Εβέσντα, 24 Δεκεμβρίου 1940.
Η εκκλησία ήτο ένας σταύλος και η θεία λειτουργία εγένετο σαν παραμονή Χριστουγέννων εντός του σταύλου. Η Αγία Τράπεζα, αποτελείτο από μίαν κάσσαν, τα δε κηροπήγια, ήσαν μία λάμπα εκστρατείας, δύο κηρία και ένα λυχνάρι. Η δε πρόθεσις από ένα τραπεζάκι και ένα κερί. Η θεία λειτουργία ήτο σύντομος, καλλίφωνοι δε ψάλται (στρατιώται) έψαλον. Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας, εκοινώνησα, αξιωθείς προς τούτο των Αχράντων Μυστηρίων. Μετά το τέλος της θείας λειτουργίας και πριν ακόμα μεταλάβουν οι άνδρες όλοι, ένας στρατιώτης, νομίσας ότι ετελείωσεν η θεία λειτουργία ή, δεν θα εγνώριζεν ότι θα ετελείτο εις τον σταύλον λειτουργία, έφερεν, δύο ημιόνους δια να τους βάλει εις τον σταύλον. Αλλά κατόπιν συστάσεως, ανέμενεν έξω του σταύλου, προσωρινώς, μέχρις ότου τελειώσει το έργον του ιερέως.
Ευαγγελίας Γεωργ. Κουτσοδόντη, ”Το ημερολόγιο ενός στρατιώτου”, σελ. 53
***
Ύψωμα Μάλι Σπατ, 24 Δεκεμβρίου 1940.
Ο τραγικός σύντροφος της βραδυάς, Έφεδρος Ανθυπολοχαγός Γιάννης Δούβρης, η λεπτή κι ευγενικιά αυτή φυσιογνωμία, κάνει τις ίδιες σκέψεις. Μέσα στον πυρετό που τον καίει, δυο μέρες τώρα, νοιώθει την ψυχολογική κατάστασι, στην οποία βρίσκομαι. Θέλει κι αυτός να ξεσπάσει. Με την αδύνατη και γλυκειά φωνή του αρχίζει να ψέλνει το τροπάρι «Η Γέννησίς Σου Χριστέ». Με βραχνιασμένη φωνή τον ακολουθώ. Το ψέλνουμε τρεις φορές κι’ έπειτα άλλες τρεις το «Η Παρθένος σήμερον». Κλαίω και ψέλνω μαζί. Τα καυτερά δάκρυα διατρέχουν το πρόσωπό μου κι’ αισθάνομαι το ζεστό μονοπάτι που ακολουθούν επάνω σ’ αυτό.
Σε κάποια στιγμή ακούμε ψαλμωδία.
Οι στρατιώτες θαμένοι κάτω από τα χιονισμένα αντίσκηνα, αρχίζουν να ψέλνουν ομαδικά και η φωνή τους, η τραγική αυτή επίκλησις προς τον Ουράνιο Πατέρα, ανακατεύεται με τον αέρα και τη βροχή και διασκορπίζεται ανάμεσα στα άξενα και άγονα Αλβανικά βουνά…
Ντίνου Π. Μαγγιοράκου, Το Ξεκίνημα της Νίκης, Ημερολόγιο από τον πόλεμο 40-41, εκδοτικό οίκος «ΑΝΑΤΟΛΗ», Αθήναι 1946, σελ. 81
***
Πιτσάρι, 25 Δεκεμβρίου 1940.
Εξακολουθεί να ρίχνη χαλάζι και να πέφτουν άφθονες κανονιές. Σήμερα μετά μεγάλης μου χαράς για δώρο Χριστουγέννων επήρα τα πρώτα γράμματα, 28 τον αριθμόν, όλα δηλαδή τα καθυστερούμενα. Εκάθισα και τα εδιάβασα όλα και αμέσως σας έγραψα. Από τον λόχο μας έδωσαν μισή κουραμάνα και ολίγον τυρί. Εις την καλύβα όμως εβράσαμε το άλλο αρνί και εφάγαμε όλοι μαζί. Έτσι πάνε και τα Χριστούγεννα.
Στέλιου Ι. Τζιρόπουλου, Ημερολόγιον από τον πόλεμο του 1940, σελ. 55
Μνήμες Πολέμου 1897-1974, Γενικό Επιτελείο Στρατού Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού.