Χριστὸς καὶ οἰκονομία.
Καταπλακωμένη ἡ καθημερινότητά μας καί μαζί κι ἡ καρδιά, ἀπό τό βασανιστικό ἄγχος τοῦ βιοπορισμοῦ μας. Εἶναι ἡ πρώτη φορά στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας πού, ἐνῶ ὑπάρχει ἡ διαβεβαίωση ἀπό τά ἐπιστημονικά μας ἐπιτεύγματα γιά ἱκανότητα κάλυψης τῶν ἀναγκῶν τοῦ ἀνθρώπου, ταυτόχρονα αὐξάνεται ὁ ὄχι ἀβάσιμος φόβος γιά κυριαρχία τῆς φτώχειας και ἐπισφαλές μέλλον. Ἀπό μιά διογκούμενη αἴσθηση οἰκονομικοῦ κινδύνου χαρακτηρίζεται ἡ ζωή μας καί χαραμίζεται στην ἀναζήτηση τῆς ὅποιας δῆθεν ἀσφάλειας. Καί τίθεται ἀκόμη καί πιεστικό πρόβλημα ἐπιβίωσης, ὄχι πιά σέ ἀπομονωμένες καί ὑπανάπτυκτες περιοχές τοῦ πλανήτη μας, ἀλλά στούς πληθυσμούς τῶν προηγμένων χωρῶν, τήν ἴδια στιγμή πού κάποιοι δέν γνωρίζουν πῶς νά μεθοδεύσουν τήν κατασπατάληση τῶν πλεονασμάτων τους.
Ἴσως πεῖ κάποιος πώς πλούσιοι καί φτωχοί πάντα ὑπῆρχαν στή γῆ αὐτή. Κι αὐτό εἶναι δικαιολογία νά ἐξακολουθοῦν ὑφιστάμενες τέτοιου εἴδους διακρίσεις; Μᾶλλον ἔτσι ἀποδεικνύεται ἡ πρακτική ἀποτυχία τῶν ὅποιων οἰκονομικῶν συστημάτων ἐφαρμόστηκαν κι ἐξακολουθοῦν νά ἰσχύουν ὥς σήμερα, τά ὁποῖα –συνδυαζόμενα μέ τό ἐξουσιαστικό φαινόμενο καί ἀρνούμενα ἀρχές ἠθικῆς- καταντοῦν ἀνθρωποβόρα, κυριολεκτικά καί μεταφορικά. Κι αὐτό φαίνεται νά ἐπικρατεῖ διαχρονικά,μόνο και μόνο γιά νά ἐπιβεβαιώνεται ἡ θεώρηση ὅτι: «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α’ Ἰω. 5, 19).
Ἡ μέριμνα τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο
Τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα ὑπάρχει για να ἑρμηνεύει στήν πράξη, καί μέ γεγονός ἱστορικό, τό τί ἐννοεῖ ὁ ψαλμωδός ὅταν προτρέπει τόν προσευχόμενο ἄνθρωπο: «ἐπιρριψον ἐπί Κύριον τήν μέριμνάν σου, καί αὐτός σε διαθρέψει» (Ψαλμ. 54,23). Ὁ Χριστιανισμός δέν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στό νά πετάει στά σύννεφα. Ἐνδιαφέρεται ἐξίσου γιά τίς ἀνάγκες σώματος καί ψυχῆς, γιατί ὁ ἄνθρωπος ἁγιάζεται ὡς ψυχοσωματική ἑνότητα κι ἑπομένως ὑφίσταται ὁ ἀμέριστος σεβασμός καί γιά τά δύο. Γιατί ὅμως ὁ ψαλμωδός ὅταν καλεῖ τόν ἄνθρωπο νά ἀναθέσει το κάθε πιεστικό του πρόβλημα, τήν κάθε του μέριμνα, τήν κάθε φροντίδα γιά τήν ἀσφάλεια καί τή σωτηρία του στόν Κύριο τῆς δοξης, τό συνδυάζει μέ τήν κάλυψη τῶν βιοτικῶν ἀναγκῶν; Περισσότερο ἀναμενόμενο δέν θά ἦταν νά ὑπόσχεται οὐράνιες ἀνταμοιβές; Γιατί «διαθρέψει»;
Στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή ὁ Χριστός χειρίζεται μέ τρόπο πνευματικό ἕνα πρόβλημα καθαρά ὑλικό. Ἀπό ὥρα τόν ἀκολουθοῦν ἄνθρωποι πολλοί, «ἄνδρες ὡσεί πεντακοσχίλιοι χωρίς γυναικῶν καί παιδίων», δηλαδή περίπου πέντε χιλιάδες ἄνδρες, χωριστά οἱ γυναῖκες καί τά παιδιά. Ποῦ τόν ἀκολουθοῦν; Σέ ἔρημο τόπο, ὅπου ὑπῆρχε ἡ ἀπόσταση ἀπό ὅσους μόλις εἶχαν ὁδηγήσει τόν Τίμιο Πρόδρομο σέ μαρτυρικό τέλος, ἀλλά καί ὅπου δέν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα προμήθειας τῶν ἀπαραίτητων τροφίμων. Γιατί τόν ἀκολουθοῦν; Σαγηνευμένοι ἀπό τό κήρυγμά του, ἐνθουσιασμένοι ἀπό τίς ἀλήθειες πού ἀποκαλύπτει, γεμάτοι ἐπιθυμία νά ζήσουν τόν Θεό, τόν ἀκολουθοῦν γιατί βιώνουν τήν ὄντως ζωή.
Πολύ λογικά οἱ μαθητές σπεύδουν νά ὑπενθυμίσουν στόν Διδάσκαλο ὅτι πέρασε ἡ ὥρα καί τόσος κόσμος μέσα στήν ἐρημιά δέν θά μπορέσει νά βρεῖ τρόφιμα. Μάλλον πρέπει νά τούς ἀφήσει νά φύγουν. Ἐνδιαφέρονται οἱ μαθητές καί ἐκφράζουν ἀγάπη ἔχοντας τήν ἔγνοια τόσων ἀνθρώπων. Περισσότερο ὅμως τούς νοιάζεται ὁ Χριστός μας, ὁ ὁποῖος κατανοεῖ ὅτι ἄν τούς ἀφήσει, πολλοί θά «ἐκλυθοῦν» ἀπό τήν πείνα μέσα στήν ἐρημιά. Στή συνέχεια πραγματοποιεῖται τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καί τῶν δύο ἰχθύων,μέ τό ὁποῖο χορταίνουν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι. Καί γίνεται τό θαῦμα ἀκριβῶς γιατί ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἀκολούθησαν τόν Χριστό μέ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη, χωρίς νά λογαριάσουν κινδύνους, ἐπιθυμώντας μόνον νά ζήσουν μέ τόν Χριστό. Ἀλλά καί ὁ Χριστός κάνει τό θαῦμα ὅταν πλέον ἔχει ἀποκλειστεῖ κάθε ἄλλη ἀνθρώπινη λύση.
Ἡ διαχείριση τῶν περισσευμάτων
Ὁ Χριστός μεριμνᾶ γιά τούς ἀνθρώπους του, γι’ αὐτό ἐνδιαφέρεται καί γιά τά περισσεύματα. Βάζει τούς μαθητές του νά τά συγκεντρώσουν, ὥστε νά μήν πεταχθοῦν,παραδίδοντας πρωταρχικό μάθημα πολιτικῆς καί οἰκιακῆς οἰκονομίας. Σωστότερο μᾶλλον εἶναι νά ποῦμε ὅτι τό μάθημα αὐτό εἶχε ἀρχίσει μέ τήν ἁπλότητα τοῦ φαγητοῦ (ψωμί και ψάρια), δεῖγμα τοῦ ἀνεπιτήδευτου καί οἰκονομικοῦ προσανατολισμοῦ τῆς μέριμνας τοῦ Κυρίου, πού κυρίως ἀναδεικνύει τήν ἀγάπη του γιά τό πλάσμα του.
Ἔχει ὑπολογισθεῖ πώς τά τρόφιμα πού καταλήγουν στίς χωματερές τῆς Εὐρώπης ἀρκοῦν γιά νά τραφεῖ ἡ ὑποσαχάρια Ἀφρική, τό φτωχοτερο μέρος τοῦ πλανήτη μας. Ἔχει ἐπίσης ὑπολογισθεῖ πώς τά σκουπίδια τῶν προηγμένων χωρῶν ἀρκοῦν γιά νά ἐπιλυθεῖ τό ἐπισιτιστικό πρόβλημα τῆς ἀνθρωπότητας. Αὐτά τά στοιχεῖα δέν παρατίθενται γιά νά συγκινούμαστε περιστασιακά καί νά συζητοῦμε μέ τίς ὧρες θεωρητικά. Οὔτε πάλι γίνεται ἐπίκλησή τους γιά νά στοχοποιηθοῦν «κάποιοι» ἐναντίον τῶν ὁποίων πρέπει νά «ἀγωνιστοῦμε». Καταδεικνύουν μιά κυρίαρχη καί συνάμα ἀπάνθρωπη νοοτροπία ἀδιαφορίας καί συμφέροντος, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τήν ἀνθρωπότητα σέ πολύ πόνο καί ὀπισθοδρόμηση, γι’ αὐτό καί πρέπει νά καταλυθεῖ ὥστε νά βρεῖ χῶρο καί ν’ ἀναπτυχθεῖ ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη.
Ὁ Χριστός μας μαζεύει τά περισσεύματα, ἀφοῦ ὅλοι χόρτασαν, γιά νά διδάξει τό μέτρο στά ἀποκτήματά μας. Ὅλοι δικαιούμαστε ὅ,τι μᾶς χρειάζεται, γιά νά διαβιώσουμε μέ ἀξιοπρέπεια στή ζωή αὐτή. Τό ἐπιπλέον ὅμως δέν μᾶς ἀνήκει· ἀντίθετα, εἶναι ἡ ἀφορμή πού ἔχω στά χέρια μου γιά ν’ ἀποδείξω τί ἔχω στήν καρδιά μου. Τό περίσσευμα ἀνήκει στόν ἐμπερίστατο ἀδελφό μου καί ἐναπόκειται σ’ ἐμένα νά βρῶ τρόπο νά τό διοχετεύσω πρός αὐτόν. Πόσο διακριτικά ὁ Χριστός κηρύσσει ἀκόμη καί τή μέριμνα γιά τή συγκέντρωση τοῦ περισσεύματος. Δέν ἀφήνει νά κυριρχησει ἡ σπατάλη. Δέν ἀφήνει νά πεταχτεῖ τίποτε. Μαζεύει γιά νά μπορεῖ νά δώσει. Κι αὐτό τό παράδειγμα τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τήν ἄσειστη βάση ἐπάνω στήν ὁποία ἡ Ἐκκλησία μας οἰκοδομεῖ αἰῶνες τώρα τό προνοιακό της ἔργο, τήν ἄριστη μεθοδολογία στή διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν μέσων, τήν ἀπόλυτη προοπτική στή χρήση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν. Κι αὐτό τό παράδειγμα περιμένει νά βρεῖ τήν ἀντιγραφή του καί στή δική μας ζωή.