Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, δάσκαλος.

 Πρόκειται για την πριγκίπισσα της Ρωσίας Αγία Ελισάβετ Θεοδώροβνα: Πριν από 30 περίπου χρόνια η Σύνοδος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ανακήρυξε Αγία και νεομάρτυρα την πριγκίπισσα Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα Ρομανόβα. Οσο ζούσε, είχε κερδίσει την αγάπη των συμπολιτών της, ενώ τα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, για πολλούς έγινε το σύμβολο της Ρωσίας που χάθηκε μετά την επανάσταση. Το 1891 η Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα εγκατέλειψε τη λουθηρανική θρησκεία προσχωρώντας στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’αυτό, έγραψε στον πατέρα της: “Συνεχώς σκεφτόμουν και διάβαζα και προσευχόμουν στο Θεό να μου υποδείξει το σωστό δρόμο, και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μόνο σε αυτή τη θρησκεία μπορώ να βρω την αληθινή και ισχυρή πίστη στο Θεό, την οποία πρέπει να διαθέτει ένας άνθρωπος ώστε να είναι καλός χριστιανός”. Από τη στιγμή που ο σύζυγός της, αδελφός του Τσάρου, αφιέρωσε ολοκληρωτικά τον εαυτό της στη διακονία των πασχόντων ανθρώπων ύστερα από την τραγωδία της 4ης Φεβρουαρίου 1905, όταν ο αναρχικός Ιβάν Καλιάεφ πέταξε μια χειροβομβίδα στην άμαξα του συζύγου της, επιφέροντας στον κυβερνήτη ακαριαίο θάνατο. Η Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα επισκέφτηκε τον Καλιάεφ στη φυλακή και τον συγχώρεσε, χαρίζοντάς του κατά τον αποχαιρετισμό ένα Ευαγγέλιο. Ζήτησε επίσης από τον αυτοκράτορα να δώσει χάρη στον Καλιάεφ, αλλά το αίτημά της δεν ικανοποιήθηκε. Η βασίλισσα Όλγα, εξαδέλφη του θανόντος Σεργκέι Αλεξάντροβιτς, έγραψε: “Πρόκειται για μια θαυμάσια, Αγια γυναίκα, που φαίνεται ότι είναι άξια να σηκώνει τον βαρύ σταυρό,ο οποίος την πηγαίνει όλο πιο ψηλά”. Λίγο καιρό μετά το θάνατο του συζύγου της, η Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα πούλησε τα κοσμήματά της (δίνοντας στο δημόσιο ταμείο το τμήμα εκείνο που ανήκε στην οικογένεια των Ρομανόφ), και με τα χρήματα που έλαβε αγόρασε στην οδό Μπολσάγια Ορντίνκα ένα μεγάλο οικόπεδο με τέσσερα σπίτια και μεγάλο κήπο όπου εγκαταστάθηκε η Αδελφότητα της Αγίας Μάρθας και Μαρίας την οποία ίδρυσε το 1909 [μοναστήρι φιλανθρωπικής δραστηριότητας που παρείχε και ιατρική περίθαλψη]. Η ζωὴ της αγίας στο μοναστήρι ήταν άκρως ασκητική. Σε αντίθεση με τα πολυτελή κρεβάτια και τα πλούσια γεύματα που απολάμβανε στὰ βασιλικὰ ανάκτορα, τώρα ξεκουραζόταν σε ξύλινο κρεβάτι, χωρίς στρώμα, ενώ νήστευε με μεγάλη αὐστηρότητα.  Σύμφωνα με τα σχέδια της Ελιζαβέτας, η αδελφότητα θα έπρεπε να παρέχει ολοκληρωμένη πνευματική, εκπαιδευτική και ιατρική βοήθεια στους απόρους, στους οποίους συχνά δεν έδιναν μόνο τροφή και ενδυμασία, αλλά τους βοηθούσαν και στην εξεύρεση εργασίας. Συχνά οι αδελφές προσπαθούσαν να πείσουν τις οικογένειες που δεν μπορούσαν να προσφέρουν στα παιδιά τους μια φυσιολογική ανατροφή (για παράδειγμα, επαγγελματίες ζητιάνοι, μέθυσοι κλπ), να δώσουν τα παιδιά στην αδελφότητα όπου αυτά έβρισκαν φροντίδα,μάθαιναν γράμματα και κάποια τέχνη. Η κοινότητα απέκτησε νοσοκομείο, εξωτερικά ιατρεία, φαρμακείο, όπου μέρος των φαρμάκων χορηγούνταν δωρεάν, ξενώνα, δωρεάν σίτιση και πολλούς άλλους χώρους. Είχε μάλιστα ορίσει σε κάποιες αδελφὲς να τελούν συνεχείς ακολουθίες σε ένα ήσυχο παρεκκλήσι της μονής για τη στήριξη των ψυχών των αποθανόντων ασθενών. Τις νύχτες φρόντιζε τους βαριά άρρωστους ή διάβαζε το ψαλτήρι δίπλα στους νεκρούς, ενώ τη μέρα μαζί με άλλες μοναχές, τριγυρνούσε στε φτωχότερες συνοικίες.  Στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου βοηθούσε ενεργά το ρωσικό στρατό, συμπεριλαμβανομένων και των τραυματιών στρατιωτών. Προσπάθησε να βοηθήσει και τους αιχμαλώτους στα νοσοκομεία, αλλά την κατηγόρησαν για συνεργεία με τους Γερμανούς. Όταν ήρθαν στην εξουσία οι Μπολσεβίκοι, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη Ρωσία, υπογράφοντας έτσι τη θανατική της καταδίκη. Ο Λένιν, γνωρίζοντας τη μεγάλη αγάπη που έτρεφε ο λαὸς στην αγία, και φοβούμενος λαϊκὴ αντίδραση, φρόντισε να γίνει η σύλληψή της αθόρυβα, με κάθε μυστικότητα. Πράγματι, την τρίτη τού Πάσχα, μέσα στον πανικὸ που δημιούργησε στις αδελφὲς η παρουσία στρατιωτών του Κόκκινου Στρατού στη μονή, η ᾽Ελισάβετ συνελήφθη γρήγορα χωρίς να προλάβει να δώσει οδηγίες στις μοναχὲς που ξέσπασαν σε γοερὰ και τρομοκρατημένα κλάματαμπροστά στην απαγωγή της αγαπημένης τους πνευματικής μητέρας και προστάτιδος. Στα τριάντα λεπτὰ που της δόθηκαν για νὰ ετοιμαστεί, μάζεψε τις αδελφὲς στο Ναό καὶ προσπάθησε να τους δώσει την ελπίδα ότι θα επέστρεφε σύντομα, παρ’ όλο που γνώριζε το τέλος που την περίμενε. Έτσι, την άνοιξη του 1918 φυλακίστηκε και εξορίστηκε από τη Μόσχα στο Περμ. Το Μάιο του 1918 μαζί με άλλους Ρομανόφ, τη μετέφεραν στο Αικατερινμπούργκ και μετά από δυο μήνες την έστειλαν στην πόλη Αλαπάεβσκ. Παρά τις απανωτές δυστυχίες δεν έχανε το ηθικό της και στα γράμματά της προς τις άλλες αδελφές, τις προέτρεπε να φυλάξουν την πίστη στο Θεό και στον συνάνθρωπό τους. Τη νύχτα προς τις 18 Ιουλίου 1918 η μεγάλη πριγκίπισσα Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα βρήκε το θάνατο από τους Μπολσεβίκους, οι οποίοι την πέταξαν σε ένα ορυχείο κοντά το Αλαπάεβσκ. Στο εγκαταλελειμμένο ορυχείο υπήρχε λάκκος βάθους 60 μέτρων. Σπρώχνοντας και χτυπώντας τους κρατουμένους οι στρατιώτες άρχισαν να ρίχνουν τα θύματα ένα ένα στο λάκκο πιστεύοντας οτι θα πνίγονταν στο νερὸ που υπήρχε μέσα. Πρώτη ρίχθηκε στο λάκκο η Ελισάβετ, η οποία σφραγιζόταν με το σημείο του Σταυρού, προσευχόμενη δυνατά λέγοντας “άφες αυτοις, Κύριε, ου γὰρ οίδασι τι ποιούσι”. Μετὰ ρίχθηκαν και οι υπόλοιποι. Ένας χωρικὸς έτυχε να βρίσκεται κοντὰ στη σκηνὴ του μαρτυρίου παρακολουθώντας κρυφὰ όσα συνέβησαν τα ξημερώματα της 18ης Ιουλίου. Στὴ συνέχεια διηγήθηκε με λεπτομέρεια την εξέλιξη των γεγονότων στο μαρτυρικὸ ορυχείο. Κατὰ τη μαρτυρία του, όταν οι στρατιώτες αντιλήφθηκαν απὸ βογγητὰ των θυμάτων ότι δεν πνίγηκαν, έριξαν στο λάκκο μία χειροβομβίδα. ῾Ως απάντηση απὸ το βάθος άρχισε ν΄ακούγεται ο χερουβικὸς ύμνος! Κυρίως ξεχώριζε η φωνὴ της αγίας. Έριξαν τότε κι άλλες χειροβομβίδες, μα οι ψαλμωδίες συνεχίζονταν. Αυτὴ τὴ φορὰ έψελναν το “Σώσον Κύριε τον λαόν σου”. Τέλος οι στρατιώτες άναψαν φωτιὰ στο στόμιο του ορυχείου ελπίζοντας να αποτελειώσουν έτσι το έργο τους με τον καπνὸ που θα εισέρρεε στο λάκκο. Τελικὰ μόνο ενα απὸ τα θύματα βρήκε το θάνατο απὸ τις χειροβομβίδες. Οι υπόλοιποι πέθαναν αργὰ και οδυνηρὰ απὸ πείνα, δίψα, πόνους και τραύματα. Η Αγία Ελισάβετ δὲν έφθασε στον πυθμένα του λάκκου γιατί η πτώση της διακόπηκε απὸ κορμοὺς ξύλων που προεξείχαν. Κοντά της έπεσε ο νεαρὸς δούκας Ιωάννης τραυματίζοντας το κεφάλι του. Η αγία παρ’ όλο που υπέφερε απὸ τα τραύματά της, ακόμη και τὴν ύστατη αυτὴ στιγμή, προσπάθησε να προσφέρει βοήθεια στον τραυματισμένο. Χρησιμοποίησε το ύφασμα του μοναχικού καλύμματος της κεφαλής της για να επιδέση το τραύμα του ᾽Ιωάννη, ώστε να ανακουφίσει κάπως τους πόνους του. Ήταν το τελευταίο έργο ελέους που επιτέλεσε η αγία στοε ἐπίγειο βίο της. Η ανακομιδὴ των λειψάνων έγινε την Πρωτομαγιά του 1982. Όταν ανοίχθηκαν τα φέρετρα της αγίας και της μοναχής Βαρβάρας, εξήλθε μία άρρητη ευωδία σφραγίζοντας την αγιότητα των δύο νεομαρτύρων. Τα πόδια και τα πέλματα της αγίας ᾽Ελισάβετ ήταν άθικτα καθὼς και ο εγκέφαλός της μέσα στὸ κοίλωμα της τιμίας κάρας της. Το 1992, αμέσως μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, έγινε η ανακήρυξη της Ελιζαβέτας ως νεομάρτυρος. Στη Μόσχα, η μνήμη της Αγίας τιμήθηκε στο μοναστήρι της Αγίας Μάρθας και Μαρίας που αυτή είχε ιδρύσει και το οποίο το 2006 επεστράφη εξ ολοκλήρου στη Ρωσική Εκκλησία. Στην αυλή του στήθηκε μνημείο στην Ελιζαβέτα Φιόντοροβνα. Το σημαντικότερο μνημείο όμως για τη μεγάλη Αγία είναι το γεγονός ότι στη Μονή λειτουργεί ακόμη σχολείο για ορφανά κορίτσια, φιλανθρωπικό συσσίτιο και υπηρεσία υποστήριξης, ενώ οι αδελφές της μονής εργάζονται σε στρατιωτικά νοσοκομεία. Κάτι που σημαίνει, ότι το άγιο έργο που αυτή είχε ξεκινήσει, θα συνεχιστεί και στο μέλλον.

1. Ολόκληρος ο βίος της Αγίας και η ασματική ακολουθία σε PDF:

2. ΒΙΝΤΕΟ, Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ: https://www.youtube.com/watch?v=M1_kxREUDpA