Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος.

(Μηνύματα πρὸς τὸν λαὸ ἀπὸ τὸ στρατόπεδο συγκέντρωσης στὸ Νταχάου)

Ἀδελφοί μου, ἁμαρτήσαμε καὶ στὴ συνέχεια ἐξαγνιστήκαμε. Προσβάλαμε τὸν Παντοδύναμο Θεό μας, καὶ γι\’ αὐτὸ τιμωρηθήκαμε. Σπιλώσαμε τὶς ψυχές μας καὶ ξεπλύναμε τὴν κάθε ἁμαρτία μας, μὲ τὸ αἷμα καὶ μὲ τὰ δάκρυά μας.

Ποδοπατήσαμε κάθε τι, ποὺ ἦταν ἱερὸ γιὰ τοὺς πατέρες μας, καὶ γι\’ αὐτὸ στὴ συνέχεια ποδοπατηθήκαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι.

Ἡ καταστροφὴ μας ἦταν ἀναμενόμενη ἀφοῦ τὰ σχολεῖα μας ἦταν χωρὶς πίστη στὸ Θεό, οἱ πολιτικοί μας δὲν ἦταν ἔντιμοι, ὁ στρατός μας δὲν εἶχε πατριωτισμὸ καὶ οἱ κυβερνῆτες μας δὲν εἶχαν τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι καταστράφηκαν τὰ σχολεῖα, ὁ στρατὸς καὶ ὅλο τὸ κράτος μας.

Εἴκοσι χρόνια δὲν σεβόμασταν τὶς παραδόσεις μας, καὶ τώρα οἱ ἀλλοεθνεῖς μᾶς στέρησαν τὸ φῶς μὲ τὸ σκοτάδι τους.

Εἴκοσι χρόνια χλευάζαμε τοὺς προγόνους μας, ποὺ μὲ τὴν εὐσέβειά τους κατέκτησαν τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Μὲ τὸ μέτρο ὅμως ποὺ κρίναμε τὸ Θεὸ καὶ τοὺς προγόνους μας, μὲ τὸ ἴδιο μέτρο καὶ ἐμεῖς κριθήκαμε.

Παρ\’ ὅλα αὐτά, ὁ Θεὸς μᾶς συγχώρεσε.

Οἱ ὑβριστικὲς σκέψεις μας, τὰ ὑβριστικὰ λόγια καὶ οἱ πράξεις μας, οἱ ἀτελείωτες προσβολὲς στὸν Μεγαλοδύναμο Θεό, κατὰ τὴν περίοδο τῶν δύο παγκοσμίων πολέμων, καταδίκασαν τὸ λαό μας ἀρχικὰ σὲ θάνατο. Ἡ ποινὴ ἐπιβλήθηκε καὶ ἕνας στοὺς ὀκτὼ Σέρβους ἐκτελοῦνταν στὰ πρῶτα δύο χρόνια της κατοχῆς τῆς χώρας μας ἀπὸ τοὺς Γερμανούς.

Στὴ συνέχεια οἱ ἐκτελέσεις σταμάτησαν καὶ ἡ ποινὴ μειώθηκε, σὲ ἰσόβια σκλαβιά. Καταδικαστήκαμε νὰ εἴμαστε αἰώνια ὑπόδουλοι τῶν Γερμανῶν.

Μόνον ὅταν ὁ φτωχὸς λαός μας, μὲ τὰ ἐξασθενημένα χέρια του, ἄρχισε νὰ ἀνάβει κεριά, νὰ προσεύχεται, τότε οἱ προσευχές του συγκίνησαν τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἁγίους ὥστε νὰ μεσιτεύσουν γιὰ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε ὁ Παντελεήμων Θεὸς πάλι μείωσε τὴν ποινὴ τῆς ἰσόβιας σκλαβιᾶς σὲ δύο χρόνια. Ὁ σέρβικος λαὸς καταδικάστηκε σὲ δύο χρόνια φυλάκισης ἐνῶ εἴκοσι χρόνια ζοῦσε ἁμαρτωλὴ ζωή. Δὲν εἶναι ἄραγε αὐτὸ ἐλεημοσύνη; Ὑπάρχει ἄραγε κανεὶς ἐπίγειος βασιλιὰς ὁ ὁποῖος θὰ ἀνεχόταν εἴκοσι χρόνια νὰ τὸν βρίζουν, νὰ τὸν χλευάζουν καὶ νὰ συγχωρεῖ τὸ λαό του; Ποτὲ καὶ πουθενά. Τέτοια ἐλεημοσύνη ἔχει μόνο ὁ Θεός μας.

Ἀδελφοί μου, τί λοιπὸν νὰ πράξουμε τώρα; Ἂς πράξουμε ὁτιδήποτε ἄλλο, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸ ποὺ πράτταμε στὴ διάρκεια αὐτῶν τῶν εἴκοσι χρόνων.

Ἂς μὴν ἁμαρτάνουμε, γιὰ νὰ μὴν ὑποφέρουμε πάλι.

Ἂς μὴν προσβάλουμε πάλι τὸν Παντοκράτορα Θεό, καὶ ὑποστοῦμε μεγαλύτερη τιμωρία.

Ἂς μὴ σπιλώνουμε τὶς ψυχές μας μὲ ἁμαρτίες, γιὰ νὰ μὴ χρειασθεῖ πάλι νὰ τὶς ἐξαγνίζουμε μὲ τὸ αἷμα καὶ τὰ δάκρυά μας.

Ἂς μὴν ποδοπατᾶμε τὰ ὅσια τῶν προγόνων μας, γιὰ νὰ μὴν ποδοπατηθοῦμε οἱ ἴδιοι.

Ἂς χτίσουμε σχολεῖα μὲ πίστη, ἂς ἀποκτήσουμε κυβερνῆτες τίμιους, ἂς ἀποκτήσουμε στρατὸ μὲ πατριωτισμό, καὶ κράτος ποὺ νὰ ἔχει τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

Ἂς ἐπιστρέψουμε ὁ καθένας μας στὸ Θεὸ καὶ στὸν ἑαυτό του. Ἂς μὴ μείνει κανένας μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, γιὰ νὰ μὴ χάσει τὸ φῶς του ἀπὸ τὴν ἐπέλαση τοῦ τρομακτικοῦ σκοταδιοῦ τῶν ἀλλοεθνῶν μὲ τὰ «ὡραῖα» ὀνόματα καὶ τὰ «φανταχτερὰ» ροῦχα.

Ἂς προσπαθήσει ὁ καθένας μας νὰ κατακτήσει τὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἔτσι μόνο θὰ ἐπιβιώσει τὸ κράτος μας πάνω στὴ γῆ γιὰ μεγαλύτερο χρονικὸ διάστημα. Ἂν εἴμαστε δίκαιοι ὁ οὐρανὸς θὰ προσέχει τὸ κράτος μας. Στὴν οὐράνια Βασιλεία βασιλεύουν ἡ δικαιοσύνη, ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη, ἡ ἀλήθεια, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ σοφία, ἡ καθαρότητα….

Ἂς σκεφτεῖτε ἂν ἔχετε αὐτὲς τὶς ἀρετές, καὶ ἂν ὄχι καλύτερα νὰ ἀγωνιστεῖτε νὰ τὶς ἀποκτήσετε ὅλες. Ἔτσι θὰ γίνετε τέλειοι, ὅπως τέλειος εἶναι καὶ ὁ μεγάλος Πατέρας σας, ὁ οὐράνιος.

Ἔτσι θὰ ἀντέξετε τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις τοῦ Ἅδη, ποὺ κτύπησαν τὸ κράτος μας καὶ σὰν ἐφιάλτης μᾶς ταλάνισαν καὶ θὰ μᾶς ταλανίζουν γιὰ πολλὰ χρόνια.

Ὁπλισμένοι μὲ τὶς ἀρετὲς θὰ δικαιώσετε τὴν ἀγάπη σας γιὰ τὴν πατρίδα σας, καὶ θὰ δικαιώσετε τὸ ὄνομα τοῦ Ὀρθόδοξου χριστιανοῦ. Ἂς σᾶς βοηθάει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Πατέρας καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.