Τρίτος Μιχάλης.
Κανένα ἄλλο ὑμνολογικό κείμενο δέν εἶναι σέ θέση νά ἐκφράσει μέ τόση δύναμη καί πληρότητα τή λυτρωτική, ὑπαρξιακή καί μεταφυσική διάσταση τῆς Ἀναστάσεως, ὅσο ὁ ἀνυπέρβλητος κανόνας τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Πρόκειται γιά ἕνα ἀριστούργημα τῆς βυζαντινῆς ποιήσεως καί ἕνα ἀπό τά ὑπεροχότερα κείμενα τῆς παγκόσμιας φιλολογικῆς παραγωγῆς. Γεμάτος ὑψηλῆς πνευματικότητας λυρικές ἐκφράσεις καί σωστικά μηνύματα ὁ κανόνας τοῦ Δαμασκηνοῦ ἀναγγέλλει στόν ἄνθρωπο τῆς κάθε ἐποχῆς «τό φαιδρόν τῆς ἀναστάσεως κήρυγμα» τῆς καταργήσεως τοῦ θανάτου, τῆς πληρότητας τῆς ζωῆς καί τοῦ ἐσχατολογικοῦ θριάμβου. Κυρίως ὅμως τονίζει τίς διαστάσεις καί τήν ποιότητα τῆς ἀναστάσιμης χαρᾶς, ὑποδεικνύει τόν τρόπο καί θέτει τίς προϋποθέσεις γιά τή θέα τοῦ Ἀναστάντος καί ἐνισχύει τόν ἄνθρωπο στήν ὑπέρβαση τοῦ φυσικοῦ καί ἠθικοῦ κακοῦ μέ τό ὅραμα καί τή βεβαιότητα τῆς μετοχῆς «ἐν τῆ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας» Του.
Ὑπέροχες ποιητικές ἐκφράσεις, ἐπιλογή τῶν πλέον ἐντυπωσιακῶν λέξεων ἀπό τό πλούσιο λεξιλόγιο τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, θερμή πνοή πίστεως καί ἐλπίδας καί κυρίως ξεχείλισμα δυνατῶν βιωματικῶν καταστάσεων εἶναι τά κύρια στοιχεῖα πού συνθέτουν τή μεγαλωσύνη τοῦ ὑπέροχου αὐτοῦ κανόνα.
Ἕνα βασικό στοιχεῖο πού παρατηρεῖ κανείς σ’ αὐτόν τόν ὕμνο εἶναι οἱ ἀναστάσιμες παλαιοδιαθηκικές προτυπώσεις, πού εἶναι διάχυτες σέ ὅλα τά τροπάρια τοῦ κανόνα. Μέ τίς σπουδαιότερες ἀπό αὐτές θά ἀσχοληθοῦμε στό παρόν γιορταστικό ἄρθρο.
• Ἡ πρώτη παλαιοδιαθηκική ἀναστάσιμη προτύπωση βρίσκεται στόν εἱρμό τῆς πρώτης ὠδῆς τοῦ κανόνα καί ἀναφέρεται στή λέξη Πάσχα. Ὅπως εἶναι γνωστό, στά ἑβραϊκά ἡ λέξη Πάσχα σημαίνει διάβαση. Γιά τούς Ἑβραίους Πάσχα σήμαινε τή διάσωσή τους ἀπό τή δουλεία τῶν Αἰγυπτίων καί τήν ἐγκατάστασή τους στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Γιά τούς χριστιανούς Πάσχα σημαίνει πέρασμα ἀπό τό θάνατο στή ζωή, ἀπό τή σκλαβιά τῆς ἁμαρτίας στήν ἐλευθερία τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ, ἀπό τίς ἀρνητικές δυνάμεις τοῦ κόσμου στίς θετικές ἀναστάσιμες δυνάμεις. Καί ὅπως τότε οἱ λυτρωμένοι ἀπό τή δουλεία τοῦ Φαραώ Ἑβραῖοι ἔψαλλαν ἐπινίκιο ὕμνο, κατά παρόμοιο τρόπο ὁ νεός Ἰσραήλ τῆς χάριτος ψέλνει τόν ὕμνο τοῦ θριάμβου, ἀφοῦ ὁ Ἀναστὰς Κύριος «ἐκ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν ἡμᾶς διεβίβασεν». Ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος «Τό Πάσχα τοῦτο, τό μέγα τε καί σεβάσμιον, φάσκα τοῖς Ἑβραίοις προσαγορεύεται, κατά τήν ἐκείνων φωνήν, δηλοῖ δέ ἡ φωνή τήν διάβασιν, ἱστορικῶς, διά τήν ἐξ Αἰγύπτου πρός τήν Χαναναίαν φυγήν καί μετανάστευσιν• πνευματικῶς δέ τήν ἐκ τῶν κάτω πρός τά ἄνω, καί τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας πρόοδον καί ἀνάβασιν».
• Δεύτερη ἀναστάσιμη προτύπωση εἶναι τό «καινόν πόμα, τό τερατουργούμενον οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου», ὅπως ψέλνει χαρακτηριστικά ὁ ἱερός ὑμνογράφος στόν εἱρμό τῆς γ’ ὠδῆς. Σύμφωνα μέ τή διήγηση τοῦ βιβλίου τῆς Ἐξόδου, ὅταν οἱ Ἰσραηλίτες δίψασαν στήν ἔρημο, ὁ Μωϋσῆς μέ τή ράβδο χτύπησε τήν ἄγονη πέτρα, ἀπό τήν ὁποία ἔρρευσε ἄφθονο νερό καί ὁ λαός ξεδίψασε. Τό γεγονός αὐτό προτυπώνει τό «καινόν πόμα», πού ἐκπορεύεται ἀπό τό ζωηφόρο τάφο τῆς Ἱερουσαλήμ καί εἶναι πηγή ἀφθαρσίας. Πρόκειται γιά τό θεοΐδρυτο μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας, τό κατεξοχήν πασχάλιο δεῖπνο τῆς ἐκκλησίας, πού προσφέρεται «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί ζωήν αἰώνιον». Μέ αὐτή ὁ πιστός ζεῖ τό Πάσχα, τό ἐκπληκτικό αὐτό πέρασμα σέ μία ἄλλη πραγματικότητα, «τήν ἄλλην βιοτήν τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν».
• Στόν εἱρμό τῆς δ’ ὠδῆς ὁ ἱερός ὑμνογράφος μέ μοναδική ποιητική δεξιοτεχνία προσκαλεῖ τόν προφήτη Ἀββακούμ γιά νά κηρύξει τήν Ἀνάσταση. Ὁ προφήτης Ἀββακούμ προκειμένου νά δεχθεῖ τόν προφητικό λόγο «ἔστη ἐπί τῆς φυλακῆς καί ἐπέβη ἐπί πέτρας». Ὁ ὑμνογράφος προσκαλεῖ τόν Ἀββακούμ νά σταθεῖ στήν πνευματική πέτρα γιά νά δείξει στήν ἀνθρωπότητα τόν «φαεσφόρον ἄγγελον», ὁ ὁποῖος στέκεται δίπλα ἀπό τό κενό μνημεῖο καί ἀναγγέλλει στόν κόσμο «ὅτι ἀνέστη Χριστός ὡς παντοδύναμος».
• Στό τρίτο τροπάριο τῆς ἴδιας ὠδῆς ὁ Χριστός ὀνομάζεται «ἐνιαύσιος ἀμνός». Οἱ Ἑβραῖοι γιά νά θυμοῦνται τή σωτηρία τους ἀπό τή σκλαβιά τῶν Αἰγυπτίων θυσίαζαν τόν πασχάλιο ἀμνό, πού ἦταν ἐνιαύσιος, δήλ. ἑνός ἔτους. Ὁ ἀμνός αὐτός ἀποτελεῖ προτύπωση τοῦ ἀμνοῦ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού θυσιάστηκε «ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας». Ἡ βρώση τοῦ πασχαλίου ἀμνοῦ προτυπώνει τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, κατά τήν ὁποία προσφέρεται «εἰς βρῶσιν καί πόσιν τοῖς πιστοῖς» ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ.
• Τό τέταρτο τροπάριο τῆς δ’ ὠδῆς παραλληλίζει τόν προφητάνακτα Δαβίδ μέ τό λαό τοῦ Θεοῦ. Ὅπως ὁ Δαβίδ, ὅταν ὁδήγησε τήν Κιβωτό τῆς Διαθήκης ἀπό τήν πόλη Ἰαρίμ στά Ἱεροσόλυμα, χόρευε ἀπό χαρά γιά τό μεγάλο ἐκεῖνο γεγονός, ἔτσι καί τό χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας εὐφραίνεται, βλέποντας «τήν τῶν συμβόλων ἔκβασιν» νά ἐκπληρώνεται στό μεγάλο γεγονός τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ Ἐκκλησία, ὡς ἡ νέα κιβωτός τῆς χάριτος, θεμελιώθηκε στή δύναμη τοῦ σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως, γι’ αὐτό εἶναι ἀμετακίνητη στό διηνεκές.
• Ἡ περιπέτεια τοῦ Ἰωνᾶ παρουσιάζεται στόν εἱρμό τῆς στ’ ὠδῆς ὡς μία ἀπό τίς σπουδαιότερες προτυπώσεις τῆς Ἀναστάσεως. Ὅπως εἶναι γνωστό, ὁ Ἰωνᾶς πῆρε ἐντολή ἀπό τό Θεό νά κηρύξει μετάνοια στήν πόλη Νινευΐ. Ἀπείθησε ὅμως στή θεϊκή ἐντολή καί ἐπιβιβάστηκε σέ πλοῖο γιά νά μεταβεῖ στήν πόλη Θαρσίς. Γι’ αὐτό καί τιμωρήθηκε ἀπό τό Θεό. Τό πλοῖο στό ὁποῖο ἐπέβαινε κινδύνευσε νά καταποντισθεῖ. Ὁ Ἰωνᾶς, ἔχοντας συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς του, ζήτησε ἀπό τό πλήρωμα νά τόν ρίξει στή θάλασσα, κάτι πού ἔγινε. Μέ ἐντολή τοῦ Θεοῦ θαλάσσιο κῆτος κατάπιε τόν Ἰωνᾶ, ὁ ὁποῖος ἔμεινε στήν κοιλιά του τρεῖς ἡμέρες καί τρεῖς νύχτες. Τελικά τό κῆτος ἔβγαλε τόν προφήτη στήν ξηρά καί ἐκεῖνος πῆγε στή Νινευΐ γιά νά ἐκτελέσει τή θεϊκή ἐντολή. Ἡ παραμονή τοῦ Ἰωνᾶ στήν κοιλιά τοῦ κήτους καί ἡ θαυμαστή ἔξοδός του ἀπό αὐτό ἀποτελοῦν προεικονίσεις τῆς τριημέρου ταφῆς καί Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος εἶχε χρησιμοποιήσει τήν περίπτωση τοῦ Ἰωνᾶ ὡς προτύπωση τῆς τριημέρου ταφῆς καί Ἀναστάσεώς του. «Ὥσπερ γάρ ἐγένετο Ἰωνᾶς ὁ προφήτης ἐν τῇ κοιλίᾳ τοῦ κήτους τρεῖς ἡμέρας καί τρεῖς νύκτας, οὕτως ἔσται καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ καρδίᾳ τῆς γῆς τρεῖς ἡμέρας καί τρεῖς νύκτας».
• Ὁ Μωυσῆς εἶχε ὀνομάσει τή μεγάλη ἡμέρα τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα κλητή καί ἁγία ἡμέρα. «Καί ἡ ἡμέρα ἡ πρώτη κληθήσεται ἁγία καί ἡ ἡμέρα ἡ ἑβδόμη κλητή ἁγία ἔσται ὑμῖν». Κλητή ὀνομάστηκε ἡ ἡμέρα τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα, γιατί ἐκλέχτηκε ἀπό τόν ἴδιο τό Θεό. Ἁγία, γιατί ἦταν ἀφιερωμένη σ’ Αὐτόν. Τίς φράσεις κλητή καί ἁγία χρησιμοποιεῖ καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος στόν εἱρμό της η’ ὠδῆς τοῦ κανόνα τοῦ Πάσχα. Κλητή, γιατί ἀποτελεῖ «τόν αἰώνιον σαββατισμόν, τήν ἡμέραν τήν ὀγδόην, ὡς ἀπαρχήν τοῦ μυστηριακοῦ χρόνου τῆς Βασιλείας, ὡς ἀφετηρία ἀνακαινώσεως τοῦ σύμπαντος». Ἁγία, γιατί εἶναι ἡ κατ’ ἐξοχήν ἡμέρα, πού εἶναι ἀφιερωμένη στόν Κύριο.
• Στόν εἱρμό τῆς θ’ ὠδῆς ὁ ὑμνογράφος ἐπεξεργάζεται ποιητικά καί προσαρμόζει στήν ἀναστάσιμη δόξα τῆς Ἐκκλησίας τήν προφητεία τοῦ Ἠσαΐα: «Φωτίζου, φωτίζου Ἱερουσαλήμ, ἤκει γάρ σου τό φῶς, καί ἡ δόξα Κυρίου ἐπί σέ ἀνατέταλκεν». Ἀπό αὐτή τήν προφητεία προέρχεται ὁ ὕμνος «φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γάρ δόξα Κυρίου ἐπί σέ ἀνέτειλε». Μέ τή φράση «Νέα Ἱερουσαλήμ» ἐννοεῖται ἡ Ἐκκλησία καί μέ τή φράση «δόξα Κυρίου» ἡ ἔνδοξη Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀπό τήν ὁποία ἐκπορεύεται ἡ θεϊκή δόξα.
Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία προτυπώνεται θαυμάσια στόν κανόνα τοῦ Πάσχα μέ πολλές παλαιοδιαθηκικές προεικονίσεις, ἀποτελεῖ θριαμβευτικό γεγονός καθολικῆς σημασίας καί δυνάμεως. Μέ τήν Ἀνάσταση συντρίβεται ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου, νεκρώνεται ὁ θάνατος, ἐξαφανίζεται ἡ φθορά. Γι’ αὐτό ἀποτελεῖ τήν κατεξοχή «ἑορτῶν ἑορτή καί πανήγυριν πανηγύρεων». Δικαιολογημένα, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναφωνεῖ «…Σήμερον σωτηρία τῷ κόσμω, ὅσος τε ὁρατός, καί ὅσος ἀόρατος. Χριστός ἐκ νεκρῶν, συνεγείρεσθε, Χριστός εἰς ἑαυτόν, ἐπανέρχεσθε, Χριστός ἐκ τάφων, ἐλευθερώθητε τῶν δεσμῶν τῆς ἁμαρτίας. Πύλαι ἅδου ἀνοίγονται, καί θάνατος καταλύεται, καί ὁ παλαιός Ἀδάμ ἀποτίθεται, καί ὁ νέος συμπληροῦται, εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις, ἀνακαινίζεσθε…».