1.
Διονύσιος Ψαριανός, Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+)
Ἀγαπητοὶ Χριστιανοί,
Πάλι καὶ σήμερα γιὰ τὴ μετάνοια θὰ ποῦμε. Καὶ μακάρι πάντα γιὰ τὴ μετάνοια νὰ λέγαμε, γιατί ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του σ\’ ἕνα πράγμα καὶ σὲ μία λέξη περιλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται· στὴ μετάνοια. Μὲ τὴ μετάνοια ὁ Χριστὸς ἄρχισε τὸ κήρυγμά του καὶ μὲ τὴ μετάνοια τὸ τελείωσε. Γιὰ τὸ πῶς τελείωσε μᾶς λέγει τὸ Εὐαγγέλιο, πὼς μετὰ τὴν Ἀνάσταση παράγγειλε στοὺς Ἀποστόλους νὰ κηρύξουνε μετάνοια στ\’ ὄνομά του σ\’ ὅλα τὰ ἔθνη. Γιὰ τὸ πῶς ἄρχισε μᾶς τὸ εἶπε τὸ Εὐαγγέλιο σήμερα, μὰ ἂς τὸ ξανακούσουμε στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα.
Ἐκεῖνο τὸν καιρό, ὅταν ἀκουσεν ὁ Ἰησοῦς πὼς ὁ Ἰωάννης παραδόθηκε, ἔφυγε καὶ πῆγε στὴ Γαλιλαία. Καὶ ἀφίνοντας τὴ Ναζαρέτ, ἦλθε καὶ κατοίκησε στὴν Καπερναοὺμ ποὺ ἦταν κοντὰ στὴ θάλασσα, στὰ σύνορα ποὺ κατοικοῦσαν οἱ φυλὲς Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, γιὰ ν\’ ἀληθέψη κεῖνο ποὺ εἶπε ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ προφήτη Ἠσαΐα. Ἡ γῆ τοῦ Ζαβουλῶν καὶ ἡ γῆ τοῦ Νεφθαλείμ, στὸ δρόμο κατὰ τὴ θάλασσα πέρ\’ ἀπὸ τὸν Ἰορδάνη, ἡ Γαλιλαία ποὺ τὴν κατοικοῦνε τὰ ἔθνη· ὁ λαὸς ποὺ κάθεται στὸ σκότος εἶδε μεγάλο φῶς καὶ σὲ κείνους ποὺ κάθονται στὴ χώρα καὶ στὴ σκιὰ τοῦ θανάτου φῶς φανερώθηκε γι\’ αὐτούς. Ἀπὸ τότε ἄρχισε ὁ Ἰησοῦς νὰ κηρύττη καὶ νὰ λέγη· Μετανοεῖτε· γιατί πλησιάζει ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
\”\”
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅταν παραδόθηκε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής, παρουσιάσθηκε φανερὰ κι ἄρχισε τὸ κήρυγμά του στὸ λαό. Μὲ τὰ ἴδια λόγια τοῦ Ἰωάννη· «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε ὁ Ἰωάννης, «Μετανοεῖτε…» ἐκήρυττε κι ὁ Χριστός. Αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Γιατί ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν ἦρθε ἐπαναστατικὰ νὰ κατάργηση τὸ νόμο τοῦ Μωϋσῆ καὶ τὸ κήρυγμα τῶν προφητῶν· δὲν ἦρθα, εἶπε ὁ ἴδιος, νὰ καταργήσω, μὰ νὰ συμπληρώσω. Αὐτὸ νὰ τὸ ἀκοῦνε κάμποσοι ἀπό μᾶς, ποὺ θέλουνε νὰ καταργήσουνε τὰ παληὰ καὶ νὰ διδάξουνε καινούργια· ποὺ πᾶνε νὰ γκρεμίσουνε τὸν κόσμο, γιὰ νὰ τὸν ξαναφτιάσουνε τάχατες ἀπὸ τὴν ἀρχή. Νὰ γκρεμίζης εἶναι πολὺ εὔκολο, μόνο νὰ δοῦμε πῶς ξαναχτίζεις. Καὶ νὰ λὲς πὼς ὅλα τὰ παληὰ εἶναι γιὰ πέταμα, εἶναι κι αὐτὸ ἕνας λόγος, μόνο νὰ δοῦμε, ὅταν τὰ πετάξης, τί θὰ βάλης στὴ θέση τους.
Μὰ ἂς τὸ ἀφήσουμε τώρα ἐτοῦτο τὸ ζήτημα γιὰ ἄλλη φορὰ κι ἂς ξαναγυρίσουμε στὸ «Μετανοεῖτε…». Εἴπαμε λοιπὸν πὼς κι ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουνε τὸ κήρυγμά τους μὲ τὴν ἴδια λέξη· κι αὐτὸ φανερώνει πρῶτα πὼς τὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι συνέχεια στὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν. Τὸ «Μετανοεῖτε…» ὅμως αὐτὸ φανερώνει ἀκόμη καὶ κάτι ἄλλο κι αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ προσέξουμε πολύ. Γιατί ἂν δὲν προσέξουμε κι ἂν δὲν καταλάβουμε γιατί ὁ Πρόδρομος κι ὁ Χριστὸς ἀρχίζουν μὲ τὸ «Μετανοεῖτε…», τότε δὲν θὰ καταλάβουμε τίποτα κι ἀπ\’ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο. Εἴπαμε δὰ πὼς ὅλο τὸ κήρυγμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας του, δηλαδὴ ὅλο τὸ Εὐαγγέλιο συμπεριλαμβάνεται καὶ συγκεφαλαιώνεται στὴ μετάνοια.
Τὸ πιὸ μεγάλο κακό, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ πιὸ μεγάλο κακὸ εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ὅλα τὰ κακὰ κι ὅλες oι ἁμαρτίες δὲν εἶναι τόσο μεγάλες ποὺ νὰ μὴν τὶς συχωρνάη ὁ Θεός. Μὰ εἶναι μία ἁμαρτία ποὺ μένει ἀσυχώρετη. Ὁ Χριστὸς εἶπε πὼς ἡ ἁμαρτία αὐτὴ εἶναι ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐξηγοῦνε πὼς ἡ βλασφημία «κατὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» εἶναι ἡ ἀμετανοησία. Ἡ μετάνοια εἶναι ζωὴ καὶ σωτηρία, ἡ ἀμετανοησία εἶναι θάνατος καὶ ἀπώλεια. Ὅποιος δὲν μετανοεῖ, δὲν καταλαβαίνει τὸ φταίξιμό του καὶ τὴν ἁμαρτία του, δὲ ζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, δὲν ἔχει συχώρεση ἀπὸ τὸ Θεό. Γιατί ὁ Θεὸς ἐλεᾶ καὶ συχωρνάει ἐκείνους ποὺ νιώθουνε τὰ φταιξίματά τους, ποὺ κλαῖνε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, ποὺ ζητοῦνε τὸ θεῖο ἔλεος· μ\’ ἕνα λόγο ἐκείνους ποὺ μετανοοῦνε. Γιατί ἐτοῦτο εἶναι ἡ μετάνοια· νὰ λυπηθῆς, νὰ κλάψης, νὰ ζήτησης ἔλεος καὶ συχώρεση γιὰ τὸ φταίξιμό σου, νὰ δώσης λόγο πὼς δὲν θὰ ξανακάμης τὸ ἴδιο καὶ νὰ βάλης τὰ δυνατά σου νὰ μὴν τὸ ξανακάμης. Ὅλα ἐτοῦτα, χριστιανέ μου, εἶναι ποὺ σὲ κάνουνε καινούργιο ἄνθρωπο, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ποὺ σὲ ἀνεβάζουν, ὅλα ἐτοῦτα εἶναι ἡ μετάνοια κι ἡ μετάνοια εἶναι ἡ πρόοδός σου κι ἡ προκοπή σου, ἡ ζωή σου κι ἡ σωτηρία σου. Ἡ ἀμετανοησία σὲ ρίχνει καὶ σὲ κατεβάζει, σοῦ θολώνει τὸ μυαλὸ καὶ σὲ τυφλώνει κι ὕστερα τὰ βλέπεις ὅλα θολὰ καὶ τὰ καταλαβαίνεις ὅλα ἀνάποδα. Πολλοὶ θαρροῦνε πὼς ἡ μετάνοια εἶναι ἀδυναμία καὶ πὼς ἡ ἀμετανοησία εἶναι θέληση. Μακάρι νὰ \’χουμε ὅλοι μας μιὰ τέτοια ἀδυναμία, ποὺ μᾶς ἀνεβάζει καὶ νὰ μᾶς λείπη τέτοια θέληση, ποὺ μᾶς καταστρέφει. Ἡ ἀμετανοησία, χριστιανοί μου, εἶναι ξεροκεφαλιά, ἡ μετάνοια εἶναι ἐξυπνάδα.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἦρθε νὰ μᾶς κάμη καινούργιους ἀνθρώπους. Μὰ καινούργιο στὸν κόσμο δὲν ὑπάρχει, παρεκτὸς ἀπ\’ ὅ,τι εἶναι ἀληθινὸ κι ἀληθινὸ πάλι δὲν εἶναι παρ\’ ἐκτὸς ἀπ\’ ὅ,τι εἶναι φυσικό, σύμφωνο δηλαδὴ μὲ τοὺς νόμους ποὺ ἔβαλε ὁ Θεὸς στὴ δημιουργία του. Ὅ,τι εἶναι φυσικό, εἶναι ἀληθινό· ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, εἶναι τοῦ Θεοῦ· κι ὅ,τι εἶναι τοῦ Θεοῦ, εἶναι πάντα καινούργιο, εἶναι ζωὴ αἰώνιος. Ἡ μετάνοια εἶναι κι αὐτὴ νόμος τοῦ Θεοῦ, ὅρος τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν μᾶς καλεῖ γιὰ νὰ μᾶς κάμη καινούργιους καὶ μᾶς βάζει ὅρο καὶ νόμο τὴ μετάνοια. Ἂς μετανοοῦμε, χριστιανοί μου, γιὰ νὰ προκόβουμε στὸ καλύτερο· γιὰ νὰ \’χουμε ζωή, ζωὴ αἰώνιο. Ἀμήν.
2.
Ἔναρξις τοῦ κηρύγματος ἐν τῇ Γαλλιλαίᾳ.
Γιαννακόπουλος Ἰωήλ, Ἀρχιμανδρίτης.
Φεβρουάριος τοῦ 28 μ.Χ. μέχρι τοῦ Πάσχα τοῦ 28 μ.Χ.
Ματθ. 4, 12-25. 8, 1 -4. 14- 17. 9,1 – 17. 13, 54-58 Μάρκ. 1, 14-2, 22. 6,1 – 6. Λουκ. 4, 14-5, 39. Ἰω. 4. 43-54
Ἡ ἐν Ἰουδαίᾳ δημοσία δρᾶσις τοῦ Κυρίου, δεδομένου ὅτι ὑπῆρχεν ἀκόμη ὁ Πρόδρομος, ἦτο ἡμιεπίσημος. Ὁ Κύριος ἀνεχώρησεν ἐκ τοῦ Ἰορδάνου, ὁποὺ ἐβάπτιζον οἱ μαθηταί του, διότι αἱ ἐπιτυχίαι του ἐφθονήθησαν ὑπὸ τῶν Φαρισαίων κατὰ τὴν ρητὴν δήλωσιν τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου, ὡς εἴδομεν. Ἀναχωρήσας ἐκεῖθεν ἢ πρὸ τῆς ἀναχωρήσεώς του ἔμαθε τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου. Τότε ἀπεφάσισε νὰ ἐξέλθῃ εἰς τὸν δημόσιον αὐτοῦ βίον ἐπισήμως πλέον. Ὡς κατάλληλον κέντρον ἐξέλεξε τὴν Γαλιλαίαν καὶ ἰδίως τὴν δυτικὴν ὄχθην τῆς λίμνης Γεννησαρέτ, τὴν Καπερναοὺμ μακρὰν τοῦ κέντρου τῶν Φαρισαίων τῆς Ἱερουσαλήμ, ἵνα κινῆται καλλίτερον μεταξὺ τοῦ πυκνοῦ καὶ μικτοῦ ἐκεῖ κόσμου.
Ἔναρξις τοῦ κηρύγματος ἐν τῇ Γαλλιλαίᾳ
Ματθ. 4,12 καὶ 17. Μάρκ. 1,14-15. Λουκ. 4,14-15.
Ἰδοὺ πῶς ἐκθέτουσιν οἱ τρεῖς Εὐαγγελισταὶ τὴν ἔναρξιν ταύτην ἐν Γαλιλαίᾳ: Κατὰ τὸν Εὐαγγελιστὴν Ματθαῖον ὁ Χριστὸς «ἀκούσας ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁμοίως καὶ ὁ Μᾶρκος «μετὰ τὸ παραδοθῆναι τὸν Ἰωάννην ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν Γαλιλαίαν». Ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς προσθέτει καί τι νεώτερον «ὑπέστρεψεν ὁ Ἰησοῦς ἐν τῇ δυνάμει τοῦ Πνεύματος εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Πλήρης δηλαδὴ Πνεύματος Ἁγίου ὁ Κύριος ἔπειτα ἀπὸ τοὺς πειρασμούς του ἐν τῇ ἐρήμῳ ἔρχεται εἰς τὴν Γαλιλαίαν, ἵνα ἀρχίσῃ τὸ κήρυγμά Του, ὅταν ὁ Πρόδρομος παρεδόθη εἰς φυλάκισιν. Ὁ Κύριος, ὡς εἴδομεν, ἐκ τῆς Σαμαρείας μετέβη εἰς τὴν Γαλιλαίαν. Εἰς τὴν ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ ταύτην δρᾶσιν τοῦ Κυρίου δὲν φαίνονται οἱ 5 — 6 μαθηταί του, τοὺς ὁποίους εἶχε μέχρι τώρα μαζί του καὶ τοὺς ὁποίους θὰ καλέσῃ ὁριστικῶς μετ’ ὀλίγον, ὅταν μεταβῇ εἰς Καπερναούμ. Πιθανώτατα ὁ Κύριος ἀποσυρθεὶς ἐπ’ ὀλίγον πρὶν ἀρχίσῃ τὸ δημόσιον ἔργον ἐν Γαλιλαίᾳ ἀπέλυσεν αὐτους ἢ ἔφυγον μόνοι των τώρα ἢ ὅταν ἤκουσαν τὴν φυλάκισιν τοῦ Προδρόμου μετὰ τὴν συζήτησιν Ἰησοῦ καὶ Σαμαρείτιδος.
«Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ Θεοῦ». Ἀφ’ ὅτου εἰσῆλθεν ὁ Πρόδρομος εἰς τὴν φυλακήν, ὁ Κύριος ἤρχισε τὸ δημόσιον αὐτοῦ ἔργον. Δὲν ἐξῆλθε προηγουμένως, «ἵνα μὴ τὸ πλῆθος σχίζηται» κατὰ τὸν ἱερὸν Χρυσόστομον, διότι ἄλλοι θὰ ἦσαν ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλοι ὑπὲρ τοῦ Προδρόμου. Ὁ Κύριος λέγει. «ΙΙεπλήρωται ὁ καιρὸς καὶ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ περιεχόμενον δηλαδὴ τοῦ κηρύγματός Του ἦτο κήρυγμα μετανοίας, ὅπως καὶ τοῦ Προδρόμου μὲ τὴν διαφορὰν ὅτι ὁ Κύριος προσθέτει «πεπλήρωται ὁ καιρὸς» ἔφθασε δηλαδὴ ὁ ὑπὸ τῶν προφητῶν προαγγελθεὶς χρόνος τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου καὶ ἑπομένως ἐπέρασεν ὁ παληὸς τῆς ἁμαρτίας χρόνος, ἡ παληὰ καταραμένη ἐποχή. Πόσον εὐχάριστον τὸ ἄγγελμα τοῦτο! Πλὴν τῶν ἀνωτέρω ὁ Κύριος κηρύττει τὸ «μετανοεῖτε καὶ τὸ ἤγγικεν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» τοῦ Προδρόμου καὶ τὸ ἰδικόν του «πιστεύετε ἐν τῷ Εὐαγγελίῳ». Τὸ κήρυγμα τοῦτο ὀνομάζεται Εὐαγγέλιον, διότι περιέχει τὴν καλλιτέραν ἀγγελίαν, τὴν πλέον χαρμόσυνον, τὴν ὁποίαν ἤκουσεν ὁ κόσμος. Ὀνομάζεται δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἢ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, διότι ἡ ἐπὶ τῆς γῆς αὐτὴ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἐπέκτασις τῶν Ἀγγέλων τοῦ Οὐρανοῦ καὶ βασιλεὺς ὁ Θεός. Κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον ὁ Χριστὸς συμπληρῶν τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου ἐγκρίνει τοῦτο ἀλλὰ γίνεται μελωδικώτερος αὐτοῦ. Πόσον θαυμαστὴ ἡ συνεργασία τῶν δύο μεγάλων τούτων κηρύκων! Ἐφυλακίσθη ὁ Πρόδρομος ἀλλὰ ἦλθεν ἄλλος κῆρυξ ἰσχυρότερος ἐκείνου. Ἑπομένως μὲ τὸν θάνατον ἑνὸς κήρυκος τῆς ἀληθείας ἡ ἀλήθεια δὲν βλάπτεται, διότι ἄλλος ἰσχυρότερος τοῦ πρώτου θὰ ἀναφανῇ.
«Καὶ φήμη ἐξῆλθεν καθ’ ὅλης τῆς περιχώρου περὶ αὐτοῦ». Ἡ φήμη τοῦ Χριστοῦ διεδόθη καθ’ ὅλην τὴν Γαλιλαίαν καὶ τὰ γύρω μέρη. Ἡ φήμη αὕτη τοῦ Κυρίου ὀφείλεται εἰς τὰ θαύματα, τὰ ὁποῖα ἔκαμε τὸ προηγούμενον Πάσχα ἐν Ἱερουσαλήμ. Ταῦτα ἔγιναν γνωστὰ εἰς τὴν Καπερναούμ. «Καὶ αὐτὸς ἐδίδασκεν ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν δοξαζόμενος ὑπὸ πάντων». Ὁ Κύριος ἐδίδασκεν εἰς τὰς συναγωγὰς τῶν Ἑβραίων δοξαζόμενος ὑφ’ ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἑπομένως ἐνταῦθα ἔχομεν: Τὸ περιεχόμενον τοῦ κηρύγματος τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Θέμα: Ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν
Ὁ Κύριος ἐκήρυξε τὴν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν. Ποία εἶναι ἡ βασιλεία αὕτη καὶ ποίαν σχέσιν ἔχει πρὸς ἡμᾶς; Διὰ νὰ ἐννοήσωμεν τὴν βασιλείαν ταύτην, πρέπει νὰ τὴν συγκρίνωμεν μὲ τὰς βασιλείας τοῦ κόσμου τούτου.
Αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου τούτου ἔχουσιν ὡρισμένην ἔκτασιν τοπικὴν καὶ χρονικήν. Καὶ συγκεκριμένως ἡ παλαιὰ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία κατελάμβανε τὴν Μεσόγειον θάλασσαν καὶ διήρκεσεν ἀπό τοῦ 750 πρὸ Χριστοῦ μέχρι τοῦ 400 περίπου μετὰ Χριστόν. Ἡ βασιλεία ὅμως τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἱδρυτοῦ της ἀλλὰ ἀπὸ τῶν προφητῶν καὶ ἀπ’ αὐτοῦ τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ, οἱ ὁποῖοι προεφήτευσαν Αὐτὸν μέχρι σήμερον 2000 ἔτη μ. Χριστόν. Ἀρχίζει ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων καὶ κατὰ τὴν ρητὴν διαβεβαίωσιν τοῦ Ἀρχηγοῦ της τοῦ Χριστοῦ, θὰ ὑπάρχῃ μέχρι τέλους καὶ πέραν τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ τοπικὴ δὲ ἔκτασις τῆς βασιλείας ταύτης δὲν εἶναι ἐπὶ τῆς Μεσογείου μόνον θαλάσσης ἀλλὰ ἐφ’ ὅλης τῆς γῆς, διότι Χριστιανοὶ ὑπάρχουν εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν εἶναι ἐπὶ ὡρισμένων μόνον ἀνθρώπων τῶν Χριστιανῶν ἐν ὅλῃ τὴ γῆ, ἀλλὰ θὰ ἔλθῃ στιγμή, ὅτε «πᾶν γόνυ κάμψει καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσεται τῷ Θεῷ. Ἡ βασιλεία αὕτη δὲν ὑπάρχει μόνον ἐν τῇ γῇ ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ κυρίως ἐν τῷ οὐρανῷ, διὰ τοῦτο ὀνομάζεται βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἡ βασιλεία αὕτη ἐπεκτείνεται καὶ πέραν τῆς γῆς καὶ τοῦ οὐρανοῦ ἐν τῷ Ἅδῃ, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ἔχει τὴν δύναμιν ὅπως «δήσῃ τὸν ἰσχυρὸν» διάβολον καὶ ἀφοῦ κατὰ τὸν Ἀπόστολον Παῦλον «ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψει ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθόνιων.
Πλὴν τῆς τοπικῆς καὶ χρονικῆς ἐκτάσεως τῶν βασιλειῶν τοῦ κόσμου καὶ τῆς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ, εἰς πᾶν βασίλειον ὑπάρχουν ἐσωτερικῶς μὲν νόμοι καὶ πολῖται καὶ Αὐτοκράτορες, ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὶ καὶ πόλεμοι.Ἡ Ρωμαϊκὴ δηλαδὴ Αὐτοκρατορία εἶχε τοὺς νόμους της, τοὺς Ρωμαίους πολίτας καὶ τὸν Αὐτοκράτορά της. Ἐξωτερικῶς δὲ ἐχθροὺς εἶχε τοὺς Πάρθους, Πέρσας, Γότθους κ.λπ.
Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἔχει καὶ αὐτὴ τὸν νόμον της. Εἶναι τὸ Εὐαγγέλιον. Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τοῦ νόμου τῶν Ρωμαίων τοῦ Ρωμαϊκοῦ δικαίου καὶ τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι ὅτι μὲν Ρωμαϊκὸν δίκαιον ἴσχυεν ἐκεῖ ὅπου ἐξετείνετο τὸ Ρωμαϊκὸν κράτος, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως ἐπὶ τῆς ἐποχῆς τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας εἶχε γίνει νόμος εἰς Πάρθους, Μήδους, Γότθους κ.λπ. Πλὴν αὐτοῦ τοὺς νόμους τῶν ἄλλων βασιλειῶν τοὺς «φκιάνουν» οἱ ἄνθρωποι, τὸ Εὐαγγέλιον ὅμως «φκιάνει» τοὺς ἀνθρώπους, ὅπως λέγει ὁ Πασκάλ. Πόση διαφορά! Οἱ πολῖται τῶν ἄλλων βασιλειῶν εἶναι δυνατὸν νὰ εἶναι ἄνθρωποι ψεῦται, ἅρπαγες, μοιχοί, πλεονέκται εἰδωλολάτραι κ.λπ. «Βασιλείαν ὅμως Θεοῦ οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε κλέπται, οὔτε πλεονέκται οὐ μέθυσοι οὐ λοίδωροι οὐχ ἅρπαγες κληρονομήσουσι». Πολῖται τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κατ’ ἀρχὰς ἦσαν δύο ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα κατόπιν εἷς ὁ Ἄβελ μετὰ ταῦτα οἱ ἀπόγονοι αὐτοῦ, οἱ ὁποῖοι ὠνομάζοντο υἱοὶ Θεοῦ, ἔπειτα τὸ κράτος τῶν Ἑβραίων, ἔπειτα οἱ πιστοὶ ὅλου τοῦ κόσμου καὶ τέλος οἱ ἐν Οὐρανῷ θριαμβεύοντες πιστοί. Ἑπομένως ἡ βασιλεία αὕτη ἔχει μεγάλην ἀρχαιότητα, μεγίστην πρόοδον καὶ μακαρίαν αἰωνιότητα! Πόση ὑπεροχὴ βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄλλων βασιλειῶν εἰς τοὺς νόμους, τοὺς πολίτας!
Ἡ ὑπεροχὴ κορυφοῦται, ὅταν σκεφθῶμεν, τοὺς βασιλεῖς τῶν ἄλλων βασιλειῶν καὶ τὸν βασιλέα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν τὸν ἴδιον τὸν Χριστόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων τῆς γῆς!
Ἐπὶ πᾶσι δὲ τούτοις, ἂς μὴ λησμονῶμεν, ὅτι ὁ Χριστὸς ἐποίησε καὶ ἡμᾶς βασιλεῖς, διότι βασιλεύομεν ἐπὶ τῶν παθῶν μας. Πόσον ὑπέροχον νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του! «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστί», λέγει ὁ Κύριος, ἤτοι ἐμπρός σας καὶ μέσα σας!
Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν ὑπερέχει μόνον εἰς νόμους, νομοθέτην καὶ πολίτας ἀλλὰ καὶ ἐχθρούς. «Οὐκ ἐστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα ἀλλὰ πρὸς τὰς Ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος» τοῦ κόσμου τούτου. Καὶ ἡ νίκη περίλαμπρος, διότι τὸν κοσμοκράτορα διάβολον δύναται νὰ νικήσῃ ὄχι μόνον ὁ ὑγιὴς διὰ τῆς δυνάμεώς του βοηθῶν τοὺς ἄλλους ἀλλὰ καὶ ὁ ἀσθενὴς ὑπομένων τὴν ἀσθένειάν του, ὄχι μόνον ὁ νέος διὰ τῶν θυσιῶν του ἀλλὰ καὶ ἡ νέα διὰ τῆς ἁγνότητός της, ὄχι μόνον ὁ μεγάλος μὲ τὴν σοφίαν του ἀλλὰ καὶ ὁ μικρὸς μὲ τὴν ἁπλότητά του, ἑπομένως πᾶς ἄνθρωπος. Πόσον ὑπέροχος εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἔχει τόσους ἐχθροὺς ἀλλὰ καὶ τόσον εὐκόλως καταβάλλει αὐτοὺς ὁ μικρότερος πολίτης της!
Ἡ ὑπεροχὴ βασιλείου Χριστοῦ καὶ βασιλείου τοῦ κόσμου τούτου ἔγκειται καὶ εἰς τὰ ἀγαθά, τὰ ὁποῖα δίδουσιν αὗται. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἐκτάσεις γῆς, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐρανόν. Ἡ βασιλεία τῆς γῆς δίδει ἡδονήν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ χαράν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀγωνίαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀγῶνα, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου χρυσόν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰρήνην, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει δύναμιν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐτυχίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ἀπόλαυσιν παροῦσαν, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐλπίδα βεβαίαν, ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου ὑποψίας κατὰ τῶν βασιλέων της, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ πίστιν εἰς τὸν βασιλέα της. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει ἄρτον, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ τὴν ἀλήθειαν. Ἡ βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει γλέντια, ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει ἐνθουσιασμόν. Γενικὰ ἡ μὲν βασιλεία τοῦ κόσμου δίδει πρόσκαιρα καὶ ὑλικά, ἡ δὲ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δίδει κυρίως αἰώνια καὶ πνευματικά! Διὰ τοῦτο ὁ Κύριος βεβαιοῖ, ὅτι «ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου». (Ἰωαν. 18,36).
Συμπεράσματα.
Ποῖος πολίτης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν δὲν ἀγάλλεται συναισθανόμενος, ὅτι εἶναι μέλος μίας τοιαύτης βασιλείας, ἡ ὁποία ἔχει τόσην ἔκτασιν χρονικὴν καὶ τοπικήν; Ποῖος πιστὸς δὲν φιλοτιμεῖται νὰ γίνῃ στενώτερον μέλος τῆς βασιλείας ταύτης, ὅπου δὲν ὑπάρχουσι κακοὶ ἄνθρωποι, ἀλλὰ ἅγιοι μόνον; Ποῖος πιστὸς δὲν φροντίζει νὰ γίνῃ βασιλεὺς τῶν παθῶν του, ἀφοῦ τοιαύτην τιμὴν ἔλαβεν ἀπὸ τὸν Χριστόν; Εἴδομεν, ὅτι τρομερὸν ἐχθρὸν ἔχομεν τὸν Σατανᾶν. Ποῖος δὲν θὰ προσέξῃ εἰς τὸν βίον του, ἀφοῦ ἔχει τοιοῦτον ἐχθρὸν νὰ ἀντιμετωπίσῃ; «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν», λέγει ὁ Κύριος (Ματθ. 21. 22). Εἴδομεν, ὅτι τὸν ἐχθρὸν αὐτὸν δύναται νὰ καταβάλῃ ὁ ἀσθενής, ὁ παῖς, ὁ ἀγράμματος. Ποῖος θὰ ἀπογοητευθῇ εἰς τὸν πόλεμον τοῦτον, ἀφοῦ ἀσθενεῖς, ἀγράμματοι, παιδία νικῶσιν; Εἴδομεν, ὅτι ἡ βασιλεία αὕτη δίδει χαράν, εἰρήνην, ἐλπίδα, ἐνθουσιασμόν, ὑπομονήν, ἀνάπαυσιν συνειδήσεως παροῦσαν καὶ μέλλουσαν ζωήν. Ποῖος γνωστικὸς θὰ προτιμήσῃ τὴν ὕλην ἔναντι τούτων; Ποίαν ἀξίαν ἔχει ὁ χρυσὸς ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ;
Ὁ Θεοδώριχος ὁ βασιλεὺς τῶν Γότθων γενόμενος τῷ 493 μ.Χ. κύριος τοῦ Δυτικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους συνεκάλεσεν εἰς γενικὴν συνέλευσιν ὅλους τοὺς ἐπισήμους καὶ εὐγενεῖς τῆς Ρώμης. Μεταξὺ αὐτῶν ἦτο καὶ εἷς ζηλωτὴς Χριστιανός. Οὗτος ἰδὼν τὴν τόσην λαμπρότητα τῶν ἐπισήμων αὐτῶν κυρίων ἀνέκραξεν: Ὦ Θεέ μου, πόσον ὡραία θὰ εἶναι ἡ ἐπουράνιος Ἱερουσαλήμ! Πόση θὰ εἶναι ἡ δόξα τῶν τέκνων σου ἐν οὐρανῷ, ἀφοῦ ἐν τῇ ἐπιγείῳ βασιλείᾳ ὑπάρχει τόση λαμπρότης!
Ἰδοὺ αἱ βασιλεῖαι τοῦ κόσμου καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Ἂς εἰσέλθωμεν εἰς τὴν βασιλείαν ταύτην τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς μετανοίας, ὅπως λέγει ὁ Κύριος. Ἀμήν.
3.
Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ (Ματθ. 4, 12-17)
Ἰωὴλ Φραγκᾶκος, Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας.
«Ἀκούσας δὲ ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη, ἀνεχώρησεν εἰς τὴν Γαλιλαίαν»
Ἡ συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ ἀπέναντι στοὺς ἀνθρώπους δὲν ἦταν μονολιθική. Εἶχε μιὰ ποικιλία ἐκδηλώσεων. Ἄλλωστε ὁ Χριστὸς ἐνσαρκώθηκε καὶ φανερώθηκε στοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔτσι ἀποκαλύφθηκε ἡ σοφία του, μὲ σκοπὸ «προτεθῆναι τὴν αὐτοῦ πολιτείαν εἰς μίμησιν», δηλαδὴ γιὰ νὰ γίνει ἡ ζωή του σὲ μᾶς πρότυπο γιὰ μίμηση, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ἀνάλογα μὲ τὴν κάθε περίπτωση ποὺ τοῦ παρουσιαζόταν, ἐνεργοῦσε. Ὄχι διπλωματικὰ καὶ μὲ ἰδιοτέλεια, ἀλλὰ πάντοτε ἔχοντας ὡς γνώμονα τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἄλλοτε μιλοῦσε ταπεινὰ γιὰ τὸ πρόσωπό του κι ἄλλοτε ἀπεκάλυπτε τὴ θεότητά του. Ἄλλοτε ἐρχόταν στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ μιλοῦσε μπροστὰ σ’ ὅλο τὸν κόσμο γιὰ θέματα σοβαρότατα κι ἄλλοτε ἔφευγε καὶ κρυβόταν στὴ Γαλιλαία γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸ φθόνο τῶν ἐχθρῶν του καὶ τὴν ἄκαιρη σύλληψή του. Μιὰ τέτοια περίπτωση εἶναι κι αὐτὴ ποὺ περιγράφει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο.
Γιατί ἀναχώρησε ὁ Κύριος στὴ Γαλιλαία;
Ἡ ἀναχώρησή του ἔγινε μετὰ τὴ σύλληψη τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Ματθ. 4,12). Ἕνας λόγος εἶναι ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπεύφευγε τὴ δημοσιότητα καὶ ἀπέβλεπε στὴν προετοιμασία τῶν μαθητῶν του γιὰ τὸ ἐπικείμενο πάθος του. Ἄλλος λόγος εἶναι ὅτι ἀκόμα δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα του νὰ στευρωθεῖ «οὐ τὸ παθεῖν φεύγων, διὰ τοῦτο γὰρ ἐλήλυθεν, ἀλλὰ καιρὸν ἀναμένων ἐπιτήδειον εἰς τοῦτο», δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν ἦταν ἕνας δειλὸς ποὺ ἀπέφευγε τοὺς κινδύνους τοῦ ἔργου του, ἀλλὰ ἦταν συνετὸς καὶ ἐπεδίωκε τὸν κατάλληλο καιρὸ γιὰ νὰ σταυρωθεῖ «ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην» (Ἰωάν. 12,27). Ἐὰν σταυρωνόταν γρήγορα, θὰ καταστρεφόταν μεγάλο μέρος τοῦ ἔργου του. Ἡ φυγή του δὲν ἦταν δειλία ἀλλὰ σωφροσύνη. Δὲν ἔβαζε σὲ ἄσκοπους κινδύνους τὸν ἑαυτό του.
Ἐπιτρέπονται οἱ ὑπερβολὲς στοὺς χριστιανούς;
Τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας, ποὺ ἀπέφευγε νὰ ἐκτεθεῖ ἄσκοπα ἔχει πολλὰ νὰ μᾶς πεῖ. Τίποτε δὲν πρέπει νὰ κάνουμε μὲ διάθεση ὑπρβολῆς. Οὔτε συντηρητικοὶ νὰ εἴμαστε ἀλλὰ οὔτε καὶ φιλελεύθεροι νὰ εἴμαστε στὰ πνευματικὰ θέματα. Ἀκόμη καὶ στὶς κοσμικὲς ὑποθέσεις μας νὰ ἐνεργοῦμε συνετά. Πάντοτε νὰ ἀκολουθοῦμε τὴ μέση ὁδὸ ποὺ διατηρεῖ ἡ Ἐκκλησία μας. Νὰ ἀναφέρουμε μερικὰ παραδείγματα:
Ἂς δοῦμε τὸ παράδειγμα τῆς νηστείας. Ἄλλοι πολὺ ἄκριτα, κι ἄλλοι, ἴσως εἶναι οἱ πιὸ πολλοί, καθόλου. Ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Πηλουσιώτης λέγει πὼς ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νὰ εἶναι «δόκιμος ζυγοστάτης», δηλαδὴ καλὴ ζυγαριά. Οὔτε τὴν ἀσιτεία νὰ ἐπικροτήσει γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀτονία καὶ στὴν κατάρρευση, ἀλλ’οὔτε καὶ τὴν πολυφαγία γιατί θὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν ἀσωτία. Οἱ διάφορες πνευματικὲς ἀσκήσεις τῆς ἀρετῆς νὰ εἶναι σύμμετρες μὲ τὶς δυνάμεις μας γιὰ νὰ ἔχουμε κανονικὴ πνευματικὴ πρόοδο. Πολλὲς φορὲς ἄνθρωποι ποὺ πρωτογνώρισαν τὸν Χριστό, ἔπεσαν μὲ τὰ μοῦτρα στὴν πνευματικὴ ζωὴ κι ὅταν ἔφυγε ὁ ζῆλος ξαναγύρισαν στὶς προηγούμενες συνήθειές τους κι ἔγιναν χειρότεροι «καὶ γίνεται τὰ ἔσχατα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου χείρονα τῶν πρώτων» (Ματθ. 12,45).
Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ ἄλλα ζητήματα. Δὲν πρέπει νὰ βλέπουμε παντοῦ ἐχθρούς τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλ’ οὔτε καὶ νὰ ἀμνηστεύουμε αὐτοὺς ποὺ τὴν διαβάλλουν καὶ τὴν συκοφαντοῦν. Στὴν πνευματικὴ ζωὴ νὰ ὑπάρχει ἕνα μέτρο. Στὴ συναναστροφή μας μὲ τοὺς ἄλλους νὰ ἔχουμε διάκριση, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ποιὸς εἶναι ὁ κατάλληλος καιρὸς γιὰ νὰ μιλήσουμε στὸν ἄλλο γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ θέματα πνευματικά. Ἐνδέχεται ἀντὶ γιὰ νὰ κάνουμε καλὸ νὰ κάνουμε κακό.
Ἀδελφοί μου, ἂς παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ γιὰ νὰ εἴμαστε ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ συνετοὶ καὶ σώφρονες. Ἀμήν.
4.
Κυριακὴ μετὰ τὰ Φῶτα (Ἐφεσ δ΄ 7-13)
Διονύσιος Ψαριανός
Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης (+)
Print Friendly, PDF & Email
8 Ἰανουαρίου 1967
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Πέρασαν οἱ μεγάλες ἑορτὲς καὶ μᾶς ἀφήκαν πίσω τὸν ἀντίλαλό τους. Ἀντίλαλος τῶν ἑορτῶν τῆς θείας Ἐπιφανείας, ὅπως ἀλλιῶς λέγονται στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα οἱ ἑορτὲς τῶν Χριστουγέννων, εἶναι καὶ τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα. Μᾶς μιλάει γιὰ τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ μὲ τὴ Γέννηση κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ στὴ γῆ κι ὕστερα πάλι μὲ τὴν Ἀνάληψή του ἀνέβηκε στὸν οὐρανό· ἐκεῖνος ποὺ ἀναλήφθηκε μὲ θεϊκὴ δόξα εἶναι αὐτὸς ποὺ τὸν εἴδαμε τώρα νὰ γεννηθῆ ταπεινὸς ἄνθρωπος. Ἂς ξανακούσουμε τὰ ἀποστολικὰ λόγια, ἐξηγημένα τώρα στὴ δική μας ἁπλοελληνικὴ γλώσσα.
Ἀδελφοί, στὸν καθέναν δόθηκε ἡ θεία χάρη, σύμφωνα μὲ τὸ μέτρο ποὺ ἔχει, ὅταν μοιράζη τὴ δωρεά του ὁ Χριστός. Γι\’ αὐτὸ λέγει ὁ ψαλμός· ὅταν ἀνέβηκε ψηλά, αἰχμαλώτισε κι ἔσυρε μαζί του τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς ἔδωκε δῶρα. Κι αὐτὸ τὸ ἀνέβηκε, ποὺ λέγει, τί ἄλλο φανερώνει παρὰ πὼς κατέβηκε πρῶτα στὰ πιὸ χαμηλὰ μέρη τῆς γῆς; Ἐκεῖνος ποὺ κατέβηκε αὐτὸς εἶναι ποὺ ἀνέβηκε παραπάνω ἀπ\’ ὅλους τοὺς οὐρανούς, γιὰ νὰ γεμίση μὲ τὸν ἑαυτό του τὰ πάντα. Κι αὐτὸς ἔδωκε νὰ εἶναι ἄλλοι ἀπόστολοι, ἄλλοι προφῆτες, ἄλλοι εὐαγγελιστές, ἄλλοι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι, πρὸς τὸ σκοπὸ νὰ καταρτίζωνται oι πιστοὶ καὶ νὰ \’ναι σὲ θέση νὰ προσφέρουν ἔμπρακτη ὑπηρεσία κι ἔτσι νὰ οἰκοδομῆται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὥς ποὺ νὰ φτάσουμε ὅλοι νὰ ἔχουμε μία πίστη καὶ ξεκάθαρη γνώση γιὰ τὸν υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνουμε ὁ καθένας σωστὸς ἄνδρας, στὰ μέτρα τῆς ὡριμότητος τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτὰ εἶναι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου σήμερα στὴ δική μας ἁπλὴ γλώσσα. Μὰ ὅπως τὸ εἴπαμε κι ἄλλη φορά, κάτω ἀπὸ τὰ ἁπλὰ λόγια τῆς θείας Γραφῆς κρύβονται πάντα μεγάλα νοήματα κι εἶναι ἀνάγκη, ὄχι μόνο νὰ ἐξηγοῦμε τὰ λόγια, μὰ καὶ νὰ τὰ ἑρμηνεύουμε, νὰ σκάβουμε δηλαδὴ σὲ βάθος, γιὰ νὰ ἀνακαλύψουμε κάθε φορὰ τὸ πνεῦμα κάτω ἀπὸ τὸ γράμμα. Γιατί, ἂν μείνουμε στὶς λέξεις καὶ στὸ γράμμα, μικρὸ κέρδος καὶ ὠφέλεια μποροῦμε νὰ ἔχουμε. Καμμιὰ φορὰ μάλιστα, ὅταν μένουμε στὶς λέξεις καὶ τὸ γράμμα, ὄχι μόνο δὲν κερδίζουμε, μὰ καὶ ζημιωνόμαστε.
Στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ἔχουμε τὸ περιστατικὸ τοῦ αἰθίοπα καὶ τοῦ Φιλίππου. Ἕνας αἰθίοπας ἐπάνω σ\’ ἕνα ἁμάξι ἐπήγαινε στὸ δρόμο του καὶ διάβαζε τὸν προφήτη Ἠσαΐα· τὰ λόγια τὰ διάβαζε, μὰ τὰ νοήματα δὲν τὰ καταλάβαινε. Τότε ὁ Φίλιππος, ὄχι ἐκεῖνος ἀπὸ τοὺς δώδεκα Ἀποστόλους, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Διακόνους, ὠδηγημένος ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, πλησίασε στὸν αἰθίοπα καὶ τὸν ρώτησε «Ἄρα γε γιγνώσκεις ἃ ἀναγιγνώσκεις;». Δηλαδὴ· τάχα καταλαβαίνεις αὐτὰ ποὺ διαβάζεις; Κι ὁ αἰθίοπας ἀπάντησε· «Πῶς γὰρ ἂν δυναίμην, ἐὰν μὴ τὶς ὁδηγήσῃ με;»
Δηλαδὴ· καὶ πῶς θὰ μποροῦσα νὰ καταλάβω, ἂν κάποιος δὲν μὲ ὁδηγήση;
Νὰ διαβάζουμε λοιπὸν μόνο τὶς λέξεις καὶ νὰ ξέρουμε ἔστω τὴ σημασία τους δὲν θὰ πῆ πὼς καταλαβαίνουμε πάντα καὶ τὰ νοήματα τῆς θείας Γραφῆς, ποὺ εἶναι βιβλίο θεόπνευστο καὶ πνευματέμφορο, βιβλίο δηλαδὴ γραμμένο μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ γεμάτο ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μὰ τὸ Πνεῦμα τῆς θείας Γραφῆς δὲν εἶναι οἱ λέξεις· ἂν ἦσαν, τότε πῶς ἐμεῖς τολμοῦμε καὶ τὶς μεταφράζουμε στὴ δική μας γλώσσα; Οἱ λέξεις καὶ τὸ γράμμα εἶναι τὸ ὑλικὸ καὶ σαρκικὸ σῶμα τῆς θείας Γραφῆς, ὁ ἀνθρώπινος καὶ φυσικὸς τρόπος ὅπου μ\’ αὐτὸν ἐκφράζεται ὁ Θεὸς καὶ μᾶς μιλάει, κάθε φορὰ στὴ γλώσσα μας καὶ ἀνάλογα μὲ τὴ νοητική μας ἀντίληψη. Μέσα σὲ τοῦτο τὸ σῶμα, παρόμοια ὅπως μέσα στὸ ἀνθρώπινο σῶμα ὑπάρχει ἡ ψυχή, εἶναι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ δίνει ζωὴ στὸ γράμμα καὶ τὰ ἁπλὰ λόγια γίνονται «ρήματα ζωῆς αἰωνίου». Γι\’ αὐτὸ ὁ Χριστὸς λέγει κάπου στὸ Εὐαγγέλιο πὼς «τὸ πνεῦμα ἐστι τὸ ζωοποιοῦν, ἡ σὰρξ οὐκ ὠφελεῖ οὐδέν». Καὶ γι\’ αὐτό, ἐπειδή, διαβάζοντας ὁ καθένας καὶ καταλαβαίνοντας τὶς λέξεις, δὲν εἶναι βέβαιο πὼς κατέχει καὶ τὸ πνεῦμα, ἡ Ἐκκλησία ἑρμηνεύει τὴ θεία Γραφὴ καί, ὅπως ὁ Φίλιππος στὸν αἰθίοπα, γίνεται ὁδηγὸς στοὺς πιστούς, γιὰ νὰ βαθύνουν καὶ νὰ καταλάβουν τὰ πνευματικὰ νοήματα τοῦ θείου λόγου. Τὸ εἴπαμε κι ἄλλη φορὰ πὼς οἱ Εὐαγγελικοί, οἱ Χιλιαστὲς κι ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ γι\’ αὐτὸ πλανιῶνται, γιατί διαβάζουν μόνοι τους κι ἑρμηνεύουν τὴ θεία Γραφὴ ὅπως ὁ καθένας νομίζει καὶ θέλει.
Ὕστερα ἀπ\’ ὅσα εἴπαμε ὡς ἐδῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀντὶ γιὰ ἄλλη διδαχὴ ἐπάνω στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ἂς ἑρμηνέψουμε πλατύτερα τὰ λόγια ποὺ ἐξηγήσαμε στὴ γλώσσα μας κι ἂς βαθύνουμε στὰ πνευματικά τους νοήματα. Μᾶς λέγει ὁ Ἀπόστολος πὼς στὸν καθέναν δόθηκε ἡ θεία χάρη, σύμφωνα μὲ τὸ μέτρο τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ θὰ πῆ πὼς ὁ Χριστὸς δὲν δίνει σὲ ὅλους τὸ ἴδιο· σ\’ ἄλλον δίνει πολὺ καὶ σ\’ ἄλλον δίνει λίγο. Θὰ πῆς τώρα· αὐτὸ δὲν εἶναι δικαιοσύνη· καὶ πῶς μπορεῖ ὁ Χριστὸς νὰ εἶναι ἄδικος; Δικαιοσύνη ὅμως δὲν εἶναι ἡ ἰσότητα, καθὼς τὸ φωνάζουν ὅλοι στὸν καιρό μας. Δικαιοσύνη εἶναι ἡ ἀναλογία, νὰ παίρνη δηλαδὴ ὁ καθένας ὅσο τοῦ ἀξίζει. Κι αὐτὸ τὸ «ἀξίζει» δὲν εἶναι πιὰ μέτρο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ μέτρο δικό μας. Σοῦ ἀξίζει νὰ πάρης πολύ; Θὰ πάρης ἀπὸ τὸ Θεὸ πολύ. Δὲν σοῦ ἀξίζει; Θὰ πάρης λίγο ἤ καὶ θὰ χάσης κι ἐκεῖνο ποὺ ἔχεις. Γι\’ αὐτὸ κάπου λέγει στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Χριστός· «παντὶ τῷ ἔχοντι δοθήσεται». Ὅταν ἐσὺ θέλης κι εἶσαι ἄξιος νὰ πάρης ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς δὲν θὰ ἀρνηθῆ, μὰ θὰ σοῦ δώση μὲ τὸ παραπάνω· «δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται», λέγει πάλι ὁ Χριστός.
Αὐτὲς οἱ δωρεὲς καὶ τὰ πνευματικὰ χαρίσματα τοῦ Χριστοῦ εἶναι οἱ καρποὶ τοῦ θείου καὶ ἀπολυτρωτικοῦ του ἔργου, ὅπως ἀκριβῶς προφητικὰ τὸ λέγει ὁ ψαλμός. Ὅταν ἀνέβηκε ψηλὰ ὁ Χριστός, ὅταν δηλαδὴ ὑψώθηκε στὸ Σταυρὸ κι ὕστερα ἀναστήθηκε κι ἀναλήφθηκε στὸν οὐρανό, ἐλευθέρωσε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία τοῦ Σατανᾶ, τοὺς τράβηξε μαζί του, σὰν δικούς του αἰχμαλώτους, καὶ τοὺς ἔδωκε τὰ λάφυρα τῆς νίκης του. Λάφυρα τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὰ πνευματικὰ χαρίσματα.
Αὐτὸ ὅμως τὸ «ἀνέβηκε», γιὰ τὸ Χριστό, φανερώνει πὼς πρῶτα κατέβηκε· κατέβηκε πρῶτα, ὅταν ἦρθε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ γεννήθηκε στὴ γῆ κι ὑστέρα, ὅταν μὲ τὸν θάνατό του ἔφτασε ὥς τὸν Ἅδη. Αὐτὸς λοιπὸν ποὺ κατέβηκε, αὐτὸς εἶναι καὶ ποὺ ἀνέβηκε παραπάνω ἀπὸ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία στὴ γῆ καὶ στὸν οὐρανό. Ὥστε τώρα, ὄχι πιὰ σὰν Θεός, μὰ σὰν Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ εἶναι παντοῦ καὶ ἡ παρουσία του νὰ γεμίζη τὰ πάντα. Καὶ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἵδρυσε στὴ γῆ τὴν Ἐκκλησία καὶ μοιράζει σ\’ αὐτὴν τὰ χαρίσματα· ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχουν χαρίσματα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἄλλοι νὰ εἶναι ἀπόστολοι, ἄλλοι προφῆτες, ἄλλοι εὐαγγελιστές, ἄλλοι ποιμένες καὶ διδάσκαλοι.
Τὰ διάφορα λοιπὸν ἀξιώματα καὶ τὰ διάφορα ἔργα στὴν Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἀνθρώπινη ἐφεύρεση, καθὼς κάποιοι θέλουν νὰ λένε, μὰ εἶναι χαρίσματα τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὰ χαρίσματά του ὁ Χριστὸς δὲν τὰ δίνει χωρὶς σκοπὸ γιὰ νὰ μείνουν ἀχρησιμοποίητα· τὰ δίνει γιὰ νὰ καταρτίζωνται οἱ πιστοί, ποὺ καὶ αὐτοὶ πρέπει νὰ ἔχουν ἐνεργὸ θέση καὶ ὑπηρεσία στὴν Ἐκκλησία. Ἔτσι οἰκοδομεῖται καὶ προάγεται τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὥσπου νὰ φτάσουμε ὅλοι στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ θὰ εἶναι σημεῖο τῆς πνευματικῆς καὶ ἠθικῆς μας ὡριμότητος, ποὺ θὰ φανερώνη πὼς εἴμαστε πιὰ σωστοὶ καὶ τέλειοι ἄνδρες, στὰ μέτρα τῶν ἀνθρώπων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Γιατί αὐτὸ θὰ πῆ ἀληθινὸς χριστιανός, σωστὸς καὶ ὁλοκληρωμένος ἄνθρωπος, ποὺ κάθε μέρα πλησιάζει στὸ τέλειο πρότυπο, ποὺ εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ἀγαπητοὶ χριστιανοί,
Καὶ μὲ τὴν ἑρμηνεία καὶ ἀνάπτυξη, ποὺ ἐπιχειρήσαμε τῆς σημερινῆς ἀποστολικῆς περικοπῆς, δὲν πήγαμε πολὺ πιὸ πέρα καὶ πιὸ βαθιὰ ἀπὸ τὴν ἁπλὴ γλωσσικὴ ἐξήγηση ποὺ ἐκάμαμε στὴν ἀρχή. Πρῶτα, γιατί δὲν ἔχουμε τὸν ἀπαιτούμενο χῶρο, κι ὕστερα, γιατί δὲν εἴμαστε βέβαιοι πὼς ἀκοῦτε καὶ παρακολουθεῖτε χωρὶς κόπο. Μὰ ἔστω καὶ τόσο εἶναι ἀρκετό, γιὰ νὰ καταλάβουμε πὼς τὸ θεῖο κήρυγμα, σὰν αὐθεντικὴ ἑρμηνεία τῆς πίστεώς μας ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, εἶναι πολὺ βαρὺ καὶ ὑπεύθυνο ἔργο, καὶ γιὰ κεῖνον ποὺ κηρύττει καὶ γιὰ κείνους ποὺ ἀκοῦνε. Ἂς μείνουμε λοιπὸν γιὰ σήμερα ἐδῶ κι ἂς ἔχουμε ὅλοι μας τὸ φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴ χάρη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ καταλαβαίνουμε καὶ νὰ τηροῦμε στὸ βίο μας τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός. Ἀμήν.