Έρχεται ἡ Ἀνάσταση καὶ πηγαίνουμε εἰς τὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ ἀκούσουμε ἐκεῖνο τὸν Ἀγγελικὸ ὕμνο “Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν”. Μαζεύεται αὐτὸς ὁ κόσμος ὁλόκληρος, χιλιάδες ὁ κόσμος καὶ γεμίζουν οἱ πλατεῖες τῶν Ἐκκλησιῶν.Πηγαίνουν γιὰ νὰ πάρουν τὸ Ἅγιο Φῶς.Γιὰ ποιό λόγο;

Ἀπάντησις: γιὰ τὸ καλὸ τοῦ χρόνου.

Ἀκοῦνε ἐκεῖνο τὸ “Χριστὸς Ἀνέστη” καὶ φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.

– Ποὺ πηγαίνεις;

– Στὸ σπίτι μου..

– Καὶ τί κάνεις εἰς τὸ σπίτι;

– Τρῶμε…

– Τί τρῶς;

– Μαγειρίτσα…

– Καὶ ὁ Χριστὸς ἀνταλλάσσεται μὲ ἕνα πιάτο μαγειρίτσας; Τόση ἀγάπη ἔχεις εἰς τὸν Χριστόν;

– Τὸν Χριστὸ τὸν ἀγαπῶ!…

– Φωνάζει ὅμως ἐκεῖνος καὶ λέγει: “οὐ σωθήσεται πᾶς ὁ λέγων μοὶ Κύριε, Κύριε”. Ἔμεινες μέχρι τὸ τέλος τῆς Ἀναστάσιμης Θείας Λειτουργίας;

– Ὄχι…

– Ποὺ πηγαίνεις;

– Μὰ πηγαίνουν ὅλοι εἰς τὸ σπίτι καὶ ἐγὼ πρέπει νὰ πάω νὰ τοὺς σερβίρω…

– Δὲν ἔχουν χέρια νὰ σερβίρουν τὸν ἑαυτόν τους; Πρέπει νὰ πᾶς νὰ τοὺς ταΐσεις; Μεῖνε ἐσὺ παιδὶ μοῦ εἰς τὴν Ἐκκλησία καὶ μὴ φύγεις…

– Ὄχι, γίνεται καυγᾶς τρικούβερτος…

Αὐτὴ εἶναι ἡ θρησκεία μας, αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη μας, αὐτὰ εἶναι ποὺ θέλει ὁ Θεός;

Ναὶ ἀδελφοί μου, εἴμεθα Χριστιανοὶ εἰς τὸ ὄνομα, ἀλλὰ δὲν εἴμεθα Χριστιανοὶ στὶς πράξεις μας.

Άρχιμ. Σάββας Ἀχιλλέως