Απόσπασμα ομιλίας Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου (+).

Ήλθε ο Χριστός στον κόσμο για ν’ αναστήσει, αναμορφώσει και ζωοποιήσει τους «τεθανατωμένους τῇ ἁμαρτίᾳ». με την πρώτη διά της μετανοίας αυτή ανάσταση των ανθρώπων δεν ολοκληρώθηκε το έργο του. Με τη δική του ανάσταση χαρίζει και τη δική μας ανάσταση, αφού αυτός είναι η ζωή και η ανάσταση των ανθρώπων. Ο Χριστός τρεις δεκαετίες μένει στην αδοξία, την αφάνεια και τη σιωπή. Μας διδάσκει κι έτσι. Μας νουθετεί να προετοιμαζόμαστε καλά.Να μαθητεύουμε στην ταπείνωση. Ν’ αγαπάμε το αδιαφήμιστο. Ν’ ακούμε κιόλας. Να μη μόνο μιλάμε. Έχει πολλά να μας νουθετήσει και η σιωπή.

Monaxos Moisis AgioritisΟ Χριστός που είναι το φως, η ζωή και η ειρήνη του κόσμου, την τελευταία επίγεια τριετία του, άφησε τη σιωπή και κήρυξε «ρήματα ζωῆς αἰωνίου». «Ὁ λαός ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα». Αυτό το φως όμως πολλοί, ακόμη μέχρι σήμερα, το αγνόησαν, το απέφυγαν, θέλησαν να το σβήσουν. Γιατί; Γιατί «πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ».

Οι άνθρωποι νόμιζαν πως φυλάκισαν τη ζωή σ’ ένα τάφο. Τον ασφάλισαν καλά τον τάφο. Έβαλαν μάλιστα και στρατιώτες να τον φυλάνε. Η Εκκλησία στηρίζεται σ’ έναν κενό τάφο. Ο τάφος ανέτειλε ζωή. Ο τάφος απέβη πηγή ανεκλάλητης κι ανέκφραστης χαράς. «Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον, ποῦ σου Ἅδη τὸ νίκος; Ἀνέστη Χριστός, καὶ πεπτώκασι δαίμονες. Ἀνέστη Χριστός καὶ νεκρός οὐδείς ἐπὶ μνήματος». Ο τάφος δεν μπόρεσε να κρατήσει τον Χριστό περισσότερο από τρεις ημέρες. Είναι κρίμα μεγάλο, αδελφοί μου, μετά την τριήμερη ανάσταση του Χριστού να παραμένουμε ενταφιασμένοι στην άφωτη και άχαρη φυλακή των παθών. Σε διάφορους τάφους κακιών, φθόνων, εχθροτήτων και ηδονών. Να μη θέλουμε ν’ αναστηθούμε και να ελευθερωθούμε και να ζήσουμε ζωή χαρισάμενη. Είναι ιδιαίτερα τραγικό να μη θέλουμε ν’ αξιοποιήσουμε το μεγαλειώδες γεγονός της αναστάσεως, που είναι καταπληκτικό μήνυμα ελευθερίας και κήρυγμα χαράς. Μας ελευθερώνει από τον τυραννικό θάνατο και μας χαρίζει χαρά αναφαίρετης υπερουράνιας ειρήνης.

Η ανάσταση του Χριστού προβάλλεται πανηγυρικά από την Εκκλησία μας με χαρμόσυνες ευχές, κωδωνοκρουσίες, φωτοχυσίες, λαμπρά ενδύματα και εδέσματα, ακόμη και φωτοβολίδες και κροτίδες για να σημαίνει τον μύχιο ανθρώπινο πόθο, την απροσμέτρητη λαχτάρα, την ακόρεστη δίψα για αιωνιότητα, πιστοποίηση και βεβαίωση της θανατώσεως του θανάτου, της νίκης της ζωής. Παρ’ όλα αυτά όμως η ανάσταση του Χριστού παραμένει στην ουσία της ένα σιγαλό, ήσυχο και μυστικό γεγονός, που τελεσιουργείται στ’ απύθμενα βάθη της ανθρώπινης καρδιάς. Η ανάσταση του θεανθρώπου και ως ιστορικό γεγονός καλά καταγεγραμμένο συνέβη στη σιγή της νύχτας, δίχως κανένα φως, κρότο, διαφήμιση, φωνές, κοσμοσυρροή και λαοσύναξη. Δίχως την παρουσία αγγέλων και τους ήχους σαλπίγγων αρχαγγέλων. Κατά τους άγιους πατέρες συνέβη κοντά στα ξημερώματα, στα γλυκοχαράματα μιας νέας ημέρας. Πρόκειται για την καινή ημέρα, για καινότητα εν Χριστώ ζωής, την οποία προκαλείται και προσκαλείται ελεύθερα να οδεύσει ο κάθε άνθρωπος.

Είναι αλήθεια πως «ἔγινε ἡ Ἀνάσταση ἐν σιωπῇ κατὰ μυστικό καὶ μυστηριώδη τρόπο, ὅπως πρέπει νὰ γίνεται ἡ ἀνάσταση καὶ στὴν ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου» (αρχιμ. Ευσέβιος Κόκκορης). Δεν αρνούμεθα καθόλου τον πανηγυρισμό και εορτασμό της μεγάλης εορτής. Γι’ αυτό και το Πάσχα ονομάζεται Λαμπρή. Θα είναι όμως πάλι κρίμα αν μείνουμε προσηλωμένοι στον εξωτερικό διάκοσμο, το χοροτράγουδο και το φαγοπότι. Πάσχα σημαίνει διάβαση, πέρασμα, διαπόρθμευση. Μετάβαση από τον θάνατο στη ζωή. Βίωση εντός μας, μ’ ένα ανέκφραστο τρόπο, του υπερφυούς γεγονότος της αναστάσεως του Χριστού, ως πρόγευση της προσωπικής μας αναστάσεως. Ας επιτραπεί συνοπτικά και παρενθετικά ν’ αναφέρουμε κάτι που και άλλοτε έχουμε πει. Εμείς οι Ορθόδοξοι πιστεύουμε, λατρεύουμε και προσκυνούμε Χριστό Σταυροαναστηθέντα. Καθημερινά βιώνουμε τον σταυρό και την ανάσταση. Δεν καταλήγουμε στον σταυρό. Δεν παρακάμπτουμε τον σταυρό. Δεν οδηγούμεθα στο Κενό Μνημείο αν δεν διέλθουμε απαραίτητα από τον Γολγοθά. Δεν υπάρχει Ανάσταση δίχως Σταυρό. Αυτό έχει σημασία. Αν δεν βιώσει κανείς καλά την κατάνυξη του Τριωδίου δεν θα χαρεί την ευλογία του Πεντηκοσταρίου. Ορισμένοι σύγχρονοι θεολόγοι πηγαίνουν κατευθείαν στην ανάσταση και μιλούν άνετα και πρόχειρα για μία θεολογία του έρωτα, της ελευθερίας και της χαράς.

Ο κόσμος δεν είναι εμποροπανήγυρη, ξεφάντωμα, κοσμοχαλασιά και συνεχείς ξέφρενοι ρυθμοί. Μη λησμονάμε ότι ο κόσμος έχει θλίψη, στένωση, σταύρωμα, κακουχία, δυσκολίες, προβλήματα, πόνους, αποτυχίες, καημούς και βάσανα. Μας συνοδεύουν τ’ αντίθεα και άγρια πάθη και η ασίγαστη επιθυμία της σάρκας. Ισόρροπα λοιπόν, διακριτικά και προσεκτικά ας ακολουθούμε το παράγγελμα του κορυφαίου αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους: «Ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοί πολλούς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδέν ἔχοντες και τα πάντα κατέχοντες».

Η πρώτη ημέρα, «τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» έχει ένα βαθύ νόημα, μήνυμα και περιεχόμενο. Είναι η πρώτη της «καινῆς κτίσεως», ενός νέου κόσμου, ενός κόσμου που πέθανε, τάφηκε και αναστήθηκε σε καινούρια ζωή. Είναι η αυγή της πρώτης ημέρας της εβδομάδος. Της ωραίας λεγομένης Διακαινησίμου. «Πόσα δὲν μᾶς λέει, ἀλήθεια, αὐτή ἡ ἡμέρα. Γιά τὴν αφοσίωση τῶν Μυροφόρων. Για τὴν ἀγγελική ὀπτασία. Γιά τὸ παράδοξο ἄγγελμα τὴς Ἀναστάσεως. Για τὸ κενό μνημεῖο. Ἔπειτα γιά μία ἐπανατοποθέτηση τῶν ἡμερῶν τῆς ἑβδομάδος μὲ κέντρο “τὴν μίαν σαββάτων”. Γιά μία ὀργάνωση τῆς λατρείας καὶ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μὲ βάση τὴν “Κυριακή” –τὴν ἡμέρα τῆς θείας Ἀναστάσεως» (επισκόπου Κοζάνης Διονυσίου).

Την Κυριακή στους αποστολικούς χρόνους συνάζονταν οι Χριστιανοί για την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, την ακρόαση του ευαγγελικού κηρύγματος, την άσκηση της μεταξύ τους αγάπης. Στην Τρωάδα ο θείος Παύλος μία Κυριακή κηρύττει και πέραν του μεσονυκτίου. Στους πρώτους χριστιανούς της Κορίνθου γράφει να μη λησμονούν την υποχρέωση της αγάπης, τη συγκέντρωση χρημάτων για τους φτωχούς κάθε Κυριακή. Ημέρα Κυριακή ο ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος στη νήσο Πάτμο δέχεται τη θεία Αποκάλυψη.

AnastasiΚυριακή, ημέρα Κυρίου, μνήμη χαροποιός της Αναστάσεως. Τι γίνεται όμως σήμερα; Τιμούν οι άνθρωποι την «μίαν σαββάτων» σήμερα; Την αγιάζουν; Αγιασμός σήμερα κατάντησε λέξη εντελώς άγνωστη. Η Κυριακή σήμερα δεν είναι η ημέρα του Κυρίου που υπάρχει «ἵνα ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ». Αν είναι αργία, είναι για φυγή, διασκέδαση. Γίνονται μάλιστα σήμερα μηνύσεις στους ιερείς για τον κτύπο της καμπάνας, που δεν σίγασε ούτε επί τουρκοκρατίας. Ξημερώνει ο Πανάγαθος την ημέρα της αναπαύσεως κι ενοχλεί η κωδωνοκρουσία και ο  κόσμος φεύγει για εκδρομές και οι νέοι τότε επιστρέφουν στα σπίτια τους.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία, αγαπητοί μου, είναι του Σταυρού και της Αναστάσεως. Η Εκκλησία μας δεν είναι μία εγκόσμια οργάνωση. Η Ορθοδοξία δεν είναι ένα ηθικό και κοινωνικό σύστημα. Ορισμένοι μάλιστα μόνο καλό της Εκκλησίας θεωρούν την κοινωνική της πρόνοια. Η Ορθοδοξία είναι χαριτόδοτο ήθος, ακέραιο ύφος, κήρυγμα σωτηρίας, κοινωνία προσώπων, αφοβία θανάτου, χάρη και χαρά αληθινών χριστιανών. Η Ορθοδοξία δεν είναι μία ωραία θρησκεία ανάμεσα στις άλλες καλές θρησκείες, μία υψηλή ιδεολογία κι ένας φιλανθρωπικός οργανισμός. Το κέντρο του χριστιανικού κηρύγματος και το κέντρο της θείας λατρείας είναι η Ανάσταση του Κυρίου. Κήρυγμα και λατρεία της Εκκλησίας είναι η μαρτυρία της αναστάσεως. Η Ορθοδοξία δεν είναι ιδεολογικό σύστημα, αλλά κήρυγμα γεγονότων, βιωμάτων, αληθειών χαρμοσύνων.

Ο μακάριος Παύλος στην Αθήνα κήρυξε Χριστό Αναστάντα. Βίωμα δεν σημαίνει ευχάριστη ψυχολογική εντύπωση αλλά μυσταγωγία, μυστική δηλαδή επανάληψη στο βάθος της καθαρής καρδιάς του ταπεινού πιστού. Η ομιλία αυτή δεν αποτελεί τυπικό πανηγυρικό λόγο, γι’ αυτό και θίγει θέματα, σημεία και στοιχεία, του περιεχομένου της εορτής, που μελετώμενα και αποκαλυπτόμενα θα συνδράμουν στον χαροποιό φωτισμό των πιστών.

Το Πάσχα, αγαπητοί μου αδελφοί, δεν είναι μια χαρούμενη αναμνηστική επέτειος, όπου φανταζόμαστε κάποια γεγονότα, που κάποτε κάπου συνέβησαν, που μπορεί και να μη συνέβησαν, κι εμείς απλά λέμε «Χριστός Ἀνέστη» και «’Αληθῶς Ἀνέστη» ανοημάτιστα. Πρόκειται για ακριβή, αλάνθαστη, βέβαιη πίστη, που πληροφορεί και παραμυθεί την καρδιά του πιστού και του δωρίζει χάρη, χαρά, αφοβία, ζωή. Πιστεύω σημαίνει ζω. Δεν ζω αν δεν πιστεύω. Δεν πιστεύω αν δεν ασπάζομαι το κήρυγμα της Αναστάσεως. Το ευαγγέλιο είναι το χαρμόσυνο άγγελμα, η προσωπική επιστολή του Αναστάντος στον καθένα μας. Το ευαγγέλιο «ὅ παραλάβομεν, ἐν ᾦ ἐστήκαμεν, δι’ οὗ καὶ σωζόμεθα», δεν είναι μία ηθική θεωρία και μία κοινωνική διδασκαλία, αλλά είναι ζωή και μαρτυρία, σωτηρία και λύτρωση, «’ανάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι».

«Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ». Όλη η εβδομάδα του Πάσχα είναι ως μία ημέρα. Με την ίδια λαμπρότητα εορτάζονται και οι επτά ημέρες. Το πιο σπουδαίο γεγονός σε όλη την ανθρώπινη ιστορία και στην πνευματική ζωή του κάθε πιστού είναι η Ανάσταση. Για τον λόγο αυτό όλος ο κόσμος εορτάζει το Πάσχα. «Ἀναστάσεως ἡμέρα∙ λαμπρυνθῶμεν λαοί». Επιτυχημένα ονομάστηκε το Πάσχα Λαμπρή. Όλα λαμποκοπούν και χαίρονται. «Σήμερα ἔαρ μυρίζει καί καινή κτίσης χορεύει». Η χαρά φωτίζει τα πρόσωπα των χριστιανών. Η πασχαλινή λαμπάδα, το ξαναλέμε, φωτίζει και θερμαίνει. Καίγεται, λειώνει, μικραίνει, ταπεινώνεται, προσφέρεται, θυσιάζεται. Φωτίζει τη ζωή μας ζεσταίνει την καρδιά μας.

«Καθαρθῶμεν τάς αἰσθήσεις καί οψόμεθα». Για να δεις καλά, πρέπει να έχεις καθαρή όραση. Το ιερό για να θεαθεί και βιωθεί, θέλει καρδιακή καθαρότητα απαραίτητα. Μόνο με καθαρές τις αισθήσεις, τη διάνοια, την ψυχή, τη διάθεση δυνάμεθα να δούμε τον Αναστάντα. Δεν θα γευθούμε την καθαρή χαρά, την άυλη χαρά του ποιητή, την αγία χαρά, δίχως προετοιμασία καθαρμού. Η Σαρακοστή όλη διά της νηστείας, προσευχής, εγκρατείας και ταπεινώσεως γι’ αυτό μας προετοίμασε.

«Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν». Το νέο πόνημα, δεν είναι αυτό που πήγασε από την πέτρα στην έρημο του Σινά από τον προφήτη Μωυσή. Το νέο βρώμα, δεν είναι το ουράνιο μάννα, αλλά και το σώμα και το αίμα του Χριστού. Δεν μπορεί κανείς να χαρεί ανάσταση δίχως θεία Κοινωνία. Έτσι αισθάνεται κανείς ότι «νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός». Το φως φωτίζει τα πάντα στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Κυρίως στην καρδιά του ανθρώπου. Τότε ο άνθρωπος δεν παύει να ψάλλει «ὤ θείας, ὤ φίλης, ὤ γλυκητάτης σου φωνῆς». Η θεία, η φιλική, η γλυκύτατη παρουσία του Χριστού αποτελεί την πιο χαρούμενη αίσθηση στη ζωή του πιστού.

Ορθά ειπώθηκε πως «χωρίς να νιώσει ο άνθρωπος στα κατάβαθα της υπάρξεως του την ανακαινιστική δύναμη της Αναστάσεως, δεν μπορεί να συμμετάσχει ουσιαστικά και υπαρκτικά στη χαρά του λαμπριάτικου μηνύματός της. Η Λαμπρή, χωρίς την Ανάσταση, είναι μία εξωτερική κοσμική γιορτή δίχως τους εσωτερικούς κραδασμούς της νέας δημιουργίας» (πρωτοπρ. Ευάγγελος Παχυγιαννάκης).

Πως θα αισθανθεί ο σύγχρονος άνθρωπος τη χαρά της Αναστάσεως; Πρωταρχικά θα πρέπει να πιστέψει ακράδαντα σε αυτή. Η ανάσταση φέρνει στη ζωή μας νέα δύναμη, νέα διάσταση, νέα πνοή. Χαρίζει μία νέα προοπτική για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Την τελική νίκη κατά των δυνάμεων του θανάτου και του σκότους. Η ανάσταση μας διαπερνά από την χρονικότητα, την επικαιρότητα, την καθημερινότητα, την επιπολαιότητα και τη φθαρτότητα στην ατέρμονη αιωνιότητα και αγαλλίαση. Μόνο η σχέση μας με τον Αναστάντα Χριστό μπορεί να χαρίσει αυτόν τον υπέροχο ανακαινισμό.

Η ανάσταση του Χριστού είναι μία ανοιχτή πρόσκληση προς όλους προς συνοδοιπορία. Αρχίζει με την άρση του σταυρού. Για να καταλήξουμε στο Κενό Μνημείο, θα πρέπει να διέλθουμε πρώτα από τον κήπο της αγωνίας, τη νυκτερινή Γεσθημανή, τον λόφο της σταυρωμένης αγάπης, τον αιματοβαμμένο Γολγοθά. Ανάσταση Χριστού σημαίνει ανάσταση όλων των νεκρών. Αν σήμερα οι χριστιανοί χαίρονται, χαίρονται ακριβώς γι’ αυτή τη σημαντική και κορυφαία νίκη του θανάτου διά του θανάτου του Χριστού. Έτσι τα νεκροταφεία πλέον λέγονται κοιμητήρια. Χριστιανοί που εορτάζουν τη Λαμπρή και το Πάσχα και όχι την Ανάσταση του Κυρίου και την πίστη στη βέβαιη ανάσταση των νεκρών δεν μπορούν να είναι αληθινά χαρούμενοι. Ακούς να λένε «χρόνια πολλά», «και του χρόνου» ή τυπικά ένα «Χριστός Ανέστη» και να απαντά ο άλλος «επίσης»! Η ανάσταση δίνει την αναφαίρετη χαρά στην καρδιά του πιστού. Διαφορετικά οι χαρές είναι μικροχαρές, χαζοχαρές, φευγαλέες, εφήμερες, πρόσκαιρες, ληξιπρόθεσμες.

Ο σοφός Πλάτων έκανε ένα ουσιαστικό πρώτο ορισμό του τι είναι ζωή και είπε επιτυχημένα κι εύστοχα «ζωή ἐστι μελέτη θανάτου». Το μόνο σίγουρο στη ζωή είναι ότι θα πεθάνουμε. Ο άνθρωπος γνωρίζει πολύ καλά ότι μια μέρα θα πεθάνει. Εν τούτοις ζει και κινείται και σκέφτεται ως επίγειος αθάνατος. Δεν θέλει να μελετά διόλου τον θάνατο. Ένα από τα πιο σπάνια όνειρα στον ύπνο του ανθρώπου είναι να δει τον εαυτό του νεκρό. Έχουμε όλοι, αδελφοί μου, βιολογικά ημερομηνία λήξεως. Ο άνθρωπος βέβαια δεν πλάσθηκε για να πεθαίνει. Ο θάνατος εισήλθε στον κόσμο μετά την αμαρτία. «Ὄντως φοβερώτατον τό τοῦ θανάτου μυστήριον», πως διαχωρίζεται η ψυχή από το σώμα. Γι’ αυτό τον χωρισμό κυρίως πονάμε και φοβόμαστε. Είναι ανθρώπινο. Η ψυχή αγαπά το σώμα, γιατί έζησε τόσα χρόνια μαζί του. Η ψυχή, κατά θεία βούληση, ενώ είναι κτιστή, είναι αθάνατη. Γι’ αυτό και ο άνθρωπος αγωνιά ενώπιον του θανάτου, αγωνίζεται να τον απομακρύνει, μάχεται να τον κατατροπώσει. Μόνο ο σταυροαναστηθείς Χριστός μπορεί να δώσει νόημα στον θάνατο, παραμυθία, ελπίδα. Μόνο με την εκούσια μετοχή μας στον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού λαμβάνει άλλη διάσταση η ζωή και ο θάνατος. Ζωή δίχως Χριστό δεν υφίσταται. Θάνατος είναι η αποξένωση του ανθρώπου από τον Χριστό. Μετέχοντας του Σώματος του Χριστού νικά τον φόβο του θανάτου, όπως οι άγιοι που αγάπησαν πολύ τον Χριστό και ανέμεναν χαρούμενα τον θάνατο, για να συναντηθούν καλύτερα μαζί του. Χριστός «ἐγερθεὶς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο» και «ἐκ γὰρ θανάτου πρὸς ζωὴν Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμᾶς διεβίβασεν».   

Πηγή: ΑΘΩΝΙΚΑ ΑΝΘΗ 13

Μοναχοῦ Μωυσέως Ἁγιορείτου

Χριστός χριστιανούς

χαρά χαρίζει

Εκδόσεις «ΤΗΝΟΣ»