Florovsky George Fr. (1893- 1979).
Δέν θά ἦταν σωστό νά ποῦμε ὅτι ἡ ρωσσική θεολογία, στή δημιουργική της ἀνάπτυξη, εἶχε καταλάβει καί ἀφομοιώσει πλήρως ἤ ἀρκετά σέ βάθος τούς Πατέρες καί τό Βυζάντιο. Αὐτό, πρέπει ἀκόμα νά τό κάνη. Πρέπει νά περάση μέσα ἀπό τό αὐστηρό σχολεῖο τοῦ χριστιανικοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ὁ Ἑλληνισμός, οὕτως εἰπεῖν, προσέλαβε αἰώνιο χαρακτήρα στήν Ἐκκλησία- ἔχει ἐνσωματωθῆ σ’ αὐτήν τή δομή τῆς Ἐκκλησίας ὡς ἡ αἰώνια κατηγορία τῆς χριστιανικῆς ὑπάρξεως. Φυσικά ἐδῶ δέν ἐννοεῖται ὁ ἐθνικός Ἑλληνισμός τῆς συγχρόνου Ἑλλάδος ἤ τῆς Ἀνατολῆς οὔτε ὁ ἑλληνικός φυλετισμός, ποὺ εἶναι ἀπηρχαιωμένος καί χωρίς δικαίωση. Ἀσχολούμεθα μέ τή χριστιανική ἀρχαιότητα, μέ τόν Ἑλληνισμό τοῦ δόγματος, τῆς λειτουργίας, τῆς εἰκόνος.
Στή λειτουργία, τό ἑλληνικό style τῆς «εὐσέβειας τῶν μυστηρίων» μπῆκε μέσα στόν ρυθμό τῆς λειτουργικῆς μυσταγωγίας, χωρίς νά ὑποστῆ κάποιο εἶδος μυστικοῦ «ἐπανεξελληνισμοῦ». Θά μποροῦσε κανείς, ποὺ εἶναι μέσα στήν Ἐκκλησία, νά εἶναι τόσο ἀνόητος, ὥστε αὐθαίρετα νά «ἀφελληνίση» τίς λειτουργίες καί νά τίς μεταφέρη σ’ ἕνα πιό «μοντέρνο» style; Ἐπί πλέον, ὁ Ἑλληνισμός εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό ἕνας προσωρινός σταθμός στήν Ἐκκλησία. Ὅταν ὁ θεολόγος ἀρχίση νά σκέπτεται ὅτι οἱ «ἑλληνικές κατηγορίες» εἶναι ἀπηρχαιωμένες, αὐτό ἁπλῶς σημαίνει ὅτι αὐτός ἔχει βγῆ ἔξω ἀπ΄ τόν ρυθμό τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ θεολογία δέν μπορεῖ ἴσως νά εἶναι καθολική παρά μόνο μέσα στόν Ἑλληνισμό.
Βέβαια, ὁ Ἑλληνισμός ἔχει διπλή σημασία. Ἕνα ἀντιχριστιανικό στοιχεῖο κυριαρχοῦσε στό ἀρχαῖο πνεῦμα. Μέχρι τώρα ὑπῆρξαν πολλοί ποὺ κατέφυγαν στόν Ἑλληνισμό μέ ὁλοφάνερο σκοπό νά σηκωθοῦν καί νά πολεμήσουν τόν Χριστιανισμό (ἁπλῶς θυμηθῆτε τόν Νίτσε!).
Ἀλλά ὁ Ἑλληνισμός ὁλοκληρώθηκε μέσα στήν Ἐκκλησία• τέτοια εἶναι ἡ ἱστορική σημασία τῆς πατερικῆς θεολογίας. Αὐτή ἡ «ὁλοκλήρωση τοῦ Ἑλληνισμοῦ» συνεπήγετο μιὰ ἀνελέητη διάσπαση, τό κριτήριο τῆς ὁποίας ὑπῆρξε τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ἱστορική φανέρωση τοῦ σαρκωθέντος Λόγου. Ὁ χριστιανικός Ἑλληνισμός, μεταμορφωμένος καθώς ἦταν, εἶναι τελείως ἱστορικός.
Ἡ πατερική θεολογία εἶναι πάντα «θεολογία γεγονότων», μᾶς φέρνει ἀντιμέτωπους μέ γεγονότα, τά γεγονότα τῆς ἱερᾶς ἱστορίας. Ὅλα τά σφάλματα καί οἱ πειρασμοί ἑνός ἐξελληνισμοῦ ποὺ ἐπιδιώχθηκε ἀπερίσκεπτα -συνέβησαν ἐπανειλημμένα στόν ροῦ τῆς ἱστορίας- δέν μποροῦν ἴσως νά μειώσουν τή σπουδαιότητα αὐτοῦ του θεμελιώδους γεγονότος: τό «Εὐαγγέλιο» καί ἡ χριστιανική θεολογία, ἅπαξ διά παντός, διατυπώθηκαν ἐξ ἀρχῆς μέ ἑλληνικές κατηγορίες. Πατερικότητα καί καθολικότητα, ἱστορικότητα καί Ἑλληνισμός εἶναι διάφορες ἀπόψεις ἑνός μοναδικοῦ καί ἀδιαιρέτου δεδομένου.