Κυριακή της Απόκρεω – Η ώρα της Κρίσεως

 
ΑΠΌΣΤΟΛΟΣ: Α´ Κορ. η´ 8 – θ΄ 2
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Ματθ. κε´ 31 – 46
Ἦχος γ´– Ἑωθινόν: Γ´
Η ΩΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ
   Δευτέρα Παρουσία! Καὶ μόνο τὸ ἄκουσμα αὐτῶν τῶν λέξεων μᾶς συγκλονίζει, διότι φέρνει στὸ νοῦ μας τὸ τέλος τοῦ κόσμου καὶ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Βέβαια, τὸ πότε θὰ ἔλθει αὐτὴ ἡ φοβερὴ μέρα δὲν τὸ γνωρίζουμε. Τὸ τί θὰ γίνει ὅμως κατὰ τὴν ὥρα ἐκείνη μᾶς τὸ ­ἀποκάλυψε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγ­γέλιο :
   Θὰ ἔλθει ὁ Θεάνθρωπος μέσα στὴ θεϊκή Του δόξα καὶ μεγαλοπρέπεια, «καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ’ αὐτοῦ», καὶ θὰ καθίσει στὸν ἔνδοξο βασιλικό Του θρόνο. Τότε θὰ συγκεντρωθοῦν ἐνώπιόν Του «πάντα τὰ ἔθνη», ὅλοι οἱ ἄν­θρωποι ἀπὸ κάθε γωνιὰ τῆς γῆς καὶ κάθε ἐποχή, καὶ θὰ τοὺς χωρίσει, ὅπως ὁ βοσκὸς χωρίζει «τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων». Ἔτσι θὰ ­τοποθετήσει τοὺς δικαίους, ποὺ εἶναι ἥμεροι σὰν τὰ πρόβατα, στὰ δεξιά Του, ἐνῶ τοὺς ἁμαρτωλούς, ποὺ εἶναι ἀτίθασοι καὶ ἄτακτοι σὰν τὰ κατσίκια, θὰ τοὺς βά­λει στὰ ἀριστερά Του.
   Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ἐνώπιον τοῦ Δικαιοκρίτου Κυρίου θὰ συναχθοῦν «πάν­τα τὰ ἔθνη». Κανεὶς ἄνθρωπος δὲν θὰ μπορεῖ νὰ ξεφύγει καὶ νὰ ­γλυτώσει τὴν τελικὴ Κρίση. Ὁ Κύριος Ἰησοῦς μὲ διάφορες παραβολὲς ­τόνισε τὴ σπουδαία αὐτὴ ἀλήθεια, ὅτι θὰ ἔρθει καὶ θὰ ζητήσει τὸν λόγο ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο γιὰ τὸ ἂν καὶ πῶς ἀξιοποίησε τὰ τάλαντα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός.
   Ἐκεῖ στὸ παγκόσμιο δικαστήριο, ἐνώπιον ἀγγέλων καὶ ἀνθρώπων, θὰ ἀποκαλυφθεῖ τὸ ἀληθινὸ πρόσωπο τοῦ κά­θε ἀνθρώπου. Θὰ δημοσιευθοῦν πράξεις, λόγια, σκέψεις, ἐπιθυμίες, κίνητρα, διότι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ ἀπὸ τὸ βλέμμα τοῦ Παντεπόπτη Κυρίου!…
   Ἂν θέλουμε λοιπὸν νὰ ­ἀποφύγουμε ἐκείνη τὴν τρομερὴ αἰσχύνη καὶ τὴν αἰ­ώνια καταδίκη τῶν ἁμαρτωλῶν, ἂς ὑ­­­­πομείνουμε λίγη ντροπὴ ἐνώπιον τοῦ ­Πνευ­ματικοῦ, ὁμολογώντας μὲ εἰλι­κρί­­νεια τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἂν ­καταδικάσουμε τὸν ἑαυτό μας σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζωή, δὲν θὰ μᾶς ἀποδοκιμάσει ὁ Θεὸς κατὰ τὴ φοβερὴ μέρα τῆς Κρίσεως.
   Εἶναι καιρὸς λοιπὸν νὰ μετανοήσουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς παραλείψεις μας, καὶ μάλιστα γιὰ τὴν ἔλλειψη ἐνδιαφέρον­τος καὶ ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον. Διό­­­τι τὸ βασικὸ κριτήριο μὲ τὸ ὁ­­­ποῖο θὰ μᾶς κρίνει ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀγάπη. Αὐτὸ ἀπεκάλυψε καὶ στὴ συνέχεια τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς.
   Θὰ γυρίσει λοιπὸν ὁ Κύριος σ’ ἐκείνους ποὺ θὰ εἶναι στὰ δεξιά Του καὶ θὰ τοὺς πεῖ:
   –«Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου…» Ἐλᾶτε σεῖς ποὺ εἶστε εὐλογημένοι ἀπὸ τὸν Πατέρα μου νὰ κληρονομήσετε τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ σᾶς. Διότι, ὅταν ἤμουν πεινασμένος, μοῦ δώσατε νὰ φάω· διψασμένος ἤμουν καὶ μοῦ φέρατε νερό· μὲ βρήκατε ξένο καὶ ἄστεγο καὶ μὲ περιμαζέψατε· γυμνὸ καὶ μὲ ντύσατε· ἄρρωστο καὶ μ’ ἐπισκεφθήκατε· στὴ φυλακὴ ἤμουν κι ἤρθατε νὰ μὲ δεῖτε καὶ νὰ μὲ παρηγορήσετε.
   Ἀπορημένοι τότε ὅλοι αὐτοί, θὰ ἀποκριθοῦν: Κύ­ριε, πότε σὲ εἴδαμε πεινασμένο καὶ σὲ θρέψαμε, ἢ διψασμένο καὶ σοῦ δώσαμε νὰ πιεῖς; Πότε σὲ εἴδαμε ξένο καὶ σὲ περιθάλψαμε, ἢ γυμνὸ καὶ σὲ ντύσαμε; Καὶ πότε σὲ εἴδαμε ἄρρωστο ἢ φυλακισμένο καὶ ἤλθαμε νὰ σὲ ἐπισκεφθοῦμε;
   Κι ὁ Κύριος θὰ τοὺς ἀποκριθεῖ: Ἀληθινὰ σᾶς λέω, καθετὶ ποὺ κάνατε σ’ ἕναν ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς αὐτοὺς ἀδελφούς μου ποὺ φαίνονταν ἄσημοι καὶ πολὺ μι­κροί, «ἐμοὶ ἐποιήσατε»· τὸ κάνατε σὲ μένα.
   Ἔπειτα θὰ στραφεῖ σὲ κείνους στὰ ἀριστερά Του καὶ θὰ ἀπαγγείλει τὴ φοβερὴ ἐτυμηγορία: Ἐσεῖς ποὺ ἀπὸ τὰ ἔργα σας γίνατε καταραμένοι, φύγετε μακριὰ ἀπὸ μένα, στὸ πῦρ τὸ αἰώνιο ποὺ ἔχει ἑτοιμασθεῖ γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του.
   Διότι πείνασα καὶ δὲν μοῦ δώσατε νὰ φάω, δίψασα καὶ δὲν μοῦ φέρατε ἕνα ποτήρι νερό, ἤμουν ξένος καὶ δὲν μὲ φιλο­ξε­νήσατε, ἤμουν γυμνὸς καὶ δὲν μὲ ντύσατε, ἄρ­ρω­στος ἤμουν καὶ μέσα στὴ φυλακὴ καὶ δὲν μὲ ἐπι­σκε­φθή­κα­τε.
   Τότε θὰ Τοῦ ἀποκριθοῦν κι αὐτοί: Κύριε, πότε σὲ εἴ­δαμε νὰ πεινᾶς ἢ νὰ διψᾶς ἢ νὰ εἶσαι ξένος ἢ γυμνὸς ἢ ἄρ­ρωστος ἢ φυλακισμένος, καὶ δὲν σὲ ὑπηρετήσαμε;
   Κι Ἐκεῖνος θὰ τοὺς ἀποκριθεῖ: ­Ἀληθινά σᾶς λέω, καθετὶ ποὺ δὲν κάνατε σ’ ἕναν ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ ὁ κόσμος θεωροῦ­σε ἀσήμαντους, οὔτε σὲ μένα τὸ κάνατε.
   Καὶ θὰ ὁδηγηθοῦν αὐτοὶ σὲ κόλαση ποὺ δὲν θὰ ἔχει τέλος, ἀλλὰ θὰ εἶναι αἰώνια· ἐνῶ οἱ δίκαιοι θὰ πᾶνε νὰ ἀπολαύσουν ζωὴ αἰώνια.
   Εἶναι ὁλοφάνερο ὅτι ὁ Κύριος θὰ μᾶς κρίνει μὲ βάση τὴν ἀγάπη. Ὄχι ὅτι δὲν θὰ λάβει ὑπ’ ὄψιν Του ὅποιες ἄλλες ἀρε­τὲς ἢ θὰ ἀμνηστεύσει τίς ­παραλείψεις καὶ ἐκ­­τροπές μας. Ἀλλὰ περισσότερο ἀπὸ καθετὶ ἄλλο θὰ ἐξετάσει κατὰ πόσο ἡ καρ­διὰ μας ἀπεγκλωβίστηκε ἀπὸ τὰ δε­σμὰ τῆς φιλαυτίας καὶ ­προχώρησε σὲ ἄνοιγμα ἀγάπης πρὸς τὸν ­πλησίον. Δι­­­­ό­­τι ὅποιος ἀφήσει τὴν καρδιά του νὰ πλημ­­­μυρίσει ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ­ἀ­­­­γά­πη, αὐ­­­τὸς ἐξουδετερώνει πάθη φοβερὰ ­ὅ­­­­­­­πως ἡ ζήλεια, ἡ ἐκδίκηση, ἡ ­ἀδικία, κ.ἄ.
   Ἂς καλλιεργοῦμε λοιπὸν τὴν ­ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς μας μὲ τὴ ­συναίσ­­θησηὅτι προσφέρουμε ἀγάπη στὸν ἴ­­­διο τὸν Χριστό. Ἂς δείχνουμε ἔλεος, ὥ­σ­τε νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς ἔλεος ἀπὸ τὸν πα­νάγαθο Θεὸ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κρί­σεως.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”