Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου.

ΜΙΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ: Ο Κύριος πορεύεται προς την Ιερουσαλήμ και το επακόλουθο Πάθος και περνάει μέσα από την Ιεριχώ. Ένα ετερόκλητο πλήθος αποτελούμενο από μαθητές, προσκυνητές, περίεργους, εχθρούς και φίλους τον περιβάλλει. Η προσδοκία αυτού του λαού είναι η αναμονή γι΄ Αυτόν που θα ανέβει στο θρόνο της μεσσιανικής δόξας, για να αποκαταστήσει μία … κοσμική βασιλεία και να τους δικαιώσει ως έθνος. Άλλοι, όπως οι Φαρισαίοι, περιμένουν την αφορμή να τον πειράξουν και να Τον μειώσουν, ενώ πολλοί από περιέργεια βρίσκονται δίπλα Του για να δουν τέρατα και σημεία. Άνθρωποι θρησκευόμενοι και μη, οπωσδήποτε όμως Ισραηλίτες, που αυτο-θεωρούνται θρησκευτικώς καθαροί και άψογοι. Μέσα στους καθαρούς ξεπροβάλλει η μορφή ενός «ακαθάρτου». Είναι ο Ζακχαίος που ζει με συκοφαντίες, κλοπές, καταπίεση των άλλων. Αυτός ο δακτυλοδεικτούμενος, ανεβαίνει σε μια συκομουριά να δει τον Κύριο, γιατί ήταν κοντός. Αδιαφορεί για την κοινωνική του θέση, τους ψιθύρους, την αποδοκιμασία των λεγομένων ”δικαίων είναι” και επιζητεί την προσοχή και το έλεος του Σωτήρα. Σηκώνει τα μάτια ο Κύριος σε αυτή την εικόνα σιωπηλής του κραυγής για σωτηρία και τον ανταμείβει λέγοντάς του: “Ζακχαίε, σπεύσε και κατέβα, γιατί σήμερα πρέπει να μείνω στον οίκο σου». Και ο Ζακχαίος, αδιαφορώντας ταπεινά για τους γογγυσμούς των γύρω φωνάζει: ”Ιδού, τα μισά των υπαρχόντων μου, Κύριε, τα δίνω στους φτωχούς, και αν κάποιον φορολόγησα κάτι παράνομα, το αποδίδω τετραπλάσια”. Και ο Κύριος ανταπαντά: “Σήμερα έγινε σωτηρία στον οίκο τούτο, καθότι και αυτός είναι γιος του Αβραάμ, γιατί ο Υιός του ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο”.

Ο ΖΑΚΧΑΙΟΣ: Ποιος είναι αυτός ο Ζακχαίος; Ένας άνθρωπος της αγοράς, των οικονομικών υποθέσεων, ένας άνθρωπος που ζει στην διαφθορά και ίσως στην πολυτέλεια. Περιφρονεί νόμους του Θεού και ανθρώπων. Φορολογεί τους συμπατριώτες του και αδικεί. Ζει ενδεχομένως με σπατάλες απολαμβάνοντας ”ξένους ιδρώτες”. Παράλληλα, δείχνει ξένος, προσώρας, θρησκευτικών και μεταφυσικές ανησυχίες. Τα κρίνει όλα με το ζύγι και τα σταθμά. Ζει μια πώρωση εξωτερική, όμως φαινομενική όπως αποδεικνύεται. Ποια πάλη άραγε ανάμεσα στο πνεύμα του Θεού και το πνεύμα του μαμωνά βίωνε η ψυχή του; Θα μπορούσαμε να πούμε πως η παρουσία του Χριστού στη ζωή του ήταν καταλυτικά θαυματουργική. Μια ματιά έφτανε να τα ανατρέψει όλα. Ο Ζακχαίος χωμένος, μέχρι τότε, στις υποθέσεις του, κορεσμένος από την αμαρτία, παραδομένος στις απολαύσεις που καμιά ευχαρίστηση δεν του έδιναν, κανένα κενό δεν συμπλήρωναν, είχε μέσα του όπως κάθε άνθρωπος μια ανάμνηση Θεού. Ένα ψήγμα παλιάς πίστης που δεν τον άφηνε ήσυχο. Μία δίψα που έπρεπε να κορεστεί: Η επιστροφή στην αγιότητα, στη γνησιότητα του τέκνου του Θεού, στη χαρά του Πατέρα. Ενώ ήταν «απολωλός» δεν παραδόθηκε χειροπόδαρα στην απώλεια. Έτσι, όταν άκουσε πως ο Χριστός περνούσε από κει τα έπαιξε όλα για όλα. Όλα τα έθεσε στα πόδια του Χριστού και κέρδισε αυτόν τον πολύτιμο μαργαρίτη που μνημονεύουν τα ευαγγέλια.

ΕΜΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ: Συχνά αρεσκόμαστε να βάζουμε «ταμπέλες» στον καθένα αδιαφορώντας για τις δικές μας αδυναμίες και πτώσεις. Πολλές φορές και εμείς χαρακτηρίσουμε κάποιον «πόρνο», «τοκογλύφο», «ανάλγητο», και ό,τι άλλο ”κοσμητικό” μας έρχεται στο νου, χωρίς δικαίωμα Κριτή και χωρίς διάκριση να δούμε τις δικές μας αδυναμίες. Πόσες φορές αφορίζουμε τον αμαρτωλό από το κοινωνικό και το εκκλησιαστικό σώμα, παραθεωρώντας τη δική μας κατάσταση που μπορεί να είναι βαρύτερη. Και όμως υπάρχουν γύρω μας «άνθρωποι της αμαρτίας», δακτυλοδεικτούμενοι, περιθωριοποιημένοι, διψασμένοι παραδείσου, με τη φλόγα της μετάνοιας να τους ματώνει τη συνείδηση, ενώ κάποτε ο στιγματισμός μπορεί να τους αποκλείει τον δρόμο επιστροφής. Γιατί ίσως και εμείς, σαν το πλήθος της περικοπής, έχουμε σχηματίσει έναν ”Χριστό” κομμένο και ραμμένο στις δικές μας προσδοκίες και άρα εχθρικά διακείμενο σε αυτούς που αποκαλούμε εχθρούς και μισητούς, ξεχνώντας ότι ο Κύριος μας προειδοποίησε πως ”τελώναι και πόρναι προάγουσιν υμάς εν τη Βασιλεία του Θεού”!.

ΕΡΓΑ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ: Μακάριοι, λέγει ο Ψαλμός, «ων αφέθησαν αι ανομίαι, και ων επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι». Όποιος λοιπόν μπορεί να αισθανθεί σαν την πόρνην και τον τελώνην, μπορεί να τρέξει στο σωτήρα Χριστό. Αδύνατον, χωρίς μετάνοια να λάβει κανείς την λύση των κακών, ούτε να πετύχει τον Ψαλμός που αναφέραμε, έστω και αν είναι Προφήτης, Απόστολος ή Ευαγγελιστής. Μεταξύ των Προφητών ο ίδιος ο Δαυίδ, ο οποίος και μετά την μοιχεία παραμένει Προφήτης, με την Χάρη Εκείνου που τον συγχώρησε. Από τους Αποστόλους, ο Πέτρος και ο Παύλος, από τους οποίους ο ένας έχει «τας κλεις της βασιλείας» μετά την άρνηση, ο άλλος κατέστη Απόστολος εθνών μετά την δίωξη, μετατρέποντας τον ιουδαϊκόν ζήλο σε ευαγγελικόν τρόπο. Μέσα στα Ευαγγέλια γνωρίσαμε σωζόμενους τελώνες. Ο ένας, προσευχόμενος και κτυπώντας το στήθος του, μη τολμώντας να σταθεί στον ναό με τα χέρια και το βλέμμα υψωμένα, όχι μόνον δικαιώθηκε, αλλά και στεφανώθηκε, εν αντιθέσει με τον Φαρισαίο. Και ο σημερινός Ζακχαίος, τώρα πρόσεχε μη του διαφύγει απαρατήρητος, όχι κάποιος πραγματευτής αφορολόγητος, αλλά ο Μέγας έμπορος ουρανού και γης, ο οποίος είχε τον ασύλητο και ασύλληπτο θησαυρό της Βασιλείας των Ουρανών.

Ο Ζακχαίος, νόμιζε ότι θα διαφύγει της προσοχής του Παντογνώστη, όπως και η αιμορροούσα, πιστεύοντας ότι θα ”κλέψει” τον Ιησούν, ο οποίος αρέσκεται σε παρόμοιες περιπτώσεις να κλέπτεται. Ανεβαίνει λοιπόν σε δένδρο, θεραπεύοντας τα κακά που προήλθαν από τον Αδάμ. Ο ένας πλανάται από το δένδρο και απομακρύνεται από τον Θεόν κι ο άλλος σώζεται από το δένδρο, επιθυμώντας να δει τον Θεόν. Έχοντας ακούσει ότι κάνει πολλά και παράδοξα θαύματα, και ότι εκτός από τα σώματα θεραπεύει και τις ψυχές, πεθύμησε να τον δει, αυτόν ο οποίος συγχωρεί τα πάντα στους πάντες, κάνοντας τις σκέψεις: “Ποίος να είναι άραγε αυτός ο Ιησούς που καθαρίζει λεπρούς, θεραπεύει τυφλούς και συγχωρεί τις αμαρτίες; Πώς να είναι η μορφή του; Άραγε τα γνωρίζει όλα; Άραγε ανιχνεύει ως Θεός τα νοήματα της καρδίας καθενός; Πώς λοιπόν θα τα μάθω όλα αυτά; Ποίος θα μου τα διδάξει; Ποίος άλλος; Η προσωπική πείρα. Γι΄αυτό θα ανέβω στο δένδρο και ίσως μάθω αν μπορώ να σωθώ. Εάν με προσέξει μέσα σ’ αυτόν τον συνωστισμό, και ανακαλύψει και τους πόθους της ψυχής μου. Εάν προσκαλεί και τελώνες, έχω κι εγώ ελπίδα!”. Καθώς συλλογίζονταν αυτά, «ήλθεν επί τον τόπον ο Ιησούς, και αναβλέψας είδεν αυτόν και είπε προς αυτόν: Ζακχαίε, σπεύσας κατάβηθι». Έχεις ανεβεί στο δένδρον ως τελώνης, κατέβα από το δένδρον σαν φίλος Θεού. Κατέβα από το ξύλον αυτό στην γη, για να ανεβείς δια του σταυρού προς τον ουρανόν. «Σπεύσας», του λέει, «κατάβηθι’ σήμερον γαρ εν οίκω σου δει με μείναι». Τι απερίγραπτη φιλανθρωπία! Δεν θα είναι πλέον ακάθαρτος ο οίκος του τελώνου. Κάθε κακό θα φύγει από αυτόν, διότι όπου φιλοξενείται ο Ιησούς, τα πάντα αλλάζουν. Παράδεισος έγινε η οικία του τελώνου. Ό,τι στην περίπτωση του ληστού στο Σταυρό, το ίδιο και τώρα στον Ζακχαίον. «Σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι», του είπε και συγχρόνως τον κατέβασε από το δέντρο και εισήλθε, κάνοντας τον οίκο του Παράδεισο πριν από τον Παράδεισο…

ΑΛΛΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΣΤΟ ΒΙΝΤΕΟ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ:

youtube.com/watch?v=2cGZtBuIn4U&list=PLBIjTiUGfNYDDM0ugzN34HKwAw1XMq7t0&index=12&t=83s