1.
Τὰ νοήματα στὴν Βάπτιση τοῦ Κυρίου.
Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)
Τὸ νόημα τῆς διάνοιξης τῶν οὐρανῶν, τῆς περιστερᾶς καὶ τῆς φωνῆς ἐξ οὐρανοῦ κατὰ τὴ Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ
Ἡ εὐαγγελικὴ περικοπὴ ποὺ διαβάζεται στὴ θεία Λειτουργία κατὰ τὴν ἑορτὴ τῶν ἁγίων Θεοφανείων εἶναι ἡ ἀκόλουθη ἀπὸ τὸ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο:
«Τότε ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τὴ Γαλιλαία στὸν Ἰορδάνη, πρὸς τὸν Ἰωάννη γιὰ νὰ βαφτιστεῖ ἀπ’ αὐτόν. Ὁ Ἰωάννης ὅμως τὸν ἐμπόδιζε λέγοντάς του: «Ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαφτιστῶ ἀπὸ σένα κι ἔρχεσαι ἐσὺ σ’ ἐμένα;» Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ ἀποκρίθηκε: «Ἂς τ’ ἀφήσουμε τώρα αὐτά, γιατί πρέπει νὰ ἐκπληρώσουμε κι οἱ δύο μας ὅ,τι προβλέπει τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ». Τότε ὁ Ἰωάννης τὸν ἄφησε νὰ βαφτιστεῖ. Βαφτίστηκε, λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς κι ἀμέσως βγῆκε ἀπὸ τὸ νερό. Κι ἀμέσως ἄνοιξαν γι’ αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ σὰν περιστέρι νὰ κατεβαίνει καὶ νὰ ἔρχεται πάνω του. Ἀκούστηκε τότε μία φωνὴ ἀπὸ τὰ οὐράνια ποὺ ἔλεγε: «Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀγαπημένος μου Υἱός, αὐτὸς εἶναι ὁ ἐκλεκτός μου»» (Ματθ.3,13-17).
Ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς Βάπτισης τοῦ Ἰησοῦ, ὅπως τὴν ἀφηγοῦνται οἱ ἱεροὶ εὐαγγελιστές, εἶναι ἡ διάνοιξη τῶν οὐρανῶν: Μὴ ἔχοντας ἁμαρτίες νὰ ὁμολογήσει, ὅπως οἱ ἄλλοι βαπτιζόμενοι, ὁ Ἰησοῦς βγῆκε ἀπὸ τὸ ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, «κι ἀμέσως ἄνοιξαν γι’ αὐτὸν οἱ οὐρανοί». Ἡ διάνοιξη τῶν οὐρανῶν, γνωστὸ θέμα τῆς ἀποκαλυπτικῆς φιλολογίας τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, δηλώνει μὲ παραστατικὸ τρόπο τὴν ἐπικοινωνία ἐπίγειου καὶ οὐράνιου κόσμου, κατὰ τὴν ὁποία «τὰ ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει, καὶ τὰ κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ» (Ἀπὸ τὸ ποίημα Σωφρονίου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων, ποὺ ἀναγινώσκεται στὸν Μ. Ἁγιασμὸ τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων). Δεδομένου ὅτι οἱ οὐρανοὶ παραμένουν κλειστοὶ καὶ μόνο σὲ ἐξαιρετικὲς περιπτώσεις ἀνοίγουν, ἡ διάνοιξή τους στὴν Βάπτιση τοῦ Ἰησοῦ ἐκφράζει, μὲ τὶς παραστάσεις βέβαια τοῦ κοσμοειδώλου τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, τὴν πραγματικὴ σχέση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ποὺ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἴδια ἔννοια ἔχει καὶ τὸ σχίσιμο τοῦ καταπετάσματος στὸ Ναὸ τοῦ Σολομώντα κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἐκπνοῆς τοῦ Ἰησοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ (βλ.Μαρκ.15,38. Ματθ.27,51. Λουκ. 23,45). Τὸ καταπέτασμα ποὺ χωρίζει τὸν Ναὸ ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων δὲν χρειάζεται πλέον, διότι ἡ θυσία τοῦ Χριστοῦ ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ἔκανε προσιτὸ τὸν Θεὸ στὸν ἄνθρωπο.
Κατὰ τὴ διήγηση τῆς Βάπτισης τὰ τρία πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδας βρίσκονται ἐπὶ σκηνῆς: Ὁ Πατέρας ἀπευθύνεται πρὸς τὸν Υἱόν, ὁ ὁποῖος βαπτίζεται ἀρχίζοντας ἔτσι τὸ μεσσιανικὸ ἔργο του, καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ κατέρχεται ἐπάνω του. Ἡ ὁρατὴ μορφὴ μὲ τὴν ὁποία κατέρχεται τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ἀπὸ τὸν οὐρανὸ δηλώνεται μὲ τὸ «ὡσεὶ περιστερά». Ἡ κάθοδος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος «ὡσεὶ περιστερὰ» ἔχει κατὰ τοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἕνα βαθύτατο συμβολισμό, στηριγμένο σὲ ἀντίστοιχο παράλληλο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: Ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Νῶε ἡ περιστερὰ ποὺ ἔφερε κλαδὶ ἐλιᾶς ὑπῆρξε ἄγγελος καλῆς εἴδησης, γιατί δήλωσε τὸ τέλος τοῦ κατακλυσμοῦ (Γεν. 8, 8-12), ἔτσι καὶ τώρα ἡ κάθοδος τοῦ Πνεύματος μὲ τὴ μορφὴ περιστερᾶς δηλώνει τὸ τέλος τοῦ κατακλυσμοῦ τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν ἔναρξη νέας ἐποχῆς γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, τῆς ἐποχῆς τοῦ Μεσσία.
Ἐκφράζεται συνεπῶς μὲ τὴν περιστερὰ ἕνα μήνυμα ἐλπίδας γιὰ τὴν ἀνθρωπότητα, τὸ μήνυμα ὅτι ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς ἀπελευθέρωσης ἀπὸ τὴ δουλεία στὶς δυνάμεις τῆς φθορᾶς καὶ τῆς καταστροφῆς.
Ἡ σύντομη διήγηση τῆς Βάπτισης τελειώνει καὶ συγχρόνως ἀποκορυφώνεται στὴ φωνὴ ἐξ οὐρανοῦ τοῦ Θεοῦ Πατέρα: «Σὺ εἶ ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν σοὶ εὐδόκησα». Ἡ ἐπιγραμματικὴ αὐτὴ προσφώνηση τοῦ Θεοῦ Πατέρα πρὸς τὸν Ἰησοῦ μᾶς φέρει στὸ νοῦ μας δύο κυρίως χωρία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τὸ Ψαλμ. 2,7 («Υἱός μου εἶ σὺ») καὶ τὸ Ἡσ 42,1 («Ἰσραὴλ ὁ ἐκλεκτός μου, προσεδέξατο αὐτὸν ἡ ψυχή μου· ἔδωκα τὸ πνεῦμα μου ἐπ’ αὐτόν…»). Τὸ δεύτερο τμῆμα τῆς πατρικῆς προσφώνησης μᾶς θυμίζει τὰ ἄσματα τοῦ Πάσχοντος Δούλου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ προφήτη Ἡσαΐα. Μὲ τὴ φωνὴ ἀπὸ τὰ οὐράνια σημειώνεται μία σημαντικὴ στιγμὴ στὴν ἱστορία τοῦ Ἰησοῦ καὶ στὴν ἀποκάλυψη τοῦ προσώπου καὶ τῆς ἀποστολῆς του στὸν κόσμο: Ἀναγνωρίζεται δημόσια ὅτι εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, μία ἰδιότητα ποὺ ὑπογραμμίζεται σὲ ὅλη τὴν Καινὴ Διαθήκη.
Ὅπως ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραὴλ μὲ τὰ λόγια τοῦ Ψαλμοῦ 2,7 ἐνθρονίζεται καὶ ἀρχίζει τὸ ἔργο του, ἔτσι καὶ ὁ Ἰησοῦς ἀρχίζει τὴ δημόσια δράση του μὲ τὴν ἀναγνώρισή του ὡς Υἱοῦ ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα, δηλ. μὲ τὴν ἐπίσημη διακήρυξη τῆς μεσσιανικῆς του ἰδιότητας, γιατί τελικὰ τὸ «Σὺ εἶ ὁ υἱός μου» ἰσοδυναμεῖ μὲ τό: Σὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας. Ὅτι ὅμως δὲν εἶναι ὁ πολιτικὸς ἐπίγειος Μεσσίας τῶν Ἰουδαϊκῶν προσδοκιῶν τῆς ἐποχῆς διαφαίνεται στὸ δεύτερο μέρος τῆς πατρικῆς φωνῆς: Ὁ Μεσσίας ἀναλαμβάνει τὸ δύσκολο ἔργο τοῦ Πάσχοντος Δούλου τοῦ Θεοῦ (Ἡσ 42,1.52,13-53,12), γιὰ τὸ ὁποῖο ἐπανειλημμένως γίνεται λόγος στὴν Κ.Δ. καὶ τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώνεται μὲ τὸ Πάθος, ποὺ κατέχει κεντρικὴ θέση σὲ ὅλα τὰ Εὐαγγέλια. Ὁ θρόνος ἐπὶ τοῦ ὁποίου θὰ καθίσει ὁ Μεσσίας Ἰησοῦς θὰ εἶναι ὁ σταυρός, γιὰ τὸν ὁποῖο προετοιμάζεται ὁ ἀναγνώστης ἤδη ἀπὸ τὰ πρῶτα κεφάλαια τῶν εὐαγγελίων.
2.
Τα Θεοφάνια και ο θεολογικός λόγος της εορτής από τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά.
Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου.
Η ΕΟΡΤΗ: Τα Θεοφάνεια ή Θεοφάνια είναι μεγάλη ετήσια χριστιανική εορτή της ανάμνησης της Βάπτισης του Κυρίου στον Ιορδάνη ποταμό από τον Άγιο Ιωάννη τον Βαπτιστή. Εορτάζεται στις 6 Ιανουαρίου και είναι η τρίτη και τελευταία εορτή του Δωδεκαημέρου (εορτών των Χριστουγέννων). Η Ιστορία της Βάπτισης αυτής είναι γνωστή απὸ το κατὰ Ματθαίον Ευαγγέλιο (γ΄ 13- 17), αλλά και από άλλους δύο Ευαγγελιστές (Μάρκ. α΄, Λουκ. γ΄). Το όνομα της εορτής προκύπτει από την φανέρωση των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας. Η εορτή των Θεοφανίων λέγεται επίσης και Επιφάνεια και Φώτα (ή Εορτή των Φώτων). Κατά τον 3ο αιώνα η εορτή φαίνεται κοινότατη σε όλη την Χριστιανική Εκκλησία. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος περιγράφει την εορτή ως αρχαία πανήγυρη της Αντιόχειας. Αρχαία φαίνεται και η συνήθεια της τέλεσης του Μεγάλου Αγιασμού την ημέρα των Θεοφανίων, όπου ψάλλονται τα τροπάρια του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Σωφρονίου και το κοντάκιο του Ρωμανού του Μελωδού.
Η ΒΑΠΤΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Κατά τις ευαγγελικές περικοπές στις αρχές του 30ου έτους της ηλικίας του Ιησού, ο Ιωάννης (ο Πρόδρομος), γιος του Ζαχαρία και της Ελισάβετ, ο επιλεγόμενος στη συνέχεια Βαπτιστής, διέμενε στην έρημο, ασκητεύοντας και κηρύττοντας το βάπτισμα μετανοίας, βάπτισε με έκπληξη και τον Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό. Έκπληκτοι και οι παρευρισκόμενοι είδαν τον αυστηρό ασκητὴ και διδάσκαλο να υποχωρεί με ανέκφραστη ευλάβεια καὶ ταπείνωση μπροστὰ στον άγνωστό τους. Στην αρχὴ αρνείται να Τον βαπτίσει και Του λέει ότι αυτὸς έχει ανάγκη να βαπτισθεί απὸ Εκείνον. Ο Ιησούς τον πείθει να Τον βαπτίσει, διότι έτσι έπρεπε. Τη στιγμή της Βάπτισης κατέβηκε από τον ουρανό το Άγιο Πνεύμα υπό μορφή περιστεράς στον Ιησού, ενώ ταυτόχρονα ανοίχθηκαν οι ουρανοί και ακούσθηκε φωνή από τον ουρανό, του Θεού Πατέρα, που έλεγε ότι: “Ούτος εστίν ο Υιός μου ο αγαπητός εν ω ευδόκισα”. Γράφει σχετικά ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς: “”(…) ανοίχθηκαν οι ουρανοί. Για να δειχθεί φανερώτατα ότι αυτός είναι που και προ των ουρανών υπάρχει και πριν από όλα τα όντα και είναι Θεός και είναι Θεού Λόγος και Υιός, μόνο αυτός παρουσιαζόταν συνημμένος με τον Πατέρα και το Πνεύμα. Με την έκφραση ανοίχθηκαν, μας έδειξε ότι οι ουρανοί ήσαν κλειστοί προηγουμένως λόγω της αμαρτίας και της παρακοής μας προς το Θεό. Όχι μόνο του ανοίχθηκαν οι ουρανοί, αλλά ο ίδιος ο κόλπος του υψίστου Πατρός, διότι από εκεί ήλθε το Πνεύμα και η φωνή που μαρτυρούσε τη γνησιότητα της υιότητος. Οι ουρανοί είναι κήρυκες και προς τους αγγέλους, αλλά και προς τους ανθρώπους διατρανώνοντας την ομοτιμία του Υιού του Θεού προς τον ουράνιο Πατέρα και προς το Άγιο Πνεύμα, κατά την ουσία και δύναμη και δεσποτεία προς το σύμπαν. (…) Το άγιο βάπτισμα είναι η πύλη των ουρανών που εισάγει εκεί τους βαπτιζομένους.”
Η ΤΗΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΦΑΝΕΡΩΣΙΣ: Και είδε ο Ιωάννης το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σαν περιστερά και να έρχεται σε Αυτόν. Το περιστέρι μαρτυρεί την καθαρότητα Αυτού προς Τον οποίο κατέβηκε. Έτσι, μ΄ αυτὸν το μοναδικό τρόπο, στη βάπτιση του Κυρίου φανερώθηκε ο Θεὸς ο τρισυπόστατος, η Αγία Τριάδα, και γι᾿ αυτὸ η Εκκλησία μας ονόμασε την γιορτὴ αυτὴ Θεοφάνεια. Για την παρουσία του Αγίου Πνεύματος γράφει ο ίδιος πνευματοφόρος Πατέρας: “ Πραγματικά ο Πατέρας χρησιμοποιώντας σαν δάκτυλο το συναΐδιο και ομοούσιο και υπερουράνιο Πνεύμα του, φωνάζοντας και δακτυλοδεικτώντας μαζί, απέδειξε δημόσια και κήρυξε σε όλους ότι ο βαπτιζόμενος από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη είναι ο αγαπητός του Υιός. Και έδειξε ότι όλα εκείνα που ελέχθηκαν πρωτύτερα δια των προφητών, οι νομοθεσίες, οι επαγγελίες, οι υιοθεσίες απέβλεπαν προς τον τωρινό σκοπό, προς την θεανδρική οικονομία. Ευδοκία είναι το κυριαρχικό και αγαθό και τέλειο θέλημα του Θεού. Αυτός δε είναι ο μόνος στον οποίο ευδοκεί και επαναπαύεται και αρέσκεται τελείως ο Πατέρας, ο θαυμαστός του σύμβουλος, ο άγγελος της μεγάλης βουλής του, αυτός που ακούει και ομιλεί από τον Πατέρα του και παρέχει στους ευπειθείς ζωή αιώνια.”
Απολυτίκιο:
«Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου Κύριε η της Τριάδος εφανερώθη προσκύνησις
του γαρ Γεννήτορος η φωνή προσεμαρτύρει Σοι αγαπητόν Σε Υιόν ονομάζουσα
και το Πνεύμα εν είδει περιστεράς εβεβαίου του λόγου το ασφαλές
Ο επιφανείς Χριστέ ο Θεός Και τον κόσμον φωτίσας δόξα Σοι»
Κοντάκιο:
«Επεφάνης σήμερον τη οικουμένη και το Φως Σου Κύριε εσημειώθη εφ΄ ημάς
εν επιγνώσει υμνούντας Σε Ήλθες εφάνης το Φως το απρόσιτον
konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon
3.
Κήρυγμα γιά τήν ἑορτή τῶν Θεοφανείων.
St John Maximovich
Σήμερα ἡ φύση τῶν ὑδάτων καθαγιάζεται. Σήμερα ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ βαπτίζεται στά ὕδατα τοῦ Ἰορδάνη, χωρίς νά ἔχει ἀνάγκη ὁ Ἴδιος νά ἐξαγνιστεῖ, ἀλλά προκειμένου νά ἐξαγνιστεῖ τό ἁμαρτωλο ἀνθρώπινο γένος ἀπό τόν ρύπο.
Σήμερα οἱ οὐρανοί ἀνοίγουν καί ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ Πατέρα ἀκούγεται: «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός». Τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέρχεται πάνω στόν Σωτήρα τοῦ κόσμου, ὁ Ὁποῖος στέκεται στόν Ἰορδάνη γιά νά ἐπιβεβαιώσει ὅτι πράγματι Αὐτός εἶναι ὁ ἐνσαρκωμένος Υἱός τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἁγία Τριάδα εὐκρινῶς φανερώνεται καί ἀποκαλύπτεται στόν κόσμο.
Τά ὕδατα τοῦ Ἰορδάνη καθοσιώνονται καί ταυτόχρονα ὅλα τά ὕδατα τῆς δημιουργίας, ἡ ἴδια ἡ φύση τοῦ ὕδατος. Τό ὕδωρ παρέχει τή δύναμη γιά νά ἐξαγνιστεῖ ὄχι μόνο τό σῶμα, ἀλλά καί ὁλόκληρη ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου· νά ἀναγεννηθεῖ ὁ ὅλος ἄνθρωπος σέ μιά καινή ζωή μέσω τοῦ Βαπτίσματος.
Μέσω τοῦ ὕδατος ὁλόκληρη ἡ φύση ἐξαγνίζεται· ἀπό τό ὕδωρ ἐξῆλθε ὁ κόσμος· τό ὕδωρ διεισδύει παντοῦ, διαποτίζει τά πετρώματα σέ κάθε μέρος τῆς γῆς ζωοποιώντας τά πάντα στή φύση. Χωρίς αὐτό οὔτε ζῶα οὔτε φυτά μποροῦν νά ὑπάρξουν.
Τά ὕδατα καθαγιάζονται καί μέσω αὐτῶν ὁλόκληρος ὁ κόσμος, σέ προετοιμασία τῆς ἀναγέννησης τῆς μέλλουσας αἰώνιας Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Κάθε χρόνο αὐτή τήν ἡμέρα ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται, ἐπαναλαμβάνοντας καί ἐπιβεβαιώνοντας ὅ,τι ἐπιτελέστηκε κατά τό Βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ. Ξανά οἱ οὐρανοί ἀνοίγουν, ξανά τό Ἅγιο Πνεῦμα κατέρχεται. Δέν τό βλέπουμε μέ τά σωματικά μας μάτια, ἀλλά αἰσθανόμαστε τήν ἐνέργειά Του. Κατά τήν τελετή τοῦ Ἁγιασμοῦ, τά ὕδατα, τά ὁποῖα καθαγιάζονται ἀπό τό γεγονός τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μεταμορφώνονται· γίνονται ἄφθαρτα καί διατηροῦν τήν ἐνέργειά τους γιά πολλά χρόνια. Ὁ καθένας μπορεῖ νά τό ἀντιληφθεῖ αὐτό – πιστοί καί ἄπιστοι, σοφοί καί ἀγράμματοι.
Ἀπό ποῦ, ὅμως, τά ὕδατα ἀποκτοῦν αὐτή τήν ἰδιότητα;
Εἶναι ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος! Ἐκεῖνοι πού μέ πίστη πίνουν αὐτά τά ὕδατα καί χρίονται μ’ αὐτά λαμβάνουν ἀνακούφιση καί θεραπεία ἀπό πνευματικές καί σωματικές ἀρρώστιες. Οἱ κατοικίες καθαγιάζονται μέσω αὐτῶν τῶν ὑδάτων, ἡ δύναμη τῶν δαιμόνων καταστέλλεται, ἡ θεία Χάρη κατέρχεται σέ ὁ,τιδήποτε ραντίζεται μέ τά ὕδατα αὐτά. Μέσω τῆς καθοσίωσης τῶν ὑδάτων ἡ θεία Χάρη ξανά παρέχεται σέ ὁλόκληρο τόν κόσμο, καθαίροντάς τον ἀπό τίς ἁμαρτίες πού ἔχουμε διαπράξει καί προφυλάσσοντάς τον ἀπό τίς μηχανορραφίες τοῦ διαβόλου.
Σήμερα, τό Ἅγιο Πνεῦμα, μέ τήν κάθοδό Του στά ὕδατα ὅπου βυθίζεται ὁ σταυρός τοῦ Κυρίου, κατέρχεται σέ ὁλόκληρη τή φύση, ἐκτός ἀπό τόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος δέν τό ἐπιθυμεῖ.
Ἄς ἀνοίξουμε τίς καρδιές μας καί τίς ψυχές μας γιά νά λάβουμε Ἐκεῖνον καί μέ πίστη ἄς ἀναφωνήσουμε ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μας:
«Μέγας εἶ Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα σου, καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων σου».
4.
Τὸ νερὸ καὶ ἡ Βάπτιση.
Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))
Τὸ νερὸ:
Τὸ νερὸ δὲ σημαίνει καὶ πολλὰ γιὰ μᾶς σήμερα. Εἶναι μία ἀπὸ τὶς οὐσιαστικὲς ἀνέσεις τῆς ζωῆς, προσιτό, αὐτόματο, φτηνό. Ἀνοίγεις τὴ βρύση, καὶ νάτο… Γιὰ χιλιάδες χρόνια ὅμως τὸ νερὸ ἀποτέλεσε ἕνα πρωταρχικὸ θρησκευτικὸ σύμβολο, καὶ γιὰ νὰ καταλάβουμε τὸ λόγο, πρέπει νὰ ξαναβροῦμε τὴ σχεδὸν ἐντελῶς ἐξαφανισμένη αἴσθησή μας γιὰ τὸν κόσμο.
Γιὰ τοὺς λαοὺς τοῦ ἀρχαίου κόσμου τὸ νερὸ ἀποτελοῦσε σύμβολο τῆς ἴδιας τῆς ζωῆς, καὶ τοῦ κόσμου ὡς ζωή… Πράγματι τὸ νερὸ εἶναι προϋπόθεση τῆς ζωῆς. Μποροῦμε νὰ ζήσουμε χωρὶς τροφὴ γιὰ μεγάλο χρόνο, ἀλλὰ χωρὶς νερὸ ὁ ἄνθρωπος πεθαίνει πολὺ γρήγορα ἔτσι ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ ποῦμε πὼς οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἐκ φύσεως διψῶντα ὄντα. Χωρὶς νερὸ εἶναι ἀδύνατη ἡ καθαριότητα, ἔτσι τὸ νερὸ εἶναι καὶ σύμβολο καθαρότητας καὶ ἁγνότητας. Τὸ νερὸ ὡς ζωὴ καὶ ἁγνότητα, ἀλλὰ καὶ ὀμορφιά, ἐνέργεια καὶ δύναμη, καθὼς τὸ βλέπουμε νὰ καθρεφτίζει καί, κατὰ κάποιο τρόπο, νὰ ἀπορροφᾶ τὸν ἀπεριόριστο γαλάζιο οὐρανό. Ὅλα αὐτὰ περιγράφουν τὴν ἀντίληψη καὶ τὴν ἐμπειρία ποὺ ἔχει ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ νερὸ καὶ ποὺ τὸ ἔχει τοποθετήσει στὸ κέντρο τοῦ θρησκευτικοῦ συμβολισμοῦ.
Ἐπισκεφθεῖτε μία ἐκκλησία τὴν παραμονὴ τῶν Θεοφανείων ὅπου τελεῖται ὁ «Μεγάλος Ἁγιασμός». Ἀκοῦστε τὰ λόγια τῶν εὐχῶν καὶ τῶν ὕμνων, προσέξτε τὸ τελετουργικό, καὶ θὰ αἰσθανθεῖτε πὼς συμβαίνει ἐδῶ κάτι περισσότερο ἀπὸ μία ἀρχαία τελετή: ἔχει κάτι νὰ πεῖ σὲ μᾶς σήμερα, ὅπως ἀκριβῶς εἶχε καὶ χίλια χρόνια πρίν, γιὰ τὴν ζωὴ μας ὅσο καὶ γιὰ τὴν συνεχῆ καὶ ἀσίγαστη δίψα μας γιὰ κάθαρση, ἀναγέννηση, ἀνανέωση… Σ’ αὐτὴ τὴν τελετὴ τὸ νερὸ γίνεται αὐτὸ ποὺ ἦταν τὶς πρῶτες μέρες τῆς Δημιουργίας, ὅταν «ἡ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος» (Γεν. 1,2). Τὰ λόγια τῆς ἀκολουθίας τὸ ἀπηχοῦν δοξαστικὰ καὶ εὐχαριστιακά: «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα Σου, καὶ οὐδεὶς λόγος ἐξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου…». Ἀκόμη μία φορὰ ἕνα ξεκίνημα. Ἀκόμη μία φορὰ ἡ ἀνθρωπότητα στέκεται μπροστὰ στὸ μυστήριο τῆς ὕπαρξης. Γιὰ ἄλλη μία φορὰ βιώνουμε τὸν κόσμο χαρμόσυνα, καὶ βλέπουμε τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴν ἁρμονία του ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ. Γιὰ ἄλλη μία φορὰ εὐχαριστοῦμε. Καὶ σ’ αὐτὴ τὴν εὐχαριστία, δοξολογία καὶ χαρά, γιὰ ἄλλη μία φορὰ γινόμαστε γνήσιοι ἄνθρωποι.
Βάπτιση
Ἡ χαρὰ τῶν Θεοφανείων βρίσκεται στὴν ἀποκατάσταση τῆς κοσμολογικῆς ἐμπειρίας ποὺ ἔχουμε γιὰ τὸν κόσμο, στὴν ἀνάκτηση τῆς πίστης πὼς τὰ πάντα καὶ οἱ πάντες μποροῦν νὰ καθαριστοῦν, νὰ ἐξαγνιστοῦν, νὰ ἀνανεωθοῦν, νὰ ἀναγεννηθοῦν, καὶ αὐτὸ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ πόσο βρώμικη καὶ σκεπασμένη μὲ λάσπη ἔχει γίνει ἡ ζωή μας, ἄσχετα μέσα σὲ ποιὸν βοῦρκο ἔχουμε κυλιστεῖ, ἔχουμε πάντα τὴν δυνατότητα εἰσόδου σ’ ἕνα ἐξαγνιστικὸ ρεῦμα ζωηφόρου ὕδατος, ἐπειδὴ ἡ δίψα τῆς ἀνθρωπότητας γιὰ τὸν οὐρανό, τὸ καλό, τὴν τελειότητα καὶ τὴν ὀμορφιὰ δὲν ἔχει πεθάνει, οὔτε μπορεῖ ποτὲ νὰ πεθάνει. Πράγματι μόνο αὐτὴ ἡ δίψα μᾶς κάνει ἀνθρώπους. «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα Σου, καὶ οὐδεὶς λόγος ἐξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου …». Ποιὸς εἶπε πὼς ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι καταθλιπτικὸς καὶ ζοφερός, νοσηρὸς καὶ θλιβερός, πὼς ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους μακριὰ ἀπὸ τὴν ζωή; Κοιτάξτε τὰ πρόσωπα τῶν πιστῶν ἐκείνη τὴν νύχτα, καὶ δεῖτε τὸ φῶς καὶ τὴν χαρὰ ποὺ ἐκπέμπουν καθὼς ἀκούγεται ὁ Ψαλμὸς νὰ βροντοφωνεῖ τὴ δοξολογία, «Φωνὴ Κυρίου ἐπὶ τῶν ὑδάτων» (Ψαλμ. 28,3), καθὼς βλέπουν τὸν ἱερέα νὰ ραντίζει μὲ ἁγιασμὸ ὁλόκληρη τὴν ἐκκλησία, καὶ αὐτὲς τὶς λαμπερὲς σταγόνες νὰ ταξιδεύουν σὲ κάθε σημεῖο τοῦ κόσμου, καθιστώντας τον γιὰ ἄλλη μία φορὰ δυνατότητα καὶ ἐπαγγελία, πρωταρχικὸ ὑλικὸ γιὰ τὸ μυστηριῶδες θαῦμα τοῦ μετασχηματισμοῦ καὶ τῆς μεταμόρφωσης. Ὁ ἴδιος Θεὸς εἰσῆλθε σ’ αὐτὸ τὸ νερὸ «σχήματι ἀνθρώπου»· ἑνώθηκε ὄχι μόνο μὲ τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ μὲ ὅλη τὴν ὕλη, καὶ μεταμόρφωσε τὰ πάντα σ’ ἕνα ἀκτινοβόλο, φωτοφόρο ρεῦμα ποὺ κυλᾶ πρὸς τὴ ζωὴ καὶ τὴ χαρά.
Τίποτε ὅμως ἀπ’ ὅλα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ βιωθεῖ καὶ νὰ κατανοηθεῖ δίχως μετάνοια, χωρὶς τὴν βαθιὰ μεταβολὴ τῆς συνείδησης, χωρὶς τὴν μεταστροφὴ τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιᾶς, χωρὶς τὴν ἱκανότητα νὰ ἰδωθοῦν τὰ πάντα ὑπὸ νέο φῶς. Αὐτὴ ἦταν ἀκριβῶς ἡ μετάνοια ποὺ δίδασκε ὁ Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς καὶ ποὺ τὸν κατέστησε ἱκανὸ νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ νὰ προσεγγίζει τὸν ποταμὸ Ἰορδάνη, καὶ νὰ τὸν δέχεται μὲ ἀγάπη ὡς τὸν ἴδιο τὸ Θεό, ὁ ὁποῖος ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τὴν αἰώνων ἀγάπησε τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ δημιούργησε γιὰ χάρη μας ὁλόκληρο τὸν κόσμο ὡς εἰκόνα τῆς ἀγάπης Του, τῆς αἰωνιότητας καὶ τῆς χαρᾶς.
5.
Ὁ ἁγιασμός τῶν ὑδάτων.
Κοντόπουλος Νικόλαος.
Ὁ παπα-Χαράλαμπος μέ τά ἀσημένια μαλλιά καί γένεια καί τό σεβάσμιον πρόσωπον εἶχε τελέσει εὐλαβῶς τήν λειτουργίαν τῶν Φώτων. Εἶχεν ἁγιάσει μέ τόν Σταυρόν τό ὕδωρ καί μέ αὐτό τό ποίμνιόν του.
Ἡ λειτουργία εἶχε πλέον τελειώσει, ἀλλά τό ἔργον τοῦ ἀγαθοῦ ἱερέως δέν εἶχεν ἀκόμη λήξει. Ἔπρεπε νά φέρη εἰς τέλος καί μίαν ἄλλην ἱεράν συνήθειαν τοῦ τόπου: Νά ἁγιάση τά νερά καί τά κτήματα.
Μέ τόν σταυρόν καί τό βιβλίον τῶν εὐχῶν εἰς τάς χείρας ἐξεκίνησε διά τόν μικρόν ποταμόν τοῦ χωρίου… Τόν ἠκολούθησαν ὅλοι οἱ ἐκκλησιαζόμενοι. Ἄν κανείς καθυστερημένος δι’ οἱονδήποτε λόγον εὑρίσκετο εἰς τόν δρόμον, ἠκολούθει καί ἐκεῖνος σταυροκοπούμενος.
Ὅταν ἔφθασαν εἰς τήν γέφυραν τοῦ πόταμου, ὁ ἱερεύς κατέβη τήν μαλακήν ὄχθην ἕως τά καθαρά νερά του. Ἀφήρεσε τό καλυμμαύχιόν του, ἐστράφη πρός ἀνατολὰς προσβλέπων τά οὐράνια, ἔκαμε τόν σταυρόν του καί ἤρχισε τήν εὐχήν: Μέγας εἶ, Κύριε, καί θαυμαστά τά ἔργα Σου καί οὐδείς λόγος ἑξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου,…
Ἔπειτα ἔσκυψε καί ἡγίασε διά τοῦ Σταυροῦ τρεῖς φορὰς τά κρυστάλλινα ἐκεῖνα νερά ψάλλων: Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου Σου, Κύριε…
Οἱ χωρικοί ἀπό τάς δύο ὄχθας μέ τά ἑορτάσιμα τῶν ἐνδύματα, ποὺ ἔλαμπεν ἡ λευκή φουστανέλλα τῶν γερόντων, ἔκαμαν καί ἐκεῖνοι τόν σταυρόν των καί συνώδευσαν σιγά – σιγά τό τροπάριον τῆς ἡμέρας. . .
Ὁ ἱερεύς, ἀφοῦ ἐτελείωσε τόν ἁγιασμόν τῶν ὑδάτων, ἀνέβη εἰς τήν ὄχθην. Ἀπό ἕν μικρόν ὕψωμα αὐτῆς ἐστράφη πρός τούς χριστιανούς, ἔφερεν εἰς τήν μνήμην του τά ὀλίγα γράμματά του — εἶχε τελειώσει τήν Β’ τάξιν τοῦ τετραταξίου γυμνασίου — καί εἶπεν:
—Ἀδελφοί χριστιανοί, σάν σήμερα ὁ ἐρημίτης Ἰωάννης μέ χέρια, ποὺ ἔτρεμαν ἀπό φόβον καί συγκίνησιν, ἐβάπτισε τόν Χριστόν εἰς τά νερά τοῦ Ἰορδανοῦ.
Ποιός χριστιανός δέν ἐνθυμεῖται τό θαῦμα! Τά νερά τοῦ ποταμοῦ ἤλλαξαν τό ρεῦμα των καί ἐγύρισαν πρός τά ὀπίσω, ὅταν εἶδαν νά εἰσέρχεται εἰς αὐτά ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ μέ σῶμα ἀνθρώπινον. Τό Ἅγιον Πνεῦμα καταβαίνει ἀπό τόν οὐρανόν ὡσάν λευκή περιστερά καί πτερυγίζει γύρω καί ἐπάνω ἀπό τόν Λυτρωτήν τοῦ κόσμου… ,
Ἡ Ἐκκλησία μας εἰς ἀνάμνησιν τοῦ ἱεροῦ ἐκείνου βαπτίσματος ἁγιάζει σήμερα μέ τόν Σταυρόν τήν θάλασσαν, τάς λίμνας, τά ποτάμια, τά πηγάδια, τά ἁγιάζει ὅλα. Μέ τήν χάριν τοῦ Θεοῦ τά νερά γίνονται λουτρά ἰαματικά, ποὺ μᾶς καθαρίζουν ἀπό τάς ἁμαρτίας. Τά οὐράνια εὐλογοῦν ἀκόμη σήμερα τά σπαρτά μας, τά δένδρα μας, τά ἀμπέλιά μας. . .
Τήν ὥραν ἐκείνην ὁ πάπα – Χαράλαμπος δέν ἦτο ἕνας ταπεινός ἄνθρωπος, ἦτο ἐμπνευσμένος προφήτης, ὁ ὁποῖος ἔδιδε κάτι ἀπό τήν ἰδικήν του πίστιν, πού ἐζωογόνησε τήν ψυχήν τοῦ ποιμνίου του.
Τό ἔργον τοῦ Ἱερέως δέν ἐτελείωσεν οὔτε ἐδῶ. Ἀκολουθούμενος τώρα ἀπό τούς ἀρχηγούς τῶν οἰκογενειῶν, ἄνδρας καί γυναῖκας, καί ἀπ’ ὅσους ἤθελαν ἐσυνέχισε τήν πορείαν του.
Ἔφθασαν εἰς τό μέσον τῶν σταφιδοκτημάτων. Ἐκεῖ ἐστάθη. Μέ τό βλέμμα του ἐνηγκαλίσθη ὅλην ἐκείνην τήν πεδινήν ἔκτασιν καί ἔπειτα μέ κλώνους βασιλικοῦ ἐσκόρπισεν ἀπό τό γεμάτον μέ ἡγιασμένον ὕδωρ χάλκινον δοχεῖον ρανίδας ἀριστερά, ἄνω καί κάτω. Ἀπό τά χείλη του ἀνέβαινε θερμή αὐτοσχέδιος προσευχή πρός τόν Θεόν νά δώση πολλούς καρπούς . . .
Ἀφοῦ ἔγινεν ὁ ἁγιασμός τῶν ἀμπέλων καί τῶν σταφιδῶν, ὁ ἱερεύς μέ τήν ἀκολουθίαν του ἐσυνέχισε τόν δρόμον του. Ἔφθασαν τέλος εἰς τούς ἀγρούς, ποὺ ἁπλώνονται ἐπάνω εἰς κυματιστούς λόφους.
Ὤ, τόν ἁπλοϊκόν καί θεοσεβέστατον πάπα – Χαράλαμπον! Ἀσκεπής, εὐθυτενής, σεβάσμιος ἀνέπεμψε μέ γλυκεῖαν φωνήν καί ἐδῶ τάς ὀλίγας καί ὡραίας εὐχάς του καί ηὐλόγησε καί ἡγίασε τά σπαρτά. Οἱ χωρικοί μέ κατάνυξιν καί σιωπήν παρακολούθησαν τόν ἁγιασμόν τῶν ἀγρῶν των….
Τήν ὥραν ἐκείνην ἀνέβαινον ὑψηλά πρός τόν οὐρανόν καί τά πρωινά κελαδήματα τῶν κορυδαλλῶν, ὡς εὐχαριστήριος ὕμνος ὅλης τῆς πλάσεως πρός τόν Δημιουργόν καί Πλάστην αὐτῆς.
— Καλή σοδειά, χωριανοί! Καί τοῦ χρόνου! ηὐχήθη, ἀφοῦ ἐτελείωσε τό ἔργον του, ὁ ἀγαθός ἱερεύς.
— Εὐχαριστοῦμε, παππούλη ! Νά χαίρεσαι τὴν ἱερωσύνη σου ! Ἀπήντησαν οἱ χωρικοί.
Ἔπειτα ἐφίλησαν τόν Σταυρόν καί τήν δεξιάν τοῦ ἱερέως καί ἔχοντες αὐτόν εἰς τό μέσον ἐπέστρεψαν εὐχαριστημένοι καί χαίροντες εἰς τό χωρίον των. Ἡ γῆ των, πού εἶχον κληρονομήσει ἀπό πατέρα πρός πάππον, εἶχεν εὐλογηθῆ ἄλλην μίαν φοράν.
Γεμάτοι τώρα ἐλπίδας θά συνεχίσουν μέ νέας δυνάμεις καί θάρρος τόν σκληρόν, ἀλλ’ εὐλογημένον ἀγώνα τῆς ζωῆς.
6.
Τα Άγια Θεοφάνεια – Ο Ιερός Χρυσόστομος για τη Βάπτιση του Κυρίου (Ερμηνεία της Ευαγγελικής περικοπής:Ματθ.3,13-17)
«Τότε παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας εἰς τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην, τοῦ βαπτισθῆναι ὑπ’ αὐτοῦ(:τότε ήλθε ο Ιησούς απ’ τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη ποταμό προς τον Ιωάννη για να βαπτισθεί απ’ αυτόν)»[Ματθ.3,13].
Μαζί με τους δούλους ο Δεσπότης, μαζί με τους υπόδικους ο Κριτής έρχεται για να βαπτισθεί. Αλλά μη θορυβηθείς· μεταξύ των ταπεινών αυτών περισσότερο λάμπει το υψηλό μεγαλείο Του. Πραγματικά, Αυτός ο οποίος καταδέχθηκε να κυοφορηθεί για τόσο χρόνο σε μήτρα παρθενική και να γεννηθεί από εκεί, σύμφωνα με τους νόμους της ανθρώπινης φύσεως, και επιπλέον να ραπισθεί, να σταυρωθεί και να πάθει τα άλλα παθήματα, τα οποία υπέστη, γιατί παραξενεύεσαι, εάν καταδέχθηκε να βαπτισθεί και να έλθει μαζί με τους άλλους ανθρώπους προς τον δούλο Του; Διότι εκείνο ήταν που προκαλούσε μεγάλη κατάπληξη, το ότι δηλαδή, ενώ ήταν Θεός, θέλησε να γίνει άνθρωπος· τα άλλα λοιπόν κατά λογική ακολουθία έπονται όλα γενικώς. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ιωάννης πρόφθασε και έλεγε, εκείνα ακριβώς που είπε, ότι δηλαδή, δεν είναι άξιος να λύσει τα λουριά των υποδημάτων του Ιησού και όλα τα άλλα· για παράδειγμα είπε ότι ο Ιησούς είναι κριτής και θα αποδώσει δικαιοσύνη σύμφωνα με την αξία του καθενός και ότι θα χορηγήσει σε όλους ανεξαιρέτως το Άγιο Πνεύμα με αφθονία, ώστε όταν Τον δεις να έρχεται προς το βάπτισμα να μην υποψιαστείς τίποτε το ταπεινό.
Επίσης, για τον ίδιο λόγο, όταν Αυτός ήταν παρών εκεί, Του προβάλλει ταπεινή αντίρρηση, λέγοντας: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;(: Εγώ έχω ανάγκη να βαπτισθώ από σένα τον αναμάρτητο, και συ έρχεσαι σε μένα για να δεχθείς το βάπτισμα;)»[Ματθ.3,14]. Επειδή δηλαδή, το βάπτισμα ήταν ενδεικτικό της μετανοίας και οδηγούσε σε κατηγορία για τα αμαρτήματα που είχε διαπράξει ο κάθε βαπτιζόμενος, για να μη νομίσει κανείς ότι και ο Ιησούς με μια τέτοια διάθεση έρχεται στον Ιορδάνη, ο Ιωάννης διορθώνει την πιθανή αυτή εκτίμηση εκ των προτέρων, με το να Τον αποκαλέσει και «Αμνό»[Ιω. 1,29: « ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου (: Να εκείνος που προφήτευσε ο Ησαΐας και μας Τον απέστειλε ο Θεός για να θυσιασθεί ως αρνί και να σηκώσει με τη σφαγή και τη θυσία Του ολόκληρη την αμαρτία και την ενοχή του κόσμου, και έτσι να την εξαλείψει)»] και Λυτρωτή από όλη γενικά την αμαρτία που έχει διαπραχθεί στην οικουμένη.
Πραγματικά, όποιος μπορεί να εξαλείψει τα αμαρτήματα ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους, πολύ περισσότερο Αυτός ο ίδιος είναι αναμάρτητος. Γι’ αυτό και δεν είπε: «Να ο αναμάρτητος», αλλά εκείνο το οποίο ήταν πολύ σπουδαιότερο, «ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου(: Ιδού, Αυτός ο οποίος σηκώνει την αμαρτία του κόσμου)», ώστε μαζί με αυτό να αποδεχθείς και εκείνο με κάθε βεβαιότητα και αφού πειστείς, να αντιληφθείς ότι έρχεται στο βάπτισμα, οικονομώντας και μερικά άλλα ζητήματα. Γι’ αυτό και ο Ιωάννης, όταν προσήλθε σε αυτόν ο Ιησούς, έλεγε: «ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με; (:εγώ, ο ατελής και αδύνατος άνθρωπος, έχω ανάγκη να βαπτισθώ από Εσένα, και Εσύ, ο αναμάρτητος και τέλειος, έρχεσαι να βαπτισθείς από εμένα;)». Και δεν είπε: «και Εσύ βαπτίζεσαι από εμένα;», επειδή και αυτό φοβήθηκε να το πει. Αλλά ,τι είπε; «Κι Εσύ έρχεσαι προς εμένα;».
Ποια απάντηση έδωσε όμως ο Χριστός; Ό,τι ακριβώς έκανε αργότερα στον Πέτρο, το ίδιο και τότε έπραξε. Πραγματικά και ο Πέτρος Τον εμπόδιζε να του πλύνει τα πόδια, αλλά όταν άκουσε ότι «ὃ ἐγὼ ποιῶ, σὺ οὐκ οἶδας ἄρτι, γνώσῃ δὲ μετὰ ταῦτα (:Εσύ τώρα δεν καταλαβαίνεις ποια σημασία και ποιο νόημα έχει αυτό που κάνω αυτή τη στιγμή. Θα το καταλάβεις όμως αργότερα)»[Ιωάν.13,7], και ότι· «ἐὰν μὴ νίψω σε, οὐκ ἔχεις μέρος μετ᾿ ἐμοῦ (:Εάν δεν διδαχθείς από το παράδειγμα της ταπεινοφροσύνης που σας δίνω, αλλά εξακολουθείς να αντιστέκεσαι εγωιστικά για να μη σου πλύνω τα πόδια, δεν έχεις καμία θέση κοντά μου, ούτε θα συμμετάσχεις στη δόξα μου)» [Ιωάν. 13,8],αμέσως άφησε την άρνηση και υπάκουσε. Το ίδιο και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, όταν άκουσε από τον Ιησού τα λόγια: «Ἂφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην (:άφησε τώρα τις αντιρρήσεις και μη φέρνεις δυσκολία να βαπτισθώ· διότι με αυτόν τον τρόπο, με τον οποίο ταπεινώνομαι, πρέπει να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού, ο οποίος σου ανέθεσε ως καθήκον να βαπτίζεις)»[ Ματθ. 3,15], αμέσως υπάκουσε·διότι δεν ήταν υπερβολικά εριστικοί, αλλά τους διέκρινε η αγάπη και η υπακοή και φρόντιζαν να υπακούουν στον Κύριο σε όλες τις περιπτώσεις.
Πρόσεξε επίσης με ποιον τρόπο τον ενθαρρύνει από εκείνο το σημείο ακριβώς, για το οποίο δίσταζε κυρίως να τελέσει το βάπτισμα. Δεν είπε, δηλαδή, ότι “έτσι είναι δίκαιο’’, αλλά «έτσι είναι το πρέπον». Διότι, επειδή αυτό προπάντων θεωρούσε ανάξιό Του, το να βαπτισθεί από τον δούλο, αυτό κυρίως προβάλλει , το οποίο έρχεται σε σύγκρουση με την αντίληψη αυτή, σαν να του έλεγε: «Δεν αποφεύγεις αυτό και με εμποδίζεις να βαπτισθώ, επειδή έχεις τη γνώμη ότι είναι απρεπές; Αλλά γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο άφησε την άρνηση, διότι αυτό επάνω από όλα πρέπει να γίνει». Και δεν είπε μόνο «άφησε τις αντιρρήσεις», αλλά πρόσθεσε και το «επί του παρόντος»(« ἄφες ἄρτι», Ματθ. 3,15). «Διότι αυτά δεν θα διαρκέσουν αιώνια», λέγει, «αλλά θα με δεις και στην κατάσταση που επιθυμείς. Προς το παρόν όμως να το υπομείνεις αυτό».
Στη συνέχεια αποδεικνύει κατά ποια έννοια είναι πρέπον αυτό. Γιατί είναι πρέπον, λοιπόν; Διότι έτσι εκτελούμε κάθε εντολή του νόμου, πράγμα το οποίο φανέρωνε, όταν έλεγε τη φράση «πᾶσαν δικαιοσύνην(:κάθε εντολή του Θεού)»(Ματθ. 3,15).Πραγματικά «δικαιοσύνη» είναι η εκπλήρωση των εντολών. «Αφού λοιπόν εκπληρώσαμε», λέγει, «όλες τις άλλες εντολές, αυτό υπολείπεται πλέον και πρέπει να το προσθέσουμε και αυτό. Διότι εγώ ήλθα για να καταργήσω την κατάρα, η οποία προήλθε από την παράβαση του νόμου. Συνεπώς, επιβάλλεται να εκπληρώσω προηγουμένως εγώ ο ίδιος τα πάντα και να σας απελευθερώσω από την καταδίκη και έτσι, να τελειώσω την αποστολή μου. Είναι ανάγκη λοιπόν προηγουμένως εγώ να εφαρμόσω αυτόν κατά πάντα, επειδή πρέπει να διαγράψω την κατάρα, η οποία έχει αναγραφεί εναντίον σας στον νόμο. Γι’ αυτό ακριβώς έλαβα σάρκα και ήλθα κοντά σας».
«Τότε ἀφίησιν αὐτόν·καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ περιστερὰν καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν(:Τότε ο Ιωάννης Τον άφησε να βαπτισθεί. Κι όταν βαπτίσθηκε ο Ιησούς, επειδή ως αναμάρτητος δεν είχε τίποτε να εξομολογηθεί, ανέβηκε αμέσως απ’ το νερό του Ιορδάνη και δεν έμεινε σ’ αυτό, όπως οι άλλοι που την ώρα του βαπτίσματός τους εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Και ξαφνικά άνοιξαν γι’ Αυτόν οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει με εξωτερική μορφή που έμοιαζε με περιστέρι, και να έρχεται πάνω Του)» [Ματθ. 3,15-16].
Βέβαια, πολλοί άνθρωποι θεωρούσαν τον Ιωάννη πολύ ανώτερο από τον Ιησού, επειδή ανατράφηκε και έζησε όλη τη ζωή του στην έρημο, και επειδή ήταν υιός αρχιερέως, και επειδή ήταν ενδεδυμένος με μια τέτοια παράξενη αμφίεση, και επειδή προσκαλούσε τους πάντες στο βάπτισμα και επειδή είχε γεννηθεί από στείρα γυναίκα· τον Ιησού όμως, επειδή είχε γεννηθεί από μια άσημη κόρη(δεν ήταν βέβαια γνωστός ακόμη σε όλους ο παρθενικός τοκετός της), και επειδή ανατράφηκε σε σπίτι , και επειδή συναναστρεφόταν με όλους τους ανθρώπους και επειδή φορούσε τη συνηθισμένη ενδυμασία, Τον θεωρούσαν ότι ήταν κατώτερος από τον Ιωάννη, δεδομένου ότι δεν γνώριζαν τίποτε ακόμη από τα απόρρητα και θαυμαστά εκείνα γεγονότα. Συνέπεσε ακόμη να βαπτισθεί από τον Ιωάννη, πράγμα το οποίο ακριβώς ενίσχυε περισσότερο την εκτίμησή τους αυτή, ακόμη και αν δεν είχαν τίποτε κατά νου, από όσα είπα παραπάνω για τις μεταξύ των δύο διαφορές. Σκέπτονταν, δηλαδή, ότι ο Ιησούς ήταν ένας από τους πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι βαπτίζονταν από τον Ιωάννη, διότι, εάν δεν ήταν ένας από τους πολλούς και συνηθισμένους ανθρώπους, δε θα πήγαινε προς το βάπτισμα μαζί με τους άλλους. Έτσι ο Ιωάννης θεωρείτο πολύ ανώτερος και πιο αξιοθαύμαστος από τον Ιησού.
Για να μην επικρατήσει, όμως, η αντίληψη αυτή στο πλήθος, και οι ουρανοί ανοίγουν, τη στιγμή που βαπτιζόταν ο Ιησούς, και το Άγιο Πνεύμα κατεβαίνει, και μαζί με το Άγιο Πνεύμα ακούεται φωνή, η οποία διακηρύσσει την αξία του Μονογενούς Υιού. Επειδή, όμως, η φωνή, η οποία έλεγε: «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα(:Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπημένος, στον οποίο ευαρεστήθηκα. Τον γέννησα προαιωνίως και είναι ως Θεός ο μονάκριβός μου Υιός, και ως άνθρωπος ο απολύτως αναμάρτητος. Πάντοτε έκανε το αρεστό ενώπιον μου)»[Ματθ.3,17]φαινόταν ότι ταιριάζει περισσότερο στον Ιωάννη,(διότι δεν πρόσθεσε: «Αυτός ο βαπτιζόμενος», αλλά απλώς είπε: «Αυτός»), ήταν φυσικό ο καθένας από τους ακροατές να σκεφθεί ότι αυτό ειπώθηκε μάλλον για τον βαπτιστή παρά για τον βαπτιζόμενο, λόγω του αξιώματος του Βαπτιστού και για όσα ελέχθησαν παραπάνω, γι’ αυτόν τον λόγο κατήλθε το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς και έλκυσε την φωνή επάνω από τον Ιησού και έτσι έκανε σε όλους φανερό ότι το «Οὗτος» δεν ειπώθηκε για τον βαπτιστή Ιωάννη, αλλά για τον βαπτιζόμενο Ιησού.
«Και γιατί», θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, «δεν πίστεψαν, αφού συνέβησαν αυτά τα θαυμαστά γεγονότα;» Μα και κατά τα χρόνια του Μωυσή έγιναν πολλά θαύματα, έστω και όχι παρόμοια προς τα παρόντα, και όμως ύστερα από όλα εκείνα, τις φωνές, τις σάλπιγγες και τις αστραπές(Έξ.19 κ.ε.), και μοσχάρι κατασκεύασαν, και προς λατρευτική προσκύνηση του Βεελφεγώρ έκαναν τελετές(Έξ.32κ.ε.).Αλλά και αυτοί οι ίδιοι, οι οποίοι παρευρίσκονταν τότε στην βάπτιση, και αργότερα είδαν τον Λάζαρο να ανασταίνεται, έδειξαν τόσο μεγάλη απιστία προς Εκείνον που επιτέλεσε τα θαύματα αυτά, ώστε αποπειράθηκαν πολλές φορές ακόμη και να Τον φονεύσουν. Εάν λοιπόν, μολονότι έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους, νεκρούς να ανασταίνονται, εξακολουθούσαν ακόμη να κατέχονται από τόση κακία, για ποιο λόγο παραξενεύεσαι, επειδή δεν πίστεψαν στην Φωνή, η οποία ακουγόταν από τον ουρανό ; Πράγματι, όταν η ψυχή του ανθρώπου είναι αγνώμων και διεστραμμένη και την έχει κυριεύσει το πάθος του φθόνου, δεν υποχωρεί σε κανένα από τα θαύματα αυτά· όπως αντίστοιχα, όταν είναι ευγνώμων, δέχεται τα πάντα με πίστη, χωρίς να χρειάζεται και πολύ τα θαυμαστά γεγονότα.
Κατά συνέπεια, να μην απορείς γιατί δεν πίστεψαν, αλλά εκείνο να εξετάζεις, εάν δηλαδή δεν έγιναν όλα εκείνα δια των οποίων έπρεπε να πιστέψουν. Διότι, πραγματικά, ο Θεός διαμέσου του προφήτη, αυτό τον τρόπο της απολογίας χρησιμοποιεί για όλα τα θέματα που αναφέρονται σε Αυτόν. Όταν λοιπόν επρόκειτο να καταστραφούν οι Ιουδαίοι και να παραδοθούν στην έσχατη κόλαση, για να μη συκοφαντήσει κάποιος από αυτούς, κινούμενος από πονηρία, την Πρόνοια του Θεού, λέγει: «Τί ποιήσω ἔτι τῷ ἀμπελῶνί μου καὶ οὐκ ἐποίησα αὐτῷ;(:Τι έπρεπε να κάνω στον αμπελώνα αυτόν και δεν το έκανα;)»[Ησ. 5,4].Ώστε, και στην προκειμένη περίπτωση το ίδιο να εξετάζεις, τι έπρεπε, δηλαδή, να γίνει και δεν έγινε. Και κάθε φορά που γίνονται συζητήσεις για την Πρόνοια του Θεού, με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίζεις εκείνους οι οποίοι, βασιζόμενοι στην κακία των πολλών, επιχειρούν να διαβάλλουν την Θεία Πρόνοια.
Πρόσεξε, λοιπόν, ποιου είδους παράδοξα γεγονότα συμβαίνουν, τα οποία αποτελούν προοίμια των μελλοντικών θαυμάτων. Δηλαδή, δεν ανοίγεται ο παράδεισος μόνο, αλλά ο ίδιος ο ουρανός. Ας αφήσουμε, όμως, τον λόγο για τη συμπεριφορά των Ιουδαίων, για μια άλλη φορά που θα μας δοθεί η ευκαιρία. Τώρα, με την βοήθεια του Θεού, ας επανέλθουμε στο θέμα μας.
«Καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ ἀνεῴχθησαν αὐτῷ οἱ οὐρανοί (:Κι όταν βαπτίστηκε ο Ιησούς, επειδή ως αναμάρτητος δεν είχε τίποτε να εξομολογηθεί, ανέβηκε αμέσως απ’ το νερό του Ιορδάνη και δεν έμεινε σε αυτό, όπως οι άλλοι που την ώρα του βαπτίσματός τους εξομολογούνταν τις αμαρτίες τους. Και ξαφνικά άνοιξαν γι’ Αυτόν οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει με εξωτερική μορφή που έμοιαζε με περιστέρι, και να έρχεται πάνω Του)»[Ματθ. 3,16].
Για ποιο λόγο άνοιξαν οι ουρανοί; Μα για να μάθεις ότι συμβαίνει το ίδιο, όταν βαπτίζεσαι κι εσύ, εφόσον ο Θεός σε προσκαλεί προς την ουράνια πατρίδα και προσπαθεί να σε πείσει να μη διατηρείς κανένα δεσμό με τα επίγεια πράγματα. Εάν όμως δεν βλέπεις το άνοιγμα του ουρανού, να μη φανείς δύσπιστος γι’ αυτό. Διότι πραγματικά στην αρχή των παραδόξων και πνευματικών πραγμάτων, έχουμε πάντοτε την παρουσία αισθητών εμφανίσεων και την πραγματοποίηση τέτοιων θαυμαστών γεγονότων, χάριν εκείνων, οι οποίοι δεν διαθέτουν εύστροφο πνεύμα και έχουν ανάγκη αισθητής οράσεως και δεν μπορούν να αντιληφθούν τίποτε το μη αισθητό, αλλά μόνο μπροστά σε όσα βλέπουν με τα μάτια τους πτοούνται· με αποτέλεσμα, έστω και αν έπειτα δε συνεχίζονται τα θαύματα, να παραδέχεσαι δια της πίστεως, όσα πράγματα αποκαλύφθηκαν μία φορά στην αρχή διαμέσου των θαυμάτων. Ως γνωστόν, και στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή ακούστηκε ήχος βιαίου ανέμου και εμφανίστηκαν πύρινες γλώσσες, αλλά αυτό δεν έγινε για τους αποστόλους, αλλά για τους παρόντες τότε Ιουδαίους. Συνεπώς, μολονότι δεν λαμβάνουν χώρα αισθητά θαύματα, εντούτοις δεχόμαστε ό,τι αποκαλύφθηκε διαμέσου αυτών μια φορά στην αρχή· διότι και η περιστερά γι’ αυτό τον σκοπό εμφανίστηκε, για να υποδείξει, δηλαδή, σαν να ήταν δάκτυλος, στους παρευρισκομένους εκεί καθώς και στον Ιωάννη, τον Υιό του Θεού. Αλλά δεν εμφανίστηκε μόνο γι’ αυτό τον σκοπό, μα συγχρόνως για να γνωρίζεις ότι όταν βαπτίζεσαι, και σε εσένα κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα. Συνεπώς, εμείς δεν χρειαζόμαστε αισθητές θαυματουργικές εμφανίσεις, δεδομένου ότι η πίστη αντικαθιστά τα πάντα. Και επιπλέον, διότι τα θαύματα δεν γίνονται για τους πιστούς, αλλά για τους απίστους.
Και για ποιο λόγο το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε με την μορφή ενός περιστεριού; Ήμερο είναι το ζώο αυτό και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το άγιο Πνεύμα είναι πνεύμα πραότητος, για τον λόγο αυτό εμφανίζεται με το σχήμα αυτό. Εξάλλου, έτσι μας υπενθυμίζει και κάποια παλαιά ιστορία. Δηλαδή, όταν κάποτε ολόκληρη η οικουμένη υπέστη καθολικό ναυάγιο και κινδύνευε να αφανισθεί το ανθρώπινο γένος με τον Κατακλυσμό, αυτό το πτηνό εμφανίσθηκε και υπέδειξε την κατάπαυση της καταιγίδας και εξήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα της ολοκληρωτικής γαλήνευσης της οικουμένης, με το κλαδί της ελιάς, που κρατούσε στο ράμφος του[Γέν. 8,10-11: «Καὶ ἐπισχὼν ἔτι ἡμέρας ἑπτὰ ἑτέρας, πάλιν ἐξαπέστειλε τὴν περιστερὰν ἐκ τῆς κιβωτοῦ· καὶ ἀνέστρεψε πρὸς αὐτὸν ἡ περιστερὰ τὸ πρὸς ἑσπέραν, καὶ εἶχε φύλλον ἐλαίας κάρφος ἐν τῷ στόματι αὐτῆς, καὶ ἔγνω Νῶε ὅτι κεκόπακε τὸ ὕδωρ ἀπὸ τῆς γῆς(:περίμενε επτά ακόμη ημέρες και απέστειλε πάλι το περιστέρι από την κιβωτό. Το περιστέρι επέστρεψε προς τον Νώε κατά το βραδάκι φέρνοντας στο ράμφος του ένα κλωναράκι ελιάς. Κατάλαβε τότε ο Νώε ότι είχε αποσυρθεί πλέον το νερό από τη γη)»]. Όλα αυτά, βέβαια, ήταν προτύπωση των μελλοντικών γεγονότων.
Πραγματικά, και τότε η κατάσταση των ανθρώπων ήταν πολύ χειρότερη και ήσαν άξιοι πολύ μεγαλύτερης τιμωρίας. Για να μη σε κυριεύσει, λοιπόν, απογοήτευση, σου υπενθυμίζει το περιστατικό αυτό από την Παλαιά Διαθήκη. Δηλαδή, τότε, όταν τα πράγματα έφθασαν σε απελπιστικό σημείο, δόθηκε κάποια λύση και έγινε διόρθωση της κακής καταστάσεως. Αυτό όμως έγινε τότε με τιμωρία, ενώ τώρα γίνεται διαμέσου της ανέκφραστης χάριτος και της δωρεάς του Θεού. Για τον λόγο αυτόν εμφανίζεται και η περιστερά, όχι για να μας φέρει το κλαδί της ελιάς, αλλά για να μας αποκαλύψει τον Λυτρωτή από όλα τα κακά και να μας γεμίσει με αγαθές ελπίδες. Ούτε, βέβαια, βγάζει κανένα άνθρωπο από την κιβωτό, αλλά ανεβάζει ολόκληρη την οικουμένη στον ουρανό με την εμφάνισή της, και αντί για το κλαδί της ελιάς, προσφέρει σε όλο το ανθρώπινο γένος την υιοθεσία του από τον Θεό.
Αφού λοιπόν σκεφθείς και αντιληφθείς το μέγεθος της δωρεάς, να μη νομίσεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι μικρότερη, επειδή εμφανίστηκε με τη μορφή αυτή του περιστεριού. Επειδή ακούω μερικούς να υποστηρίζουν ότι όση διαφορά υπάρχει μεταξύ του ανθρώπου και της περιστεράς, τόση υπάρχει και μεταξύ του Χριστού και του Αγίου Πνεύματος, εφόσον ο Ιησούς εμφανίστηκε με τη δική μας μορφή, ενώ το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή της περιστεράς.
Λοιπόν, ποια απάντηση θα δώσουμε στις απόψεις αυτές; Ότι ο μεν Υιός του Θεού έγινε πραγματικά άνθρωπος, ενώ το άγιο Πνεύμα δεν έγινε περιστερά στην πραγματικότητα. Γι’ αυτό τον λόγο και ο Ευαγγελιστής δεν είπε ότι εμφανίστηκε με τη φύση της περιστεράς, αλλά «ἐν εἴδει περιστερᾶς (: με τη μορφή της περιστεράς)», ούτε βέβαια, παρουσιάστηκε ύστερα από το γεγονός αυτό της Βαπτίσεως του Κυρίου με την μορφή αυτή, παρά μόνο τότε. Εάν λοιπόν εξαιτίας αυτού υποστηρίζεις ότι η αξία του Αγίου Πνεύματος είναι κατώτερη από την αξία του Ιησού, τότε, σύμφωνα με τη σκέψη αυτή και τα Χερουβίμ θα θεωρηθούν πολύ ανώτερα, όσο ανώτερος είναι ο αετός από την περιστερά, αφού τα Χερουβίμ εμφανίστηκαν με την μορφή του αετού[Ιεζ.,κεφ.10 και 11].Ακόμη, και οι άλλοι άγγελοι θα ήσαν ανώτεροι, αφού πολλές φορές εμφανίστηκαν με τη μορφή του ανθρώπου. Αλλά δεν είναι ορθές οι σκέψεις αυτές, οπωσδήποτε δεν είναι ορθές· διότι άλλο πράγμα είναι η αλήθεια της θείας οικονομίας και άλλο η ηθελημένη στιγμιαία εμφάνιση με ορισμένη μορφή.
Συνεπώς μη φέρεσαι με αχαριστία προς τον Ευεργέτη σου, ούτε να ανταποδίδεις τα αντίθετα απ΄ό,τι πρέπει σε Εκείνον ο οποίος σου χάρισε την πηγή της ευτυχίας σου· διότι όπου ισχύει η τιμή της υιοθεσίας, εκεί εξαφανίζονται τα κακά και όλα εν γένει τα αγαθά προσφέρονται. Για τον λόγο, αυτόν, λοιπόν, καταργείται και το ιουδαϊκό βάπτισμα και καθιερώνεται το Χριστιανικό. Δηλαδή, ό,τι έγινε με την εορτή του Πάσχα, το ίδιο συνέβη και με το βάπτισμα. Πραγματικά, και στην περίπτωση εκείνη, αφού εόρτασε και τα δύο Πάσχα, αφενός κατήργησε το ιουδαϊκό, και αφετέρου θέσπισε το δικό μας. Και στην προκειμένη περίπτωση, βαπτίζεται μεν το ιουδαϊκό βάπτισμα, αλλά συγχρόνως ιδρύει και το βάπτισμα, με το οποίο ανοίγει τις θύρες της Εκκλησίας· και όπως τότε σε ένα τραπέζι, έτσι και τώρα σε ένα ποτάμι, τον Ιορδάνη, αφού υπηρέτησε τη σκιά, πρόσθεσε και την αλήθεια. Πραγματικά τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μόνο το βάπτισμα αυτό την προσφέρει, ενώ το βάπτισμα του Ιωάννου δεν μπορούσε να παράσχει τη δωρεά αυτή.
Γι’ αυτό ακριβώς δεν συνέβη τίποτε το παρόμοιο με τους άλλους ανθρώπους, τους οποίους βάπτιζε ο Ιωάννης παρά εμφανίστηκε το Άγιο Πνεύμα μόνο σε Εκείνον, ο οποίος επρόκειτο να το προσφέρει στους ανθρώπους, για να διδαχθείς και το ακόλουθο, μαζί με τα άλλα, ότι δηλαδή, όχι η καθαρότητα του βαπτιστή, αλλά η δύναμη του Βαπτιζόμενου έκανε το θαύμα αυτό. Τότε, λοιπόν, και ο ουρανός άνοιξε και το άγιο Πνεύμα κατήλθε. Συνεπώς, μας οδηγεί από τον τρόπο ζωής, τον οποίο καθόριζε η Παλαιά Διαθήκη, σε έναν νέο τρόπο ζωής, τον οποίο καθορίζει η Καινή Διαθήκη, και μας ανοίγει τις πύλες του ουρανού και από εκεί στέλνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας προσκαλεί την ουράνια πατρίδα. Και όχι μόνο μας προσκαλεί, αλλά συγχρόνως μας προσφέρει και μεγάλο αξίωμα, διότι δεν μας έκανε αγγέλους ή αρχαγγέλους, αλλά μας κατέστησε αγαπητά παιδιά του Θεού και έτσι μας προσελκύει προς την κληρονομία εκείνη.[…] Για να την επιτύχουμε αυτή και εμείς, ας συντρίψουμε τον βαρύ ζυγό των παθών και ας πτερώσουμε τον εαυτό μας για το ταξίδι προς τον ουρανό με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
· http://khazarzar.skeptik.net/pgm/PG_Migne/John%20Chrysostom_PG%2047-64/In%20Matthaeum.pdf
· Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΕΠΕ, εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, ομιλία ΙΒ΄, τόμος 9,σελίδες 383-397, Θεσσαλονίκη 1978.
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 63, σελ. 246 -262.
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
7.
Τα Άγια Θεοφάνεια – Ερμηνεία της Αποστολικής περικοπής(Τίτ.2,11-14 και 3,4-7) από τον Ιερό Χρυσόστομο.
[Υπομνηματισμός των εδαφίων Τίτ.2,11-15 και Τίτ.3,1-7]
«᾿Επεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὃς ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνομίας καὶ καθαρίσῃ ἑαυτῷ λαὸν περιούσιον, ζηλωτὴν καλῶν ἔργων(:διότι με την ενανθρώπηση του Υιού του Θεού φανερώθηκε η χάρις του Θεού, η οποία σώζει όλους τους ανθρώπους. Και μας παιδαγωγεί η χάρις του Θεού ώστε, αφού αρνηθούμε την ασέβεια και τις επιθυμίες του μάταιου και αμαρτωλού αυτού κόσμου, να ζήσουμε στη ζωή αυτή με εγκράτεια στον εαυτό μας, με δικαιοσύνη προς τους γύρω μας ανθρώπους και με ευσέβεια προς τον Θεό. Και να ενισχυόμαστε στην ενάρετη ζωή, περιμένοντας με χαρά τη μακαριότητα που ελπίζουμε και τη φανέρωση της δόξας του μεγάλου Θεού και Σωτήρος μας, του Ιησού Χριστού, ο Οποίος έδωσε τον εαυτό Του σε θάνατο για χάρη μας, για να μας εξαγοράσει από κάθε παράβαση του νόμου, να μας καθαρίσει και να μας κάνει έτσι δικό Του εκλεκτό λαό, λαό γεμάτο ζήλο για καλά έργα)»[Τίτ. 2, 11-14].
Αφού ζήτησε από τους υπηρέτες πολλή αρετή -γιατί πραγματικά είναι μεγάλη αρετή το να κοσμεί κανείς σε όλα τη διδασκαλία του Θεού και Σωτήρα μας και να μη δίνει καμία αφορμή στους κυρίους, ούτε και για το παραμικρό πράγμα-, προσθέτει και τη δίκαιη αιτία για την οποία οφείλουν οι υπηρέτες να είναι ενάρετοι. Και ποια είναι αυτή; «Διότι με την ενανθρώπηση του Υιού του Θεού», λέγει, «φανερώθηκε η χάρις του Θεού, η οποία σώζει όλους τους ανθρώπους)». Αυτοί που έχουν τον Θεό διδάσκαλο, πώς δεν θα είναι λογικά τέτοιοι, όπως πριν από λίγο είπα, αφού βρήκαν άφεση των απείρων αμαρτημάτων τους; Γιατί γνωρίζετε ότι μαζί με τα άλλα και αυτό ελέγχει και συγκρατεί όχι λίγο την ψυχή, το να μην τιμωρηθεί, ενώ είναι υπεύθυνη για άπειρα αμαρτήματα, αλλά να επιτύχει συγνώμη και άπειρα αγαθά. Αν λοιπόν κάποιος, πες μου, αφού πάρει υπηρέτη εκείνον που έκαμε άπειρα σφάλματα, δεν τον βασανίζει με μαστίγιο, αλλά του δώσει για εκείνα συγνώμη και του ζητήσει ευθύνες για τα μελλοντικά, παραγγέλλοντας τον να φυλάγεται, ώστε να μην πέσει στα ίδια, και τον τιμήσει με μεγάλα δώρα, ποιον νομίζετε ότι δεν θα μεταβάλει αυτό ακούοντας την τόσο μεγάλη χάρη;
Όμως μη νομίσεις ότι η χάρη σταματάει μέχρι τη συγχώρηση των προηγούμενων αμαρτημάτων, αλλά και από όσα μπορεί να γίνουν στο μέλλον μας εξασφαλίζει· γιατί και αυτό είναι έργο της χάριτος. Αν δηλαδή συμβαίνει να μην τιμωρεί πάντοτε όταν ενεργούμε κακώς ,το πράγμα τότε δεν είναι χάρη, αλλά κάποια προτροπή για όλεθρο και καταστροφή. «Γιατί φανερώθηκε», λέγει, «η χάρη του Θεού που μας διδάσκει να αρνηθούμε την ασέβεια και τις κοσμικές επιθυμίες και να ζήσουμε με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια τον παρόντα αιώνα, περιμένοντας τη μακάρια ελπίδα μας και την εμφάνιση της δόξας του μεγάλου Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού». Πρόσεχε πώς μαζί με τα βραβεία αναφέρει και την αρετή. Και αυτό είναι έργο της χάριτος, το να μας απαλλάξει από τα βιοτικά και να μας οδηγήσει προς τον ουρανό. Εδώ δείχνει δύο εμφανίσεις. Και πραγματικά είναι δύο, η πρώτη πριν από τη χάρη και η δεύτερη της ανταπόδοσης και της δικαιοσύνης.
«Ἀρνησάμενοι(:αφού αρνηθούμε)», λέγει, «τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας (:την ασέβεια και τις επιθυμίες του μάταιου και αμαρτωλού αυτού κόσμου)». Να η προϋπόθεση όλης της αρετής. Δεν είπε: «αφού αποφύγουμε», αλλά «αφού αρνηθούμε». Η άρνηση δείχνει μεγάλο το χάσμα, πολύ το μίσος, μεγάλη την αποστροφή. «Με όση διάθεση, με όσο ζήλο αποστράφηκαν τα είδωλα, με τόση», λέγει, «να αποστραφούν και την κακία αυτήν και τις κοσμικές επιθυμίες». Γιατί πραγματικά και αυτά είναι είδωλα, η κοσμική επιθυμία και η πλεονεξία, και αυτήν ονομάζει ειδωλολατρία. Και όσα μας χρησιμεύουν στην παρούσα ζωή είναι κοσμικές επιθυμίες· όλα όσα θα διαλυθούν μαζί με την παρούσα ζωή είναι κοσμική επιθυμία. Ας μην έχουμε λοιπόν κανένα κοινό με αυτές. Ήρθε ο Χριστός για να αρνηθούμε την ασέβεια. «Ασέβεια» εννοεί τα δόγματα, και «κοσμικές επιθυμίες» τη ζωή την ανήθικη. «Σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι (:να ζήσουμε με σωφροσύνη, με δικαιοσύνη και με ευσέβεια τον παρόντα αιώνα)».
Βλέπεις ότι, όπως πάντοτε λέγω, εγκράτεια δεν είναι αυτό μόνο, το να απέχει κανείς από την πορνεία, αλλά και να είναι μακριά από τα υπόλοιπα πάθη; Άρα και όποιος αγαπά τα χρήματα δεν είναι εγκρατής. Γιατί όπως εκείνος αγαπά τα σώματα, έτσι και αυτός αγαπά τα χρήματα· ή καλύτερα αυτός είναι περισσότερο ακόλαστος, επειδή δεν τον ωθεί σε αυτό τόσο μεγάλη ανάγκη. Γιατί και αναβάτης ανίκανος κυρίως λέγεται όχι εκείνος που δεν συγκρατεί το άγριο και ατίθασο άλογο, αλλά εκείνος που δεν μπορεί να υποτάξει το ήσυχο και πολύ ήμερο. «Τι λοιπόν», λέγει ίσως κάποιος, «η επιθυμία των χρημάτων είναι μικρότερη από την επιθυμία των σωμάτων;». Στον καθένα βέβαια είναι φανερό, αλλά και από πολλά αποδεικνύεται αυτό. Και πρώτα, επειδή η επιθυμία των σωμάτων έγινε για μας από ανάγκη. Αυτό όμως που έγινε από ανάγκη είναι φανερό ότι κατορθώνεται και με πολύ κόπο, αφού και σπάρθηκε μέσα στη φύση μας. Δεύτερο, γιατί στους παλαιούς δε γινόταν πολύς λόγος για χρήματα, ενώ πολύς ήταν ο λόγος για γυναίκες εξαιτίας της σωφροσύνης. Και όταν ένας συνευρεθεί με γυναίκα σύμφωνα με τον νόμο κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει μέχρι τα γηρατειά, όταν όμως χρηματίζεται θα τον κατηγορήσουν όλοι.
Και από τους εθνικούς φιλοσόφους πολλοί περιφρόνησαν τα χρήματα, τις γυναίκες όμως όχι· τόσο πιο τυραννικότερο είναι αυτό το πάθος από εκείνο. Αλλά επειδή ο λόγος μου απευθύνεται προς την εκκλησία, ας μη φέρω τα παραδείγματα από τους έξω, αλλά από τις Γραφές. Αυτό λοιπόν το αναφέρει σχεδόν σαν εντολή ο μακάριος Παύλος λέγοντας: «Ἒχοντες δὲ διατροφὰς καὶ σκεπάσματα, τούτοις ἀρκεσθησόμεθα. (:εφόσον λοιπόν κατά τη διάρκεια της ζωής μας έχουμε τροφές και ενδύματα και κατοικία για να μας σκεπάζει, θα αρκεστούμε σε αυτά)»[Α΄Τιμ. 6,8]. Και για τις γυναίκες λέγει: «Μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρόν, ἵνα σχολάζητε τῇ νηστείᾳ καὶ τῇ προσευχῇ καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέρχησθε, ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν ὑμῶν(:μην αποστερείτε ο ένας τον άλλο με αποχή και εγκράτεια, εκτός αν το κάνετε αυτό έπειτα από συμφωνία προσωρινά, για επιδίδεστε με μεγαλύτερη προθυμία και αφοσίωση στη νηστεία και στην προσευχή· και πάλι να συνέρχεστε στις συζυγικές σας σχέσεις, για να μην σας πειράζει σε πορνεία ο σατανάς εξαιτίας της αδυναμίας σας να εγκρατευθείτε)» [Α΄Κορ. 7,5]. Και πολλές φορές θα τον δεις να νομοθετεί για τη νόμιμη συνουσία. Και επιτρέπει να απολαμβάνει κανείς αυτήν την επιθυμία, και δεύτερο γάμο να συνάψει, και πολύ φροντίζει γι΄αυτό το πράγμα, και πουθενά δεν τιμωρεί γι΄αυτό, εκείνον όμως που επιθυμεί χρήματα παντού τον καταδικάζει.
Αλλά και ο Χριστός για τα χρήματα βέβαια πολλές φορές πρόσταξε, ώστε να αποφεύγει κανείς την καταστροφή που προέρχεται από αυτά, ενώ για την αποχή από γυναίκα δεν έκανε το ίδιο. Άκου λοιπόν τι λέγει για τα χρήματα: «Οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναί μου μαθητής (:Έτσι λοιπόν καθένας από σας που δεν κάνει από πριν τον λογαριασμό του και δεν απαρνείται τα πάντα, όλα τα υπάρχοντά του, δηλαδή και τους φυσικούς του δεσμούς και τον πλούτο και τις απολαύσεις και την ίδια του τη ζωή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου)» [Λουκά 14,33]. Πουθενά δεν είπε: «Αν κανείς απαρνηθεί τη γυναίκα του», γιατί γνωρίζει ποια τυραννίδα έθεσε μέσα μας. Και αυτός ο μακάριος λέγει στον Τιμόθεο: «Τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι καὶ ἡ κοίτη ἀμίαντος· πόρνους δὲ καὶ μοιχοὺς κρινεῖ ὁ Θεός(:Ας είναι σε όλα τιμημένος ο γάμος, και η συζυγική κοίτη ας φυλάσσεται καθαρή από κάθε μολυσμό· διότι ο Θεός θα καταδικάσει τους πόρνους και τους μοιχούς)» [Εβρ.13,4]. Πουθενά δεν καλεί άξια τιμής τη φροντίδα για τα χρήματα, αλλά το αντίθετο. «Οἱ δὲ βουλόμενοι πλουτεῖν ἐμπίπτουσιν εἰς πειρασμὸν καὶ παγίδα καὶ ἐπιθυμίας πολλὰς ἀνοήτους καὶ βλαβεράς, αἵτινες βυθίζουσι τοὺς ἀνθρώπους εἰς ὄλεθρον καὶ ἀπώλειαν(:Όσοι όμως έχουν προσκόλληση στο χρήμα και θέλουν να γίνουν πλούσιοι, πέφτουν σε πειρασμό και παγίδα και σε πολλές επιθυμίες ανόητες και βλαβερές, οι οποίες βυθίζουν τους ανθρώπους στην καταστροφή και την απώλεια)» [Α΄Τιμ.6,9]. Δεν είπε: «να γίνουν πλεονέκτες», αλλά «να πλουτίζουν».
Για να μάθετε όμως και από τις κοινές έννοιες είναι ανάγκη να αναφέρω και αυτόν τον λόγο. Αν κάποιος στερηθεί μια φορά τα χρήματα, δεν θα ενοχλείται πια από την επιθυμία τους. Γιατί τίποτε δεν τον κάνει να επιθυμεί τόσο πολύ τα χρήματα, όσο το να έχει χρήματα. Σχετικά με την επιθυμία όμως των σωμάτων δε συμβαίνει το ίδιο, αλλά παρόλο που και ευνουχίσθηκαν πολλοί, δεν απέβαλαν τη φωτιά που τους ενοχλεί από μέσα, γιατί η επιθυμία βρίσκεται σε άλλα όργανα, φυτεμένη μέσα στη φύση. Για ποιον λόγο λοιπόν σας τα είπα αυτά; Επειδή οι πλεονέκτες είναι πιο ακόλαστοι από τους πόρνους, αφού ενοχλούνται από μικρότερη επιθυμία· ή καλύτερα το πράγμα αυτό δεν είναι επιθυμία, αλλά ραθυμία. Γιατί εδώ η επιθυμία είναι τόσο φυσική, ώστε, και αν ακόμη δεν πλησιάζει κανείς γυναίκα, η φύση κάνει και εργάζεται το δικό της· εκεί όμως δεν συμβαίνει τίποτε τέτοιο.
«Καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν(: Και με ευσέβεια να ζήσουμε)», λέγει, «ἐν τῷ νῦν αἰῶνι (:στη ζωή αυτή)». Και ποια η ελπίδα; Ποιο το βραβείο των κόπων; «Προσδεχόμενοι (:περιμένοντας)», λέγει, «τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν (:με χαρά τη μακαριότητα που ελπίζουμε και τη φανέρωση τη μακάρια ελπίδα μας και εμφάνιση». Πραγματικά λοιπόν τίποτε δεν είναι πιο μακάριο από εκείνη, τίποτε πιο περιπόθητο. Και αυτά δεν μπορούν να τα παραστήσουν λόγια, γιατί τα τότε αγαθά ξεπερνούν τον νου μας. «Προσδεχόμενοι(:περιμένοντας με χαρά)», λέγει, «τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ(:τη μακαριότητα που ελπίζουμε και τη φανέρωση της δόξας του μεγάλου Θεού και Σωτήρος μας, του Ιησού Χριστού)». Πού είναι εκείνοι που λέγουν ότι ο Υιός είναι κατώτερος από τον Πατέρα; «Του μεγάλου», λέγει, «Θεού και Σωτήρα μας». Αυτός που έσωσε τους εχθρούς, τι δεν θα κάνει τότε όταν δεχθεί εκείνους που διακρίνονται για την αρετή τους; «Του μεγάλου Θεού», λέγει. Όταν λέγει το «μεγάλος» για τον Θεό δεν εννοεί μεγάλος προς κάτι, αλλά απολύτως μεγάλος, μετά τον οποίο δεν μπορεί κανείς να είναι μεγάλος, επειδή είναι μεγάλος προς κάτι. Αν όμως είναι προς κάτι, είναι σε σύγκριση μεγάλος και όχι από τη φύση Του· τώρα όμως είναι ασυγκρίτως μεγάλος.
«ὃς ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνομίας καὶ καθαρίσῃ ἑαυτῷ λαὸν περιούσιον, ζηλωτὴν καλῶν ἔργων(:ο Οποίος έδωσε τον εαυτό Του σε θάνατο για χάρη μας, για να μας εξαγοράσει από κάθε παράβαση του νόμου, να μας καθαρίσει και να μας κάνει έτσι δικό Του εκλεκτό λαό, λαό γεμάτο ζήλο για καλά έργα)», λέγει· «λαὸν περιούσιον», δηλαδή εκλεκτό, που δεν έχει κανένα κοινό προς τους υπολοίπους· «ζηλωτὴν καλῶν ἔργων (:λαό γεμάτο ζήλο για καλά έργα)». Βλέπεις ότι χρειάζεται και τα δικά μας έργα; Δεν είπε απλώς «έργων», αλλά «ζηλωτή», δηλαδή να φθάνει στην ίδια την αρετή με πολλή προθυμία, με την αρμόζουσα ορμητικότητα. Το να απαλλάξει λοιπόν εκείνους που υπέφεραν από το βάρος των κακών και ήταν ανίατα άρρωστοι, ήταν έργο της δικής Του φιλανθρωπίας· αυτά όμως που ακολουθούν ύστερα είναι και δικά μας και δικά Του. «Ταῦτα λάλει καὶ παρακάλει καὶ ἔλεγχε μετὰ πάσης ἐπιταγῆς (:Αυτά λέγε και πρότρεπε και έλεγχε με κάθε εξουσία)»[Τίτ.2,15].
Βλέπεις πως στον Τιμόθεο προστάζει και λέγει: «Ἒλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον (:έλεγξε, επίπληξε, συμβούλεψε)» [Β΄Τιμ.4,2], ενώ εδώ: «ταῦτα λάλει καὶ παρακάλει καὶ ἔλεγχε μετὰ πάσης ἐπιταγῆς(:Αυτά λέγε και πρότρεπε και έλεγχε με κάθε εξουσία)»[Τίτ.3,1]. Επειδή τα ήθη τους ήταν αγριότερα, γι΄αυτό και προστάζει να ελέγχει αυστηρά και με όλη του την εξουσία. Γιατί υπάρχουν αμαρτήματα που πρέπει να τα εμποδίζουμε και με προσταγές· όπως το να περιφρονούν τα χρήματα πρέπει να πείθουμε συμβουλεύοντας, και το να είναι πράοι και όλα τα παρόμοια· όμως τον μοιχό, τον πόρνο, τον πλεονέκτη, πρέπει να τον επαναφέρουμε στο καλύτερο με εξουσία· αυτόν που παρατηρεί τους οιωνούς, αυτόν που καταφεύγει στη μαντική, αυτόν που πράττει άλλα παρόμοια, όχι μόνο με εξουσία, αλλά με κάθε εξουσία. Βλέπεις πώς θέλει να τα προστάζει ο Τίτος αυτά και με κύρος και με πολλή εξουσία;
«Μηδείς σου περιφρονείτω(:Μην αφήνεις κανέναν να σε περιφρονεί)», αλλά «Ὑπομίμνησκε αὐτοὺς ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις ὑποτάσσεσθαι, πειθαρχεῖν, πρὸς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἑτοίμους εἶναι, μηδένα βλασφημεῖν, ἀμάχους εἶναι (:υπενθύμιζε στους πιστούς να υποτάσσονται στους άρχοντες και σε όσους ασκούν κάποια εξουσία, να πειθαρχούν και να είναι πρόθυμοι και έτοιμοι για κάθε καλό έργο, να μην κακολογούν κανέναν, να μην προκαλούν διαμάχες και φιλονικίες)»[Τίτ.3,1-2]. Τι λοιπόν; Ούτε εκείνους που ενεργούν κακώς, ούτε εκείνους επιτρέπεται να τους κατηγορούν; Αλλά πρέπει να είναι έτοιμοι για κάθε καλό έργο, να μην κακολογούν κανέναν.
Ας ακούσουμε τη συμβουλή: «Μηδένα(:κανέναν)», λέγει, «βλασφημεῖν(:να μην κακολογούν)»[Τίτ.3,2]. Kaθαρό πρέπει να είναι το στόμα μας από κακολογίες. Γιατί, είτε είναι αληθινές οι κακολογίες, δεν είναι στη δική μας δικαιοδοσία να τα λέμε αυτά, αλλά να τα εξετάζει ο κριτής-γιατί λέγει: «Σὺ δὲ τί κρίνεις τὸν ἀδελφόν σου;(: εσύ όμως γιατί κατακρίνεις τον αδελφό σου;)» [Ρωμ.14,10]-, είτε δεν είναι αληθινές, πρόσεχε πόση είναι η φωτιά. Άκουσε τον ληστή που λέγει στον άλλο ληστή: «καί γάρ καί αυτοί ἐν τῷ αὐτῷ κρίματί ἐσμεν», γιατί και εμείς βρισκόμαστε στην ίδια καταδίκη [ πρβ. Λουκά 23,40: «οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ;(: Σε λίγο θα εμφανιστείς ενώπιον του Θεού. Ούτε τον Θεό δεν φοβάσαι; Ο φόβος του Θεού δεν σε συγκρατεί να μην προσθέτεις και τώρα νέες αμαρτίες στον εαυτό σου; Δεν θυμάσαι το παρελθόν σου και τα τόσα σου εγκλήματα; Διότι κι εσύ υφίστασαι την ίδια καταδίκη και την ίδια ποινή του σταυρού που υφίσταται κι Αυτός)»], τον ίδιο αγώνα τρέχουμε. Αν επικρίνεις άλλους, γρήγορα και εσύ θα πέσεις στα ίδια. Γι΄αυτό συμβουλεύει ο μακάριος αυτός λέγοντας: «Ὥστε ὁ δοκῶν ἑστάναι βλεπέτω μὴ πέσῃ(:όποιος έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά στα πόδια του, ας προσέχει μην πέσει)» [Α΄Κορ. 10,12].
«ἀμάχους εἶναι (:να μην προκαλούν διαμάχες και φιλονικίες)», λέγει, «ἐπιεικεῖς, πᾶσαν ἐνδεικνυμένους πρᾳότητα πρὸς πάντας ἀνθρώπους (:να είναι επιεικείς και υποχωρητικοί, να επιδεικνύουν κάθε πραότητα σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους)»[Τίτ.3,2], και εθνικούς και Ιουδαίους, και μοχθηρούς και κακούς. Εκεί δηλαδή τους φοβίζει από τα μελλοντικά λέγοντας: «Επομένως όποιος νομίζει ότι στέκεται, ας προσέξει μήπως πέσει», εδώ όμως όχι από τα μελλοντικά, αλλά από τα περασμένα τους ελέγχει, κάνοντας το ίδιο με όσα προσθέτει: «Ἦμεν γάρ ποτε καὶ ἡμεῖς ἀνόητοι(: γιατί κάποτε ήμασταν και εμείς ανόητοι)», πράγμα που κάνει στην επιστολή του προς τους Γαλάτες γράφοντας: «Οὕτω καὶ ἡμεῖς, ὅτε ἦμεν νήπιοι, ὑπὸ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου ἦμεν δεδουλωμένοι (:έτσι και εμείς οι Χριστιανοί, όταν ήμασταν σε νηπιώδη πνευματική κατάσταση, ήμασταν υποδουλωμένοι στη στοιχειώδη και ανεπαρκή θρησκευτική γνώση του κόσμου που βρίσκεται στην άγνοια και την αμάθεια)» [Γαλ.4,3]. «Λοιπόν να μην κακολογήσεις κανέναν», λέγει, «γιατί και εσύ ήσουν τέτοιος».
«Ἦμεν γάρ ποτε (:Κάποτε ήμασταν και εμείς)», λέγει, «καὶ ἡμεῖς ἀνόητοι, ἀπειθεῖς, πλανώμενοι, δουλεύοντες ἐπιθυμίαις καὶ ἡδοναῖς ποικίλαις, ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ διάγοντες, στυγητοί, μισοῦντες ἀλλήλους(:ανόητοι, απείθαρχοι, περιπλανώμενοι μακριά από τον Θεό και την αλήθεια, δούλοι σε επιθυμίες και σε κάθε είδους ηδονές και περνούσαμε τη ζωή μας με μοχθηρία και φθόνο, μισητοί και άξιοι να μας αποστρέφονται, αφού κι εμείς οι ίδιοι μισούσαμε ο ένας τον άλλον)»[Τίτ.3,3]. Ώστε προς όλους πρέπει να είμαστε τέτοιοι, να φερόμαστε δηλαδή με πραότητα.
Γιατί αυτός που πρώτα ήταν τέτοιος και ύστερα απαλλάχθηκε, οφείλει να μην επικρίνει τους ομοίους του, αλλά να προσεύχεται και να ευγνωμονεί Εκείνον που έδωσε και στον ίδιο και σε εκείνους τη συγχώρηση των προηγούμενων κακών. Κανείς ας μην καυχιέται, «γιατί όλοι αμάρτησαν». Όταν λοιπόν θέλεις να επικρίνεις κάποιον, πράττοντας εσύ σωστά, έχοντας στον νου σου την προηγούμενη ζωή σου και το αβέβαιο του μέλλοντος, να συγκρατείς την οργή. Γιατί και αν ακόμη από την πρώτη ηλικία έζησες ενάρετα, μπορεί όμως να έχεις πολλά αμαρτήματα· και αν δεν έχεις, όπως νομίζεις, σκέψου ότι αυτό δεν έγινε από τη δική σου αρετή, αλλά από τη χάρη του Θεού. Γιατί, αν δεν καλούσε τους δικούς σου προγόνους, και εσύ μπορεί να ήσουν απείθαρχος. Πρόσεχε πώς ανέφερε κάθε κακία. Δεν οικονομούσε άπειρα ο Θεός με τους προφήτες, με όλους; Μήπως τους ακούσαμε;
«Ἦμεν γάρ ποτε (:διότι ήμασταν κάποτε)», λέγει, «καὶ ἡμεῖς πλανώμενοι· ὅτε δὲ ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ(:και εμείς πλανώμενοι· όταν όμως φανερώθηκε η αγαθότητα και η φιλανθρωπία του Σωτήρος μας Θεού)». Πώς; «Οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος ῾Αγίου (:Όταν όμως φανερώθηκε η αγαθότητα και η φιλανθρωπία του Σωτήρος μας Θεού, μας έσωσε όχι από έργα αρετής που κάναμε εμείς, αλλά σύμφωνα με το έλεός Του, με το λουτρό του αγίου βαπτίσματος, στο οποίο μας αναγεννά και μας ανακαινουργώνει το Άγιο Πνεύμα)»[Τίτ.3,4-5]. Πωπω! Πόσο ήμασταν βυθισμένοι μέσα στην κακία, ώστε να μην μπορούμε να καθαριστούμε, αλλά να χρειαστούμε αναγέννηση! Γιατί αυτό σημαίνει παλιγγενεσία. Όπως δηλαδή σε ένα σπίτι που είναι ετοιμόρροπο κανείς δεν βάζει υποστήριγμα, ούτε το ενώνει με τις παλαιές υποδομές, αλλά αφού το γκρεμίσει μέχρι τα θεμέλια, έτσι από την αρχή το κατασκευάζει και το ανακαινίζει, το ίδιο και Αυτός έκανε. Δεν μας επισκεύασε, αλλά από την αρχή μας κατασκεύασε. Γιατί αυτό σημαίνει η φράση «διὰ ἀνακαινώσεως Πνεύματος ῾Αγίου (:με την ανακαίνιση που χαρίζει το άγιο Πνεύμα)»· από την αρχή μας έκανε καινούργιους. Πώς; Με το Πνεύμα. Και πάλι, δείχνοντας αυτό με άλλον τρόπο, προσθέτει: «οὗ ἐξέχεεν ἐφ΄ ἡμᾶς πλουσίως διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν (:που ο Θεός το έχυσε επάνω μας πλούσια διαμέσου του Ιησού Χριστού, του Σωτήρος μας)»[Τίτ.3,6]. Τόσο πολύ μας χρειάζεται η ευσπλαχνία του Θεού.
«ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι (:Και μας το έχυσε πλούσια, για να δικαιωθούμε και να αγιασθούμε πρώτα με τη χάρη Εκείνου)»[Τίτ.3,7]. Πάλι με τη χάρη Του, όχι από το χρέος Του· «κληρονόμοι γενώμεθα κατ΄ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου (:και να γίνουμε έπειτα κληρονόμοι αιώνιας ζωής, σύμφωνα με την ελπίδα μας)». Συγχρόνως είναι προτροπή για ταπεινοφροσύνη και ελπίδα για τα μελλοντικά. Γιατί, αν όταν ήμασταν τόσο απελπισμένοι, ώστε να χρειαστεί να γεννηθούμε από την αρχή και να σωθούμε με τη χάρη Του, μας έσωσε χωρίς να έχουμε κανένα καλό, πολύ περισσότερο θα το κάνει αυτό στο μέλλον.
Τίποτε δεν ήταν χειρότερο από την ανθρώπινη θηριωδία πριν από τον ερχομό του Χριστού. Γιατί σαν εχθροί και αντίπαλοι συμπεριφέρονταν όλοι μεταξύ τους. Οι πατέρες έσφαζαν τα παιδιά τους και οι μητέρες ερωτεύονταν τα παιδιά τους. Τίποτε δεν ήταν όρθιο, ούτε ο φυσικός, ούτε ο γραπτός νόμος, αλλά όλα είχαν ανατραπεί· μοιχείες διαρκείς, φόνοι και οτιδήποτε άλλο υπάρχει φοβερότερο από τους φόνους, κλοπές (και λέγει κάποιος από τους εθνικούς ότι το πράγμα φαινόταν πως είναι έργο της αρετής· και φυσικά, αφού και θεό τέτοιον λάτρευαν), χρησμοί συνεχείς που πρόσταζαν να φονεύεται ο τάδε και ο τάδε.
Να πω κάτι από εκείνα που συνέβαιναν εκείνα τα χρόνια; Κάποιος Ανδρόγεως, υιός του Μίνωα, ήρθε στην Αθήνα και νίκησε στην πάλη, έπειτα όμως τιμωρήθηκε και θανατώθηκε. Ο Απόλλων λοιπόν, θεραπεύοντας το κακό με κακό, πρόσταξε να παίρνουν και να θανατώνουν γι΄αυτό[:Αναφέρεται στον γνωστό μύθο του Μινώταυρου και στον φρικτό φόρο αίματος που πλήρωναν οι Αθηναίοι. Από τον φόρο αυτόν απάλλαξε τους Αθηναίους ο Θησέας] δεκατέσσερις νέους. Τι υπάρχει σκληρότερο από αυτήν την τυραννία; Και αυτό έγινε, και ένας άνθρωπος ήρθε για να λύσει τη μανία του Θεού και έσφαξε τους νέους εκείνους, γιατί σε αυτούς ίσχυε η απάτη. Όταν όμως ξεσηκώθηκαν και υπερασπίστηκαν τον εαυτό τους, δεν ίσχυε πια η απάτη. Αν βέβαια το πράγμα γινόταν δίκαια, δεν έπρεπε να εμποδιστεί· αν όμως άδικα, όπως ασφαλώς και γινόταν άδικα, ούτε από την αρχή έπρεπε να διαταχθεί.
Προσκυνούσαν πυγμάχους και παλαιστές. Πόλεμοι γίνονταν συνεχείς και αλλεπάλληλοι σε κάθε πόλη και κωμόπολη και σπίτι. Ήταν παιδεραστές και κάποιος σοφός αυτών [Πρόκειται για τον Σόλωνα] νομοθετούσε ότι δεν επιτρέπεται σε δούλο ούτε να είναι παιδεραστής, ούτε να ασχολείται με τον αθλητισμό, «επειδή το πράγμα ήταν ενάρετο και περιείχε πολλή τιμή». Γι’αυτό και σε σπίτια έμεναν και το έκαναν φανερά αυτό. Και αν εξετάσει κανείς όλα τα δικά τους, θα βρει ότι και στην ίδια τη φύση φέρονταν φανερά με υβριστικό τρόπο και κανείς δεν τους εμπόδιζε, αλλά όλα τα δράματά τους ήταν γεμάτα από αυτά, δηλαδή από μοιχείες, ασέλγειες και ανηθικότητες. Παννυχίδες γίνονταν μιαρές και γυναίκες προσκαλούνταν να τις δουν. Πωπω αισχρό πράγμα! Τη νύχτα γινόταν παννυχίδα σε θέατρο και παρθένος καθόταν ανάμεσα σε παράφρονες νέους του μεθυσμένου όχλου. Το σκοτάδι ήταν η πανήγυρη και τα μυσαρά έργα που τελούνταν από αυτούς. Γι’αυτό λέγει: «Ἦμεν γάρ ποτε καὶ ἡμεῖς ἀνόητοι, ἀπειθεῖς, πλανώμενοι, δουλεύοντες ἐπιθυμίαις καὶ ἡδοναῖς ποικίλαις, ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ διάγοντες, στυγητοί, μισοῦντες ἀλλήλους (:Πρέπει να είμαστε όλοι επιεικείς και πράοι προς όλους, διότι και σε μας έτσι φέρθηκε ο Θεός. Κάποτε ήμασταν και εμείς ανόητοι, απείθαρχοι, περιπλανώμενοι μακριά από τον Θεό και την αλήθεια, δούλοι σε επιθυμίες και σε κάθε είδους ηδονές και περνούσαμε τη ζωή μας με μοχθηρία και φθόνο, μισητοί και άξιοι να μας αποστρέφονται, αφού κι εμείς οι ίδιοι μισούσαμε ο ένας τον άλλον)»[Τίτ.3,3]. Ο τάδε αγάπησε τη μητρυιά του, λέγει, και η τάδε τον πρόγονό της και κρεμάστηκε[:Αναφέρεται στον Φοίνικα, τον υιό του Αμύντορα και παιδαγωγό του Αχιλλέα(Ομήρου Ιλιάδα Ι) και στη Φαίδρα, τη σύζυγο του Θησέα]. Τους παιδικούς έρωτες, τους οποίους αυτοί συνηθίζουν να τους ονομάζουν «παιδικά», ούτε να τους πούμε είναι δυνατό.
Αλλά τι; Θέλεις να δούμε και γάμους με τις μητέρες; Υπάρχει και αυτό σε αυτούς, και το πιο φοβερό, το πράγμα γινόταν από άγνοια και ο θεός τους δεν το εμπόδιζε, αλλά ανεχόταν να υβρίζεται η φύση· και αυτό γινόταν αν και ήταν από τις επίσημες[:Αναφέρεται στον Οιδίποδα και την Ιοκάστη]. Και αν αυτοί, που ήταν φυσικό, αν μη για τίποτε άλλο τουλάχιστο για τη δόξα από τους πολλούς, να επιδίδονται στην αρετή, φέρονταν τόσο εύκολα προς την κακία, τι ήταν φυσικό να πράττουν οι πολλοί που ζούσαν στα κρυφά; Τι πιο περίπλοκο από την ηδονή αυτή; Αγάπησε η τάδε τον τάδε· όταν επέστρεψε ο άνδρας της τον έσφαξε με τη βοήθεια του μοιχού[:Ο λόγος είναι για την Κλυταιμήστρα, τον Αγαμέμνονα, τον Αίγισθο και στον Ορέστη και για τις γνωστές συμφορές της οικογένειας των Ατρειδών]. Ίσως οι πολλοί γνωρίζετε την ιστορία. Τον μοιχό σκότωσε ο γιος τους σκοτωμένου και εκείνην την έσφαξε. Στη συνέχεια τρελάθηκε και ο ίδιος και καταδιωκόταν από τις ερινύες. Έπειτα αυτός που κυριεύτηκε από τόση τρέλα έφυγε και έσφαξε άλλον, και παίρνει τη γυναίκα του. Τι υπάρχει χειρότερο από τις συμφορές αυτές; Γι’αυτό τα λέγω αυτά παρμένα από τους μη Χριστιανούς, για να πείσω τους εθνικούς πόσα κακά κατείχαν την οικουμένη.
Αλλά αν θέλετε, ας το αποδείξω και από τα δικά μας: «καὶ ἔθυσαν(:και θυσίασαν)», λέγει, «τοὺς υἱοὺς αὐτῶν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῶν τοῖς δαιμονίοις(:και θυσίασαν τους γιους και τις θυγατέρες τους στα δαιμόνια, στα είδωλα)»[Ψαλμ.105,37]. Και πάλι οι κάτοικοι των Σοδόμων δεν καταστράφηκαν για τίποτε άλλο, παρά μόνο επειδή ερωτεύονταν παιδιά[ βλ. Γέν. 19,4-30]. Αλλά πάλι στην αρχή της παρουσίας του Χριστού δεν χόρευε η θυγατέρα του βασιλιά στη διάρκεια του συμποσίου ανάμεσα σε μεθυσμένους ανθρώπους; Δεν ζητούσε φόνο για βραβείο για τον χορό το κεφάλι του προφήτη; [βλ. Ματθ.14,1-12]. «Τίς λαλήσει τὰς δυναστείας τοῦ Κυρίου; (:Ποιος θα μπορέσει ποτέ να κάνει λόγο και να εξυμνήσει επαξίως τα έργα τα θαυμαστά της δυνάμεως του Κυρίου;)» [Ψαλμ. 105,2].
«Ἦμεν γάρ ποτε καὶ ἡμεῖς (:διότι ήμασταν κάποτε και εμείς)», λέγει, «στυγητοί, μισοῦντες ἀλλήλους (:μισητοί και άξιοι να μας αποστρέφονται, αφού κι εμείς οι ίδιοι μισούσαμε ο ένας τον άλλον)»[Τίτ.3,3]. Γιατί οπωσδήποτε όταν αφήσουμε στην ψυχή όλες τις ηδονές, αυξάνεται αναγκαστικά το μίσος. Γιατί; Επειδή όπου η αγάπη είναι μαζί με την αρετή, κανείς δεν ξεπερνάει κανέναν. Πρόσεχε και ο Παύλος τι λέγει: «Μὴ πλανᾶσθε· οὔτε πόρνοι οὔτε εἰδωλολάτραι οὔτε μοιχοὶ οὔτε μαλακοὶ οὔτε ἀρσενοκοῖται οὔτε πλεονέκται οὔτε κλέπται οὔτε μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσι. καὶ ταῦτά τινες ἦτε (:Μην πλανάστε. Ούτε οι πόρνοι, ούτε οι ειδωλολάτρες, ούτε οι μοιχοί, ούτε οι εκθηλυμένοι και θηλυπρεπείς, ούτε οι αρσενοκοίτες ούτε οι πλεονέκτες, ούτε οι κλέφτες, ούτε οι μέθυσοι, ούτε αυτοί που εμπαίζουν και βρίζουν τους άλλους, ούτε οι άρπαγες με κανένα τρόπο δεν θα κληρονομήσουν την βασιλεία του Θεού· και μερικοί από εσάς τέτοιοι ήσασταν στο παρελθόν)» [Α΄Κορ. 6,9-11]. Βλέπεις πώς επικρατούσε κάθε είδος κακίας και ήταν πολλή η ομίχλη και διαφθειρόταν το δίκαιο; Γιατί, αν εκείνοι που άκουγαν τις προφητείες και έβλεπαν να γίνονται τόσα κακά και στους εχθρούς και στον εαυτό τους δεν συγκρατούνταν, αλλά έκαναν άπειρα καινούργια πράγματα, τι θα έκαναν οι άλλοι;
Ένας άλλος πάλι από αυτούς πρόσταζε τις παρθένες να παλεύουν γυμνές μπροστά στους άνδρες [:Πρόκειται για τον Λυκούργο, τον γνωστό νομοθέτη της Σπάρτης]. Είθε να συμβούν σε σας πολλά αγαθά, γιατί ούτε τον λόγο αντέχετε να ακούσετε. Αυτό όμως το πράγμα οι φιλόσοφοι δεν το ντρέπονταν. Και κάποιος άλλος, φιλόσοφος, ο κορυφαίος από αυτούς, τις βγάζει ακόμη και σε πολέμους και προστάζει να είναι κοινές, σαν να ήταν κάποιος μαστροπός και προαγωγός» [: Πρόκειται για τον Πλάτωνα].
«ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ διάγοντες(:περνούσαμε τη ζωή μας με μοχθηρία και φθόνο)», λέγει[: Τίτ.3,3]. Αν λοιπόν οι φιλόσοφοί τους νομοθετούσαν αυτά, τι θα μπορούσαμε να πούμε για τους μη φιλοσόφους; Αν αυτοί που έχουν τη βαθειά γενειάδα και φορούν τον τρίβωνα λέγουν τέτοια πράγματα, τι θα λέγαμε για τους άλλους; Δεν έγινε γι΄αυτό η γυναίκα, άνθρωπε, ώστε να εκτίθεται δημόσια σε όλους.
Ω σεις, που τα πάντα αντιστρέφετε! Που έρχεστε σε μίξη με τους άνδρες σαν να είναι γυναίκες και οδηγείτε τις γυναίκες σαν να είναι άνδρες στον πόλεμο. Γιατί αυτό είναι το έργο του διαβόλου, το να συγχέει και να αντιστρέφει τα πάντα και να διασαλεύει και να μετακινεί τα όρια που από την αρχή τέθηκαν και εκείνα που έθεσε ο Θεός στη φύση. Γιατί στη γυναίκα ο Θεός έδωσε μόνο να φροντίζει το σπίτι, ενώ στον άνδρα να ασχολείται με τα δημόσια πράγματα. Εσύ όμως κατεβάζεις την κεφαλή στα πόδια, και ανεβάζεις τα πόδια στην κεφαλή. Οπλίζεις τις γυναίκες, και δεν ντρέπεσαι; Και τι λέγω αυτά; Παρουσιάζουν και κάποια γυναίκα τους που σκότωσε ακόμη και τα παιδιά της, και δεν αισχύνονται ούτε ντρέπονται βάζοντας τέτοιες μυσαρές ιστορίες στις ακοές των ανθρώπων.
«Ὃτε δὲ(:Όταν όμως)», λέγει, «ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος ῾Αγίου οὗ ἐξέχεεν ἐφ΄ ἡμᾶς πλουσίως διὰ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ΄ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου(:Όταν όμως φανερώθηκε η αγαθότητα και η φιλανθρωπία του Σωτήρος μας Θεού, μας έσωσε όχι από έργα αρετής που κάναμε εμείς, αλλά σύμφωνα με το έλεός Του, με το λουτρό του αγίου βαπτίσματος, στο οποίο μας αναγεννά και μας ανακαινουργώνει το Άγιο Πνεύμα, που ο Θεός το έχυσε επάνω μας πλούσια διαμέσου του Ιησού Χριστού, του Σωτήρος μας. Και μας το έχυσε πλούσια, για να δικαιωθούμε και να αγιασθούμε πρώτα με τη χάρη Εκείνου και να γίνουμε έπειτα κληρονόμοι αιώνιας ζωής, σύμφωνα με την ελπίδα μας)»[Τίτ.3,4-7].
Τι σημαίνει «κατ΄ ἐλπίδα (:σύμφωνα με την ελπίδα μας)»; Δηλαδή, όπως ελπίσαμε έτσι θα απολαύσουμε· ή ότι ήδη είστε και κληρονόμοι. «Πιστὸς ὁ λόγος (:Το ότι δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε και θα κληρονομήσουμε την αιώνια ζωή είναι λόγος και αλήθεια αξιόπιστη)»[Τίτ.3,8]. Επειδή λοιπόν μίλησε για πράγματα μελλοντικά και όχι ακόμη παρόντα, πρόσθεσε το αξιόπιστο. «Είναι αληθινά αυτά», λέγει, «και αυτό φαίνεται από αυτά που προηγήθηκαν. Γιατί εκείνος που μας απάλλαξε από τόση μεγάλη ανομία και από τόσο πολλά κακά, είναι ολοφάνερο πώς θα δώσει οπωσδήποτε και τα μελλοντικά σε μας που παραμείναμε στη χάρη του· γιατί από την ίδια πρόνοια γίνονται όλα».
Ας ευχαριστούμε λοιπόν τον Θεό και ας μην ψέγουμε καθόλου τους άλλους, καθόλου ας μην τους κατηγορούμε, αλλά μάλλον ας τους προτρέπουμε, ας προσευχόμαστε γι’ αυτούς, ας τους συμβουλεύουμε, ας τους παραινούμε, είτε μας υβρίζουν είτε μας χλευάζουν, γιατί τέτοιοι είναι οι ασθενείς. Όσοι όμως τρέχουν για την υγεία των ασθενών υποφέρουν και κάνουν τα πάντα, ακόμη και αν δεν κατορθώνουν τίποτε, για να μην κατηγορούν τον εαυτό τους για αδιαφορία. Ή δεν γνωρίζετε ότι πολλές φορές όταν ένας γιατρός παραιτείται από τον ασθενή κάποιος άλλος συγγενής του λέγει: «συνέχισε τη θεραπεία και μη σταματήσεις καθόλου, για να μην κατηγορώ τον εαυτό μου, για να μην τον μέμφομαι, για να μην μπορώ να πω τίποτε εναντίον μου;». Δεν βλέπετε πόσο φροντίζουν οι συγγενείς για τους δικούς τους; Πόσα κάνουν γι΄αυτό, και γιατρούς παρακαλούν και κάθονται κοντά τους διαρκώς; Τουλάχιστον αυτούς ας μιμούμαστε, αν και βέβαια η φροντίδα δεν είναι για ίδια πράγματα.
Τώρα όμως, όταν το παιδί είναι άρρωστο στο σώμα, δεν θα αρνηθεί κανείς να το στείλει σε μακρινό ταξίδι για να θεραπεύσει την αρρώστια του. Όταν όμως πάσχει η ψυχή, κανείς δεν φροντίζει καθόλου γι’ αυτήν, αλλά όλοι χάνουμε το θάρρος, όλοι αδιαφορούμε, όλοι ολιγωρούμε, αν και βλέπουμε τα παιδιά, τις γυναίκες και μας τους ίδιους να κυριευόμαστε από τη φοβερή αυτή αρρώστια. Αλλά αργότερα αισθανόμαστε το πράγμα. Σκεφτείτε πόσο αισχρό και πόσο πολύ καταγέλαστο είναι να λέμε αργότερα «δεν περιμέναμε, δεν ελπίζαμε να συμβεί αυτό». Και δεν είναι μόνο αισχρό αλλά και επικίνδυνο. Γιατί, αν στην παρούσα ζωή είναι γνώρισμα των ανόητων ανθρώπων το να μην προβλέπουν τα μελλοντικά, πολύ περισσότερο θα συμβεί αυτό στη μέλλουσα ζωή, τη στιγμή που ακούμε τώρα πολλούς να μας συμβουλεύουν και να λένε αυτά που πρέπει και αυτά που δεν πρέπει να κάνουμε. Ας είμαστε λοιπόν κυριευμένοι από την ελπίδα αυτή, ας φροντίζουμε για τη σωτηρία μας, ας παρακαλούμε για όλα τον Θεό, ώστε να μας βοηθήσει. Μέχρι πότε θα είμαστε ράθυμοι; Μέχρι πότε αδιάφοροι, μέχρι πότε θα περιφρονούμε τον εαυτό μας και τους συνανθρώπους μας; Αυτός σκόρπισε πλούσια πάνω μας τη χάρη του αγίου Πνεύματος.
Ας κατανοήσουμε λοιπόν πόση χάρη φανέρωσε για μας και ας δείξουμε και εμείς τόσο ενδιαφέρον· ή καλύτερα τόσο δεν είναι δυνατό, τουλάχιστο μικρότερο. Γιατί, αν και μετά τη χάρη αυτήν παραμείνουμε αναίσθητοι, θα είναι μεγαλύτερη η τιμωρία μας. «εἰ μὴ ἦλθον (:Εάν δεν είχα έλθει)», λέγει, «καὶ ἐλάλησα αὐτοῖς, ἁμαρτίαν οὐκ εἶχον· νῦν δὲ πρόφασιν οὐκ ἔχουσι περὶ τῆς ἁμαρτίας αὐτῶν (:και δεν τους είχα μιλήσει αποδεικνύοντάς τους με τη διδασκαλία μου και με τα θαύματά μου ότι είμαι ο Μεσσίας, δεν θα είχαν αμαρτία για την απιστία που έδειξαν σε μένα. Τώρα όμως δεν έχουν καμία πρόφαση που να δικαιολογεί την αμαρτία τους. Και είναι βαριά και ασυγχώρητη η αμαρτία τους αυτή)» [Ιω.15,22]. Είθε όμως να μη γίνει να πει αυτά για μας, αλλά εύχομαι να αξιωθούμε εμείς τα αγαθά που έχει υποσχεθεί για εκείνους που Τον αγαπούν με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μαζί με τον οποίο στον Πατέρα και συγχρόνως στο άγιο Πνεύμα ανήκει η δόξα, η δύναμη και η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος
ΠΗΓΕΣ:
https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-epistulam-ad-titum.pdf
Ιωάννου του Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Υπόμνημα στην προς Τίτον επιστολήν, ομιλία Ε΄,πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ), εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1989, τόμος 22, σελίδες 94-117.
Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
Η Παλαιά Διαθήκη μετά Συντόμου Ερμηνείας, Παναγιώτης Τρεμπέλας, Αδελφότης Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήνα, 1985.
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-palaia-diathiki/
https://www.agia-aikaterini-larissis.com/agia-grafi-kaini-diathiki/
Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm