30 Αυγούστου 1922.

Κανείς δεν ήξερε το πιο μεγάλο κακό που ερχόταν…..

την μεγάλη φωτιά …η Σμύρνη βυθισμένη ολοκληρωτικά στο χάος…..

Το μακελειό δεν περιοριζόταν μόνο στην αρμένικη συνοικία, αλλά σε ολόκληρη την πόλη και τα προάστια, με εξαίρεση την τουρκική συνοικία. Ο Άγγλος εφημέριος Τσαρλς Ντόμπσον τόλμησε να περιδιαβεί την πόλη για να καταγράψει την κατάσταση: Έπεφταν διαρκώς τυχαίοι πυροβολισμοί στα σοκάκια, και ακολουθούσαν ουρλιαχτά και πανικόβλητα τρεχαλητά.

Παντού γίνονταν λεηλασίες και βιασμοί. Υπήρχαν πτώματα στις εισόδους των σπιτιών και στα σοκάκια κάθε γειτονιάς… Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση μια μεγάλη ομάδα από γυναίκες και μωρά όπως και ένα μικρό κορίτσι, σχεδόν γυμνό, που είχε πυροβοληθεί στο στήθος… Οι Τούρκοι λεηλατούσαν τα πάντα. Ένας άνδρας είχε πυροβοληθεί και στους δύο μηρούς, και τα ουρλιαχτά του άφηναν ασυγκίνητους τους έντρομους ανθρώπους [Μίλτον: 2008, σ. 231-2]. Από τους 5.000 χιλιάδες περίπου Αρμένιους που είχαν καταφύγει στον μητροπολιτικό ναό και στην Επισκοπή τους, οι περισσότεροι σφαγιάστηκαν στην προσπάθειά τους να διαφύγουν.

Χιλιάδες χριστιανοί είχαν στριμωχτεί στους τοίχους της προκυμαίας, αναζητώντας κάποιο πλεούμενο για να τους μεταφέρει σε κάποιο από τα ξένα πλοία που βρίσκονταν στον κόλπο. Η αναζήτησή τους όμως άκαρπη. Οι ψαρόβαρκες των ντόπιων βρίσκονταν σε κοντινά ελληνικά νησιά και τα ξένα σκάφη είχαν αυστηρές εντολές να μην δέχονται Έλληνες ή Αρμένιους [Μίλτον: 2008, σ. 326]. Η φυγή από τη Σμύρνη για όποιον δεν ήταν υπήκοος ξένων κρατών ήταν πλέον αδύνατη. Τα τελευταία ελληνικά πλοία είχαν αποπλεύσει πριν από τρεις ημέρες και 500.000 Έλληνες και Αρμένιοι βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε παγίδα θανάτου. Κάποιες υπερφορτωμένες βάρκες πλησιάζουν τα συμμαχικά πλοία, αλλά οι διαταγές ήταν ρητές . . . . .

“Οι πρόσφυγες δεν επιτρέπεται να επιβιβασθούν”