Κουτούμπας Κωνσταντῖνος, Θεολόγος.

Ἡ Ἀκολουθία τῶν Μεγάλων Ὠρών τελειται τὸ πρωὶ τῆς 24ης Δεκεμβρίου μετὰ τὸν Ὄρθρο. Στὴ σύγχρονη πράξη ὅλες οἱ Ἀκολουθίες τῆς Παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων (Ὄρθρος – Ὧρες – Ἑσπερινὸς) ἀποτελοῦν ἕνα σῶμα στὸ τέλος τοῦ ὁποίου τελεῖται καὶ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Γιὰ αὐτὸ καὶ οἱ Ἐκκλησίες τὴν Παραμονὴ ξεκινοῦν ἀρκετὰ πρωὶ προκειμένου νὰ καλυφθεῖ τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ἀπαιτεῖται.

Ἐξαίρεση ἀποτελεῖ ἡ Ἀκολουθία ὅταν τὰ Χριστούγεννα πέσουν Κυριακὴ ἤ Δευτέρα, ὅποτε καὶ μετατίθεται ἡ Ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν τὴν Παρασκευή, χωρὶς ὅμως Θεία Λειτουργία, καθὼς γίνεται συσχετισμὸς μὲ τὴν Μεγάλη Παρασκευὴ κατὰ τὴν ὁποία δὲν τελεῖται Θεία Λειτουργία. Εὔλογα θὰ πεῖ κανεὶς πῶς γίνεται νὰ τελεστεῖ Θεία Λειτουργία τὴν Παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων ἐνῶ εἶναι ἡμέρα νηστείας. Ἀπαντώντας θὰ λέγαμε ὅτι εἶναι μὲν ἡμέρα πλήρης νηστείας ἡ Παραμονὴ τῶν Χριστουγέννων, ὡστόσο ἡ Θεία Λειτουργία συνδέεται ἐμφανῶς μὲ τὸν Ἑσπερινὸ τῶν Χριστουγέννων (στὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ πράξη τελοῦνταν ἀργὰ τὸ ἀπόγευμα τῆς 24ηςΔεκεμβρίου). Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ἡ Ἀκολουθία τῶν Ὡρῶν ποὺ φέρει τὰ ἴσα τῆς μεγάλης Παρασκευῆς μεταφέρεται τὴν πρὸ τῶν Χριστουγέννων Παρασκευή, καθὼς Σάββατο καὶ Κυριακὴ καταλύονται (τουλάχιστον ἀπὸ οἶνο καὶ ἔλαιο).

Στοὺς ὕμνους τῶν Μεγάλων Ὡρῶν τῶν Χριστουγέννων ἔχουμε ὁμοιότητα ὡς πρὸς τὸ μέλος, τὴ χρήση τῶν ἤχων, τὴ δομὴ τῆς μελωδίας, στὸ μέτρο, ἀλλὰ καὶ τὴ χρήση τῶν ἤχων τῆς Ὀκταηχίας ἀλλὰ καὶ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τοὺς ἤχους ὁ ὑμνογράφος. Ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς καθηγητὴς Ἰωάννης Φουντούλης πρόκειται γιὰ μία μετάφραση καὶ προσαρμογή, μελικὴ καὶ μετρικὴ θὰ προσθέταμε ὡς πρὸς τὰ Ἰδιόμελα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς.

Ἀντιπαραβολὴ Ἰδιομέλων

Στὸ Ἰδιόμελο «Τάδε λέγει» τῆς Ἃ΄ Ὥρας τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς ὁ Χριστὸς ἀπευθύνεται στοὺς Ἰουδαίους καὶ διερωτᾶται γιὰ τὴν ἀχάριστη συμπεριφορὰ τοὺς ἀπέναντί Του, ἀπαριθμώντας τὰ θαύματα ποὺ τέλεσε κατὰ τὰ τρία χρόνια τοῦ διδακτικοῦ Του ἔργου, πρὶν τὸ Πάθος Του.

Στὸ παράλληλο Ἰδιόμελο τῆς Ἃ΄ Ὥρας τῆς 24ης Δεκεμβρίου ὁ διάλογος μεταφέρεται μεταξύ τοῦ Ἰωσὴφ καὶ τῆς Παρθένου ποὺ ἀπορεῖ γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Παναγία βρέθηκε ἔγκυος καὶ οἱ λογισμοὶ καὶ οἱ ἀμφιβολίες ποὺ φέρεται ὁ Ἰωσὴφ πὼς εἶχε στὸ Εὐαγγέλιο, μεταφέρονται ἀπὸ τὴν γραφίδα τοῦ ὑμνογράφου στὸν ὕμνο μέσα.

Στὴν Γ΄ Ὥρα,στὸ Ἰδιόμελο «Πρό τῆς Γεννήσεως τῆς σῆς» γίνεται λόγος γιὰ τὴν ἔκσταση τῶν οὐράνιων δυνάμεων ποὺ ἀποροῦν ἔκπληκτες ἐνώπιόν τῆς θαυμαστῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Στὸ ἀνάλογο Ἰδιόμελο ποὺ ἄρχεται κατὰ παρόμοιο τρόπο «Πρό τοῦ Τιμίου σου Σταυροῦ» παρουσιάζεται ὁ τρόμος τῶν Ἀγγέλων ἀπέναντι στὸν ἐμπαιγμὸ τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴ Σταύρωση. Ὁ παραλληλισμὸς τῆς Κένωσης τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴ Γέννηση καὶ κατὰ τὸ Πάθος Του εἶναι ἐμφανής.

Ἀπὸ τὴν ἴδια Ὥρα, τὸ Ἰδιόμελο «Δεῦτε χριστοφόροι λαοὶ» μεταπλάθεται καὶ μεταφέρεται ἀπὸ τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα στὴν προσκύνηση τῶν Μάγων καὶ τὰ γεγονότα γύρω ἀπὸ τὴ Γέννηση.

Ἡ Θ΄ Ὥρα ἀποτελεῖ τὴν Κορύφωση τῆς Ἀκολουθίας τῶν Ὡρῶν καθὼς ἔχουμε ὕμνους ὅπου πατοῦν ἐπακριβῶς πάνω στοὺς ὕμνους τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Τὸ πρῶτο Ἰδιόμελο τῆς Θ’ Ὥρας τῆς 24ης «Ἐξεπλήττετο ὁ Ἡρώδης» ἀναφέρεται στὴ σφαγὴ τῶν Νηπίων καὶ ἐξιστορεῖται ἡ ἔκπληξη τοῦ Ἡρώδη μπροστὰ στὴν προδοσία τῶν Μάγων ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ ἄλλο δρόμο σύμφωνα μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἀγγέλου καί ἡ ἀγανάκτησή του, ποὺ τὸν ὁδήγησε στὸ φρικτὸ αὐτὸ ἔγκλημα. Στὸν ἀνάλογο ὕμνο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς «Θάμβος ἦν κατιδεῖν» γίνεται ἀναφορὰ στὴν ἔκπληξη τῶν πιστῶν μπροστὰ στὸν γυμνωθέντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ ἐπάνω στὸν Σταυρὸ καὶ στὸν ἐμπαιγμό του, τὴ στιγμὴ ποὺ καὶ ἡ ἴδια ἡ ἄλογη κτίση ἀντιδρᾶ καὶ ἀγανακτεῖ ἐνώπιόν τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ ἴδιου τοῦ Δημιουργοῦ της.

Τὸ δεύτερο Ἰδιόμελο τῆς Θ’ Ὥρας, «Ὄτε Ἰωσὴφ Παρθένε λύπῃ ἐτιτρώσκετο» σὲ β’ παρακλητικὸ ἦχο, ἄρχεται ὅμοια μὲ τὸ χαρακτηριστικὸ ἰδιόμελο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς «Ὅτε σέ σταυρῷ προσήλωσαν παράνομοι». Στὴ μετάπλαση τοῦ ἀρχικοῦ ἰδιομέλου, τὸ Χρωματικὸ γένος ὑπηρετεῖ τὴν ἔνταση τῶν δύο ὕμνων, καθὼς τὸ νόημα μετακυλίεται ἀπὸ τὸν θρῆνο τῆς Παναγίας στὴν λύπη τοῦ Ἰωσὴφ ποὺ τὸν κατέτρωγε, ὅπως ἐπὶ λέξει ἀναφέρει ὁ ὕμνος, ὅταν ἀντιλήφθηκε τὴν ἐγκυμοσύνη τῆς Παρθένου.

Ὡστόσο τὸ δοξαστικό τῆς Θ΄ Ὥρας ἀπομένει τὸ πλέον χαρακτηριστικό, ὅπου βλέπουμε ἐμφανῆ τὴν ἐπίδραση τοῦ ἀρχαίου ὕμνου στὴ σύνθεση τοῦ ὕμνου τῶν Χριστουγέννων. Πρόκειται γιὰ τὸ τροπάριο «Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου» τὸ ὁποῖο βαδίζει ἐπακριβῶς ἐπάνω στὸ τροπάριο «Σήμερον κρεμᾶται ἐπὶ ξύλου». Ὁ κάθε στίχος τοῦ τελευταίου μεταπλάθεται καὶ περιγράφει τὴν ἀσύλληπτη ταπείνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ κατὰ τὴν Γέννησή του ἐκ Παρθένου Μαρίας. Ἡ μεταγραφὴ τοῦ περιεχομένου τῶν στίχων ἀπὸ τὴν περιγραφὴ τῶν φρικτῶν Παθῶν (Σταυρός, λόγχη, ἧλοι, ἀκάνθινος στέφανος κλπ) στὴν ὑπερφυὴ Γέννησή Του στὸ ταπεινὸ σπήλαιο (Ράκη ἀντὶ γιὰ βασιλικὰ ἐνδύματα, φάτνη ἀντὶ γιὰ λίκνο κλπ) διασώζει τὴν ἑνότητα τῆς λατρευτικῆς μας παράδοσης, ὅπου κάθε γεγονὸς τῆς Θείας Οἰκονομίας κορυφώνεται στὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Θεανθρώπου. Κάθε Ἑορτὴ ἀποτελεῖ ἀνάμνησή τους. Ὁ Χριστὸς ἔρχεται μὲ σκοπὸ νά σταυρωθεῖ, νὰ πάθει καὶ νὰ ἀναστηθεῖ. Ἡ ὑμνογραφία σὲ αὐτὸ συμβαδίζει καὶ μὲ τὴν εἰκονογραφία, ὅπου ὁ Χριστὸς δὲν ἐμφανίζεται σὲ συγκινησιακὸ αἰσθητικὰ περιβάλλον ὡς ἀρτιγέννητο παχυλὸ βρέφος, ἀλλὰ σπαργανωμένος σὰν μὲ σάβανο μέσα σὲ κιβωτιόσχημη φάτνη –πράγμα ποὺ ἀποτελεῖ ἀναγωγὴ στὸν ὄλβιο Τάφο Του.

Σὲ ὅλους τους ὕμνους τῶν Ὡρῶν τῆς Παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων παρελαύνουν ὅλοι οἱ ἦχοι τῆς Ὀκταηχίας, ὅμοια μὲ τὰ τροπάρια τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς, μὲ κίνηση ποὺ ἐναλλάσσεται πάντα σὲ συνάρτηση μὲ τὸ περιεχόμενο. Στοὺς Προεόρτιους Κανόνες τὸ Χρωματικὸ γένος κυριαρχεῖ, μὲ τὴν ὁμαλὴ διάβαση ἀπὸ τὸ σκληρὸ στὸ μαλακὸ χρωματικό, καθὼς βαδίζουμε πρὸς τὴν κυριώνυμη ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων. Τὴν νύκτα τῶν Χριστουγέννων, οἱ  δύο αὐτάδελφοι ὑμνογράφοι Κοσμᾶς καὶ Ἰωάννης συνθέτουν Κανόνα σὲ α’ ἦχο, ποὺ κυριαρχεῖ ὡς πανηγυρικὸς καὶ μεγαλοπρεπής,  στὸ χαριέστατο καὶ σύντομο μέλος τους, ὅμοια μὲ τὸν Κανόνα τῆς Ἀναστάσεως καὶ ὑπηρετεῖ τὴν κορύφωση τοῦ ἑορταστικοῦ κλίματος.