Ἀρχιμ. Ἀντίπα Νικηταρᾶ, Δρ. Θεολογίας.
Ἐκείνη τήν Πέμπτη , τῆς 16ης Ἀπριλίου 1970 ἡ σιωπή βάραινε τό κελάκι τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου , στόν Πύργο. Μιά σιωπή ἀσυνήθιστη , μιά ἔσχατη , βουβή παράκληση .
Ἦταν βαριά ἄρρωστος ὀ Ἅγιος Γέροντας Ἀμφιλόχιος . Ἦταν μέρες κλινήρης . Τήν Ἁγία Τεσσαρακοστή δοκιμάστηκε ἀπό βαριά πνευμονία , ἀρνούμενος νά λάβει ἀρτύσιμη τροφή . Τά πνευματικά του τέκνα ἀκροστοιχίζονταν στό κρεβάτι τοῦ πόνου. Στό κρεβάτι τῆς Νήψης καί τῆς Δοκιμασίας .
Τά παιδιά Του Τόν ἰκέτευαν νά μήν φύγει ἀκόμα ἀπό κοντά τους, νά δεηθῆ στήν Κυρία Θεοτόκο καί στόν Θεολόγο νά ἀνανήψη , νά εἶναι μαζί τους καί αὐτό τό Πάσχα. Προσπαθοῦσαν νὰ τὸν κρατήσουν μὲ ὀροὺς λίγες μέρες στὴν ζωή.
Παρακαλοῦσε ὁ Ἅγιος , ἔλεγε: «Ἀφῆστε με καλά μου παιδιὰ νὰ φύγω. Ἦρθε ἡ ὥρα μου».
Ὁ πρωτογυιός Του Παῦλος Νικηταρᾶς , ποὺ ἔζησε ὑπήκοος ἄχρι θανάτου , ἀπαρασάλευτα σιμά Του , σαράντα ὁλόκληρα χρόνια , μέ συντετριμμένη τήν καρδιά , χωρίς νά μπορεῖ νά κρύψει τά δάκρυά του, ἐπέμενε :
«Γιατί, Γέροντα, δὲν μένεις μαζί μας τοῦτο τὸ Πάσχα;»
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀγίου ἦταν μία καί μοναδική:
«Κλαῖς Παῦλε ἀντί νά χαίρεσαι; Mήν ἐπιμένεις καλέ μου καί εὐλογημένε Παῦλε, εἶδα τὴν Παναγία καὶ τὸν Θεολόγο καὶ τοὺς παρεκάλεσα νὰ μείνω κοντὰ στὰ παιδιά μου κι᾿ αὐτὸ τὸ Πάσχα, ἀλλὰ μοῦ εἶπε ἡ κυρία Θεοτόκος:«Δὲν γίνεται ἄλλο, ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις. Πάσχα θὰ κάμης στοὺς Οὐρανοὺς μαζί μας”. Καί αὐτὸ τὸ λέγω ὡς ἐξομολόγηση, ἐπειδὴ μὲ βιάζεις, μὴ τὸ εἰπεῖς σὲ ἄλλους».
Ἔτσι ἔφυγε ἀπὸ αὐτόν τὸν κόσμο τῆς ματαιότητος .
Ἔφυγε γιά νά συλλειτουργήσει ἐκεῖνο τό Πάσχα στό Οὐράνιο Θυσιαστήριο μέ τόν Πνευματικό του Πατέρα , τόν Δεσπότη ὅπως τόν ἀποκαλοῦσε , Ἅγιο Νεκτάριο, Ἐπίσκοπο Πενταπόλεως καί Θαυματουργό.
Ἔφυγε μέ πλήρη διαύγεια τῶν αἰσθήσεών του, ἀφήνοντας ἀνεξίτηλη στήν καρδιά μας τήν οὐράνια μορφή Του , τήν χαριτόβρυτο καί εἰρηνική, τήν γαλήνια Ἀσκητική Παρουσία Του . Ἔφυγε ὡς Ἅγιος .
Ἔφυγε ὡς Ὅσιος ποὺ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ.
Ἡ ἄλλη μέρα ξημέρωνε Παρασκευή, παραμονὴ τοῦ Ἀγ. Λαζάρου, καὶ θὰ ἐψάλλετο ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία Του μετὰ τὸ μεσημέρι, γιὰ νὰ παρευρεθοῦν ὁ Μητροπολίτης Καλύμνου καὶ ἄλλα πνευματικά του τέκνα ἀπὸ Κάλυμνο καὶ Λέρο.
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ Γέροντας Παῦλος Νικηταρᾶς ἔπρεπε νὰ τελέσῃ τήν Λειτουργία τῶν προηγιασμένων Τιμίων Δώρων στὸ Ἱερὸ Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως καὶ περὶ τὰ μεσάνυκτα, ἐνῶ οἱ ἀδελφὲς ἐδιάβαζαν τὸ ἱερὸ ψαλτήριο, ἐπῆγε στὴν Ἀποκάλυψη.
Ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς Ἀποκαλύψεως , ἔκανε τρεῖς μετάνοιες καὶ εἶπε παρακλητικῶς στὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη: «Θεολόγε μου, ἐσένα ποὺ σὲ ὑπηρέτησε ὁ Γέροντάς μου τόσο πιστά, δεῖξε μου ἕνα σημεῖο ὅτι πράγματι εἶναι Ἅγιος», τότε σὲ κλάσματα δευτερολέπτου ἔγινε σεισμός, καὶ ἐπανελήφθη καὶ δεύτερος.· Μέγα καί ταχύ σημεῖο τῆς Ἁγιότητος τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου.
Ἔτσι γρήγορα ἀνέβηκε ὡς Ἄγιος στὴν συνείδηση τῶν πιστῶν, ὡς ὁ Ἀνεξίκακος καί Πράος , ὡς ὁ Ἀγαπητικός Γέροντας .
Ἔτσι γοργή καί ἀποκαλυπτική ἦταν καί ἡ ἀποτίμηση τῆς Ἁγιότητός Του ἀπό τό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ἀποτίμηση , κατάθεση ψυχῆς ἀπό τόν Μακαριστό Ἀγωνιστή Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο, στήν ἐπικήδειο ὁμιλία του :
Θέλουμε Ἁγίους σάν τόν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο .Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό Ἁγίους.
Δέν ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἀπό σοφούς , οὔτε ἀπό τρανούς , οὔτε ἀπό πλούσιους , οὔτε ἀπό ἀνθρώπους τοῦ χρυσοῦ καί τοῦ ἁργύρου, οὔτε ἀπό αὐτούς πού χειρίζονται ἕνα τεχνικό πολιτισμό πού θά μᾶς λιώσει στά γρανάζια του.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό Ἁγίους σάν τόν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο
119. Ἐπιστολὴ περὶ τῆς κρίσεως τοῦ Θεοῦ
Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος.
Ἐπιστολὴ στὸν ἐπαγγελματία Σίμο Μ., τὸν ὁποῖο βασανίζει ἡ ἐκδοχὴ ὅτι αὐτὴ ἡ ζωὴ ἀποτελεῖ τὴ Δίκη τοῦ Θεοῦ.
Ἄκουσες ἀπὸ κάποιον ὅτι αὐτὴ ἡ ζωὴ ἀποτελεῖ ἤδη τὴ δίκη τοῦ Θεοῦ καὶ ὅτι δεύτερη κρίση δὲν πρόκειται νὰ ὑπάρξει. Αὐτὴ ἡ σκέψη σὲ βασάνιζε ἀρκετὸ καιρὸ καὶ δὲν μποροῦσες νὰ ἀποφασίσεις ἂν θὰ τὴν ἀποδεχθεῖς ἤ θὰ τὴν ἀπορρίψεις.
Φαντάσου ἕναν πολὺ κακὸ ἄνθρωπο τοῦ ὁποίου οἱ κακίες εἶναι γνωστὲς σὲ ὅλη τὴν πόλη. Οἱ γείτονες τὸν ἀποφεύγουν καὶ μεταξύ τους κατακρίνουν τὶς ἀδικίες του.
Κανεὶς δὲν τὸν ἐπισκέπτεται, κανεὶς δὲν τὸν δέχεται στὸ σπίτι του. Ἔτσι κρίνουν οἱ ἄνθρωποι καὶ ἔτσι τὸν τιμωροῦν. Ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ὁδηγεῖται στὸ δικαστήριο καὶ τὸ δικαστήριο ἀποφασίζει νὰ τὸν τιμωρήσει μὲ φυλάκιση. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔσχατη νομικὴ κρίση. Καὶ ἔτσι, λοιπόν, βλέπεις δύο δίκες: μία κατὰ συνθήκη καὶ ἔκτακτη, καὶ μία νομικὴ καὶ ὁριστική.
Ἢ ἀκόμα πιὸ ξεκάθαρα, πάρε τὸ παράδειγμα κάποιου ἄτακτου μαθητῆ, τὸν ὁποῖο ὁ δάσκαλος πολλὲς φορὲς τιμωρεῖ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ σχολικοῦ ἔτους γιὰ νὰ τὸν συνετίσει καὶ στὸ τέλος τοῦ σχολικοῦ ἔτους τὸν ἀποβάλλει ἀπὸ τὸ σχολεῖο ὡς μὴ προσαρμόσιμο.
Ἔτσι εἶναι οἱ δύο κρίσεις τοῦ Θεοῦ. Μία κατὰ συνθήκη, πρόσκαιρη, καὶ μία ὁριστική. Ἀποκαλοῦμε ἐκπαιδευτικὴ τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ πάνω στοὺς ἀνθρώπους στὸ σχολεῖο αὐτῆς τῆς ζωῆς. Ἐνῶ ἡ δεύτερη κρίση θὰ εἶναι δίκαιη καὶ ὁριστική.
Αὐτὸ ἔχει καταστεῖ σαφὲς ἀπὸ πολλὰ παραδείγματα τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Τὸν δίκαιο Μωυσῆ τιμώρησε ὁ Θεὸς γιὰ ἕνα ἁμάρτημα, μὲ τὴν ἀπαγόρευση νὰ μπεῖ στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, στὴν ὁποία ὁδήγησε τὸν λαὸ του ἐπὶ σαράντα χρόνια. Αὐτὴ εἶναι ἡ κατὰ συνθήκη, ἡ πρόσκαιρη καὶ ἐκπαιδευτικὴ κρίση τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ νὰ τὸ βλέπουν οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ φοβισμένοι νὰ λένε: ὅταν ὁ Θεὸς δὲν συγχωρεῖ ἕνα ἁμάρτημα σὲ ἕναν τόσο δίκαιο ἄνθρωπο, πῶς θὰ κάνει ἄραγε μέ μᾶς, ποὺ εἴμαστε φορτωμένοι μὲ πολλὰ καὶ βαριὰ ἁμαρτήματα; Ἀλλὰ ἡ τιμωρία τοῦ Μωυσῆ δὲν εἶναι ἡ ἔσχατη καὶ ὁριστικὴ γι’ αὐτόν. Οὔτε σημαίνει ὅτι ὁ Μωυσῆς δὲν θὰ μπεῖ στὸ βασίλειο τῶν οὐρανῶν.
Γνωρίζεις ὅτι αὐτὸς ὁ μεγάλος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ ἐμφανίσθηκε μαζὶ μὲ τὸν προφήτη Ἠλία κατὰ τὴ Μεταμόρφωση τοῦ Σωτῆρος. Αὐτὸ μᾶς μαρτυρεῖ ὅτι, ἂν καὶ τιμωρήθηκε γιὰ ἕνα ἁμάρτημα, δὲν ἀποκλείσθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ οὔτε ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή. Οἱ παιδαγωγικὲς τιμωρίες ἢ οἱ ἐκπαιδευτικὲς κρίσεις τοῦ Θεοῦ, ὑπηρετοῦν ἀκριβῶς αὐτὸν τὸν σκοπό, δηλαδὴ νὰ προετοιμαστοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ ἀξιωθοῦν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Κοίταξε τὸν ἀσθενῆ τῆς Βηθεσδᾶ, ποὺ ἦταν κατάκοιτος τριάντα ὀκτὼ συναπτὰ ἔτη. Ἂν ἡ ἀρρώστια του προερχόταν ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες του, μᾶς τὸ εἶπε ὁ Κύριος ὅταν τὸν θεράπευσε: «Ἴδε ὑγιὴς γέγονας, μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοὶ τι γένηται» (Ἰωάν. 5,14). Καὶ τί χειρότερο θὰ μποροῦσε νὰ τοῦ συμβεῖ ἀπὸ τὸ νὰ ἀποκλειστεῖ ἀπὸ τὸ Βασίλειο τῆς Ζωῆς κατὰ τὴ φοβερὴ Κρίση τοῦ Θεοῦ, λόγῳ νέων ἁμαρτιῶν;
Καὶ περὶ τῆς τελευταίας Κρίσης, περὶ τῆς φοβερῆς Κρίσης τοῦ Θεοῦ, περὶ τῆς ἡμέρας ἡ ὁποία «ἔρχεται καιομένη ὡς κλίβανος» (Μαλ. 4,1), μᾶς μίλησε ξεκάθαρα ὁ Σωτήρας μας. Ὅταν ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη σκοτεινιάσουν, ὅταν τ’ ἀστέρια σαλέψουν καὶ ἀρχίσουν νὰ πέφτουν, ὅταν μέσα στὸ καθολικὸ σκότος φανεῖ «σημεῖον τοῦ υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24,30), τότε θὰ ἐμφανισθεῖ ὁ Κύριος Ἰησοῦς μὲ δύναμη καὶ δόξα, νὰ κρίνει δίκαια ζώντας καὶ νεκρούς.
Κρατήσου ἀπὸ αὐτὴν τὴν ὑγιῆ ἐπιστήμη, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ διῶξε ἀπὸ μέσα σου ὅ,τι αὐτὸ τὸ διάστημα σοῦ ἔριξε στὴν ψυχὴ αὐτὸς ὁ αἱρετικὸς ἄνθρωπος.
Ὁ Θεὸς νὰ σὲ εὐλογήσει μὲ εἰρήνη καὶ ὑγεία.