Παρασκευά Κυριακὴ, Πρεσβυτέρα.
Τὴν Κυριακή μετά τὴν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὁρίσθηκε νά τιμάται ἡ μνήμη τῶν ἁγίων μητέρων τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, Ἐμμελείας , Νόννας καί Ἀνθούσης.
Τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὑπῆρξαν ἡρωικὲς καὶ ἅγιες οἱ μητέρες. Ἀξίζουν ὕμνοι καὶ αἶνοι καὶ δοξαστικὰ γιὰ τοὺς εὐγενεῖς καὶ ὡραίους ἀγῶνες τους, τίς θερμὲς προσευχές τους, τὴ μεγάλη ὑπομονὴ στὶς πολλὲς θλίψεις τους, τὸ ἐνάρετο καὶ ἅγιο παράδειγμα.
Μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ πρῶτα μέ τη Χάρη τοῦ Θεοῦ κατόρθωσαν νὰ ἀναδειχθοῦν οἱ οἰκογένειές τους πνευματικὰ ἐργαστήρια ἁγίων.
Τί καλύτερο, νὰ ἀφήσουμε νὰ μᾶς μιλήσουν οἱ ἴδιοι τρεῖς ἅγιοι πατέρες γι’ αὐτές, μέσα ἀπὸ τὰ πατερικὰ συγγράμματά τους.
Μᾶς τίς παρουσιάζουν μὲ χάρη πολλή, μὲ δέος Ἱερό. Μᾶς ἀφηγοῦνται γιὰ τὸ ἔργο τους, τοὺς ἀγῶνες τους, τὸν μεγάλο ρόλο ποὺ ἔπαιξαν γιὰ νὰ ἀναδειχθοῦν αὐτοὶ στὴ ζωή τους, γιὰ νὰ ἀνέβουν τὰ σκαλοπάτια τῆς Χριστιανικῆς ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος.
Εἶναι ὕψιστη καὶ μεγάλη ἡ δύναμη ποὺ ἔχει ἡ συνεργὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέγεται Μητέρα!
Ἐμμέλεια. Ἡ μητέρα τοῦ Μ. Βασιλείου.
Ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Βασίλειος ὁμολογεῖ: «Ἐκ παιδὸς ἔλαβον ἔννοιαν περὶ Θεοῦ παρὰ τῆς μακαρίας μητρός μου».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐπίσης σημειώνει: «Ἡ Ἐμμέλεια καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ἀπὸ γένος ἔνδοξο καὶ ἀρχοντικό. Ἡ Ἐμμέλεια ἀπὸ τὰ πλούτη καὶ τὴ λαμπρὴ καταγωγή της δὲν ἐπηρεαζόταν. Ἀγωνιζόταν νὰ ζήσει σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ».
Ὅταν ἦρθε ἡ ὥρα νὰ ἀνοίξει τὸ σπιτικό της, ἐπιλέγει νὰ πάρει ὄχι ἄνθρωπο μὲ πλούτη καὶ ὑλικὰ ἀγαθὰ ἀλλὰ πιστὸ Χριστιανό, ἄνθρωπο μὲ κάλλος ψυχῆς, τὸν Βασίλειο. Καὶ στὰ δύο γένη τοῦ νέου ζεύγους ἦταν γνώρισμα καὶ ἔμβλημα ἡ εὐσέβεια, ἡ χριστιανικὴ ζωὴ καὶ ἡ ἀρετή.
Δέκα τέκνα ἀπέκτησαν οἱ εὐλογημένοι γονεῖς, ὁ Βασίλειος καὶ ἡ Ἐμμέλεια.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει γιὰ τὴν Ἐμμέλεια ὅτι ὑπῆρξε πολύτεκνος ἀλλὰ καὶ καλλίτεκνος. Τῆς ἐδόθῃ ἡ χάρις τοῦ νὰ ἔχει πολυπαιδία ἀλλὰ καὶ εὐτεκνία. Δὲν ἀρκεῖτο μόνο νὰ ἀφήσει παιδιὰ στὴ γῆ, ἔστω ἐπιτυχημένα, ἀλλὰ νὰ τὴν ἀξιώσει ὁ Θεὸς νὰ τοὺς δεῖ οὐρανοπολίτες. Καὶ τὴν ἀξίωσε ὁ Θεός.
Μητέρα μακαρία! Ὅλα τὰ ἄρρενα τέκνα της, τέσσερα, Βασίλειος, Ναυκράτιος, Γρηγόριος, Πέτρος ἀφοσιώθηκαν στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας: Οἱ τρεῖς ἐπίσκοποι καὶ ὁ ἕνας, ὁ Ναυκράτιος, μοναχός! Ἀπὸ τίς πέντε θυγατέρες της ἡ Μακρίνα ἔγινε μοναχή.
Πόση ὑπομονὴ καὶ ἀνδρεία ἔδειξε καὶ πίστη, ὅταν ὁ μοναχὸς Ναυκράτιος, σὲ ἡλικία μόλις 27 ἐτῶν, πνίγηκε στὰ ὁρμητικὰ νερὰ στὸν ποταμὸ Ἶριν, τοῦ Πόντου, στὸ διακόνημά του νὰ ἐξασφαλίζει τροφὴ τῶν γερόντων μοναχῶν ἀλλὰ καὶ σὲ πλῆθος ἀσθενῶν καὶ πτωχῶν. Φιλανθρωπότατη ἦταν ἡ Ἐμμέλεια!
Τὴ φιλανθρωπία ἤθελε ἡ Ἐμμέλεια νὰ ἀσκοῦν ὅλα τὰ παιδιά της.
Καὶ τοῦτο τὸ ἐνέπνεε μὲ τὸ παράδειγμά της.
Ἡ ἁγία Ἐμμέλεια ἐκοιμήθῃ το 370μ.Χ. καὶ τὴν ἔθαψαν, κατὰ τὴν ἐπιθυμία της, στὸν τάφο τοῦ συζύγου της Βασιλείου. Ἦταν τοῦτο νόμιμο καὶ φυσικὸ νὰ ἀναπαυθεῖ μετὰ θάνατον πλησίον ἐκείνου «πού ἠγάπησεν ἐν Θεῶ καὶ μετὰ τὸν Θεὸν».
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὴν ὕμνησε μὲ ἕνα ὑπέροχο ἐπιτάφιο ποίημα:
«Ἡ Ἐμμέλεια ἀπέθανε. Ποῖος τὸ εἶπε;
Αὐτὴ βεβαίως τόσων καὶ τέτοιων παιδιῶν
προσέφερε φῶς εἰς τὴν ζωήν
μὲ καλὰ καὶ πολλὰ παιδιά,
ἰδοῦ μοναδικὴ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων.
Τρεῖς εἶναι ἱερεῖς πολὺ ἔνδοξοι
εἶναι τόσον μεγάλη ρίζα.
Αὐτὸ εἶναι τὸ ἱερὸν βραβεῖον
τῆς εὐσεβείας σου,
ὦ εὐγενεστάτη ὅλων,
ἡ τιμὴ τῶν πολλῶν παιδιῶν σου,
διὰ τὰ ὁποῖα ἕναν πόθο εἶχες».
Νόννα. Ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
Στὴν Ἀριανζὸν τῆς Καππαδοκίας, χωριὸ κοντὰ στὴ μικρὴ πόλη Ναζιανζό, γεννήθηκε το 304μ.Χ. ἡ ἁγία Νόννα.
Οἱ γονεῖς της, Φιλτάτιος καὶ Γοργονία, κατήγοντο ἀπὸ ἔνδοξες καὶ εὔπορες οἰκογένειες. Ἦσαν καὶ οἱ δύο ἄνθρωποι φοβούμενοι τὸν Θεό, εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Ὁ Θεός τούς χάρισε δύο παιδιά, τὸν Ἀμφιλόχιο καὶ τὴ Νόννα. Πολλὲς χάριτες ἔλαβαν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τὰ δύο τέκνα. Ἡ Νόννα ἦταν τὸ ἐγκαλλώπισμα καὶ ἡ χαρὰ τῆς οἰκογένειας. Σεμνὴ καὶ ἀπερήφανη χριστιανὴ νέα, ἤθελε νὰ εὐαρεστεῖ κάθε μέρα πρώτιστα στὸν Θεό.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σημειώνει σχετικὰ γιὰ τὴ μητέρα του: «Βλαστὸς ἐκ ῥίζης ἱερὴς καὶ εὐσεβοῦς» ἡ Νόννα.
Τὴ Νόννα ζήτησε καὶ πῆρε ὡς σύζυγό του ὁ συμπατριώτης τους Γρηγόριος. Σπουδαῖος νομικός, σώφρων καὶ σεμνός. Ἦταν ὅμως πλανεμένος ὡς πρὸς τὴν πίστη. Ἡ πιστὴ Νόννα μὲ θερμὴ προσευχὴ καὶ δάκρυα κερδίζει καὶ σώζει τὸν ἄνδρα της. Ὁ σύζυγός της ἔγινε κληρικὸς καὶ ἀνεδείχθῃ Ἐπίσκοπος τῆς πατρίδος τους.
Αὕτη εὐχαριστοῦσε καὶ μεγάλυνε τὸν Θεό. Δοκίμασαν γιὰ χρόνια τὴν ἀτεκνία.
Ἀναφέρει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Ποιός ἤλπισε τόσον πολὺ ὅτι μαζὶ μὲ τὴν αἴτηση θὰ ἔχει καὶ τὸ αἰτούμενο»; «Ἀπὸ τὴν προσευχὴ (ἡ Νόννα) δὲν βγαίνει μ’ ἄδεια χέρια…»….
Ἡ ὀψίτοκος «Σάρρα», σὲ προχωρημένη ἡλικία γεννᾷ τρία παιδιά:
Τὸν Γρηγόριο «ποὺ τὸν προσφέρει δῶρο στὸν Θεό, αὐτὸν ποὺ γύρευε νὰ λάβει», τὴ Γοργονία καὶ τὸν Καισάριο.
Ἡ εὐχαριστία καὶ δοξολογία τῆς Νόννας καὶ τοῦ Γρηγορίου ἀπέραντη, μὰ καὶ ὁ ἱερὸς πόθος τους νὰ δώσουν τὸ παιδί τους ζωντανὴ προσφορὰ στὸν Θεό.
Ἡ Νόννα γίνεται παιδαγωγὸς καὶ γιὰ τὰ τρία της παιδιὰ μὲ τὴν Ἁγία Γραφὴ στὰ γόνατά της, μὲ τὸ ἐνάρετο παράδειγμα, μὲ τὴν ἀγάπη της. Μέσα στὴν οἰκογένεια τοῦ Γρηγορίου καὶ τῆς Νόννας ἐπικρατοῦσε «παροξυσμὸς ἀγάπης», ποὺ εἶναι πηγὴ χαρᾶς καὶ εὐτυχίας γιὰ τὴν οἰκογένεια.
Ὁλονύκτιες προσευχὲς ἀφιέρωνε γιὰ τὰ παιδιά της γιὰ νὰ τὰ ἀναδείξει ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, «χριστοφόρους ναούς», «ἀθλητὰς ἐπουρανίους».
Λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γιὰ τὴ μητέρα του: «Ἄλλη φημίζεται γιὰ κόπους της μέσα στὸ σπίτι, ἄλλη γιὰ ὀμορφιὰ καὶ φρονιμάδα της, ἄλλη γιὰ ἔργα εὐσεβείας ἢ γι’ ἀσθένειες στὸ σῶμα, ἢ γιὰ δάκρυα, γιὰ προσευχές, γιὰ περίθαλψη πτωχῶν. Ἡ Νόννα καλοτυχίζεται γιὰ ὅλα.
Ἦταν φιλόπτωχος καὶ ἐλεήμων, τὸ ἴδιο καὶ ὁ σύζυγός της. Εἶχαν κοινὸ ταμεῖο γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Καὶ ἤθελαν μὲ τὰ ἀγαθὰ ἔργα νὰ κληρονομήσουν την ἐπουράνιο Βασιλεία.
Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἐπικρατοῦσε στὸ σπιτικό τους! Ἤθελαν πάντοτε τὸ σπίτι τους νὰ εἶναι ἀπάνεμο λιμάνι. Νὰ βασιλεύει ἁγία καὶ εἰρηνικὴ ἀτμόσφαιρα. Τοὺς κυβέρνα τὸ Ἅγιον Πνεῦμα καὶ ὄχι ὁ ἁμαρτωλὸς κόσμος.
Ὅπου ὑπάρχει ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ καὶ μόνον ὑπάρχει ἡ εἰρήνη.
Νοσταλγὸς τοῦ οὐρανοῦ ἡ ἁγία Νόννα! Δὲν σκεπτόταν ἁπλῶς τὴ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν ποθοῦσε καὶ γιὰ τὸ ἴδιο προσευχόταν γιὰ ὅλους τοὺς οἰκείους της. Μιλοῦσε στοὺς οἰκείους της γιὰ «τὸν ἀπύθμενον ὠκεανὸν τῆς θείας ὡραιότητος! Ἄναβε τὸν πόθο γιὰ τὴν αἰωνιότητα! Μετοικεσία γιὰ ὅλη τὴν οἰκογένειά της.
Ἀνθοῦσα. Ἡ μητέρα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου.
Ἀνθοῦσα ἦταν τ’ ὄνομά της καὶ μέσα στὴν καρδιά της ἄνθιζαν οἱ χριστιανικὲς ἀρετές. Πιὸ πολὺ ἡ πίστη καὶ ἡ ἀγάπη στὸν ἀληθινὸ Θεό. Καταγόταν ἡ Ἀνθοῦσα ἀπὸ πλούσια καὶ εὐγενῆ οἰκογένεια τῆς Ἀντιόχειας.
Ἀπὸ ἐνωρὶς ἀξιώθηκε νὰ βρεῖ τὸν πολύτιμο μαργαρίτη, τὸν κρυμμένο θησαυρό, τὸν μοναδικὸ καὶ αἰώνιο. Γνώριζε πλέον ὅτι μόνο ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι ἡ ἀληθινὴ χαρὰ γιὰ κάθε ψυχή, γιὰ κάθε οἰκογένεια καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.
Τὴν ἐνάρετη αὐτὴ κόρη διάλεξε καὶ πῆρε ὡς σύζυγό του ὁ Σεκοῦνδος, κι αὐτὸς ζωντανὸ μέλος τῆς Ἀντιοχειανῆς Ἐκκλησίας. Στὸ ἀξίωμά του ἦταν ἄρχων διοικητὴς τῶν στρατιωτῶν τῆς Συρίας. Ἦσαν ἀνδρόγυνο εὐλογημένο ἀπὸ τὸν Θεό, ἀγαπημένο καὶ προπαντὸς χαρούμενο. Ἀλλὰ ἡ μόνιμη χαρὰ καὶ ἡ ἀμετακίνητη εὐτυχία ὑπάρχει μόνο στὸν οὐρανό. Ὁ πατέρας τῆς οἰκογένειας, ὁ καλὸς Σεκοῦνδος, ὁ στρατηλάτης, ἀπέθανε ξαφνικά. Ἡ Ἀνθοῦσα δέχτηκε πλῆγμα βαρύτατο, λίγο καιρὸ μετὰ τὴ γέννηση τοῦ υἱοῦ της Ἰωάννη. Καὶ ἦταν μόνο 20 ἐτῶν. Σιγά-σιγά, κόπαζε ἡ τρικυμία καὶ ὁ Θεὸς ἡσύχαζε τὰ ἄγρια κύματα. Μὲ χριστιανικὴ πίστη ἡ Ἀνθοῦσα ἀπεφάσισε νὰ μείνει χήρα, γιὰ νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ἀνατροφὴ τοῦ υἱοῦ της. Μέσα στὴ μεγάλη τρικυμία τῆς θλίψεως δὲν ναυάγησε.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὁμολογεῖ ὅτι ἡ μητέρα του ἔλεγε: «Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ κατόρθωνα νὰ ὑπομένω», «Ὡς χριστιανὴ χήρα μητέρα ἀληθῶς τεκνοτρόφησε», «Αὐτὴ εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη περιουσία, αὐτὸς ὁ ἀνέκφραστος πλοῦτος, ἡ ἀρετή». «Ἔγινε τύπος τῶν πιστῶν ἐν πίστει, ἐν ἀγάπῃ καὶ ἐν ἁγνείᾳ».
Τὴν Ἀνθοῦσα θαύμαζε πολὺ καὶ ὁ μεγάλος ρητοροδιδάσκαλος τοῦ Ἰωάννη, ὁ Λιβάνιος, (ὁ πιὸ φανατικὸς εἰδωλολάτρης). Καὶ εἶπε ἐγκωμιαστικά:
«Ἀλήθεια! Τί εἴδους γυναῖκες ὑπάρχουν μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν»!
Τόσο πολὺ σπουδαῖο πρᾶγμα ἦταν ἡ ἀφοσίωση τῆς μητέρας μου στὸν νεκρὸ πατέρα μου καὶ στὸν υἱό της. Γινόταν γιὰ μένα ἡ προστατευτικὴ φτερούγα γιὰ τὴ σωτηρία μου, ἀναφέρει ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Ὅταν ὁ Ἰωάννης εἰσέδυσε βαθύτερα στὸ πνεῦμα τῆς χριστιανικῆς πίστεως καί το 370μ.Χ. ἐδέχθῃ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, ἡ εὐτυχία της Ἀνθούσας ἦταν μεγάλη. Γιατί ἔγινε ζωντανὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὁ υἱός της κι ἔτσι ἡ ἀπατηλὴ δόξα τῶν ἀνθρώπων δὲν θάμπωσε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς του.
Μαζὶ μὲ τὸν φίλο του Βασίλειο σκέφτονται νὰ μονάσουν.
Ἡ μητέρα του Ἀνθοῦσα τοῦ ζητεῖ μιὰ χάρη: «… ὅταν λοιπὸν μὲ παραδώσεις στὴ γῆ, τότε πήγαινε ὅπου θέλεις. Σὲ ἱκετεύω μὴ μὲ παραδώσεις σὲ δεύτερη χηρεία… Κάμε λοιπὸν ὑπομονή, παιδί μου».
Ἡ εὐλαβεστάτη Ἀνθοῦσα δὲν ἀπατήθηκε στὴν προαίσθησή της. Δύο χρόνια μετά, ὅπως τὸ εἶχε προείπει στὸν Ἰωάννη, «ἐκοιμήθῃ ἐν Κυρίῳ» σὲ ἡλικία περίπου 43 ἐτῶν.
Ἐπενέβῃ καὶ ἐδῶ ἡ θαυμαστὴ πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ μητέρα δὲν στερήθηκε τὴ συντροφιὰ τοῦ υἱοῦ της μέχρι τῆς ἐσχάτης της ἀναπνοῆς καὶ ὁ Ἰωάννης ἀκολούθησε «μετὰ χαρᾶς» τὴν κλήση τοῦ Θεοῦ.
Ἀφοῦ μοίρασε ὅλη του τὴν περιουσία, ἀναχώρησε γιὰ τὴν ἔρημο.