Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν- Δρος Θεολογίας.

    Ἕνα βασικὸ πρόβλημα, τὸ ὁποῖο ταλανίζει τὸν σημερινὸ πολυπράγμονα καὶ ἀνερμάτιστο ἄνθρωπο εἶναι ἡ κατάσταση τῆς ἀθυμίας, τὴν ὁποία προσπαθεῖ νὰ ἀντιμετωπίση, καταφεύγοντας σὲ ψυχιάτρους καὶ χρησιμοποιώντας διάφορες θεραπευτικὲς μεθόδους ἢ ἀντικαταθλιπτικὰ καὶ ἄλλου εἴδους σκευάσματα. Εἶναι, ὅμως, αὐτὴ ἡ λυτρωτικὴ λύση τοῦ προβλήματος ἢ εἶναι ἁπλῶς μία πρόσκαιρη ἀνακούφιση, ἀφοῦ, ὅπως πολλὲς φορὲς συμβαίνει, τὸ πρόβλημα ἐπανέρχεται καὶ μάλιστα μὲ δριμύτητα, παραμένοντας ἀθεράπευτο;

    Ἐξ ἀρχῆς πρέπει νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι δὲν ἠμποροῦμε νὰ φθάσουμε στὴν ὁλοκληρωτικὴ θεραπεία ἑνὸς προβλήματος, ἂν δὲν ἐντοπίσουμε τὴν αἰτία ποὺ τὸ προκαλεῖ.

      Ὁ ὅρος «ἀθυμία» προέρχεται ἀπὸ τὸ στερητικὸ «α» καὶ τὴν λέξη «θυμός». Μὲ τὸν ὅρο «θυμὸς» δὲν ἐννοοῦμε τὴν ἐμπαθῆ κίνηση, ἡ ὁποία μᾶς ὡθεῖ νὰ καταφερώμαστε ἐναντίον τοῦ συνανθρώπου μας, δηλαδὴ τὴν ὀργή, ἀλλὰ ἐννοοῦμε τὴν ζωτικὴ ἐνέργεια τοῦ θυμοειδοῦς μέρους τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία φέρει τὸν ἄνθρωπο νὰ βρίσκεται σὲ ζωηρὰ καὶ ἐνεργητικὴ ψυχοσωματικὴ διάθεση. Ὁπότε «ἀθυμία» εἶναι ἡ νοσηρὴ ἐκείνη κατάσταση, ἡ ὁποία παραλύει τὰ νεῦρα τῆς ψυχῆς καὶ ἄρα τὸν ὅλο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἡ παράλυση τοῦ ἀφαιρεῖ τὴν δύναμη καὶ τὴν δυνατότητα νὰ κινηθῆ πρὸς τὸν Θεὸ Δημιουργό του, πρὸς τὸν συνάνθρωπό του, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό του, ὥστε νὰ δῆ τί τοῦ συμβαίνει ἢ πῶς πορεύεται. Ἔτσι διαλύεται ὡς προσωπικότητα.

   Πῶς, ὅμως, φθάνει ὁ ἄνθρωπος σ᾽ αὐτὴ τὴν ἐπιβλαβῆ κατάσταση τῆς ἀθυμίας ἢ τῆς καταθλίψεως, ὅπως εἶναι εὐρύτερα γνωστή;

   Οἱ ψυχολόγοι, οἱ κοινωνιολόγοι κ.λπ., ἐξετάζοντας τὸ ὅλο φαινόμενο, ἐντοπίζουν τὶς αἰτίες σὲ παθολογικὰ εὑρήματα ἢ σὲ δυσάρεστες ἐμπειρικὲς καταστάσεις ποὺ βίωσαν ἢ βιώνουν τὰ ἄτομα σὲ μικρότερη ἢ καὶ μεγαλύτερη ἡλικία, καθὼς καὶ σὲ ἐξωτερικὰ συγκλονιστικὰ ἀνεπιθύμητα καὶ ἀπρόσμενα γεγονότα. Ἀγνοοῦν ἢ ἐσκεμμένα παραθεωροῦν τὴν αἰώνια ἀλήθεια, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἀντιμετωπίζουν ὡς ἕνα αὐθύπαρκτο ὄν, σχετιζόμενο μόνο μὲ ὅ,τι βιώνει σ᾽ αὐτὴ τὴν πρόσκαιρη ζωή. Ἔτσι δὲν ἠμποροῦν ποτὲ νὰ φθάσουν στὴν ρίζα τοῦ προβλήματος καὶ ἄρα οὔτε στὴν θεραπεία του.

   Εἶναι γεγονὸς ὅτι κάθε δημιούργημα, ποὺ ἀποκόπτεται ἀπὸ τὴν κοινωνία καὶ ἄρα ἀπὸ τὴν φροντίδα τοῦ Δημιουργοῦ του, δὲν πορεύεται σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς καὶ τὴν προοπτικὴ ποὺ αὐτὸς τὸ ἔχει κατασκευάσει καὶ κατὰ συνέπειαν ἀποσυντονίζεται, φθείρεται καὶ ὁδηγεῖται στὴν καταστροφή. Παρομοίως καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὅσο κι ἂν ἐθελοτυφλεῖ, δὲν ἠμπορεῖ νὰ ἀνατρέψη τὴν ἀλήθεια ὅτι ὁ Δημιουργός του εἶναι ὁ Τριαδικὸς Θεός. Ὁπότε, μὴ ὑπακούοντας στὶς ἐντολές Του καὶ ἀπομακρυνόμενος ἀπὸ Αὐτόν, ἀποδιοργανώνεται καὶ αὐτοκαταστρέφεται.

    Σύμφωνα μὲ τὴν Ἁγιοπατερικὴ διδασκαλία, κάθε παρακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, δηλαδὴ κάθε ἁμαρτία, ὅταν παραμένη, γίνεται πάθος. Τὸ «πάθος» προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «πάσχω». Ἑπομένως, κάθε πάθος κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ πάσχη, ἀφοῦ καταλαμβάνει ὅλο τὸ «εἶναι» τοῦ ἀνθρώπου καὶ κυρίως ἐπιδρᾶ στὶς τρεῖς ἐνέργειες τῆς ψυχῆς, στὸ λογιστικό, στὸ ἐπιθυμητικὸ καὶ στὸ θυμικό. Ἔτσι, ὅταν ὑφίσταται τὴν ἐπίδραση τοῦ πάθους ἢ τῶν παθῶν, παρουσιάζει διάφορες ἐκδηλώσεις ποὺ δὲν ἠμπορεῖ οὔτε νὰ τιθασσεύση, ἀλλὰ καὶ οὔτε νὰ ἑρμηνεύση. Αὐτὸ ἔχει ὡς ἀναπόφευκτο ἀποτέλεσμα τὴν ἀθυμία. Καὶ μὴ ἔχοντας «θυμό», δηλαδὴ ψυχικὲς δυνάμεις νὰ ἠμπορῆ νὰ ἀνταπεξέλθη στὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς δοκιμασίες, ὁδηγεῖται στὴν ἀπογοήτευση καὶ στὴν ἀπελπισία.

     Ἄρα, βάσει τῶν ἀνωτέρω, ἡ μόνη ὁδός, γιὰ νὰ δυνηθῆ ὁ ἄνθρωπος νὰ ἀπαλλαγῆ ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν νοσηρὰ κατάσταση τῆς ἀθυμίας καὶ τῶν ἐπιπτώσεών της, εἶναι νὰ ἀπελευθερωθῆ ἀπὸ τὰ πάθη ποὺ τὸν κατατρύχουν. Καὶ αὐτὸ θὰ συμβῆ κατ᾽ ἀρχὰς μὲ τὴν μετάνοια καὶ τὴν εἰλικρινῆ ἐξομολόγηση στὸν Πνευματικὸ Πατέρα. Κατόπιν μὲ τὴν καθημερινὴ προσευχή, τὴν Ἁγιοπατερικὴ μελέτη καὶ τὸν συνεχῆ πνευματικὸ ἀγῶνα κατὰ τῶν παθῶν καὶ τῶν κακῶν συνηθειῶν. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο θὰ ἠμπορέση ὁ ἄνθρωπος νὰ καθαρθῆ ἐσωτερικὰ καὶ θὰ ἐπέλθη ἡ ὑγεία καὶ ἡ ἑνοποίηση τῶν ψυχικῶν του δυνάμεων, ὥστε νὰ ἔχη τὴν δύναμη, μὲ ἐσωτερικὴ εἰρήνη, νὰ κοινωνῆ ὀντολογικὰ μὲ τὸν Δημιουργό του Θεό, ἀλλὰ καὶ νὰ συνυπάρχη ἀγαπητικὰ καὶ ἁρμονικὰ μὲ τὸν συνάνθρωπό του.