Δίψα ζωῆς.
Τραγικό τό αἴσθημα τῆς δίψας! Ἡ φρίκη τῆς στέρησης, ἡ ὑπερφλόγωση, ἡ ἐξάντληση… Πόσες φορές στόν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ δέν τά ἔχουμε αἰσθανθεῖ! Κι ὅσοι ἔχουν ταξιδέψει σέ ἔρημο, πόσο πολύ περισσότερο τά ἔχουν ζήσει! Ἀλλά κι ὅσοι ὡς ναυτικοί ἔχουν βιώσει τή στέρηση τοῦ νεροῦ μέσα στήν ἴδια τή θάλασσα, εἴτε λόγω ναυαγίου, εἴτε λόγω ἔλλειψής του στό μεταφορικό τους μέσο, πόσο ἔχουν στό πολλαπλάσιο ταλαιπωρηθεῖ! Κι αὐτή εἶναι ἀπό τίς πλέον ἀνυπόφορες ταλαιπωρίες, νά περιβάλλεσαι ἀπό νερό, νά διψᾶς καί νά μήν μπορεῖς νά πιεῖς…
Κι ἄν αὐτά εἶναι τραγικά στή φυσική τους ἐκφορά καί πραγμάτωση, πόσο χειρότερα εἶναι ὅταν συμβαίνουν σέ πνευματικό ἐπίπεδο. Πόσο φρικτό εἶναι νά διψᾶ ὁ ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια καί νά μήν τή βρίσκει, διακατεχόμενος ἀπό ἕνα διαρκές αἴσθημα ἔλλειψης, ἀπογοητευμένος ἀπό ὅσους στό μεταξύ τοῦ ἔταξαν καί τόν ἐνέπαιξαν! Τό αἴσθημα τῆς πνευματικῆς στέρησης, τοῦ ἀνικανοποίητου, τῆς διάψευσης τῶν προσδοκιῶν καί τῶν ἐλπίδων, συσσωρευόμενο ὄχι ἁπλῶς ἀποδομεῖ, ὄχι ἁπλῶς ἀπελπίζει, ἀλλά κατασυντρίβει καί καταρρακώνει τόν ἄνθρωπο.
«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω»
Πόση ἐλευθερία κρύβει μέσα της αὐτή ἡ κραυγή τοῦ Ἰησοῦ! Ἀλλά καί πόσο θάρρος καί ἀλήθεια! Ξεκινᾶ μέ τήν ὑπόθεση, «ἐάν τίς διψᾷ». Ὑπόθεση πού γίνεται προϋπόθεση, διότι αὐτό πού στήν πραγματικότητα λέει ὁ Χριστός εἶναι, ἐάν κάποιος ἔχει συναίσθηση τῆς πνευματικῆς του δίψας, ἐάν κάποιος συνειδητοποιεῖ τήν πνευματική του ἀνάγκη. Καί τοῦτο διότι πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν κατανοοῦν τό πόσο ἀνάγκη ἔχουν τόν Χριστό καί μέσα στήν αὐτονομία τους καί τόν αὐτοθαυμασμό τούς αἰσθάνονται αὐτάρκεις. Εἶναι πολύ εὔκολο νά πνίξεις τήν πνευματική δίψα στίς μέρες μας καί νά μήν τήν αἰσθάνεσαι, ἄνθρωπε, ἰδίως ὅταν ἀφήνεις τόν νοῦ σου νά προσκολλᾶται στά γήινα, νά ἀπορροφᾶται ἀπό τήν καθημερινότητα καί τά προβλήματά της, νά μαγεύεται ἀπό τήν ἔνταση τῆς ἱστορικῆς συγκυρίας καί ὅποιου γεγονότος σοῦ προβάλλουν ὡς σπουδαῖο. Βεβαίως, αὐτό τό συναίσθημα δέν εἶναι μόνιμο. Ἔρχεται ἡ ὥρα πού ὅλοι «ξυπνοῦν» καί ἀναρωτιοῦνται ἄν ἄξιζε ὁ τρόπος πού διέθεσαν τά χρόνια τῆς ζωῆς τους καί σπεύδουν ν’ ἀνακαλύψουν αὐτό πού κάνει τή ζωή ν’ ἀξίζει γιά νά τή νοηματοδοτήσουν. Καί τότε συνειδητοποιοῦν τήν πείνα καί τή δίψα τους γιά Χριστό καί φθάνουν ν’ ἀνακαλύψουν καί τόν ἴδιο…
Γεγονός ὅμως εἶναι πώς κυρίαρχο πρόταγμα στήν κοινωνία μας εἶναι, ἄν ὄχι ἡ ἐμπρόθετη ἀπομάκρυνση, ὁπωσδήποτε ἡ ἐνσυνείδητη ἀμέλεια γιά τόν Χριστό καί τήν πνευματική ζωή. Κι ὁ Χριστός τί κάνει; Σέβεται, καί σ’ αὐτό διαχρονικά ἀποδεικνύεται ὁ μόνος, τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία καί περιμένει τή μετάνοια καί τήν ἐπιστροφή. Καί στή σημερινή μεγάλη ἡμέρα αὐτό προβάλλεται. Δέν ὑποχρεώνει στήν κίνηση πρός Αὐτόν. Θέλει ἡ στροφή πρός τό μεγαλεῖο του νά εἶναι καρπός διαπιστωμένης ἀνάγκης καί ἐνσυνείδητης ἐπιλογῆς. Ἀποτέλεσμα φωτισμοῦ καί ἀπαρχή συνεργασίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί δέν θέτει ἄλλα κριτήρια. Καλεῖ ὅσους συνειδητοποιοῦν τήν ἀνάγκη τους νά στραφοῦν πρός Αὐτόν, χωρίς νά διακρίνει μεταξύ φύλων καί φυλῶν, χρώματος, οἰκογενειακοῦ περιβάλλοντος, κοινωνικῆς προέλευσης, οἰκονομικῆς ἐπιφάνειας, μορφωτικοῦ ἐπιπέδου…
Ἐπαγγελία ἀψευδής
Πῶς τολμᾶ ὁ Χριστός καί ὑπόσχεται, αὐτό πού ὑπόσχεται; Ὅταν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι μπορεῖ νά ξεδιψάσει ὅποιον διψᾶ, δηλαδή νά τόν ἀναπαύσει μέ τρόπο μοναδικό καί διαρκή, νά τόν ξεκουράσει ἀπό τόν ἀνυπόφορο κάματο τοῦ παρόντος προβληματικοῦ βίου, νά τοῦ χαρίσει τήν ἀναφαίρετη εἰρήνη καί μόνιμη χαρά, ἤ λέει ἀλήθεια, ἤ λέει ἀνεπίγνωστα ψέματα, ἤ ἐνσυνείδητα κοροϊδεύει. Κι ὁ Χριστός οὔτε γιά ψέματα μπορεῖ νά κατηγορηθεῖ, οὔτε λαοπλάνος καί δημαγωγός μπορεῖ νά θεωρηθεῖ, οὔτε κάποιο κέρδος προσωπικό εἶχε ἀπό τό κήρυγμα του, ὥστε νά τοῦ καταγνωσθεῖ ἰδιοτέλεια. Ἀντίθετα, μεγαλόστομες διακηρύξεις, ὡραιολογίες καί φληναφήματα τῆς στιγμῆς δέν τόν χαρακτήρισαν ποτέ, οὔτε διαπιστώθηκαν στόν λόγο του. Ἀκόμη κι ὅσοι μέ μανία τόν πολεμοῦν, μπορεῖ νά προσπαθοῦν ν’ ἀποδείξουν ὅτι δέν ὑπῆρξε, μπορεῖ νά πασχίζουν ν’ ἀναιρέσουν τίς ἀλήθειες τῆς διδασκαλίας του, μπορεῖ ν’ ἀμφισβητοῦν τό ἱστορικό περίγραμμα καί τήν περιγραφή τῶν θαυμάτων του, ἀλλά γιά παραλογισμό καί ὑπερβολές δέν τόν ἔχουν κατηγορήσει ποτέ! Κι ὅλ’ αὐτά κατατείνουν στό νά μᾶς πείσουν ὅτι ὅταν ἔλεγε αὐτό πού ἔλεγε, ἤξερε τί ἔλεγε, τό ἐννοοῦσε καί τό ἔλεγε γιά νά τό πραγματοποιήσει!
Σήμερα, Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, ἄν ἀναρωτιόμαστε τί πρέπει νά ἀποκομίσουμε ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Παρακλήτου στό ἱστορικό προσκήνιο, ἄς ξεκινήσουμε ἀπό αὐτό. Νά μᾶς φωτίσει στό νά συνειδητοποιήσουμε τή δίψα μας γιά τόν Χριστό, ὥστε νά τόν προσεγγίσουμε γιά νά μᾶς ξεδιψάσει καί, ἐπιτέλους, νά ζήσουμε!