Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου.

Πόσο ωφελεί του πλήθους των πιστών η προσευχή, που αποτελεί εκδήλωση αγάπης, το αποδεικνύει ο Παύλος. Αυτός που στον παράδεισο ανήλθε και «ήκουσεν άρρητα ρήματα» (Β’ Κορ. ιβ’, 4), που κατανίκησε όλα τα φυσικά ένστικτα, που σε μεγάλο ύψος πνευματικής τελειότητας ευρίσκετο, είχε ανάγκη των προσευχών των μαθητών του και τους έλεγε «προσεύχεσθε υπέρ εμού, ίνα ρυσθώ από των απειθούντων, προσεύχεσθε, ίνα μοι δοθή λόγος εν ανοίξει τους στόματός μου» (Ρωμ. ιε’, 30-31. Εφες. στ’ 19).

Γενικώς, δε, τον βλέπουμε πάντοτε να ζητεί προσευχές των μαθητών του και να τους ευχαριστεί όταν προσεύχονταν υπέρ αυτού. […] Εάν τον Παύλο η προσευχή των πολλών απήλλαξε από τόσους κινδύνους, δεν πρέπει και εμείς εξ’ αυτής να ελπίζουμε ανάλογη προστασία και μεγάλα οφέλη;

Βεβαίως πρέπει. Διότι, όταν προσευχόμαστε μόνοι, η προσευχή μας δεν έχει μεγάλη δύναμη ενώ, όταν προσευχόμαστε πολλοί μαζί, αυτή γίνεται ισχυρότερη λόγω της ενώσεως μετά των άλλων και εισακουόμαστε ευκολότερα από το Θεό.

Και ο επίγειος βασιλέας, που πολλές φορές δεν κάμφθηκε από την παράκληση ενός, υπέρ καταδίκου σε θάνατο, όταν λαός ολόκληρης πόλης τον παρεκάλεσε, εισάκουσε την παράκλησή τους και του χάρισε τη ζωή. Τόση δύναμη έχει η ομαδική παράκληση!

Γι’ αυτό στην Εκκλησία πάντες συγκεντρωνόμαστε προς προσευχή, για να προσελκύσουμε ευκολότερα το έλεος του Θεού, διότι, επαναλαμβάνω και πάλι, η ατομική προσευχή δεν έχει τη δύναμη της ομαδικής, προσώπων συνδεδεμένων δια της αγάπης, αυτήν δε προ πάντων εισακούει ο Θεός.

Δεν λέω τούτο γι’ ατομικό όφελος ή άλλο λόγο, αλλά για να διεγείρω την προθυμία σας προς τακτικό εκκλησιασμό και να μη λέτε «γιατί να πάω στην Εκκλησία; μήπως δε μπορώ στο σπίτι μου να προσευχηθώ;». Βεβαίως μπορείς.

Αλλ’ η εκεί προσευχή δεν έχει τη δύναμη εκείνης, που γίνεται στην Εκκλησία, από κοινού με τα άλλα μέλη μας, που αναπέμπεται από το πλήθος των πιστών, από το σώμα της Εκκλησίας, με μία ψυχή, παρουσία των ιερέων, οι οποίοι προσφέρουν στο Θεό τις προσευχές του Εκκλησιάσματος.[…]

Η προσευχή του πλήθους έχει μεγάλη δύναμη, όταν συνυπάρχει και η αρετή. Αυτό υπονοεί η αγία Γραφή όταν λέει: «προσευχή εκτενής προς τον Θεόν εγίνετο υπό της Εκκλησίας υπέρ αυτού» (Πραξ. ιβ’, 5).

Τόσο ισχυρά ήταν η προσευχή αυτή, ώστε αν και η φυλακή ήταν κλειστή, και ο Πέτρος ήταν σιδηροδέσμιος και κοιμόταν μεταξύ δύο φυλάκων, τον απελευθέρωσε. Όταν όμως δεν υπάρχει αρετή, αλλά κακία, η προσευχή του πλήθους είναι τελείως ανίσχυρη.

Απόδειξη τούτου οι Ισραηλίτες, που ήταν πολυάριθμοι ως η άμμος της θάλασσας (Ησ. ι’, 22) και όμως χάθηκαν, καθώς και οι επί της εποχής του Νώε, που ήταν άπειροι και καταστράφηκαν υπό του κατακλυσμού. Διότι τη δύναμη στην προσευχή δεν τη δίνει απλώς ο μεγάλος αριθμός των συμπροσευχομένων, αλλ’ η προσθήκη της αρετής τούτων σε αυτήν.

Ας φροντίζουμε λοιπόν ενωμένοι πνευματικώς να προσευχόμαστε ο ένας για τον άλλο, όπως εκείνοι για τον Πέτρο. Ούτως εντολή τηρήσωμεν, πλήθος δωρεών θα λάβουμε και θερμότερα τον Θεό θα ευχαριστούμε.

Γιατί εκείνος που έμαθε να ευχαριστεί Αυτόν για τα παρεχόμενα στους άλλους αγαθά, πολύ περισσότερο θα ευχαριστεί για τα εις τον εαυτόν του χορηγούμενα. Τούτο έπραττε και ο Δαυίδ και έλεγε «δοξάσατε τον Κύριον μαζί μου» (ψαλμ. λγ’, 4).

Αυτό, το οποίο και ο Παύλος πάντοτε ζητούσε από τους μαθητές του, ας κάνουμε και εμείς. Ας διακηρύξουμε παντού τα προς ημάς ευεργεσίες του Θεού, για να συμμετάσχουν και άλλοι στις προς Αυτόν ευχαριστίες μας, το οποίο θα είναι προς ωφέλειά μας.

Γιατί, αν τις ευεργεσίες των ανθρώπων προς εμάς, όταν γνωστοποιούμε, καθιστούμε αυτούς προθυμότερους προς παροχή και άλλων, έτσι και του Θεού τις ευεργεσίες, όταν κοινολογήσωμεν, πλουσιοτέραν τη Χάρη Του θα προσελκύσουμε. Εάν ο Παύλος, που είχε τόση προς το Θεό παρρησία, πράττει αυτό, πολύ περισσότερο εμείς πρέπει να το πράττουμε.[…]

Γι’ αυτό οι νόμοι της Εκκλησίας επιβάλλουν να προσευχόμαστε όχι μόνο υπέρ των πιστών, αλλά και των Κατηχουμένων.

Όταν ο Διάκονος κατά τη θεία Λειτουργία λέει «υπέρ των Κατηχουμένων εκτενώς δεηθώμεν», προτρέπει το εκκλησίασμα να προσευχηθεί υπέρ εκείνων, οι οποίοι, μάλιστα, ακόμη δεν είναι μέλη του σώματος του Χριστού, και ως εκ τούτου βρίσκονται μακρά της πνευματικής Αυτού ποίμνης.

Εάν λοιπόν υπέρ αυτών πρέπει να προσευχώμεθα, πολύ περισσότερο πρέπει για τα μέλη μας, τους πιστούς. Αυτό το «δεηθώμεν» ως και το «στώμεν καλώς» που ακούμε στην Εκκλησία, δεν απευθύνονται μόνο στους Ιερείς, αλλά και στο Εκκλησίασμα, το λαό (ομιλ.β’ εις Β’ Κορ.).

Η δύναμη της προσευχής των πιστών φαίνεται και κατά τις χειροτονίες των Κληρικών. Ο αρχιερέας προ της χειροτονίας τινός επικαλείται τις προσευχές των πιστών, αυτοί ανταποκρίνονται σε αυτό.

Και στις δημόσιες προσευχές μεγάλη είναι η συμβολή του λαού. Υπ’ αυτού, από κοινού μετά του Ιερέως, αναπέμπονται δεήσεις υπέρ των εν ασθενεία, των εν μετανοία κλπ και όλοι από κοινού (Ιερεύς και λαός) το θείον έλεος επικαλούνται.

Και κατά την τέλεση πάλι των φρικτών Μυστηρίων, ο Ιερεύς δέεται υπέρ του λαού και ο λαός υπέρ αυτού, διότι αυτό σημαίνει το «Μετά του πνεύματός σου». Και η ευχαριστία πάλι κοινή είναι.

Δεν ευχαριστεί μόνος του ο Ιερέας το Θεό, αλλά μαζί με το λαό. Αρχίζει ο Ιερέας την ευχαριστήριο προσευχή, αφού πρώτα ο λαός εκδηλώσει τη συγκατάθεσή του λέγοντας «άξιον και δίκαιον είναι να ευχαριστήσωμεν τον Κύριον».

Δεν είναι δε εκπληκτικό το ότι Κλήρος και λαός από κοινού προσεύχονται, αφού υπάρχει και το εκπληκτικότερο, και τούτο είναι το ότι οι προσευχές και οι ύμνοι Ιερέως και λαού από κοινού με τους ύμνους των Χερουβείμ και των άλλων ουρανίων Δυνάμεων στον Θεόν ανέρχονται.

Αυτά έχοντας υπ’ όψιν, ας είμαστε προσεκτικοί και ας μη λησμονούμε, ότι οι πιστοί πάντες μετά του Κλήρου αποτελούμε ένα σώμα, την Εκκλησία, διαφέρουμε δε μεταξύ μας, όσο το ένα μέλος του σώματος από το άλλο.

Γι’ αυτό δεν πρέπει σεις οι λαϊκοί να αναθέτετε εις μόνους τους Κληρικούς την υπέρ της Εκκλησίας φροντίδα, αλλά και σεις περί ταύτης να ενδιαφέρεσθε, αφού αυτή είναι κοινό όλων μας σώμα.

Ούτω θα επικρατεί ηρεμία και μεγαλύτέρα πρόοδος στην αρετή εις πάντας θα υπάρχει.