Λιαμής Ἠλίας.
Τὸ Βυζάντιο μᾶς εἶχε συνηθίσει στὴν τιμὴ τῶν κληρικῶν καὶ μοναχῶν Ἁγίων. Ἀντίθετα, οἱ περισσότεροι τῶν Νεομαρτύρων ἦταν λαϊκοί, πολλοὶ ἦταν φτωχοί, λίγοι πλούσιοι, ἄλλοι μορφωμένοι καὶ ἄλλοι ἀγράμματοι. Τὸ φαινόμενο αὐτὸ μας ἐπιστρέφει στὰ πρῶτα χρόνια της Ἐκκλησίας μας, ὅπου οἱ Μάρτυρες προέρχονταν ἀπὸ ὅλα τὰ κοινωνικὰ στρώματα καὶ ἦσαν κυρίως λαϊκοί.
Ἄλλο χαρακτηριστικὸ τῶν Νεομαρτύρων εἶναι ὅτι αὐτοὶ ἦταν κάποιοι ἀπό μας. Ἐπαγγελματίες, ἀπασχολούμενοι μὲ τὰ καθημερινά, βιοπαλαιστὲς σὲ συνηθισμένα ἐπαγγέλματα, τὰ ὁποῖα συχνὰ ἀναφέρονται ὡς προσωνύμιο:
Ἰωάννης ὁ ναύκληρος, Γεώργιος ὁ ράπτης, Μιχαὴλ ὁ κηπουρός, Νικόλαος ὁ παντοπώλης, Τριαντάφυλλος ὁ ναύτης. Ἔχουμε ἀκόμη ἐμπόρους, χρυσοχόους, βοσκούς, ζωγράφους, ψαράδες, γραμματικούς, ἐπιστάτες σὲ κτήματα Τούρκων. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὶς γυναῖκες Νεομάρτυρες τῶν ὁποίων οἱ ἰδιότητες καὶ οἱ ἀπασχολήσεις ποικίλουν.
Ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν Νεομαρτύρων βρίσκεται, ὡς πρὸς τὴν ἡλικία, στὴ νεότητά τους, ἂν καὶ ἀναφέρονται καὶ παιδιὰ 10 ἕως 15 ἐτῶν. Ἄλλοι ἦσαν παντρεμένοι καὶ ζοῦσαν μὲ τοὺς συζύγους τους καὶ τὰ παιδιὰ τους ἐνῶ ἄλλοι δὲν εἶχαν προλάβει νὰ φτιάξουν οἰκογένεια. Τραγικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Γεωργίου, 22 ἐτῶν ἀπὸ τὴ Μαγνησία, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀρραβωνιασμένος καὶ μαρτύρησε λίγα 24ωρα πρὶν τὸ γάμο του.
Δὲν λείπουν βεβαίως εἶναι ὁ Μάρτυρες μοναχοὶ ἱερεῖς, Ἐπίσκοποι καὶ Πατριάρχες.
Οἱ ζωγράφοι ἱστόρησαν τοὺς Νεομάρτυρες μὲ τὸ ἔνδυμα τῆς καθημερινότητάς τους: φουστανέλα, βράκα, παντελόνια καὶ τζουμπέδες, φτωχοὺς σκούφους καὶ τσαρούχια στὰ πόδια. Οἱ εἰκόνες τῶν Νεομαρτύρων ἀποτελοῦν πολύτιμη πηγὴ ἔρευνας τῶν λεπτομερειῶν τῆς ζωῆς τους.
Οἱ Νεομάρτυρες δὲν ἦταν, οὔτε ἀσκητὲς οὔτε ἀποξενωμένοι ἀπὸ τὸν κόσμο. Τὸ ἐπάγγελμά τους τοὺς ἔφερνε σὲ ἐπαφὴ μὲ ὅλους, Τούρκους καὶ Ἕλληνες, ἐνῶ ὁρισμένοι ἀπὸ αὐτοὺς ἀπασχολοῦνταν ἀκόμη καὶ στὸ σεράι ἐνῶ ἄλλοι κάποτε κάποτε διασκέδαζαν μὲ τοὺς Τούρκους.
Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς παινεύονται ἀπὸ τοὺς βιογράφους τους γιὰ τὴν ὡραία ἐξωτερική τους ἐμφάνιση, ἡ ὁποία πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀφορμὴ τοῦ μαρτυρίου τους. Τέτοιοι χαρακτηρισμοὶ πάντοτε συνοδεύονταν ἀπὸ ἀναφορὰ στὶς ψυχικές τους ἀρετές, καθὼς γινόταν λόγος γιὰ «εὔτακτη πολιτεία», «παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου», «πάσα σεμνότητα καὶ σωφροσύνη». Ἡ καθημερινότητά τους δὲν διέφερε ἀπὸ ἐκείνη τῶν ἁπλῶν Χριστιανῶν, πάντα ὅμως γίνεται λόγος γιὰ μεγάλη ἀγάπη πρὸς τὴν Ἐκκλησία, ἀφοσίωση στὴν λατρευτική της ζωή, ἐλεημοσύνη ἁπλότητα καὶ ταπεινοφροσύνη.
Μέσα ἀπὸ αὐτὲς τὶς πληροφορίες ἀναδεικνύεται ἡ μεγάλη σημασία τοῦ νέφους τῶν Νεομαρτύρων γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας. Ἀνέδειξαν τὸ μεγαλεῖο του λαϊκοῦ στοιχείου στὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα, γεφύρωσαν τὸ ὑποτιθέμενο χάσμα ἀνάμεσα στὴν ἁγιότητα καὶ τὴν καθημερινότητα, δίδαξαν καὶ διδάσκουν τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν ἐποχῶν γιὰ τὴν ἀνὰ πάσα στιγμὴ ἐμφάνιση τοῦ πειρασμοῦ καὶ παρουσίασαν τὸ Μαρτύριο, ὄχι ὡς προνόμιο κάποιων φωτεινῶν ἐξαιρέσεων ἀλλὰ ὡς ὁδὸ ποὺ καλοῦνται ὅλοι νὰ βαδίσουν μὲ διαφορετικὸ τρόπο.