ τὴ μόρφωση καὶ τὴ ρητορικότητα τοῦ Ἀπολλὼ (ποὺ «καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια· ἦταν προικισμένος ρήτορας καὶ ἤξερε καλὰ τὴ Γραφή.», Πράξ.18,24), τὸν παραδέχονταν ὡς ἡγέτη τους συγκρίνοντάς τον ἴσως μὲ τὸν Παῦλο, ποὺ ἀναγνωρίζει ὁ ἴδιος ἀλλοῦ στοὺς Κορινθίους ὅτι εἶναι «ἀδύνατος στὸν προφορικὸ λόγο, ὄχι ὅμως καὶ στὴ γνώση» (Β΄ Κορ 11,6). Οἱ αὐστηροὶ ἐξ Ἰουδαίων προερχόμενοι χριστιανοὶ τῆς Κορίνθου δέχονταν ὡς ἀρχηγὸ τους τὸν Ἀπ. Πέτρο, ὁ ὁποῖος ἦταν γνωστὸς γιὰ τὴν ἡγετικὴ θέση του στὴν πρώτη Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων, ἀλλὰ στὴν Κόρινθο βέβαια δὲν εἶχε μεταβεῖ. Ἄλλοι χριστιανοὶ καυχόνταν ὅτι ἀνήκουν στὸν ἱδρυτὴ τῆς Ἐκκλησίας τους Ἀπ. Παῦλο. Τέλος, μία μερίδα διακήρυσσε ὅτι σὲ κανένα ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους δὲν ἀνήκει ἀλλὰ ἀπευθείας στὸν Χριστό. Δὲν πρόκειται πάντως περὶ αἱρέσεων ἢ σχισμάτων ἀλλὰ περὶ ὁμάδων, οἱ ὁποῖες ἔδειχναν θαυμασμὸ καὶ ἐκτίμηση σὲ ἕναν ἀπόστολο, ποὺ τὸν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους- πράγμα σύνηθες γιὰ τοὺς Ἕλληνες, τότε ἀλλὰ καὶ σήμερα!

Ὁ Παῦλος ἀφιερώνει τὰ 4 πρῶτα κεφ. τῆς ἐπιστολῆς γιὰ νὰ καταπολεμήσει τὴ διάσπαση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου. Θεωρώντας σὰν πιὸ ἐπικίνδυνη τὴν ὁμάδα ποὺ διεκδικοῦσε ὡς ἀρχηγὸ της τὸν Ἀπολλὼ (πιθανῶς σ’ αὐτὴν ἀνῆκαν ὅσοι εἶχαν φιλοσοφικὴ παιδεία), στρέφεται συχνὰ ἐναντίον τῆς ἀνθρώπινης σοφίας καὶ καυχήσεως γιὰ νὰ ὑπογραμμίσει πὼς «ὅ,τι ὁ κόσμος αὐτὸς θεωρεῖ σοφία, εἶναι μωρία στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ» (Α΄ Κορ. 3,19) καὶ ὅτι ὁ σταυρωμένος Χριστός, ὅσο καὶ ἂν φαίνεται «σκάνδαλο» γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἢ «μωρία» γιὰ τοὺς Ἕλληνες, εἶναι γιὰ τοὺς χριστιανοὺς «τοῦ Θεοῦ ἡ δύναμη καὶ τοῦ Θεοῦ ἡ σοφία» (1,24). Ἡ ὕπαρξη μερίδων στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου, θέλει νὰ πεῖ ὁ Παῦλος, μαρτυρεῖ ὅτι οἱ Κορίνθιοι χριστιανοὶ δὲν κατέχουν «τὸ σοφὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ» (2,7), ἀλλ’ εἶναι ἀκόμη νήπιοι, σαρκικοὶ καὶ ἀτελεῖς καὶ δὲν ἔνιωσαν τὴν συγκλονιστικὴ σπουδαιότητα τῆς σταυρικῆς θυσίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιπλέον οἱ χριστιανοὶ αὐτοὶ δὲν ἔχουν ἀγάπη, τὸν ὕμνο τῆς ὁποίας πλέκει ὁ Παῦλος στὴν ἴδια ἐπιστολὴ (κεφ. 13). Κατόπιν προσθέτει ὅτι οἱ ἀπόστολοι, ποὺ κήρυξαν ἢ ποὺ ἐργάστηκαν στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου, εἶναι «διάκονοι» τοῦ Χριστοῦ, βοηθοὶ καὶ συνεργοὶ στὸ ἔργο του, «ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ καὶ διαχειριστὲς τῶν μυστικῶν βουλῶν τοῦ Θεοῦ» (4,1), εἶναι ἁπλὰ ὄργανα, καθόσον «οὔτε αὐτὸς ποὺ φυτεύει εἶναι κάτι, οὔτε αὐτὸς ποὺ ποτίζει, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ φέρνει τὴν αὔξηση, ὁ Θεὸς» (3,7). Ὁ ἀπόστολος μιλάει σὲ γλώσσα αὐστηρή. Ὡς ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου αἰσθάνεται τὴν ὑποχρέωση ἀλλὰ καὶ τὸ δικαίωμα νὰ ἀποτρέψει κάθε ἀπόπειρα φθορᾶς καὶ διάσπασης τῆς ἑνότητας τοῦ «ναοῦ τοῦ Θεοῦ»· μιλάει ὅπως ὁ πατέρας στὰ παιδιά του. Ἐκεῖνο ποὺ ἐνδιαφέρει τὸν Παῦλο εἶναι ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κορίνθου καὶ γενικὰ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ διάσπαση δηλώνει ἀπουσία τοῦ Πνεύματος τοῦ Χριστοῦ. Ἡ διάσπαση εἶναι ἐξ ὁρισμοῦ ἀντίθετη πρὸς τὴν ἔννοια καὶ τὴν πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας. Καί, γιὰ νὰ χρησιμοποιήσουμε μία χαρακτηριστικὴ ἔκφραση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου: «Τὸ γὰρ τῆς ἐκκλησίας ὄνομα οὐ χωρισμοῦ, ἀλλὰ ἑνώσεώς ἐστι καὶ συμφωνίας ὄνομα» (Ἑρμην. εἰς Α΄ Κορ, PG 61,13).

Ἀπὸ τὴ Β’ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολὴ συνάγουμε ὅτι δὲν φαίνεται νὰ ὑπῆρξε συνέχιση αὐτῆς τῆς καταστάσεως στὴν Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου.

Παρόμοια προβλήματα συνάντησε ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ στὴν πορεία τῆς ἱστορίας της καθόσον ἀποτελεῖται ἀπὸ ἀδύναμους ἀνθρώπους. Εἶναι μὲν θεῖος θεσμὸς ἀλλὰ μὲ μέλη ἀνθρώπους. Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι δυνατότερη ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀσθένεια εὕρισκε τρόπους νὰ δίνει λύσεις, εἴτε φωτίζοντας κάποιους ὑπεύθυνους ἡγέτες νὰ δίνουν ἀπαντήσεις, εἴτε ὁδηγώντας τους σὲ Συνόδους ὅπου συζητιοῦνταν τὰ ἀνακύπτοντα προβλήματα καὶ βρίσκονταν οἱ λύσεις. Μία πρώτη τέτοια Σύνοδος συγκλήθηκε στὰ Ἱεροσόλυμα, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς πληροφοροῦν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (κεφ.15), ἀλλὰ καὶ στὴ συνέχεια ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας κάνει λόγο γιὰ Οἰκουμενικὲς Συνόδους, ὅπου ἀποφασιζόταν ἡ διατύπωση τῆς πίστεως (τὰ δόγματα) ἢ ἡ ἀντιμετώπιση πρακτικῶν θεμάτων.

Σὲ μᾶς σήμερα τί μήνυμα ἀπευθύνει ἡ ἀποστολικὴ περικοπή;

1.Ἡ ὕπαρξη προβλημάτων μέσα στὴν Ἐκκλησία εἶναι ἀναπόφευκτη ἕνεκα τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας, δὲν ὁδηγεῖ ὅμως κατ΄ ἀνάγκην σὲ διάσπαση τῆς Ἐκκλησίας.

2.Τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελοῦν «Ναὸ τοῦ Θεοῦ» καὶ κάθε προσπάθεια διασπάσεως τῆς ἑνότητας αὐτοῦ τοῦ Ναοῦ μαρτυρεῖ ὅτι οἱ ὑπαίτιοι τῆς διασπάσεως δὲν εἶναι συνδεδεμένοι μὲ τὸν Ἀρχηγὸ καὶ θεμελιωτὴ τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦ Χριστό.

3. Ὁ πνευματικὸς ἡγέτης τῶν πιστῶν πρέπει νὰ ὁδηγεῖ τὴ σκέψη καὶ τὴ ζωή τους στὸν Χριστό, ἀποφεύγοντας τὸν πειρασμὸ νὰ παρασυρθεῖ ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδυναμία τῆς προσκολλήσεώς τους στὸ πρόσωπό του.

4. Ὅ,τι καὶ ἂν συμβεῖ στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας, οἱ πιστοὶ πρέπει νὰ εἶναι βέβαιοι ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν θὰ ἀφήσει νὰ ἐξαλειφτοῦν οἱ σωστικὲς συνέπειες τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

5.

Κυριακή Η΄ Ματθαίου – Ποιοὺς χορταίνει ὁ Θεὸς

«Ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν»

Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀ­κούσαμε ὅτι ὁ Κύριος μὲ πέν­τε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια ἔθρεψε πλῆθος ἀνθρώπων, ἀ­πὸ τοὺς ὁποίους μόνο οἱ ἄνδρες ἦταν πέν­τε χιλιάδες! Ἔφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν καὶ μάλιστα περίσσεψαν δώδεκα κοφίνι­α γεμάτα μέχρι πάνω! Ἡ περικοπὴ αὐτὴ εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν ἐπίκαιρη στὴν ἐποχή μας, ἐποχὴ οἰκονομικῆς κρίσεως, κατὰ τὴν ὁποία πολλοὶ συνάνθρωποί μας στεροῦνται ἀκόμη καὶ τὰ ἀναγκαῖα. Ὡστόσο, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ θαῦμα, θὰ πρέπει νὰ δοῦμε ποιὰ ἦταν ἡ περίσταση στὴν ὁποία ὁ Κύριος τὸ ἐνήργησε, καὶ κατόπιν τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας.

 

  1. Προνοεῖ ἰδιαιτέρως γιὰ ὅσους ἐπίμονα Τὸν ἀναζητοῦν

Ὁ Κύριος καὶ οἱ μαθητές Του εἶχαν ἀποσυρθεῖ σὲ ἔρημο τόπο γιὰ λίγη ξεκούραση. Τὸν ἀντιλήφθηκαν ὅμως τὰ πλήθη καὶ πῆγαν σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος. Ἐκεῖνος τοὺς σπλαχνίσθηκε, θεράπευσε τοὺς ἀσθενεῖς τους καὶ δίδαξε ἐπὶ πολλὴ ὥρα, μέχρι ποὺ ἄρχισε νὰ βραδιάζει. Τότε τοὺς ἔθρεψε μὲ αὐτὸ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα.

Αὐτοὺς ἔθρεψε. Αὐτοὺς ποὺ εἶχαν δείξει τέτοιο ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὸν Κύριο. Δὲν τοὺς βρῆκε Ἐκεῖνος· αὐτοὶ Τὸν βρῆκαν, περπατώντας ὧρες, καὶ μάλιστα κουβαλώντας τοὺς ἀρρώστους τους. Δὲν πῆγαν μόνο γιὰ νὰ θεραπευθοῦν, ἀλλὰ ἔδειξαν ἐνδιαφέρον νὰ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία Του. Κάθισαν καὶ Τὸν ἄκουγαν ὧρες, χωρὶς νὰ δυσανασχετήσουν καὶ νὰ παραπονεθοῦν. Τόσο τοὺς εἵλκυσε ἡ θεία διδασκαλία Του, ὥστε ξέχασαν τὴν κούρασή τους καὶ δὲν τοὺς ἀπασχόλησε καθόλου οὔτε ποῦ θὰ κοιμηθοῦν οὔτε τί θὰ φᾶνε. Αὐτοὺς ἔθρεψε ὁ Κύριος· τοὺς ἐπίμονους ἀναζητητές Του καὶ φιλόπονους ἀκροατές Του, οἱ ὁποῖοι γιὰ χάρη τῶν πνευματικῶν λησμόνησαν τὰ σωματικά.

Τί σημαίνει ὅμως αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας;

  1. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ ψυχή!

Ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων διδασκόμαστε ὅτι ὅ­ταν φροντίζουμε περισσότερο ἀπὸ ὅλα γιὰ τὸν ἐξαγιασμό μας, τότε ὁ Κύριος δὲν θὰ μᾶς στερήσει τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη. Τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Νὰ ζητᾶτε πρῶτα καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα, τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια, τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ σωματική σας συντήρηση, θὰ σᾶς δοθοῦν (Ματθ. ς´ 33).

Εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ψαλμικοῦ χωρίου ποὺ ψάλλουμε στὴν ἱερὴ Ἀ­κολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας: «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». Πλούσιοι ποὺ ἐξάρτησαν τὴν εὐτυχία τους ἀπὸ τὰ πλούτη τους, κατάντησαν φτωχοὶ καὶ πείνασαν· ἐνῶ ὅσοι στήριξαν τὴν ἐλπίδα τους στὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀναζητοῦν μὲ πόθο, δὲν θὰ στερηθοῦν κανένα ἀγαθό (Ψαλ. λγ´ [33] 11).

Τὸ ζητούμενο λοιπὸν εἶναι νὰ βάλουμε σωστὲς προτεραιότητες: πρῶτα νὰ φροντίζουμε γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ μετὰ γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ σώματός μας. Νὰ μὴ μᾶς ἀπορροφοῦν οἱ δουλειές μας καὶ παραμελοῦμε τὰ πνευματικά – τὴν καθημερινὴ προσ­ευχὴ καὶ μελέτη, τὸν ἐκκλησιασμὸ κάθε Κυριακή, τὴν τακτικὴ Ἐξομολόγηση καὶ θεία Κοινωνία. Νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ πάνω ἀπὸ ὅλα πῶς θὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ εὐλογεῖ τὴν ἐργασία μας καὶ δὲν θὰ μᾶς λείπει τίποτε.

Νὰ φυλάττουμε ἀκόμη τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, ποὺ δυστυχῶς στὶς μέρες μας καταπατεῖται. Νὰ μὴν ἐργαζόμαστε τὴν Κυριακή, ὅση ἀνάγκη κι ἂν ἔχουμε, καὶ δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει ὁ Θεός. «Τὸ κέρδος τῆς Κυριακῆς εἶναι καταραμένο», ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, «καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα στὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογία», ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος. Τὴν Κυριακὴ νὰ τὴν ἀφιερώνουμε στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, σὲ πνευματικὴ μελέτη, σὲ ἀγαθοεργίες…

***

Εἶναι πραγματικὰ παράδοξο ὅτι ἕνα τόσο «ὑλικὸ» θαῦμα, ὁ χορτασμὸς τῶν πεντακισχιλίων, δίνει ἕνα τόσο πνευμα­τικὸ μήνυμα. Τὸ μήνυμα νὰ στρέψουμε τὸ ἐνδιαφέρον, τὴν προσοχή, τὴν καρδιά μας ἀπὸ τὰ γήινα στὰ οὐράνια· νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Χριστὸ μὲ ὅλη μας τὴ δύναμη, νὰ ἐμπιστευθοῦμε σ᾿ Αὐτὸν ὁλόκληρη τὴ ζωή μας· καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ φροντίσει γιὰ ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μόνη λύση στὴν κρίση τῆς ἐποχῆς μας: νὰ σταματήσουμε νὰ δίνουμε τὶς δικές μας ἀν­θρώπινες λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν, καὶ νὰ μᾶς ἀπασχολήσει ἕνα κυρίως ζήτημα: πῶς θὰ βροῦμε τὸν Θεό. Καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ δίνει τὶς δικές Του θαυμαστὲς θεϊκὲς λύσεις σὲ ὅλα τὰ προβλήματά μας.

 

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

6.

Χριστὸς καὶ οἰκονομία
Νικολόπουλος Ἱερώνυμος (Ἀρχιμανδρίτης)
Καταπλακωμένη ἡ καθημερινότητά μας καί μαζί κι ἡ καρδιά, ἀπό τό βασανιστικό ἄγχος τοῦ βιοπορισμοῦ μας. Εἶναι ἡ πρώτη φορά στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας πού, ἐνῶ ὑπάρχει ἡ διαβεβαίωση ἀπό τά ἐπιστημονικά μας ἐπιτεύγματα γιά ἱκανότητα κάλυψης τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου, ταυτόχρονα αὐξάνεται ὁ ὄχι ἀβάσιμος φόβος γιά κυριαρχία τῆς φτώχειας και ἐπισφαλές μέλλον. Ἀπό μιά διογκούμενη αἴσθηση οἰκονομικοῦ κινδύνου χαρακτηρίζεται ἡ ζωή μας καί χαραμίζεται στην ἀναζήτηση τῆς ὅποιας δῆθεν ἀσφάλειας. Καί τίθεται ἀκόμη καί πιεστικό πρόβλημα ἐπιβίωσης, ὄχι πιά σέ ἀπομονωμένες καί ὑπανάπτυκτες περιοχές τοῦ πλανήτη μας, ἀλλά στούς πληθυσμούς τῶν προηγμένων χωρῶν, τήν ἴδια στιγμή πού κάποιοι δέν γνωρίζουν πῶς νά μεθοδεύσουν τήν κατασπατάληση τῶν πλεονασμάτων τους.

Ἴσως πεῖ κάποιος πώς πλούσιοι καί φτωχοί πάντα ὑπῆρχαν στή γῆ αὐτή. Κι αὐτό εἶναι δικαιολογία νά ἐξακολουθοῦν ὑφιστάμενες τέτοιου εἴδους διακρίσεις; Μᾶλλον ἔτσι ἀποδεικνύεται ἡ πρακτική ἀποτυχία τῶν ὅποιων οἰκονομικῶν συστημάτων ἐφαρμόστηκαν κι ἐξακολουθοῦν νά ἰσχύουν ὥς σήμερα, τά ὁποῖα –συνδυαζόμενα μέ τό ἐξουσιαστικό φαινόμενο καί ἀρνούμενα ἀρχές ἠθικῆς- καταντοῦν ἀνθρωποβόρα, κυριολεκτικά καί μεταφορικά. Κι αὐτό φαίνεται νά ἐπικρατεῖ διαχρονικά,μόνο και μόνο γιά νά ἐπιβεβαιώνεται ἡ θεώρηση ὅτι: «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰω. 5, 19).

Ἡ μέριμνα τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο

Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὑπάρχει για να ἑρμηνεύει στήν πράξη, καί μέ γεγονός ἱστορικό, τό τί ἐννοεῖ ὁ ψαλμωδός ὅταν προτρέπει τόν προσευχόμενο ἄνθρωπο: «ἐπιρριψον ἐπί Κύριον τήν μέριμνάν σου, καί αὐτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54,23). Ὁ Χριστιανισμός δέν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στό νά πετάει στά σύννεφα. Ἐνδιαφέρεται ἐξίσου γιά τίς ἀνάγκες σώματος καί ψυχῆς, γιατί ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα κι ἑπομένως ὑφίσταται ὁ ἀμέριστος σεβασμός καί γιά τά δύο. Γιατί ὅμως ὁ ψαλμωδός ὅταν καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά ἀναθέσει το κάθε πιεστικό του πρόβλημα, τήν κάθε του μέριμνα, τήν κάθε φροντίδα γιά τήν ἀσφάλεια καί τή σωτηρία του στόν Κύριο τῆς δοξης, τό συνδυάζει μέ τήν κάλυψη τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν; Περισσότερο ἀναμενόμενο δέν θά ἦταν νά ὑπόσχεται οὐράνιες ἀνταμοιβές; Γιατί «διαθρέψει»;

Στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή ὁ Χριστός χειρίζεται μέ τρόπο πνευματικό ἕνα πρόβλημα καθαρά ὑλικό. Ἀπό ὥρα τόν ἀκολουθοῦν ἄνθρωποι πολλοί, «ἄνδρες ὡσεί πεντακοσχίλιοι χωρίς γυναικῶν καί παιδίων», δηλαδή περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωριστά οἱ γυναῖκες καί τά παιδιά. Ποῦ τόν ἀκολουθοῦν; Σέ ἔρημο τόπο, ὅπου ὑπῆρχε ἡ ἀπόσταση ἀπό ὅσους μόλις εἶχαν ὁδηγήσει τόν Τίμιο Πρόδρομο σέ μαρτυρικό τέλος, ἀλλά καί ὅπου δέν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα προμήθειας τῶν ἀπαραίτητων τροφίμων. Γιατί τόν ἀκολουθοῦν; Σαγηνευμένοι ἀπό τό κήρυγμά του, ἐνθουσιασμένοι ἀπό τίς ἀλήθειες πού ἀποκαλύπτει, γεμάτοι ἐπιθυμία νά ζήσουν τόν Θεό, τόν ἀκολουθοῦν γιατί βιώνουν τήν ὄντως ζωή.

Πολύ λογικά οἱ μαθητές σπεύδουν νά ὑπενθυμίσουν στόν Διδάσκαλο ὅτι πέρασε ἡ ὥρα καί τόσος κόσμος μέσα στήν ἐρημιά δέν θά μπορέσει νά βρεῖ τρόφιμα. Μάλλον πρέπει νά τούς ἀφήσει νά φύγουν. Ἐνδιαφέρονται οἱ μαθητές καί ἐκφράζουν ἀγάπη ἔχοντας τήν ἔγνοια τόσων ἀνθρώπων. Περισσότερο ὅμως τούς νοιάζεται ὁ Χριστός μας, ὁ ὁποῖος κατανοεῖ ὅτι ἄν τούς ἀφήσει, πολλοί θά «ἐκλυθοῦν» ἀπό τήν πείνα μέσα στήν ἐρημιά. Στή συνέχεια πραγματοποιεῖται τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καί τῶν δύο ἰχθύων,μέ τό ὁποῖο χορταίνουν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Καί γίνεται τό θαῦμα ἀκριβῶς γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀκολούθησαν τόν Χριστό μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη, χωρίς νά λογαριάσουν κινδύνους, ἐπιθυμώντας μόνον νά ζήσουν μέ τόν Χριστό. Ἀλλά καί ὁ Χριστός κάνει τό θαῦμα ὅταν πλέον ἔχει ἀποκλειστεῖ κάθε ἄλλη ἀνθρώπινη λύση.

Ἡ διαχείριση τῶν περισσευμάτων

Ὁ Χριστός μεριμνᾶ γιά τούς ἀνθρώπους του, γι’ αὐτό ἐνδιαφέρεται καί γιά τά περισσεύματα. Βάζει τούς μαθητές του νά τά συγκεντρώσουν, ὥστε νά μήν πεταχθοῦν,παραδίδοντας πρωταρχικό μάθημα πολιτικῆς καί οἰκιακῆς οἰκονομίας. Σωστότερο μᾶλλον εἶναι νά ποῦμε ὅτι τό μάθημα αὐτό εἶχε ἀρχίσει μέ τήν ἁπλότητα τοῦ φαγητοῦ (ψωμί και ψάρια), δεῖγμα τοῦ ἀνεπιτήδευτου καί οἰκονομικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς μέριμνας τοῦ Κυρίου, πού κυρίως ἀναδεικνύει τήν ἀγάπη του γιά τό πλάσμα του.

Ἔχει ὑπολογισθεῖ πώς τά τρόφιμα πού καταλήγουν στίς χωματερές τῆς Εὐρώπης ἀρκοῦν γιά νά τραφεῖ ἡ ὑποσαχάρια Ἀφρική, τό φτωχοτερο μέρος τοῦ πλανήτη μας. Ἔχει ἐπίσης ὑπολογισθεῖ πώς τά σκουπίδια τῶν προηγμένων χωρῶν ἀρκοῦν γιά νά ἐπιλυθεῖ τό ἐπισιτιστικό πρόβλημα τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτά τά στοιχεῖα δέν παρατίθενται γιά νά συγκινούμαστε περιστασιακά καί νά συζητοῦμε μέ τίς ὧρες θεωρητικά. Οὔτε πάλι γίνεται ἐπίκλησή τους γιά νά στοχοποιηθοῦν «κάποιοι» ἐναντίον τῶν ὁποίων πρέπει νά «ἀγωνιστοῦμε». Καταδεικνύουν μιά κυρίαρχη καί συνάμα ἀπάνθρωπη νοοτροπία ἀδιαφορίας καί συμφέροντος, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τήν ἀνθρωπότητα σέ πολύ πόνο καί ὀπισθοδρόμηση, γι’ αὐτό καί πρέπει νά καταλυθεῖ ὥστε νά βρεῖ χῶρο καί ν’ ἀναπτυχθεῖ ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη.

Ὁ Χριστός μας μαζεύει τά περισσεύματα, ἀφοῦ ὅλοι χόρτασαν, γιά νά διδάξει τό μέτρο στά ἀποκτήματά μας. Ὅλοι δικαιούμαστε ὅ,τι μᾶς χρειάζεται, γιά νά διαβιώσουμε μέ ἀξιοπρέπεια στή ζωή αὐτή. Τό ἐπιπλέον ὅμως δέν μᾶς ἀνήκει· ἀντίθετα, εἶναι ἡ ἀφορμή πού ἔχω στά χέρια μου γιά ν’ ἀποδείξω τί ἔχω στήν καρδιά μου. Τό περίσσευμα ἀνήκει στόν ἐμπερίστατο ἀδελφό μου καί ἐναπόκειται σ’ ἐμένα νά βρῶ τρόπο νά τό διοχετεύσω πρός αὐτόν. Πόσο διακριτικά ὁ Χριστός κηρύσσει ἀκόμη καί τή μέριμνα γιά τή συγκέντρωση τοῦ περισσεύματος. Δέν ἀφήνει νά κυριρχησει ἡ σπατάλη. Δέν ἀφήνει νά πεταχτεῖ τίποτε. Μαζεύει γιά νά μπορεῖ νά δώσει. Κι αὐτό τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἄσειστη βάση ἐπάνω στήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας οἰκοδομεῖ αἰῶνες τώρα τό προνοιακό της ἔργο, τήν ἄριστη μεθοδολογία στή διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν μέσων, τήν ἀπόλυτη προοπτική στή χρήση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Κι αὐτό τό παράδειγμα περιμένει νά βρεῖ τήν ἀντιγραφή του καί στή δική μας ζωή.