1.

Ο Ιησούς Χριστός και ο παράλυτος της Βηθεσδά (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία)

 

IEΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Ο ΠΑΡΑΛΥΤΟΣ ΤΗΣ ΒΗΘΕΣΔΑ

  1. Ἡ περίοδος αὐτή, ἀδελφοί χριστιανοί, τήν ὁποία τώρα διερχόμαστε, κλείνεται ἀπό δύο μεγάλες ἑορτές. Τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα, πού ἑορτάσαμε, καί τήν ἄλλη μεγάλη ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, πρός τήν ὁποία πηγαίνουμε. Γι᾽ αὐτό καί τά Εὐαγγέλια, τά ὁποῖα θά ἀκούουμε τίς Κυριακές συνδέονται μέ τίς ἑορτές αὐτές. Ἔτσι, λοιπόν, καί τό σημερινό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς τοῦ Παραλύτου πού ἀκούσαμε, μίλησε γιά «ἑορτή τῶν Ἰουδαίων», κατά τήν ὁποία ὁ Ἰησοῦς ἀνέβηκε στά Ἱεροσόλυμα. Ἀκόμη καί οἱ ἅγιοι Πατέρες δέν συμφωνοῦν στό ποιά εἶναι ἡ ἑορτή αὐτή.Εἶναι τοῦ Πάσχα ἤ τῆς Πεντηκοστῆς; Κατά τόν ἅγιο Χρυσόστομο εἶναι τῆς Πεντηκοστῆς. Καί ἔτσι πρέπει νά εἶναι.Γιατί κατά τήν Πεντηκοστή ἑορτάζουμε τήν κάθοδο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό δέ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως εἰκονίζεται μέ φωτιά, ἔτσι εἰκονίζεται καί μέ νερό. Καί τό Εὐαγγέλιο σήμερα μιλοῦσε γιά νερό πού θεράπευε. Τό ἴδιο καί τήν ἄλλη Κυριακή, τήν Κυριακή τῆς Σαμαρείτιδος. Ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, λοιπόν, ἦταν ἡ ἑορτή, γιά τήν ὁποία μιλᾶ τό σημερινό Εὐαγγέλιο καί κατά τήν ὁποία πῆγε ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα.

Ἀλλά, ἄς προσέξουμε και ἄς διδαχθοῦμε, ἀδελφοί, ποῦ πῆγε ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Δέν πῆγε σέ ἀνάκτορο ἤ ἄλλο ἐπίσημο κέντρο, ἀλλά πῆγε σέ νοσοκομεῖο! Ἀκοῦστε: Στά Ἱεροσόλυμα, πρός τά βορειο-ἀνατολικά τοῦ Ναοῦ, ὑπῆρχε μία πύλη ἀπό τήν ὁποία περνοῦσαν τά πρόβατα ἐρχόμενα ἀπό τήν ὕπαιθρο γιά νά μποῦν στήν πόλη. Κοντά στήν πύλη αὐτή ἦταν μία σάν δεξαμενή, «κολυμβήθρα», τήν λέει τό Εὐαγγέλιο, πού λεγόταν «προβατική», γιά τά πολλά πρόβατα πού περνοῦσαν ἀπό ἐκεῖ. Τῆς ἔδωσαν καί ἄλλο ὄνομα: Τήν ἔλεγαν καί «Βηθεσδά», ἴσως γιά τά θαύματα καί τίς δωρεές, πού γίνονταν ἐκεῖ. Σ᾽ αὐτήν, λοιπόν, τήν «κολυμβήθρα», πού εἶχε τριγύρω της πέντε θολωτά ὑπόστεγα, βρίσκονταν ξαπλωμένοι πολλοί ἄρρωστοι: Τυφλοί, κουτσοί, καί ἄλλοι ἄρρωστοι μέ διάφορα εἴδη ἀσθενειῶν. Αὐτοί περίμεναν ἐκεῖ τήν κίνηση τοῦ νεροῦ, γιατί, ἀπό καιρό σέ καιρό, κατέβαινε ἀπό τόν οὐρανό ἕνας ἄγγελος καί τάρασσε τό νερό. Καί ὁ πρῶτος πού θά ἔμπαινε μετά τήν ταραχή τοῦ νεροῦ, θά γινόταν καλά ἀπό ὁποιοδήποτε νόσημα καί ἄν ὑπέφερε. Θαυμαστό πραγματικά φαινόμενο. Ἄς προσέξουμε ὅμως ὅτι δέν θεράπευε τό νερό, ἀλλά θεράπευε ἡ δύναμη πού ἔδιδε στό νερό ὁ ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό μέ τήν ταραχή πού τοῦ ἔκανε. Γι᾽ αὐτό καί δέν θαυματουργοῦσε ὁποιαδήποτε ὥρα μόνο του τό νερό, χωρίς πρῶτα τήν κίνησή του ἀπό τόν ἄγγελο. Γιά νά τό νοήσουμε αὐτό, ἄς σκεφθοῦμε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί τό νερό τῆς κολυμβήθρας στό ἅγιο Βάπτισμα. Τό νερό αὐτό κάνει θαῦμα. Γεννάει παιδιά τοῦ Θεοῦ! Τά πλένει – τά λούζει ἀπό τά ἁμαρτήματά τους καί τούς δίνει τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μέ τό Μυστήριο τοῦ ἱεροῦ Χρίσματος, πού συνδέεται μέ αὐτό. Ἀλλά τό ἴδιο τό νερό τῆς κολυμβήθρας στό βάπτισμα εἶναι ἁπλό νερό ἀπό τήν βρύση. Δέν μπορεῖ νά κάνει τίποτε. Τό θαυμαστό ἔργο πού κάνει τό νερό τῆς κολυμβήθρας τοῦ βαπτίσματος, τό κάνει μόνο μετά τήν «ταραχή» τοῦ ἀγγέλου. Ποιός εἶναι ὁ ἄγγελος; Ἄγγελος εἶναι ὁ ἱερέας πού – θά τό ἔχετε δεῖ – μέ τό χέρι του «ταράσσει» τό νερό. Πραγματικά, ἔτσι γίνεται, χριστιανοί μου. Ὁ ἱερεύς σκύβει στήν κολυμβήθρα τοῦ βαπτίσματος καί σταυρώνει τό νερό της. Προσέχετε! Δέν τό σταυρώνει ἀπό μακρυά, ἀλλά βάζει τό χέρι του μέσα στό νερό καί τό διαταράσσει πραγματικά, γιά νά παραστήσει τόν ἐξ οὐρανοῦ ἄγγελο τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Καί μέ τήν χειρονομία αὐτή τοῦ ἱερέα καί μέ τίς φοβερές εὐχές, πού διαβάζει, ἔρχεται πραγματικά θεία Χάρη στό νερό τῆς κολυμβήθρας. Καί ὁ βαπτιζόμενος, ἀρρωστημένος ἀπό τήν μεγάλη ἀρρώστια, πού ἔφερε ὅλες τίς ἄλλες, τό προπατορικό ἁμάρτημα, δηλαδή, θεραπεύεται· γιατί σβήνεται αὐτό τό ἁμάρτημα μέ τό βάπτισμά του, ἐξαλείφεται, καί αὐτός ἐπανέρχεται στήν πρώτη του καθαρή κατάσταση.

  1. Σ᾽ αὐτόν τόν τόπο, λοιπόν, τῶν πονεμένων ἀνθρώπων πῆγε πρῶτα ὁ Χριστός μας, ἀγαπητοί, ὅταν ἦρθε στήν Ἱερουσαλήμ γιά τήν ἑορτή. Τό δίδαγμα ἀπ᾽ αὐτό γιά ᾽μᾶς εἶναι νά κάνουμε ἐπισκέψεις στά νοσοκομεῖα, στά σπίτια τῶν ἀσθενῶν, γιατί αὐτό δίνει κουράγιο σ᾽ αὐτούς, ἀλλά αὐτό ὠφελεῖ καί ἐμᾶς. Πέρα ἀπό τά ἄλλα, μία τέτοια ἐπίσκεψη, μᾶς ὠφελεῖ στό ὅτι βλέπουμε πόσο ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι, ἐνῶ ἐμεῖς ἔχουμε ὑγεία καί ἄς δοξάζουμε, λοιπόν, τόν Θεό μας γι᾽ αὐτό.

Ἀκόμη θέλω νά πῶ ὅτι στίς ἐπισκέψεις σέ ἀσθενεῖς στά νοσοκομεῖα ἤ ἀλλοῦ, νά προτιμᾶμε τήν περίπτωση πού εἶναι ἡ πιό σοβαρή καί ἡ πιό ἀξιολύπητη. Γιατί αὐτό ἔκανε ὁ Χριστός μας, μᾶς λέγει σήμερα τό Εὐαγγέλιο. Ὁ Χριστός στήν Βηθεσδά, ὅπου ἦταν πολλοί ἄρρωστοι, πῆγε κατ᾽ εὐθεῖαν στήν πιό σοβαρή καί στήν πιό πονεμένη περίπτωση. Πλησίασε ἕνα παράλυτο, πού ἦταν ἐκεῖ 38 χρόνια, περιμένοντας τήν ταραχή τοῦ νεροῦ τῆς κολυμβήθρας ἀπό τόν ἄγγελο, πού θά κατέβαινε ἀπό τόν οὐρανό, μήπως προλάβει καί αὐτός κάποτε νά κατεβεῖ πρῶτος στό νερό. Ὁ Χριστός, γιά νά τοῦ ἀποσπάσει τήν προσοχή, τοῦ ἔκανε τό ἁπλό ἐρώτημα, «ἄν θέλει νά γίνει καλά»· καί ὁ παράλυτος, ἀπαντώντας, εἶπε στόν ἄγνωστό του τόν πόνο του. Τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι 38 χρόνια στήν θέση αὐτή, χωρίς ὅμως νά πετύχει ποτέ νά μπεῖ πρῶτος αὐτός στήν κολυμβήθρα μετά τήν ταραχή τοῦ νεροῦ ἀπό τόν ἄγγελο, γιατί πάντοτε προλαβαίνει κάποιος ἄλλος καί κατεβαίνει αὐτός σ᾽ αὐτήν. Ἀσπλαγχνία, χριστιανοί μου, ἀσπλαγχνία στόν κόσμο!… Ἦταν γνωστός βέβαια ὁ παράλυτος, 38 χρόνια πιά ἐκεῖ στήν Βηθεσδά, ἀλλά κανείς δέν τόν λυπήθηκε, κανείς ἀπό τούς ἐκεῖ ἀρρώστους δέν φιλοτιμήθηκε κάποια φορά νά ὑποχωρήσει αὐτός καί νά φροντίσει νά ρίψουν αὐτόν στήν δεξαμενή. Ὅλοι τους συμφεροντολόγοι… Μόνο γιά τόν ἑαυτό τους… Ἀλλά πρέπει νά μᾶς κάνει ἐντύπωση, χριστιανοί μου, μέ πόση ταπείνωση, μέ πόση λεπτότητα καί εὐγένεια, διατύπωσε τό παράπονό του ὁ παράλυτος. Δέν κατηγόρησε κανένα. Ἁπλᾶ μόνο εἶπε – μέ πόνο βέβαια – τόν πόθο του μέν νά γίνει καλά, ἀλλά ὅτι δέν μπορεῖ νά τό πετύχει. Πόσο ραγίζει τήν καρδιά ἐκεῖνο τό, «δέν ἔχω ἄνθρωπο», πού εἶπε στόν Χριστό. Αὐτός ὁ λόγος εἶναι ὅ,τι πρέπει καί γιά τόν σημερινό ἄνθρωπο, πού ζεῖ καταθλιπτικά στήν μοναξιά του! Τότε, λοιπόν, μετά τά λόγια αὐτά τοῦ παραλύτου, ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς τόν θεράπευσε καί τοῦ εἶπε: «Ἆρον τόν κράββατόν σου καί περιπάτει»! Καί ἔγινε ὅπως τό εἶπε ὁ Χριστός.

  1. Ὁ παράλυτος θεραπεύτηκε. Ἔγινε τελείως καλά. Ἀλλά ἐκεῖνο πού τοῦ εἶπε ὁ Χριστός, τό «καί περιπάτει», ἔχει μία βαθύτερη ἔννοια. Σημαίνει ὅτι δέν ἀξίζει μόνο τό νά εἴμαστε καλά στήν ὑγεία μας, ἀλλά θέλουμε τήν ὑγεία μας γιά νά ἐργαζόμαστε γιά τήν σωτηρία μας, γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ. «Περιπάτει»! Δηλαδή, βάδιζε τήν ὁδό, τοῦ Κυρίου τήν ὁδό. «Τοῦ Θεοῦ τήν στράτα», πού λέγει ἡ γιαγιά. Καί τό πρῶτο πού πρέπει νά κάνουμε, χριστιανοί, γιά νά «περπατοῦμε» τόν δρόμο τοῦ Θεοῦ, σάν παιδιά του βαπτισμένα, εἶναι νά πηγαίνουμε στόν Ναό τοῦ Κυρίου, στήν Ἐκκλησία γιά νά λατρεύουμε τόν Θεό. Ἔτσι μᾶς δίδασκε νά κάνουμε καί ὁ θεραπευτής παράλυτος. Γιατί ἀκούσαμε στό Εὐαγγέλιο ὅτι τόν βρῆκε ὁ Ἰησοῦς στόν Ναό (στίχ. 14)!
  2. Τέλος, ἀδελφοί, σάν μία οἰκογένεια, οἰκογένεια τοῦ Θεοῦ, πού εἴμαστε καί μποροῦμε, λοιπόν, νά ἐκφραζόμαστε ἐλεύθερα, ἔχω νά σᾶς πῶ καί ἐγώ γιά τόν ἑαυτό μου ὅτι ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή μέ συγκινεῖ, γιατί μοῦ θυμίζει τήν ἠμέρα τῆς χειροτονίας μου σέ διάκονο, τό 1970 στήν Ἁγία Μαρίνα Ἡλιουπόλεως Ἀθηνῶν, ἀπό τόν μακαριστό Ἀρχιερέα Χριστοῦ, τόν Μητροπολίτη Φλωρίνης πατέρα Αὐγουστῖνο, τόν θρυλικό ἀγωνιστή τῶν πατρώων παραδόσεων. Ἄς ἔχουμε τήν εὐχή Του! Θυμᾶμαι, λοιπόν, ὅτι εἶπα τότε ἐγώ – νεαρός, σέ ἡλικία 28 ἐτῶν – ὅτι οἱ κληρικοί μέ τόν λόγο τους καί τήν ὅλη δράση τους πρέπει νά «ταράσσουν» τήν κοινωνία τῆς ἁμαρτίας, γιατί μόνο μετά τήν ταραχή τῶν ὑδάτων ἀπό τόν ἄγγελο γίνονταν καλά οἱ ἄρρωστοι τῆς Βηθεσδά. Καί δῶσ᾽ του, λοιπόν, καί ἐγώ ὁ νεαρός τότε, δῶσ᾽ του φωνές καί ἐπιθέσεις κατά τῶν κακοποιῶν· καί μιά ζωή δέν σκέφτηκα ὁ ταλαίπωρος, ὅτι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός δέν θεράπευσε μέ αὐτόν τόν τρόπο τόν παράλυτο. Αὐτό, πού λέγω τώρα, χριστιανοί μου, εἶναι ἕνα ἄλλο μήνυμα, σωστικό μήνυμα, πού μᾶς ἔρχεται ἀπό τό σημερινό Εὐαγγέλιο: Ὁ Χριστός μας, λέγω, δέν θεράπευσε τόν παράλυτο μέ τόν θορυβώδη τρόπο, μέ τήν «ταραχή τῶν ὑδάτων», ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά τόν θεράπευσε μέ ταπεινό καί μυστικό τρόπο, μέ προσωπική κοινωνία καί γλυκό διάλογο μαζί του. Ἔτσι πρέπει νά ἐργαζόμαστε. Ἀφοῦ πρῶτα στηλώσουμε τόν καταπεσμένο ἄνθρωπο, τότε, θεραπευμένος πιά αὐτός, τότε νά τοῦ μιλήσουμε, ἁπλᾶ πάλι καί διδακτικά, γιά τόν κίνδυνο μήν ξαναπάθει τά ἴδια. Ὁ Χριστός, λοιπόν, ὅταν εἶδε τόν θεραπευθέντα παράλυτο στόν Ναό, τότε, στήν καλή κατάσταση πού ἦταν, τότε τοῦ εἶπε τόν λόγο, «νά μήν ξανα-αμαρτήσει γιά νά μήν τοῦ συμβοῦν χειρότερα». Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ παράλυτος τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἦταν πολύ ἁμαρτωλός καί οἱ ἁμαρτίες του, αὐτές ἦταν ἡ αἰτία γιά τήν παραλυσία του. Καί ὅμως ἀπ᾽ ὅλους, πού ἦταν στήν Βηθεσδά, αὐτόν τόν πολύ ἁμαρτωλό πλησίασε ὁ Χριστός, χωρίς νά τοῦ πεῖ τίποτε γιά τίς ἁμαρτίες του, ἀλλά μόνο γιά νά τόν θεραπεύσει. Καί ὅταν τόν θεράπευσε, τότε, ἀργότερα – «μετά ταῦτα», εἶπε τό Εὐαγγέλιο (στίχ. 14) –, τότε τοῦ εἶπε, ὁ Χριστός, καί μάλιστα ὄχι ἐλεγκτικά, ἀλλά διδακτικά, αὐτόν τόν ἁπλό καί σύντομο λόγο: Πρόσεχε μήν ξανααμαρτήσεις· «μηκέτι ἁμάρτανε»!

Εὔχεσθε, χριστιανοί μου, νά φωτίζει καί ἐμᾶς τούς ἱερεῖς σας ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πῶς πρέπει νά σᾶς καθοδηγοῦμε σωστά. Γιατί, εἶναι ἀλήθεια πάλι, ὅτι ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς καί οἱ Ἀρχιερεῖς, πρέπει νά διαμαρτυρόμαστε γιά τά παρατηρούμενα σκάνδαλα καί νά ἐλέγχουμε τούς σκανδαλοποιούς, ἀλλά ἄς μᾶς φωτίζει – ξαναλέγω – ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ πότε νά κάνουμε αὐτό τό δύσκολο ποιμαντικό πάλι ἔργο, ἀλλά καί πῶς νά τό κάνουμε. Καί ἀκόμη, ποιοί θά κάνουν τό «χειρουργικό» στήν οὐσία του ἐλεγκτικό αὐτό ἔργο. Γιατί ὅλοι οἱ ἰατροί δέν μπορεῖ νά εἶναι χειροῦργοι! Ἄς μᾶς φωτίζει, ξαναλέγω, καί ἄς μᾶς δυναμώνει μέ τήν προσευχή σας ἡ Χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά σᾶς ποιμαίνουμε σωστά. ΑΜΗΝ.

Μέ πολές εὐχές,

† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας

2.

Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

 

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἀκούσαμε σήμερα στὸ Εὐαγγέλιο γιὰ ἕναν ἄνδρα ποὺ γιὰ τριάντα χρόνια ἦταν παράλυτος. Τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ τὸν χώριζε ἀπὸ τὴν θεραπεία ἦταν ἡ δυνατότητα νὰ φθάσει τὸ νερὸ ποὺ ὁ ἄγγελος τάραζε μιὰ φορά τὸν χρόνο. Τριάντα χρόνια εἶχε προσπαθήσει νὰ θεραπευτεῖ, ἀλλὰ κάποιος ἄλλος ἦταν πιὸ γρήγορος ἀπὸ αὐτὸν καὶ προλάβαινε νὰ θεραπευτεῖ. Πόσοι ἄνθρωποι ὑπάρχουν τώρα στὸν κόσμο, πόσοι ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν στὸν κόσμο μας ποὺ χρήζουν θεραπείας, ποὺ ἔχουν παραλύσει ἀπὸ τὸν φόβο, ἀπὸ τὸ κάθε τι ποὺ μᾶς ἐμποδίζει νὰ κινηθοῦμε μὲ τόλμη καὶ σκοπὸ πρὸς τὴν πληρότητα τῆς ζωῆς; Πόσοι; Καὶ ποιοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ θὰ τοὺς πάρουν καὶ θα τοὺς βοηθήσουν νὰ θεραπευθοῦν ἀντὶ νὰ τὸ ἐπιδιώξουν γιὰ τοὺς ἴδιους; Ἄς στραφοῦμε καὶ ἄς δοῦμε τὸν ἑαυτό μας, ὄχι ὁ ἕνας τὸν ἄλλον ἀλλὰ τὸν ἑαυτό μας. Τὶ ἔχουμε μάθει ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο;

Ὁ Χριστὸς λέγει ὅτι ὅποιος δὲν εἶναι ἕτοιμος νὰ προσφέρει τὴ ζωή του γιὰ τὸν πλησίον του δὲν ἔχει πραγματική ἀγάπη, καὶ πλησίον, καθώς εἶναι σχεδὸν ξεκάθαρο ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶμε, ἐκεῖνος ποὺ εἶναι κοντά μας, ἀλλὰ εἶναι ὁποιοσδήποτε μᾶς χρειάζεται. Θέστε στὸν ἑαυτό σας αὐτὸ τὸ ἐρώτημα. Ὑπάρχει ἕνας ἀριθμὸς ἀνθρώπων γύρω σας ποὺ θὰ πίστευαν, ποὺ μὲ χαρὰ θὰ ἄρχιζαν μιὰ νέα ζωή, ποὺ θὰ εὐλογοῦσαν ἐσᾶς καὶ τὸν θεό ποὺ θὰ τοὺς ἔδιναν κουράγιο νὰ κινήσουν τὰ πνευματικά τους πόδια ποὺ εἶναι δεμένα. Καὶ ἄς ρωτήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας, τὶ κάνουμε, τὶ ἔχουμε κάνει, τὶ μποροῦμε νὰ κάνουμε γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσουμε;

Τὰ νερὰ τῆς Κολυμβήθρας τοῦ Σιλωάμ εἶναι ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, τῆς θεραπευτικῆς Του δύναμης. Ὅταν ὁ Θεὸς ἔρθει κοντά, ὅταν συνειδητοποιήσουμε ὅτι βρίσκεται ἐκεῖ, κοντά μας, κοιτάζουμε γύρω μας γιὰ νὰ δοῦμε ποιὸς Τὸν χρειάζεται περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἐμεῖς; Ὄχι. Ὁρμᾶμε μπροστὰ, θέλουμε νὰ εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ θὰ καθίσουμε στὰ πόδια Του, εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιθυμοῦμε ν’ ἀγγίξουμε τὸ κράσπεδο τοῦ ἐνδύματός Του καὶ νὰ θεραπευθοῦμε, εἴμαστε ἐκεῖνοι- καὶ αὐτὸ εἶναι ἀκόμα χειρότερο,- ποὺ ἐπιθυμοῦμε νὰ θεωρούμαστε μαθητές καὶ σύντροφοί Του ἔτσι ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἴσως νὰ μᾶς κοιτάζουν καὶ νὰ θαυμάζουν, ν’ ἀποροῦν καὶ κάποιες φορὲς σχεδὸν νὰ λατρεύουν ἐμᾶς τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰησοῦ, τοὺς φίλους τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος.

Ποιὸς ἀπὸ ἐμᾶς εἶναι προετοιμασμένος νὰ παραμερίσει, νὰ μείνει ἀφανὴς, ἤ μᾶλλον νὰ βοηθήσει κάποιον ἄλλον νὰ προχωρήσει μπροστὰ ἀντὶ, ὅταν ξέρουμε ὅτι θὰ εἴμαστε κατά κάποιον τρόπο οἱ χαμένοι, – ἐπειδή ἄν τὸ κάνουμε αὐτὸ, θὰ ἔχουμε χάσει ὅ,τι νομίζαμε ὅτι ἐπιθυμούσαμε, ἀλλὰ θὰ ἔχουμε γίνει μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἔδωσε τὴ ζωή Του γιὰ νὰ ζήσουν οἱ ἄλλοι.

Ἄς προβληματιστοῦμε πάνω στὴν παραβολή αὐτή. Δὲν εἶναι ἁπλὰ μιὰ παλιὰ ἱστορία γιὰ πράγματα ποὺ ἔγιναν πρὶν δύο χιλιάδες χρόνια, εἶναι κάτι ποὺ συμβαίνει κάθε μέρα καὶ εἴμαστε ἐκεῖνοι ποὺ ὁρμοῦν μπροστὰ καὶ ἐμποδίζουν ἅλλους νὰ καταδυθοῦν στὰ ἰαματικὰ νερὰ τοῦ Σιλωάμ.

Ἄς ἀκούσουμε τὸν Θεῖο Ἅγιο Ἰωάννη, τὸν δάσκαλο τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης, ἄς ἑτοιμαστοῦμε νὰ θυσιάσουμε κάθε τι ποὺ περιμένουμε μὲ λαχτάρα, κάθε τι ποὺ ἐπιθυμοῦμε γιὰ νὰ τὸ ἔχει κάποιος ἄλλος, νὰ τοῦ δοθεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἄς ἕτοιμαστοῦμε νὰ πληρώσουμε τὸ τίμημα γιὰ νὰ βροῦν τὴν ἐλευθερία ἄλλοι ἄνθρωποι, τὴν ζωὴ σὲ κάθε ἐπίπεδο, ἀκόμα στὸ πιὸ ἁπλὸ ποὺ εἶναι τὸ φαγητὸ καὶ τὸ κατάλυμα καὶ ἡ ζεστασιὰ ἑνὸς προσεχτικοῦ βλέμματος ἤ ἑνὸς τρυφεροῦ, διακριτικοῦ λόγου. Ἄς ἀπελευθερωθοῦμε, καὶ τὸτε πόσοι θὰ σωθοῦν, θὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν πείνα, ἀπὸ τὴν ἔλλειψη στέγης, θὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν κυριαρχία ἄλλων, ἀπὸ κάθε τι ποὺ δεσμεύει καὶ βάζει σὲ δεσμὰ τὴ ζωή. Ἄς γίνουμε ὅ,τι ἦταν ὁ Χριστὸς- Ἐκεῖνος ποὺ ἐλευθερώνει στὸ ὄνομα τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ζωῆς. Ἀμήν.

3.

Διακρίσεις καὶ σκοπιμότητες

Νικολόπουλος Ἱερώνυμος (Ἀρχιμανδρίτης)

 

 

Πόσες φορές δέν ἔχει ἀκουσθεῖ λόγος καταγγελτικός ἐναντίον τῶν διακρίσεων καί τῶν σκοπιμοτήτων! Πόσες φορές, ἀκόμη καί βίαιοι ἀγῶνες, δέν ἔχουν διεξαχθεῖ ὥστε νά παύσει ἡ καταστρατήγηση τῆς ἰσότητας καί νά βασιλεύσουν ἡ ἰσονομία καί ἡ δικαιοσύνη! Πόσες φορές δέν ἔχουμε αἰσθανθεῖ σέ προσωπικό ἐπίπεδο νά μᾶς πνίγει ἡ ἀγανάκτηση, καθώς πιθανολογοῦμε ἤ διακρίνουμε ἀδικία σέ βάρος μας, προκείμενου νά εὐνοηθεῖ καί νά προτιμηθεῖ κάποιος ἄλλος! Κι ὀλ’ αὐτά εἶναι δίκαια συναισθήματα καί δικαιολογοῦνται στά πλαίσια τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς. Ἐλλοχεύει, ὅμως, σέ αὐτά ἕνας κίνδυνος!

Ποιός; Ὁ κίνδυνος τοῦ νά κυριαρχήσουν αὐτά –καί μόνον αὐτά- στήν καρδιά μας, μέ ἀποτέλεσμα νά καταπνιγεῖ κάθε ἄλλο συναίσθημα, ἰδίως ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον, μιᾶς πού πικραμένοι ἀπό τήν ὅποια ἀδικία, τόν ὅποιο ἀποκλεισμό, τήν ὅποια ὑποτίμησή μας, ὁδηγούμαστε στό νά βλέπουμε τόν ἄλλο μέ καχυποψία, ὡς ἀνταγωνιστή, ἴσως καί ὡς ἐχθρό. Καί αὐτό διαπιστώνουμε πώς κυριαρχεῖ στήν κοινωνία μας, ὡς ἀποτέλεσμα τῆς ἐπιπολαιότητας καί τῆς ἀπερισκεψίας μέ τήν ὁποία ἐκφέρεται ὁ καταγγελτικός λόγος, ἰδίως ὅταν ὑπηρετεῖ κομματική σκοπιμότητα, μέ ἄμεση καί πρώτη συνέπεια τή διαίρεση τῆς κοινωνίας, τήν προκατάληψη, τό πλῆγμα κατά τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης.

Διακρίσεις

Ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή ἔρχεται νά δικαιολογήσει τῶν διαφορετικό τρόπο ἐνεργείας ὅταν πρέπει νά ἐξυπηρετηθοῦν ἀντιφατικές καταστάσεις ἤ νά ὑποστηριχθοῦν προτεραιότητες. Στό κάτω-κάτω ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι προσωπικότητα μοναδική καί ἀνεπανάληπτη, γι’ αὐτό καί ἡ μαζικότητα δέν χαρακτηρίζει τόν τρόπο ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ διάκριση. Ἡ πρώτη διάκριση πού γίνεται εἶναι ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Κοντά στήν προβατική πύλη τῶν Ἱεροσολύμων –ἡ ὁποία ὀνομαζόταν ἔτσι ἐπειδή ἀπό ἐκεῖ ἔμπαιναν τά πρόβατα γιά τή θυσία στόν Ναό τοῦ Σολομώντα- ὑπήρχε μιά διαμορφωμένη δεξαμενή, ἡ Βηθεσδά, δηλαδή «οἶκος ἐλέους». Γύρω ἀπό αὐτήν ὑπῆρχαν πέντε θολωτά ὑπόστεγα, ὅπου ἦταν ξαπλωμένοι πολλοί ἄνθρωποι μέ διάφορες ἀσθένειες. Ὅλοι περίμεναν τήν ἀγγελική παρουσία πού θά τάραζε τό νερό, ὥστε ὁ πρῶτος πού θά ἔμπαινε μέα νά γινόταν καλά.

Μέσα ἀπό τό πλῆθος τῶν ἀρρώστων, ὁ Χριστός ξεχώρισε ἕναν ὁ ὁποῖος ἦταν παράλυτος καί βρισκόταν ξαπλωμένος ἐκεῖ τριάντα ὀκτω χρόνια! Μετά ἀπό ἕναν ἰδιαίτερο διάλογο τόν θεράπευσε. Μέσα στό πλῆθος τῶν ἀσθενῶν θεράπευσε μόνον ἕναν! Βεβαίως καί αὐτός ὁ ἕνας ἦταν τόσα χρόνια κατάκοιτος, ἀλλά γιατί ὁ Κύριος θεράπευσε μόνον αὐτόν; Θά ἐξαντλοῦνταν ἡ θαυματουργική του δύναμη ἄν ἔκανε καλά καί ὅλους τους ἄλλους; Ἡ ἀσθένεια καί ὁ θάνατος, μέ μία λέξη ἡ φθορά, ἔγινε οἰκεία στήν ἀνθρώπινη φύση ὡς συνέπεια τῆς ἁμαρτίας. Μόλις οἱ πρωτόπλαστοι παρέβησαν τό θεῖο θέλημα, κληρονόμησαν τίς συνέπειες τῆς ἐπιλογῆς τους: Κι ὅμως, κι αὐτό ἀκόμη ξέρει ὁ Ἅγιος Θεός νά τό μετατρέπει σέ παιδαγωγία, ἀφοῦ ἰδίως μέ τήν ἀσθένεια δίνεται ἀφορμή, ἄν ὄχι καί εὐκαιρία ὑπομονῆς καί φιλοσοφίας, ὥστε ὁ ἄνθρωπος ἀκόμη καί τόν χαρακτήρα του νά ἀλλοιώσει πρός τό καλύτερο. Λέει μάλιστα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὅτι ἄνθρωπος πού καθημερινά ἐπισκέπτεται νοσοκομεῖο ἤ κοιμητήριο δέν μπορεῖ νά ἁμαρτήσει! Ἔτσι λοιπόν, θεραπεύεται ὁ ἕνας, ὁ ὁποῖος δέν εἶχε τίποτε ἄλλο νά ὠφεληθεῖ ἀπό τήν ἀσθένειά του καί ἀφήνονται οἱ ὑπόλοιποι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀκόμη πολλά νά μάθουν!

Ἀλλά καί ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἐνεργεῖται τό θαῦμα συνιστᾶ διάκριση. Συνήθως, πρίν ἀπό τό θαῦμα ὁ Χριστός διεκδικεῖ τήν πίστη. Τώρα πλησιάζει τόν παραλυτικό καί τοῦ κάνει μιά περίεργη ἐρώτηση: «Θέλεις νά γίνεις καλά;» Καί ὁ ἄνθρωπος σμιλεμένος ἀπό τήν ὑπομονή τῶν τόσων χρόνων, μέ εὐγένεια καί χωρίς νά ἀποπάρει τόν Κύριο γιά τό παράξενο ἐρώτημα, ἀπαντᾶ τά ὅσα ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιο. Καί ἀμέσως μετά γίνεται τό θαῦμα, ἀπόδειξη ὅτι ἡ δοκιμασία τῆς ὑπομονῆς ἰσοσταθμίζει τήν πίστη! Ἡ ἀπαντοχή μας, καί μάλιστα ἡ πολυετής, στήν ὅποια θλίψη, ἐκτιμᾶται φοβερά στά ματιά τοῦ Θεοῦ!

Ἡ σκοπιμότητα τοῦ ἁγιασμοῦ μας

Μέ τό πού θεραπεύει τόν παραλυτικό ὁ Χριστός μας, τοῦ δίνει μιά ἐντολή: «Σηκω, φορτώσου τό κρεβάτι σου καί περπάτα». Αὐτό τό κάνει γιά νά δοῦν τόν πρώην παραλυτικό οἱ Ἰουδαῖοι νά κουβαλᾶ τό κρεβάτι τοῦ ἡμέρα Σάββατο καί νά πληροφορηθοῦν τό θαῦμα, ἀλλά καί γιά νά καταλάβουν ὅτι πρέπει διαφορετικά νά κατανοοῦν τίς διατάξεις τοῦ Νόμου. Ὄχι μέ προσήλωση στό γράμμα, ἀλλά στό πνεῦμα τοῦ Νόμου, δηλαδή ὄχι μέ ἐξωτερική, σωματική συμμόρφωση, ἀλλά μέ πνευματική προσπάθεια ἀποχῆς ἀπό τήν ἁμαρτία καί καλλιέργειας τῆς ἀρετῆς.

Καί κάτι ἄλλο κάνει ἐπίτηδες ὁ Χριστός. Ὅταν ἀργότερα συναντᾶ ἐκεῖνον πού θεράπευσε, δέν κομπάζει, ἀλλά οὐδέτερα τοῦ λέει: «Πρόσεξε τώρα πού ἔχεις γίνει ὑγιής, μήν ἁμαρτάνεις πλέον γιά νά μή σού συμβεῖ τίποτε χειρότερο»! Ὑπάρχει κάτι χειρότερο ἀπό τριάντα ὀκτώ χρόνια κατάκλισης καί ταλαιπωρίας; Φυσικά ὑπάρχει. Ἡ αἰωνιότητα τῆς κόλασης! Ὁ Χριστός μας ἀπευθύνεται στήν ἐμπειρία τῶν χρόνων αὐτῶν τῆς δυστυχίας, ὥστε ἡ ἐνθύμησή τους ν’ ἀποτελεῖ στοιχεῖο σύγκρισης καί ἀποτροπῆς τῆς ὅποιας παρέκκλισης ἀπό τό θεῖο θέλημα.

Ἀδελφοί, καί «νόμου μετάθεσις» (Ἑβρ. 7,12) γίνεται, ὅταν αὐτό ἀποδεικνύεται σωτήριο γιά τόν ἄνθρωπο. Καί ὁ μόνος φιλάνθρωπος νομοθέτης ξέρει, κινούμενος ἀπό τήν ἄφατη ἀγάπη του, νά ἐνεργεῖ ὥστε καθιστώντας ὑπέρτατο νόμο τή σωτηρία τοῦ καθενός, νά χειρίζεται μέ διάκριση τή ζωή μας ὑπηρετώντας τή σκοπιμότητα τοῦ ἁγιασμοῦ μας!

4.

Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ στήριγμα τῶν ἀνθρώπων

Ἰωὴλ Φραγκᾶκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)

 

«Καὶ εὐθέως ἐγένετο ὑγιὴς ὁ ἄνθρωπος»

Παρατηρώντας τὰ Εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα βλέπουμε πὼς τὰ περισσότερα καὶ μάλιστα τὰ μεγάλα θαύματα τὰ ἔκανε ὁ Χριστὸς κατὰ τὶς μεγάλες ἡμέρες τῶν Ἰουδαίων. Τὸ ἴδιο συνέβαινε καὶ μὲ τὴ διδασκαλία Του. Τὴν ἐκφωνοῦσε συνήθως στὶς μεγάλες γιορτές, ποὺ συνέρρεε πολὺς κόσμος. Στὶς γιορτὲς τοῦ Πάσχα, τῆς Σκηνοπηγίας, τῆς Πεντηκοστῆς κ.λ.π. στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ ἦταν ἡ μητρόπολη τῶν Ἰουδαίων, μαζευόταν πολὺς κόσμος. Ὅπως ἐπίσης συναθροιζόντουσαν καὶ πολλοὶ ἄρρωστοι ποὺ εἶχαν τὴν ἐλπίδα τους, ὅτι μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ τοὺς κάνει καλά. Ἡ ἐπιθυμία τῶν ἀσθενῶν νὰ γίνουν καλά, δὲν ἦταν τόσο μεγάλη, ὅσο ἦταν μεγάλη ἡ θέληση τοῦ Χριστοῦ νὰ τοὺς κάνει καλά.

Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε εὐεργετικὴ σ’ ὅλους

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας γράφει πὼς «ὅπου ἂν φανῇ ὁ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καὶ ἡ σωτηρία», δηλαδὴ ὅπου θὰ φανεῖ ὁ Χριστός, ἐκεῖ εἶναι καὶ ἡ σωτηρία. Μπῆκε μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ζακχαίου κι ὁ ἀρχιτελώνης μετανόησε. Εἰσῆλθε στὸ τελωνεῖο τοῦ Ματθαίου καὶ ἀμέσως μετατρέπει τὸν ἄνδρα καὶ τὸν κάνει Εὐαγγελιστή. Θάπτεται ἀνάμεσα στοὺς νεκροὺς καὶ ἐγείρονται οἱ νεκροί. Κατεβαίνει στὸν Ἅδη καὶ ζωοποιοῦνται οἱ κάτοικοί του. Χαρίζει τὸ φῶς στοὺς τυφλούς, τὴν ἀκοὴ στοὺς κωφοὺς καὶ περιέρχεται τὶς κολυμβῆθρες, ὅπως τὴν Βηθεσδά, καὶ θεραπεύει τὸν Παράλυτο. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε περισσότερο, θὰ λέγαμε πὼς ὁ Χριστὸς γίνεται ἄρτος στοὺς πεινῶντες, ὕδωρ, ποὺ κρύβει μέσα του τὴ ζωή, στοὺς διψῶντες, ἀνάσταση στοὺς νεκρούς, ἰατρὸς στοὺς νοσοῦντες, ἡ ἀπολύτρωση τῶν ἁμαρτωλῶν.

Ὅλα αὐτὰ τὰ πραγματοποιεῖ γιὰ τὴ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. «Ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον» (Ἰωάν. 4,34), θὰ τονίσει ὁ ἴδιος γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἂς ποῦμε καὶ μία ἔκφραση ποὺ τὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Βρυέννιος. Ὅλοι θὰ ἔχουμε ἀκούσει τὴ λέξη ἀλήτης. Ἀλήτης στὴν κυριολεξία σημαίνει ὁ περιπλανώμενος, ὁ πλάνης, ὁ ἀνέστιος. Ἀργότερα στὰ νεότερα χρόνια πῆρε τὴν ἔννοια τοῦ κακοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Ἰωσὴφ θὰ πεῖ πὼς ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «δι’ ἐμὲ ἀλήτης γεγονώς», δηλαδὴ αὐτὸς ποὺ περιπλανήθηκε ἀπ’ ἐδῶ κι ἀπ’ ἐκεῖ καὶ ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο.

Ὁ Χριστὸς ἔδινε περισσότερα ἀπ’ ὅ,τι τοῦ ζητοῦσαν

Πράγματι ὁ Χριστὸς ἔδινε πιὸ πολλὰ ἀπ’ ἐκεῖνα ποὺ ζητοῦσαν οἱ ἄνθρωποι. Π.χ. Ὁ σημερινὸς παραλυτικὸς βλέποντας τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ πάνω του ἴσως σκέφθηκε καὶ ἤλπιζε περισσότερο πὼς τὸ πιὸ πιθανὸ ἦταν νὰ τὸν βοηθοῦσε ὁ Κύριος νὰ πέσει μέσα στὸ νερὸ κατὰ τὸν ἁγιασμὸ τῶν ὑδάτων, ὅταν θὰ ταραζόντουσαν τὰ νερά. Πιθανῶς στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ νὰ ἔβλεπε κάποιον ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του, ποὺ τὸν εἶχαν λησμονήσει.Ὁ παράλυτος ἤθελε ἕνα καὶ ὁ Κύριος τοῦ ἔδωσε δέκα. Τὸν ἔκανε καλά, τόσο καλά, ὥστε αὐτὸς ποὺ τριάντα ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια δὲν μποροῦσε νὰ κουνηθεῖ, τώρα νὰ σηκώνει τὸ κρεββάτι του καὶ νὰ φεύγει μπροστὰ στὰ ἔκπληκτα μάτια ὅλων. Ἔχουμε κι ἄλλες τέτοιες περιπτώσεις. Ὁ κάθε ἄρρωστος, κατὰ τὸν ἅγιο Κύριλλο, ἔστω κι ἂν τὸν εἶχαν ἐγκαταλείψει οἱ πάντες, «ἔσχεν βοηθὸν Υἱὸν τοῦ θεοῦ τὸν μονογενῆ».

Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ

Ὁ Ἰησοῦς εἶναι ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς ποὺ δὲ σταματᾶ ποτέ. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος φέρνει τὸ παράδειγμα τῆς κολυμβήθρας. Μέσα στὴν κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας ὄχι ἕνας καὶ δύο, ἀλλ’ ὁλόκληρη ἡ Οἰκουμένη κι ἂν μπεῖ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὶς ἀρρώστιες τῆς ἁμαρτίας. Ὄχι μία φορὰ τὸ χρόνο, ἀλλὰ κάθε μέρα θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὶς ψυχικὲς ἀρρώστιες. Ἡ χάρη τοῦ θεοῦ δὲ δαπανᾶται ποτέ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ κοινὸς τρόπος καθάρσεως τῶν ἀνθρώπων. Μὲ τὴ μετάνοια, τὴν ἐξομολόγηση καὶ μὲ τὴ θεία Εὐχαριστία καθαριζόμαστε ἀπὸ τὰ πολυπληθῆ καὶ πολυειδῆ πάθη μας. Ὀφείλουμε νὰ δώσουμε τὴ διάθεσή μας καὶ τὸν ἑαυτό μας στὸ Χριστὸ ποὺ ψάχνει εὐκαιρίες νὰ μᾶς θεραπεύσει. Στὸν καθένα μας ἀκούγεται ἡ ἐρώτηση τοῦ Σωτῆρος «θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;» (Ἰωάν. 5,6). Στὸ φιλάργυρο, στὸν ἐγωιστή, στὸν ἐνεργούμενο ἀπὸ τὸ πονηρὸ πάθος τοῦ θυμοῦ ἢ τῆς πορνείας ἢ τῆς μνησικακίας ἀπευθύνεται τὸ ἐρώτημα τοῦ Χριστοῦ. Βεβαίως ὀφείλουμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε ὁλοκάρδια στὴν πρόσκλησή Του καὶ νὰ μὴν ἐξοικειωθοῦμε μὲ μία χρονίζουσα κατάσταση ἀθλιότητας καὶ ἁμαρτίας. Νὰ ἀποκολληθοῦμε ἀπὸ τὰ πράγματα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρατοῦν παράλυτους πνευματικά. Νὰ ἀφήσουμε τὸ θεὸ νὰ ἐνεργήσει ἀνεμπόδιστα, γιατί ἡ ἁμαρτωλὴ θέλησή μας παρεμποδίζει τὴ χάρη Του.

Ἀδελφοί μου,

Ἡ σωτηρία μας ἂς εἶναι ἡ πολυχρόνια ἐπιθυμία μας, ὥστε νὰ καταξιώσουμε τὴν ὕπαρξή μας καὶ νὰ βροῦμε τὴν ὄντως ζωὴ τοῦ Χριστοῦ.

5.

Ἀρρώστια καὶ μοναξιά (Ἰω. 5, 1-15)

Καραγιάννης Νικάνωρ (Ἀρχιμανδρίτης)

 

Ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ βρίσκεται σὲ ἕνα ἱερὸ καὶ θαυματουργὸ τόπο, τὴν κολυμβήθρα Βηθεσδά. Ἐκεῖ συναντᾶ γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὴν ἀρρώστια καὶ τὴν ἀνθρώπινη ἀνάγκη γιὰ βοήθεια, παρηγοριὰ καὶ θεραπεία. Στὸ διάλογό Του μὲ τὸν παράλυτο μαθαίνουμε ὅτι ἡ ἀρρώστια του ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς γιὰ τριάντα ὀχτὼ ὁλόκληρα χρόνια ἦταν κατάκοιτος. Ὁ Χριστὸς «γνοὺς ὅτι πολὺν χρόνον ἤδη ἔχει, λέγει αὐτῷ· θέλεις ὑγιὴς γενέσθαι;».

Ἡ καρτερία στὴν ἀσθένεια καὶ ἡ ἀνοχὴ τῶν ἄλλων

Ἡ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ στὴ Βηθεσδὰ εἶναι μία ἀπὸ τὶς πολλὲς θεραπεῖες ποὺ περιγράφουν τὰ Εὐαγγέλια. Κάθε φορά, ὅμως, ποὺ τὴ διαβάζουμε καλούμαστε μεταξὺ ἄλλων νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ πρόβλημα τῆς ἀνθρώπινης ἀρρώστιας, ὀδύνης καὶ μοναξιᾶς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνάγκης γιὰ κατανόηση καὶ συμπαράσταση. «Ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», δὲν ἔχω ἄνθρωπο νὰ μὲ καταλαβαίνει, νὰ μοῦ συμπαρασταθεῖ, νὰ μὲ βοηθήσει. Τὴν ἴδια κραυγὴ ἐπαναλαμβάνουν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι ἀνάμεσά μας. Κάποτε, μάλιστα, καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μὲ πικρὸ παράπονο γιὰ τὸ πρόβλημά μας. Τὸ παράπονο ἀπέναντι στὴν ἀδιαφορία τῶν ἄλλων κρύβει μέσα του θλίψη, πόνο, ἀδικία, πικρία, δυσαρέσκεια, ἴσως, ἀκόμη, καὶ θυμὸ γιὰ τὴ σκληρότητα τῶν ἄλλων γύρω μας. Ἀνορθώνει ἕνα τεῖχος ποὺ μᾶς ἀπομονώνει ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἀφοῦ δὲν μᾶς καταλαβαίνουν καὶ δὲν συμπάσχουν μαζί μας. Βέβαια, στὴν πραγματικότητα, κάθε φορὰ ποὺ παραπονιόμαστε ἐμεῖς ὀρθώνουμε ἕνα ἀδιαπέραστο τεῖχος ἀπὸ τὴν ἀδυναμία μας νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ τοὺς ἀποδεχθοῦμε ὅπως ἀκριβῶς εἶναι.

Στὴν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ ὑπάρχει μία εἰδοποιὸς διαφορά. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς φαίνεται ὅτι εἶχε μεγάλη ὑπομονὴ γιὰ τὴ μακροχρόνια ἀρρώστια ποὺ τὸν ταλαιπωροῦσε. Δοκιμάζει, ὅμως, ἀμέτρητες ἀπογοητεύσεις. Ἐνῶ «ἄγγελος κατὰ καιρὸν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ, καὶ ἔταρασσε τὸ ὕδωρ», καὶ κάθε φορὰ «ὁ πρῶτος ἐμβὰς μετὰ τὴν ταραχὴν τοῦ ὕδατος ὑγιὴς ἐγίνετο», αὐτὸς ἔμενε μὲ τὸ παράπονο ὅτι «ἄλλος πρὸ αὐτοῦ καταβαίνει» καὶ θεραπεύεται. Τὰ χρόνια περνᾶνε καὶ αὐτὸς ἐξακολουθεῖ νὰ προσδοκᾶ καὶ νὰ περιμένει. Νὰ ἀνανεώνει τὴν ἐλπίδα του γιὰ ἄλλη μία εὐκαιρία.

Ὅμως ὁ παραλυτικὸς ἦταν ἀνεκτικὸς καὶ μακρόθυμος καὶ μὲ τὴν ἀνάλγητη ἀπάθεια καὶ ἐγωιστικὴ ἀδιαφορία τῶν ἄλλων. Τριάντα ὀχτὼ χρόνια καθηλωμέvος στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου εἶχε κατανοήσει καὶ εἶχε ἀποδεχθεῖ τοὺς ἀνθρώπους ὅπως ἀκριβῶς ἦταν, σκληρούς, ἀδιάφορους καὶ ἀνάλγητους. Εἶχε συμφιλιωθεῖ μὲ τὴ δοκιμασία τῆς ἀρρώστιας του. Ζοῦσε τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ νιώθει μέσα στὴ μοναξιὰ του «ἀπερριμένος», ἄχρηστος, ξεχασμένος καὶ περιφρονημένος. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ τρομακτικὸ αἴσθημα ποὺ μπορεῖ νὰ νιώσει κάποιος. Καὶ ὅμως, ὁ παραλυτικὸς δὲν φωνάζει. Δὲν διαμαρτύρεται ἐναντίον τῶν ἄλλων. Δὲν κρίνει καὶ δὲν καταδικάζει τοὺς γύρω του. Μέσα στὴν ἀδυναμία καὶ τὴ δυστυχία του δὲν στρέφεται κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν παραλογίζεται. Μὲ τὴν καρτερικὴ ἀντιμετώπιση τῆς ἀσθένειάς του καὶ τὴν ἐπιείκειά του πρὸς τοὺς ἄλλους ἄνοιξε τὴν καρδιά του νὰ δεχθεῖ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Περίμενε τὴν ἐπίσκεψη τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.

Ἡ ὑπερνίκηση τῆς μοναξιᾶς

Οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας καὶ ἡ ὀργάνωση τῆς κοινωνίας μας ἐπιβεβαιώνουν τὴ φράση τοῦ λογοτέχνη: «ποτὲ ἄλλοτε οἱ στέγες τῶν σπιτιῶν δὲν ἦταν τόσο κοντὰ ὅσο σήμερα, ἀλλὰ καὶ ποτὲ ἄλλοτε οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων δὲν ἦταν τόσο μακριὰ ὅσο σήμερα». Αὐτὴ ἡ αἴσθηση τῆς τρομερῆς μοναξιᾶς τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου ἐπιτείνεται στὶς δύσκολες ὧρες τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας καὶ τῶν ποικίλων δυσχερειῶν τῆς ζωῆς. Τότε ὁ ἄνθρωπος πνίγεται μέσα στὴν ἀπομόνωσή του καὶ ἐπαναλαμβάνει τὸ λόγο τοῦ ἀρχαίου φιλοσόφου «ἄνθρωπον ζητῶ», ἀφοῦ, σὰν τὸν παραλυτικό, «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Ὁ ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας ζωντανεύει τὸ διάλογο τοῦ παραλυτικοῦ μὲ τὸν Χριστό, ἀνανεώνει τὴν πίστη μας καὶ μᾶς γεμίζει παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα. Στὸ ἄκουσμα τῆς φράσης τοῦ παραλύτου «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω», παρουσιάζει τὸν Χριστὸ νὰ τοῦ ἀπαντᾶ «διὰ σὲ ἄνθρωπος γέγονα, καὶ λέγεις ἄνθρωπον οὐκ ἔχω;».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, στὴν κάθε μοναξιά μας ἂς καλλιεργοῦμε τὸν ἑαυτό μας. Ἂς συναισθανόμαστε τότε περισσότερο τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς κατανοεῖ πιὸ πολὺ ἀπὸ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ποὺ μᾶς συμπαραστέκεται καὶ συμπάσχει μαζί μας. Ἂς στρέφουμε τὸ βλέμμα μας σὲ Ἐκεῖνον, γιὰ νὰ ὑπερνικοῦμε τὴ μοναξιὰ λέγοντάς του «ἐλθὲ ὁ Μόνος πρὸς μόνον, ὅτι μόνος εἰμὶ καθάπερ ὁρᾶς»- ἔλα ἐσὺ ποὺ εἶσαι Μοναδικὸς σὲ ἐμένα ποὺ εἶμαι μοναχικός, γιατί βλέπεις πὼς εἶμαι μόνος. Ἀμήν.

6.

Κυριακὴ τοῦ παραλύτου

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

 

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς καὶ τοῦ υἱοῦ, καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Πόσο τραγικὴ εἶναι ἡ σημερινὴ ἱστορία ἀπὸ τὴ ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἄνθρωπος ἦταν παράλυτος γιὰ χρόνια. Βρισκόταν ξαπλωμένος σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπό τὴν πηγὴ τῆς θεραπείας του, κι ὅμωςὁ ἴδιος δὲν εἶχε τήν δύναμη νὰ καταδυθεῖ στὸ νερό τοῦ καθαρισμοῦ. Καὶ κανείς, μὰ κανείς δὲν βρέθηκε ὅλα αὐτά τά χρόνια νά τοῦ δείξει συμπόνια. Ἄλλοι ἔσπευδαν νὰ εἶναι πρῶτοι γιὰ νὰ θεραπευτοῦν. Ἄλλοι ποὺ συνδέονταν μαζί τους μὲ δεσμοὺς ἀγάπης ἤ φιλίας τοὺς βοηθοῦσαν γιὰ νὰ θεραπευτοῦν. Ἀλλά οὔτε ἕνας δὲν εἷχε ρίξει μιὰ ματιὰ σ’ αὐτόν τὸν ἄνδρα ποὺ γιὰ χρόνια λαχταροῦσε τὴν θεραπεία καὶ δὲν ἦταν ἰκανός νὰ βρεῖ τὴ δύναμη νὰ θεραπευτεῖ.

Ἄν ὑπῆρχε ἔστω κι ἕνας, ἄν μόνο μιὰ καρδιὰ ἀνταποκρινόταν μὲ συμπόνια, αὐτός ὁ ἄνθρωπος θὰ ἦταν ὑγιὴς πολλά-πολλά χρόνια νωρίτερα. Καθὼς κανείς, οὔτε ἕνας δὲν βρέθηκε νά τοῦ δείξει συμπόνια, τὸ μόνο πού τοῦ ἀπέμεινε- θὰ ἔλεγα τὸ μόνο ποὺ εἷχε- καί τὸ λέω αὐτὸ μὲ μιὰ αἴσθηση τρόμου- ἧταν ἡ ἄμεση παρέμβαση τοῦ Θεοῦ.

Περιστοιχιζόμαστε ἀπό ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται σὲ ἀνάγκη, δὲν εἶναι μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν κάποια παράλυση καὶ χρειάζονται βοήθεια. Ἀλλά τόσοι ἄλλοι ποὺ ἔχουν παραλύσει μέσα τους, καὶ ποὺ χρειάζονται νὰ συναντήσουν κάποιον νά τοὺς βοηθήσει. Ψυχικὰ παράλυτοι εἶναι ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν τρομάξει ἀπό τὴν ζωή, γιατὶ ἦταν γι’ αὐτούς ἀντικείμενο τρόμου ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκαν: γονεῖς χωρὶς εὐαισθησία, ἄκαρδοι, βίαιο περιβάλλον. Πόσοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἤλπιζαν, ὅταν ἦταν ἀκόμα μικροί, ὅτι κάτι θὰ ὑπάρχει γι’ αὐτούς στὴ ζωή. Ἀλλὰ ὄχι. Καμμιὰ συμπόνοια, καμμιὰ φιλία . Δέν ὑπῆρχε τίποτα. Κι ὅταν προσπάθησαν νὰ δεχθοῦν παρηγοριὰ καὶ στήριξη, δὲν ἔλαβαν κάτι. Κάθε φορά ποὺ πίστευαν ὅτι μποροῦσαν νὰ κάνουν κάτι τοὺς ἔλεγαν, «Μην προσπαθεῖς, δεν καταλαβαίνεις ὅτι εἶσαι ἀνίκανος γι’ αὐτό;» Καὶ ἔνοιωθαν ὅλο καὶ πιὸ μειονεκτικοί.

Πόσοι ἄνθρωποι ἦταν ἀνήμποροι νὰ ζήσουν, ἐπειδὴ ἦταν σωματικὰ ἀσθενεῖς, ὄχι ἐπαρκῶς δυνατοί. Ἀλλὰ βρέθηκε κάποιος νά τοὺς δώσει ἕνα χέρι βοηθείας; Βρῆκαν κάποιον νά τοὺς νοιώσει βαθειά, ὥστε νὰ βγεῖ ἀπο τὴν πορεία του γιά νὰ βοηθήσει; Καί πόσοι εἶναι τρομοκρατημένοι ἀπὸ τὴν ζωή τους και βιώνουν καταστάσεις βίας, φόβου, βαναυσότητας… Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ δὲν θὰ τοὺς εἶχαν πληγώσει, ἄν ὑπῆρχε κάποιος νά σταθεῖ δίπλα τους καὶ νὰ μὴν τοὺς ἐγκαταλείψει.

Ἑπομένως, ὅλοι μας, ἔχουμε γύρω μας ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται στὴν κατάσταση ποὺ βρισκόταν ὁ παραλυτικός. Ἄν ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας, θά δοῦμε ὅτι πολλοὶ ἀπό ἐμᾶς εἴμαστε ψυχικὰ παράλυτοι, ἀνίκανοι νὰ ἐκπληρώσουμε τὶς φιλοδοξίες τῶν ἀνθρώπων δίπλα μας· ἀνίκανοι γι’ αὐτὸ ποὺ λαχταροῦσαν νὰ εἶναι, ἀνίκανοι νὰ διακονήσουμε τοὺς ἄλλους μέ τὸν τρόπο ποὺ μιλάει ἡ καρδιά τους ἀνήμποροι νά κάνουμε ὁ,τιδήποτε γιὰ ὅ,τι προσδοκοῦσαν, γιατὶ ὁ φόβος, ἡ συντριβή ἔχει κυριαρχήσει στὴ ζωή τους.

Καί ὅλοι, ὅλοι μας εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιά τὸν καθένα. Εἴμαστε ἀμοιβαῖα ὑπεύθυνοι ὁ ἕνας γιά τὸν ἄλλο· γιατί ἄν κοιτάξουμε δεξιὰ ἤ ἀριστερά μας, πόσα ξέρουμε γιά τοὺς ἀνθρώπους ποὺ βρίσκονται δίπλα μας; Ξέρουμε πόσο εἶναι συντετριμμένοι; Πόσο πόνο ἔχουν στὴν καρδιά τους; Πόση ἀγωνία ὑπῆρξε στὴν ζωή τους; Πόσες χαμένες ἐλπίδες, πόσος φόβος κι ἀπόρριψη καὶ περιφρόνηση, ποὺ νά τοὺς ἔχουν κάνει νὰ περιφρονοῦν τοὺς ἑαυτούς τους, ἀνίκανους ἀκόμα καὶ γιὰ αὐτοσεβασμό- πόσο μᾶλλον νὰ ἔχουν τὸ κουράγιο νὰ κάνουν ἕνα βῆμα πρός τὴν θεραπεία, τὴν θεραπεία γιά τὴν ὁποία μιλᾶ τὸ εὐαγγέλιο σ’ αὐτὸ τὸ εδάφιο ;

Ἄς προβληματιστοῦμε. Ἄς κοιτάξουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κι ἄς ἀναρρωτηθοῦμε: Πόση ἀδυναμία κρύβει ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος; Πόσος πόνος ἔχει συσσωρευτεῖ στὴν καρδιά του; Πόσος φόβος γιὰ τὴ ζωή – ποὺ ζωὴ εἶναι ὁ πλησίον μου, οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή,- ἔχει κυριεύσει τήν ὕπαρξή μου;

Ἄς κοιτάξουμε τὸν ἄλλο μὲ κατανόηση, μὲ προσοχή. Ὁ Χριστὸς εἶναι ἐκεῖ. Μπορεῖ νά θεραπεύσει, ναί. Ἀλλά ἔχουμε εὐθύνη γιά τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, ὑπάρχουν τόσοι τρόποι μέ τοὺς ὁποίους μποροῦμε νά γίνουμε τά μάτια τοῦ Χριστοῦ ποὺ βλέπουν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη, τ’ αὐτιά Του ποὺ ἀκοῦν τὶς κραυγές, τὰ χέρια Του πού στηρίζουν καὶ θεραπεύουν ἤ ποὺ κάνουν δυνατή τὴ θεραπεία ἑνὸς ἀνθρώπου.

Ἄς κοιτάξουμε αὐτή τὴν παραβολὴ μὲ νέα ματιά· ὄχι μέ τὴν σκέψη ὅτι αὐτὸς ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος, πρὶν δύο χιλιάδες χρόνια ἦταν τόσο τυχερός ποὺ ὁ Χριστὸς ἔτυχε νὰ βρίσκεται κοντά του, γιὰ νὰ κάνει τελικὰ αὐτὸ ποὺ θὰ εἶχε κάνει ὁ πλησίον. Ἄς κοιτάξουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο κι ἄς ἔχουμε συμπόνια, ἐνεργὴ συμπόνια· ἐπίγνωση· ἀγάπη, ἄν μποροῦμε. Καί τότε αὐτὴ ἡ παραβολή, δὲν θά μᾶς ἔχει μιλήσει καὶ δὲν θὰ ἔχει σχετιστεῖ μάταια με τὴ ζωή μας. Ἀμήν.

Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

7.

Ὁμιλία εἰς τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

 

 

Στό χρυσωρυχεῖο οὔτε τήν πιό ἀσήμαντη φλέβα δέν θά δεχόταν νά περιφρονήση κανένας κι ἄς προξενῆ πολύν κόπο ἡ ἔρευνά της. Ἔτσι καί στίς θεῖες Γραφές δέν εἶναι χωρίς βλάβη νά προσπεράσης ἕνα γιῶτα ἤ μιά κεραία. Ὅλα πρέπει νά ἐξετάζωνται. Τό ἅγιο Πνεῦμα τά ἔχει πεῖ ὅλα καί τίποτα δέν εἶναι ἀνάξιο σ̉ αὐτές. Πρόσεξε λοιπόν τί λέει ὁ Εὐαγγελιστής κι ἐδῶ: Αὐτό πάλι ἦταν τό δεύτερο σημεῖο πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, πηγαίνοντας ἀπό τήν Ἰουδαία στήν Γαλιλαία. Καί δέν πρόσθεσε βέβαια ἔτσι ἁπλᾶ τή λέξη «δεύτερο», ἀλλά τονίζει ἀκόμα περισσότερο τό θαῦμα τῶν Σαμαρειτῶν. Δείχνει ὅτι, μόλο πού ἔγινε καί δεύτερο σημεῖο, δέν εἶχαν φτάσει ἀκόμα στό ὕψος ἐκείνων πού τίποτα δέν εἶδαν (τῶν Σαμαρειτῶν) αὐτοί πού ἔχουν δεῖ πολλά καί θαυμάσει.

Ὕστερ̉ ἀπ̉ αὐτά ἦταν ἑορτή τῶν Ἰουδαίων. Ποιά ἑορτή; Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, νομίζω, καί ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα. Συστηματικά τίς γιορτές βρίσκεται στήν πόλη. Ἀπ̉ τή μιά γιά νά φανῆ πώς ἑορτάζει μαζί τους, ἀπ̉ τήν ἄλλη γιά νά τραβήξη κοντά του τόν ἁπλό λαό. Γιατί αὐτές τίς μέρες γινόταν περισσότερη συρροή τῶν πιό ἁπλῶν. Ὑπάρχει στά Ἱεροσόλυμα ἡ προβατική κολυμβήθρα, Βηθεσδά μέ τό Ἑβραϊκό ὄνομά της, μέ πέντε στοές. Σ̉ αὐτές ἦσαν πεσμένοι ἄρρωστοι πλῆθος – κουτσοί, τυφλοί, ξηροί, πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ. Τί σημαίνει αὐτός ὁ τρόπος τῆς θεραπείας; Τίνος μυστηρίου κάνει ὑπαινιγμό; Αὐτά δέν ἔχουν γραφῆ ἁπλᾶ καί τυχαῖα ἀλλά εἰκονίζει καί ὑποτυπώνει ὅσα ἀνάγονται στό μέλλον. Μ̉ αὐτόν τόν τρόπο, τόν ὑπερβολικά παράξενο, ὅταν συνέβαινε ὁλότελα ἀπροσδόκητα, δέ θά κατάστρεφε μέσα στίς ψυχές τῶν πολλῶν τή δύναμη τῆς πίστης.

Ποιό εἶναι λοιπόν αὐτό πού εἰκονίζει; Σκόπευε νά δώση τό βάπτισμα πού ἔχει πολλή δύναμη καί μεγάλη χάρη.τό βάπτισμα πού ἀποπλύνει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ζωοποιεῖ τούς νεκρούς. Ὅπως λοιπόν σέ εἰκόνα, προδιαγράφονται αὐτά στήν κολυμβήθρα καί σέ πολλά ἄλλα. Καί πρῶτα ἔδωσε τό νερό πού βγάζει τά στίγματα τῶν σωμάτων καί πού δέν εἶναι μιάσματα ἀλλά φαίνονται, ὅπως τά μολύσματα ἀπό κηδεῖες, ἀπό λέπρα καί ἄλλα τέτοια. Καί πολλές ἄλλες θεραπεῖες στήν Παλαιά Διαθήκη θά μποροῦσε κανείς νά δῆ πού πραγματοποιήθησαν μέ νερό, γι̉ αὐτό τό λόγο. Ἀλλά ἄς μποῦμε στό θέμα μας. Πρῶτα λοιπόν ὅπως εἶπα πρωτύτερα, μολυσμούς σωματικούς κι ἔπειτα διάφορες ἄλλες ἀσθένειες κάνει νά θεραπεύωνται μέ νερό. Γιατί θέλοντας ὁ Θεός νά μᾶς ὁδηγήση κοντύτερα στή δωρεά τοῦ βαπτίσματος δέν θεραπεύει τούς μολυσμούς μονάχα ἀλλά καί ἀσθένειες. Γιατί οἱ πλησιέστερες πρός τήν ἀλήθεια εἰκόνες καί σχετικά μέ τό βάπτισμα καί τό πάθος καί τά ἄλλα ἦσαν καθαρώτερες ἀπό τίς παλαιότερες. Γιατί ὅπως οἱ κοντινοί τοῦ βασιλιᾶ δορυφόροι εἶναι λαμπρότεροι ἀπό τούς πιό μακρινούς, ἔτσι γίνεται καί σχετικά μέ τούς τύπους.

Κι ὁ ἄγγελος καταβαίνοντας ἀνατάραζε τό νερό καί τοῦ ἔδινε θεραπευτική δύναμη, γιά νά μάθουν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι πολύ περισσότερο ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων μπορεῖ νά θεραπεύση ὅλα τά νοσήματα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά ὅπως ἐδῶ ἡ θεραπευτική δύναμη δέν ἦταν φυσική ἰδιότητα τοῦ νεροῦ, γιατί τότε θά ἐκδηλωνόταν ἀδιάλειπτα, ἀλλά παρουσιαζόταν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἀγγέλου, ἔτσι καί πάνω σ̉ ἐμᾶς δέν ἐνεργεῖ ἁπλᾶ τό νερό ἀλλά ὅταν δεχτῆ τή χάρη τοῦ Πνεύματος τότε διαλύει ὅλες τίς ἁμαρτίες. Γύρω ἀπ̉ αὐτή τήν κολυμβήθρα κοίτονταν ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄρρωστοι τυφλοί, κουτσοί, λεπροί πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ καί τότε ἡ ἀσθένεια γινόταν ἐμπόδιο σ̉ ἐκεῖνον πού ἤθελε νά θεραπευτῆ. Μά τώρα εἶναι κύριος ὁ καθένας νά προσέλθη. Γιατί δέν ἀναταράζει κάποιος ἄγγελος ἀλλά εἶναι τῶν πάντων ὁ Κύριος αὐτός πού τά ἐκτελεῖ ὅλα καί δέν εἶναι δυνατό νά πῆ ὁ ἀσθενής«μόλις πάω νά κατεβῶ, ἄλλος κατεβαίνει πρίν ἀπό μένα». Ἀλλά, κι ἄν ἔρθη ὅλη ἡ οἰκουμένη, ἡ χάρη δέν ξοδεύεται, οὔτε ἡ ἐνέργεια δαπανᾶται ἀλλά ἴδια καί ἀπαράλλακτη μένει ὅπως πρῶτα. Κι ὅπως οἱ ἡλιακές ἀκτῖνες καθημερινά δίνουν τό φῶς τους καί δέν δαπανῶνται οὔτε λιγοστεύει ἡ λάμψη τους ἀπό τήν ἄφθονη παροχή των, ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἡ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, δέν ἐλαττώνεται μ̉ ὅλο τό πλῆθος πού τήν ἀπολαμβάνει.

Αὐτό συνέβαινε, μέ τό σκοπό ἐκεῖνοι πού ἔμαθαν ὅτι εἶναι δυνατό μέ τό νερό νά θεραπευτοῦν πολλά σωματικά νοσήματα καί ἀσκήθηκαν στή γνώση αὐτή πολύν καιρό, νά πιστέψουν εὔκολα ὅτι μπορεῖ νά θεραπεύση καί νοσήματα τῆς ψυχῆς. Καί γιατί τέλος πάντων ὁ Ἰησοῦς ἄφησε ὅλους τούς ἄλλους καί ἦρθε σ̉ αὐτόν, πού εἶχε τριάντα ὀχτώ χρόνια καί γιατί τόν ρώτησε ἄν θέλη νά γίνη ὑγιής. Ὄχι γιά νά μάθη, αὐτό ἦταν περιττό, ἀλλά γιά νά δείξη τήν ὑπομονή τοῦ παραλυτικοῦ καί γιά να καταλάβωμε ὅτι γι̉ αὐτό ἄφησε τούς ἄλλους καί πῆγε σ̉ αὐτόν. Κι ὁ ἀσθενής τοῦ ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε:«Κύριε δέν ἔχω κάποιον νά μέ βάλη στήν κολυμβήθρα, ὅταν ταραχθῆ τό νερό. Κι ἐνῶ πηγαίνω ἐγώ, κατεβαίνει ἄλλος πρίν ἀπό μένα». Γι̉ αὐτό ρώτησε, ἄν θέλη νά γίνη γερός. Γιά νά πληροφορηθοῦμε αὐτά τά πράγματα. Δέν τοῦ εἶπε θέλεις νά σέ κάμω καλά; – Γιατί δέν φανταζόταν ἀκόμα τίποτα σπουδαῖο γι̉ αὐτόν – ἀλλά θέλεις νά γίνης καλά; Ξαφνιάζεται ὁ καρτερικός παράλυτος. Ἔχοντας τριάντα ὀχτώ ἔτη τήν ἀσθένεια καί κάθε χρόνο ἐλπίζοντας ὅτι θά γλύτωνε ἀπ̉ αὐτή, ἔμενε μόνιμα ἐκεῖ καί δέν ἀπομακρυνόταν. Χωρίς τήν καρτερία του ἄν ὄχι τά περασμένα, δέν θά ἦσαν ἱκανά τά μέλλοντα νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό κεῖ;

Σκέψου σέ παρακαλῶ πῶς ἦταν φυσικό καί οἱ ἄλλοι ἄρρωστοι νά εἶναι ἥσυχοι. Γιατί μήτε ἡ ὥρα δέν ἦταν φανερή πού ταραζόταν τό νερό. Καί στό κάτω-κάτω οἱ κουτσοί καί οἱ κουλλοί μποροῦσαν νά παρατηρήσουν. Οἱ τυφλοί ὅμως πού δέν ἔβλεπαν; Ἴσως τό καταλάβαιναν ἀπό τό θόρυβο. Ἄς νιώσωμε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ντροπή καί ἄς στενάξωμε γιά τήν πολλή ἀδιαφορία μας. Τριάντα ὀχτώ χρόνια ἔμεινε στό ἴδιο μέρος ἐκεῖνος καί, μ̉ ὅλο πού δέν πετύχαινε ὅ,τι ἤθελε, δέν ἀπομακρυνόταν. Καί δέν πετύχαινε ὄχι ἀπό ἀδιαφορία δική του ἀλλά γιατί τόν ἐμπόδιζαν καί τόν παραμέριζαν οἱ ἄλλοι. Καί ὅμως δέν ἀπογοητευόταν. Ἐμεῖς ὅμως δέκα ἡμέρες, ἄν μείνωμε κάπου καί παρακαλέσωμε γιά κάτι χωρίς νά πετύχουμε στό τέλος βαρυόμαστε νά δείξωμε τόν ἴδιο ζῆλο. Καί στούς ἀνθρώπους κάποτε μένουμε κοντά τόσο διάστημα ὑποφέροντες τίς ταλαιπωρίες τῆς ἐκστρατείας καί ἐκτελώντας ἐργασίες δουλοπρεπεῖς, χωρίς νά ἐκπληρώνεται πολλές φορές ἡ ἐλπίδα μας. Στόν Κύριο ὅμως τό δικό μας, ὅπου θά πάρωμε ὁπωσδήποτε μεγαλύτερη ἀπό τούς κόπους μας ἀμοιβή – ἡ ἐλπίδα, γράφει, δέν ἀπογοητεύει – δέν θέλομε νά μείνωμε κοντά του μέ τό ζῆλο πού πρέπει.

Πόση τιμωρία ἁρμόζει σ̉ αὐτή τή στάση; Ἀκόμη κι ἄν δέν ἦταν δυνατό νά πάρουμε τίποτα, αὐτή τήν ἀδιάκοπη συνομιλία μαζί του δέν ἔπρεπε νά τήν θεωροῦμε ἄξια ἄπειρων ἀγαθῶν; Ἀλλά εἶναι κουραστική ἡ ἀδιάκοπη προσευχή; Ἀλλά καί ποιά ἀρετή δέν εἶναι κοπιαστική; Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀπορία: ὅτι μαζί μέ τήν κακία κληρώθηκε ἡ εὐχαρίστηση, ἐνῶ μέ τήν ἀρετή ὁ πόνος. Πολλοί ἀναζητοῦν τήν αἰτία. Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός ἀπ̉ τήν ἀρχή ζωή ἐλεύθερη ἀπό φροντίδες καί κόπους. Ἡ ἀργία ὡδήγησε στή διαστροφή καί χάσαμε τόν παράδεισο. Γι̉ αὐτό ἔκαμε ἐπίπονη τή ζωή μας, σάν νά δικαιολογοῦνταν στό γένος τῶν ἀνθρώπων λέγοντας.σᾶς ἔβαλα μέσα στήν τρυφή, ἀλλά ἡ ἀπιστία σᾶς ἔκαμε χειρότερους. Γι̉ αὐτό διέταξα νά δοκιμάζετε τόν πόνο καί τόν ἱδρῶτα. Ἐπειδή ὅμως οὔτε αὐτός ὁ πόνος δέν συγκράτησε τόν ἄνθρωπο, μᾶς ἔδωσε νόμο μέ πολλές ἐντολές βάζοντάς μας, ὅπως στό δύσκολο ἄλογο, δεσμά καί χαλινάρια. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀλογοδαμαστές. Γι̉ αὐτό εἶναι ἐπίπονη ἡ ζωή μας. Ἡ ζωή ἡ χωρίς κόπο συνήθως διαφθείρει. Ἡ φύση μας δέν δέχεται τήν ἀργία, εὔκολα κλίνει στήν κακία. Ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κόπους ὁ φρόνιμος καί ἐνάρετος γενικά, ἀλλά ἐπιτυγχάνουν τό κάθε τι ἀκόμα καί κοιμισμένοι. Τήν ἄνεση πού θά προέκυπτε ποῦ θά τή χρησιμοποιούσαμε; Ὄχι στήν ἀνοησία καί τήν ὑπερηφάνεια;

Ἀλλά γιατί ἔχει συζευχθῆ μέ τήν κακία πολλή εὐχαρίστηση καί μέ τήν ἀρετή πολύς κόπος καί ἱδρῶτας; Καί τί χάρη θά εἶχε καί τί μισθό θά ἔπαιρνε, ἄν τό πρᾶγμα δέν ἦταν κοπιαστικό; Ἔχω νά σᾶς δείξω πολλούς πού ἀποστρέφονται ἐκ φύσεως τό γάμο καί τόν ἀποφεύγουν μέ σιχαμάρα. Αὐτούς θά τούς ποῦμε φρόνιμους καί θά τούς στεφανώσωμε καί θά τούς ἀνακηρύξωμε πανηγυρικά; καθόλου. Γιατί ἡ σωφροσύνη εἶναι ἐγκράτεια καί ὑπερίσχυση πάνω στίς ἡδονές ὕστερα ἀπό μάχη. Καί τά πολεμικά τρόπαια εἶναι λαμπρότερα, ὅταν οἱ ἀγῶνες εἶναι σκληροί, ὄχι ὅταν οἱ ἀντίπαλοι δέν ἀντιστέκονται. Εἶναι πολλοί νωθροί ἀπό τή φύση. Αὐτούς δέ θά τούς ποῦμε ἐνάρετους.

Γιαυτό ὁ Χριστός ἀναφέροντας τρεῖς τρόπους εὐνουχισμοῦ τούς δύο τούς ἀφήνει ἀβράβευτους καί τόν ἕναν μόνο βραβεύει μέ τή βασιλεία. Σᾶς λέω καί γιατί χρειάζεται ἡ κακία. Ποιός ἄλλος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς κακίας ἀπό τή θεληματική ἀδιαφορία; Κι οἱ ἀγαθοί ἔπρεπε νά εἶναι μόνοι. Ποιό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀγαθοῦ, ἡ νηφαλιότητα καί ἡ ἀγρυπνία ἤ ὁ ὕπνος καί τό ροχαλητό; Καί γιατί φαινόταν γιά ἀγαθό τό νά ἐπιτυγχάνης χωρίς κόπο; Φέρνεις ἐνστάσεις πού θά ἔφεραν ζωντανά καί λαίμαργοι καί ἄνθρωποι πού νομίζουν Θεό τήν κοιλιά τους. Ἀποκρίσου μου ὅτι αὐτοί εἶναι λόγοι ἀδιαφορίας. Ἄν ὑπάρχη βασιλέας καί στρατηγός, κι ἐνῶ ὁ βασιλιάς κοιμᾶται καί μεθᾶ, ὁ στρατηγός μέ ταλαιπωρίες τήν ἕκτη ὥρα στήνει τά τρόπαια, σέ ποιόν θά ἀπέδιδες τήν νίκη; Καί ποιός χάρηκε τή χαρά τῆς νίκης;

Βλέπεις ὅτι ἡ ψυχή κλίνει σ̉ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖον κοπίασε; Γι̉ αὐτό καί τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς τή συνώδεψε μέ κόπους, ἐπειδή ἤθελε νά ἐξοικειώση τήν ψυχή μ̉ αὐτή. Γι̉ αὐτό τήν ἀρετή κι ἄν ἀκόμα δέν τήν πραγματοποιήσωμε τή θαυμάζομε, ἐνῶ τήν κακία μ̉ ὅλη τή γλυκύτητα τήν καταδικάζομε. Κι ἄν ἐρωτήσης, γιατί δέ θαυμάζομε πιό πολύ τούς ἐκ φύσεως ἀγαθούς ἀπό ἐκείνους πού εἶναι ἀγαθοί μέ τήν θέλησή τους; Ἐπειδή εἶναι δίκαιο νά προτιμᾶται αὐτός πού κοπιάζει. Καί γιά πιό λόγο τώρα κοπιάζομε; Ἐπειδή τήν ἔλλειψη τοῦ κόπου δέν τήν ἐκρατήσαμε ὅπως ἔπρεπε. Κι ἄν τό καλοεξετάση κανένας, ἡ ἀργία πάντα μᾶς ἔβλαψε καί δημιούγησε πολύν κόπον. Κι ἄν θέλης, ἄς κλείσουμε κάποιον σ̉ ἕνα σπίτι κι ἄς ἱκανοποιοῦμε μόνο τή λαιμαργία του, χωρίς νά τόν ἀφήνουμε οὔτε νά βαδίζη οὔτε στήν ἐργασία νά τόν βγάζουμε. Ἀλλά ἄς χαίρεται τό φαγητό καί τόν ὕπνον καί ἄς γλεντᾶ ἀδιάκοπα. Ὑπάρχει ἀθλιώτερη ζωή ἀπ̉ αὐτήν; Εἶναι ἄλλο ὅμως νά ἐργάζεσαι καί ἄλλο νά κοπιάζης. Ἦταν στό χέρι μας τότε νά ἐργαζώμαστε χωρίς κόπους. Μά εἶναι δυνατό; Βέβαια εἶναι, κι αὐτό θέλησε ὁ Θεός, ἀλλά δέν τό ἐβαστάξαμε ἐμεῖς. Γι̉ αὐτό μᾶς ἔβαλε νά καλλιεργοῦμε τόν Παράδεισο, ὁρίζοντάς μας τήν ἐργασία χωρίς νά ἀναμείξη τόν κόπο. Γιατί βέβαια ἄν ὁ ἄνθρωπος κοπίαζε ἀπό τήν ἀρχή δέν θά πρόσθετε ἔπειτα τόν κόπο σάν τιμωρία. Γιατί εἶναι δυνατόν νά ἐργάζεται κανείς καί νά μήν κοπιάζει, ὅπως οἱ ἄγγελοι.

Γιά νά πεισθῆτε ὅτι ἐργάζονται, ἀκοῦστε τί λέγει: Μποροῦν μέ τή δύναμή τους νά ἐκτελέσουν τό λόγο του. Τώρα ἡ ἔλλειψη τῆς δυνάμεως προξενεῖ πολλή κούραση.τότε ὅμως αὐτό δέ γινόταν. Αὐτός πού μπῆκε στήν περίοδο τῆς ἀναπαύσεώς του, ἀναπαύθηκε λέει, ἀπό τά ἔργα του, ὅπως ἀπό τά δικά του ὁ Θεός. Ἐδῶ δέν ἐννοεῖ ἀργία ἀλλά ἔλλειψη κόπου. Γιατί ὁ Θεός καί τώρα ἀκόμη ἐργάζεται καθώς λέγει ὁ Χριστός.Ὁ πατέρας μου ὡς τώρα ἐργάζεται κι ἐργάζομαι κι ἐγώ. Γι̉ αὐτό συμβουλεύω ἀφοῦ ἐγκαταλείψεται κάθε ἀδιαφορία νά ζηλέψετε τήν ἀρετή. Γιατί ἡ εὐχαρίστηση τῆς κακίας εἶναι σύντομη ἐνῶ ἡ λύπη παντοτινή.τῆς ἀρετῆς ἀντίθετα, ἀγέραστη εἶναι ἡ χαρά καί πρόσκαιρος ὁ κόπος. Ἡ ἀρετή ξεκουράζει τόν ἐργάτη της καί πρίν ἀπό τή βράβευσή του, συντηρῶντας τον μέ τίς ἐλπίδες, ἐνῶ ἡ κακία τιμωρεῖ τόν δικό της ἐργάτη, πιέζοντας τή συνείδηση καί τρομοκρατῶντας την καί προδιαθέτοντας σέ ὑποψία ἐναντίον ὅλων. Κι αὐτά βέβαια ἀπό πόσους κόπους καί ἱδρῶτες εἶναι χειρότερα.

Κι ἄν στή θέση τους ὑπῆρχε μόνο εὐχαρίστηση, τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό τήν εὐχαρίστηση αὐτή; Τήν ἴδια ὥρα φανερώνεται καί μαραμένη χάνεται καί φεύγει πρίν τήν πιάση κανένας, κι ἄν πῆς τήν ἀπόλαυση τῶν σωμάτων ἤ τοῦ γλεντιοῦ ἤ τῶν χρημάτων.δέν παύουν νά γερνοῦν καθημερινά. Κι ὅταν ἡ ἡδονή συνεπάγεται κόλαση καί τιμωρία, ποιός θά ἦταν πιό ἀξιολύπητος ἀπό αὐτούς πού τήνἐπιδιώκουν;

Ἄς τά ξέρωμε αὐτά κι ἄς ὑποφέρωμε τά πάντα γιά χάρη τῆς ἀρετῆς. Γιατί ἔτσι θά χαροῦμε καί τήν ἀληθινή ἀπόλαυση μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζί μ̉ ἐκεῖνον καί στόν Πατέρα καί στό ἅγιο Πνεῦμα ἄς εἶναι ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.