ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΝΤΙΠΑΣ ΤΗΣ ΠΑΤΜΟΥ.
Ἐορτάζει ἠ Πάτμος καί ὅλη ἡ Ἐλλάδα τό ἀγαπημένο καί Ἅγιο τέκνο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ..Στίς 19 Σεπτεμβρίου τιμοῦμε τήν ἀνακομιδή τῶν λειψάνων τοῦ Ἀγίου Γέροντά μας Ἀμφιλοχίου
Μέ ἀφορμή τήν χαρμόσυνο αὐτή ἡμέρα θά ἀνατρέξουμε σέ ἔνα ἐξαίρετο κείμενο. Στό κείμενο τοῦ Γέροντα Ἀντίπα Νικηταρᾶ , Γέροντα τοῦ Ἠσυχαστηρίου τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Λουκακίων Πάτμου. Μιά κατάθεση ψυχῆς γιά τόν ἀγαπημένο του Ἅγιο Ἀμφιλόχιο.
ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΨΥΧΗΣ.
Οἰκονόμησε ὁ Κύριος κατὰ τὰ παιδικά μου χρόνια νὰ γνωρίσω τὸν μεγάλο Ἅγιο Γέροντά μας καὶ νὰ δεθῶ μαζί του μὲ ἀκατάλυτους πνευματικοὺς δεσμοὺς ἀγάπης. Ἡ μητέρα μου Εἰρήνη ἐξομολογεῖτο στὸν Ἅγιο ἀπὸ μαθήτρια τοῦ Δημοτικοῦ ἕως καὶ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή Του.
Θυμόταν ὅλες σχεδὸν τὶς συμβουλές, τὶς ἐπιλύσεις τῶν προβλημάτων ἀλλὰ καὶ τὰ ἐρωτήματα ποὺ τῆς ὑπέβαλε πολλὲς φορές. Ἡ δύναμις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διὰ τοῦ ἀγῶνος τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου καλύπτει ὅλα τὰ κενά, τὰ ἐλλείποντα ἀναπληρώνει καὶ συμπληρώνει, θεραπεύει τὰ ἀσθενῆ. Ἔφτανε στὴν ἀνωτερότητα, στὸ ὕψος καὶ τὸ πλάτος τῆς εὐγένειας, στὴν πνευματικὴ καλλιέργεια. Συναρμολογοῦσε τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση.
Τὸ ἀνθρώπινο πρόσωπο.
Τὸ 1955 οἱ γονεῖς μου ἀναχωροῦν ὡς μετανάστες γιὰ τὴν Αὐστραλία. Τὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ κάνουν εἶναι νὰ πάρουν τὴν εὐχὴ τοῦ ἁγίου Ἀμφιλοχίου. Πηγαίνουν στὴν ἱερὰ μονὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἀλλὰ ὁ γέροντας βρίσκεται στὸ Κουβάρι, ξεκινοῦν λοιπὸν πεζῇ γιὰ τὸ ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος καὶ συναντοῦν τὸν Ἅγιο. Ἐκείνη ἀκριβῶς τὴν ἡμέρα μία ὁμάδα παιδιῶν ἀπὸ τὴν Πατμιάδα εἶχαν πάει ὡς προσκυνητὲς κοντὰ στὸν Ἅγιο. Μεταξὺ τῶν παιδιῶν ἦταν ὁ μετέπειτα καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. ὁ κ. Θωμᾶς Προβατάκης, ὁ πατὴρ Ἰωάννης Νικολόπουλος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καλαμαριᾶς καὶ ἄλλοι.
Τότε ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος λέει στὸν Ἡσυχαστὴ τῆς Πάτμου καὶ τῆς Καλύμνου, τὸν γέροντα Σάββα Λάππα νὰ πάει γιὰ ψάρεμα γιὰ νὰ φιλέψουν τὰ παιδιά. Ὁ πατὴρ Σάββας ἐνῶ ἦταν πρωῒ καὶ ἀκατάλληλη ὥρα, με προθυμία πηγαίνει γιὰ ψάρεμα· μετὰ ἀπὸ ὀλίγο διάστημα σήκωσε τὰ ἀσήκωτα δίχτυα καὶ ὦ τοῦ θαύματος ἔπιασε 153 ψάρια. Ἀπὸ αὐτὰ τὰ ψάρια ἔδωσε ὁ γέροντας στοὺς γονεῖς μου εὐλογία νὰ γευματίσουν πρὶν ἀναχωρήσουν γιὰ τὸ ταξίδι τους. Ἡ γερόντισσα Χριστονύμφη ἦταν παροῦσα σ΄ αὐτὴ τὴ σκηνή. Τὸ Εὐαγγέλιο τὸ ζεῖς κοντὰ στοὺς γέροντες. Πῶς νὰ μὴν εὐλαβοῦνται οἱ γονεῖς μου τὸν Ἅγιο ὅταν ἔβλεπαν αὐτὰ τὰ θαυμαστά!!
Δὲν γνώριζα αὐτὸ τὸ περιστατικό. Τὸ 1980 ὡς πρωτοετὴς φοιτητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. μοῦ τὸ ἀφηγήθηκε ὁ καθηγητὴς τῆς Θεολογίας ποὺ δὲν ἦταν ἄλλος ἀπὸ τὸν τότε μαθητὴ τῆς Πατμιάδας ποὺ εἶχε ἐπισκεφτεῖ τὸν Ἅγιο στὸ Κουβάρι τὴν ἡμέρα τῆς θαυμαστῆς ἀλιείας, ἦταν ὁ κ. Θωμᾶς Προβατάκης. Θυμᾶμαι ὅταν ἤλθαμε ἀπὸ τὴν Αὐστραλία τὸ 1968, ἡ εὐλαβὴς μητέρα μου, ὅπως συνήθιζε, μὲ ἔπαιρνε συχνὰ στὶς τακτικὲς ἐξομολογήσεις της στὸν Ἅγιο καὶ ἐξομολογούμην καὶ ἐγὼ ἀπὸ πολὺ μικρός.
Ἀπὸ τὶς πολλὲς φορὲς παραμένουν ἐγχάρακτες στὴν μνήμη μου ἡ πρώτη καὶ ἡ τελευταία συνάντηση μαζί του. Κατὰ τὴν πρώτη συνάντηση μαζί του στὸ μυρόπνευστο κελλάκι του, στὸν παλαιὸ Πύργο, σὰν μικρὸ παιδάκι εἶχα τὴν περιέργεια νὰ πειράζω κάποια ἀπὸ τὰ ἐλάχιστα πράγματα ποὺ εἶχε στὸ δωρικὸ γραφειάκι του. Ἡ μητέρα μου μὲ μάλωσε.
Ὁ Ἅγιος Γέροντας τότε προσκάλεσε τὴν ἀδελφὴ Εὐφροσύνη νὰ μὲ πάει μιὰ βόλτα μὲ τὰ ἑξῆς λόγια: «Πάρε τὸ παιδί… Αὐτὸ τὸ παιδὶ μιὰ μέρα θὰ διαφεντέψει σὲ αὐτὸν τὸν τόπο!» καὶ αὐτὸ ἦταν μιὰ πρόρρηση γιὰ τὴν Ἡγουμενία ποὺ θὰ ἀναλάμβανα σὲ δύσκολα γιὰ τὴν Ἐξαρχία καὶ τὴν Μονὴ χρόνια, τὴν περίοδο 2000-2013.
Θυμᾶμαι τὴν τελευταία μας συνάντηση, τὸν Μάρτιο τοῦ 1970. Μοῦ εἶπε πολλὰ γιὰ τὸ μέλλον μου. Μὲ πῆγε στὸ παράθυρο καὶ μαζεύτηκαν κύκλῳ τὰ σπουργίτια! Ἡ χαρὰ καὶ ἡ εἰρήνη ποὺ ἔνιωσε ἡ παιδικὴ ψυχή μου μέχρι σήμερα ἀναζωπυροῦται μὲ τὴν πρεσβεία Του! Εἶναι μερικὰ γεγονότα ἀνάγγελτα καὶ ἀνεκλάλητα! Πρὶν ἀναχωρήσουμε ξεκρέμασε πάνω ἀπὸ τὸ κρεβάτι του μιὰ στρογγυλὴ εἰκόνα ἀπὸ τὴν χιλιετηρίδα τῆς ἱδρύσεως τοῦ πρώτου Μεγάλου Κοινοβίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μοῦ τὴν χάρισε. Τὴ διαφύλαξα μὲ μεγάλη εὐλάβεια ὡς κειμήλιο. Θυμᾶμαι ὅταν κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου ὁ πατέρας μου προσκυνοῦσε τὸ τίμιο λείψανό του, ἔγινε σεισμὸς καὶ ταράχτηκε ὁ μακαριστὸς πατέρας μου Νικόλαος καὶ μᾶς τὸ ἔλεγε συνέχεια. Πολλὲς φορὲς πήγαινα στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔκανα προσευχὴ καὶ ζητοῦσα πολλά… Ἦταν παρηγορία γιατὶ ἔβλεπα ὅτι δὲν πεθαίνουν οἱ Ἀγωνιστὲς τοῦ Θεοῦ. Τὸ ζοῦσα αὐτό. Τὸ ἴδιο ἔκαναν καὶ ὁ Γέροντας Παῦλος, ἡ μητέρα μου Εἰρήνη καὶ ἄλλα πνευματικά του τέκνα.
Ὅταν τὸ 1986 πῆγα ὡς ἀπόφοιτος τῆς Θεολογικὴς, ἐκδρομὴ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὰ παράλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, μὲ τὸν καθηγητή μας Σεβασμιώτατο Τυρολόης καὶ Σερεντίου κύριον Παντελεήμονα, μᾶς συνόδεψε καὶ ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Διδυμοτείχου κύριος Νικηφόρος. Ὅταν ἐπισκεφτήκαμε τὴν Ἁγία Σοφία στὸν νάρθηκα μοῦ λέγει ὁ πατὴρ Νικηφόρος:
«Ὅταν ἤμουν διάκονος στὴν Πατριαρχικὴ αὐλὴ καὶ εἶχε ἔλθει ὁ Γέροντας Ἀμφιλόχιος, μοῦ ἀνέθεσε ὁ Πατριάρχης Ἀθηναγόρας νὰ συνοδεύσω τὸν Γέροντα στὴν Ἁγία Σοφία. Ὁ Γέροντας μόλις μπῆκε στὸν νάρθηκα τῆς Ἁγίας Σοφίας, γονάτισε προσευχόμενος γιὰ ἀρκετὴ ὥρα… Κανεὶς δὲν μᾶς ἐνόχλησε… ἄν καὶ ἤμουν προβληματισμένος καὶ περίμενα κάποιο ἐπεισόδιο… ὁ Γέροντας εἰρηνικὰ καὶ ἀγαπητικὰ ἀνασηκώθηκε καὶ προχωρούσαμε στὸν κυρίως Ναὸ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας!».
Μιλοῦσε μὲ τόσο σεβασμὸ καὶ εὐλάβεια ὁ τότε πατὴρ Νικηφόρος ποὺ μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ποὺ θυμόταν τόσες λεπτομέρειες γιὰ τὶς ἐξομολογήσεις τοῦ Γέροντα στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, γιὰ τὴν ἐπικοινωνία τοῦ Ἁγίου μὲ τὸν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα, τοὺς Ἀρχιερεῖς, τοὺς πατέρες τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς καὶ μὲ τὸν κόσμο.
Ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονὸς ἐκείνη τὴν ὥρα, ἐμπνεύστηκα καὶ ἕνα ποίημα τὸ ὁποῖο θὰ δεῖτε στὰ ποιήματα τοῦ βιβλίου. Τότε γνώρισα καὶ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φιλαδελφείας κύριο Βαρθολομαῖο, ὁ ὁποῖος μᾶς συνό- δευσε στὸν Πατριάρχη Δημήτριο, μᾶς ἐντυπωσίασε τὸ ἐπίπεδό του, ἡ εὐγένειά του καὶ ἰδιαιτέρως μοῦ εἶπε γιὰ τὴν ἀλληλογραφία ποὺ εἶχε μὲ τὸν Ἅγιο ὡς φοιτητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης.
Ἀπὸ τότε συνδεθήκαμε διὰ τοῦ Ἁγίου καὶ ἀναξίως εὔχομαι ὁ Κύριος νὰ τὸν ἐνδυναμώνει στὸ δύσκολο ποι- μαντικὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελεῖ ὡς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Στοὺς πειρασμοὺς τῆς νιότης μου ἡ προτροπὴ τοῦ γέ- ροντος: «τὴν εὐχή, τὴν εὐχή, τὴν εὐχὴ παιδί μου…», μᾶς ἐλευθέρωνε ἀπὸ τὰ δεσμὰ πολλῶν παθῶν καὶ ἔβλεπα ὅτι καὶ τότε ὁ γέρων ἀπὸ τοὺς οὐρανούς μᾶς ὠθοῦσε στὸναἰώνιο Βασιλέα τῆς Δόξης τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ μας!
Ὁ γέροντας Παῦλος(σημ. Νικηταρᾶς, πνευματικό τέκνο τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου) εἶχε μέσα στὸ κελί του κρατήσει μὲ μοναδικὴ προσοχὴ τὸ κρεβάτι, τὸ κομοδίνο, τὸν καναπέ, τὴν καρέκλα καὶ ἄλλα τὰ ὁποῖα καὶ φύλαγε ὡς εὐλογία. Ἐφυλάξαμε στὸ ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Λουκακίων τὸ κρεβάτι του, τὸ κομοδίνο του, τὸν καναπέ του καὶ τὸ πρῶτο ἔργο μὲ κάρβουνο τῆς ἀδελφῆς Ὀλυμπιάδος. Ὁρισμένα ἔδωσε εὐλογία καὶ στὴν πνευματικὴ κόρη του, τὴν μανούλα τῶν Χανίων καὶ ὅλης τῆς Κρήτης κυρία Μαρίκα Κουφάκη (μετέπειτα μοναχὴ Ἀμφιλοχία). Μεγάλωνα καὶ εἶχα τὸν Γέροντα βοηθὸ καὶ σκεπαστὴ στοὺς πειρασμοὺς τῆς νεότητός μου. Ἡ μητέρα μου πρὸς ἐπίρρωση σημαντικῶν φράσεων ἔλεγε συχνά: «τὸ εἶπε ὁ Γέροντας!…»
Ἔτσι ἀνασυνέθετα τὴν ἀσκητική του πορεία ἁρμολ γοῦσα καὶ σχηματοποιοῦσα τὸ πολυπράγμον ἔργο του. Ἄκουγα γιὰ τὸν Ἅγιο Γέροντά μας ἀπὸ τὸν ἀγωνιστὴ θεῖο μου Γέροντα Παῦλο Νικηταρᾶ, ἀπὸ τὴν μητέρα μου, ἀπὸ τὸν Γάνου καὶ Χώρας Ἀμφιλόχιον, ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Καθηγούμενο Τράλλεων κυρὸ Ἰσίδωρο, ἀπὸ τὸν μακαριστὸ Γέροντα Δοχειαρίτη Γρηγόριο, ἀπὸ τὸν πατέρα μου Νικόλαο ποὺ τὸν εὐλαβοῦνταν πολύ, τὸν λόγιο πατέρα Ἀρχιμ. Ναυκράτιο, τοὺς πατέρες Προηγούμενο Ἀρχιμ. Ἀμφιλόχιο καὶ Ἀρχιμ. Πρόχορο, τὸν μακαριστὸ πατέρα Σάββα τῆς Καλύμνου, τὸν ἐπονομαζόμενο Γέροντα τῶν δακρύων, τὸν πνευματικὸ τῆς ἱερᾶς Μονῆς Εὐαγγελισμοῦ Ἀρχιμ. Ἠλία, τὴν Γερόντισσα Χριστονύμφη καὶ τὶς μοναχὲς τῆς ἱερᾶς μονῆς Εὐαγγελισμοῦ, τὶς μοναχὲς τῆς ἱερᾶς μονῆς Παναγίας Ἐλεούσης Ρότσου, τὴν μοναχὴ Ξένη, τὴν μανούλα Μαρίκα Κουφάκη, καὶ πλῆθος λοιπῶν πνευματικῶν τέκνων τοῦ Ἁγίου ποὺ μοῦ διηγοῦνταν τὴν ὠφέλειάν των ἀπὸ τὴν σχέση τους μαζί του.
Ὅταν ἐκοιμήθη ὁ π. Γεώργιος Κάνδρος, ἔγγαμος κληρικὸς τῆς Πατριαρχικῆς Ἐξαρχίας Πάτμου ὁ ὁποῖος διατηροῦσε κελάκι ἐντὸς τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου καὶ ἦταν καὶ ἀριστερὸς ψάλτης, ὁ μακαριστὸς
Καθηγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Θεολόγου ᾽Ισίδωρος -ὁ μετέπειτα ἐπίσκοπος Τράλλεων, εἶπε σὲ ὅλους τοὺς νέους μοναχοὺς νὰ πάρουν εὐλογία ἕνα πετραχήλι ὁ καθένας. Ἀπὸ τὰ ὡραιότατα καὶ προσεγμένα πετραχήλια, διάλεξα ἐκεῖνο ποὺ ἦταν τὸ πιὸ φθαρμένο καὶ μέτριο αἰσθητικά. Πρὸς ἔκπληξή μου μὲ διαβεβαίωσε ὁ υἱὸς τοῦ μακαριστοῦ, ὁ πατὴρ Γαλακτίων ὅτι ἦταν τὸ πετραχήλι τοῦ Γέροντος Ἀμφιλοχίου! Ἀπὸ δέκα πετραχήλια νὰ διαλέγεις ἕνα καὶ αὐτὸ νὰ εἶναι τοῦ Ἁγίου, χωρὶς νὰ τὸ γνωρίζεις; Δὲν εἶναι εὐλογία; Στὴ συνέχεια ὁ Γέροντας Παῦλος μοῦ παρέδωσε τὸ λειψανάκι ποὺ εἶχε ἀπ΄ τὴν ἀνακομιδὴ τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἴδιος δὲν ἐπεδίωξα νὰ πάρω οὔτε λείψανο, οὔτε κανένα ἐνθύμιο ἀπ΄ τὸν Ἅγιο. Ὅλα ἦλθαν ὡς εὐλογία ἄνωθεν, γι’ αὐτὸ νιώθω εὐτυχής.
Ὁ γέροντας Παῦλος μοῦ εἶχε ἐκμυστηρευθεῖ τόσα πολλὰ γιὰ τὸν Ἅγιο. Ὁ Ἅγιος ἐνέπνεε τὴν Ἱεραποστολή, ὁ Ἅγιος παιδαγωγοῦσε, ὁ Ἅγιος ξεσήκωνε μὲ ὁλόθερμα καρδιακὰ λόγια, ὁ Ἅγιος ὁραματιζόταν, μετέδιδε τὴν εὐλάβεια, τὸν ἀληθῆ σεβασμό, ἀναζωπύρωνε τὸ εἶναι μὲ τὴν καλλιέργεια τῆς εὐχῆς καὶ μὲ τὴν μοναδική του ἀγάπη πρὸς τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι μιὰ μυστικὴ καὶ ἄρρητη σχέση ποὺ δὲν ἑρμηνεύεται οὔτε ἀναλύεται…
Μὲ ἰδιαίτερη χαρὰ σήμερα στὸ ἱερὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ἔχουμε ἀφιερώσει στὸν φίλο Του, τὸν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο ἕνα κελάκι μὲ τὰ δικά του πράγματα. Ὅ,τι ἦλθε σὲ ἐμᾶς χωρὶς νὰ τὸ ζητήσουμε τὸ φυλάξαμε ὡς εὐλογία ἀπὸ τὴν Μεγάλη κυρίαρχο Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ Εὐαγγελιστοῦ ποὺ διε- τέλεσε ὁ Ἅγιος Καθηγούμενος, Πνευματικός, Ἐφημέριος, Ἡγουμενοσύμβουλος, Βιβλιοθηκάριος, Ἐκκλησιάρχης…
(Από το βιβλίο ο Άγιος Αμφιλόχιος τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Παύλου Νικηταρᾶ)