Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὶς «Πράξεις» (ιγ΄, 2) ἀναφέρει γιὰ τὴν νηστεία:

  «Λειτουργούντων δὲ αὐτῶν τῷ Κυρίῳ καὶ νηστευόντων εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· ἀφορίσατε δή μοι τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον εἰς τὸ ἔργον ὃ προσκέκλημαι αὐτούς». (: Ἐνῷ δὲ αὐτοὶ ἐπετέλουν ὡς κύριόν τους ἔργον τὴν πρὸς τὸν Κύριον κοινὴν λατρείαν καὶ τὸ κήρυγμα, καὶ ἐνῷ ἐνήστευον, εἶπε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον διὰ προφητῶν ἢ ἄλλων ἐξ ἐκείνων τῶν Χριστιανῶν, ποὺ εἶχον χαρίσματα· Ξεχωρίσατέ μου ἀμέσως τὸν Βαρνάβαν καὶ τὸν Σαῦλον διὰ τὸ ἔργον, διὰ τὸ ὁποῖον τοὺς προσεκάλεσα μὲ ἔμπνευσιν, τὴν ὁποίαν μετέδωκα ἐγὼ εἰς τὸ ἐσωτερικὸν τῶν καρδιῶν των).

  Χωρὶς τὴν νηστεία ποτὲ οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν ἄρχιζαν νὰ κάνουν κάποιο ἔργο.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Κρονστάνδης μᾶς συμβουλεύει:

  «Ὅταν θέλης νὰ καταπιασθῆς μὲ κάποιο πενυματικό ἔργο, ἐπαναστατεῖ ἡ σάρκα. Θέλει νὰ δέση χειροπόδαρα τὴν καλή σου θέληση. Ἡ σάρκα ἀντιστρατεύεται σὲ ὅλες τὶς πνευματικὲς ἐπιδιώξεις σου. Δὲν θέλει νὰ βλέπη τὸ πνεῦμα ἰσχυρὸ καὶ ἀκμαῖο. Κι ἄν δὲν προσέξης, τὸ πνεῦμα θὰ ὑποδουλωθῆ στὴ σάρκα.

  Γιὰ νὰ γίνουμε ἀπόλυτα εὐάρεστοι στὸν Θεό, πρέπει νὰ μάθουμε νὰ ἀδιαφοροῦμε γιὰ τὴ σάρκα μας. Ἄν γιὰ παράδειγμα νιώθουμε ὑπνηλία κατὰ τὴ διάρκεια τῆς προσευχῆς, ἀλλὰ βιάζουμε τὸν ἑαυτό μας νὰ συνεχίση νὰ προσεύχεται, τότε δείχνουμε ἀδιαφορία στὴ σάρκα μας. Οἱ μάρτυρες καὶ οἱ ὅσιοι εἶχαν αὐτὴ τὴν εὐλογημένη ἀδιαφορία ἀπέναντι στὴ σάρκα.

Ἄν τρῶς καὶ πίνης ἄμετρα, εἶσαι σάρκα. Ἄν προσεύχεσαι καὶ νηστεύης, εἶσαι πνεῦμα. Ἡ νηστεία καὶ ἡ προσευχὴ ὁδηγοῦν σὲ μεγάλα κατορθώματα. Ὁ κοιλιόδουλος εἶναι ἀνίκανος γιὰ μεγάλα πράγματα. Νὰ νήφης καὶ νὰ ἔχης ζῆλο θερμὸ καὶ θὰ δῆς ὅτι θὰ στήσης πολλὰ τρόπαια στὴ ζωή σου.

Ἐκεῖνοι ποὺ ἀπορρίπτουν τὶς νηστεῖες, λησμονοῦν ὅτι ἡ πτώση τῶν πρωτοπλάστων στὴν ἁμαρτία προῆλθε ἀπὸ τὴν ἀκράτεια. Λησμονοῦν ὅτι τὸ ὅπλο ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστὸς ἐναντίον τοῦ πειρασμοῦ εἶναι ἡ νηστεία. Ὅταν ὁ Ἴδιος πειράστηκε στὴν ἔρημο, νήστεψε ἐκεῖ σαράντα μέρες καὶ σαράντα νύχτες.

Ἄν νικήθηκες ἀπὸ τὴ λαιμαργία, νήστεψε καὶ ἀγωνίσου μὲ ὑπομονὴ νὰ κρατηθῆς στὴν ἐγκράτεια. Τὸ μυστικὸ τῆς τέχνης γιὰ τὴ θεραπεία τῶν νόσων τῆς ψυχῆς ἔγκειται στὸ νὰ μὴ τὶς λυπόμαστε καθόλου, ἀλλὰ νὰ τὶς πολεμᾶμε ἀμείλικτα καὶ νὰ τὶς ξεριζώνουμε».

Ἀναφέρεται ὅτι ὁ Βασιλιὰς τῆς Γιουγκοσλαβίας Ἀλέξανδρος ὁ Α΄ ἔκανε τὸ τραπέζι στὸν Ἅγιο Νικόλαο Βελιμίροβιτς.

  Ἡ συνάντηση ἔγινε. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος δέχθηκε τὸν βασιλιὰ στὸ φτωχικὸ ἐπισκοπεῖο ποὺ βρισκόταν δίπλα στὴ λίμνη. Στὸ μεταξὺ οἱ βασιλικοὶ ὑπηρέτες ἔκαναν τὶς ἀπαραίτητες προετοιμασίες γιὰ τὸ γεῦμα μὲ ἀκρίβεια καὶ ἐπιμέλεια. Οἱ τραπεζοκόμοι ἔστρωναν καὶ στόλιζαν τὸ τραπέζι, ἐνῶ οἱ μάγειροι ἑτοίμαζαν τὰ πιὸ ἐκλεκτὰ φαγητά.

  Ὅταν ὅλα ἦταν πλέον ἕτοιμα, ὁ ἐνάρετος Ἐπίσκοπος ἔκανε τὴν καθιερωμένη προσευχὴ πρὶν ἀπὸ τὸ γεῦμα καὶ κάθισε στὸ τραπέζι μαζὶ μὲ τὸν βασιλιά. Οἱ ὑπηρέτες ἄρχισαν νὰ σερβίρουν. Ἐνῶ ὅμως ἦταν περίοδος νηστείας καὶ ἡμέρα ποὺ ἐπιτρεπόταν μόνο κατάλυση ἰχθύος, ὁ Ἅγιος παρατήρησε ὅτι τὰ φαγητὰ ἦταν ἀρτύσιμα. Ὅταν λοιπὸν ἔφεραν τὸ κύριο πιάτο -ψητὸ χοιρινὸ τοῦ γάλακτος- ἔπιασε τὴν πιατέλα καὶ τὴν πέταξε ἔξω ἀπὸ τὸ παράθυρο λέγοντας:

– Ἐδῶ ποὺ ἔχουμε ὑπέροχα ψάρια Ἀχρίδος, ἐσεῖς σερβίρετε σὲ ἕνα Ὀρθόδοξο βασιλιὰ ἀρτύσιμα φαγητὰ σὲ περίοδο νηστείας;!

  Ὁ βασιλιὰς Ἀλέξανδρος δὲν μίλησε καθόλου. Δὲν τόλμησε νὰ ἀντιτάξη κάτι στὸν θαρραλέο Ἱεράρχη. Ἡ φαινομενικὰ ἄκομψη κίνηση τοῦ Ἐπισκόπου δὲν ἦταν ἀγένεια. Ἀγένεια καὶ ἀσέβεια ἦταν ἡ ἐπιλογὴ τοῦ βασιλιᾶ νὰ παραθέση ἀρτύσιμο γεῦμα σὲ περίοδο νηστείας τοῦ κρέατος. Εἶναι ἄλλωστε χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος διαμαρτυρήθηκε ὄχι γιὰ τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ γιὰ τὸ ὅτι προσέφεραν στὸν βασιλιὰ ἀρτύσιμο φαγητό. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὑποδείκνυε στὸν βασιλιὰ ὅτι ὤφειλε ὡς ἄρχοντας τοῦ λαοῦ νὰ δίνη τὸ σωστὸ παράδειγμα καὶ νὰ τηρῆ μὲ ἀκρίβεια τὴν Ὀρθόδοξη παράδοση. Τελικὰ πράγματι ἡ ἀντίδραση τοῦ ὁμολογητῆ Ἐπισκόπου ἀφύπνισε τὸν βασιλιὰ Ἀλέξανδρο καὶ τὸν βοήθησε νὰ καταλάβη πόσο ὤφειλε νὰ σέβεται τὴν θεόσδοτη ἐντολὴ τῆς νηστείας.

  Ἡ τολμηρὴ αὐτὴ στάση τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀχρίδος, ἑνὸς σύγχρονου ὁμολογητῆ καὶ οἰκουμενικοῦ διδασκάλου – «νέο Χρυσόστομο» τὸν ὀνομάζουν- ὑποδεικνύει σὲ ὅλους μας πόσο σημαντικὴ εἶναι ἡ νηστεία καὶ πόσο προσεκτικοὶ ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε στὴν τήρησή της».

Ὁ μακαριστὸς Δημήτριος Παναγόπουλος στὸ βιβλίο «Ἀπανθίσματα ὁμιλιῶν» ἀναφέρει ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα:

  «Ἕνας δαιμονισμένος, παιδευόταν πολλὰ χρόνια ἀπὸ τὸ δαιμόνιο. Οἱ Πατέρες ἑνὸς κοινοβίου, τὸν εἶχαν πάει σὲ πολλοὺς γέροντες, γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσουν, ἀλλὰ κανεὶς δὲν κατόρθωσε νὰ βγάλη τὸ δαιμόνιο. Τελικὰ τὸν πῆγαν καὶ σὲ ἕνα διακριτικὸ γέροντα, ποὺ ἦταν μεγάλος νηστευτής. Ὁ γέροντας τοὺς εἶπε:

– Ἀδερφοὶ καὶ Πατέρες, δὲν ἔχω τὸ χάρισμα νὰ ἐκβάλλω δαιμόνιο. Ἔχω ὅμως τὴν ἀγάπη καὶ παρακαλῶ τὸ δαιμόνιο, νὰ φύγη ἀπὸ αὐτὸν τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ ἔλθη σὲ μένα, γιὰ νὰ ξεκουρασθῆ λίγο καὶ αὐτὸς ὁ ἀδερφός!

  Πράγματι, βγαίνει τὸ δαιμόνιο καὶ μπαίνει σὲ αὐτὸν τὸν γέροντα, ἐνῷ ὁ δαιμονισμένος ἔγινε καλά.

Ὁ γέροντας γιὰ πολλὰ χρόνια ἦταν δαιμονισμένος, ἀλλὰ μία μέρα βγαίνει ὁ διάβολος, σὰν ἕνας μαῦρος γάτος, ἀπὸ τὸν γέροντα. Ὁ γέροντας βλέποντας νὰ βγαίνη τὸ δαιμόνιο, τοῦ λέει:

– Ποῦ πᾶς; Ἐγὼ δὲν σὲ διώχνω!

Καὶ ὁ διάβολος τοῦ λέει:

– Δὲν ἀναπαύομαι σὲ ξηρανθεῖσα σάρκα! Καὶ σηκώθηκε καὶ ἔφυγε.

  Πάει τὸ γουρούνι νὰ κυλιστῆ σὲ μία γούβα, πού εἶναι ξερή; Δὲν πάει, γιατί θέλει ἡ γούβα νὰ εἶναι μαλακή, γιὰ νὰ κυλιστῆ στὴν λάσπη. Ἔτσι καὶ ὁ διάβολος, σὲ σάρκα ξηρανθεῖσα, ἐξαιτίας τῆς νηστείας, δὲν μπορεῖ νὰ πάη.

  Μὲ αὐτὸν τὸν τρὸπο ὁ ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ περιποιῆται τὴν σάρκα του μὲ πολὺ φαγητὸ καὶ κάνοντας νηστεία, ἀποφεύγει τὴν διαφθορὰ πιὸ εὔκολα. Νηστέψτε ὅλοι τρεῖς μέρες χωρὶς φαγητὸ καὶ χωρὶς νερὸ καὶ θὰ σᾶς πῶ, ποῦ πᾶνε τὰ παράνομα κρεβάτια, ποῦ πᾶνε τὰ νάϊτ κλάμπς. Θὰ σβήσουν ὅλα. Γιατὶ ὅλες οἱ διασκεδάσεις καὶ οἱ διαφθορὲς στὸν κόσμο, συντηροῦνται καὶ τρέφονται ἀπὸ τὸ φαγοπότι τῆς σαρκός».