1.

Ο Χριστός ανεπιθύμητος…

Ὁ δαιμονισμένος τῆς περιοχῆς τῶν Γαδαρηνῶν ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς. Ροῦχα δὲν φοροῦσε καὶ σὲ σπίτι δὲν κατοικοῦσε· κατοικία του εἶχε τὰ μνήματα. Καθὼς ἀντικρύζει τὸν Κύριο, τὰ δαιμόνια ἀναστατώνονται, βάζει φωνὴ μεγάλη τὸ θύμα τους:

«Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου;»· ποιὰ σχέση ὑπάρχει ἀνάμεσα σὲ μένα καὶ σὲ σένα, Ἰησοῦ, υἱὲ τοῦ Ὑψίστου; Σὲ παρακαλῶ μὴ μὲ βασανίσεις. Τὸ δαιμόνιο ποὺ μίλησε ἦταν φοβισμένο πολύ, διότι ὁ Κύριος εἶχε διατάξει νὰ φύγει ἀπὸ τὸν ταλαιπωρημένο ἄνθρωπο. Ταλαιπωρημένο μάλιστα φρικτά, διότι γιὰ πολλὰ χρόνια τὸν εἶχαν καταλάβει τὰ δαιμόνια. Καὶ ἦταν τόσο ἀγριεμένος, ὥστε τὸν ἔδεναν οἱ ἄνθρωποι μὲ ἁλυσίδες καὶ δεσμὰ στὰ πόδια, γιὰ νὰ μποροῦν νὰ τὸν φυλᾶνε. Αὐτὸς ὅμως ἔσπαζε τὰ δεσμὰ καὶ καταδιωκόταν ἀπὸ τὰ δαιμόνια στὶς ἐρημιές.

Ὁ Κύριος ἀπευθύνει τώρα ἕνα ἐρώτημα στὸν δαιμονισμένο· τὸν ρωτάει ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά του. Ἀντὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο ὅμως ἀπαντᾶνε τὰ δαιμόνια καὶ λένε: «Λεγεών». Λεγεὼνα ἦταν ρωμαϊκὸ τμῆμα στρατοῦ περίπου 6.000 ἀνδρῶν, σὰν τὸ σημερινὸ Σύνταγμα στρατοῦ ἤ τὴν Ταξιαρχία. Οἱ δαίμονες ἔδωσαν αὐτὴ τὴν ἀπάντηση, διότι ἦταν πλῆθος πολὺ μέσα στὸ σῶμα τοῦ δυστυχισμένου αὐτοῦ ἀνθρώπου.

Ταυτόχρονα αὐτὰ τὰ πλήθη τῶν δαιμόνων παρακαλοῦν τὸν Κύριο νὰ τοὺς ἐπιτρέψει νὰ εἰσέλθουν σὲ ἕνα κοπάδι χοίρων ποὺ ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά. Ὁ Κύριος τοὺς τὸ ἐπέτρεψε. Καὶ ἀμέσως τὸ κοπάδι τῶν χοίρων καταλήφθηκε ἀπὸ μανία καὶ ὁρμώντας ἀπὸ τὸν κοντινὸ γκρεμὸ στὴ λίμνη πνίγηκε. Τρομαγμένοι οἱ βοσκοὶ ἔφυγαν καὶ ἀνήγγειλαν τὸ φοβερὸ γεγονὸς στοὺς κατοίκους τῆς πόλης καὶ τῶν γύρω χωριῶν.

Γιατί ὁ Κύριος ἔδωσε μία τέτοια ἄδεια ποὺ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν καταστροφὴ τῶν χοίρων; Τὴν ἔδωσε γιὰ δύο λόγους. Πρῶτον, γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς ἐκείνης ἀλλὰ κι ὅλοι ἐμεῖς τὴν καταστροφικὴ μανία τῶν δαιμόνων· καὶ δεύτερον, γιὰ νὰ τιμωρήσει τοὺς ἰδιοκτῆτες τοῦ κοπαδιοῦ ποὺ ἔτρεφαν χοίρους παράνομα, ἀφοῦ τὸ χοιρινὸ κρέας ἦταν ἀπαγορευμένο στοὺς Ἑβραίους ἀπὸ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ.

Ἡ εἴδηση προκάλεσε φόβο στὴν περιοχή. Οἱ κάτοικοι κατέφθασαν ἀπὸ παντοῦ κι ἔκπληκτοι ἔβλεπαν τὸν πρώην δαιμονισμένο νὰ κάθεται ἥσυχος κοντὰ στὰ πόδια τοῦ Κυρίου. Τὸ θέαμα τοῦ θεραπευμένου ἀνθρώπου καὶ τῶν πνιγμένων χοίρων τοὺς γέμισε μὲ τρόμο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁμαδικὰ ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ φύγει ἀπὸ τὸν τόπο τους. Φοβήθηκαν, φαίνεται, μήπως χάσουν ὅλοι τὶς περιουσίες τους.

Τὴν ὥρα ὅμως ποὺ ἐκεῖνοι Τὸν ἔδιωχναν, ὁ πρώην δαιμονισμένος παρακαλοῦσε τὸν Κύριο νὰ τοῦ ἐπιτρέψει νὰ Τὸν ἀκολουθήσει. Ἀλλὰ ὁ Κύριος δὲν τοῦ τὸ ἐπέτρεψε. Τοῦ παράγγειλε νὰ μείνει στὸν τόπο του, γιὰ νὰ διηγεῖται στοὺς δικούς του τὸ μεγάλο θαῦμα. Καὶ ὁ εὐγνώμων ἄνθρωπος τὸ ἔκανε μέ ὅλες του τίς δυνάμεις. Διακήρυττε σὲ ὅλη τὴν πόλη τὴ θαυμαστή του θεραπεία.

ΕΚΤΟΣ ΣΥΝΟΡΩΝ

Ἡ συμπεριφορὰ τῶν ἀνθρώπων τῆς περιοχῆς ἐκείνης ἔμεινε παραδειγματικὴ στὴν ἱστορία. Ἀπὸ τότε λέμε «Γαδαρηνούς» ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι διώχνουν ἀπὸ τὴ ζωή τους τὸν Χριστό. Τὸν διώχνουν, δὲν θέλουν νὰ ἔχουν πολλὲς σχέσεις μαζί Του. Γιατί; Διότι Τὸν φοβοῦνται. Φοβοῦνται μήπως μὲ τὴν παρουσία Του βλάψει αὐτὰ στὰ ὁποῖα εἶναι δοσμένη ἡ ψυχή τους. Τὴν περιουσία τους, τὶς δραστηριότητές τους, τὴν ἐξέλιξή τους. Φοβοῦνται μήπως τοὺς ἐμποδίσει ἀπὸ τὰ ἁμαρτωλά τους ἔργα. Μήπως δὲν μπορέσουν νὰ πραγματοποιήσουν τὶς κοσμικὲς ἐφάμαρτες ἐπιδιώξεις τους, τὶς παράνομες καὶ ἔνοχες ἐπιθυμίες τους.

Τελικὰ ὁ Χριστὸς συχνὰ καθίσταται ἀνεπιθύμητος. Ἀκόμη κι ἀπὸ μᾶς τοὺς ἴδιους, τοὺς πιστοὺς Χριστιανούς. Θέλουμε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὰ δαιμόνια, ἀλλὰ χωρὶς νὰ πειράξει τοὺς χοίρους τῶν παθῶν μας ποὺ παράνομα ἐκτρέφουμε. Θέλουμε δηλαδὴ νὰ μᾶς προστατέψει ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ διαβόλου (μαγεῖες, μαντεῖες κλπ.), δὲν συμφωνοῦμε ὅμως μὲ τὸ νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ πάθη μας, τὸν φιλήδονο καὶ σαρκικὸ τρόπο ζωῆς, καὶ νὰ ζήσουμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά Του.

Πόσο ἐπικίνδυνος εἶναι ὁ Χριστός!

Οἱ ἄνθρωποι θέλουμε τὴν προστασία Του, δὲν δεχόμαστε ὅμως ἐξίσου πρόθυμα τὴν ἑξαγιαστικὴ καὶ ἀνακαινιστικὴ παρουσία Του. Μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, χωρὶς νὰ τὸ πολυκαταλαβαίνουμε, γινόμαστε καὶ ἐμεῖς κάποιου εἴδους«Γαδαρηνοί». Τὸν Χριστὸ τὸν θέλουμε ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς ζωῆς μας. Ἀλλὰ τότε τί νόημα καὶ ποιὰ χαρὰ θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει ἡ ζωή μας; Ἀφοῦ τὸ νόημα καὶ ἡ χαρὰ τῆς ζωῆς εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ Χριστός, ἡ ζωή μας!

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

2.

Ἡ κακουργία τοῦ διαβόλου (Λουκ. η΄ 26-39)

Ἰωὴλ Φραγκᾶκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας)

«Δέομαί σου, μὴ μὲ βασανίσῃς»

Πολλοὶ ἄνθρωποι τὴ μανία τοῦ διαβόλου ποὺ στρέφεται κατὰ τῆς ψυχῆς μας καὶ μᾶς δημιουργεῖ πολλὰ προβλήματα «συνορᾶν οὐκ ἔχουσι», δηλαδὴ ἀδυνατοῦν νὰ τὸ ἀντιληφθοῦν, γι’ αὐτὸ παρεχώρησε ὁ Θεὸς καὶ κατὰ τὸ σῶμα «δαιμονοφορήτους γίνεσθαι», νὰ δαιμονισθοῦν μερικοὶ καὶ στὸ σῶμα, ὥστε νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅλοι πόσο φοβερὸ πράγμα εἶναι νὰ κάνει κάποιος ἔνοικο τῆς ψυχῆς του τὸ διάβολο, ὅταν πραγματοποιεῖ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς. Τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα περιγράφει ἕνα δαιμονισμένο στὰ Γάδαρα. Ἡ περιγραφὴ εἶναι φοβερὴ καὶ ἀξίζει νὰ δοῦμε μερικὰ σημεῖα ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἀναφέρει ὁ Εὐαγγελιστής.

Ἡ παράκληση τοῦ διαβόλου

Κατ’ ἀρχὴν πρέπει νὰ τονίσουμε πὼς ὁ Χριστὸς ἦλθε νὰ καταργήσει τὸ κράτος τοῦ διαβόλου· «ἵνα καταργήσῃ τὸν τὸν κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου τοῦτ’ ἔστι τὸν διάβολον» (Ἑβρ. 2, 14), θὰ μᾶς πεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ δείξει πὼς εἶναι παντοδύναμος ἐκδιώκει τοὺς δαίμονες ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ μᾶς χαρίζει τὴν αἰώνια ζωή. Ἀπὸ εὐσπλαχνία ἦλθε στὸν αἰγιαλὸ ὅπου διέτριβε καθημερινῶς ὁ δυστυχισμένος ἄνθρωπος, ποὺ εἶχε καταληφθεῖ ἀπὸ πολλὰ δαιμόνια. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο τὸ παμμίαρο ἐκεῖνο σμῆνος τῶν δαιμόνων, ὅταν ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου τοὺς μάστιζε ἀνηλεῶς, βρέθηκε σὲ ἀμηχανία κι ἄρχιζε νὰ κραυγάζει· «τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου μὴ μὲ βασανίσῃς» (Λουκ. 8,28). Φοβήθηκαν πὼς θὰ τοὺς παραδώσει στὴν αἰώνια κόλαση. Ἡ κόλαση γιὰ τὸ διάβολο, γράφει ὁ προμημονευθεὶς ἅγιος, εἶναι νὰ παραδοθεῖ σὲ ἀκινησία καὶ νὰ καταργηθεῖ κάθε πονηρή του ἐνέργεια. Νὰ μὴν μπορεῖ νὰ κάνει τὸ κακό. Ἀναγκάσθηκε λοιπὸν ἡ λεγεώνα τῶν δαιμονίων νὰ ταπεινωθεῖ ἐνώπιον τοῦ Κυρίου καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσει χρησιμοποιώντας μάλιστα λόγια κολακείας.

Τὸ πλῆθος τῶν δαιμονίων ἐξαιτίας τῆς πονηρῆς κοινωνίας ποὺ εἶχαν μεταξύ τους, ὁμιλοῦν σὰν νὰ εἶναι ἕνας καὶ χρησιμοποιοῦν τὸ στόμα τοῦ ἀνθρώπου ἐκείνου. Ὁ Κύριος ρώτησε τὸ δαιμονισμένο ποιὸ εἶναι τὸ ὄνομά του· «ὁ δὲ εἶπε· λεγεών· ὅτι εἰσῆλθεν δαιμόνια πολλὰ εἰς αὐτόν» (ὅπ.π. στίχ. 30). Ὁ Χριστὸς δὲν εἶχε ἀνάγκη νὰ ρωτήσει γιὰ νὰ μάθει τί γίνεται μέσα στὸ δαιμονισμένο, ἀλλὰ γιὰ νὰ μᾶς πληροφορήσει πόσοι φονευτὲς δαίμονες ταλαιπωροῦσαν ἐκεῖνον τὸ δυστυχισμένο. Ἐπίσης ἤθελε ὁ Χριστὸς νὰ μᾶς δείξει πὼς ὅλος αὐτὸς ὁ συρφετὸς ποὺ ἐξεστράτευε καθημερινῶς ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου, «ἀνελεῖν οὐκ ἐξίσχυσεν», δὲν μπόρεσε νὰ τὸν σκοτώσει, θὰ ὑπογραμμίσει ἰδιαίτερα ὁ Βασίλειος Σελευκείας. Ὁ διάβολος ὅλα θὰ τὰ κατάστρεφε καὶ κανένα πλάσμα δὲ θὰ ἔμενε ἀπείρακτο ἀπ’ τὶς ἐνέργειές του, ἐὰν δὲν τὰ προστάτευε ἡ ἀκαταγώνιστη δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη κι ἡ παράκληση τῶν δαιμονίων νὰ μποῦν μέσα στοὺς χοίρους, δείχνει τὴν ἀδυναμία τους, ὅταν ἐμφανισθεῖ μπροστά τους ὁ Θεὸς καὶ τοὺς καταργήσει τὴν πονηρὴ δραστηριότητα.

Ἀναγωγικὲς ἑρμηνεῖες

Κάθε πονηρὸ πάθος ἐξαιτίας τῆς ἀκαθαρσίας του δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο χοιρώδη βίο. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ μόλυναν τὸ χιτώνα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, περιφέρονται σὰν χοῖροι. Ἀπ’ αὐτοὺς προεξέχουν αὐτοὶ ποὺ ἀγάπησαν τὴν ἡδυπάθεια καὶ προνοοῦν ἁμαρτωλὰ γιὰ τὴ σάρκα τους. Ὁ Παῦλος λέγει: «ἐνδύσασθε τὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τῆς σαρκὸς πρόνοιαν μὴ ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας» (Ρωμ. 13,14). Ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος προσθέτει πὼς κάθε ἄνθρωπος ποὺ στερεῖται λόγω τῶν ἁμαρτιῶν του τὴ στολὴ τοῦ βαπτίσματος, δὲ μένει μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ στὰ μνήματα, δηλαδὴ ζεῖ μέσα στὰ νεκρὰ ἔργα, ὅπως π.χ. στὴν πορνεία καὶ στὶς ἀκάθαρτες πράξεις.

Ἕνας ἄλλος ἑρμηνευτὴς θὰ συμπληρώσει. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ βαρύνεται μὲ φαῦλες πράξεις, συνέχεται ἀπ’ τὸν πονηρὸ δαίμονα. Βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῶν ἀρετῶν, δηλαδὴ τὴν Ἐκκλησία καὶ σὰν νὰ εἶναι δεσμὰ οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ τὶς ἀποτίθεται βγάζοντας τῆς σωφροσύνης τὸ χιτώνα, ἐνῶ παραδίδεται στὴν ἀπραξία τῶν ἐναρέτων ἔργων. Ἡ ἀπραξία αὐτὴ συμβολίζεται μὲ τὴν κατοίκηση τοῦ δαιμονισμένου στὰ μνήματα «νεκρός τῆς κατὰ Θεὸν πολιτείας γενόμενος» (Θεοφάνης ὁ Κεραμεύς). Ἡ τραγικότητα τοῦ διαβόλου εἶναι ὅτι ξέρει τί τὸν περιμένει κι ὅμως δὲ μετανοεῖ. Παραμένει ἀμετανόητος καὶ μάλιστα μὲ λυσσώδη μανία ἐπιτίθεται ἐναντίον τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀγωνίζονται. Ἡ ἀμετανοησία, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὸ διάβολο, εἶναι ἡ αἰτία τῶν κακῶν σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Παραμένοντας στὰ πάθη μας δὲν ἀφήνουμε περιθώριο στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ ἐνεργήσει.

Ἀδελφοί,

Ὁ πονηρὸς ἔχει δεσμεύσει τὴ βούλησή μας καὶ μᾶς ἔκανε ἄπρακτους γιὰ τὰ καλὰ ἔργα καὶ τοὺς θεοφιλεῖς ἀγῶνες. Ἂς ἀναζητήσουμε τὸ Θεὸ μὲ ὅλη μας τὴν ψυχικὴ δύναμη κι ἂς καλλιεργήσουμε τὶς ἐντολές Του μὲ ταπείνωση, ὥστε νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὶς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου καὶ νὰ νιώσουμε ἐλεύθεροι μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

3.

Ἡ διάσπαση τῆς ἁμαρτίας (Λουκ. η΄ 26-39)

Καραγιάννης Νικάνωρ (Ἀρχιμανδρίτης)

Τὴ μανία ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἐπίδραση τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων περιγράφει μὲ μελανὰ χρώματα τὸ περιστατικὸ τοῦ δαιμονισμένου τῶν Γαδαρινῶν. Αὐτὴ ἡ μανία ἀποτυπώνεται στὴ δύναμη τοῦ κακοῦ, ποὺ μὲ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες μορφὲς του μᾶς ταλαιπωρεῖ, μᾶς βασανίζει καί, κάποτε, μᾶς δυναστεύει κυριολεκτικά. Σήμερα θὰ σταθοῦμε σὲ ἕνα χαρακτηριστικό, ἀλλὰ καὶ τραγικὸ σύμπτωμά του, τὸ διχασμὸ ποὺ προκαλεῖ ἡ ἁμαρτία.

Ἐσωτερικὴ διάσπαση: δαιμονικὸ σύμπτωμα τῆς ἁμαρτίας

Εἶναι γεγονὸς ὅτι ἡ δαιμονοπληξία, ὅπως ὅλες οἱ ψυχικὲς καὶ σωματικὲς ἀσθένειες, συνδέεται μὲ τὴν πραγματικότητα τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς παρουσίας τοῦ κακοῦ καὶ τῆς φθορᾶς στὸν κόσμο. Στὸ ἐπεισόδιο τοῦ δαιμονισμένου τῶν Γαδαρινῶν φαίνεται ἡ κυριαρχία τοῦ διαβόλου, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀνθρώπινη δυστυχία καὶ διάλυση. Πρόκειται γιὰ μιὰ κατάσταση στὴν ὁποία μία ἐχθρικὴ δύναμη πρὸς τὸν ἄνθρωπο δηλητηριάζει τὴ ζωή του, μηχανεύεται τεχνάσματα καὶ μεθόδους ποὺ τὸν καταστρέφουν καὶ τὸν ὁδηγοῦν σὲ ἀδιέξοδο καὶ ἀπόγνωση. «Τί σοὶ ὄνομα ἐστίν; Ὁ δὲ εἶπε: Λεγεών». Ὁ δαιμονισμένος ἦταν κατοικητήριο πολλῶν δαιμόνων. Ἐδῶ βλέπουμε καθαρὰ τὴ διασπαση τῆς προσωπικότητας τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, γιὰ τὴν ὁποία γίνεται τόσος πολὺς λόγος στὶς μέρες μας.

Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας δίνει τὴ δική της ἀπάντηση καὶ ἐρμηνεύει αὐτὸ τὸ φαινόμενο μέσα ἀπὸ τὸ φῶς καὶ τὴν προοπτική τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ πτώση στὴν ἁμαρτία φέρνει τὴν ἐσωτερικὴ διάσπαση στὸν ἄνθρωπο καὶ προξενεῖ τὴ διαίρεση, τὸ διχασμό. Ὁ Θεὸς ἑνώνει, ἐνῶ ὁ διάβολος διαιρεῖ. Ὁ Θεὸς δημιουργεῖ τὸν ἄνθρωπο ὡς ἑνοποιημένη ψυχοσωματικὴ προσωπικὴ ὕπαρξη, ἐνῶ ὁ διάβολος τὸν τεμαχίζει καὶ τὸν θρυμματίζει σὲ ἀπρόσωπη μάζα. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνουν οἱ ἐγωπαθεῖς προτιμήσεις καὶ οἱ ἀλλοπρόσαλλες συμπεριφορὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Θεό, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, νεκρώνει τὶς ἐσωτερικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν ἀποξενώνει ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ τὸν συνάνθρωπό του. Κέντρο τοῦ κόσμου καὶ τῶν ἀναζητήσεών του γίνεται πλέον ὁ ἐαυτός του καὶ ἐγωκεντρισμό του. Χάνοντας τὴν ἀναφορὰ στὸν Θεό, ὑποτάσσεται ἀναπόφευκτα στὸ νόμο τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου. Ἡ προσωπικότητά του διασπᾶται ἀπὸ τὰ ἀλληλοσυγκρουόμενα ἐνδιαφέροντα καὶ τὶς εὐμετάβλητες προτιμήσεις του σὲ τέτοιο βαθμό, ὥστε ἡ ἀνθρώπινη καρδιά, τὸ κέντρο τῆς ὕπαρξή του, νὰ χάνει τὴν ἰσσοροπία καὶ τὴν ἁρμονία της ἀπὸ ἕνα πλῆθος δυνάμεων. Ποικίλα καὶ συμφέροντα, ρόλοι καὶ συμπεριφορὲς ἀσύνδετες μεταξύ τους, διαιροῦν τὸν ἐσωτερικό του κόσμο καὶ τὸν μετατρέπουν σὲ μιὰ κατακερματισμένη καὶ χαώδη κατάσταση. Ἕνας ἄνθρωπος διχασμένος ἐσωτερικὰ καὶ ἀπομονωμένος ἐξωτερικὰ δὲν μπορεῖ νὰ νιώθει καὶ νὰ εἶναι λυτρωμένος.

Ἡ ἀντίδραση τῶν κατοίκων στὴν θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου

Ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἐνόχλησε τοῦ κατοίκους τῆς περιοχῆς τῶν Γαδαρηνῶν. Τυφλωμένοι καὶ ἀπορροφημένοι ἀπὸ τὸ ὑλικὸ κέρδος δὲν διέκριναν τὸ νόημα τῆς θαυματουργικῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου. Δὲν τοὺς ἔλεγξε ἡ συνείδηση γιὰ τὸ παράνομο ἐμπόριο τῶν χοίρων ποὺ ἔκαναν, παρὰ τὴν ἀπαγορεύση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου. Ζημιωμένοι ἀπὸ τὰ συμφέροντά τους, διώχουν τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν περιοχή τους. Σκεπτόνται ἐγκεφαλικὰ καὶ συμφεροντολογικά. Ὅ,τι δὲν ἐξυπηρετεῖ τὰ σχέδια καὶ τὶς ἐπιδιώξεις τους τὸ παραμερίζουν καὶ τὸ πολεμοῦν, ὄχι μόνο ὡς ἀνεπιθύμητο, ἀλλὰ καὶ ὡς ἐπικίνδυνο. Μένουν στὴν ἐπιφάνεια καὶ χάνουν τὴν οὐσία. Ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι σήμερα ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια τακτική. Διώχνουν τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὰ σύνορα τῆς ζωῆς τους καὶ τὸ ἔδαφος τῆς ψυχῆς τους. Καὶ ἐδῶ ὁ φαῦλος κύκλος τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἐσωτερικῆς διάσπασης βιώνεται μὲ ἰδιαίτερα σκληρὸ τρόπο. Ἡ μαζοποίηση καὶ ἡ ἀπώλεια τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου στὴν σύγχρονη κοινωνία εἶναι κραυγαλέα. Ὁ διασπασμένος ἐσωτερικὰ ἄθρωπος ἔχει, φυσικά, καὶ διχασμένες λειτουργίες. Ἄλλα θέλει, ἄλλα λέει καὶ ἄλλα κάνει. Τὸ σῶμα καὶ ἡ ψυχὴ δὲν συνεργάζονται ἁρμονικὰ μεταξύ τους. Γίνονται ἀντίπαλα καὶ ἀνταγωνιστικά.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὁ θεραπευμένος τῆς περικοπῆς, ἀπελευθερωμένος ἀπὸ ὅ,τι μέχρι τότε τὸν βασάνιζε, ἐπιθυμεῖ νὰ μείνει κοντὰ στὸν Χριστό. Βίωσε τὴν ἀγάπη καὶ τὴ χαρή Του, ποὺ ἑνοποίησε τὴν κομματιασμένη ἀπὸ τοὺς δαίνομες ὕπαρξή του. Οἱ κάτοικοι τῶν Γαδαρηνῶν διώχνουν τὸν Χριστό. Διχασμένοι ἐσωτερικά, χωρὶς βέβαια νὰ τὸ καταλαβαίνουν, βλέπουν καὶ αἰσθάνονται τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, ὄχι ὅμως καὶ τὴν ἀγάπη Του. Δὲν θέλουν νὰ δοῦν τὴν ζωὴ τους πέρα ἀπὸ τὴν καθημερινότητα, μέσα σὲ μιὰ ἄλλη προοπτική. Δύο διαφορετικὲς ἐπιλογὲς τῆς ἀνθρώπνης ἐλευθερίας. Ἡ μία σώζει καὶ ἡ ἄλλη καταστρέφει. Ἐμεῖς ποιά, ἄραγε, προτιμοῦμε;

4.

Δύο πιθανές τοποθετήσεις μπροστά στήν ἐλευθερία

Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)

«Ἐκεῖνο τόν καιρό καθώς ἔφτασε ὁ Ἰησοῦς στήν περιοχή τῶν Γαδαρηνῶν, τόν συνάντησε κάποιος ἄντρας ἀπό τήν πόλη, πού εἶχε μέσα του δαιμόνια ἀπό πολύν καιρό. Ροῦχο δέν ντυνόταν οὔτε ἔμενε σέ σπίτι, ἀλλά ζοῦσε στά μνήματα. Ὅταν εἶδε τόν Ἰησοῦ, ἔβγαλε μία κραυγή, ἔπεσε στά πόδια του καί τοῦ εἶπε μέ δυνατή φωνή: «Τί δουλειά ἔχεις ἐσύ μ’ ἐμένα Ἰησοῦ, Υἱέ τοῦ ὕψιστου Θεοῦ; Σέ παρακαλῶ μή μέ βασανίσεις». Αὐτά τά εἶπε, γιατί ὁ Ἰησοῦς εἶχε διατάξει τό δαιμονικό πνεῦμα νά βγεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ἀπό πολλά χρόνια τόν εἶχε στήν ἐξουσία του, καί γιά νά τόν συγκρατήσουν τόν ἔδεναν μέ ἁλυσίδες καί τοῦ ἔβαζαν στά πόδια σιδερένια δεσμά. Ἐκεῖνος ὅμως ἔσπαζε τά δεσμά, καί τό δαιμόνιο τόν ὁδηγοῦσε στίς ἐρημιές. Ὁ Ἰησοῦς τόν ρώτησε: «Ποιό εἶναι τό ὄνομά σου;» Ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Λεγεών»·γιατί εἶχαν μπεῖ μέσα του πολλά δαιμόνια. Τά δαιμόνια, λοιπόν, τόν παρακαλοῦσαν νά μήν τά διατάξει νά πᾶνε στήν ἄβυσσο.

Ἐκεῖ κοντά ἦταν ἕνα κοπάδι ἀπό πολλούς χοίρους πού ἔβοσκαν στό βουνό, καί τά δαιμόνια παρακαλοῦσαν τόν Ἰησοῦ νά τούς ἐπιτρέψει νά μποῦν στούς χοίρους, καί τούς τό ἐπέτρεψε. Βγῆκαν, λοιπόν, ἀπό τόν ἄνθρωπο καί μπῆκαν στούς χοίρους. Τότε τό κοπάδι ὅρμησε πρός τόν γκρεμό καί πνίγηκε στή λίμνη. Μόλις οἱ βοσκοί εἶδαν τί ἔγινε, ἔφυγαν καί τό εἶπαν στήν πόλη καί στήν ὕπαιθρο. Βγῆκαν οἱ ἄνθρωποι νά δοῦν τί ἔγινε καί ἦρθαν κοντά στόν Ἰησοῦ. Βρῆκαν τόν ἄνθρωπο ἀπό τόν ὁποῖο βγῆκαν τά δαιμόνια νά κάθεται δίπλα στόν Ἰησοῦ, νά φοράει ροῦχα καί νά φέρεται λογικά, καί φοβήθηκαν. Ὅσοι εἶχαν δεῖ τί εἶχε γίνει, τούς εἶπαν γιά τό πῶς ὁ δαιμονισμένος σώθηκε. Τότε ὅλο τό πλῆθος ἀπό τήν περιοχή τῶν Γαδάρων παρακαλοῦσαν τόν Ἰησοῦ νά φύγει ἀπό κοντά τους, γιατί τούς εἶχε πιάσει μεγάλος φόβος. Ἐκεῖνος μπῆκε στό πλοιάριο γιά νά γυρίσει πίσω. Ὁ ἄνθρωπος ἀπό τόν ὁποῖο εἶχαν βγεῖ τά δαιμόνια τόν παρακαλοῦσε νά τόν πάρει μαζί του. Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τοῦ εἶπε νά φύγει, μέ τά παρακάτω λόγια: «Γύρισε στό σπίτι σου καί διηγήσου ὅσα ἔκανε σ’ ἐσένα ὁ Θεός». Ἐκεῖνος ἔφυγε διαλαλώντας σ’ ὅλη τήν πόλη ὅσα ἔκανε σ’ αὐτόν ὁ Ἰησοῦς» (Λουκ. 8, 26-39).

Ὁ Χριστός παρουσιάζεται στή διήγησή μας ὡς ἐλευθερωτής τῶν ἀνθρώπων ἀπό τίς δαιμονικές δυνάμεις πού τόν κρατοῦν αἰχμάλωτο καί τόν δυναστεύουν. Σ’ αὐτή τήν προσφορά ἐλευθερίας παρατηροῦμε δύο τρόπους ἀνταποκρίσεως τῶν ἀνθρώπων: ἡ μία ἐκπροσωπεῖται ἀπό τόν δαιμονισμένο ποὺ θεραπεύθηκε, ἡ ἄλλη ἀπό τούς κατοίκους τῆς περιοχῆς στήν ὁποία ἔγινε τό θαῦμα. Ὁ πρῶτος, μετά τή συνάντησή του μέ τόν ἐλευθερωτή καί σωτήρα Χριστό, μεταβάλλεται ριζικά: ἀπό γυμνός γίνεται «ἰματισμένος καί σωφρονῶν»· ἀπό ἀκοινώνητος πού ζοῦσε στά μνήματα καί στίς ἐρήμους βρίσκεται τώρα σέ ἐπικοινωνία μέ τούς συνανθρώπους του, τούς ὁποίους σπεύδει νά συναντήσει γιά νά τούς διηγηθεῖ τή θαυματουργική θεραπεία του- ἀντί τῆς ἐπιθετικότητας καί τῆς καταστροφικῆς καί αὐτοκαταστροφικῆς μανίας πού εἶχε (βλ. τίς παράλληλες διηγήσεις στά Μάρκ. 5, 3-5. Ματθ. 8, 28 ἑξ.) γίνεται τώρα ἡ αἰτία σωτηρίας τῶν ἄλλων ἀντί τῆς προηγούμενης διεσπασμένης προσωπικότητάς του πού φαίνεται ἀπό τήν ὀνομασία «λεγεών»(: «γιατί εἶχαν μπεῖ μέσα του πολλά δαιμόνια») ἀποκτᾶ τώρα ἕνα ἑνιαῖο κέντρο, τό ὁποῖο γνωρίζει πολύ καλά τί θέλει, νά μείνει κοντά στόν Ἰησοῦ.

Ἐνῶ ὅμως ὁ πρώην δαιμονισμένος ἐπιθυμεῖ τή μόνιμη συντροφιά τοῦ Ἰησοῦ, οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς ζητοῦν τήν ἀπομάκρυνση τοῦ εὐεργέτη, γιατί τούς κυρίεψε ὁ φόβος. Εἶδαν τή δύναμη τοῦ Ἰησοῦ καί τρομοκρατήθηκαν. Σκέφθηκαν ἀμέσως ὅτι ἡ παρουσία ἑνός ἰσχυροῦ θαυματοποιοῦ ἀνάμεσά τους μπορεῖ νά συνεπάγεται ἴσως ὁρισμένες ὑλικές ζημίες, ὅπως ἦταν π.χ. ἡ καταστροφή τῆς ἀγέλης τῶν χοίρων. Ὁ «φόβος» τους γιά τόν ὁποῖο ὁμιλεῖ ὁ εὐαγγελιστής δέν εἶναι τό δέος καί ἡ συντριβή μπροστά στή δύναμη τοῦ Ἰησοῦ, ἡ ἀρχή τῆς ἀναγνωρίσεώς του καί τῆς προσκυνήσεως, ἀλλ’ ὁ τρόμος μήπως ἡ παρουσία του τούς ὁδηγήσει στή στέρηση τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, τά ὁποῖα δέν θέλουν νά χάσουν. Τυφλοί ὡς πρός τό πνευματικό τους συμφέρον, βλέπουν μπροστά τους μόνο τό ὑλικό συμφέρον. Ἀπορρίπτουν τήν ἐλευθερία, προτιμώντας νά μείνουν δοῦλοι.

Πολλές φορές οἱ ἄνθρωποι δέν βλέπουν καθαρά, δέν διακρίνουν τό σωστό, χάνουν τά μεγάλα γιά νά κερδίσουν τά μικρά, διώχνουν τόν Σωτήρα γιά νά ζήσουν πιό ἄνετα. Οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς τῶν Γαδαρηνῶν εἶναι οἱ τύποι τῶν ἀνθρώπων πού ἀσυλλόγιστα διώχνουν τό σπόρο τοῦ θείου λόγου καί ἀποδεικνύονται ἄγονο καί πετρῶδες ἔδαφος, γιά νά θυμηθοῦμε τήν εἰκόνα τῆς παραβολῆς τοῦ σπορέα. Βλέπουν ἐπιφανειακά, κοινωνικά, συμβατικά, ἐγωκεντρικά. Ἐάν τό χριστιανικό κήρυγμα δέν ἐξυπηρετεῖ τά σχέδιά τους, τό παραμερίζουν. Ἐάν στέκεται ἐμπόδιο στίς ἐπιδιώξεις τους, τό πολεμοῦν. Ἐάν ὁ Χριστός τούς ἐνοχλεῖ, τόν διώχνουν.

Κι ὅμως ἐδῶ βρίσκεται ἡ τραγική εἰρωνεία- παραμένουν κλεισμένοι στά δεσμά ἀπό τά ὁποῖα θέλει νά τούς λυτρώσει ὁ Χριστός. Δέν βλέπουν τά θαύματα τῆς θείας ἀγάπης μέ τά ὁποῖα εἶναι γεμάτος ὁ κόσμος. Σκέπτονται ψυχρά, ἐγκεφαλικά, ἐγκοσμιοκρατικά. Ἐκεῖνο πού μεταβάλλει ριζικά τόν ἄνθρωπο δέν εἶναι ἡ ψυχρή λογική καί τό στενά ἐννοούμενο συμφέρον, ἀλλ’ ἡ συνάντηση μέ τόν Χριστό μέσα στόν χῶρο τοῦ βιώματος, ὁ διάλογος μέ Αὐτόν, ἡ ἀναγνώρισή του ὡς ἐλευθερωτῆ.

Στήν περιγραφή τοῦ δαιμονισμένου τῆς διηγήσεώς μας ἔχουμε μία εἰκόνα τοῦ ἀνθρώπου πού εἶναι αἰχμάλωτος τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων τῆς κακίας, τοῦ μίσους, τῆς καταστροφῆς· στήν περιγραφή τοῦ ἴδιου ἀνθρώπου ἀλλά θεραπευμένου βλέπουμε τήν τεράστια ὑπαρξιακή ἀλλαγή πού συντελεῖται ἀπό τή συνάντηση μέ τόν Χριστό, τόν Σωτήρα καί Ἐλευθερωτή.

Ἡ ἐπιθυμία νά μείνει κανείς κοντά στόν Χριστό ὅπως ὁ θεραπευμένος τῆς περικοπῆς, ἐπειδή ἔνιωσε τήν ἐλευθερία πού προσφέρεται ἀπ’ Αὐτόν σάν δῶρο, ἤ ἡ ἀποδίωξη τοῦ Χριστοῦ χάρη κάποιου ἄλλου συμφέροντος, κατά τό πρότυπο τῶν Γαδαρηνῶν, εἶναι δύο δυνατές τοποθετήσεις τῶν ἀνθρώπων ἔναντι τῆς θείας δωρεᾶς τῆς ἐλευθερίας. Ἡ πρώτη μπορεῖ νά σημάνει τή σωτηρία του, ἡ δεύτερη τήν καταστροφή του.