«Δύο είναι τα μεγάλα πάθη των ανθρώπων σήμερα. Η σάρκα και το χρήμα.
Τα σαρκικά τους κατεβάζουν πιο χαμηλά από τα ζώα. Τους κάνουν κόπρανα, λάσπη, βρωμιά, μαυρόπηλα με γλίτσα γεμάτη σκουλήκια, πώς να το περιγράψω δεν ξέρω…
Το χρήμα όμως, τους κάνει σκληρούς σαν το ατσάλι. Ένας έκφυλος είναι πιο εύκολο να μετανοήσει. Νοιώθει κάποτε την βρώμα, την αηδία των πράξεών του, την παραμόρφωση, τις πληγές που βασανίζουν την ψυχή του και αποφασίζει και καθαρίζει το χοιροστάσιο. Κάνει απολύμανση στο στάβλο της ζωής του. Πώς; Με τον ποταμό των δακρύων της μετανοίας του… Λίγο καυτό δάκρυ σκοτώνει όλα τα μικρόβια της αμαρτίας, εξομολόγηση μετά και επουλώνει πλήρως η πληγή, λίγος αγώνας έπειτα και σβήνουν και οι κακές εικόνες από το νου! Όλα γίνονται λαμπίκος! Μη με παρεξηγήσετε που θα πω, πως υπήρξαν πόρνες που και τί δεν είχαν κάνει πάνω στο κορμί τους…Όμως, μπροστά στον ανθρώπινο πόνο λύγιζαν…Έδιδαν τα υλικά που κέρδιζαν για να φάνε πεινασμένα παιδιά την κατοχή στην Αθήνα! Ο Θεός τους το μέτρησε πολύ αυτό… Κάποιες πήραν Χάρη από αυτήν τους την γενναιοδωρία, έκλαψαν και μετανόησαν…
Οι λεφτάδες όμως, δεν συγκινούνται ακόμη και τον γείτονά τους να δουν πως χαροπαλεύει μπροστά τους! Και τον συγγενή τους πολλές φορές. Πόσο μάλλον τον ξένο. Τον άγνωστο… Η κοπριά καθαρίζει με νερό σαν τους στάβλους του Αυγεία, μα το ατσάλι δεν ραγίζει, δεν σπάει με τίποτα όσα χτυπήματα και να του δώσεις…Και με τη βαριοπούλα που λέει ο λόγος να το χτυπάς, τίποτα δεν παθαίνει. Ούτε ένα ψιχαλάκι δεν ραγίζει, δεν μαλακώνει… Έτσι και κάθε φιλάργυρος γίνεται ολοένα και πιο σκληρός. Ούτε τα χτυπήματα της ζωής τον συνετίζουν… Όλα χρήμα τα βλέπει. Μένει μόνος, δεν χαίρεται τίποτα, ζει την κόλαση από αυτή την ζωή, τα βάζει εύκολα και με τον ίδιο τον Θεό, όταν στραβώσει κάτι και δεν πάνε καλά τα λεφτά του! Πώς να ζήσει παράδεισο, αφού ο παράδεισος είναι η πίστη και αφοσίωση στο Θεό και η αγάπη, ο καλός λογισμός για τους άλλους ανθρώπους, η θυσία για τους άλλους; Κόλαση είναι η αποτυχία της αγάπης! Της πραγματικής αγάπης!»