Ἡ προοπτικὴ στὴν ζωή μας.
Ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα χρόνια εἶναι γνωστὸς ὁ μύθος τοῦ μέρμηγκα καὶ τοῦ τζίτζικα, κατὰ τὸν ὁποῖο ὅλο τὸ καλοκαίρι τὸ ἐργατικὸ μυρμήγκι κουραζόταν καὶ καταϊδρωμένο κουβάλαγε τὸν κόπο του, ὥστε τὸν χειμώνα εἶχε ἐπάρκεια ἀγαθῶν γιὰ νὰ ἐπιβιώσει. Ἀντίθετα, ὁ τεμπέλης τζίτζικας ὅλο τὸ καλοκαίρι τραγουδοῦσε καὶ ξεφάντωνε, μὲ συνέπεια τὸν χειμώνα νὰ βρεθεῖ ἀπροετοίμαστος καὶ νὰ πληρώσει μὲ τὴ ζωή του. Ὁ μύθος ἀνέκαθεν δίδασκε τὴν ἀναγκαία πρόνοια ποὺ ἔπρεπε νὰ λαμβάνει ὁ ἄνθρωπος ὥστε νὰ μπορεῖ ν\’ ἀντιμετωπίζει τὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς, μὲ ἄλλα λόγια δίδασκε τὴ συνετὴ προνοητικότητα.
Ἂν καὶ ὁ παραπάνω πρακτικὸς μύθος ὑπάρχει γιὰ νὰ ἀναδεικνύει τὴν προοπτική τῆς ἀσφάλειας καὶ τῆς σύνεσης στὴν καθημερινότητα καὶ τὶς ἐνέργειες τοῦ ἀνθρώπου, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ὡς ἀνθρώπινο δημιούργημα προετοιμάζει τὸ θεϊκὸ κήρυγμα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Καὶ τὸ θεϊκὸ κήρυγμα, μέσα ἀπὸ τὴν ἀναπτυσσόμενη παραβολή, ἔρχεται γιὰ νὰ προσδώσει ἄλλη, ἀνώτερη προοπτικὴ καὶ διάσταση στὸ δίδαγμα τοῦ ἀνθρώπινου μύθου.
Τὰ τάλαντα
Μία ἱστορία -ὄχι πραγματικὸ γεγονὸς- ἀναφέρει καὶ ὁ Κύριος. Κάποιος πλούσιος, πρὶν ταξιδέψει μακριά, κάλεσε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐξαρτώνταν ἀπὸ αὐτὸν καὶ τοὺς ἔδωσε τάλαντα, τὰ χρήματα τῆς ἐποχῆς, ἀνάλογα μὲ τὶς δυνατότητες ποὺ ἔκρινε ὅτι εἶχε ὁ καθένας. Ἔφυγε σὲ ἄλλον τόπο, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ καιρὸ ἐπανῆλθε καὶ ζήτησε λογαριασμὸ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπου του γιὰ τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο εἶχαν χρησιμοποιήσει τὰ τάλαντα ποὺ τοὺς εἶχε ἐμπιστευθεῖ. Κι ἐκεῖνος στὸν ὁποῖο εἶχε ἀφήσει πέντε τάλαντα τὰ ἐκμεταλλεύθηκε ἔτσι, ὥστε νὰ κερδίσει ἄλλα πέντε, πράγμα γιὰ τὸ ὁποῖο ἐπαινέθηκε καὶ ἀνταμείφθηκε. Τὸ ἴδιο καὶ αὐτὸς στὸν ὁποῖο εἶχε δώσει δύο τάλαντα. Αὐτὸς ὅμως, στὸν ὁποῖο εἶχε ἐμπιστευθεῖ ἕνα, κυριαρχούμενος καὶ ἀπὸ συναισθήματα ἀρνητικὰ ἐναντίον τοῦ κυρίου του, ἀντὶ νὰ ἐκμεταλλευθεῖ ἔστω καὶ κατ’ ἐλάχιστο τὸ τάλαντο, προτίμησε νὰ τὸ θάψει βαθιὰ στὴ γῆ καὶ νὰ τὸ ἀφήσει ἀναξιοποίητο! Γι’ αὐτὸ κατακρίνεται καὶ τελικὰ τιμωρεῖται.
Δὲν θέλει νὰ παραδώσει μαθήματα μακροοικονομίας ὁ Χριστός μας. Δὲν εἶναι ἀκόμη ἕνας ποὺ ἔρχεται νὰ προτείνει κάποιο οἰκονομικοκοινωνικὸ σύστημα ὀργάνωσης τῆς ἀνθρώπινης συμβίωσης. Εἶναι ὁ Ἕνας ποὺ προβάλλει ἐπὶ γῆς τὴν πραγματικότητα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Κι ὁ λόγος περὶ ταλάντων δὲν ἀποσκοπεῖ σὲ οἰκονομίστικες λογικὲς καὶ συζητήσεις, ἀλλὰ ὑποκρύπτει ἕνα βαθύτερο συμβολισμό. Ὁμόφωνη εἶναι ἡ ἑρμηνεία τῶν θεοφόρων Πατέρων μας ὅτι πίσω ἀπὸ τὴ λέξη «τάλαντα», ὑποκρύπτονται καὶ ὑποδηλώνονται τὰ περισσότερα ἢ λιγότερο χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα ὁ Ἅγιος Θεὸς ἔχει κατακοσμήσει καὶ ἐφοδιάσει τὸν καθέναν μας. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι σὲ ἄλλον ὁ Θεὸς ἔδωσε δύναμη, σὲ ἄλλον ἐπιτηδειότητα στὰ χέρια, σὲ ἄλλον γρηγοράδα στὰ πόδια, σὲ ἄλλον ἀκονισμένο νοῦ, σὲ ἄλλον σοφία καὶ σύνεση, σὲ ἄλλον χρήματα, σὲ ἄλλον ἐξουσία, σὲ ἄλλον καλαισθησία… Κι ὅλ’ αὐτὰ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀνάλογα μὲ τὸ τί μπορεῖ ν’ ἀντέξει ὁ καθένας, λέγονται τάλαντα.
Ὁ σκοπὸς τῶν ταλάντων
Γιατί μᾶς δίνονται ἀπὸ τὸν Θεὸ τὰ τάλαντα; Ὁπωσδήποτε ὄχι γιὰ νὰ τὰ θάβουμε! Ἐφ’ ὅσον μᾶς τὰ ἔδωσε ὁ Ἅγιος Θεὸς περιμένει τὴν ἀξιοποίησή τους ἀπὸ ἐμᾶς. Λέει πάλι ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Ἔδωκεν ὁ Θεὸς (…) ἵνα πᾶσι τοῦτοις καὶ εἰς τὴν ἡμῶν αὐτῶν σωτηρίαν καὶ τὴν τῶν πλησίον ὠφέλειαν χρησώμεθα». Τὰ χαρίσματά μας ὑπάρχουν γιὰ νὰ βοηθοῦμε τοὺς ἑαυτούς μας, ἀλλὰ καὶ τοὺς πλησίον μας, δηλαδὴ μποροῦμε νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε τόσο γιὰ δική μας ὠφέλεια, ὅσο καὶ γιὰ τὴν ὠφέλεια τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου, τοῦ ἄλλου, τοῦ ἀδελφοῦ μας.
Ἐνδεχομένως κάποιος νὰ πεῖ ὅτι τὰ ἀνωτέρω ἀκούγονται πολὺ λογικὰ καὶ αὐτονόητα. Εἶναι φυσικὸ ὁ κάθε ἄνθρωπος, ἐφ’ ὅσον ζεῖ σὲ μία δομημένη κοινωνία νὰ συμβάλλει κατὰ τὶς δυνατότητές του, στρατεύοντας τὶς ἱκανότητές του, μιᾶς ποὺ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μπορεῖ νὰ διεκδικήσει κατ’ ἀρχὴν τὴν ἐπιβίωσή του, περαιτέρω καὶ τὴν κοινωνική του ἀνέλιξη. Γιατί αὐτὸ πρέπει νὰ εἶναι θέμα ἀνάπτυξης εὐαγγελικῆς περικοπῆς; Μήπως εἶναι περιττὴ ἠθικολογία;
Τίποτε στὸ Εὐαγγέλιο δὲν περισσεύει ὡς περιττό! Ὅ,τι καταγράφεται, ἀναφέρεται ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς σωτηρίας, τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ τῆς θέωσης τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ. Κι ἡ ἀναφορὰ σὲ χαρίσματα καὶ στὴν κατάλληλη ἀξιοποίησή τους, δὲν γίνεται γιὰ νὰ ἐξυπηρετήσει τὸ ἐδῶ καὶ τώρα τῆς ἀνθρώπινης κοινωvίας, ἀλλὰ ἐσχατολογικὰ τὴν προοπτική τῆς αἰωνιότητας. Ὅ,τι λέγεται, καταγράφεται γιὰ νὰ τονιστεῖ ὅτι ἀσχέτως ἂν μᾶς δόθηκαν περισσότερα ἢ λιγότερα χαρίσματα, θὰ κληθοῦμε νὰ δώσουμε λόγο στὸν Θεὸ γιὰ τὴν ἀξιοποίησή τους!
Γιατί τιμωρεῖται ὁ δοῦλος ποὺ ἔθαψε τὸ τάλαντο; Ὄχι γιὰ κάποιο κακὸ ἢ ἁμαρτία ποὺ ἔκανε, ἀλλὰ γιατί δὲν ἔκανε τὸ καλό! Τιμωρεῖται ὄχι γι’ αὐτὰ ποὺ ἔκανε, ἀλλὰ γι’ αὐτὰ ποὺ ἐνῶ εἶχε τὴ δυνατότητα νὰ κάνει, δὲν ἔκανε! Κατακρίνεται ἐπειδὴ ὁ Θεός, ἂν καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐκαιρία, τὸν βρῆκε ἄκαρπο, μὲ ἄδεια χέρια καὶ τὸ χάρισμά του ἀνενεργό! Ὅ,τι μᾶς ἔχει δοθεῖ στὴ ζωὴ αὐτή, μᾶς δίνεται ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς αἰωνιότητας. Ὅσο μικρὴ κι ἀσήμαντη κι ἂν μᾶς φαίνεται ἡ ὅποια δεξιότητά μας, θὰ κριθοῦμε γιὰ τὸ κατὰ πόσο τὴν ὑποτάξαμε στὴ θεία λογική. Ὁ χριστιανὸς δὲν καλεῖται παθητικὰ νὰ περιμένει τὴ Δευτέρα τοῦ Κυρίου Παρουσία, ἀλλὰ νὰ ἐνεργεῖ ἐποικοδομητικά, ἀξιοποιώντας τὰ χαρίσματά του, κερδίζοντας ἔτσι τὴν εἴσοδό του στὴ «χαρὰ τοῦ Κυρίου του».