Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Ὑιοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Κάθε ἑβδομάδα ἀκοῦμε τὸν Κύριο νὰ λέει: «Ποιεῖτε τοῦτο εἰς τὴν Ἐμὴν ἀνάμνησιν», καὶ πάντα χρησιμοποιοῦμε αὐτὰ τὰ λόγια, στὴν τελετὴ τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, στὴν κλάση τοῦ ἄρτου, στὴν κοινωνία τοῦ κοινοῦ ποτήριου, στὸ ἅγιο δεῖπνο ποὺ ὁ Χριστὸς εἶχε μὲ τοὺς μαθητὲς Του.
Και δίκαια τὸ κάνουμε ἐπειδὴ αὐτὸ ἦταν προεικόνιση τοῦ Δείπνου τοῦ Ἀρνίου, τοῦ μεγάλου συμποσίου τῆς αἰωνιότητας, ἐπειδὴ ὅλοι μας πλαστήκαμε ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ σκοπὸ νὰ γίνουμε σύντροφοι Του στὴν αἰωνιότητα· καὶ σύντροφος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κόβει τὸ ψωμὶ μὲ μᾶς, ποὺ εἶναι καλεσμένος στὸ τραπέζι τοῦ οἰκοδεσπότη, ποὺ γίνεται ἴσος μ’ ἐκεῖνον χάρη στὸ νόμο ποὺ διέπει ἡ φιλοξενία καὶ ἡ ἀγάπη.
Καὶ αὐτὸς ἦταν ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος· ὁ Χριστὸς μοίρασε τὸν ἄρτο καὶ μοιράστηκε τὸ ποτήριο, ἔκανε τοὺς μαθητὲς Του συντρόφους Του καὶ, καθὼς ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος ἦταν ἀγαθὰ δικά Του, ἑνώθηκε μὲ τοὺς συντρόφους Του κατὰ τρόπο ἀνείπωτο γιὰ ν’ ἀποτελέσουν μαζὶ ἕνα σῶμα καὶ μιὰ ζωή.
Ἀλλὰ τὰ λόγια ποὺ ὁ Κύριος εἶπε: «Ποιεῖτε τοῦτο εἰς τὴν ἐμὴν ἀνάμνησιν», δὲν ἰσχύουν μόνο γιὰ τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, γιὰ τὴν ἁγία καὶ θεία Λειτουργία ποὺ τελοῦμε. Αὐτὸ ποὺ ἔκανε στὸ Ὑπερῶο ἦταν εἰκόνα τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου Του. Ἡ κλάση τοῦ ἄρτου ἦταν ὁ τεμαχισμὸς τοῦ σωματὸς Του, ἡ συμμετοχὴ στὸ ποτήριο ἦταν ἀνάμνηση τοῦ αἵματος Του, καὶ ὅ,τι σημαίνει ὁ Μυστικὸς Δεῖπνος ἦταν ὁ Κῆπος τῆς Γεσθημανῆ μὲ τὴν ἀγωνία καὶ τὸν τρόμο τοῦ ἐπερχόμενου θανάτου γιὰ Ἐκεῖνον ποὺ ἦταν ἀναμάρτητος κι ὅμως διάλεξε νὰ μοιραστεῖ μαζί μας τὸ πεπρωμένο τῆς ἐγκατάλειψης, τῆς θνητότητας, καὶ τοῦ Γολγοθᾶ, τὴν ἀληθινὴ θυσία γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἄλλων, – καὶ κάτι περισσοτερο ἀπὸ αὐτὸ: τὸν θάνατο τοῦ δικοῦ τους θανάτου ἔτσι ποὺ νὰ μοιραστοῦν καὶ ν’ ἀποκτήσουν τὴ δική Του ζωή.
Καὶ ἄν πρέπει νὰ πάρουμε στὰ σοβαρὰ αὐτὸ ποὺ κάνουμε ἐδῶ, κάθε ἑβδομάδα, σὲ κάθε γιορτὴ, τελώντας τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο τοῦ Κυρίου, μὲ τὴν κλάση τοῦ ἅρτου καὶ τὴν μετοχὴ μας στὸ κοινὸ ποτήριο, πρέπει νὰ θυμηθοῦμε ὅτι αὐτὴ ἡ πράξη μᾶς κάνει ὅλους ἕνα, ἐπειδὴ ἐρχόμαστε σὲ κοινωνία μὲ τὸν Χριστό, ἀλλὰ ἐπίσης αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀλήθεια γιὰ τὴ ζωὴ καὶ τὸν θυσιαστικὸ θάνατο τοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ γίνει ἡ ἀλήθεια μας. Πρέπει λοιπὸν νὰ ζοῦμε ὅπως Ἐκεῖνος ἔζησε γιὰ τοὺς ἄλλους, πρέπει νὰ πεθάνουμε ὅπως Ἐκεῖνος πέθανε, γιὰ νὰ ζήσουν οἱ ἄλλοι. Πρέπει νὰ μεταβοῦμε ἀπὸ τὴ ζωὴ σ’ ἔναν γενναιόδωρο θυσιαστικὸ θάνατο ὅπως ἔκανε ὁ Χριστός, καὶ αὐτὸ μᾶς βαραίνει μὲ μὶα βαριὰ, αύστηρή, καὶ δοξασμένη εὐθύνη.
Ἄς ἀναλάβουμε αὐτὴ τὴν εὐθύνη τίμια, ἐπειδὴ διαφορετικὰ ἡ τέλεση τοῦ μυστηρίου θὰ εἶναι δίχως νόημα. Δὲν μποροῦμε νὰ ἐρχόμαστε καθημερινὰ καὶ νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ μᾶς ἀφήσει νὰ μετέχουμε στὰ τελούμενα στὸ Ὑπερῶο ἄν δεχόμαστε νὰ εἴμαστε ἀπομονωμένοι, ξένοι σὲ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴ ζωή Του, τὴν ἐνσάρκωση Του, τὴ διδασκαλία Του, τὴν ἀποδοχὴ τοῦ θανάτου Του, τὸ ὅτι δέχτηκε νὰ πεθάνει γιὰ νὰ ζήσουμε ἐμεῖς.
Ἄς τὸ σκεφτοῦμε καὶ ἄς ἀναθεωρήσουμε τὴ σχέση μας μὲ τοὺς ἄλλους, τὴ συμπεριφορὰ μας πρὸς ἐκείνους ποὺ βρίσκονται γύρω μας. Ζοῦμε γιὰ τὸ καλὸ τους; Εἶναι ἡ ζωή μας μιὰ προσφορά; Εἴμαστε ὅπως οἱ Ἀπόστολοι γιὰ τοὺς ὁποίους μίλησε ὁ Παῦλος στὸ σημερινὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα, σὰν τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐστάλησαν γιὰ νὰ φέρουν μαρτυρία ἀγάπης καὶ νὰ πληρώσουν τὸ τίμημα γι’ αὐτὸ, ἔτσι ποὺ ἡ ζωή νὰ γίνει δική τους, ν’ ἀνήκουν σ’ ἐκείνους ποὺ βρίσκονται γύρω μας εἴτε μᾶς ἀγαποῦν, εἴτε μᾶς μισοῦν, καὶ ὁ θάνατος θὰ εἶναι δικὸς μας, ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ, θυσιαστικὸς, ἱερός, μιὰ προσφορὰ ἀγάπης, ὄχι μόνο πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ σὲ κάθε πρόσωπο ποὺ τὴν χρειάζεται. Ἀμήν.