Δορμπαράκης Γεώργιος, Πρωτοπρεσβύτερος.

«Ὁ ὅσιος Παΐσιος ἔβλεπε τὰ ἄρρωστα κλαδιὰ στὰ δένδρα καὶ ἀμέσως ἐνδιαφερόταν νὰ τὰ κόψει γιὰ νὰ μὴν κολλήσουν τὰ ὑπόλοιπα. Μόλις χτυποῦσε μιὰ πόρτα ἢ ἕνα παράθυρο, πήγαινε ἐκεῖ ὁ νοῦς του καὶ φρόντιζε νὰ μὴ σπάσουν, νὰ μὴ γίνει κάποια ζημιά. Θεωροῦσε ὅτι ὅποιος σκέφτεται καὶ πονάει γιὰ τὰ δημιουργήματα, σκέφτεται πολὺ περισσότερο τὸν Δημιουργό τους! Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν συμπεριφέρεται μὲ εὐγενῆ τρόπο πρὸς τὴ φύση, δὲν θὰ μπορέσει νὰ συντονιστεῖ μὲ τὸν Θεὸ» (Γ. Φουκαδάκη, Ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ ἁγιορείτης, Ἡ ζωὴ καὶ τὸ ἔργο του).

Δὲν πρόκειται γιὰ μία «ἰδιοτροπία» ἢ μία «εὐαισθησία» τοῦ μεγάλου συγχρόνου ὁσίου Παϊσίου του ἁγιορείτου. Ἡ στάση μας ἔναντι τῆς φύσεως, τῶν ζώων ἀλλὰ καὶ τῶν φυτῶν καὶ τῶν δένδρων, ἀποκαλύπτει τὴν ποιότητα τῆς σχέσεώς μας μὲ τὸν Θεό! Καὶ δὲν προχωροῦμε στὰ «ὑψηλότερα» ἐπίπεδα: τὴ στάση μας ἔναντι τῶν συνανθρώπων μας, τῶν κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ δημιουργημένων – ἐκεῖ βρισκόμαστε μπροστὰ στὸν ἴδιον τὸν «Θεό»! Λοιπόν, ἡ στάση μας ἀπέναντι στὴ φύση δείχνει ἂν εἴμαστε ἄθεοι ἢ ὄχι. Πῶς αὐτό; Δὲν ἀκούγεται ὑπερβολικό; Καθόλου! Ἂν δὲν μποροῦμε νὰ δοῦμε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ καὶ στὰ μικρότερα δημιουργήματά Του, αὐτὰ ποὺ βρίσκονται μπροστὰ κυριολεκτικὰ στὰ μάτια μας, πῶς θὰ μπορέσουμε νὰ ποῦμε πὼς βλέπουμε τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι πέραν τῶν σωματικῶν μας αἰσθήσεων, ἐκεῖ ποὺ ἀπαιτεῖται ἡ πιὸ μεγάλη ἔνταση γιὰ ἐνεργοποίηση τῆς νοερᾶς αἰσθήσεως ποὺ καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἱκανὸ νὰ «βλέπει» τὸν Θεό;

Τί μᾶς ἀποκαλύπτει ἡ Ἁγία Γραφή; Ὅτι ὁ κόσμος ὅλος, πνευματικὸς καὶ ὑλικός, εἶναι δημιούργημα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ ποὺ φανέρωσε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἔτσι ξεκινάει καὶ ὅλη ἡ Γραφή: «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Καὶ ὁ ἀποκαλυπτικὸς λόγος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ συνεχίζει: «Πάντα δι’ Αὐτοῦ (τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Χριστοῦ) ἐγένετο καὶ χωρὶς Αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἐν ῷ γέγονε». Κάθε τί στὴ δημιουργία εἶναι σφραγισμένο ἀπὸ τὸν Κύριο, ποὺ σημαίνει κάθε τί ἀποτυπώνει τὴν ἀγάπη Του καὶ Ἐκείνου τὴν ἐνέργεια διαλαλεῖ μὲ τρόπο ποὺ ἀδυνατοῦμε οἱ πολλοὶ νὰ ἐπισημάνουμε. «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες αὐτὴν» θὰ ἐξαγγείλει καὶ ἀλλοῦ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Κι ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐρχόμενος στὴν Ἀθήνα τὸ πρῶτο ποὺ θέλησε νὰ πεῖ ὡς μαρτυρία γιὰ τὸν Θεὸ στὸν Ἄρειο Πάγο, στοὺς συγκεντρωμένους Ἀθηναίους, ἦταν πάλι ἀκριβῶς τὸ ἴδιο: «Ὁ Θεὸς ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ ὅλα ὅσα βρίσκονται σ’ αὐτόν, εἶναι ὁ Κύριος τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς… Αὐτὸς δίνει ζωὴ καὶ πνοὴ καὶ τὰ πάντα σὲ ὅλα… καὶ μπορεῖ κανεὶς νὰ Τὸν ψηλαφήσει καὶ νὰ τὸν εὕρει, ἂν καὶ δὲν εἶναι μακριὰ ἀπὸ κανέναν. Γιατί μέσα σ’ Αὐτὸν ζοῦμε καὶ κινούμαστε καὶ ὑπάρχουμε».

Ὁπότε, ἕνας πιστὸς ποὺ διαθέτει κι ἕνα ἐλάχιστο στοιχεῖο πίστεως, «ὡς κόκκον σινάπεως», ἔχει τὰ μάτια νὰ δεῖ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ὅπως εἴπαμε στὸ κάθε τί τῆς δημιουργίας, ἡ ὁποία ἀκριβῶς διακρατεῖται καὶ ὑφίσταται ἀπὸ Ἐκεῖνον. Βλέπεις μία γάτα γιὰ παράδειγμα; Μὴ βλέπεις μόνο τὴ γάτα. Ὕψωσε τὸ νοερὸ βλέμμα σου σ’ Ἐκεῖνον ποὺ τὴν κάνει νὰ ὑπάρχει γιὰ ἕναν σκοπὸ ποὺ ἐσὺ μὲν δὲν γνωρίζεις, γνωρίζει ὅμως πολὺ καλὰ ὁ Ἴδιος. Τὸ ἴδιο σὲ ἕναν σκύλο, στὸ ὁποιοδήποτε ζῶο, στὸ παραμικρότερο χορταράκι. Γι’ αὐτὸ τὸ χορταράκι τὸ ταπεινὸ καὶ μηδαμινὸ εἶπε ὁ Κύριος τὰ συγκλονιστικὰ λόγια ποὺ φανερώνουν τὴν Πρόνοιά Του: «Ἂν ὁ Θεὸς φροντίζει καὶ τὸ παραμικρότερο χορταράκι τοῦ ἀγροῦ, ποὺ σήμερα ὑπάρχει καὶ αὔριο τὸ βάζουν στὸν φοῦρνο γιὰ προσάναμμα, πόσο περισσότερο θὰ φροντίσει καὶ ἐσᾶς, ὀλιγόπιστοι;»

Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ὑπάρχει ἅγιος, τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος δηλαδή, ποὺ νὰ μὴ σέβεται τὴ δημιουργία τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴ τὴ φροντίζει, νὰ μὴν «πάσχει» θὰ λέγαμε ὅταν διαπιστώνει τραύματα πάνω της. Νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν ἅγιο Ἀμφιλόχιο τῆς Πάτμου ποὺ χαρακτήριζε ὡς «γιό» του ἕνα πεῦκο – ὅταν τὸν ἄγγιζε ἦταν σὰν νὰ ψηλαφοῦσε τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ – ὅπως καὶ τὸν ἀγῶνα του νὰ φυτευτοῦν δέντρα παντοῦ στὴν Πάτμο, τὰ «ἀμφιλοχάκια» ὅπως τὰ ὀνόμαζαν. Λοιπόν, ἡ εὐγένεια, γιὰ νὰ ἐπανέλθουμε, τοῦ ἁγίου Παϊσίου πρὸς τὴ φύση δὲν ἦταν οὔτε ἰδιοτροπία οὔτε ἁπλὴ εὐαισθησία δική του. Ἀποκάλυπτε τὸ ἦθος τοῦ ἁγίου ἀνθρώπου, ποὺ ἔχει ἀνοιχτὰ τὰ μάτια του γιὰ νὰ βλέπει παντοῦ καὶ πάντοτε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Κι εἶναι αὐτὸ ποὺ δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφεύγει: ἂν ἀδιάκοπα δὲν βρισκόμαστε σ’ αὐτὴν τὴ θέαση τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ, ἂν αὐτὸ δὲν συνιστᾶ τὴν προτεραιότητά μας, κατὰ τὸν γραφικὸ λόγο πάλι: «οἱ ὀφθαλμοὶ μου διὰ παντὸς πρὸς τὸν Κύριον», ποὺ θὰ πεῖ πρώτιστα στὰ δημιουργήματά Του, τότε εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ δεχτεῖ κανεὶς ὅτι εἴμαστε ἀληθινὰ πιστοὶ Του καὶ κυρίως ἰσορροπημένοι ὡς ἄνθρωποι. Ἰσορροπημένος πνευματικὰ ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ ζεῖ τὴν πραγματικότητα ποὺ ἔφερε χαρισματικὰ ὁ Κύριος: νὰ εἶναι συνδεδεμένος ὡς μέλος Χριστοῦ μὲ Ἐκεῖνον, γι’ αὐτὸ καὶ νὰ μπορεῖ νὰ βλέπει το φῶς Του σὲ ὅ,τι εἶναι δικὸ Του καὶ Τοῦ ἀνήκει.

Κι ἔτσι νὰ τονίσουμε τὸ αὐτονόητο: δὲν ὑπάρχει ἀγάπη πρὸς τὴ φύση, εἴτε εἶναι ζῶο εἴτε εἶναι φυτὸ καὶ δένδρο, ἂν δὲν ὑπάρχει πρῶτα ἀπὸ ὅλα ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο. Λὲς πὼς ἀγαπᾶς τὴ φύση, κάτι ποὺ ἀνήκει στὸν Θεὸ δηλαδή, καὶ δὲν ἀγαπᾶς ἐκεῖνον ποὺ συνιστᾶ μιὰ «ἐπανάληψη» τοῦ Θεοῦ, τὸν συνάνθρωπο; Δὲν γίνεται. Ὑπάρχει τεράστιο ψέμα καὶ ὑποκρισία ἐδῶ. Στὴν πραγματικότητα εἶναι κρυμμένος ἕνας ἄδηλος ἐγωισμὸς ποὺ σὲ δεδομένη στιγμὴ θὰ ἐκφραστεῖ ὡς ἐχθρότητα ἀπέναντι καὶ στὰ φυτὰ καὶ στὰ ζῶα. Εἶναι κάτι παρόμοιο μὲ αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος καὶ πάλι στὴν Α’ καθολική ἐπιστολή του: «Αὐτὸς ποὺ δὲν ἀγαπάει τὸν ἀδελφό του ποὺ τὸν βλέπει μὲ τὰ μάτια του, πῶς θὰ ἀγαπάει τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ἀόρατος;» Ἡ ἀγάπη δηλαδὴ πρὸς τὸν συνάνθρωπο ἀποκαλύπτει τὴν ὑπάρχουσα ἢ ὄχι ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Ὅπως καὶ ἡ ἀγάπη καὶ πάλι πρὸς τὸν συνάνθρωπο ἀποκαλύπτει τὴν ὑπάρχουσα ἢ ὄχι ἀγάπη καὶ πρὸς τὴν ὑπόλοιπη δημιουργία – Θεὸς καὶ δημιουργία τοῦ Θεοῦ πᾶνε μαζί, ὅ,τι ἔλεγε καὶ ὁ ἅγιος στὸ παραπάνω ἀπόσπασμα: «Δὲν συμπεριφέρεσαι μὲ εὐγενῆ τρόπο πρὸς τὴ φύση, δὲν θὰ μπορέσεις νὰ συντονιστεῖς μὲ τὸν Θεό». Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση πρὸ ὀλίγου καιροῦ, σὲ μία σπουδαία τηλεοπτικὴ ἐκπομπή («Πλάνα μὲ οὐρά»), ποὺ ἐπιμελεῖται ἡ σεμνὴ καὶ καλὴ δημοσιογράφος Τ. Ἐπτ., ὅτι κάποια φιλόζωη κυρία ποὺ συνομιλοῦσε μὲ τὴν ὑπεύθυνη δημοσιογράφο, ἐπεσήμανε ἀκριβῶς αὐτὴν τὴν ἀλήθεια: «δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπᾶς τὰ ζῶα, ἂν δὲν ἀγαπᾶς ταυτόχρονα καὶ τοὺς ἀνθρώπους». Λοιπόν, ἡ καθημερινότητά μας σὲ ὅλες τὶς διαστάσεις καὶ τὶς παραμέτρους της φανερώνει τὸ ποιόν της χριστιανικότητάς μας. Ἀκόμα κι ἀπέναντι σ’ ἕνα πουλάκι καὶ σ’ ἕνα φυλλαράκι!