Α. Παπαγιάννης,ιατρός.

Το 2020 ξεκίνησε με ένα πρωτοσέλιδο αθλητικής εφημερίδας, της Sportime [ΦΩΤΟ], αφιερωμένο όχι σε ποδόσφαιρο ή μπάσκετ ή άλλο αγώνισμα, αλλά στο Αγέννητο Παιδί, με το σύνθημα ‘Αφήστε με να ζήσω’. Οπωσδήποτε απροσδόκητο, έγινε στόχος καυστικών επικρίσεων και σχολίων από ‘προοδευτικούς’ γραφείς και Μέσα, που είδαν να βάλλεται το ‘δικαίωμα στην έκτρωση’ και συνεπώς η χειραφέτηση της γυναίκας (π.χ. ΕΔΩ). Έχω γράψει κατά καιρούς για τις εκτρώσεις, αλλά όχι για τις γυναίκες που τις υφίστανται. Ίσως πρέπει να αποκαταστήσω την ισορροπία. Θα το επιχειρήσω, όχι με διάθεση πολεμικής, αλλά ως παράθεση κάποιων διαπιστώσεων και επισημάνσεων. Επιγραμματικά (μια και καθένα από τα επιμέρους θέματα θα μπορούσε να απλωθεί σε μεγάλη έκταση):

    – Η χειραφέτηση (= σεξουαλική απελευθέρωση) συνεπάγεται, εκτός άλλων, έκθεση σε συνέπειες, που τις υφίσταται σχεδόν αποκλειστικά η γυναίκα. Είτε μας αρέσει είτε όχι, σε ένα καθεστώς ελευθέρων σεξουαλικών σχέσεων εκείνη ενδέχεται να μείνει έγκυος και να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, ενώ ο πατέρας μπορεί να είναι ακόμη και τελείως άγνωστος. Η διαπίστωση αυτή δεν αποτελεί μεροληψία: άλλωστε, στην Ορθόδοξη ηθική η αγνότητα (εκτός γάμου) και η σωφροσύνη (εντός γάμου) είναι ζητούμενο όχι μόνο από τη γυναίκα αλλά και από τον άνδρα.

     – Πολλές γυναίκες σήμερα επιδιώκουν να κάνουν καριέρα και να επιτύχουν επαγγελματική καταξίωση ει δυνατόν ίση με τους άνδρες. Αυτό σημαίνει πολλά χρόνια προσπάθειας και αποκλειστικής ενασχόλησης με τη δουλειά τους και αναβολή του γάμου και της τεκνογονίας. Όταν κάποια στιγμή αποφασίσουν να κάνουν οικογένεια σε σχετικά προχωρημένη ηλικία, είτε δεν μπορούν βιολογικά και καταφεύγουν στην ιατρική υποβοήθηση (με ανάλογους κινδύνους), είτε δεν αντέχουν ψυχικά στις απαιτήσεις του ρόλου αυτού. Άξιες σεβασμού οι γυναίκες που μπορούν να ισορροπούν τη μητρότητα (και μάλιστα την πολυτεκνία) με την σωστή επαγγελματική προσφορά. Ακόμη πιο άξιες εκείνες που επιλέγουν να βρίσκονται δίπλα στα παιδιά τους όταν που αυτά τις χρειάζονται από το να κυνηγούν κορυφές σταδιοδρομίας μειώνοντας αντίστοιχα την παρουσία τους στο σπίτι.

     – Πολύς λόγος γίνεται στις μέρες μας για το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδος. Δημογραφία όμως σημαίνει κυρίως αριθμό αυτοχθόνων κατοίκων και όχι εισαγόμενο πληθυσμό. Συνεπώς αυτό που χρειάζεται είναι ενθάρρυνση της τεκνογονίας και όχι αποφυγή/απόρριψή της. Το ζητούμενο δεν είναι να έχουμε αριθμό ανθρώπων επαρκή για να καλύπτει τις ασφαλιστικές μας ανάγκες, όπως συχνά λέγεται, αλλά να έχουμε Ελληνόπουλα. Αυτό δεν είναι ρατσισμός: αν δεν μας απασχολεί η επιβίωση της ελληνικής φυλής, μπορούμε να γεμίσουμε τη χώρα με ανθρώπους κάθε γένους, χρώματος και γλώσσας πολύ γρήγορα. Άλλωστε, τι νόημα έχει σε μια τέτοια περίπτωση η προστασία των συνόρων μας από τις μεταναστευτικές ροές;

     – Τέλος, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, είναι το θέμα της απασχόλησης. Στην εποχή μας βιώνουμε το παράδοξο να έχουμε διπλασιασμό του υποψήφιου για εργασία πληθυσμού ενώ παράλληλα η τεχνολογία μειώνει τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας. Με το να απαιτούμε πλήρη απασχόληση για όλους θέλουμε όχι απλώς  «την πίτα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο», αλλά να ταΐζουμε «σκύλο και γάτα μαζί» (αν επιτρέπεται να επεκτείνουμε την παροιμία, χωρίς να υποτιμούμε και να ευτελίζουμε ούτε το θέμα ούτε τους ανθρώπους). Το αδιέξοδο είναι προφανές.

     Ίσως θα μπορούσε κανείς να βρει και άλλα σημεία άξια καταγραφής. Με βάση τα παραπάνω, πιστεύω πως η παραδοσιακή μορφή της ελληνικής οικογένειας και κοινωνίας, με σεβασμό στις αρχές και αξίες της ελληνορθόδοξης παράδοσης και στον διακριτό ρόλο ανδρών και γυναικών, ξεπερνούσε τα προβλήματα αυτά σε μεγάλο βαθμό. Χωρίς να προσθέσω κάτι περισσότερο, αφήνω τις διαπιστώσεις για σκέψη και προβληματισμό.

Α. Παπαγιάννης