Καργάκος Σαράντος.
Ὁμιλία στὴ Αἴθουσα “Ὀλυμπία” Ἐθνικῆς Λυρικῆς Σκηνῆς, Ἡμερίδα γιὰ τὴν Παιδεία, ὀργάνωση Ἐνορίας Ἁγ. Νικολάου Πευκακίων (31/1/2010)
…Ὅταν σήμερα μιλᾶμε γιὰ κρίση, οἱ πλεῖστοι ἐννοοῦμε πρωτίστως τὴν οἰκονομικὴ καὶ μᾶς διαφεύγει τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πρωτεύουσα κρίση εἶναι ἠθική. Κρίση ὄχι τῶν χρηματιστηριακῶν ἀλλὰ τῶν ἠθικῶν ἀξιῶν, ἡ ὁποία μὲ τὴ σειρά της εἶναι ἀπότοκος μιᾶς ἄλλης γενικευμένης σχεδὸν σὲ οἰκουμενικὴ διάσταση, τῆς παιδαγωγικῆς. Οἱ ρίζες του φυτοῦ ποὺ γέννησαν αὐτὴ τὴν πολυδιάστατη κρίση ἀνάγονται στὴν ἀμέσως μετὰ τὸν πόλεμο ἐποχή, ὅταν τὸ σχολεῖο χάνει τὴν ἀνθρωποπλαστική του ἀποστολὴ καὶ γίνεται ἐργοστάσιο παραγωγῆς ἀνθρωπάκων, ἱκανῶν νὰ ὑπηρετήσουν ἀξίες -οὐσιαστικὰ ἀπαξίες- κάθε λογῆς ἀλλ’ ὄχι τὴν ἀξία τοῦ ἀνθρώπου. Τὸν ἄνθρωπο τῆς ἀξίας ὑπεσκέλισε ὁ ἄνθρωπος τῆς ἐπιτυχίας.
Αὐτὸ τὸ κυνήγι της μὲ κάθε μέσο ἐπιτυχίας -ἀκόμη καὶ μὲ τὸ πατεῖν ἐπὶ πτωμάτων καὶ ἀποπατεῖν ἐπὶ ἱερῶν καὶ ὁσίων- δημιούργησε τὸ σύγχρονο κοινωνικό, πολιτικὸ καὶ οἰκονομικὸ χάος, ποὺ μεταφέρεται στὸ σχολεῖο καὶ ἀπὸ τὸ σχολεῖο στὰ κεφάλια τῶν μαθητῶν, μιὰ μηχανικὴ συσκευὴ στὴν ὁποία κάθε δάσκαλος ἢ καθηγητὴς στρίβει ἕνα μπουλόνι ἢ προσθέτει κάποιο “τσὶπς” ἀπὸ σιλικόνη.
Κάποιοι -πᾶνε πολλὰ χρόνια τώρα- διακήρυσσαν ὅτι δὲν θὰ ζὴσουμε μὲ τὶς ἠθικὲς ἀξίες, ποὺ δέσμευαν κάθε λογῆς αὐτενέργειες καὶ πρωτοβουλίες, θὰ ζήσουμε μὲ τὴ μηχανή. Ἀλλὰ τὸ πρόβλημα δὲν τίθεται ἐκεῖ. Δὲν εἶναι πρόβλημα τὸ ἂν θὰ ζήσουμε μὲ τὴ μηχανὴ ἀλλὰ ἂν θὰ ζήσουμε ὡς μηχανή. Ἀσφαλῶς, χρειάζεται ἡ μηχανή, διότι διευκολύνει τὴ ζωή, ἀλλὰ δὲν χρειαζόταν νὰ μηχανοποιήσουμε τὴ ζωή μας σὲ τέτοιο βαθμὸ ὥστε τὸ σχολεῖο νὰ λειτουργεῖ κατὰ τὸ σύστημα-ἁλυσίδα γιὰ τὴν παρασκευὴ ἔμψυχων ρομπότ. Ἄπειρες φορὲς ἔχω γράψει πὼς ἡ ἐκπαίδευση δὲν εἶναι παιδεία. Σὲ ἐκπαίδευση ὑπόκεινται καὶ τὰ ζῶα. Ἐνῶ ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος εἶναι ἡ παιδεία του, ὅταν αὐτὴ παραμένει ἄσκηση ἀρετῆς καὶ ἀνθρωποπλαστικὸ ἰδανικό. Κι ὄχι ἕνα ἐφόδιο ἁπλὰ ἐπαγγελματικό. Τώρα βρισκόμαστε στὸ ὅριο τῶν καιρῶν. Πατροπαράδοτες ἀξίες, ποὺ ἐπέζησαν στὴ φορά καὶ στὴ φθορὰ τοῦ χρόνου καὶ τῶν ἀνθρώπινων μεταβολῶν, ἔχουν χάσει τὸ κῦρος καὶ τὴ σταθερότητά τους. Ἀπὸ αὐτὸ ἡ γενικευμένη ἀστάθεια. Ὁ νέος, ἀντιδρῶντας στὴ ρομποτοποίησή του, στρέφεται ἀνεμωλίως κατὰ τῶν ἠθικῶν ἄξιων, ἀπορρίπτει ὄχι τὴ μαθησιακὴ σκλαβιὰ ποὺ τοῦ προσφέρεται σὰν τὸ βαλανίδι τῆς Κίρκης, ἀπορρίπτει τὴ λειτουργικότητα τῶν ἀξιῶν, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ τὸν κρατήσουν ὄρθιο στὴ θύελλα τῶν κακῶν καιρῶν καὶ καταντᾶ μετέωρος. Φτερὸ στὸν ἄνεμο. Διότι δὲν ὑπάρχουν πιὰ οὐσιαστικὲς ἀναπληρωματικὲς ἀξίες, στὶς ὁποῖες θὰ μποροῦσε νὰ στηρίξει τὴν ὕπαρξή του. Στὴ σύγχυση καὶ στὴν παραζάλη ποὺ τὸν δέρνει, γιὰ νὰ ξεσπάσει, γιὰ νὰ ξεχάσει, κάνει πόλεμο μὲ τὸν ἑαυτό του. Τὰ ναρκωτικὰ ποὺ κάνουν θραύση ἐδῶ καὶ παντοῦ τὰ θεωρεῖ «γιατρικό» του.
Ποτὲ ἄλλοτε οἱ νέοι δὲν ἀνατράφηκαν μὲ τόσο μῖσος, εἰδικὰ στὶς κοινωνίες ποὺ ἐπικρατεῖ τὸ δόγμα του «πάρτα ὅλα». Ἕνα μόνο δὲν παίρνουν: ἀγάπη. Καὶ στὴν ἔλλειψη ἀγάπης ἀπαντοῦν μὲ τὸ μῖσος. Δὲν διδάχθηκαν, οὔτε τὸ βίωσαν οὔτε τὸ συνειδητοποίησαν ὅτι ζωὴ χωρὶς ἀξίες δὲν ἔχει ἀξία. Ἐξεγείρονται καί, κτυπῶντας τὸν ἑαυτό τους μὲ ποικίλους τρόπους, νομίζουν πὼς κτυποῦν τὸ σύστημα. Ἁπλῶς μὲ τὰ βίαια ξεσπάσματά τους, τὸ ἰσχυροποιοῦν καὶ τὸ κάνουν πιὸ συστηματοποιημένο. Πρότυπο τῶν νέων προσφέρεται ὁ ἥρωας ποὺ δὲν ἔχει ἡρωικὸ ἦθος. Καὶ χωρὶς τὸ ἦθος αὐτὸ ὁ κόσμος τείνει νὰ μεταβληθεῖ σὲ μιὰ ἀπέραντη “Λέσχη Αὐτοκτονίας”. Εἶναι χρόνια τώρα ποὺ ἔπαψα νὰ πιστεύω στὴν παιδαγωγικὴ ἀποστολὴ τοῦ εὐφημιστικὰ λεγόμενου ἑλληνικοῦ σχολείου, ποὺ μπορεῖς νὰ τοῦ δώσεις κάθε ὀνομασία, ἀλλὰ μόνο σχολεῖο καὶ μάλιστα ἑλληνικὸ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ ὀνομάσεις. Στὴν καλύτερη περίπτωση εἶναι ἕνας τεράστιος κλωβός … παπαγάλων.
Εἶχα γράψει τὴν 1η Δεκεμβρίου 1987 ἕνα δοκίμιο ποὺ εἶχε σὰν “σλόγκαν” τὸ νεανικό -τότε- σύνθημα: «Μὴν περιμένεις νὰ χιονίσει, γιὰ νὰ δεῖς ἄσπρη μέρα»! Ἀφορμὴ στάθηκε ἡ δήλωση μιᾶς μαθήτριας ποὺ εἶχε πρωτεύσει στὶς τότε Πανελλαδικὲς Ἐξετάσεις: «Δὲν ἤμουν ἡ ἐξυπνότερη, ἤμουν ὁ καλύτερος παπαγάλος». Ἡ δήλωση αὐτὴ αἰσθητοποιεῖ τὸ σύμπτωμα κρίσης ποὺ διέρχεται τὸ σημερινό -κι ὄχι μόνον ἐδῶ- σχολεῖο. Δὲν μαθαίνει τὰ παιδιὰ πῶς νὰ σκέπτονται ἀλλὰ μὲ τί νὰ σκέπτονται. Δημιουργεῖ μυαλά, χωρὶς μυαλό. Προσφέρει γνώσεις, ἀλλ’ ὄχι γνώση. Δημιουργεῖ ἁπλῶς κάποια δίποδα λεξικά. Κι αὐτὰ ἐλλιπῆ.
Βέβαια, θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κανεὶς πώς, ἡ κρίση τοῦ σημερινοῦ σχολείου, ἦταν κάτι φυσικὸ καὶ ἀναμενόμενο. Λόγῳ τῶν ραγδαίων μεταπολεμικῶν ἐξελίξεων ὅλα τὰ συστήματα ἀξιῶν ἔνιωσαν τὸν κραδασμὸ τῶν ἐπερχόμενων μεταβολῶν. Τὸ σχολεῖο, ἕνας, κατὰ παράδοση, συντηρητικός θεσμός, ἦταν μοιραῖο νὰ «εἰσπράξει» ἕνα μέρος τῆς κρίσης. Δικαιολογημένα, λοιπόν, θὰ μπορούσαμε νὰ ὑποστηρίξουμε ὅτι αὐτὸ ποὺ ὀνομάζουμε κρίση, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ μιὰ δυσκολία προσαρμογῆς σ’ ἕνα περιβάλλον ποὺ ἄλλαξε ἀπότομα. Ἐν τούτοις, στὸ χῶρο τῆς ἑλληνικῆς παιδείας τὴν τελευταία τριακονταπενταετία ἔγιναν τόσες μεταρρυθμίσεις, ὅσες δὲν ἔγιναν στὴ διάρκεια τῶν 160 χρόνων, ποὺ λειτουργεῖ ἐπίσημη κρατικὴ παιδεία στὴ χώρα μας. Πῶς συμβαίνει, λοιπόν, νὰ μιλᾶμε γιὰ κρίση ἢ γιὰ παιδευτικὴ πενία;
Τὸ σχολεῖο μας, παρὰ τὶς ὁποιεσδήποτε καινοτομίες, παραμένει στὴν οὐσία του φορμαλιστικὸ καί, ὡς πρὸς τὴ νοοτροπία του, κονφορμιστικό. Ἀκόμη κι ὅταν προσφέρει τὸ νέο, τὸ κάνει μ’ ἕναν τρόπο ποὺ τὸ σκουριάζει· κι αὐτὸ κουράζει ψυχικὰ καὶ πνευματικὰ τὸ παιδί, ποὺ ἀκόμη δὲν ἔχει γευτεῖ ἀπὸ τὴν παιδεία μας αὐτὸ ποὺ λέγεται χαρὰ τῆς γνώσης. Κάποτε ὁ Πλάτων εἶχε πεῖ: «Ὁ ἄνθρωπος γεννιέται δοῦλος κι ἀπελευθερώνεται διὰ τῆς παιδείας». Ὁ σημερινὸς νέος, ὅμως, κάθε ἄλλο παρὰ ἀπελευθερώνεται· μετατρέπεται σ’ ἕναν μαθητή -ἐγκέφαλο, ποὺ σημαίνει ἀνεγκέφαλο πολίτη. Ἡ κρίση, λοιπόν, εἶναι ἀπότοκος τοῦ δουλικοῦ πνεύματος, τῆς ἐξαρτημένης σκέψης καὶ τῆς ὑποκατάστασης τῆς ἐλευθερίας τῶν ἰδεῶν μὲ ἀπόψεις-κλισέ. Ἔτσι τὸ παιδὶ “τελειοποιεῖται” σ’ ἕνα “σύστημα φασόν”. Ἡ μόνη διακίνηση ἰδεῶν, ποὺ συντελεῖται στοὺς σχολικοὺς χώρους, εἶναι αὐτὴ τῶν “ντουβαριῶν” (μὲ κάθε ἔννοια).
Τὴν κρίση τῆς σύγχρονης παιδείας παρουσίασαν πολὺ πετυχημένα οἱ Pink Floyd μὲ τὴ μουσική τους ταινία «The Wall», ὅπου τὰ παιδιὰ περπατοῦν ὁμοιόμορφα, κινοῦνται ὁμοιόμορφα, ἐργάζονται σὰν ρομπότ. Μοιάζουν μὲ τ’ “ἀνθρωπάκια” τοῦ μεγάλου Ἕλληνα ζωγράφου Γαΐτη. Καλοστοιχισμένα, καλοντυμένα, ἀλλὰ χωρὶς πρόσωπο. Ἡ ἀπροσωπία εἶναι ἡ σημερινὴ ἔκφραση προσωπικότητας. Πρὸς αὐτὴν τὴν κατεύθυνση κινεῖται τὸ σημερινὸ σχολεῖο: δημιουργεῖ ἀνθρώπους ποὺ εἶναι ἀπρὸσωπες ἐκφράσεις προσωπικότητας. Ἡ πνευματικότητα ὑποβαθμίζεται. Ἡ φιλομάθεια συχνὰ τιμωρεῖται. Οἱ μαθητὲς ἐθίζονται στὸ ν’ ἀκοῦν καὶ νὰ “παπαγαλίζουν”. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ὁ καθηγητὴς εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ “παραδώσει”, δηλαδὴ ν’ ἀπαγγείλει ὅ,τι τὸ σχολικὸ ἐγχειρίδιο ἐμπεριέχει. Ἔτσι ὁ ρόλος τοῦ καθηγητῆ γίνεται ρόλος ἑνὸς καλύτερα προετοιμασμένου μαθητῆ. Ἡ μονοκρατορία τοῦ ἑνὸς καὶ μοναδικοῦ σχολικοῦ ἐγχειριδίου δὲν ἐπιτρέπει στὸν ἐκπαιδευτικὸ νὰ ἐκδιπλώσει ὅλο τὸ φάσμα τῶν δυνατοτήτων του καὶ νὰ γίνει τὸ κέντρο μιᾶς εὐρύτερης παιδευτικῆς λειτουργίας. Τὰ πάντα καθορίζονται “δι’ ἐγκυκλίων”.
Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἀχρήστευση τοῦ πιὸ ἀξιόλογου ἐκπαιδευτικοῦ δυναμικοῦ. Σβήνει σιγᾶ-σιγᾶ ἡ φλόγα τῆς παιδείας, τὸ πάθος τῆς διδασκαλίας, ἡ ὄρεξη γιὰ δημιουργικὸ διάλογο. Ἡ “ρουτινοποίηση” τῆς διδασκαλίας καὶ ἡ “ὑπαλληλοποίηση” τῆς παιδευτικῆς λειτουργίας φθείρουν πνευματικὰ καὶ ψυχικὰ τὸν πραγματικὸ ἐκπαιδευτικό, ποὺ βλέπει πὼς ἔργο του εἶναι νὰ δημιουργήσει κάποιους ἔμψυχους ἠλεκτρονικοὺς ὑπολογιστές, χωρὶς ὅμως δυνατότητα “προγραμματισμού” γιὰ νὰ μποροῦν νὰ ἀξιοποιοῦν μόνοι αὐτὰ ποὺ ἔμαθαν. Ἁπλῶς μποροῦν ν’ ἀξιοποιοῦνται. Ἔτσι σιγᾶ-σιγᾶ ἀρχίζει νὰ λείπει ἀπὸ τὴν παιδεία μας ὁ ἀνθρώπινος ἐκπαιδευτικός. Αὐτὸς ποὺ ὡς πραγματικὸς παιδαγωγὸς θὰ ἔβαζε τὸ μαθητὴ στὸ μυαλὸ καὶ στὴν ψυχή του. Σήμερα τὸν βάζει σὰν ἐπώνυμο στὸν κατάλογό του (“μαῦρος διάβολος” λέγεται στὴ μαθητικὴ ἀργκό), ἐπειδὴ θὰ χρειαστεῖ νά τον “θυμηθεῖ” μερικὲς φορὲς τὸ χρόνο.
Ἕνα ἄλλο στοιχεῖο, ποὺ εὐτελίζει τὸ σχολεῖο, εἶναι ἡ βαθμοθηρία. Ἡ ἄγρα ἢ ἀγορὰ τοῦ βαθμοῦ εἶχε γίνει -καὶ παραμένει ἀκόμη- τὸ μοναδικὸ παιδευτικό μας ἰδανικό, ἕνα “ἰδανικὸ” ποὺ προωθοῦσε μέσα στὴ σχολικὴ αἴθουσα τὸ καννιβαλικὸ «ποιός θὰ φάει τὸν ἄλλον». Αὐτὸ καλλιεργοῦσε τὴ διαίρεση μέσα στὰ παιδιά, γεννοῦσε αἰσθήματα φθόνου ἀπὸ τοὺς χαμηλόβαθμους πρὸς τοὺς ὑψηλόβαθμους καί, ἀντίστροφα, αἰσθήματα ὑποτίμησης ἀπὸ μέρους τῶν ὑψηλόβαθμων πρὸς τοὺς χαμηλόβαθμους. Αὐτὸ τὸ ἀτομιστικὸ πνεῦμα ἐμποδίζει τὴ συνεργασία καὶ τὴν ἀνάληψη μαζικῶν μορφωτικῶν πρωτοβουλιῶν. Ἀλλὰ τὸ πιὸ θλιβερὸ παρεπόμενο τῆς καταστάσεως αὐτῆς ἦταν καὶ εἶναι ἡ ἐξαγορὰ βαθμῶν. Ἡ παιδεία ἔχει ἀρχίσει νὰ γίνεται προνόμιο τῶν πλουσίων. Ἕνας βαθμολογικὸς πληθωρισμὸς χωρὶς προηγούμενο. Ἡ χώρα μας εἶχε γεμίσει μὲ “ἀριστούχους” – μετριότητες. Τὰ ἄχρηστα ἄριστα.
Ὁ βαθμολογικὸς πληθωρισμὸς δημιουργοῦσε καὶ δημιουργεῖ τὴν ψευδαίσθηση πὼς ὅλα τὰ παιδιὰ μποροῦν νὰ σπουδάσουν. Ὅμως, ὅσο ἐπιτακτικὸ εἶναι νὰ μορφωθοῦν ὅλοι, δὲν εἶναι δυνατὸ καὶ νὰ σπουδάσουν ὅλοι. Οἱ σπουδὲς εἶναι γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὶς ἀναγκαῖες πνευματικὲς ἱκανότητες, τὸν ἔρωτα γιὰ μάθηση καὶ τὴ διάθεση γιὰ ἐργασία. Μὲ κομματικὰ συνθήματα τοῦ τύπου “ἀποεντατικοποίηση τῆς παιδείας” οὔτε παιδεία οὔτε ἐπιστήμη προάγονται. Αὐτὸ λέγεται ἀντι-παιδεία καὶ ἀντι-μόρφωση. Μία εἶναι ἡ βασικὴ ἀρχὴ πάνω στὴν ὁποία, ἀπὸ τὴν παλιὰ ἐποχὴ μέχρι σήμερα, στηρίζεται ἡ παιδευτικὴ πράξη: νὰ μάθει ὁ νέος νὰ στρώνει τὸ πανταλόνι του στὴν καρέκλα. Ὁ Ἀϊνστάϊν ἔλεγε ὅτι τὸ 98% τῆς ἐπιτυχίας τὸ ὀφείλει στὴ σκληρὴ ἐργασία καὶ τὸ ὑπόλοιπο 2% στὴν τύχη. Ἀπὸ μετριοφροσύνη δὲ θέλησε νὰ μιλήσει γιὰ εὐφυΐα· ἄλλωστε ἤξερε πὼς τὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς εὐφυΐας εἶναι ἡ ἐπιμέλεια.
Ὁ σημερινὸς μαθητὴς δὲν ἔμαθε ν’ ἀγαπάει τὴ μάθηση. Προτιμᾶ στὸν ἐλεύθερο χρόνο του νὰ δεῖ μία βιντεοκασέτα παρὰ νὰ διαβάσει ἕνα καλὸ λογοτεχνικὸ βιβλίο. Προφητικὰ ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης σὲ συνέντευξή του δήλωσε πὼς ἐλάχιστοι ἀπὸ τοὺς σημερινοὺς μαθητές, τοὺς τότε μαθητές, θὰ ἦταν σὲ θέση νὰ καταλάβουν τὸ στίχο «ἄνθη τῆς πέτρας μπροστὰ στὴν πράσινη θάλασσα». Ἄλλωστε, ἡ δήλωση ὑποψηφίου τοῦ 1986 «ποιός, τέλος πάντων, εἶναι αὐτὸς ὁ Μακρυγιάννης;», δείχνει πὼς ἡ ἑλληνικὴ παιδεία βρίσκεται σὲ ὥρα μηδέν. Μιὰ ἔκθεση τοῦ Ο.Ο.Σ.Α. τοῦ ἔτους 1986 γιὰ τὴν κατάσταση τῆς παιδείας μας, “ἀπαγγέλλει” μὲ διπλωματικὸ τρόπο, τὴν καταδίκη τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος. Μιὰ καταδίκη ποὺ πιὸ πρὶν τὴν ἔχει νιώσει ὁ Ἕλληνας μαθητής, ποὺ θεωρεῖ ὡς καλύτερο μάθημα αὐτὸ ποὺ κάνει ὁ καθηγητής, ὅταν … ἀπουσιάζει(!) ποὺ θεωρεῖ τὸ σχολεῖο ἄχρηστο, γιατί φυλακίζει τα ὡραιότερα χρόνια τῆς ζωῆς του, γιὰ νὰ μάθει κάτι ποὺ τὸ θεωρεῖ ἀνούσιο καὶ συχνὰ ἀνόσιο, ποὺ πηγαίνει σ’ αὐτό, ἐπειδὴ ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀπουσιῶν εἶναι περιορισμένος κι ἐπειδὴ εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ πάρει ἕνα “χαρτί”, ἕναν τίτλο σπουδῶν, ποὺ λειτουργεῖ σὰν εἰσιτήριο γιὰ τὴν ἔνταξή του σὲ κάποια ὑπηρεσία. Ἀλλὰ κι ἂν ἀκόμη μαθητὲς καὶ σπουδαστές πηγαίνουν στὸ σχολεῖο, αὐτὸ δὲ σημαίνει πὼς κάνουν μάθημα. Ἡ παρακολούθηση εἶναι μηχανική, μιὰ καὶ ὁ μαθητὴς ἔχει πειστεῖ πὼς ὅλα αὐτὰ ποὺ μαθαίνει εἶναι ἄχρηστα. Γι’ αὐτὸ δὲν τοῦ μένει τίποτε ἀπ’ ὅσα εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ μάθει. Οἱ ἀντιδράσεις του εἶναι ἐνδεικτικές: χαίρεται ὅταν δὲ λειτουργεῖ τὸ σχολεῖο καὶ λυπᾶται ὅταν λειτουργεῖ.
Καλοί vs κακοί μαθητές. Ποια τα χαρακτηριστικά τους. – Κατερίνα Τσεμπερλίδου
Βέβαια, ὅπως σὲ κάθε ἐποχὴ ἔτσι καὶ σήμερα, τὸ σχολεῖο διδάσκει. Διδάσκει, ἀλλὰ δὲν ἐμπνέει. Προσφέρει στὰ παιδιὰ ἰδανικὰ “μιᾶς χρήσης”. Δὲν ἔχει νὰ τοὺς δώσει μιὰ “Ἰθάκη”, ἕναν προσανατολισμό. Κάποτε ἰδεολογικὸς ἄξονας τῆς παιδείας μας ἦταν ὁ ἑλληνικὸς ἀνθρωπισμός. Σήμερα ὅλα εἶναι ρευστὰ καὶ συγκεχυμένα. Τὸ σχολεῖο ἔχασε τὴν καθοδηγητική του ἀποστολή. Γιὰ νὰ ὁδηγήσει τὰ παιδιά, πρέπει νὰ ξέρει ποῦ νὰ τὰ πάει. Ἔτσι, μέσα στὸν κυκεῶνα τῶν ἰδεῶν, τὸ σχολεῖο ὑποτάσσεται σὲ κάποιες ἀναγκαιότητες, ποὺ ἐπιτείνουν τὴν κρίση του. Ὁδηγεῖ τὰ παιδιὰ σὲ μιὰ ἀντίληψη πὼς οἱ ὑλικὲς ἀνάγκες εἶναι βασικότερες καὶ ὅτι οἱ ἄλλες (πνευματικές, ἠθικὲς) ἕπονται. Κι ἀκόμη ὅτι ὁ προβληματισμὸς τῶν νέων πρέπει νὰ περιορίζεται στὴν κάλυψη αὐτῶν καὶ μόνο τῶν ἀναγκῶν, χωρὶς νὰ χρειάζεται νὰ γίνουν ἄρτιοι ἄνθρωποι, μὲ ὁλόπλευρα καλλιεργημένη προσωπικότητα. Ἀρκεῖ νὰ μπορέσουν νὰ γίνουν “στελέχη” κάποιου μηχανισμοῦ. Τὸ ἰδανικό της “στελεχοποίησης” δημιούργησε στὸν τόπο μας μιὰ ἰδιότυπη ἀμάθεια, ἕνα κοινωνικὸ στρῶμα “ἀγραμμάτων πτυχιούχων”, ποὺ πλαισιώνουν ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ζωῆς μας. Ἔχουμε “ἐγγραμμάτους”, ποὺ παγώνουν μπροστὰ σὲ μιὰ πολυκύμαντη νοηματικὰ φράση, ποὺ μένουν ἀπαθεῖς σὰν ἀγάλματα τοῦ Βούδα, ὅταν ἀκούσουν τὴ «Μαρίνα τῶν Βράχων», ἀφοῦ ἡ πνευματικότητά τους εἶναι ἐφάμιλλη μ’ ἐκείνη τῶν βράχων.
Καὶ τὸ πιὸ ὀδυνηρὸ εἶναι πὼς τὸ σύγχρονο σχολεῖο δὲν καλλιεργεῖ ἦθος. Ὑψηλὲς ἔννοιες γίνονται ἀντικείμενο χλευασμοῦ μέσα στὶς σχολικὲς αἴθουσες. Τὸ σχολεῖο δὲν ἀνεβάζει τὶς ἀξίες· τὶς κατεβάζει.
«Τί ὠφελεῖ ὁ Μάρξ, ὅταν πεινᾶ ἡ σάρξ;», λέει ἕνα παλαιὸ μαθητικὸ σλόγκαν. Παρὰ τὴ θρυλούμενη πολιτικοποίηση, ὁ δῆθεν πολιτικοποιημένος καὶ προβληματισμένος νεαρὸς δὲν κατάλαβε πώς, ὅταν πεινᾶ ἡ σάρξ, τότε ὠφελεῖ περισσότερο ὁ Μάρξ. Ἀλλὰ γιὰ νὰ καταλάβεις τον Μάρξ, πρέπει νὰ τὸν διαβάσεις, κι ὁ σημερινὸς μαθητὴς ἀποφεύγει τὸ πνευματικό, ὅπως τ’ ἀγρίμι τὴ φωτιά. Ἔτσι τροφοδοτεῖται μὲ συνθήματα ἢ μηνύματα, ποὺ δὲν ἐπιτρέπουν τὴ συγκρότηση μιᾶς σωστῆς προσωπικότητας. Κάποτε τὸ ἑλληνικὸ σχολεῖο -παρὰ τὶς ἀδυναμίες του- πρόσφερε ἕνα ἦθος, καλλιεργοῦσε κάποια ἰδανικά. Τὰ ἰδανικὰ αὐτὰ ἦταν τρόπος ζωῆς. Τώρα φυλακίζονται σὲ κάποια βιβλία κι εἶναι ὑποχρεωμένα νὰ καοῦν μαζὶ στὴν καλοκαιρινὴ ἐτήσια καύση τῶν σχολικῶν βιβλίων, ποὺ ἔγινε ἔθιμο. Οἱ νέοι ὄχι ἁπλῶς δὲν μαθαίνουν (ὁ “παπαγαλισμὸς” δὲν εἶναι μάθηση) τὸ περιεχόμενο τῶν βιβλίων, ἀλλὰ τὸ μισοῦν.
Οἱ περιβόητες Γενικὲς Ἐξετάσεις εἶναι ὁ σημαιοφόρος τῆς κρίσης τοῦ σημερινοῦ σχολείου. Ἀποτελοῦν ἕνα θεσμὸ ποὺ εὐτελίζει τὴν παιδευτική λειτουργία. Ἔχουν γίνει ὁ ἄξονας γύρω ἀπὸ τὸν ὁποῖο στρέφεται ὅλη ἡ λειτουργία τοῦ Λυκείου. Μιὰ συνεχὴς ἀναμονή. Εἶναι ἡ ὥρα τῆς ἀλήθειας. Πολλὰ παιδιὰ καταρρέουν, προτοῦ ἔλθει ἡ ὥρα της δοκιμασίας. Γίνονται νευρωτικά, μελαγχολικά, ἀπομονωμένα καὶ ἀγέλαστα ἄτομα. Ὅλα αὐτὰ κάπως θυμίζουν Πολύφημο. Ἡ παιδεία μας βλέπει τὰ παιδιὰ μ’ ἕνα μάτι ἢ μὲ “μισὸ” μάτι καὶ μετὰ τὰ “τρώει”. Τοὺς καλούς τοὺς τρώει τελευταίους. Κάποιοι ὅμως μαθαίνουν νὰ “τρῶνε” τοὺς ἄλλους.
Πρὶν ἀπὸ 37 χρόνια, μέσα στὸ ζόφο τῆς δικτατορίας, οἱ ἀγανακτισμένοι μαθητὲς καὶ σπουδαστὲς ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς παιδείας κι ἀπὸ τὴ γενικότερη πολιτική, ποὺ παράνομα τοὺς εἶχε ἐπιβληθεῖ, εἴχαν προτάξει σὰν κύριο σύνθημα τὸ περίφημο: «Ψωμί – Παιδεία -Ἐλευθερία». Σήμερα, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια δημοκρατίας ὁ ἀγῶνας τους δικαιώθηκε, ἀλλὰ παραποιημένος: ψωμὶ ἔχουμε, ἐλευθερία ἔχουμε, παιδεία ὅμως δὲν ἔχουμε. Αὐτὴ τὴν ἔχει ἀντικαταστήσει ἡ παραπαιδεία μὲ πολλὲς μορφές. Ἀλλὰ καὶ τὸ ψωμὶ εἶναι ἀμφίβολο, μιὰ καὶ τὸ πτυχίο τοῦ Πανεπιστημίου θεωρεῖται σήμερα εἰσιτήριο γιὰ τὸ ταμεῖο ἀνεργίας. Ὅσο γιὰ τὴν ἐλευθερία, αὐτὴ ἔχει μεταβληθεῖ σὲ ἔννοια-κόθορνος. Ὁ καθένας τη φοράει μὲ τὸ δικό του τρόπο. Οἱ “καταλήψεις” προβὰλλονται ὡς ἐκφράσεις κοινωνικῆς καὶ πολιτικῆς διαμαρτυρίας, ἐνῶ εἶναι ἐκφράσεις πνευματικῆς ὀκνηρίας. Τὰ μαθητικὰ συμβούλια ἔδωσαν τὶς δυνατότητες στὰ παιδιὰ νὰ κάνουν τὶς λεγόμενες “κοπάνες” χωρὶς ἀπουσίες. Ἡ μοναδικὴ πρωτοβουλία ποὺ ἀναλαμβάνουν εἶναι οἱ πιέσεις πρὸς τοὺς καθηγητὲς γιὰ νὰ κάνουν ἐκδρομές. Τὸ ἐθνικὸ φρόνημα τὸ θυμοῦνται μόνο σὲ κάποιες ἐθνικὲς ἐπετείους γιὰ νὰ μὴν κάνουν μάθημα. Ἢ γιὰ νὰ τὸ διακωμωδοῦν.
Τὴν κρίση μέσα στὸ χῶρο τῆς παιδείας ἐπέτεινε καὶ ἡ τρέχουσα πολιτική, ποὺ ἀκόμη -τοὐλάχιστον στὴ χώρα μας- δὲ συνειδητοποίησε πὼς ὁ ρόλος της πρέπει νὰ εἶναι διαπαιδαγωγητικός. Τὸ “φλὲρτ” τῶν κομμάτων μὲ τὴ νεολαία δὲ σταμάτησε οὔτε μέσα στὸν ἱερὸ χῶρο τοῦ σχολείου. Τὸ σχολεῖο ἀποτέλεσε χῶρο πειραματισμοῦ, γιὰ τὸ ποιά κομματικὴ νεολαία μπορεῖ νὰ χρησιμοποιήσει καλύτερα συστήματα ἐπηρεασμοῦ τῆς μάζας. Ἔτσι οἱ Μαθητικὲς Κοινότητες καλλιεργοῦν μιὰ στεῖρα διαμάχη μεταξὺ τῶν μαθητῶν, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι συμμαθητές-συμμαχητὲς σ’ ἕναν ἀγῶνα ποὺ ὑπερβαίνει τὴν κομματικὴ ἀντιπαλότητα.
Ἀλλ’ ὅπως λέει ὁ ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης, «ποτὲ δὲν εἶναι νωρίς». Ὁ ἀγῶνας τῶν νέων δικαιώνεται, ὅταν συνεχίζεται. Καὶ συνεχίζεται, ὅταν ὡς αἴτημα τίθεται ἡ ἀναβάθμιση τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ μας συστήματος πάνω στὴ βάση ἑνὸς νέου ἀνθρωπιστικοῦ ἰδανικοῦ, ποὺ θὰ συμφιλιώνει τὸ παιδὶ μὲ τὸν ἑαυτό του, μὲ τὸ σχολεῖο καὶ τὸ βιβλίο, μὲ τὸ δάσκαλο καὶ τὸ περιβάλλον του, μὲ τὸ χθές, τὸ σήμερα καὶ τὸ αὔριο. Ἡ κρίση, ἀκόμη, μπορεῖ νὰ περιοριστεῖ μὲ τὴν ἐμφάνιση ἑνὸς νέου πλαισίου ἀξιῶν ποὺ χρειάζεται ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, ποὺ πρέπει νὰ ζήσει ὡς πολίτης τοῦ κόσμου χωρὶς νὰ χάνει τὴν ἑλληνική του ἰδιαιτερότητα.