Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου.

            Πέρυσι, τέτοια ημέρα, το αντίστοιχο κείμενο ήταν αφιερωμένο στον εθνοϊερομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄. Φέτος αφιερώνεται σε δύο, στους Αδριανουπόλεως Δωρόθεο (Πρώιο) και Θεσσαλονίκης Ιωσήφ (Αντωνόπουλο), οι οποίοι με άλλους έντεκα Αρχιερείς ακολούθησαν  την μαρτυρική πορεία του Πατριάρχη στην δι’ απαγχονισμού εκτέλεση και ανακηρύχθηκαν άγιοι ιερομάρτυρες. Στην Κωνσταντινούπολη εκτελέστηκαν οι Συνοδικοί Αρχιερείς Εφέσου Διονύσιος, Αγχιάλου Ευγένιος, Νικομηδείας Αθανάσιος, Τορνόβου Ιωαννίκιος, Αδριανουπόλεως Δωρόθεος, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ και Δέρκων Γρηγόριος. Στη Θράκη εκτελέστηκαν ο πρώην Οικουμενικός Πατριάρχης Κύριλλος Στ΄ και οι Σωζοπόλεως Παΐσιος Πρικαίος ή Βάρης, Μαρωνείας Κωνστάντιος, Γάνου και Χώρας Γεράσιμος, Μυριοφύτου και Περιστάσεως Νεόφυτος και Σαμμακοβίτου Ιγνάτιος.

            Ο Σουλτάνος όταν πληροφορήθηκε την έκρηξη της Επαναστάσεως και στην Πελοπόννησο ζήτησε από τον Πατριάρχη να στείλει ως ομήρους στην Πύλη τρεις αρχιερείς, από τους πλέον κοντινούς του. Αυτοί ήσαν οι Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Αδριανουπόλεως Δωρόθεος και Τορνόβου Ιωαννίκιος. (Αρχ/που Χριστοδούλου «Γρηγόριος Ε΄ –  Ο εθνάρχης της οδύνης», Αποστ. Διακονία, 2004, σελ. 598). Η εν όψει των προφανών τραγικών εξελίξεων ατμόσφαιρα στο Πατριαρχείο ήταν χαρμολύπης. Είναι χαρακτηριστικοί οι λόγοι του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ προς τους στο μαρτυρικό τέλος πορευομένους αδελφούς του: «Αδελφοί, ούτως ηθέλησεν ο Κύριος, δεικνύων ημίν πολλά και σκληρά…Απέρχεσθε σήμερον εις την Πύλην, ίνα μένητε βεβαίως μετά των άλλων αδελφών ενέχυρα παρ΄ αυτή. Κύριος οίδε το αποβησόμενον. Αλλ’ εάν αποβή εις μαρτύριον, ακολουθήσω υμάς τάχιον και εγώ». (Ι. Φιλήμονος ΔΙΕΕ, τ. Β΄, σελ. 117).

            Ο Δέρκων Γρηγόριος ήταν της γνώμης να μην σταλούν οι Αρχιερείς όμηροι στην Πύλη, αλλά να εζητείτο από τον Σουλτάνο να μεταβούν ο Πατριάρχης και οι Συνοδικοί Αρχιερείς στην Πελοπόννησο, με την αιτιολογία ότι εκεί θα φρόντιζαν να σταματήσει η Επανάσταση, αλλά στην ουσία να ηγούντο Αυτής. Ο Πατριάρχης απέρριψε την εισήγηση και απάντησε: «Και εγώ, ως κεφαλή του έθνους και υμείς, η Σύνοδος, οφείλομεν να αποθάνωμεν δια την κοινήν σωτηρίαν. Ο θάνατος ημών θα δώσει δικαίωμα εις την Χριστιανωσύνην να υπερασπίση το έθνος εναντίον του τυράννου. Αλλ’ αν υπάγωμεν ημείς να θαρρύνωμεν την επανάστασιν, τότε θα δικαιώσωμεν τον Σουλτάνον αποφασίσαντα να εξολοθρεύση όλον το έθνος» (Ν. Σπηλιάδου «Απομνημονεύματα», Εκδ. Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, 1851, Α΄ Τόμος, σελ. 100, σημ. 1).      

            Στις 10 Απριλίου 1821, ημέρα του Πάσχα, απαγχονίστηκε ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ και ακολούθησε την ίδια ημέρα ο απαγχονισμός των Νικομηδείας Αθανασίου, Αγχιάλου Ευγενίου και Εφέσου Διονυσίου. Στις 3 Ιουνίου 1821 απαγχονίσθηκαν οι άλλοι συλληφθέντες Αρχιερείς Δέρκων Γρηγόριος, Αδριανουπόλεως Δωρόθεος, Τυρνόβου (ή Τορνόβου) Ιωαννίκιος και Θεσσαλονίκης Ιωσήφ. Οι δήμιοι τους επιβίβασαν επί πλοιαρίου για να τους οδηγήσουν στην αγχόνη. Κατά τη διαδρομή οι αρχιερείς με πνιγμένη από τον πόνο τη φωνή έψαλαν την ακολουθία της κηδείας τους. Στο τέλος εύχονταν ο ένας στον άλλο: «Καλή αντάμωση στην άλλη ζωή».

            Πρώτον οι δήμιοι αποβίβασαν τον Τορνόβου Ιωαννίκιο στο Αρναούτκιοϊ. Εκεί είχε στηθεί η αγχόνη «από του ανωφλίου οικίας παρακειμένου κουρείου». Οι άλλοι Αρχιερείς «απέστρεψαν τους δακρύοντας αυτών οφθαλμούς», πλην του Δέρκων. Αυτός όρθιος ιστάμενος και παρακολουθών το θύμα μέχρι της τελευταίας του θανάτου στιγμής ανέκραξε δια της στεντορείας αυτού φωνής «Μακαρία η οδός η (Σημ. γρ. στην οποία) πορεύη σήμερον». Έπειτα ήρθε η σειρά του Αδριανουπόλεως Δωροθέου. Τον αποβίβασαν και τον κρέμασαν στο Μεγάλο Ρεύμα. Ακολούθησαν ο Δημητσανίτης Θεσσαλονίκης Ιωσήφ που τον κρέμασαν στο Γενίκιοϊ (Νεοχώρι) και ο Αχαιός Δέρκων Γρηγόριος, τον οποίο τον πήγαν στα Θεραπειά και τον κρέμασαν μπροστά στο σπίτι του. (Σπ. Τρικούπη «Ιστορία της  Ελληνικής Επαναστάσεως», Εκδ. 3η, Εκδ. Παν. Ασλάνης, Εν Αθήναις, 1888, τ. Α΄ σελ. 110 κ.ε. και Κων. Παπαρρηγόπουλου «Ο Μέγας Δέρκων», εν «Εστία», 1876, σελ. 53).

            Ο Χιώτης Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως Δωρόθεος Πρώιος (1765-1821) ήταν εκ των ευρυμαθεστέρων κληρικών της εποχής του και ευρηματικός παιδαγωγός. Όταν ανέλαβε σχολάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής ο Κούμας έγραψε ότι «ήρχισε να γίνεται Πιερία (σημ. γρ. χώρα των Μουσών) ο Βόσπορος…, με τον φιλοτιμότερον διδάσκαλον και προήλθεν ικανή ωφέλεια εκ της σχολής…». Ο Δωρόθεος μαζί με τα θρησκευτικά έγραψε και δίδαξε φιλοσοφία, αρχαία ελληνικά, αστρονομία, φυσική, αριθμητική, άλγεβρα, γεωμετρία, λογική. (Περιοδ. Ελλην. Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολις τ. Γ΄, 1880, σελ. 256). Τα μαθήματα της φυσικής γίνονταν με πειράματα και η αστρονομία με ουράνιες παρατηρήσεις. Επίσης επιμελήθηκε της συντάξεως Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης, που άρχισε να εκδίδεται επί πατριαρχίας Γρηγορίου Ε΄, αλλά δεν ολοκληρώθηκε, λόγω των επισυμβάντων τραγικών γεγονότων.

Ο Δωρόθεος ήταν ο πρώτος που εισήγαγε στην παιδαγωγική μέθοδο την αυτοδιοίκηση των τροφίμων της Σχολής. Οι ογδόντα μαθητές ήσαν διηρημένοι σε δύο τμήματα. Επικεφαλής του κάθε τμήματος ο πρόεδρος ή «ταξίαρχος». Χρέος τους να προσέχουν την τήρηση των γυμνασιακών νόμων, να επιλύουν διαφορές και να συνεργάζονται με τον σχολάρχη. (Τ. Αθ. Γριτσόπουλου «Πατριαρχική Μεγάλη Σχολή», τ. Β΄, σσ. 86 κ.ε., 415 κ.ε.).

            Ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ (1761-1821) γεννήθηκε στην αγιοτόκο Δημητσάνα, που προσέφερε και πλειάδα Πατριαρχών και Αρχιερέων. Στην αδούλωτη αυτή ιδιαίτερη πατρίδα του, με την μεγίστη προσφορά στην Εθνεγερσία, έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Την εκπαίδευσή του συμπλήρωσε στην Κωνσταντινούπολη. Ο Μανουήλ Γεδεών γράφει τα χαρακτηριστικά του μάρτυρος Ιεράρχου: « Φυσικά μεν ευφυία και κρίσις νοός αποχρώσα, προσθήτω δε και κτητόν την ικανήν παίδευσιν. Προαιρετικά δε πραότης, ευπροσιτότης,…εγκράτεια και τήρησις ως ένι ακριβής των Θείων Κανόνων» («Από σημειώματα χρονογράφου», Αθήναι, 1932, σελ. 157).

Ως Μητροπολίτης Δράμας (1780-1810) ο Ιωσήφ δι’ επιστολής του προέτρεψε τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη να συγγράψει τον Συναξαριστή και ανέλαβε εκείνος την επιχορήγηση της έκδοσης. Μάλιστα επιδίωξε να παραμείνει μυστική η προσφορά του, όπως γράφει σε ανέκδοτη μελέτη του ο Γορτύνιος πρωτοπρεσβύτερος π. Χρίστος Κυριακόπουλος. Στην επιστολή του ο Ιωσήφ έγραψε μεταξύ άλλων: «Περί της εκδόσεως του Συναξαριστού…ζητώ να γίνη όσον το δυνατόν άρτιον και καλόν, επαινετόν και δεκτόν Θεώ πρώτον και ανθρώποις ωφέλιμον. Ίσως και συγχωρηθή και ημίν μέρος των πολλών μας αμπλακημάτων (Σημ.γρ. αμαρτημάτων)». Ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1810-1821) ο Ιωσήφ ήταν κοντά και βοηθούσε τον συντοπίτη του Πατριάρχη Γρηγόριο Ε. Την περίοδο 1819 – 1821 ήταν Συνοδικός και υπέγραψε την Πατριαρχική Εγκύκλιο προς τους Θεσσαλονικείς, με την οποία ο Πατριάρχης τους προέτρεπε να μην παρασυρθούν από το κίνημα του Αλή Πασά κατά της Πύλης.

Η θυσία του Πατριάρχη και των Αρχιερέων, που παρέμειναν πιστοί μέχρι θανάτου στον Χριστό, στην Εκκλησία και στο Έθνος, θα έπρεπε να συγκινεί κάθε έντιμο και ενημερωμένο άνθρωπο. Είναι λυπηρό το γεγονός ότι  η αντιεκκλησιαστική ιντελιγκέντσια της Πατρίδας μας κρατάει ατεκμηρίωτη, άδικη, προσβλητική και συκοφαντική στάση προς τους ιερομάρτυρες αρχιερείς της Παλιγγενεσίας.