Ἀθανάσιος, Μητροπολίτης Λεμεσοῦ.
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
Καλησπέρα σας,
Νὰ ἀπαντήσουμε πρῶτα σὲ μιὰ δύο ἐρωτήσεις καὶ ὕστερα νὰ πᾶμε στὸ θέμα μας, γιὰ νὰ τὶς περιφρουροῦμε. Λέει, λοιπὸν, μία ἐρώτηση λίγο μεγάλη τὸ ἑξῆς:
“Βλέπουμε καθημερινὰ στὰ Μέσα Μαζικῆς Ἐνημέρωσης νὰ ἀποκαλύπτονται παντὸς εἴδους σκάνδαλα, ποὺ ἀφοροῦν τὴν κοινωνική, πολιτικὴ καὶ οἰκονομικὴ ζωὴ τοῦ τόπου. Πολλὲς φορὲς ἀποκαλύπτεται, ὅτι πολιτικοὶ ταγοὶ, ἄνθρωποι ὑψηλὰ ἱστάμενοι, εἶναι ἀναμεμειγμένοι. Ἄνθρωποι στοὺς ὁποίους ὁ λαός μας, ὁ ἁπλὸς κόσμος, ἐμπιστεύεται μὲ τὴν ψῆφο του τὴν τύχη αὐτοῦ τοῦ τόπου. Κι ὅμως, αὐτοὶ ἀποδεικνύονται ἐκ τῶν ὑστέρων στυγνοὶ συμφεροντολόγοι καὶ καταχρῶνται μὲ τὸν χειρότερο τρόπο τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ. Ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση τοῦ καλοῦ χριστιανοῦ, ὅταν βλέπει τὴν σήψη καὶ τὴν διαφθορὰ, τὶς ἀδικίες, ὅταν ἐπικρατεῖ ὁ νόμος τοῦ ὑλικοῦ συμφέροντος, ὅταν γίνεται μάρτυρας ἀνθρώπων ποὺ πατοῦν ἐπὶ πτωμάτων καὶ θυσιάζουν τὰ πάντα στὸν βωμὸ τοῦ χρήματος. Μήπως πρέπει νὰ ἀναμειγνύεται ἐνεργά, νὰ κάνει διαδηλώσεις, νὰ διαμαρτύρεται, νὰ κάνει κάτι τέλος πάντων, ἢ ἁπλῶς νὰ ἀδιαφορεῖ καὶ νὰ σιωπᾶ δίνοντας ὅλο τὸ βάρος τῶν δυνάμεών του στὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του;”
Ὁπωσδήποτε εἶναι ἕνα βασικὸ ἐρώτημα, ποὺ ὅλους μας μᾶς ἀπασχολεῖ, ἀλλὰ νὰ πιάσουμε ἔτσι τὰ πράγματα ἀπὸ μία σειρά. Κατ’ ἀρχὰς πρέπει νὰ ξέρουμε παιδιὰ, ὅτι κι αὐτὴ ὅλη ἡ σκανδαλολογία σὲ ὅλα τὰ θέματα καὶ σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα, πολιτικά, οἰκονομικά, κοινωνικὰ καὶ ἐκκλησιαστικὰ ἀκόμα, γίνεται μὲ ὄχι καλὸ τρόπο καὶ ὄχι γιὰ καλὸ σκοπό. Δὲ μπορεῖς νὰ προβάλεις τὸ κακὸ μὲ ἕναν τρόπο ποὺ δὲν εἶναι καλός, διότι, ἂν προβάλλεις τὸ κακὸ μὲ ἕναν κακὸ τρόπο, γίνεται ἀκόμα πιὸ μεγάλο τὸ κακό. Καὶ τὸ καλὸ ἀκόμα, ὅταν τὸ προβάλλει κανεὶς μὲ ἕνα κακὸ τρόπο, καὶ καλὸ νὰ εἶναι, ὁ κακὸς ὁ τρόπος δὲν τὸ βοηθᾶ, εἶναι κακὸ πρᾶγμα.
Νὰ ποῦμε ἕνα παράδειγμα, ἂς ποῦμε, ὅτι ἔρχεται καὶ ἀκούει στὴν τηλεόραση προχτὲς, κάπου, ποὺ ἤμουν πρὶν λίγες μέρες, ἔλεγε, ὅτι ἕνας πατέρας παρενοχλοῦσε σεξουαλικὰ τὴν κόρη του καὶ βγῆκε ἡ μάνα καὶ τὸ ἔλεγε στὸ ραδιόφωνο στὴν τηλεόραση καὶ ἔδειχνε μία φωνὴ τρεμοσβήνουσα καὶ μιὰ φιγούρα ἀνατριχιαστική. Καὶ λέει κανείς, καλὰ εἶναι σκάνδαλο, εἶναι κακό, ἀλλὰ εἶναι πράγματα αὐτὰ νὰ τὰ λέει ἡ τηλεόραση, δηλαδὴ ἕνα μωρό, ποὺ ἀκούει αὐτὰ τὰ πράγματα, ἕνα κοριτσάκι ἂς ποῦμε, νὰ μπεῖ μὲς τὸ νοῦ του, ὅτι ὁ μπαμπᾶς του ἢ ὁ μπαμπᾶς ἑνὸς ἄλλου παιδιοῦ κάνει αὐτὰ τὰ πράγματα;
Δηλαδὴ νὰ πάει ὁ πατέρας νὰ χαϊδέψει τὴν κόρη του καὶ νὰ ἀρχίσει τὸ μωρὸ, νὰ αἰσθάνεται ἂς ποῦμε, ὅτι εἶναι ἄλλο πρᾶγμα ἐτοῦτο. Δὲν λέγονται, δὲν διορθώνονται αὐτὰ τὰ πράγματα ἔτσι. Δὲν οἰκοδομοῦμε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο. Σκάνδαλα ὑπάρχουν στὸν κόσμο καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντα, δὲν θὰ πάψουν νὰ ὑπάρχουν σκάνδαλα, ἀλλὰ οἰκοδομοῦμε ἐμεῖς μὲ τὸ νὰ τὰ δημοσιεύουμε; Οἰκοδομοῦμε ἤ παύουμε τὰ σκάνδαλα, μὲ τὸ νὰ τὰ προβάλλουμε κατ’ αὐτὸ τὸν τρόπο; Μετὰ, προβάλλοντάς τα, τὸ σκάνδαλο γίνεται μεγαλύτερο, εἶναι ἕνας μεγεθυντικὸς φακὸς ποὺ τὸ μεγαλώνει. Ἐντάξει, ὑπάρχει ἕνα πρόβλημα, εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸ μεγαλοποιεῖς;
Καὶ μετὰ, ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἐμπλέκονται μέσα σὲ αὐτὸ τὸ πρόβλημα, τί γίνεται μὲ αὐτοὺς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους; Δηλαδὴ καταργεῖται τὸ πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου, ἔστω ἀκόμα καὶ τοῦ ἁμαρτωλοῦ καὶ τοῦ ἐνόχου ἀνθρώπου ἀκόμα. Μὰ καὶ ὁ ἔνοχος ἔχει ἀκόμα καὶ αὐτὸς ἕνα δικαίωμα, ἔχει τὸ δικαίωμα τῆς μετανοίας, ἂν μὴ τί ἄλλο. Πῶς μπορεῖς νὰ συντρίψεις τὸν ἄλλο ἄνθρωπο, κι ἂν τελικὰ ἀποδειχθεῖ, ὅτι δὲν εἶναι ἔνοχος; Ἐὰν τελικὰ ἀποδειχθεῖ, ὅτι δὲν εἶναι ἔτσι ὅπως τὰ λὲς τὰ πράγματα; Ποιός θὰ σηκώσει τὸ βάρος ὅλης αὐτῆς τῆς ταλαιπωρίας;
Μετὰ βγαίνουν ὅλα αὐτὰ τὰ πράγματα πρὸς τὰ ἔξω, τὰ ἀκοῦμε ἐμεῖς, τὰ ἀκοῦτε ὅλοι σας, κι ἀρχίζουμε κι ἐμεῖς καὶ τί κάνουμε; Μπαίνουμε καὶ ἐμεῖς σὲ μία ἄλλη διαδικασία, ὅπως λέει ἐδῶ καὶ ἡ ἐρώτηση, δηλαδὴ πρέπει νὰ ἀντιδράσουμε; Καὶ τὸ λέει καὶ μόνος του, κοιτάξτε ἀτελὴς ἀντίδρασις, μήπως πρέπει νὰ ἀντιδράσουμε ἐνεργά, δηλαδὴ νὰ κάμουμε διαδηλώσεις νὰ διαμαρτυρηθοῦμε; Δηλαδὴ ἀντίδραση σὲ αὐτὸ τὸ σκάνδαλο νὰ κάνουμε, διαδηλώσεις, νὰ πετάξουμε πέτρες; Αὐτὸ εἶναι, ὅπως οἱ κατοχικὲς ἐκδηλώσεις ποὺ κάνουμε, δηλαδὴ νὰ πᾶμε ἔξω ἀπὸ τὴν πράσινη γραμμὴ καὶ τρῶμε σουβλάκι καὶ πετᾶμε πέτρες στοὺς Τούρκους; Καὶ αἰσθανόμαστε ὅτι ἐπιτελοῦμε ἐθνικὸ καθῆκον καὶ, μετὰ ἀφοῦ τελειώσει, πᾶμε καὶ σὲ καμιὰ δισκοθήκη νὰ περάσει ἡ ὥρα μας;
Ἔτσι ἀντιδροῦμε κατὰ τῶν σκανδάλων; Μὲ τὶς διαδηλώσεις καὶ μὲ τὸ νὰ ἔχουμε αὐτὰ τὰ πράγματα; Τοῦτα εἶναι πολὺ σοβαρὰ πράγματα, καὶ χρειάζονται πολὺ σοβαρὸ τρόπο καὶ χρειάζονται πολλή σύνεση καὶ, πρῶτα ἀπ’ ὅλα, ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ ἔχει σωστὲς προϋποθέσεις μέσα του, γιὰ νὰ ἀντιδράσει σωστά. Δηλαδὴ, πρῶτα ἀπὸ ὅλα, πρέπει νὰ σκεφθεῖς, ὅτι μὲ τὴν ἀντίδραση, τί θὰ βγεῖ; Τί βγαίνει μὲ τὴν ἀντίδραση, θὰ ἔχεις ἀποτέλεσμα καλό; Θὰ ἔχεις ἀποτέλεσμα κακό; Μετὰ, ἡ ἀντίδραση θὰ εἶναι καλὴ ἢ κακή; Γιατί μιὰ κακὴ ἀντίδραση, ἔστω κι ἂν εἶναι γιὰ καλὸ σκοπὸ, χαλάει καὶ τὸ καλὸ ποὺ γίνεται μετά. Καὶ μετὰ, πρέπει νὰ σκεφθεῖ κανεὶς καὶ τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἐμπλέκονται σὲ αὐτὴν τὴν ὑπόθεση.
Δηλαδὴ βλέπετε, νὰ γίνει ἕνα ἔγκλημα, ἐὰν ρωτήσετε ἕναν Ἅγιο καὶ πεῖτε, ἔχει γίνει ἕνα ἔγκλημα, κάποιος ἄνθρωπος ἐσκότωσε ἕναν ἄλλον ἄνθρωπο, ποιά θὰ εἶναι τὰ αἰσθήματα τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἀνθρώπου; Νὰ σᾶς πῶ, ἐγὼ δὲν εἶμαι Ἅγιος ἄνθρωπος ἀλλὰ εἶδα Ἁγίους ἀνθρώπους ποὺ, ὅταν ἄκουγαν αὐτὰ τὰ πράγματα, μπορεῖ νά ‘ναὶ λάθος αὐτὸ ποὺ λέω, δὲν ξέρω, ἐλυπούνταν γιὰ τὸ θῦμα, ἐλυπούνταν γιὰ αὐτὸν ποὺ σκοτώθηκε, ἀλλὰ θρηνοῦσαν κυριολεκτικὰ γι’ αὐτὸν ποὺ σκότωσε. Ἐκεῖνος ποὺ σκότωσε, εἶναι πιὸ ἀξιοθρήνητος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ σκοτώθηκε.
Μποροῦμε νὰ καταλάβουμε αὐτὴν τὴν λογικὴ τῶν ἁγίων; Δηλαδὴ ἐπροσεύχονταν γιὰ αὐτὸν ποὺ ὑπέστη τὸ κακὸ, δηλαδὴ γιὰ τὸ θῦμα, ἀλλὰ προσεύχονταν διπλά γιὰ τὸν θύτη. Γιατί αὐτὸς ποὺ ἔκανε τὸ κακὸ, εἶναι δυὸ φορὲς πιὸ σκοτωμένος καὶ πολὺ χειρότερη ἡ θέση του ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ὁπότε ἡ ἀγάπη μας καὶ ὁ πόνος μας πρέπει νὰ πιάνει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Δὲν μποροῦμε ἐμεῖς, ἐὰν θέλουμε, νὰ σταθοῦμε πνευματικὰ ἀπέναντι σὲ ἕνα γεγονὸς τέτοιο. Δὲν μποροῦμε νὰ βλέπουμε, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ κακοῦργος καὶ εἶναι ἄξιος πάσης τιμωρίας καὶ καταδίκης καὶ μίσους καὶ ὁτιδήποτε, καὶ ὁ ἄλλος χρειάζεται συμπαράσταση καὶ συμπάθεια. Ναί, συμπάθεια καὶ συμπαράσταση μάλιστα, ἡ δικαιοσύνη νὰ ἐνεργήσει μάλιστα, ἀλλὰ δικαιοῦται καὶ ὁ ἔνοχος ἄνθρωπος τὴν ἀγάπη μαζί.
Δικαιοῦται καὶ ὁ ἔνοχος ἄνθρωπος νὰ ἔχει τὴν συμπάθεια καὶ τὴν φροντίδα, τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα τῆς ἐκκλησίας καὶ τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐκκλησίας, γιατί ἀπὸ κανέναν δὲν μποροῦμε νὰ στερήσουμε τὸ ἐνδεχόμενο καὶ τὴν δυνατότητα τῆς μετάνοιας, ἀπὸ κανέναν ἄνθρωπο.
Ἄρα βλέπουμε τὰ πράγματα διαφορετικὰ ἀπὸ ὅ,τι τὰ βλέπει ὁ κόσμος, ἀπὸ ὅ,τι τὰ βλέπει μία κοσμικὴ ἀντιμετώπιση. Τώρα ἐντάξει νὰ μοῦ πεῖτε, τί κάνουμε, ἔχει τόσες ἀδικίες δίπλα μας, τί κάνουμε ἐμεῖς; Τί κάνουμε, κοιτάζει ὁ καθένας τον ἑαυτό του καὶ λέει, ἐγὼ τί εἶμαι σὲ αὐτὸν τὸν τόπο, ἐγὼ τί μπορῶ νὰ κάνω, κοιτάζει καὶ τὶς δυνάμεις του, κοιτάζει καὶ τὴν θέση του, κοιτάζει καὶ τὶς δυνατότητες ποὺ ἔχει. Βέβαια, τὸ νὰ κάνω κάτι, τί ἀποτέλεσμα ἔχει;
Ὅπως λέει ὁ Γέρων Παΐσιος, ἀρχίζει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ἑαυτό του τὸν ἴδιο. Κάνοντας τὸν ἑαυτό σου καλό, κάνεις ἕνα κομμάτι τοῦ κόσμου καλό, μετὰ ἐπιδρᾶς καὶ στοὺς γύρω σου ἀνθρώπους, ἐπιδρᾶς καὶ πιὸ πολὺ καὶ πάρα ‘κεῖ καὶ γίνεται κάτι καλύτερο. Μπορεῖ νὰ ἀντιδράσει ἐναντίον τοῦ κακοῦ μὲ πολὺ καλὸ τρόπο. Ἐὰν χρειασθεῖ καὶ πιὸ δυναμικὴ ἀντίδραση μὲ εὐπρέπεια καὶ σοβαρότητα, δὲν σοῦ ἀπαγορεύει κανεὶς νὰ τὸ κάνεις αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ἀλλὰ μέσα στὰ ὅρια τῆς εὐπρεπείας καὶ μὲ μία ἀρχοντιὰ, νὰ μὴν σκοτώσεις τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, ἀλλὰ μὲ σκοπὸ νὰ βοηθήσεις καὶ αὐτὸν ἀκόμα.
Δηλαδὴ, ἔχει κάποιος τὸ χέρι του στὴν σκανδάλη καὶ εἶναι ἕτοιμο νὰ πυροβολήσει κάποιον ἄλλον καὶ ἐγὼ εἶμαι δίπλα καὶ δὲν μὲ εἶδε, μπορῶ νὰ τοῦ δώσω μιὰ πάνω στὸ χέρι νὰ τοῦ πέσει τὸ ὅπλο κάτω; Νὰ τοῦ δώσω, ἀλλὰ ἂν τοῦ δώσω ὄχι ἀπὸ νεῦρα κι ἀπὸ κακία νὰ τοῦ κόψω τὸ χέρι του, ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴν κάνει ἕνα κακὸ μεγαλύτερο. Δηλαδὴ καὶ αὐτὸ ἀκόμα ποὺ θὰ τὸν παιδεύσω τὸν ἄλλον, νὰ γίνεται μὲ ἀγάπη, νὰ γίνεται μέσα σὲ ἕνα πνεῦμα ἀγάπης.
Νὰ δοῦμε, ὅτι αὐτὸ τὸ πρᾶγμα πρέπει νὰ οἰκοδομήσει τελικά, νὰ οἰκοδομήσει καὶ ἐμένα, νὰ οἰκοδομήσει καὶ τοὺς ἄλλους. Καὶ νομίζω ὅτι, ὅταν τὰ πράγματα γίνονται μὲ ἀγάπη καὶ μὲ πόνο, ὅπως λέει ὁ Γέροντας, μὲ ἀγάπη καὶ μὲ πόνο γιὰ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, τότε ὑπάρχουν γιὰ ὅλα τὰ πράγματα σωστὴ ἀντιμετώπιση καὶ οἰκοδομή. Ὁ Θεὸς οἰκοδομεῖ τὸν ἄλλον ἄνθρωπο, οἰκοδομεῖ ἀκόμα καὶ αὐτὸν ποὺ εἶναι τελείως ξοφλημένος.
Δὲν καταστρέφει ὁ Θεὸς κανέναν ἄνθρωπο, μόνον ὁ διάβολος καταστρέφει τὸν ἄλλον, ὁ Θεὸς οἰκοδομεῖ ἀκόμα καὶ τὸν μεγαλύτερο φονιᾶ, ἔχει τρόπο ὁ Θεὸς νὰ τὸν σώσει. Καὶ αὐτὸ ζητᾶ ὁ Θεὸς, ζητᾶ ὄχι νὰ καταστρέψεις ἐκδικητικὰ τὸν ἄλλον ἀλλὰ νὰ τὸν σώσει ἀπὸ ἄπειρη ἀγάπη. Ὁπότε, ἅμα δεῖ κανεὶς τὰ πράγματα, νομίζω ἀλλάζουν. Τώρα, ὅτι καὶ νὰ κάνουμε παιδιά, πρέπει νὰ τὸ ξέρετε, ὅτι τὰ σκάνδαλα εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐκλείψουν. Τὸ εἶπε καὶ ὁ Χριστὸς στὸ εὐαγγέλιο, εἶναι ἀδύνατο πρᾶγμα νὰ μὴν ἔρθουν τὰ σκάνδαλα.
Ἐδῶ ἔρχονται μὲς τὴν ἐκκλησία, ποὺ διαβάζουμε τὸ εὐαγγέλιο ἀπὸ τὸ πρωὶ ἕως τὴν νύκτα, ποὺ κάνουμε τόσες λειτουργίες, κοινωνοῦμε, νηστεύουμε, προσευχόμαστε, κάνουμε τόσα πράγματα, ἀφιερώσαμε τὸν ἑαυτό μας στὸν Θεὸ καὶ ἔρχεται ὥρα ποὺ ξεσποῦν σκάνδαλα μὲς τὴν ἐκκλησία, ἀνάβουν φωτιὲς καὶ δὲν ξέρεις, ἀπὸ ποῦ ἦλθαν καὶ πῶς σβήνουν, καὶ δὲν θὰ ξεσπάσουν σκάνδαλα σὲ ἄλλους χώρους;
Αὐτὰ εἶναι σφραγῖδες ἀνθρώπινης ἀτέλειας, εἴμαστε ἄνθρωποι, ὑπάρχει ἡ ἀτέλεια ἡ ἀνθρώπινη, ὑπάρχει ἡ ἀδυναμία ἡ ἀνθρώπινη, ὑπάρχουν τὰ λάθη τὰ ἀνθρώπινα. Ἄλλως πῶς τὸ καταλαβαίνω ἐγώ, ἄλλως πῶς τὸ καταλαβαίνει ὁ ἄλλος.
Εἶναι ἴδιον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως πλέον, νὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀτέλεια, αὐτὴ ἡ ἀδυναμία καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ἐξέχουν ἀπὸ αὐτὰ τὰ πράγματα ὅλες οἱ δυσκολίες, οἱ ὁποῖες βγαίνουν. Πρέπει νὰ τὸ μάθουμε, νὰ τὸ ἀντιμετωπίζουμε σωστὰ, νὰ στεκόμαστε μὲ μία σύνεση ἐμπρὸς στὰ σκάνδαλα, νὰ μὴ πανικοβαλλόμαστε καὶ νὰ λέμε: νὰ, ἔχει σκάνδαλα, δὲν ἔμεινε τίποτα ὄρθιο. Ὄχι. δὲν εἶναι ἔτσι. Ὁ Θεὸς καὶ ἀπὸ τὰ σκάνδαλα βγάζει καλό, δηλαδὴ ἐκεῖ ποὺ ὀργώνει ὁ διάβολος, σπέρνει ὁ Θεός, ἔλεγε ὁ Γέροντας.
Μπορεῖ νὰ ὀργώνει ὁ σατανᾶς καὶ νὰ τὰ κάνει ὅλα ἄνω κάτω, ὁ Θεὸς τὸν ἀφήνει, ἔχει δημοκρατία, ἄσε τὸν διάβολο νὰ κάνει τὴν δουλειά του, νὰ βγάλει καὶ αὐτὸς τὸ ψωμί του, νὰ κάνει τὴν δουλειά του ἐκεῖνος, ἀφοῦ τελειώσει καὶ τὰ κάνει ὅλα ἄνω κάτω, καὶ δὲν ἔχει πλέον ἄλλο νὰ κάνει, καὶ τότε εἶναι ὅλα ἀνακατωμένα ἔτσι, θὰ πάει τότε ὁ καλὸς Θεὸς, θὰ σπείρει τὸν δικό του σπόρο θὰ κάνει τὴν δουλειά του. Μερικὲς φορὲς τὰ μπερδεύει τόσο πολὺ ὁ διάβολος τὰ πράγματα, ποὺ ἂν τοῦ πεῖ ὁ Θεός, κάτσε ξεμπέρδεψέ τα τώρα ἔτσι ποὺ τά ‘κανες, οὔτε ἐκεῖνος δὲ θὰ τὰ καταφέρει νὰ τὰ ξεμπερδέψει, εἶναι δηλαδὴ τόσο πολύπλοκα.
Ὅμως ἐὰν τὰ ἀφήσει κανεὶς ἔτσι μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, βλέπει κανεὶς, ὅτι στὸ τέλος ἐκεῖνος, ποὺ θέλει νὰ ὠφεληθεῖ, ὠφελεῖται. Βγαίνουν ὠφέλειες, πολλὲς ὠφέλειες, στὸ τέλος δὲν ἀδικεῖται κανένας, μὴν ἀνησυχεῖτε, κανένας δὲν ἀδικεῖται καὶ αὐτὸς, ποὺ ἀδικεῖται γιὰ λίγο, δικαιώνεται αἰώνια. Καὶ αὐτὸς, ὁ ὁποῖος χάνει τὰ πρόσκαιρα, κερδίζει τὰ αἰώνια πράγματα, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀσυγκρίτως καλύτερα καὶ μεγαλύτερα.
Ἔτσι, νὰ μὴν ἀνησυχοῦμε, δὲν εἴμαστε ἐμεῖς ἐκεῖνοι, ποὺ θὰ ἀποδώσουμε τὴν δικαιοσύνη στὸν κόσμο ἐτοῦτο. Ἐμεῖς πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ἀξιοποιοῦμε τὴν ἀδικία. Ὑπάρχει ἀδικία στὸν κόσμο καὶ θὰ ὑπάρχει, ὅ,τι καὶ νὰ κάνουμε, γιατί ὑπάρχει ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία καὶ ἡ ἀνθρώπινη ἀτέλεια, δὲν μπορεῖ νὰ ἐκβιάσεις τὸν ἄλλον νὰ τηρήσει τὴν δικαιοσύνη, εἶναι ἐλεύθερος ἄνθρωπος, δὲ θέλει.
Σοῦ λέει δὲ θέλω ἐγὼ, κύριε, νὰ κάμω αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, μπορεῖ νὰ μὲ ἀναγκάσεις ἐμένα νὰ κάμω αὐτὸ ποὺ θέλεις ἐσύ; Ἐγὼ δὲν θέλω νὰ τὸ κάνω. Μὰ εἶναι ἀδικία, ἂς εἶναι ἀδικία, θέλω τὴν ἀδικία. Μπορεῖς νὰ μοῦ στερήσεις τὸ δικαίωμα νὰ θέλω τὴν ἀδικία; Μπορεῖς νὰ μοῦ στερήσεις τὸ δικαίωμα νὰ κάνω λάθη, νὰ κάνω τὰ στραβά μου; Θέλω νὰ κάμω ἔτσι ἐγώ. Ὡραία, δημοκρατία, ὅ,τι θέλει ἂς κάμει ἂς ποῦμε. Δὲν μπορεῖ ὅμως τίποτα νὰ ἀνακόψει τὸν δικό μας δρόμο, καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ δυσκολία ἀξιοποιοῦνται πνευματικά, μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν ἀξιοποιήσει.