Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου, του ησυχαστού και θεολόγου

 

 

 

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, τυπώνεται το νέο βιβλίο του Σεβ. Μητροπολίτου κ. Ιεροθέου με τίτλο «Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ» και υπότιτλο «Βίος και πολιτεία του Γέροντος Σωφρονίου, του ησυχαστού και θεολόγου», το οποίο αναφέρεται στον μεγάλο Γέροντα της εποχής μας, τον Αρχιμ. Σωφρόνιο Σαχάρωφ, όπως τον έζησε ο συγγραφέας και διδάχθηκε από αυτόν.

 

Το νέο βιβλίο που θα κυκλοφορήση τον Οκτώβριο, προλογίζεται από τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο. Τον πρόλογο του Πατριάρχου, καθώς και εκτενέστερη παρουσίαση θα δημοσιεύσουμε στο επόμενο τεύχος. Εδώ δημοσιεύεται η εισαγωγή του Σεβασμιωτάτου για το νέο βιβλίο.

 

*

 

Εισαγωγή

 

 

 

Σήμερα, διαπιστώνει κανείς ότι πολλοί, αναλύοντας θεολογικά και πνευματικά θέματα, βρίσκονται σε κάποια πνευματική και θεολογική σύγχυση. Άλλοι διακρίνονται για μία στείρα ηθικολογική ανάλυση των θεολογικών και πνευματικών θεμάτων, άλλοι εμποτίζονται από την σχολαστική αντίληψη των πραγμάτων και άλλοι απλώς ομιλούν στοχαστικά. Νομίζω ότι ο στοχασμός και μάλιστα ο θεολογικός στοχασμός, όταν στερήται της εμπειρίας, προξενεί μεγάλο κακό στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

 

Στα κείμενα, πού κατά καιρούς έχω συντάξει για διάφορα θεολογικά και εκκλησιαστικά θέματα, προσπάθησα να αποφύγω τέτοιες παγιδεύσεις. Ζούμε σε μια εποχή, κατά την οποία πολλοί βλέπουν την διδασκαλία των αγίων Πατέρων μέσα από λογικές, ηθικολογικές και ψυχολογικές αναλύσεις.

 

Έτσι, λοιπόν, θεωρώ μεγάλη ευλογία από τον Θεό πού με αξίωσε να συναντήσω στην ζωή μου μερικές μεγάλες πατερικές και ασκητικές φυσιογνωμίες, πού μου αποκάλυψαν το βαθύτερο νόημα της ορθοδόξου εκκλησιαστικής ζωής.

 

Ο αείμνηστος αγιορείτης Μοναχός π. Θεόκλητος Διονυσιάτης, όταν διάβασε το βιβλίο μου Το Πρόσωπο στην Ορθόδοξη Παράδοση, μου έγραψε μεταξύ των άλλων: «Είχες σκανδαλώδη εύνοια από τον Θεό». Εννοούσε, όπως φαινόταν χαρακτηριστικά σε όλο το κείμενο της επιστολής του, ότι ο Θεός με ευεργέτησε, διότι γνώρισα την ορθόδοξη θεολογία από ευλογημένους Γέροντες και θεολόγους και μπορούσα να την εκφράσω, αν και ζούσα μέσα σε έναν κυκεώνα θεολογικής συγχύσεως.

 

Έκφραση της «σκανδαλώδους ευνοίας του Θεού» είναι ότι γεννήθηκα σε ένα πτωχό οικογενειακό περιβάλλον, αλλά με πλούσια εκκλησιαστική εμπειρία και ζωή. Από την γέννησή μου με αξίωσε ο Θεός να αποκτήσω πνευματική κληρονομιά μεγάλης αξίας. Έπειτα, αξιώθηκα να σπουδάσω την Θεολογία μέσα στην ατμόσφαιρα της Θεσσαλονίκης, όπου κυριαρχούσαν οι αναλύσεις της θεολογίας του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Στην συνέχεια γνώρισα μεγάλους ασκητές του Αγίου Όρους, μέσα στο κατανυκτικό κλίμα της προσευχής και της μετανοίας. Αργότερα, αξιώθηκα να εισέλθω στην Ιερωσύνη από Επίσκοπο, τον αείμνηστο Μητροπολίτη Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρό Καλλίνικο, πού αγαπούσε πραγματικά τον Θεό και την Εκκλησία και ζούσε ασκητικά και μοναχικά. Από την αρχή της Ιερωσύνης μου κοινοβίασα στην Μητρόπολη με Επίσκοπο πού ήταν διάφανος σε όλη του την ζωή, πού διακρινόταν από μεγάλο έρωτα, αγάπη και φλογερό ζήλο για τον Θεό, την Εκκλησία και τον άνθρωπο.

 

Οπωσδήποτε μέσα στην «σκανδαλώδη εύνοια του Θεού» συγκαταλέγεται και η γνωριμία μου με τον Γέροντα Σωφρόνιο Σαχάρωφ, ο οποίος γεννήθηκε στην Ρωσία, ανδρώθηκε πνευματικά στο Άγιον Όρος και τον τελευταίο καιρό της ζωής του έζησε στο Essex της Αγγλίας, όπου είχε συστήσει Μοναστήρι και μετάγγισε την πνευματική του πείρα και ωριμότητα στους μαθητές του πού τον πλησίασαν για να μυηθούν στα βαθύτερα στοιχεία της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Θεωρώ μεγάλη ευλογία του Θεού πού γνώρισα αυτόν τον άνθρωπο, πού στην πραγματικότητα ήταν ένας επίγειος άγγελος. Έτσι τον γνώρισα και αυτήν την μαρτυρία μπορώ να προσφέρω.

 

Το βιβλίο αυτό είναι έκφραση της βαθυτάτης ευγνωμοσύνης μου στον Θεό και τον Γέροντα Σωφρόνιο. Το έγραψα με μεγάλο πόθο, απέραντη αγάπη και βαθυτάτη κατάνυξη.

 

Ο τίτλος του βιβλίου Οίδα άνθρωπον εν Χριστώ είναι φράση του Αποστόλου Παύλου και αναφέρεται σε δική του αποκαλυπτική εμπειρία, την οποία παρουσιάζει σε τρίτο ενικό πρόσωπο. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται εδώ για δύο λόγους.

 

Ο πρώτος, διότι και ο Γέροντας Σωφρόνιος είχε παράλληλη εμπειρία με αυτή του Αποστόλου Παύλου και θα μπορούσε να χρησιμοποιήση και εκείνος αυτήν την αποστολική φράση.

 

Ο Απόστολος Παύλος κάνει λόγο για έκσταση με την εκκλησιαστική όχι την στωϊκή έννοια, όταν γράφη: «οίδα άνθρωπον εν Χριστώ… είτε εν σώματι ουκ οίδα, είτε εκτός του σώματος ουκ οίδα, ο Θεός οίδεν» (Β΄ Κορ. ιβ΄, 2). Στην συνέχεια γράφει ότι ο «τοιούτος άνθρωπος» ηρπάγη «έως τρίτου ουρανού». Από τις διάφορες ερμηνείες είναι χαρακτηριστική η ερμηνεία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ότι ο πρώτος ουρανός είναι η πρακτική φιλοσοφία (κάθαρση της καρδιάς), ο δεύτερος ουρανός η φυσική θεωρία (φωτισμός του νοός) και ο τρίτος ουρανός η θεολογία (η θέα του Θεού). Έπειτα, κάνει λόγο για αρπαγή του «σε μυστικότερα θεάματα», ήτοι από τον τρίτο ουρανό ηρπάγη στον «παράδεισον», όπου «ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι» (Β΄ Κορ. ιβ΄, 4). Πρόκειται για ανώτερο βαθμό θεωρίας, όπου άκουσε τα άρρητα (άκτιστα) ρήματα, τα οποία δεν μπορούν να μεταφερθούν πλήρως με κτιστά ρήματα και νοήματα.

 

Την αποκαλυπτική αυτή εμπειρία έζησε και ο Γέροντας Σωφρόνιος, όπως θα διαπιστώση ο αναγνώστης διαβάζοντας το βιβλίο αυτό. Έζησε την έκσταση, ηρπάγη στον τρίτο ουρανό και στον Παράδεισο και βίωσε πολλές εμπειρίες του ακτίστου Φωτός. Και ισχύει ο λόγος του αγίου Ισαάκ του Σύρου ότι ολίγοι καταξιώνονται αυτής της μεγάλης εμπειρίας. Γράφει: «εις εκ χιλίων ευρίσκεται, καταξιωθείς φθάσαι μετά πολλής παραφυλακής εις την καθαράν προσευχήν, και διαρρήξαι τον όρον τούτον, και τυχείν εκείνου του μυστηρίου. Διότι πολλοί της καθαράς προσευχής ουδαμώς ηξιώθησαν, αλλ’ ολίγοι. Προς δε το μυστήριον εκείνο, και μετ’ εκείνην καίπερ αν ο φθάσας, μόλις ευρίσκεται γενεά και γενεά τη χάριτι του Θεού».

 

Ο δεύτερος λόγος, πού χρησιμοποιείται το αποστολικό αυτό χωρίο στον τίτλο του βιβλίου αυτού, είναι ότι αξιώθηκα να δω στο πρόσωπο του Γέροντα Σωφρονίου έναν «άνθρωπον εν Χριστώ». Είδα, άκουσα και γεύθηκα λόγο ζωής, οσμή αθανασίας. Όταν τον πλησίαζα, αισθανόμουν ότι βρισκόμουν μπροστά σε μιά μεγάλη μορφή σαν τον Απόστολο Παύλο, σαν τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο, σαν τον άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, τούς οποίους και εκείνος αγαπούσε πάρα πολύ. Κατά καιρούς, όταν βρισκόμουν κοντά του, άφηνα την σκέψη μου, χωρίς όμως φαντασία και στοχασμό, να διεισδύη στην ήρεμη μορφή του και την πυρφόρα ύπαρξή του.

 

Δεν μπορώ να κάνω αναλυτικότερη περιγραφή αυτού του γεγονότος. Πώς είναι δυνατόν με την σκέψη να εισέρχεται κανείς στην ζωή κάποιου, να αναπλάθη την μορφή του και την προσωπικότητά του, και όμως αυτό να γίνεται χωρίς φαντασία και στοχασμό; Δεν μπορώ και εγώ να το εξηγήσω.

 

Εκείνο πού σκέπτομαι είναι ότι αυτή η προσέγγιση είναι θέμα πνευματικής εμπειρίας. Τι αισθάνεται το έμβρυο όταν βρίσκεται στην μήτρα της μάνας του και προετοιμάζεται να εισέλθη στην ανθρώπινη κοινωνία; Τί αισθάνεται το βρέφος όταν προσκολλημένο στον μαστό της μάνας του ρουφάη το μητρικό γάλα; Τι αισθάνεται κανείς όταν διαβάζη ένα πατερικό κείμενο, όπως του αγίου ?σαάκ του Σύρου και του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου και γλυκαίνεται ολόκληρη η ύπαρξή του, σε σημείο πού παραλύει το σώμα του, αδρανοποιείται, όχι όμως από τεμπελιά, αλλ’ από τεράστια κινητικότητα, πού δεν μπορεί να ερμηνευθή;

 

Όσα θα ακολουθήσουν είναι κατάθεση μιάς προσωπικής μαρτυρίας για τον Γέροντα Σωφρόνιο, ή καλύτερα είναι μιά προσεκτική και πνευματική προσέγγιση στην μεγάλη πατερική μορφή του Γέροντα Σωφρονίου.

 

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου γίνεται προσπάθεια να παρουσιασθή η μεγάλη μορφή του Γέροντος, κυρίως από τα δικά του κείμενα πού μας άφησε ως πλούσια κληρονομιά. Διαβάζοντας κατά καιρούς τα κείμενα αυτά, αντιλαμβανόμουν ότι ο Γέροντας Σωφρόνιος κινείται μεταξύ του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου και του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, έχοντας παρόμοιες με αυτούς εμπειρίες και χαρίσματα. Εμπειρίες παρόμοιες με του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου κατέγραψε στο βιβλίο του Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστι, όπως έκανε και εκείνος στα έργα του. Συγχρόνως έκανε διάλογο με την σχολαστική ακαδημαϊκή θεολογία στην δημοσιευθείσα αλληλογραφία με τον Μπάλφουρ στο βιβλίο με τίτλο Αγώνας Θεογνωσίας, όπως έκανε και ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς με τον σχολαστικισμό της εποχ?ς του. Έτσι, σκιαγραφώντας την πνευματική μορφή του Γέροντος Σωφρονίου στο πρώτο αυτό μέρος του βιβλίου, χρησιμοποίησα κυρίως λόγους των δύο αυτών μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, ήτοι Συμεών του Νέου Θεολόγου και Γρηγορίου του Παλαμά.

 

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου προσπάθησα να περιγράψω εκείνα πού έμαθα και έζησα κοντά του κατά τις επισκέψεις μου στο Μοναστήρι του Essex. Βέβαια, προηγουμένως περιγράφεται όλο το κλίμα πού ζούσα εκείνον τον καιρό, καθώς επίσης και οι μεγάλες μου αναζητήσεις. Μόνον έτσι μπορεί να εκτιμηθή και η ευλογία του Θεού, πού μου άνοιξε αυτόν τον θαυμάσιο και μεγάλο θησαυρό. Πρόκειται πράγματι για μιά εύρεση σε μιά οδυνηρή αναζήτηση. Και επειδή δεν θέλω να κάνω μιά ξηρή περιγραφή και παρουσίαση των λόγων πού κατά καιρούς μου έλεγε, θα προσπαθήσω να τα βάλω μέσα στο όλο κλίμα πού συναντούσα εκεί κατά τις επισκέψεις μου. Άλλωστε, δεν είναι εύκολο να απομονώση κανείς τον λόγο κάποιου αγίου ανθρώπου από το περιβάλλον στο οποίο ζη, και μάλιστα περιβάλλον πού αυτός δημιούργησε. Πρέπει να σημειωθή ότι πολλά από τα λόγια του Γέροντα αναφέρονται σε θέματα πνευματικής ζωής και σε Πνευματικούς Πατέρες πού καθοδηγούν Χριστιανούς. Ωφελούν όμως όλους τους ανθρώπους.

 

Βέβαια, αναγνωρίζω ότι είναι μεγάλος πειρασμός το να παρουσιάζη κανείς μιά μεγάλη μορφή σε αναφορά με το δικό του πρόσωπο και την δική του κατάσταση. Θα ήταν καλό να αποξενωθή τελείως ο εαυτός μας από τέτοιες περιγραφές. Ομολογώ, όμως, ότι, όταν ξεκίνησε αυτό το έργο, δεν ήθελα να κάνω μια απρόσωπη βιογραφία και ανάλυση. Τέτοιες μεγάλες και ζωντανές προσωπικότητες δεν αναλύονται με τα στοιχεία του ιστοριογράφου. Οπότε, αναγκαστικά εισέρχονται και προσωπικά στοιχεία, για τα οποία ζητώ την ευμενή κρίση των αναγνωστών και την κατανόησή τους.

 

Έτσι, λοιπόν, κατέληξε να πάρη αυτήν την μορφή το βιβλίο αυτό, πού αναφέρεται στον Γέροντα Σωφρόνιο, κυρίως στο δεύτερο μέρος του. Όμως, ο αναγνώστης πρέπει να το μελετήση αφαιρετικά, δηλαδή, να το διαβάζη έχοντας στραμμένη την προσοχή του μόνον στην μεγάλη μορφή του Γέροντος Σωφρονίου, αγνοώντας το πρόσωπο με το οποίο συνομιλούσε εκείνος.

 

Άλλωστε, αισθάνομαι έντονα –?και το γράφω αυτό με ειλικρίνεια και απλότητα?– ότι αυτή ή μεγάλη εύνοια του Θεού να γνωρίζω τέτοιους ανθρώπους, όπως τον Γέροντα Σωφρόνιο, πιθανόν να ενεργήση κολαστικά. Πολύ συχνά ζω έντονα το γεγονός ότι ο Θεός μου αποκάλυψε πολλά και έδωσε πολλές δωρεές, για να ανταποκριθώ σε αυτές. Με απασχολεί πολύ το χωρίο: «εκείνος δε ο δούλος, ο γνους το θέλημα του κυρίου εαυτού και μη ετοιμάσας μηδέ ποιήσας προς το θέλημα αυτού, δαρήσεται πολλάς» (Λουκ. ιβ΄, 47).

 

Όσοι ωφεληθήτε από την ανάγνωση αυτού του βιβλίου, παρακαλώ, δοξάσετε τον Θεό, επειδή αναδεικνύει και στις ημέρες μας τέτοιες μεγάλες πατερικές φυσιογνωμίες, αλλά και προσευχηθήτε, ώστε η συνάντησή μου με τον Γέροντα Σωφρόνιο και τα όσα εκείνος μου αποκάλυψε, τουλάχιστον, να με βοηθήσουν ως το τέλος της ζωής μου, να έχω «χριστιανά τέλη, ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά και καλήν απολογίαν την επί του φοβερού βήματος του Χριστού».

 

Έγραφα στην Ναύπακτο την

 

11η Μαρτίου 2007, εορτή του αγίου

 

Σωφρονίου Πατριάρχου Ιεροσολύμων

 

† Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ