Άγιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής.
Ὅταν ἔχετε χρόνο εἰς τὸ σπίτι σας καὶ τὴν ἀπαιτουμένη ἡσυχία ἀρχίσετε νὰ λέγετε μὲ κατάνυξι τὰ λόγια τῆς εὐχῆς. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με. Καθὼς περνάει ὁ χρόνος ἡ προφορικὴ αὐτὴ εὐχή, ἑλκύει τὸν νοῦν πρὸς τὰ ἔσω καὶ συγχρόνως δημιουργεῖται εἰς τὴν ψυχὴν ἕνα ἄλλο κλίμα.
Αἰσθάνεται ἡ ψυχὴ χαρά, εἰρήνη, γλυκύτητα εἰς τὸ στόμα. Δὲν θέλει καθόλου νὰ διακόπτῃ τὴν εὐχήν. Καὶ ὅταν ἐκ τῶν πραγμάτων ἀναγκάζεται νὰ διακόψῃ τὴν εὐχήν, τὸ αἰσθάνεται αὐτὸ ἡ ψυχὴ μέσα της ὡσὰν μιὰ ἔλλειψι.
Ὅταν ἡ οἰκοκυρὰ ἐργάζεται μέσα εἰς τὸ σπίτι της καὶ μαγειρεύει ἢ πλένει ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο κάνει, ἂς λέγη ταυτοχρόνως καὶ τὴν εὐχὴν ἐκφώνως. Θὰ φύγουν ὅλοι οἱ λογισμοὶ καὶ τὸ σπίτι της θὰ γίνῃ ἕνας αἰσθητὸς παράδεισος. Ὅλα τότε θὰ εἶναι ὄμορφα καὶ γαλήνια εἰς τὸ σπίτι της καὶ τὰ λόγια τῆς εὐχῆς, ὡσὰν ἕνα ἱερὸ ἄσμα, θὰ διαποτίζουν τὴν ψυχήν της καὶ ὅταν θὰ ἔλθουν τὰ παιδιά της ἀπὸ τὸ σχολεῖον καὶ ὁ ἄνδρας της ἀπὸ τὴν ἐργασίαν, θὰ τοὺς ὑποδεχθῆ μὲ τὴν θερμότητα τῆς εὐχόμενης καρδίας της καὶ θὰ τοὺς ἀφαίρεση τὸν κόπον καὶ τὸ ἄγχος.