1.

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος.

Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἅγιον Εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην, ὁμιλία κζ΄

(Ἰωάν. γ΄, 13-17)

Ὅ,τι εἶπα πολλὲς φορές, αὐτὸ θὰ ἐπαναλάβω καὶ τώρα, καὶ δὲ θὰ παύσω νὰ τὸ λέγω. Ποιὸ εἶναι τοῦτο; Ὅταν εἶναι ὁ Χριστὸς ν’ ἀνακοινώση ὑψηλὲς ἀλήθειες συγκρατεῖ πολλὲς φορὲς τὸν ἑαυτό του ἐξ αἰτίας τῆς ἀδυναμίας τῶν ἀκροατῶν του. Δὲν εἶναι πάντα ὁ λόγος του ἀντάξιος τῆς μεγαλωσύνης του, πιὸ συνηθισμένο εἶναι νὰ συγκατεβαίνη. Γιατὶ τὸ ὑψηλὸ καὶ μεγάλο καὶ μιὰ φορὰ νὰ εἰπωθῆ φτάνει νὰ παραστήση τὴν ἀξία του, ὅσο εἶναι δυνατὸ σ’ ἐμᾶς νὰ συλλάβωμε μὲ τὴν ἀκοή. Τὰ ἁπλούστερα ὅμως, ποὺ πλησιάζουν στὸ διανοητικὸ ἐπίπεδο τῶν ἀκροατῶν, ἄν δὲν ἐλέγονταν ἀδιάκοπα, δὲ θὰ κατακτοῦσαν γρήγορα τὸν ἀκροατὴ ποὺ ρέπει στὴ γῆ.

Γι’ αὐτὸ λοιπὸν εἶναι καὶ περισσότερα ἀπὸ τὰ ὑψηλὰ, ποὺ ἔχουν ἀπ’ αὐτὸν λεχθῆ. Γιὰ νὰ μὴν ἔχη ὅμως τοῦτο καμμιὰν ἄλλη κακὴν ἐπίδραση κρατῶντας τὸ μαθητὴ πρὸς τὰ κάτω, δὲν παραθέτει ἁπλα τὰ κατώτερα, ἄν δὲν ἀναφέρη καὶ τὴν αἰτία, γιὰ τὴν ὁποία τὰ λέγει. Αὐτὸ κάμει κι ἐδῶ. Ἀφοῦ μίλησε γιὰ τὸ βάπτισμα καὶ γιὰ τὴν κατὰ χάρη γέννηση, ποὺ γίνεται στὴ γῆ, θέλοντας νὰ ἔρθη καὶ στὴν δική του γέννηση, τὴν ἀπερίγραπτη καὶ ἀνκέκφραστη, σταματάει καὶ δὲν προχωρεῖ. Κι ἀναφέρει τὸ λόγο, γιὰ τὸ ὁποῖο σταμάτησε. Ποιός εἶναι;Ἡ σαρκικότητα καὶ ἡ ἀσθένεια τῶν ἀκροατῶν. Αὐτὴν ὑπονοῶντας πρόσθεσε· Ἄν σᾶς εἶπα τὰ γήινα καὶ δὲ μὲ πιστεύετε, πῶς θὰ μὲ πιστέψετε ἄν σᾶς ἐκθέσω τὰ οὐράνια; Ὥστε ὅπου τυχὸν διατυπώνει κάτι μετρημέο καὶ περιωρισμένο, πρέπει νὰ ἀποδοθῆ στὴν ἀδυναμία τῶν ἀκροατῶν. Τὰ γήινα ἐδῶ μερικοὶ νομίζουν ὅτι φανερώνονται ἀπὸ τὸν ἄνεμο. Εἶναι δηλαδὴ σὰ νὰ τοὺς λέη. Ἅν σᾶς ἔδωκα ὑπόδειγμα ἀπὸ τὰ γήινα καὶ μήτε ἔτσι δὲν πεισθήκατε, πῶς θὰ μπορέσετε νὰ μάθετε τὰ πιὸ ὑψηλά; Μὴ θαυμάσης, ἄν ἐδῶ λέγεται ἐπίγειο τὸ βάπτισμα. Τὸ χαρακτηρίζει ἔτσι εἴτε ἐπειδὴ τελεῖται στὴ γῆ, εἴτε γιὰ νὰ τὸ συγκρίνη μὲ τὴ φρικτὴ δικὴ του γέννηση. Μόλο ποὺ ἡ γέννηση μὲ τὸ βάπτισμα εἶναι ἐπουράνια, σὲ σύγκριση μ’ ἐκείνη τὴν ἀληθινὴ ποὺ προῆλθε ἀπὸ τὴν οὐσία τοῦ Πατέρα θεωρεῖται γήϊνη, Καὶ ὀρθὰ εἶπε δὲν πιστεύετε καὶ ὄχι, δὲν ἀντιλαμβάνεσθε. Γιατὶ ὅταν κανένας ἀντιστέκεται σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ τὰ συλλάβη μὲ τὸ νοῦ του καὶ δὲν τὰ δέχεται εὔκολα, εἶναι φυσικὸ νὰ κατηγορηθῆ γιὰ ἀνοησία. Ὅταν ὅμως δὲν ἀποδέχεται αὐτά, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβη μὲ τὴ σκέψη παρὰ μὲ τὴν πίστη μονάχα, τὸ λάθος δὲν εἶναι τῆς ἀνοησίας ἀλλὰ τῆς ἀπιστίας. Ἐνῶ τὸν ἐμποδίζει νὰ ἑρευνήση τὸ λόγο του μὲ συλλογισμούς, τοῦ ἐπιτίθεται σφοδρότερα, κατηγορῶντας τον γιὰ ἀπιστία. Κι ἄν πρέπη νὰ δεχώμαστε μὲ πίστη τὴ δική μας γέννηση, ποιά κατηγορία ἀξίζει σ’ ἐκείνους ποὺ ἐξετάζουν μὲ συλλογισμοὺς τὴ γέννηση τοῦ Μονογενοῦς; Ἴσως θὰ παρατηρήση κάποιος· Καὶ γιὰ ποιὰ αἰτία ἐλέγονταν αὐτά, ἄν δὲν ἦταν νὰ πιστέψουν οἱ ἀκροαταί; Γιὰ τὸ ὅτι κι ἄν ἀκόμα δὲν ἐπίστευσαν ἐκεῖνοι, θὰ τὰ ἐδέχονταν ὅμως καὶ θὰ ὠφελοῦνταν οἱ ἔπειτα ἀπ’ αὐτούς. Μὲ τὴ σφοδρὴ λοιπὸν ἐπίθεση ἐναντίον του, δείχνει ὅτι δὲ γνωρίζε αὐτὰ μονάχα παρὰ κι ἄλλα πολὺ περισσότερα καὶ μεγαλύτερα ἀπὸ αὐτά. Αὐτὸ ἐδήλωσε καὶ μ’ ὅσα πρόσθεσε· Κανένας δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ παρὰ αὐτὸς ποὺ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε, ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἦταν στὸν οὐρανό. Καὶ ποιὰ ἡ σημασία τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς; Πολὺ μεγάλη καὶ σύμφωνη μὲ τὰ προηγούμενα. Ἐπειδὴ ἐκεῖνος τοῦ εἶπε· Γνωρίζομε ὅτι ἦρθες δάσκαλός μας ἀπὸ τὸ Θεό, τὸν διορθώνει ἀμέσως σχεδὸν λέγοντάς του· Μὴ νομίσης πὼς εἶμαι δάσκαλος ἔτσι ὅπως εἶναι πολλοὶ προφῆτες τῆς γῆς. Ἔρχομαι τώρα ἀπὸ τὸν οὐρανό. Κανένας ἀπὸ τοὺς προφῆτες δὲν ἀνέβηκε ἐκεῖ, ὅμως ἐγὼ ἐκεῖ παραμένω. Βλέπεις πὼς εἶναι ἐντελῶς ἀνάξιο τῆς μεγαλωσύνης του, ὅ,τι νομίζομε πὼς εἶναι ὑπερβολικὰ ὑψηλό; Δὲν εἶναι μόνο στὸν οὐρανό, ἀλλὰ παντοῦ γεμίζει τὰ πάντα. Ἀλλὰ ἀκόμα ἔχει ὑπ’ ὅψη τὴν ἀδυναμία τοῦ ἀκροατῆ καὶ θέλει νὰ τὸν ἀνεβάση λίγο λίγο. Καὶ Γιὸ τοῦ ἀνθρώπου δὲ χαρακτηρίζει ἐδῶ τὴ σάρκα ἀλλὰ ὀνομάζει ὁλόκληρο τὸν ἑαυτό του, ἀπὸ τὴν κατώτερη οὐσία. Ἦταν συνήθειά του νὰ ὀνομάζει τὸ σύνολό του πολλὲς φορὲς ἀπὸ τὴ θεία καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ὑπόστασή του. Κι ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τὸ φίδι στὴν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθῆ κι ὁ Γιὸς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ τοῦτο πάλι φαίνεται ὅτι ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὰ προηγούμενα, γιατὶ ἔχει μεγάλο σύνδεσμο μ’ αὐτά. Ἀφοῦ ἀνέφερε τὴν πελώρια εὐεργεσία πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ πραγματοποιήθηκε μὲ τὸ βάπτισμα, προσθέτει καὶ τὴν αἰτία της ποὺ ἀποτελεῖ ὁ σταυρὸς, ὄχι μικρότερη ἀπὸ τὴν εὐεργεσία. Ἔτσι κι ὁ Παῦλος, ὅταν ἀπευθύνεται στοὺς Κορινθίους, συμπαραθέτει αὐτὲς τὶς δύο εὐεργεσίες μ’ αὐτὰ τὰ λόγια· Μήπως ὁ Παῦλος σταυρώθηκε γιὰ σᾶς ἤ στὸ ὄνομα τοῦ Παῦλου βαπτισθήκατε; Γιατὶ περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα, αὐτὰ τὰ δύο μαρτυροῦν τὴν ἀπέραντη ἀγάπη του, ὅτι ἔπαθε γιὰ χάρη ἀνθρώπων, ποὺ τὸν μισοῦσαν κι ὅτι πεθαίνοντας γι’ αὐτοὺς, τοὺς ἔδωσε μὲ τὸ βάπτισμα ἀμείωτη τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτημάτων τους.

β΄. Καὶ γιὰ ποιὸ λόγο δὲν εἶπε καθαρά, ὅτι σὲ λίγο θὰ σταυρωθῶ ἀλλὰ παρέπεμψε τοὺς ἀκροατὰς του στὸ παλαιό σύμβολο; Γιὰ νὰ ἐννοήσουν πρῶτα ὅτι τὰ παλαιὰ εἶναι συγγενικὰ μὲ τὰ νέα καὶ δὲν εἶναι τοῦτα ξένα πρὸς ἐκεῖνα. Γιὰ νὰ κατανοήσωμε, δεύτερο, ὅτι δὲν ἐρχόταν ἀθέλητα στὸ πάθος. Καὶ τοῦτο ἀκόμα ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὰ· ὅτι καμμιὰ ζημία δὲν παθαίνει ἐκεῖνος ἀπὸ αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, ἀντίθετα προξενεῖται σωτηρία σὲ πολλούς. Γιὰ νὰ μὴ λέη δηλαδὴ κανένας· πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ πιστεύσωμε στὸ σταυρωμένο καὶ νὰ σωθοῦμε, ὅταν κι ὁ ἴδιος συλλαμβάνεται ἀπὸ τὸ θάνατο; γι’ αὐτὸ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν παλαιά ἱστορία. Θέλει νὰ μᾶς βεβαιώση ὅτι ἄν ξέφυγαν οἱ Ἰουδαῖοι τὸ θάνατο ἀτενίζοντας τὸ χάλκινο ὁμοίωμα τοῦ φιδιοῦ, πολὺ περισσότερο εὔλογα ὅσοι πιστεύουν στὸν ἐσταυρωμένο καὶ πολὺ ἀφθονώτερη θὰ ἀπολαύσουν τὴν εὐεργεσία. Δὲ γίνεται τοῦτο ἀπὸ τὴν ἀδυναμία ἐκείνο ποὺ σταυρώνεται, οὔτε ἐπειδὴ ἐνίκησαν οἱ Ἰουδαῖοι ἀλλὰ ἐπειδὴ Ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο γι’ αὐτὸ σταυρώνεται ὁ ἔμψυχος ναός του, τὸ σῶμα του. Ὥστε καθένας ποὺ πιστεύει σ’ αὐτὸν νὰ μὴ χαθῆ ἀλλὰ νὰ ἔχῃ αἰώνια ζωή. Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία τοῦ σταυροῦ καὶ ἡ σωτηρία ποὺ αὐτὸς γέννησε· αὐτὴ εἶναι ἡ συγγένεια τοῦ συμβόλου πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ἐκεῖ, οἱ Ἰουδαῖοι ξέφυγαν τὸ θάνατο, ἀλλὰ τὸν προσωρινό· ἐδῶ ὅσοι πιστεύουν, τὸν αἰώνιο. Ἐκεῖ τὸ ὑψωμένο χάλκινο φίδι ἐθεράπευσε τὰ δαγκώματα τῶν φιδιῶν, ἐδῶ ὁ σταυρωμένος Ἰησοῦς ἐθεράπευσε τὰ τραύματα ἀπὸ τὸ νοητὸ δράκοντα. Ἐκεῖ θεραπευόταν ὅποιος ἔβλεπε μὲ τὰ σωματικὰ μάτια, ἐδῶ ἀποθέτει τὶς ἁμαρτίες του αὐτὸς ποὺ βλέπει μὲ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς. Ἐκεῖ εἶχε ὑψωθῆ χαλκός, σὲ σχῆμα φιδιοῦ, ἐδῶ εἶναι τὸ δεσποτικὸ σῶμα τεχνουργημένο ἀπὸ τὸ Πνεῦμα. Ἐκεῖ τὸ φίδι ἐδάγκωνε καὶ τὸ φίδι ἐθεράπευε· ἔτσι κι ἐδῶ θάνατος καταστρέφει καὶ θάνατος σώζει. Τὸ φίδι ὅμως ποὺ προξένησε τὴν καταστροφή, εἶχε δηλητήριο· αὐτὸ ποὺ ἔσωζε δὲν εἶχε. Τὸ ἴδιο πάλι κι ἐδῶ· ὁ θάνατος ποὺ καταστρέφει περιέχει ἁμαρτία, καθὼς τὸ φίδι εἶχε δηλητήριο· ὁ θάνατος ὅμως τοῦ Κυρίου ἦταν καθαρὸς ἀπὸ ἁμαρτία, καθὼς ἀπὸ δηλητήριο τὸ χάλκινο φίδι. Ἁμαρτία, λέει ὁ προφήτης, δὲν ἔπραξε οὔτε βρέθηκε δόλος στὸ στόμα του. Εἶναι αὐτὸ ποὺ λέει ὁ Παῦλος. Ἀφοῦ ἀπογύμνωσε τὰ τάγματα τῶν ἀρχῶν κι ἐξουσιῶν τοῦ Σατανᾶ, τὰ κατευξετέλισε μπροστὰ στὰ μάτια ὅλων καὶ τὰ ἔσυρε στὸ θρίαμβό του. Ὅπως ὁ ρωμαλέος ἀθλητὴς παρουσιάζει λαμπρότερη τὴ νίκη του, ὅταν σηκώση πρῶτα ψηλὰ τὸν ἀνταγωνιστή του καὶ τὸν πετάξη ἔπειτα κάτω, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς μπροστὰ στὰ βλέμματα ὁλόκληρης τῆς οἰκουμένης ἐνίκησε τὶς ἀντίπαλες δυνάμεις κι ἀφοῦ ἐθεράπευσε ὅλους ποὺ δέχονται ἀβοήθητοι πληγές, τοὺς ἐξασφάλισε ἀπὸ τὴν ἐπιβουλὴ ὅλων τῶν θηρίων, κρεμασμένος ἐπάνω στὸ σταυρό. Δὲν εἶπε ὅμως ὅτι πρέπει νὰ κρεμαστῆ, ἀλλὰ νὰ Ὑψωθῆ. Αὐτὸ ἦταν ἕνας εὐφημισμὸς γιὰ τὸν ἀκροατὴ καὶ ποὺ ἀνταποκρινόταν τὸ σύμβολο.

Τόσο πολὺ ἀγαπητὲ ὁ Θεὸς ἀγάπησε τὸν κόσμο, ὥστε ἔδωσε τὸ μονογενῆ γιό του, γιὰ νὰ μὴ χαθῆ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν ἀλλὰ νὰ ἔχει ζωὴ αἰώνια. Σὰ νὰ λέη. Μὴ θαυμάσης ποὺ σὲ λίγο θὰ ὑψωθῶ, γιὰ νὰ σωθῆτε σεῖς. Γιατὶ αὐτὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Πατέρα. Κι ἐκεῖνος τόσο πολὺ σἀς ἀγάπησε, ὥστε γιὰ χάρη τῶν δούλων νὰ δώση τὸ Γιό του, καὶ μάλιστα δούλων ἀχαρίστων. Τοῦτο δὲν τὸ κάμει κανένας οὔτε γιὰ ἀγαπητό του , οὔτε ἀμέσως καὶ γιὰ κάποιον δίκαιο ἀκόμα, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Παύλου· Μὲ δυσκολία ἀποφασίζει κανεὶς νὰ πεθάνη γιὰ κάποιο δίκαιο. Κι ἐκεῖνος ἀπευθυνόταν σὲ πιστοὺς καὶ μίλησε πιὸ πλατιὰ, ὁ Χριστὸς ὅμως συντομώτερα, ἐπειδὴ ἀπευθυνόταν στὸ Νικόδημο, ἀλλὰ πιὸ ἐκφραστικά. Κάθε λέξη ἔχει πολλὴν ἐκφραστικότητα. Μὲ τὸ λόγο «τόσο πολὺ ἀγάπησε» καὶ τὸν ἄλλο «ὁ Θεὸς τὸν κόσμο», φανερώνει μεγάλο τὸ βαθμὸ τῆς ἀγάπης. Ἀπέραντη ἦταν ἀπόσταση. Ὁ ἀθάνατος, ὁ ἄναρχος, ἡ ἄπειρη μεγαλωσύνη ἀγάπησε τούτους. Ποιούς; τοὺς φτιαγμένους ἀπὸ χῶμα καὶ στάχτη, τοὺς γεμάτους ἀπὸ ἀμέτρητες ἁμαρτίες, αὐτοὺς ποὺ τοῦ ἀτνιστέκονταν πάντοτε, τοὺς ἀχάριστους. Ὅμοια ἐκφραστικὰ εἶναι καὶ ὅσα πρόσθσεσε· ὅτι ἔδωσε τὸ μονογενῆ Γιό του. Δὲ λέει οὔτε δοῦλο, οὔτε ἄγγελο, οὔτε ἀρχάγγελο. Καὶ σίγουρα οὔτε στὸ παιδί του δὲ θὰ ἔδειχνε κανένας τόσο ἐνδιαφέρον, ὅσο ὁ Θεὸς γιὰ τοὺς ἀχάριστους ὑπηρέτας του. Τὸ πάθος του λοιπὸν δὲν τὸ ἐκθέτει ὑπερβολικὰ γυμνὰ, ἀλλὰ σκεπασμένα, καθαρά κι ὁλοφάνερα ὅμως ἐκθέτει τὸ κέρδος ἀπὸ τὸ πάθος μὲ τούτους τούς λόγους. Ὥστε καθένας ποὺ πιστεύει, νὰ μὴ χαθῆ ἀλλὰ νὰ ἔχη ζωὴ αἰώνια. Ἐπειδὴ εἶπε· Πρέπει νὰ ὑψωθῆ, κι ἔκαμε ὑπαινιγμὸ γιὰ τὸ θάνατο, γιὰ νὰ μὴ λυπηθῆ ὁ ἀκροατὴς ἀπὸ τοὺς λόγους αὐτούς, καθὼς μποροῦσε νὰ ὑποψιαστῆ πὼς ἦταν ὁ Χριστὸς ἄνθρωπος καὶ νὰ θεωρήση ἀνυπαρξία τὸ θάνατό του, πρόσεξε πῶς ἐξασφαλίζει τὸ πρᾶγμα. Τονίζει ὅτι αὐτὸς ποὺ προσφέρεται εἶναι ὁ Γιὸς τοῦ Θεοῦ καὶ πρόξενος ζωῆς καὶ μάλιστα ζωῆς αἰώνιας. Καὶ δὲ θὰ ἦταν δυνατὸ νὰ εἶναι ἀτελεύτητα ἐκεῖνος, ποὺ μὲ τὸ θάνατό του παρέχει στοὺς ἄλλους ζωή. Κι ἄν δὲ χάνωνται ὅσοι πιστεύουν στὸν ἐσταυρωμένο, πολὺ περισσότερο δὲ θὰ χαθῆ ὁ ἴδιος. Αὐτὸς, ποὺ καταργεῖ τὴν ἀπώλεια τῶν ἄλλων, πολὺ περισσότερα ἔχει ὁ ἴδιος ἐλευθερωθῆ ἀπὸ αὐτή. Αὐτὸς ποὺ παρέχει στοὺς ἄλλους ζωή, πολὺ περισσότερο πηγάζει ζωή, πολὺ περισσότερο πηγάζει ζωὴ γιὰ τὸν ἑαυτό του. Παντοῦ χρειάζεται πίστη. Βεβαιώνει ὅτι ὁ σταυρὸς εἶναι πηγὴ ζωῆς, πρᾶγμα ποὺ ἡ σκέψη μας δὲ θὰ τὸ δεχόταν εὔκολα. Ἀκόμα καὶ τώρα τὸ μαρτυροῦν οἱ Ἕλληνες ποὺ κοροϊδεύουν. Ἡ πίστη ὅμως ποὺ ὑπερακοντίζει τὴν ἀδυναμία τῶν λογισμῶν μας, εὔκολα θὰ μποροῦσε νὰ τὸ δεχτῆ καὶ νὰ τὸ κρατήση καὶ τοῦτο. Καὶ τὶ ἔκαμε τὸ Θεό ν’ ἀγαπήση τὸν κόσμο; Τίποτα ἄλλο παρὰ μόνον ἡ ἀγαθότητά του.

γ΄ . Ἄς προσέξωμε λοιπὸν τὴν ἀγάπη του· ἄς ντραποῦμε τὴν ὑπερβολὴ τῆς φιλανθρωπίας του. Ἐκεῖνος μήτε τὸ Γιό του δὲν ὑπολόγισε γιὰ χάρη μας, ἐνῶ ἐμεῖς λυπούμαστε ἀκόμα καὶ τὰ χρήματά μας γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Αὐτὸς ἔδωσε γιὰ χάρη μας τὸ Γιό του· κι ἐμεῖς μήτε τὰ χρήματα δὲν περιφρονοῦμε γι’ αὐτόν, οὔτε καὶ γιὰ μᾶς. Εἶναι συμπεριφορὰ ἄξια γιὰ συγνώμη; Κι ἄν εὕρωμε κάποιον ἄνθρωπο νὰ ὑποφέρη γιὰ χάρη μας θανάσιμο κίνδυνο, τὸν θέτομε πρῶτα ἀπ’ ὅλους, τὸν συγκαταλέγομε ἀνάμεσά στοὺς πρώτους φίλους μας, ἀφήνομε στὴ διάθεσή του ὅλα τὰ δικά μας καὶ λέμε πὼς εἶναι περισσότερο δικά του ἀπὸ δικά μας. Καὶ πάλιν δὲ νομίζομε πὼς εἶναι ἱκανοποιητικὴ ἡ ἀντιπροσφορά μας. Στὸ Χριστὸ ὅμως οὔτε αὐτὸ τὸ μέτρο τῆς εὐγνωμοσύνης δὲν τηροῦμε. Ἐκεῖνος ἔδωσε τὴν ψυχή του κι ἔχυσε τὸ ἅγιο αἷμα του γιὰ μᾶς, ποὺ δὲν εἴμαστε οὔτε φίλοι του οὔτε ἐνάρετοι, ἐνῶ ἐμεῖς οὔτε χρήματα δὲ διαθέτομε γιὰ τὸν ἑαυτό μας ἀλλὰ ἀδιαφοροῦμε γι’ αὐτὸν ποὺ πέθανε γιὰ μᾶς γυμνὸς καὶ ξένος. Ποιός θὰ μᾶς ἐξαιρέση ἀπὸ τὴ μελλοντικὴ τιμωρία; Ἄν δὲ μᾶς ἔκρινε ὁ Θεός, ἀλλὰ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐκρίναμε τὸν ἑαυτό μας ἄραγε δὲ θ’ αὐτοδικαζόμασταν, δὲ θὰ καταδικάζαμε τὸν ἑαυτό μας στὴ φωτιὰ τῆς γέενας, ποὺ παρακολουθοῦμε μ’ α’διαφορία νὰ λιμοκτονῆ αὐτός, ποὺ ἐθυσίασε γιὰ μᾶς τὴ ζωή του; Καὶ γιατὶ νὰ περιοριστῶ στὰ χρήματα; Ἄν εἴχαμε μύριες ζωὲς, δὲν ἔπρεπε νὰ τὶς δώσωμε ὅλες γιὰ κεῖνον; Παρ’ ὅλο ποὺ κι ἔτσι ἀκόμα δὲν κάνομε κάτι ἄξιο στὴν εὐεργεσία του. Γιατὶ αὐτὸς ποὺ πρῶτος εὐεργετεῖ δείχνει ὁλοφάνερα τὴν καλωσύνη του. Ὁ εὐεργετημένος ὅμως ὅ,τι κι ἄν ἀντιπροσφέρη, ἀποδίδει ὀφειλή, δὲν κάμει κάποια χάρη· πιὸ πολὺ, ὅταν αὐτὸς ποὺ κάμει ἀρχὴ εὐεργετῆ ἐχθρούς, ἐνῶ αὐτὸς ποὺ ἀντιπροσφέρει καὶ στὸν εὐεργέτη του καταθέτει τὴν προσφορά του κι ὁ ἴδιος πάλι τὴν ἀπολαμβάνει. Ἐμᾶς ὅμως μήτε αὐτὰ δὲ μᾶς συγκινοῦν. Ἀλλὰ εἴμαστε τόσο ἀχάριστοι, ὥστε στοὺς ὑπηρέτες μας καὶ στὰ ὑποζύγια καὶ στ’ ἄλογά μας νὰ βάζωμε χρυσᾶ περιδέραια, ἀδιαφοροῦμε ὅμως γιὰ τὸν Κύριό μας ποὺ γυρίζει γυμνός, πηγαίνει ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα, στέκεται στὶς γωνιὲς μ’ ἁπλωμένω τὸ χέρι. Πολλὲς φορὲς μάλιστα τὸν βλέπομε καὶ μὲ σκληρὸ βλέμμα, ποὺ ὡστόσο κι αὐτὸ γιὰ χάρη μας τὸ ὑπομένει. Μὲ χαρὰ του πεινᾶ, γιὰ νὰ τραφῆς σύ. Γυρίζει γυμνός, γιὰ νὰ δώση σ’ ἐσένα τὸ ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας. Κι ἔτσι ὅμως δὲ διαθέτει τίποτα ἀπὸ τὰ δικά σας. Ἀλλὰ ἀπὸ τὰ ροῦχα σας ἄλλα εἶναι σκοραφογωμένα κι ἄλλα βάρος τῆς ντουλάπας καὶ ἔγνοια περιττὴ γιὰ τοὺς κατόχους τους, ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε καὶ τουτο καὶ ἐκεῖνα ὅλα γυρίζει γυμνός. Δὲν τὰ ἔχετε κρεμάσει στὴν ντουλάπα, ἀλλὰ τὰ φορᾶτε καὶ στολίζεστε; Ποιό τὸ ὄφελός σας; Γιὰ νὰ σᾶς δῆ τὸ πλῆθος τῆς ἀγορᾶς; Κι ἔπειτα; Δὲ θὰ θαυμάσουν βέβαια ἐσένα ποὺ τὰ φορεῖς, ἀλλὰ ὅταν τὰ δίνης σ’ αὐτοὺς ποὺ τὰ ἔχουν ἀνάγκη. Ὥστε σὺ ποὺ θέλεις νὰ σὲ θαυμάζουν, θ’ ἀκούσης ἀμέτρητα χειροκροτήματα, ἄν ντύνης τοὺς ἄλλους. Τότε θὰ ἔ χης συνάμα καὶ τὸν ἔπαινο τοῦ Θεοῦ. Τώρα ὅμως δὲ θὰ σ’ ἐπαινέση κανένας, ἐνῶ θὰ σὲ φθονήσουν ὅλοι, βλέποντας στολισμένο τὸ σῶμα καὶ ἀπεριποίητη τὴν ψυχή. Τέτοιο στολισμὸ διαθέτουν κι οἱ πόρνες καὶ πολλὲς φορὲς εἶναι ἀκριβώτερα κι ὡραιότερα τὰ ροῦχα τους. Ὁ στολισμὸς ὅμως τῆς ψυχῆς ἀνήκει ἀποκλειστικὰ σὲ ὅσους ζοῦνε μὲ ἀρετή. Αὐτὰ λέγω πάντα καὶ δὲ θὰ σταματήσω νὰ τὰ λέγω. Δὲ λυπᾶμαι τόσο τοὺς φτωχούς, ὅσο τὶς ψυχὲς τὶς δικές σας. Ἐκεῖνοι, κι ἄν δὲν τοὺς τὴν προσφέρετε σεῖς, θὰ βροῦν ὡστόσο ἀπὸ κάπου κάποια ἀνακούφιση. Μὰ κι ἄν δὲν εὕρουν ἀνακούφιση ἀλλὰ πεθάνουν ἀπὸ τὴν πεῖνα , δὲν εἶναι μεγάλη ἡ ζημία τους. Τί τὸν ἔβλαψε τὸ Λάζαρο ἡ φτώχεια καὶ ἡ ἀδιάκοπη πεῖνα του; Ἐσᾶς ὅμως κανένας δὲ θὰ σᾶς βγάλη ἀπὸ τὴ γέενα, ἄν δὲ σᾶς βοηθήσουν οἱ φτωχοί. Θὰ προβάλωμε μήπως τὰ ἴδια μὲ τὸν πλούσιο, ποὺ βασανίζεται ἀδιάκοπα καὶ καμμιὰ παρηγοριὰ δὲ βρίσκει; Μακάρι κανένας νὰ μὴν ἀκουση ποτὲ τοὺς λόγους τούτους ἀλλὰ νὰ εὕρη θέση μέσα στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ, μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς ἄς δοξάση τὸν ἑαυτό του, μαζί μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες. Ἀμήν.

2.

Μελέτιος Καλαμαρᾶς

Μητροπολίτης Νικοπόλεως καί Πρεβέζης

Print Friendly, PDF & Email 

Πῶς προσεγγίζομε τόν Θεό

Τό Εὐαγγέλιο πού ἀκούσαμε σήμερα παρότι πολύ σύντομο, μᾶς μιλᾶ γιά τήν αἰώνια ζωή μέ τόν πιό ρεαλιστικό καί ὠμό τρόπο.

Ἀλλά σάν τί τάχα νά εἶναι αὐτή ἡ αἰώνια ζωή;

Ἡ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι: «Ἁπλῶς μιά συνέχεια τῆς ζωῆς».

Συνέχεια ὑπάρχει καί πρός τά κάτω. Καί ὁριζόντια. Συνέχεια (πρός τά κάτω) εἶναι νά πάει κανείς σέ μιά χειρότερη κατάσταση ἀπό αὐτή πού ὑπάρχει ἐδῶ, καί λέγεται κόλαση καί ἀπώλεια. Οὔτε νά τήν θυμᾶται κανείς τέτοια κατάσταση, ὅπως δέν θέλομε νά θυμόμαστε ὅτι εἶναι δυνατόν στήν ἐπίγεια ζωή μας, νά καταντήσομε σέ μιά κατάσταση χειρότερη ἀπό αὐτή στήν ὁποία τώρα βρισκόμαστε. Γιατί εἶναι δυστυχία.

Ὁ Χριστός μᾶς λέει: «Ἡ ἀληθινή ζωή εἶναι στό χῶρο τοῦ Θεοῦ, πού λέγεται οὐρανός. Καί προσέχετε, μήν κάνετε λάθος. Μή νομίζετε ὅτι ὅπως περπατᾶμε στά βουνά, στούς δρόμους καί στίς θάλασσες, μέ τόν δικό μας τρόπο καί μέ τήν δική μας δύναμη καί ἐξυπνάδα, καί μέ τά μέσα πού δημιουργοῦμε, ἔτσι εἶναι δυνατόν νά ἀνεβεῖ κανείς καί στό χῶρο τοῦ Θεοῦ πού λέγεται αἰώνια ζωή».

«Οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν», λέει ὁ Χριστός, «μέ δική του δύναμη». «Εἰ μή ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ὁ ὤν ἐν τῷ οὐρανῷ».

Ἐκεῖνος δηλαδή πού εἶναι στόν οὐρανό καί ὁ ὁποῖος κατέβηκε ἀπό ἐκεῖ καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς, γιά χάρη μας, γιά νά μᾶς πάρει μαζί του. Νά μᾶς ἀνεβάσει στόν οὐρανό.

Μήν κάνει κανείς τό λάθος, λέγει ὁ Χριστός, νά φαντάζεται ὅτι στόν Παράδεισο, στήν αἰώνια ζωή κοντά στόν οὐράνιο Πατέρα, πηγαίνει ὁ ἄνθρωπος περπατώντας ἤ μέ τά πόδια τοῦ σώματός του ἤ μέ τά πόδια τοῦ μυαλοῦ του ἤ μέ αὐτοκίνητο, εἴτε μέ κανένα ἀεροπλάνο. Δέν γίνονται αὐτά τά πράγματα.

Μέ κανένα τρόπο δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φτάσει στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ.

Ἀλλά εὐτυχῶς, γιά τόν «χῶρο» αὐτό ὑπάρχει συγκοινωνία. Τήν συγκοινωνία, τήν ἐγκαινίασε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί ἦλθε στή γῆ γιά μᾶς. Καί ξαναανέβηκε στόν οὐρανό γιά νά μᾶς ἀνοίξει τήν πόρτα καί νά μᾶς πάρει μαζί του καί νά μᾶς παίρνει μαζί του εἰς τούς αἰῶνες τῶν αἰώνων.

Βάση ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

Μᾶς λέγει ὁ Χριστός στό εὐαγγέλιο: «Προσέξτε. Προσέξτε. Ὅταν οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν φύγει ἀπό τήν Αἴγυπτο, πού ἦταν δοῦλοι καί βρέθηκαν στήν ἔρημο τοῦ Σινά, βγῆκαν φίδια καί τούς δάγκωναν, ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους». Ὅπως ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, ἔρχονται μερικές φορές φίδια νοητά, πού δηλητηριάζουν τήν ψυχή μας καί μᾶς κάνουν νά φτάνουμε σέ μία κατάσταση πού ὅταν μᾶς ρωτᾶνε, τί εἶναι; Πῶς ζεῖς; Ἀπαντᾶμε:

-Χειρότερα ἀπό θάνατο. Καλύτερα νά εἶχε ρθεῖ θάνατος παρά τέτοια πράγματα.

Ἔτσι λοιπόν ἀφοῦ εἶχαν βγεῖ τά φίδια καί οἱ Ἑβραῖοι κατάλαβαν τί φταίει, εἶπε ὁ Θεός στό Μωυσῆ: «Στῆσε ἕνα μεγάλο στύλο. Πάνω σ’ αὐτό τό στύλο, κάρφωσε ὁριζόντια ἕνα χάλκινο φίδι. Νά γίνει σταυρός ὁ στύλος μέ τό φίδι. Ὅποιος γυρίζει τά μάτια του καί κοιτάζει αὐτό τό χάλκινο φίδι, τό φίδι τό καρφωμένο στό Σταυρό, θά γίνεται καλά».

Καί ἦλθε ὁ Χριστός ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί ἔστησε καί αὐτός στό κέντρο τοῦ κόσμου, στό Γολγοθά, ἕνα στύλο. Ἐπάνω κάρφωσε τόν ἑαυτό του, ἀφοῦ ἐπῆρε μαζί του, τίς ἁμαρτίες τίς δικές μας. Τό λέει καθαρά ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Παρακάλεσε τόν Πατέρα νά πάρει τίς ἁμαρτίες ὅλων μας καί τίς κάρφωσε στό Σταυρό».

Ὅποιος λοιπόν τώρα γυρίζει τά μάτια του μέ πίστη στό Σταυρό,

καί ὁμολογεῖ ὅτι οἱ ἁμαρτίες του καρφώνονται ἀπό τόν Χριστό στό Σταυρό,

καί πιστεύει στόν Χριστό καί στό θάνατό του, ἐπάνω στό Σταυρό,

ὅτι ἦλθε στόν κόσμο καί πέθανε γιά μᾶς, γιά τή σωτηρία μας,

αὐτός ὁ ἄνθρωπος θά ἔχει αἰώνια ζωή.

Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἐκδηλώνει μιά τέτοια πίστη, ὁ Χριστός τόν παίρνει στήν ἀγκαλιά του.

Πῶς γίνεται αὐτό; Ἀπαντάει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός:

«Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενή ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται ἀλλ’ ἔχει ζωήν αἰώνιον». Δέν μποροῦσε νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος μοναχός του.

Στήν Ἁγία Τριάδα, Πατέρα, Υἱόν καί Ἅγιο Πνεῦμα, δέν ὑπάρχει ἀνταρσία. Ἐγώ, λέγει, ὁ Χριστός δέν κάνω ὅτι θέλω, ὅτι μοὔρχεται. Ἀλλά μόνο ὅτι μοῦ λέει ὁ Πατέρας μου. Μέ ὑπακοή.

Καί ὁ Πατέρας ὁ οὐράνιος ἀγαπᾶ τόν κόσμο, ἐμᾶς, τόσο πολύ, ὥστε ἔδωκε τόν Υἱό αὐτοῦ τόν μονογενή, νά γίνει θυσία γιά μᾶς. «Οὕτως ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον». Ποιός θυσιάζει τό παιδί του γιά ἄλλα πράγματα, ὅτι καί νἆναι αὐτά;

Κανείς!

Ἀντίθετα, ὅλα τό κάνει θυσία γιά τό γυιό του.

Γιά νά δώσει ὁ Θεός, τόν Υἱό του θυσία γιά μᾶς, σημαίνει ὅτι μᾶς ἀγαπᾶ τόσο, πού εἶναι δύσκολο νά τό ἐξηγήσομε καί νά τό ἀναλύσομε. Ἅμα λοιπόν θελήσομε νά ποῦμε ποιά εἶναι ἡ βάση ἐπάνω στήν ὁποία πατᾶμε γιά νά σωθοῦμε ἡ ἀπάντηση εἶναι:

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ἀφοῦ ὁ Θεός μᾶς ἀγαπάει καί τό πιστεύομε ὅτι μᾶς ἀγαπάει καί πᾶμε κοντά του, θά σωθοῦμε. Ἀρκεῖ νά τό θέλομε.

Γιατί ἀπό τήν στιγμή πού ἕνας ἄνθρωπος γυρίζει κοντά στόν Χριστό μέ πίστη καί μέ μετάνοια, τοῦ συγχωροῦνται ὅλα του τά ἁμαρτήματα.

Μία ἐγγύηση ὅτι ἕνας ἄνθρωπος στρέφεται σωστά καί κοιτάζει τό χάλκινο φίδι πού εἶναι καρφωμένο ἐπάνω στό στύλο, στό Σταυρό, εἶναι νά τό κάνει μέ πίστη. Ὅταν πιστεύει ὅτι ὁ Χριστός κάρφωσε στό Σταυρό τίς ἁμαρτίες του, λέει:

«Χριστέ μου ἐγώ σέ πιστεύω. Σέ κατάλαβα, σέ πίστευσα, σέ ἀγαπάω. Θέλω νά ἑνωθῶ μαζί σου. Ἐκεῖνο πού μέ χωρίζει εἶναι: Μία, δύο, τρεῖς, πέντε ἁμαρτίες μου». Τοῦ τίς λέγω καί τόν παρακαλῶ: «Πάρτες, κάρφωσέ τες στό Σταυρό».

3.

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως, (Γαλ.6,14)

Anthony Bloom

Metropolitan of Sourozh (1914- 2003)

Print Friendly, PDF & Email 

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Στὴν ἐπιστολὴ του πρὸς Γαλάτας (6,14) ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ὁ κόσμος ἔχει σταυρωθεῖ γιὰ ἐκεῖνον κι ἐκεῖνος σταυρώθηκε γιὰ τὸν κόσμο. Τὶ σημαίνει αὐτὸ ; Ὁ Παῦλος δὲν σταυρώθηκε , οὔτε καὶ ὁ κόσμος · ἀλλὰ ἡ εἰκόνα στὴν ἀρχαία γλώσσα εἶναι ξεκάθαρη. Στὴν σταύρωση τὰ χέρια τοῦ θύματος εἶναι ἁπλωμένα στὶς δύο πλευρὲς τοῦ σταυροῦ, βίαια χωρισμένα καὶ καρφωμένα στὸν σταυρό ἔτσι ποὺ νὰ μὴν σμίξουν ποτὲ ξανά. Κι εἶναι αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο μᾶς μιλάει ὁ Παῦλος. Μέσω τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ὁ κόσμος ἔχει ἀποκοπεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ ἔχει γίνει ἐντελῶς ξένος, ἕναν κόσμο ποὺ δὲν μπορεῖ πιὰ νὰ φτάσει, ποὺ δὲν θέλει πλέον νὰ πλησιάσει, ἕναν κόσμο ποὺ ὄχι μόνο τὸν ἔχουν πάρει ἀπὸ ἐκεῖνον, ἀλλὰ ποὺ ἀπορίπτει. Καὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἔγινε ξένος γιὰ τὸν κόσμο, ἐπειδὴ ὁ κόσμος δὲν μπορεῖ πλέον νὰ τὸν δεχτεῖ μὲ τοὺς νέους ὅρους, τοὺς ὅρους τοῦ Χριστοῦ, μὲ τους ὁποίους ζεῖ.

Θὰ πρέπει νὰ σκεφτοῦμε τὸν ἑαυτό μας ὅταν ἀκοῦμε τέτοια λόγια καὶ βλέπουμε αὐτὲς τὶς εἰκόνες. Ὁ Παῦλος ἦταν ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ· ταξίδεψε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα πρὸς τὴ Δαμασκὸ μὲ σκοπὸ νὰ ἐξολοθρεύσει τοὺς ὁπαδοὺς Του ἐπειδὴ ἦταν ψεῦτες, βλάσφημοι, καὶ καθ’ὁδὸν συναντήθηκε μὲ τὸν Χριστό. Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὁ Χριστὸς ἔγινε ὁ Κύριος του, ὁ Θεὸς Του, καὶ κανένας ἄλλος δὲν ὑπῆρχε ποὺ ν’ἀξίζει γιὰ ἐκεῖνον. Εἶχε μιὰ μεγάλη καὶ πλατιὰ καρδιὰ γιὰ νὰ μπορέσει νὰ δεχτεῖ τὸ μήνυμα καὶ ν’ ἀνταποκριθεῖ σ’ αὐτὸ μ’ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, τὴ ζωή, ν’ἀντιμετωπίσει ὅ,τι μποροῦσε νὰ συμβεῖ.

Πράγματικά, γιὰ ἐμᾶς ἡ ἱστορία τῆς Σταύρωσης εἶναι μιὰ ἱστορία ποὺ ἀκοῦμε τόσο συχνά – οἱ περισσότεροι ἀπὸ ἐμᾶς ἀπὸ τὰ παιδικὰ μας χρόνια, ἤ τουλάχιστον ἀπὸ τότε ποὺ εἴμασταν νέοι. Ὑπῆρξε κάποια στιγμὴ ὅπου μέσα ἀπὸ τὴν παιδικὴ φαντασία, ἀνταποκριθήκαμε σ’αὐτὴ τὴν ἱστορία μ’αἴσθημα βαθύ, καὶ τότε σὰν ν’ ἀποκτήσαμε ἀνοσία – τὴν ἀποδεχτήκαμε ὡς στοιχεῖο δεδομένο τῆς πίστης μας, ἔπαψε νὰ εἶναι γεγονός τῆς ζωῆς μας. Ὁ Ἅγιος Παῦλος λέει σὲ κάποιο ἄλλο ἐδάφιο ὅτι γιὰ ἐκεῖνον, ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλη του ἡ ζωή, κι ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἦταν αὐτὸς ποὺ ἦταν, τὶ ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι ἀντάξιο αὐτῆς τῆς ζωῆς; Μὲ τὶ θὰ μποροῦσε νὰ συγκριθεῖ; Σκεφτεῖτε γιὰ μιὰ στιγμή, τὶ θὰ συνέβαινε ἄν κάποιος ποὺ ἀγαπᾶτε, ἤ ποὺ θαυμάζετε, πέσει θύμα βίας, δολοφονικῆς σκληρότητας ἄλλων ἀνθρώπων, ἐπειδὴ ἀντιστάθηκε σὲ κάτι ποὺ ἄξιζε γιὰ αὐτὸν περισσότερο ἀπὸ τὴ ζωή, ἴσως γιὰ τὴ ζωή σας, γιὰ νὰ σώσει ἐσᾶς προσωπικά. Θὰ μπορούσατε ποτὲ νὰ ἐπιστρέψετε πίσω στὰ πράγματα ποὺ τοῦ στοίχισαν τὴ ζωή; Θὰ μπορούσατε, θὰ μποροῦσε κάποιος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ παίξει μὲ τὴ ζωή; Μποροῦμε νὰ ζοῦμε ἀνόητα; Θὰ διαλέγαμε τὸ κακὸ, ἐνῶ προσπαθοῦμε νὰ τὸ μεταμφιέσουμε μὲ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλο τρόπο; Ἄν γνωρίζαμε ὅτι ἐπειδὴ κάναμε αὐτὴν τὴν ἐπιλογή -ἴσως μιὰ ἀσήμαντη ἐπιλογή, ἀλλὰ ἐγκληματική – ἕνα ἀγαπημένο πρόσωπο, ἤ ἁπλὰ ἕνας ἄνθρωπος, θὰ ἔπρεπε νὰ πεθάνει γι’ αὐτό; Ἕνας μεθυσμένος ὁδηγὸς εἶναι ἕνα παράδειγμα. Ἀλλὰ ὑπάρχουν τόσοι τρόποι ποὺ γινόμαστε ἡ καταστροφὴ γιὰ τὸν ἄλλον…

Καὶ ὑπάρχουν ἠρωικοὶ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι προσφέρουν τὴ ζωή τους γιὰ τοὺς ἄλλους, ἐπειδὴ ὁ ἄλλος ἦταν ἀνόητος·ὄχι τόσο ἁμαρτωλὸς ὅσο τοῦ φάνηκε- ἁπλὰ ἀνόητος! Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ τρέλα σημαίνει θάνατο.

Ποῦ εἶναι ἡ θέση μας σ’ὅλα αὐτά; Μπορεῖ κάποιος νὰ πεῖ τίμια τὰ λόγια ποὺ εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σ’ αὐτὴ τὴν Ἐπιστολὴ, ἤ σὲ ἄλλο κείμενο ὅταν λέει ὅτι γιὰ ἐκεῖνον ζωὴ εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ ζωή, ὅτι ἀνυπομονεῖ νὰ πεθάνει γιὰ νὰ εἶναι μ’ Ἐκεῖνον, ὅτι ἡ ζωὴ στὴ γῆ εἶναι χωρισμὸς καὶ ὅτι ἡ μοναδική του προσμονὴ εἶναι νὰ ἑνωθεῖ μαζί Του; (Φιλιππησίους 1:21).

Ἄς σκεφτοῦμε σοβαρά. Αὐτὰ τὰ λόγια τῆς Γραφῆς δὲν εἶναι γραμμένα γιὰ νὰ μᾶς κρίνουν, γιὰ νὰ μᾶς καταδικάσουν, ἀλλὰ εἶναι ἕνα κάλεσμα· ὁ Παῦλος λέει: «Γνωρίζω τὶ σημαίνει νὰ ἔχει κάποιος ἀνακαλύψει τὴν αἰώνια ζωή, τὶ σημαίνει νὰ ἔχει ἀνακαλύψει τὸν Χριστό, νὰ ἔχει ἀνακαλύψει ὅτι τὸ κάθε τι ἔχει ἀξία στὴ ζωὴ σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ πράγματα ποὺ ὑπηρετοῦμε δουλικά. Ἀνακαλύψτε τα, θὰ μᾶς ἔλεγε, ἐπιστρέψτε στὴ ψυχή σας, στὸ παρελθόν σας, στὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ ὁ Χριστὸς μπῆκε στὴ ζωή σας, στὴν καρδιά σας, τὴ στιγμὴ τοῦ θαύματος, τῆς χαρᾶς, τῆς ἐλευθερίας, καὶ τότε ζῆστε ἀπὸ αὐτὴν, ἀφήνοντας κάθε τι σκοτεινό, ἄψυχο, ἄσχημο! Διαλέξτε τὸ φῶς, τὴ ζωή, τὴ χαρά – ὅλα αὐτὰ ποὺ περικλείει τ’ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ. Ἀμήν.

4.

Ἀκίνδυνος ἤ ἐπικίνδυνος χριστιανισμός;

Λαμπρόπουλος Βαρνάβας

Ἀρχιμανδρίτης

Print Friendly, PDF & Email 

«Ὅποιος λυπᾶται τὸ ραβδί του, μισεῖ τὸν γιὸ του· μὰ ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀγαπάει, τὸν παιδαγωγεῖ μὲ ἐπιμέλεια». Τὰ λόγια αὐτὰ ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Παροιμιῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μᾶς θυμίζουν ὅτι ἡ σωστὴ ἀγάπη τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιὰ δὲν ταυτίζεται πάντοτε μὲ τὴν ἐπιείκεια, ἀλλὰ ἐνίοτε ἀπαιτεῖται καὶ ἡ ἀνάλογη αὐστηρότητα. Κλασικὸ παράδειγμα ἀπαράδεκτης ἐπιείκειας πατέρα πρὸς τὰ παιδιὰ του εἶναι ὁ ἀρχιερέας Ἠλὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (Α\’ Βασ. 2,12-4,18), ὁ ὁποῖος πλήρωσε ἀκριβὰ τὴ θεομίσητη ἀνεκτικότητά του πρὸς τoὺς ἀσεβεῖς καὶ ἱερόσυλους γιούς του.

Ἡ ψευδὴς θρησκευτικότητα

Δὲν θὰ ἦταν δυνατὸν ὁ βαθὺς γνώστης τῶν Γραφῶν ἀπόστολος Παῦλος νὰ ξεχνάει αὐτὸ τὸ δίδαγμα· γι’ αὐτὸ ὡς γνήσιος πνευματικὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος δὲν «ἐφείδετο τῆς βακτηρίας αὐτοῦ», ὅποτε χρειαζόταν. Αὐτὸ φαίνεται ἰδιαίτερα στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του, ἡ ὁποία -ὄχι ἄδικα- χαρακτηρίζεται «πυρακτωμένη». Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐνισχύει τὸν χαρακτηρισμὸ λέγοντας ὅτι ὁλόκληρη ἡ ἐπιστολὴ «γέμει θυμοῦ καὶ μεγάλου φρονήματος»· καὶ ἐπαναλαμβάνοντας μὲ ἄλλα λόγια τὸ ρητὸ ἀπὸ τὶς Παροιμίες καταλήγει: «Τὸ νὰ συμπεριφέρεται κανεὶς μὲ ἐπιείκεια στοὺς μαθητές του, ὅταν ἔχουν ἀνάγκη αὐστηρότητας, αὐτὸ δὲν εἶναι γνώρισμα διδασκάλου, ἀλλὰ καταστροφέα καὶ ἐχθροῦ».

Ὁ παιδαγωγικὸς θυμὸς τοῦ Ἀποστόλου εἶναι ἐμφανὴς καὶ στὴ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή, ποὺ ἀποτελεῖ ἐπίλογο καὶ οὐσιαστικὰ ἀνακεφαλαίωση τῆς ἐπιστολῆς. Τὴν ἔνταση τῶν λόγων του θέλει νὰ αὐξήσει καὶ ἡ δήλωσή του ὅτι τὴν ἔγραψε μὲ τὸ ἴδιο του τὸ χέρι. Κλείνοντας λοιπόν, τὴν ἐπιστολὴ του ξεσκεπάζει πάλι τὴν ὑποκρισία καὶ τὰ ταπεινὰ ἐλατήρια ἐκείνων τῶν ψευδαδέλφων ποὺ ἀνάγκαζαν τοὺς ἐξ ἐθνῶν χριστιανοὺς νὰ περιτέμνονται. Σκοπὸς τους ἦταν ἀφενὸς ἡ ἐπίδειξη ἑνὸς θρησκευτικοῦ «καθωσπρεπισμοῦ», ἀφετέρου ἡ καύχηση ποὺ θὰ τοὺς ἔδινε ἡ ἄγρα ὀπαδῶν. Ἡ νοσηρὴ προσκόλλησή τους σὲ ἐξωτερικὲς νομικὲς διατάξεις -καὶ ἰδιαίτερα στὴν περιτομὴ- τοὺς προκαλοῦσε αὐτὴ τὴν κενόδοξη ἀγωνία γιὰ δῆθεν εὐπρόσωπη θρησκευτικότητα. Φυσικὰ ἐπρόκειτο γιὰ ὑποκριτικὴ καὶ ψευδὴ θρησκευτικότητα, ποὺ οὐσιαστικὰ ἀκύρωνε τὸ ὑγιὲς πνεῦμα τοῦ Νόμου· «σκοτώνονταν» νὰ ἀρέσουν στοὺς ἰoυδαΐζoντες, ἐπειδὴ κατὰ βάθος φοβοῦνταν μήπως διωχθοῦν ἐξαιτίας τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ.

Τὸ καύχημα τοῦ Σταυροῦ

Ἡ προτίμηση τῆς ἀκίνδυνης καὶ συχνά τῆς ἐπικερδοῦς θρησκευτικότητας συνηθίζεται καὶ στὶς μέρες μας. Ὁ χριστιανισμὸς τοῦ Σταυροῦ θεωρεῖται, ἂν ὄχι ἐπικίνδυνος, τουλάχιστον πολὺ ἀκριβός. Ἀντίθετα, ἡ τήρηση ἀποκλειστικὰ καὶ μόνο κάποιων ἐξωτερικῶν τύπων δὲν κοστίζει καὶ πολύ· γι\’ αὐτὸ δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς βολεύει νὰ προσκολλῶνται ἄρρωστα σ\’ αὐτούς. Ἀπὸ τὸ νὰ συγχωρήσει, λόγου χάριν, κανεὶς αὐτὸν ποὺ τὸν ἀδίκησε εἶναι πιὸ βολικὸ τὸ νὰ πηγαίνει ἀπὸ τὸ ἕνα προσκύνημα στὸ ἄλλο· ἀπὸ τὸ νὰ πεῖ «καλημέρα» στὸν ἐχθρό του εἶναι πιὸ εὔκολο τὸ νὰ νηστεύει. Δὲν εἶναι λοιπὸν σπάνιο αὐτοὶ οἱ ὄντως χρήσιμοι καὶ χωρητικοὶ τῆς οὐσίας τύποι νὰ ἀπομονώνονται καί, ἄδειοι ἀπὸ κάθε οὐσία, νὰ ἀπολυτοποιοῦνται καὶ νὰ γίνονται «φθηνὲς» σημαῖες καὶ λάβαρα τῆς Ὀρθοδοξίας. Τέτοιες «σημαῖες» μπορεῖ νὰ γίνουν ἡ νηστεία, τὸ κομποσχοίνι, ὁ θρησκευτικὸς τουρισμός, ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἐθvoφυλετισμὸς καὶ ἄλλα.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ πρώην «ἄμεμπτος κατὰ δικαιοσύνην τὴν ἐν νόμῳ», τώρα δὲν καυχιέται γιὰ τὸ ὅτι μετὰ τὴ μεταστροφὴ του ἀνέβηκε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ. Μοναδικό του καύχημα θεωρεῖ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ· καὶ μὲ τὸ στόμα τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ὁμολογεῖ: «Γιὰ μένα ὁ Χριστὸς ἔπαθε ὅσα ἔπαθε· γιὰ μένα τὸν δοῦλο, τὸν ἐχθρό του, τὸν ἀχάριστο. Αὐτὸς δὲν ντράπηκε νὰ σταυρωθεῖ γιὰ μένα, καὶ ἐγὼ νὰ ντρέπομαι γιὰ τὸν Σταυρό του;». Καὶ ὄχι μόνο δὲν τὸν ντράπηκε, ἀλλὰ ὅλη του τὴ ζωὴ ζοῦσε τὸ «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ». Ἔτσι ἔγινε καὶ αὐτὸς νεκρὸς γιὰ τὸν κόσμο, καὶ ὁ κόσμος νεκρὸς γι’ αὐτόν.

Τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ

Πρόκειται βέβαια γιὰ μία ζωοποιὸ νέκρωση· διότι μὲ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ὅλα ἔγιναν πλέον «καινούργια κτίση». Ὁ κόσμος τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ὁ κόσμος τῆς ἰουδαϊκῆς τυπολατρίας ἀνήκουν καὶ οἱ δύο στὸ παρελθόν. Ἡ δὲ καινούργια κτίση εἶναι ὁ ἀναστημένος τρόπος ζωῆς ποὺ μᾶς δόθηκε μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Δὲν παύει ὅμως νὰ εἶναι συνεχὴς συσταύρωση μὲ τὸν Χριστὸ «σὺν τοῖς παθήμασιν καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις», ὅπως πάλι θὰ πεῖ στοὺς Γαλάτες ὁ Παῦλος. Γι’ αὐτὸ καὶ θὰ κλείσει αὐτὴ τὴν ἐπιστολὴ -ποὺ ἐπίσης δίκαια ὀνομάστηκε καὶ «ἐπιστολὴ τοῦ Σταυροῦ»- μὲ ἕνα ἀπολογητικὸ ξέσπασμα γεμάτο πόνο: «Στὸ ἑξῆς πάψτε νὰ μοῦ προκαλεῖτε κόπους καὶ ἐνοχλήσεις ζητώντας μου νὰ ἀπολογηθῶ γι’ αὐτὰ ποὺ κάνω· γιατί ἐγὼ βαστάζω στὸ σῶμα μου τὰ σημάδια τῶν πληγῶν ποὺ ὑπέστην χάριν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ». Καὶ μὲ τὸ χρυσό του «ἠχεῖο», τὸν ἅγιο Ἰωάννη, θὰ ἀντηχήσει: «Τὰ στίγματά μου φωνάζουν δυνατότερα ἀπὸ σάλπιγγα σὲ ἐκείνους ποὺ μὲ ἀμφισβητοῦν. Ἂν κάποιος ἔβλεπε στρατιώτη πληγωμένο μὲ ἀμέτρητα τραύματα, θὰ ἀνεχόταν νὰ τὸν κατηγοροῦν σὰν δειλὸ καὶ προδότη;».

5.

Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποκάλυψη τῆς Θείας ἀγάπης.

Καραβιδόπουλος Ἰωάννης, Καθηγητής Πανεπιστημίου.

Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως

«Εἶπε ὁ Κύριος: Κανένας δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ παρὰ μόνο ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ποὺ κατέβηκε ἀπὸ τὸν οὐρανό, καὶ ποὺ εἶναι στὸν οὐρανό. Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τὸ χάλκινο φίδι στὴν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν νὰ μὴ χαθεῖ ἀλλὰ νὰ ζήσει αἰώνια. Τόσο πολὺ ἀγάπησε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο, ὥστε παρέδωσε στὸν θάνατο τὸν μονογενῆ του Υἱό, γιὰ νὰ μὴ χαθεῖ ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν ἀλλὰ νὰ ἔχει ζωὴ αἰώνια. Γιατί, ὁ Θεὸς δὲν ἔστειλε τὸν Υἱό του στὸν κόσμο γιὰ νὰ καταδικάσει τὸν κόσμο, ἀλλὰ γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ κόσμος δι’ αὐτοῦ» (Ἰωάν. 3, 13-17).

Τὰ λόγια του Χριστοῦ στὴν περικοπὴ Ἰωάν. 3, 13-17 ἀποτελοῦν μέρος τῆς συζητήσεώς του μὲ τὸν Νικόδημο, τὸν Ἰουδαῖο ἄρχοντα ποὺ ἦλθε μία νύκτα κρυφὰ ἀπὸ τοὺς ὁμοθρήσκους του νὰ καταθέσει τὴν προσωπικὴ ὁμολογία του πρὸς τὸν σταλμένο ἀπὸ τὸν Θεὸ διδάσκαλο ποὺ ἐπιτελεῖ θαυμαστὰ ἔργα καὶ σημεῖα, τὰ ὁποῖα μαρτυροῦν ὅτι ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ δι’ αὐτοῦ. Ὁ Χριστὸς δέχεται τὴν κρυφὴ ὁμολογία τοῦ Νικοδήμου, βρίσκει εἰλικρινεῖς τὶς προθέσεις του καὶ τοῦ ἀποκαλύπτει μερικὲς βασικὲς πτυχὲς τῆς διδασκαλίας του ποὺ εἶναι συγχρόνως καὶ ὑπόμνημα στὸ ὅλο ἔργο του καὶ στὸ σκοπὸ τῆς Ἐνανθρωπήσεώς του.

Ἀφοῦ τοῦ ὁμιλεῖ στὴν ἀρχὴ γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου ὡς προϋπόθεση κατανοήσεως καὶ βιώσεως τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, φθάνει στὸ κέντρο τῆς διδασκαλίας ἀλλὰ καὶ τῆς ἀποστολῆς του: Στὴν ὕψωσή του στὸν σταυρὸ ποὺ ἀποτελεῖ ἀποκάλυψη τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Καὶ ἐπειδὴ ὁ συνομιλητὴς του εἶναι Ἰουδαῖος, τοῦ δίνει ἕναν τύπο, μία προεικόνιση τοῦ κοσμοσωτηρίου αὐτοῦ γεγονότος ἀπὸ τὴν ἱστορία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: «Ὅπως ὁ Μωυσῆς ὕψωσε τὸ χάλκινο φίδι στὴν ἔρημο, ἔτσι πρέπει νὰ ὑψωθεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου (ἐννοεῖ στὸν Σταυρό), ὥστε ὅποιος πιστεύει σ’ αὐτὸν νὰ μὴ χαθεῖ ἀλλὰ νὰ ζήσει αἰώνια». Ἀναφέρεται δηλ. στὸ γεγονὸς ἐκεῖνο τῆς ἰσραηλιτικῆς ἱστορίας κατὰ τὸ ὁποῖο δηλητηριώδη φίδια ἐμφανίσθηκαν στὸ στρατόπεδο τῶν Ἰσραηλιτῶν στὴν ἔρημο καὶ σκόρπισαν τὸν θάνατο στὸν λαὸ ποὺ γόγγυζε κατὰ τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ὁ ἐλευθερωτὴς καὶ σωτήρας Θεὸς δὲν ἄφησε τὸν λαό του νὰ χαθεῖ. Ἔδωσε ἐντολὴ στὸν Μωυσῆ νὰ ὑψώσει ἕνα χάλκινο φίδι μέσα στὸ στρατόπεδο πάνω σ’ ἕνα κοντάρι, ὥστε νὰ τὸ βλέπουν οἱ προσβαλλόμενοι ἀπὸ φίδια καὶ νὰ διαφεύγουν τὸν θάνατο (Ἀριθμ. 21, 4-9). Σ’ αὐτὸ βλέπει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ποὺ ἑρμηνεύει αὐθεντικὰ τὴν Π. Διαθήκη, μία προτύπωση τοῦ σταυροῦ του.

Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ μὲ ποικίλους τρόπους ἐκδηλώθηκε μέσα στὴν ἱστορία τῶν ἀνθρώπων ἀποκορυφώνεται στὴ θυσία τοῦ σταυροῦ, ὁ ὁποῖος δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνα Ἱστορικὸ γεγονὸς ἀλλὰ πράξη ὑπέρτατης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν προσβλημένη ἀπὸ τὸ φίδι τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν καταδικασμένη σὲ θάνατο ἀνθρωπότητα. Ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ γεγονὸς ὄχι μόνον τῆς ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητας ἀλλὰ γεγονὸς μὲ ἰδιαίτερο νόημα γιὰ τὴν ὕπαρξη τοῦ κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστὰ· ἔχει νόημα καὶ περιεχόμενο ὑπαρξιακό. Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐν συνεχείᾳ ἡ ἀνάστασή του δὲν ἔχουν ἄλλο σκοπὸ παρὰ τὴ χορήγηση τῆς ζωῆς στοὺς ἀνθρώπους.

Εἶναι γνωστὸ σ’ ὅλους πόσο ἐπιθυμοῦμε τὴ ζωή, τὴν εὐτυχισμένη καὶ ὅσο γίνεται πιὸ μακροχρόνια ζωὴ καὶ πόσο ὁ φόβος τοῦ θανάτου μᾶς παραλύει καὶ μᾶς δημιουργεῖ ἀγωνιώδη προβλήματα καὶ ἐρωτήματα. Ὁ θάνατος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ πάνω στὸν σταυρὸ – γιὰ τὸν ὁποῖο κανεὶς ἄνθρωπος δὲν εὐθύνεται σὲ τελευταία ἀνάλυση, οὔτε Ἰουδαῖος οὔτε Ρωμαῖος, παρὰ μόνο ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν κόσμο – ὁ θάνατος αὐτὸς κατὰ παράδοξο τρόπο ποὺ ὑπερβαίνει τὰ μέτρα τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς παρέχει ζωὴ καὶ μάλιστα ζωὴ χωρὶς τέρμα, χωρὶς ἀγωνία θανάτου, ζωὴ αἰώνια.

Εἶναι σημαντικὸ γιὰ τὸν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας ἀλλὰ καὶ κάθε ἐποχῆς νὰ γνωρίζει – κι αὐτὸ εἶναι τὸ οὐσιαστικὸ μήνυμα τῆς περικοπῆς – ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνον ὁ αὐστηρὸς τιμωρός, ὁ δίκαιος κριτής, ἀλλὰ κατὰ πρῶτο καὶ κύριο λόγο ὁ γεμάτος ἀγάπη σωτήρας τῶν ἀνθρώπων. Κι ἡ ἀγάπη αὐτὴ δὲν εἶναι μία συναισθηματικὴ τοποθέτηση· ἀλλὰ εἶναι ἕνα συγκεκριμένο ἱστορικὸ γεγονός, ὁ σταυρὸς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.