1.
Schmemann Alexander (Protopresbyter (1921-1983))
Ἀπὸ τὰ παμπάλαια χρόνια, τὸ βράδυ τοῦ Σαββάτου τῆς τρίτης ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὁ σταυρὸς μεταφέρεται στὸ κέντρο τοῦ ναοῦ, καὶ ὁλόκληρη ἡ ἀκόλουθη ἑβδομάδα εἶναι γνωστὴ ὡς ἑβδομάδα τοῦ Σταυροῦ. Ξέρουμε πὼς ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀποτελεῖ μιὰ προετοιμασία γιὰ τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα, τότε ποὺ ἡ Ἐκκλησία θὰ ἀνακαλέσει στὴ μνήμη της τὸν πόνο, τὴ σταύρωση καὶ τὸ θάνατο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στὸ σταυρό. Ἡ προβολὴ τοῦ σταυροῦ στὴ μέση τῆς Σαρακοστῆς, μᾶς ὑπενθυμίζει τὸ σκοπὸ τῆς βαθύτερης καὶ ἐντατικότερης ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Σαρακοστῆς. Ἔτσι εἶναι ὁ κατάλληλος τόπος ἐδῶ, γιὰ νὰ σκεφτοῦμε τὸ ρόλο τοῦ σταυροῦ, αὐτοῦ τοῦ σημαντικότατου καὶ χαρακτηριστικότατου ὅλων τῶν Χριστιανικῶν συμβόλων.
Τὸ σύμβολο αὐτὸ ἔχει δύο στενὰ ἀλληλένδετες σημασίες. Ἀφενὸς εἶναι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸ τὸ ἀποφασιστικὸ ὄργανο μὲ τὸ ὁποῖο ὁλοκληρώθηκε ἡ ἐπίγεια ζωὴ καὶ διακονία τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἡ ἱστορία ἑνὸς φοβεροῦ καὶ τρομακτικοῦ μίσους ἐνάντια σ’ Αὐτὸν ποὺ ὁλόκληρη ἡ διδασκαλία Του ἐπικεντρώθηκε στὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης, καὶ ποὺ ὁλόκληρο τὸ κύρυγμά Του ἦταν μία κλήση σὲ αὐτοθυσία στὸ ὄνομα τῆς ἀγάπης. Ὁ Πιλάτος, ὁ Ρωμαῖος κυβερνήτης στὸν ὁποῖο μεταφέρθηκε ὁ Χριστός, ἀφοῦ Τὸν συνέλαβαν, Τὸν ἐκτύπησαν καὶ Τὸν ἔφτυσαν, λέει, «ἐν αὐτῷ οὐδεμίαν αἰτίαν εὑρίσκω» (Ἰωάν. 19, 4). Αὐτὸ ὅμως προκάλεσε ἕνα ἰσχυρότερο ξέσπασμα: «Σταύρωσον, σταύρωσον αὐτόν!» φωνάζει τὸ πλῆθος.
Ἔτσι ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ θέτει ἕνα αἰώνιο πρόβλημα, ποὺ σκοπεύει στὸ βάθος τῆς συνειδήσεως: γιατί ἡ καλωσύνη ξεσήκωσε ὄχι μόνο ἀντίθεση, ἀλλὰ καὶ μίσος; Γιατί ἡ καλωσύνη σταυρώνεται πάντοτε σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο;
Συνήθως ἀποφεύγουμε νὰ δώσουμε ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα, ἐπιρρίπτοντας τὴν εὐθύνη σὲ κάποιον ἄλλο: ἂν ἤμασταν ἐκεῖ, ἂν ἤμουν ἐκεῖ ἐκείνη τὴν τρομερὴ νύχτα, δὲ θὰ εἶχα συμπεριφερθεῖ ὅπως οἱ ἄλλοι. Ἀλλοίμονο ὅμως, κάπου βαθιὰ στὴ συνείδησή μας γνωρίζουμε πὼς αὐτὸ δὲν εἶναι ἀλήθεια. Ξέρουμε πὼς οἱ ἄνθρωποι ποὺ βασάνισαν, σταύρωσαν καὶ μίσησαν τὸν Χριστὸ δὲν ἦταν κάποιου εἴδους τέρατα, κατεχόμενα ἀπὸ κάποιο ἰδιαίτερο καὶ μοναδικὸ κακό. Ὄχι, ἦταν «ὅπως ὅλοι μας». Ὁ Πιλάτος προσπάθησε ἀκόμη καὶ νὰ ὑπερασπιστεῖ τὸν Ἰησοῦ, νὰ μεταπείσει τὸ πλῆθος, προσφέρθηκε ἀκόμη καὶ νὰ ἀπελευθερώσει τὸ Χριστὸ ὡς κίνηση καλῆς θελήσεως, χάριν τῆς ἑορτῆς, ὅταν κι αὐτὸ ἀπέτυχε, στάθηκε μπροστὰ στὸ πλῆθος καὶ ἔνιψε τὰ χέρια του, δείχνοντας τὴ διαφωνία του σ’ αὐτὸ τὸ φόνο.
Μὲ λίγες πινελιὲς τὸ εὐαγγέλιο σχεδιάζει τὴν εἰκόνα αὐτοῦ τοῦ παθητικοῦ Πιλάτου, τοῦ τρόμου του, τῆς γραφειοκρατικῆς του συνειδήσεως, τῆς δειλῆς του ἀρνήσεως νὰ ἀκολουθήσει τὴ συνείδησή του.
Δὲ συμβαίνει ὅμως ἀκριβῶς τὸ ἴδιο στὴ δική μας ζωὴ καὶ στὴ ζωὴ γύρω μας; Δὲν εἶναι αὐτὴ ἡ πιὸ κοινότυπη, ἡ πιὸ τυπικὴ ἱστορία; Δὲν εἶναι παρὼν συνεχῶς μέσα μας κάποιος Πιλάτος;
Δὲν εἶναι ἀλήθεια πὼς ὅταν ἔρθει ἡ στιγμὴ νὰ ποῦμε ἕνα ἀποφασιστικό, ἀμετάκλητο ὄχι στὸ ψεῦδος, στὴν ἀδικία, στὸ κακὸ καὶ στὸ μίσος, ἐνδίδουμε στὸν πειρασμὸ νὰ «νίψουμε τὰς χεῖρας μας»;
Πίσω ἀπὸ τὸν Πιλάτο ἦταν οἱ Ρωμαῖοι στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι ὅμως ὑπερασπιζόμενοι τὸν ἑαυτό τους θὰ μποροῦσαν νὰ ποῦν: ἐκτελέσαμε ἁπλῶς διαταγές, μᾶς εἶπαν νὰ «ἐξουδετερώσουμε» κάποιον ταραχοποιὸ ποὺ προκαλοῦσε ἀναστάτωση καὶ ἀταξία, γιὰ ποιὸ πράγμα μιλᾶτε λοιπόν; Πίσω ἀπὸ τὸν Πιλάτο, πίσω ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες ἦταν τὸ πλῆθος, οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι ποὺ ἕξι μέρες πρὶν φώναζαν «Ὡσαννά», καθὼς ὑποδέχονταν θριαμβευτικὰ τὸ Χριστό, κατὰ τὴν εἴσοδό του στὴν Ἱερουσαλήμ, μόνο ποὺ τώρα ἡ κραυγὴ τους ἦταν «Σταύρωσον αὐτόν!» Ἔχουν ὅμως καὶ γι’ αὐτὸ μία ἐξήγηση. Δὲν εἶναι οἱ ἡγέτες τους, οἱ διδάσκαλοί τους καὶ οἱ κυβερνῆτες τους αὐτοὶ ποὺ τοὺς ἔλεγαν πὼς ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἦταν ἕνας ἐγκληματίας, ποὺ κατέλυσε τοὺς νόμους καὶ τὶς συνήθειες, καὶ γι’ αὐτό, βάσει τοῦ νόμου, «πάντοτε βάσει τοῦ νόμου, πάντοτε σύμφωνα μὲ τὸ ὑπάρχον καταστατικό», πρέπει νὰ πεθάνει…; Ἔτσι κάθε συμπαίκτης σ’ αὐτὸ τὸ τρομακτικὸ γεγονὸς εἶχε δίκαιο «ἀπὸ τὴν πλευρά του», ὅλοι δικαιώθηκαν. Ὅλοι μαζὶ ὅμως δολοφόνησαν ἕναν ἄνθρωπο στὸν ὁποῖον «οὐδὲν εὑρέθη αἴτιον». Ἡ πρώτη σημασία τοῦ σταυροῦ συνεπῶς εἶναι ἡ κρίση τοῦ κακοῦ, ἡ μᾶλλον τῆς ψευδοκαλωσύνης αὐτοῦ τοῦ κόσμου, μέσα στὸν ὁποῖο πανηγυρίζει αἰώνια τὸ κακό, καὶ ὁ ὁποῖος προωθεῖ τὸν τρομακτικὸ θρίαμβο τοῦ κακοῦ πάνω στὴ γῆ.
Αὐτὸ μᾶς μεταφέρει στὴ δεύτερη σημασία τοῦ σταυροῦ. Μετὰ τὸ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ ἀκολουθεῖ ὁ δικός μας σταυρός, γιὰ τὸν ὁποῖο ὁ Χριστὸς εἶπε, «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἔρχεσθαι,… ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν καὶ ἀκολουθείτω μοι» (Λουκ. 9, 23). Αὐτὸ σημαίνει πὼς ἡ ἐπιλογὴ ποὺ εἶχε νὰ κάνει ὁ καθένας ἐκείνη τὴ νύχτα –ὁ Πιλάτος, οἱ στρατιῶτες, οἱ ἀρχηγοί, τὸ πλῆθος κι ὁ καθένας μέσα στὸ πλῆθος – εἶναι μία ἐπιλογὴ ποὺ τίθεται συνεχῶς καὶ σὲ καθημερινὴ βάση μπροστά μας. Ἐξωτερικά, ἡ ἐπιλογὴ ἔχει νὰ κάνει μὲ κάτι φαινομενικὰ ἀσήμαντο γιά μᾶς, ἤ δευτερεῦον. Γιὰ τὴ συνείδηση ὅμως τίποτε δὲν εἶναι πρῶτο ἤ δεύτερο, ἀλλὰ τὸ καθετὶ μετρᾶται ἂν εἶναι ἀληθινὸ ἤ ψεύτικο, καλὸ ἤ κακό. Τὸ νὰ σηκώνεις λοιπὸν τὸ σταυρό σου καθημερινὰ δὲν εἶναι ἁπλῶς τὸ νὰ ἀντέχεις τὰ φορτία καὶ τὶς μέριμνες τῆς ζωῆς, ἀλλὰ πάνω ἀπ’ ὅλα τὸ νὰ ζεῖς ἁρμονικὰ μὲ τὴ συνείδησή σου, τὸ νὰ ζεῖς μέσα στὸ φῶς τῆς κρίσεως τῆς συνειδήσεως.
Ἀκόμη καὶ σήμερα, μὲ ὅλο τὸν κόσμο νὰ κοιτάζει, ἕνας ἄνθρωπος στὸν ὁποῖο «οὐδὲν εὑρέθη αἴτιον» μπορεῖ νὰ συλλαμβάνεται, νὰ βασανίζεται, νὰ κτυπιέται, νὰ φυλακίζεται ἤ νὰ ἐξορίζεται. Ὅλα αὐτὰ δὲ «ἐπὶ τὴ βάσει τοῦ νόμου», χάριν τῆς ὑπακοῆς καὶ πειθαρχίας, ὅλα στὸ ὄνομα τῆς τάξεως, γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Πόσοι Πιλάτοι δὲ νίπτουν τὰ χέρια τους, πόσοι στρατιῶτες δὲ σπεύδουν νὰ ἐκτελέσουν τὶς διαταγὲς τῆς στρατιωτικῆς ἱεραρχίας, πόσοι ἄνθρωποι ὑπάκουα, δουλόπρεπα δὲν τοὺς χειροκροτοῦν, ἤ τουλάχιστον δὲν κοιτάζουν σιωπηλὰ τὸ κακὸ ποὺ θριαμβεύει; Καθὼς μεταφέρουμε τὸ σταυρό, καθὼς τὸν προσκυνοῦμε, καθὼς τὸν ἀσπαζόμαστε, ἂς σκεφτοῦμε τὴ σημασία του. Τί μᾶς λέει, σὲ τί μᾶς καλεῖ; Ἂς θυμηθοῦμε τὸ σταυρὸ ὡς ἐπιλογὴ ἀπὸ τὴν ὁποία κρέμονται τὰ πάντα στὸν κόσμο, καὶ ποὺ χωρὶς αὐτὸν ὅλα στὸν κόσμο γίνονται θρίαμβος τοῦ κακοῦ καὶ τοῦ σκότους. Ὁ Χριστὸς εἶπε, «εἰς κρίμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον» (Ἰωάν. 9, 39). Σ’ αὐτὴ τὴν κρίση, μπροστὰ στὸ δικαστήριο τῆς σταυρωμένης ἀγάπης, τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς καλωσύνης, δικάζεται ὁ καθένας μας.
2.
Ὁ Σταυρὸς μας, Σταυρός Του
Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)
Βρισκόμαστε στὴ μέση τῆς πορείας μας πρὸς τὸ Πάσχα. Καὶ ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρουσιάζει τὸν ἀδιαμφισβήτητο νικητὴ τοῦ πασχαλινοῦ θριάμβου! Ὁ σαρκωθεὶς Κύριος καὶ Θεός μας, ποὺ τὸ Πάσχα θὰ τὸν δοῦμε νὰ νικάει τὸν θάνατο, ἐπιλέγοντας ἐλεύθερα τὴν ἕως θανάτου ὑπακοὴ στὸν Πατέρα του, καλεῖ κι ἐμᾶς νὰ τὸν ἐπιλέξουμε ἐλεύθερα Σωτήρα μας, κάνοντας ὑπακοὴ στὸ θέλημά του.
Ἐλεύθερη ἐπιλογὴ
Ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης, ἐρχόμενος νὰ μᾶς σώσει, μᾶς ἀποκαλύπτει τὴν τεράστια ἀξία τοῦ θεόσδοτου δώρου τῆς ἐλευθερίας μας. Καὶ μᾶς κάνει τὴν ὕψιστη τιμὴ νὰ μᾶς ζητήσει νὰ συνεργαστοῦμε μαζί του, ὄχι γιὰ δικό του ὄφελος, ἀλλὰ γιὰ τὴ δική μας σωτηρία. Ἐπιλέγοντάς τον ἐλεύθερα Λυτρωτή μας, θὰ γίνει βέβαια ἐνδοξότερη ἡ νίκη τῆς Ἀνάστασής του. Ὄχι ὅμως γιατί ἔχει ἀνάγκη τὴν ἐπιλογή μας, ἀλλὰ γιατί Ἐκεῖνος, ὁ μόνος ἀvεvδεὴς καὶ αὐτάρκης, καταδέχεται νὰ θεωρεῖ δόξα του τὴ δική μας ἐλεύθερη συμμετοχὴ στὴ δική του νίκη κατὰ τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.
Μόνο ποὺ αὐτὴ ἡ νίκη προϋποθέτει, καὶ γιὰ Ἐκεῖνον καὶ γιά μᾶς, ἄρση σταυροῦ. Ὅπως Ἐκεῖνος «ἐκένωσε» τὸν ἑαυτό του, ἄδειασε ἀπὸ τὴ θεία του δόξα καὶ σήκωσε τὸν σταυρὸ τῆς ὑπακοῆς στὸν Πατέρα του ἕως θανάτου, ἔτσι κι ἐμεῖς καλούμαστε νὰ ἀπαρνηθοῦμε καὶ νὰ ἀδειάσουμε ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό μας, καὶ νὰ σηκώσουμε τὸν δικό μας σταυρό.
Ὁ σταυρὸς μας εἶναι, ἀφενὸς οἱ ἀκούσιες ἐξωτερικὲς θλίψεις, ὅπως ἀδικίες, ἀσθένειες, ἀνέχεια, καὶ ἀφετέρου ὁ ἐσωτερικὸς ἀγώνας νὰ νικήσουμε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς μας. «Μάταιος καὶ ἀνώφελος εἶναι ὁ σταυρός μας, ἔστω κι ἂν εἶναι βαρύς», λέει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ, «ἂν δὲν μεταβληθεῖ σὲ σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, μὲ τὸ νὰ ἀκολουθοῦμε τὸν Χριστό». Οὔτε ἡ ὑπομονὴ στὶς θλίψεις οὔτε ἡ οὐσιαστικὴ θεραπεία μας ἀπὸ τὰ πάθη μποροῦν νὰ εἶναι καρποὶ ἀνθρωποκεντρικῶν τεχνικῶν. Μόνο ἂν «χάσουμε» τὴν «ψυχή» μας, «ἕνεκεν τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου του», μποροῦμε ἀληθινὰ νὰ σωθοῦμε.
Ἡ σωτήρια ἀπώλεια
Ποιὰ εἶναι ἡ «ψυχὴ» ποὺ πρέπει νὰ «ἀπολέσουμε»; Ἐξηγεῖ πάλι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος: «Τόσο πολὺ καὶ τόσο γερὰ ζυμώθηκε ἡ ἁμαρτία μὲ τὴν πεσούσα φύση μας, ὥστε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ δὲν παύει νὰ τὴν ὀνομάζει ψυχὴ τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου». Ἑπομένως, γιὰ νὰ «ἀπολέσει» κάποιος τὴν ψυχὴ του ἕνεκεν τοῦ Χριστοῦ, σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ἀπελπιστεῖ ὑγιῶς ἀπὸ τὸν πεσμένο ἑαυτό του, νὰ ξεχάσει τὸ παραμύθι ὅτι εἶναι αὐτόφωτος, αὐτόνομος καὶ αὐτάρκης, νὰ πάψει νὰ πιστεύει σὲ αὐτολύτρωση καὶ αὐτοθεραπεία, καὶ νὰ καταλάβει ὅτι εἶναι ἑτερόφωτος καὶ ἑτερόvομος, δηλαδὴ ὅτι σώζεται μόνο μὲ τὴν ἐλεύθερη καὶ ὁλόκαρδη ὑπακοή του στὸ θεῖο θέλημα. Τότε μόνο ὁ ἄνθρωπος «εὑρίσκει τὴν (χαμένη) ψυχή του». Τότε μόνο ζεῖ τὸ ψαλμικό: «Κύριος ποιμαίνει με καὶ οὐδὲν μὲ ὑστερήσει· τὴν ψυχήν μου ἐπέστρεψεν» (22,1).
Γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ὁ Χριστὸς τὴν ψυχή μας ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία της στὴν ἁμαρτία καὶ στὸν θάνατο, ἔδωσε ἐλεύθερα τὴ ζωὴ του χύνοντας τὸ τίμιο αἷμα του πάνω στὸν σταυρό. Γι’ αὐτὸ κανένα ἀντάλλαγμα δὲν μπορεῖ νὰ ἰσοσταθμίσει τὴν ἀξία τῆς θυσίας του· οὔτε ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Καὶ γι’ αὐτό, ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μεγαλύτερο καύχημά μας. Καὶ γίνεται τόσο μεγαλύτερη δόξα καὶ καμάρι μας, ὅσο δεχόμαστε ἑκούσια νὰ συσταυρωθουμε μὲ τὸν Χριστό, σταυρώνοντας τὸν ἐγωισμό, τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες μας.
Ὅσο ὅμως μένουμε ὑπόδουλοι σ’ αὐτά, τόσο δείχνουμε ὅτι «ἐπαισχυνόμεθα» καὶ ἀρνούμαστε τὸν Χριστὸ καὶ τὰ λόγια του. Καὶ τότε κι Ἐκεῖνος θὰ «ντραπεῖ» νὰ μᾶς ὁμολογήσει ὡς δικά του παιδιὰ ἐνώπιον τοῦ Πατέρα του, τὴν ἡμέρα τῆς Δευτέρας Παρουσίας του.
Μὴν ἀναβάλλεις!
Γεμάτη μὲ αὐτὸ τὸ φῶς, ποὺ δείχνει τί εἶναι ἀληθινὴ δόξα γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ τί ντροπή, μία ἁγία μητέρα, στὰ χρόνια της Τουρκοκρατίας, ἔκλεισε τὴν πόρτα στὸν ἀρνησίχρηστο γιό της καὶ τὸν ἔδιωξε μὲ τὰ λόγια: «Ποιὸς εἶσαι ἐσύ; Φύγε! Ἐγὼ δὲν γέννησα Τοῦρκο, ἀλλὰ Νικόλαο χριστιανό». Ἡ σωστὴ ἀγάπη τῆς μητέρας του ξύπνησε τὸν ἐξωμότη ραγιά. Μετάνιωσε ἀληθινά, ἔγινε μοναχὸς στὸ Ἅγιον Ὅρος μὲ τὸ ὄνομα Νεκτάριος καὶ ξέπλυνε τὴν ἄρνησή του μὲ τὸ αἷμα τοῦ μαρτυρίου του στὶς 11 Ἰουλίου 1820 στὰ Βουρλὰ τῆς Μ. Ἀσίας.
Τὸ ξέρουμε καλὰ ἀπὸ τὸ παράδειγμα τοῦ προδότη Ἰούδα, ὅτι τὸ φιλάνθρωπο κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ στὴ σωτηρία μὲ τὰ λόγια «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι», ὑπόκειται σὲ χρονικὰ ὅρια. Ὁ ἅγιος Ιvvοκέvτιος Βενιαμίνωφ τὸ ἐπισημαίνει: «Χρόνια καὶ χρόνια χτυπάει ὁ Χριστὸς τὴν πόρτα τῆς καρδιᾶς μας, γιὰ νὰ μᾶς ξυπνήσει καὶ νὰ μᾶς ξεσηκώσει τὸν πόθο τῆς σωτηρίας. Μά, ὦ συμφορὰ του ἐκείνου, ποὺ ἐπιμένει νὰ κωφεύει· καὶ τελικὰ ὁ Χριστὸς θὰ τὸν παρατήσει καὶ σὰν υἱὸ τῆς ἀπωλείας θὰ τὸν ἀρνηθεῖ». Μὴ γένοιτο, Κύριε!
3.
Στό μέσον τῆς περιόδου τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μας κατά τήν Γ΄ Κυριακή τῶν νηστειῶν τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ γιά νά τόν προσκυνήσουν οἱ πιστοί καί νά συνεχίσουν ἔτσι ἐνισχυμένοι τόν πνευματικό ἀγώνα, πού θά τούς φέρει στή Μ. Ἑβδομάδα καί τό Πάσχα, διαβάζει δέ κατά τήν ἡμέρα αὐτή τήν περικοπή μέ τά ἀκόλουθα λόγια πού ὁ Χριστοῦ ἀπηύθυνε πρός τούς μαθητές του μόλις προανήγγειλε πρός αὐτούς τόν ἐπικείμενο σταυρικό του θάνατο:«Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Γιατί ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του θά τή χάσει· ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας μου καί ἐξαιτίας τοῦ εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει. Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο ἀλλά χάσει τή ζωή του; Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα γιά τή ζωή του; Ὅποιος, ζώντας μέσα σ’ αὐτή τή γενιά τήν ἄπιστη κι ἁμαρτωλή, ντραπεῖ γιά μένα καί γιά τή διδασκαλία μου, θά ντραπεῖ γι’ αὐτόν καί ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου, ὅταν ἔρθει μέ ὅλη τή λαμπρότητα τοῦ Πατέρα του, μαζί μέ τούς ἁγίους ἀγγέλους».
Καί τούς ἔλεγε ἀκόμη: «Σᾶς βεβαιώνω πώς ὑπάρχουν μερικοί ἀνάμεσα σ’ αὐτούς πού βρίσκονται ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι δέν θά γευτοῦν τόν θάνατο, πρίν δοῦν νά ἔρχεται δυναμικά ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. 8,34 – 9,1).
Τά λόγια αὐτά εἶναι πολύ σημαντικά καί βαριά γι’ αὐτούς πού θέλουν νά εἶναι μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Ἐφόσον ὁ Ἰησοῦς ἔχει νά ἀντιμετωπίσει ὄχι τή δόξα ἀλλά τόν σταυρό καί τό πάθος, δέν μπορεῖ νά εἶναι διαφορετική καί ἡ τύχη τῶν μαθητῶν του, ἐάν θέλουν βέβαια νά εἶναι στήν οὐσία, ὄχι μόνο στό ὄνομα, μαθητές του, μαθητές βέβαια μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ ὅρου, δηλ. τοῦ χριστιανοῦ πού ἀκολουθεῖ πιστά καί συνειδητά τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Καταναγκασμός δέν ὑπάρχει στή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Μπορεῖ κανείς ἐλεύθερα νά ἀποφασίσει τόν δρόμο τοῦ σταυροῦ ἀφοῦ ἀναλογισθεῖ πρῶτα τίς δυσκολίες καί ἀναλάβει ἀποφασιστικά τίς εὐθύνες του: «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ἄς σηκώσει τόν σταυρό του κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καί ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ ἐπί τῶν ὤμων εἶναι οἱ βασικές προϋποθέσεις γιά νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό. Ἀρνοῦμαι τόν ἑαυτόν μου, σημαίνει: ἐγκαταλείπω τίς νόμιμες καί δίκαιες ἀπαιτήσεις, τίς φυσιολογικές καί δικαιολογημένες ἐπιθυμίες πού ἔχει τό ἐγώ μου μέσα στή ζωή, ἀρνοῦμαι τήν ἀσφάλεια μίας καλοβολεμένης ζωῆς, γιά νά ἀποδυθῶ στήν κατά τά κριτήρια τοῦ κόσμου ἀβεβαιότητα καί ἀνασφάλεια πού συνεπάγεται τό νά ἀκολουθῶ τόν Χριστό στόν δρόμο τοῦ πάθους. Ὁ ἐμπειρικός ἄνθρωπος, ὅπως τόν γνωρίζουμε ὅλοι μας, ζητεῖ τήν τακτοποίηση καί τήν ἀσφάλεια, τήν ἀποφυγή τῆς σκέψης τοῦ θανάτου, τήν παράταση τῆς ζωῆς του μέ κάθε τρόπο.
Μέ μία παράξενη ὅμως ἐπιχειρηματολογία γιά τήν ἀνθρώπινη λογική ὁ Χριστός διδάσκει ὅτι ἡ ζωή κερδίζεται μόνον ὅταν χαθεῖ. Ἡ θυσία τῆς ζωῆς ὁδηγεῖ στήν κατ’ ἐξοχή ζωή. Ὁ Χριστός χρησιμοποιεῖ στίς φράσεις του αὐτές τή λέξη «ψυχή» μέ τήν διπλή ἔννοια τῆς ζωῆς, τῆς βιολογικῆς ζωῆς καί τῆς αἰώνιας ζωῆς πού εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος θέλει τήν πραγματική ζωή, πρέπει νά θυσιάσει τήν εὔκολη ζωή τοῦ κόσμου.
Τά λόγια αὐτά προϋποθέτουν ἤ προβλέπουν συνθῆκες διωγμοῦ μπροστά στόν ὁποῖο εἶναι δυνατό νά φοβηθεῖ κανείς καί νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του μέ ἀποτέλεσμα νά χάσει τήν πραγματική ζωή. Δέν χάνουν τή βαρύτητά τους ὅμως τά λόγια αὐτά ἀκόμη κι ὅταν δέν ὑπάρχει διωγμός. Εἶναι βέβαια αὐτονόητο ὅτι, ὅταν κανείς συμβιβασθεῖ μέ τίς δυνάμεις τῆς ζωῆς μέσα στόν κόσμο καί βολευτεῖ μέσα στήν ἀσφάλεια τῆς ὀργανωμένης κοινωνίας, δέν ἀντιμετωπίζει θέμα διωγμοῦ ἤ πάθους ἤ θυσίας τῆς ζωῆς του.
Σέ ποιές ὅμως περιπτώσεις μπορεῖ κανείς σήμερα νά μιλᾶ γιά σταυρό καί γιά μαρτύριο; Μήπως αὐτά εἶναι ἡρωϊκές πραγματικότητες τοῦ παρελθόντος τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ συνεπής Χριστιανισμός δέν εἶναι μόνο ἱστορικό παρελθόν, ἀλλά μπορεῖ νά εἶναι καί ζωντανό παρόν. Ὅταν μέσα σ’ ἕνα κόσμο πεσμένων ἀξιῶν μπορεῖς νά πιστεύεις στίς ἀξίες τῆς πίστης, ὅταν μέσα στό συνηθισμένο ψέμα ἐσύ συντάσσεσαι μέ τό μέρος τῆς ἀλήθειας, ὅταν ὅλοι κάνουν τά πάντα γιά νά ἱκανοποιήσουν τόν ἑαυτό τους καί σύ τόν ἀρνεῖσαι, ὅταν ὅλοι συμβιβάζονται γιά νά ἐξασφαλισθοῦν κι ἐσύ δέν προδίδεις τίς ἀρχές σου μέ κίνδυνο νά ζημιωθεῖς καί νά χάσεις τή θέση σου, ὅταν οἱ ἄλλοι ὀρθολογιστικά ἐξηγοῦν τά πάντα μέ ἐνδοκοσμικό πρίσμα, ἐνῶ τή δική σου καρδιά τήν ζεσταίνει ἡ ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως, τότε εἶσαι πραγματικός μαθητής τοῦ Ἰησοῦ, πού τόν ἀκολουθεῖς στό δύσκολο δρόμο τῆς θυσίας.
Ὅλα αὐτά ὅμως πού φαίνονται ἀδύνατα γιά τόν φυσιολογικό ἄνθρωπο, γίνονται πραγματικότητες μέσα στήν περιοχή τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ πού ἀναγεννᾶ καί μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο σέ νέο δημιούργημα, σέ «καινή κτίση».
Ἕνα μήνυμα, λοιπόν, ἑκούσιας αὐταπαρνήσεως μᾶς ἀπευθύνει τό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, αὐταπαρνήσεως ὄχι γιά ὁποιοδήποτε ἄλλο λόγο ἀλλά γιά τόν Χριστό καί τό Εὐαγγέλιο. Οἱ ἥρωες τῆς πίστης καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν εἶναι μόνον μορφές τοῦ μακρινοῦ παρελθόντος· μποροῦν νά γίνουν καί ζωντανές πραγματικότητες στήν ἐποχή μας.
Ἡ περικοπή τελειώνει μέ τή βεβαιότητα τῆς δυναμικῆς παρουσίας τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Αὐτή εἶναι πού δίνει τή δυνατότητα στόν χριστιανό νά πραγματοποιήσει ὅλα τά παραπάνω, καί δέν εἶναι ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ μελλοντικό μόνο ὅραμα ἀλλά καί τωρινή πραγματικότητα, εἶναι ἡ δυνατότητα νά ζεῖ κανείς τή μελλοντική πληρότητα τῆς βασιλείας ἤδη στό παρόν.
Ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ
Καραγιάννης Νικάνωρ (Ἀρχιμανδρίτης)
Ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ, σ’ ὅλες τὶς ἐποχὲς ἀκούγεται παράδοξα. Στὴ δική μας ὅμως, ἡ ὁποία ἔχει θεοποιήσει τὴν ἄνεση καὶ τὴν εὐμάρεια, ὁ λόγος τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μόνο παράλογος, ἀλλὰ καὶ ἀσυμβίβαστος μὲ τὴ λογική τοῦ κόσμου. Εἶναι τρομακτικὸς γιὰ τοὺς κανόνες τῆς ζωῆς του, γιὰ τὶς ἐπιδιώξεις στὸ κυνήγι τῆς εὐδαιμονίας καὶ τῆς καλοπέρασης. Καὶ ὅμως τὸ εὐαγγέλιο ἐπιμένει σταθερὰ νὰ διακηρύσσει τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ «ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἄρση τοῦ σταυροῦ φανερώνουν τὴν αὐθεντικότητα τῆς κλήσης μας καὶ τοῦ προορισμοῦ μας. Τὰ ἠχηρὰ καὶ εὔκολα συνθήματα τοῦ κόσμου, ἂν καὶ ἀρχικά μᾶς γοητεύουν, τελικά μᾶς ἀπογοητεύουν, γιατί μᾶς παραπλανοῦν καὶ παραμορφώνουν τὸ νόημα τῆς ζωῆς. Ἀποδεικνύουν τὴ ματαιότητα ὅλων τῶν ἀνθρωπίνων, ὅταν αὐτὰ δὲν εἶναι διαποτισμένα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Σταυρὸς καὶ αὐταπάρνηση
Τὸ κήρυγμα τοῦ σταυροῦ σφραγισμένο ἀπὸ τὸ σταυρικὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ ἐπισημαίνει ὅτι «ὅποιος θέλει νὰ σώσει τὴν ψυχή του θὰ τὴ χάσει, ἐνῶ ὅποιος χάσει τὴ ζωὴ του χάριν ἐμοῦ καὶ τοῦ εὐαγγελίου, θὰ τὴ σώσει». Ἐδῶ βρίσκεται ὁ δρόμος ποὺ διάλεξε ὁ θεός, γιὰ νὰ ἔρθει στοὺς ἀνθρώπους καὶ γιὰ νὰ πᾶνε οἱ ἄνθρωποι στὸν Θεό. Πρόκειται γιὰ ἕνα δρόμο ἀντιφατικό. Ἕνα δρόμο ποὺ προκαλεῖ τὴ λογικὴ καὶ μᾶς προσκαλεῖ νὰ ἐμπιστευθοῦμε τὴν ἀλήθεια ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε. Ἕνα δρόμο σκληρό, ἐπίπονο καὶ ὀδυνηρό, ποὺ ὅμως τὸ τέρμα του εἶναι λυτρωτικό. Ἀπαρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου σημαίνει ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ἐγώ. Ἀπελευθερώνομαι ἀπὸ τὸν παραλογισμὸ ποὺ μὲ ὠθεῖ νὰ ὑπερτονίζω καὶ νὰ ὑψώνω τὸν ἑαυτό μου σὲ εἴδωλο γύρω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ζητάω νὰ στρέφεται ἡ ζωὴ ἡ δική μου καὶ τῶν γύρω μου. Αὐτὸ εἶναι αὐτοκαταστροφικό. Γιατί κάθε φορὰ ποὺ ἀσχολούμαστε ἀποκλειστικὰ μὲ τὸν ἑαυτό μας καὶ μὲ τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν μας ἐπιθυμιῶν δὲν μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὶς ἀνάγκες τῶν ἄλλων. Ἔτσι ὅμως κλείνουμε τὴν πόρτα στὸν Θεὸ καὶ δὲν μποροῦμε νὰ ἑνωθοῦμε μαζί Του.
Δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶμε ὅτι ἡ αὐταπάρνηση καὶ ἡ ἐν ὑπομονῇ καὶ ἐλπίδι ἄρση τοῦ σταυροῦ ὁδηγεῖ τὸν πιστὸ στὴν ἐν Χριστῷ ὑπέρβαση τοῦ μαρτυρίου του. Ὅπως παρατηρεῖ ἕνας λόγιος Ἐπίσκοπος, «στὸν Γολγοθὰ ὑπῆρχαν τρεῖς σταυροί. Οἱ δύο ἦταν τὸ τέρμα τῆς πορείας δύο ληστῶν, ὁ μεσαῖος ἦταν ἁπλῶς ἕνα σταυροδρόμι. Διότι Ἐκεῖνος ποὺ ὑψώθηκε πάνω του εἶχε περάσει μιὰ ζωὴ ἀγάπns καὶ ἀλήθειας καὶ ὅδευε διὰ τοῦ σταυροῦ πρὸς τὸν Πατέρα. Ἀλλά, ἀκόμη, ἡ χάρη καὶ ἡ δύναμη τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ ἐπηρέασε καὶ μεταμόρφωσε τὸν ἕναν ἀπὸ τοὺς δύο ἄλλους σταυροὺς κάνοντάς τον διὰ τῆς μετανοίας “θύραν” τοῦ παραδείσου. Αὐτὸ εἶναι μία πολὺ οὐσιαστικὴ παρηγοριὰ γιὰ ὅσους σήμερα σηκώνουν σταυρὸ ἐνοχῆς».
Σταυρὸς καὶ σωτηρία
Νά, λοιπόν, γιατί ὁ σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τὰ ἀδιέξοδα καὶ τὰ σκοτάδια ποὺ τόσο συχνά μᾶς φοβίζουν. Μᾶς ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὶς πλάνες καὶ τὰ εἴδωλα ποὺ μᾶς αἰχμαλωτίζουν. Μᾶς θεραπεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες μας, ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν καὶ μᾶς βασανίζουν. Ὁ πόνος τοῦ σταυροῦ θὰ φωτίζεται πάντοτε ἀπὸ τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης. Γιατί ἕνας σταυρὸς χωρὶς ἀνάσταση ἀποτελεῖ ἀποτυχία καὶ τραγωδία, ἐνῶ μιὰ ἀνάσταση χωρὶς σταυρὸ θὰ εἶναι μία νίκη χωρὶς βαρύτητα καὶ ἀξία. Ὁ σταυρὸς καὶ ἡ ἀνάσταση εἶναι ἀλληλένδετα ὄχι μόνο στὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας, ἀλλὰ καὶ στὸν ἀγώνα καὶ τὴ ζωὴ τοῦ πιστοῦ. Γι’ αὐτὸ ἡ θεληματικὴ ἄρση τοῦ σταυροῦ δὲν εἶναι μιὰ ἀρρωστημένη τάση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ζητᾶ ἱκανοποίηση στὴν ὀδύνη. Εἶναι πηγὴ δύναμης, ποὺ μεταμορφώνει τὶς δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα τῆς ζωῆς. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι μέσα ἀπὸ τὴν πάλη καὶ τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς, ἔστω καὶ ἂν δὲν νικᾶμε πάντοτε, τουλάχιστον ὡριμάζουμε πνευματικά, ὥστε νὰ ἀντέχουμε τοὺς πειρασμοὺς καὶ νὰ προχωροῦμε.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ σταυρὸς δὲν εἶναι μόνο τὸ σημαντικότερο καὶ χαρακτηριστικότερο σύμβολο τοῦ χριστιανοῦ. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ἔκφραση τοῦ ἀγώνα καὶ τῆς νίκης, τῆς θυσίας καὶ τῆς δόξας, τῆς ζωῆς καὶ τῆς σωτηρίας. «Ὁ σταυρὸς εἶναι ἡ καθημερινὴ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ στὴν τραγωδία καὶ ἀπόγνωση τοῦ ἁμαρτάνοντος ἀνθρώπου». Εἶναι τὸ θαῦμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς περιμένει καρτερικά, γιὰ νὰ μᾶς σώσει. Ἀμήν.
5.
Διήγηση γιὰ τὸ νόημα τοῦ Σταυροῦ
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Διήγηση στὰ παιδιὰ τοῦ κατηχητικοῦ γιὰ τὸ νόημα τοῦ Σταυροῦ
Εἶναι ὁ σταυρικὸς θάνατος τοῦ Χριστοῦ ποὺ μᾶς ἔχει σώσει ἀπὸ τὸν αἰώνιο θάνατο, ποὺ μᾶς ἔχει δώσει τὴ δύναμη νὰ ὑπερνικοῦμε τὴν ἁμαρτία καὶ ν’ ἀρχίζουμε ἀπὸ τώρα πάνω στὴ γῆ μιὰ καινούρια ζωή, τὴ ζωὴ τοῦ Θεοῦ. Πῶς νὰ φανταστοῦμε ὅμως τὴ δολοφονία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους νὰ φέρνει τὴ συμφιλίωση τῶν δύο μερῶν; Θὰ ἤθελα νὰ σᾶς τὸ ἐξηγήσω αὐτὸ μὲ ἕνα παράδειγμα παρμένο ἀπὸ τὴν ἱστορία μας, τὴ Ρωσικὴ ἱστορία, ποὺ δείχνει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὅποιο ἡ ἀγάπη ποὺ ἐκφράζεται ὡς θυσία τῆς ζωῆς μας ἔχει τὴ δύναμη νὰ φέρνει τὴ συμφιλίωση.
Τὸ 1192, τὸ δωδέκατο δηλαδὴ αἰώνα, ἕνας ἀπὸ τοὺς πρίγκηπές μας, ὁ πρίγκηπας τοῦ Μοῦρομ ἦταν σὲ πόλεμο μ’ ἕνα μικρὸ πριγκηπάτο τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε ἀκόμα ἀσπαστεῖ τὸ Χριστιανισμό. Μ’ ἕνα γρήγορο πόλεμο κατάφερε νὰ περικυκλώσει τοὺς ἀντιπάλους του μέσα στὸ κάστρο τους. Αὐτὸ ποὺ ἀπέμενε, ἂν ἤθελε νὰ κερδίσει μία εὔκολη καὶ ἀποφασιστικὴ νίκη, ἦταν νὰ ἀποκλείσει τὴ μικρὴ πόλη καὶ νὰ περιμένει μέχρις ὅτου ἡ πείνα καὶ ἡ μιζέρια τοὺς σκοτώσουν ἤ διαφορετικά τοὺς ὑποχρεώσουν νὰ παραδοθοῦν. Ὁ πρίγκηπας ὅμως ἦταν Χριστιανὸς καὶ δὲν μποροῦσε οὔτε νὰ διανοηθεῖ πὼς θὰ γινόταν αἴτιος ἑνὸς τέτοιου βασανισμοῦ, μιᾶς τέτοιας κακομεταχείρισης καὶ τοῦ θανάτου τόσων ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ὁ Θεὸς εἶχε δημιουργήσει μὲ ἀγάπη κι ἐλπίδα, κι ἔτσι τοὺς πρόσφερε εἰρήνη, εἰρήνη χωρὶς κανένα ὅρο, εἰρήνη γιὰ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἐκεῖνοι ἦταν εἰδωλολάτρες, δὲν πίστευαν στὸ Θεὸ τῶν Χριστιανῶν. Δὲν μποροῦσαν νὰ πιστέψουν πὼς δὲν ὑπῆρχε κάποιο στρατήγημα, κάποιο ὕπουλο παιγνίδι κρυμμένο πίσω ἀπὸ τὴν εἰσήγηση αὐτή, καὶ ἀφοῦ ἔκαναν μία συνεδρίαση ἀποφάσισαν νὰ δεχτοῦν τὴν προσφορὰ τοῦ πρίγκηπα μὲ τὸν ὅρο ὅτι θὰ τοὺς ἔστελνε γιὰ ὅμηρο στὸ κάστρο τους ἕναν ἀπὸ τοὺς γιούς του ὥστε, ἂν ἐκεῖνος τοὺς πρόδωνε, νὰ πάρουν ἐκδίκηση μὲ τὸ νὰ σκοτώσουν τὸ παιδὶ μπροστὰ στὰ ἴδια του τὰ μάτια.
Μπορεῖτε νὰ φανταστεῖτε τὸ πῶς ἔνιωσε ὁ πατέρας: δὲν ἐμπιστευόταν τὴν τιμὴ καὶ τὸ λόγο τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων κι ὅμως ἔνιωθε πὼς εἶχε καθῆκον νὰ κάνει ὅ,τι περνοῦσε ἀπὸ τὶς δυνάμεις του γιὰ νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴ συμφιλίωση ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, χωρὶς ὅρους, γιὰ χατήρι τῆς ἀγάπης. Ὁ βίος τοῦ Ἁγίου Μιχαὴλ τοϋ Μοῦρομ μᾶς λέει ὅτι ὁ πατέρας του βημάτιζε τὴ νύχτα πάνω καὶ κάτω μέσα στὴ σκηνὴ του ἄυπνος, ὅλος ἀγωνία. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά του ποὺ ἦταν γύρω στὰ δεκατέσσερα κοιμόταν βαθειά, τὸ μικρότερο ὅμως, ποὺ ἦταν ἐννιὰ χρόνων, παρακολουθοῦσε τὸν πατέρα του κι ὕστερα τὸν φώναξε καὶ κάνοντας τὴ μία ἐρώτηση ὕστερα ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸν κατάφερε μὲ πολὺ κόπο νὰ τοῦ πεῖ τὴν ἀλήθεια.
Ὅταν ἔγινε αὐτὸ κάθισε καλὰ στὴ θέση του καὶ εἶπε στὸν πατέρα του: «Πατέρα μου, δὲν τὸ βλέπεις πὼς μποροῦμε τώρα κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε αὐτὸ ποὺ εἶχαν κάνει ὁ Θεὸς καὶ ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Ἂν μὲ στείλεις σ’ ἐκείνη τὴν πόλη, ἀκόμη κι ἂν μὲ σκοτώσουν, ἐσὺ θὰ ἔχεις μιμηθεῖ τὸ Θεὸ κι ἐγὼ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ· ἐσὺ δὲ μ’ ἔχεις μάθει πὼς πρέπει νὰ μιμούμαστε ὅλες τὶς πράξεις τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Σωτήρα μας;»
Ὕστερα ἀπ’ αὐτὸ ὁ πατέρας δέχτηκε τὴν ἀπόφαση τοῦ παιδιοῦ. Τὴν ἑπόμενη μέρα μὲ τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου μποροῦσες νὰ δεῖς αὐτὸ τὸ ἐννιάχρονο ἀγόρι, μόνο του, ὅλο ἐμπιστοσύνη, προετοιμασμένο γιὰ νὰ θυσιαστεῖ ὅπως καὶ ὁ Χριστός, ν’ ἀφήνει τὸ σκοτεινὸ δάσος στὸ ὁποῖο καθόταν ὁ πολιορκητὴς στρατὸς καὶ νὰ κατευθύνεται πρὸς τὸ εἰδωλολατρικὸ φρούριο. Μεγάλη γαλήνη βασίλευε στὸ δάσος καὶ οἱ ματιὲς ὅλων ἦταν καρφωμένες στὸ μικρὸ πρίγκηπα. Οἱ ἄνθρωποι εἶχαν συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν ὀμορφιὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἁπλοχωριὰ τῆς καρδιᾶς του.
Ἦταν ὅμως καὶ κάποιος ποὺ δὲν εἶχε συγκινηθεῖ, ποὺ εἶχε μίσος στὴν καρδιά. Πῆρε τὸ τόξο του, ἔρριξε ἕνα βέλος καὶ τὸ παιδὶ ἔπεσε, πληγωμένο θανάσιμα. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη ὅλοι οἱ ἄνδρες τοῦ πρίγκηπα κι ὁλόκληρος ὁ λαὸς τῆς πόλης, ξεχνώντας τὸν κίνδυνο, ξεχνώντας πὼς ἦταν ἐχθροὶ ἔτρεξαν γιὰ νὰ δοῦν ἂν τὸ παιδὶ εἶχε πεθάνει ἤ ἂν ὑπῆρχε ἀκόμα ἐλπίδα. Τὸ παιδὶ πέθαινε.
Ὅταν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ οἱ Χριστιανοὶ ξαφνικὰ θυμήθηκαν πὼς ἦταν σὲ πόλεμο εἶδαν τοὺς στρατοὺς τους ἀναμιγμένους καὶ κατάλαβαν τότε πὼς δὲν ἦταν πιὰ ἐχθροί: ἦταν ἁπλῶς ἄνθρωποι, βαθειὰ συγκινημένοι, μὲ δάκρυα στὰ μάτια καὶ πόνο στὴν καρδιά, ποὺ στεκόντουσαν μὲ φρίκη μπροστὰ στὴν ἀσπλαχνία καὶ τὸ μίσος. Τὸ παιδὶ μὲ τὸ θάνατό του τοὺς εἶχε ἐνώσει, τοὺς εἶχε φέρει τὴν εἰρήνη.
Κάτι παρόμοιο μποροῦμε ὅλοι νὰ κάνουμε, ἀπὸ τὸ μικρότερο στὸ μεγαλύτερο. Ὅταν γίνονται τσακώματα καὶ συζητήσεις, στὸ σχολεῖο ἢ τὸ σπίτι, δὲν μπορεῖ τὸ παιδὶ νὰ πεῖ στὸν πατέρα του, τὴ μητέρα, τὸ μεγαλύτερο ἀδελφό: «Μὴν τὸ κάνετε αὐτό. Ἐγὼ ἀγαπῶ καὶ τοὺς δυό σας, κι ὅμως ἐσεῖς μὲ πληγώνετε, μὲ σκοτώνετε»; Ἡ ἀγάπη φέρνει τὴ συμφιλίωση, τὴν εἰρήνη, τὴν ἀγάπη κι εἶναι δυνατότερη ἀπὸ ὅ,τιδήποτε ἄλλο στὸν κόσμο. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ στὸ μέσο τοῦ ταξιδιοῦ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς ἡ ἐκκλησία μᾶς δείχνει τὸ Σταυρό: εἶναι ἡ ἐλπίδα μας, ἡ μόνη ἀληθινή μας ἐλπίδα, εἶναι ἡ χαρά μας, εἶναι ἡ ἀπόδειξη πὼς ὁ Θεὸς μᾶς ἀγαπᾶ καὶ πὼς τὰ πάντα εἶναι δυνατὰ μὲ τὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ.
6.
Tὸ Ζωοποιὸν Ξύλον
Ἰωσήφ Χαρκιολάκης (Μητροπολίτου Προικοννήσου (τοῦ ἀπὸ Ἀριανζοῦ καὶ Νέας Ζηλανδίας))
«Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, Κυριακῇ τρίτῃ τῶν Νηστειῶν, τὴν προσκύνησιν ἐορτάζομεν τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταύρου» (1)
Βρισκόμαστε στὸ «στάδιο τῶν ἀρετῶν»,(2) τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Σαρακοστή. Οἱ «βουλόμενοι ἀθλῆσαι» ὡς Ὀρθόδοξοι, ἀγωνίζονται «τὸν καλόν της νηστείας ἀγώνα», ὥστε ν’ ἀξιωθοῦν μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ «κατιδεῖν τὸ πάνσεπτον Πάθος Χρίστου τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ Ἅγιον Πάσχα πνευματικῶς ἐναγαλλιώμενοι ».(3)
Ἀγωνίζονται ἀπέχοντες ὄχι μόνο ἀπὸ τὰ διάφορα φαγητὰ (κρέας, ψάρι, γάλα, αὐγὰ κ.λπ.), ἄλλα προπάντων ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, σύμφωνα καὶ μὲ τὴν προτροπὴ ἑνὸς τροπαρίου: «…ἁγνίσωμεν τὴν ψυχήν, τὴν σάρκα καθάρωμεν νηστεύσωμεν ὥσπερ ἐν τοῖς βρώμασιν ἐκ παντὸς πάθους, τὰς ἀρετὰς τρυφῶντες τοῦ Πνεύματος…»,(4) διότι, ἀληθὴς νηστεία ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας»,(5) ὅπως ὑπογραμμίζει ἡ ὑμνολογία τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.
Ὁ ἀγώνας εἶναι σκληρός, τραχὺς καὶ δύσκολος. Τὰ βραβεῖα, ὅμως, ποὺ προορίζονται γιὰ ὅσους θ’ ἀγωνισθοῦν καλῶς μέχρι τὸ τέλος, εἶναι μεγάλα καὶ σπουδαῖα:
– Ἄνετο ἀνέβασμα στοὺς οὐρανούς, ὅπου οἱ χορεῖες τῶν Ἀγγέλων μὲ ἀσίγητες φωνὲς τὴν ἀδιαίρετη ὑμνοῦν Τριάδα, «καθορῶσαι τὸ ἀμήχανον κάλλος καὶ δεσποτικόν».(6)
– Ἀπόλαυση «ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης»(7). Σωτηρία, Παράδεισος, Βασιλεία Θεοῦ δηλαδή! Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἀντίδικος τῶν Χριστιανῶν, ὁ «ὄφις ὁ ἀρχαῖος» (Ἀποκ. 12: 9), μὲ ζηλοφθονία καὶ λύσσα ἐπιχειρεῖ νὰ κάμψει, ν’ ἀποθαρρύνει καὶ ν’ ἀπογοητεύσει τοὺς ἀγωνιστές, ὥστε νὰ ἐγκαταλείψουν τὸν ἀγώνα καὶ νὰ τοὺς κερδίσει αὐτὸς μέσω τῆς ἀμέλειας, τῆς ἀκράτειας, τῆς καλοπέρασης καὶ τῶν ἡδονικῶν ἀπολαύσεων!
Εἶναι ἀνάγκη, λοιπόν, νὰ ἐνισχυθοῦν οἱ ἀγωνιστὲς Χριστιανοί! Γι’ αὐτὸ τὸν σκοπό, μετὰ τὴ συμπλήρωση τριῶν ἑβδομάδων νηστείας, κατὰ τὴν τρίτη δηλαδὴ Κυριακή της Σαρακοστῆς, ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία προβάλλει σὲ προσκύνηση τὸν Τίμιο καὶ Ζωοποιὸ Σταυρὸ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ἀπευθύνει σὲ ὅλους: «Τὸν Σταυρὸν ἡ γῆ σύμπασα προσκυνησάτω, δι’ οὗπερ ἔγνωκε Σὲ προσκυνεῖν, Λόγε».
Ὁ Τίμιος Σταυρὸς γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους ἔχει ἰδιαίτερη φυσιογνωμία. Τὸν προσφωνοῦμε καὶ τὸν ἐπικαλούμαστε ὡς πρόσωπο. «Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ, σῶσον ἡμᾶς τῇ δυνάμει Σου», τὸν παρακαλοῦμε, ἐνῶ ἐπίσης τοῦ ἀπευθύνουμε καὶ χαιρετισμούς: «Χαίροις ὁ τοῦ Κυρίου Σταυρός», «Χαῖρε, Ξὺλον μακάριον» κ.λπ. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο χαρᾶς. Ὄχι λύπης! Δι’ αὐτοῦ «τῶν δακρύων ἐξηφανίσθη κατήφεια, καὶ τοῦ θανάτου τῶν παγίδων ἐρρύσθημεν, καὶ πρὸς ἄληκτον εὐφροσύνην μετήλθομεν».(8) Εἶναι «τῆς Ἐκκλησίας ὁ ὡραῖος Παράδεισος»,(9) τὸ «ξύλον τῆς ἀφθαρσίας, τὸ ἑξανθῆσαν ἡμῖν αἰωνίου δόξης τὴν ἀπόλαυσιν».(10) Εἶναι ἡ θύρα τὸ Παραδείσου, ὁ στηριγμὸς τῶν πιστῶν, τῆς Ἐκκλησίας τὸ περιτείχισμα! Μὲ τὴ δύναμή του ἐκδιώκονται οἱ φάλαγγες τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Διὰ τοῦ Σταυροῦ ἐξαφανίσθηκε ἡ κατάρα καὶ καταργήθηκε καὶ καταπόθηκε ἡ δύναμη τοῦ θανάτου καὶ ὑψωθήκαμε ἀπ’ τὴ γῆ στὰ οὐράνια, ὅπως διακηρύσσουν οἱ γλυκύτατοι ὕμνοι τῆς ἡμέρας. Τὸν θεωροῦμε σύμβολο ἀναστάσεως καὶ ἀφθαρσίας. Ὄχι θανάτου! Γι’ αὐτὸ τὸν τοποθετοῦμε στοὺς τάφους τῶν κεκοιμημένων μας, σὲ ἔνδειξη καὶ βεβαίωση τῆς ἀναμενόμενης ἀναστάσεώς τους!
Καθὼς προσκυνοῦν τὸ «Ζωοποιὸν Ξύλον» οἱ πιστοί, ἀναλογίζονται τὰ σωτήρια Πάθη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὑπέστη πάνω στὸν Σταυρό. Τοὺς φρικτοὺς πόνους, τοὺς ὀνειδισμούς, τὴ δίψα, τὸν καύσωνα, τὶς ὕβρεις, τὶς βλασφημίες, τὸν ποτισμὸ μὲ ξύδι καὶ χολή, καί, τέλος, τὸν θάνατο, τὸν ὁποῖο θεληματικὰ ὑπέμεινε πρὸς χάριν μας! Ἔτσι παρηγοροῦνται γιὰ τὴ μικροταλαιπωρία ποὺ γίνεται στὸ σῶμα ἀπὸ τὴ νηστεία, παίρνουν δύναμη γιὰ νὰ συνεχίσουν τὸν ἀγώνα τους καὶ φιλοτιμοῦνται νὰ ἐντείνουν τὴν προσπάθειά τους γιὰ νὰ νικήσουν τὸν «βύθιο δράκοντα»,(11) τὸν ἐχθρό τῆς σωτηρίας μας. Ἀκόμη, μαθαίνουν πὼς γιὰ νὰ δικαιοῦνται νὰ πάρουν μέρος στὴ χαρὰ τῆς Ζωῆς, πρέπει ἀπαραιτήτως νὰ πάρουν μέρος καὶ στὴ θλίψη τοῦ Σταυροῦ, μὲ θεληματικὴ κακοπάθεια καὶ ὑπομονή!
Ἡ ἑορτὴ τῆς προσκυνήσεως τοῦ «Μακαρίου Ξύλου» -κατὰ τὸ Συναξάρι τῆς ἡμέρας- εἶναι γιὰ τοὺς πιστούς, ὅ,τι ἕνα σκιερὸ δένδρο στὴ μέση του δρόμου γι’ αὐτοὺς ποὺ διανύουν μακρὺ καὶ τραχὺ δρόμο σὲ καιρὸ καύσωνος! Μὲ τὴν προβολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὴ μέση της πικρῆς γιὰ τὸ σῶμα περιόδου τῆς νηστείας, παίρνουμε γλυκασμό, ὅπως τὸ πικρὸ νερὸ τῆς πηγῆς Μερρᾶ, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Μωυσῆς ἔβαλε τὸ ξύλο (προεικόνισμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ!) καὶ τὸ μετέτρεψε σὲ γλυκύ, καὶ παρηγορούμαστε ὥσπου νὰ φτάσουμε στὴ νοητὴ Ἱερουσαλὴμ διὰ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.
Ἀνάμεσα στὸν Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση ὑπάρχει στενός, ἄρρηκτος δεσμός. Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι, τὸ Μυστήριο τοῦ Σταυροῦ τὸ κατανοοῦμε μέσα στὸ φῶς τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἀναστάσεως• καὶ τὸ Μυστήριο τῆς Ἀναστάσεως μέσα στὴν ὀδυνηρὴ ἐμπειρία τῆς καμίνου τοῦ Σταυροῦ! Τὸ Πάσχα μας εἶναι «Σταυροαναστάσιμο»! Αὐτὸ τὸ φανερώνει καὶ ὁ ὕμνος ποὺ ψάλλεται σήμερα, ἕναν ὁλόκληρο μήνα πρὶν ἀπὸ τὸ Πάσχα, στὴ θέση τοῦ Τρισάγιου Ὕμνου: «Τὸν Σταυρόν Σου προσκυνοῦμεν. Δέσποτα, καὶ τὴν ἁγίαν Σου Ἀνάστασιν δοξάζομεν».
Καθὼς σκύβουν, λοιπόν, καὶ προσκυνοῦν τὸν Τίμιο Σταυρὸ σήμερα, στὴ μέση σχεδὸν τῆς Σαρακοστῆς, ὅσοι μὲ σύντονη ἄσκηση καὶ ἐπιμελῆ ἐργασία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ διαρκὴ ὑπαρξιακὴ μετάνοια σταυρώνονται μαζὶ μὲ τὸν Κύριο, λαμβάνουν καὶ σίγουρη τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀναστάσεως, τοῦ φωτὸς τῆς ὁποίας εἴθε κανένας ἀπὸ τοὺς πιστοὺς νὰ μὴ στερηθεῖ!
——————————————————————————
- Συναξαριακὸ ὑπόμνημα Τριωδίου τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως.
- Δεύτερο Ἰδιόμελον τῶν Αἴνων τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς.
- Τρίτο Κεκραγάριον τοῦ Κατανυκτικοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Κυριακῆς της Τυρινῆς.
- ὅπ. παρ. Μετ.: «…νὰ ἐξαγνίσουμε τὴν ψυχή μας. νὰ καθαρίσουμε τὴ σάρκα μας νὰ νηστέψουμε, ὅπως ἀπὸ τὰ φαγητά, ἔτσι κι ἀπὸ κάθε πάθος, εὐχαριστούμενοι μὲ τὶς πνευματικὲς ἀρετές.
- Ἰδιόμελο τῶν Ἀποστίχων τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας.
- Μετ.: Ἀντικρύζοντας τὴν πανώρια ὀμορφιὰ τοῦ Κυρίου
- Καταβασία τῆς Θ΄ Ὠδῆς τοῦ Ὄρθρου τῆς Μέγ.Πέμπτης. Μετ.: Ἀπόλαυση τῆς φιλοξενίας καὶ τοῦ αἰωνίου δείπνου τοῦ Κυρίου.
- Α’ Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «[Δία τοῦ Σταυροῦ] ἐξαφανίσθηκε ἡ κατσουφιὰ τῶν δακρύων κι ἐμεῖς γλυτώσαμε ἀπὸ τὶς παγίδες τοῦ θανάτου καὶ μεταβήκαμε στὴν ἀτέλειωτη εὐτυχία [τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ]».
- Παράδεισος (περσικὴ λέξη) = κῆπος.
- Β’ Κεκραγάριον Ἑσπερινοῦ Σταυροπροσκυνήσεως. Μετ.: «τὸ δένδρο τῆς ἀφθαρσίας, ποὺ ἄνθησε γιὰ μᾶς τῆς αἰώνιας ζωῆς τὴν ἀπόλαυση». Ξύλο = δένδρο.
- Βύθιος δράκων = τὸ φίδι ποὺ ξεπροβάλλει ἀπὸ πολὺ βαθειά. δηλ. ὁ διάβολος.
7.
Ὁ Ἰησοῦς προλέγει τό πάθος Του. (Μάρκ. 8,31-9,1)
Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)
Ὁ Ἰησοῦς προλέγει διά πρώτην φοράν τό πάθος καί τον Θάνατόν Του.
Ματθ. 16,21 -28. Μάρκ. 8,31-9,1. Λουκ. 9,22-27.
Μέχρι τῆς ἡμέρας ταύτης οὐδέν εἶχεν εἲπει ὁ Κύριος περί τοῦ πάθους Του. «Ἀπό τότε» ὃτε δηλαδή ὁ Χριστός ὡμολογήθη ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ὃτι εἶναι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ «ἢρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ, ὃτι δεῖ αὐτόν εἰς Ἱεροσόλυμα ἀπελθεῖν καί πολλά παθεῖν ἀπό τῶν Πρεσβυτέρων καί Ἀρχιερέων καί Γραμματέων καί ἀποκτανθῆναι καί τῆ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι». Ὁ Κύριος δηλαδή ἀπεδείκνυε διά τῶν προφητῶν τόν τόπον ὃπου ἒμελλε νά θυσιασθῆ, τήν Ἱερουσαλήμ, ὃπου προσεφέροντο αἱ θυσίαι, τό ἀπαραίτητον τοῦ πάθους Του «δεῖ παθεῖν». Ὁ Χριστός ἒπρεπε ὁπωσδήποτε νά πάθῃ λόγῳ τῆς ἐχθρότητος τῶν ἀνθρώπων, τῆς μή ἀντιστάσεώς του εἰς τήν βίαν αὐτῶν καί τοῦ σχεδίου τοῦ Θεοῦ, κατά τό ὁποῖον ὁ θάνατος Του ἀπετέλει τό κεντρικόν σημεῖον ἐν τῆ Ἀπολυτρώσει. Καί τέλος προέλεγε τήν τριήμερον ἀνάστασίν Του. «Καί παρρησίᾳ τόν λόγον ἐλάλει» καθαρά καί μετά θάρρους δηλαδή ἐνώπιον τῶν μαθητῶν ἒλεγε τοῦτα, ἐνῶ μέχρι τώρα ὑπαινιγμούς μόνον ἒκαμε περί τοῦ πάθους Του. Ἰωάν 2,19. 3,14 -16. Ματθ. 9,15. Πρεσβύτεροι, ἀρχιερεῖς καί Γραμματεῖς ἦσαν τρεῖς τάξεις τοῦ Μεγ. Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου, oἱ ὁποῖοι, θά τόν παραδώσουν εἰς τό πάθος. Αὐτοί, οἱ ὁποῖοι, ἒπρεπε νά Τόν γνωρίσουν ὡς Μεσσίαν, Τόν θανατώνουν ὡς κακοῦργον!.
Ό Απόστολος Πέτρος σκανδαλισθείς, διότι ό τόσον ἒνδοξος Χριστός θά πάθῃ πολλά καί θά ἀποθάνῃ «προσλαβόμενος Αὐτόν» λαβών δηλαδή, τόν Ἰησοῦν ἀπό τό χέρι ἢ ἀπό τό ἒνδυμα Του κατά μέρος ἐκ σεβασμοῦ ἰδιαιτέρως «ἢρξατο ἐπιτιμᾶν Αὐτῶ λέγων∙ ἳλεως σοι Κύριε∙ οὐ μή ἒσται σοι τοῦτο». Ὁ Πέτρος δηλαδή ἐπιπλήττει τον Χριστόν, διότι εἶπεν, ὃτι θά πάθῃ καί πρέπει νά πάθῃ καί ταυτοχρόνως, παρακαλεί τόν θεόν, ὃπως φανῆ ἳλεως, εὐμενής πρός τόν Ἰησοῦν καί μή ὑποστῆ τό πάθος τοῦτο. Ὁ Πέτρος σκανδαλισθείς γίνεται σκάνδαλον εἰς τόν Χριστόν, διότι κατ’ αὐτόν τόν τρόπον συνιστᾶ εἰς Αὐτόν πράγματα ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα ἒπρεπε νά γίνουν, νά μή πάθῃ δηλαδή ὁ Χριστός. Ἀποτέλεσμα τούτου θά ἦτο νά μή ἀπολυτρωθῆ τό ἀνθρώπινον γένος. Ἡ συμβουλή ἑπομένως αὓτη τοῦ Πέτρου ἦτο σατανική.
Ἐπειδή ὃμως οἱ ὁλίγον ὃπισθεν τοῦ Κυρίου ἂλλοι μαθηταί ἢκουσαν τήν σύστασιν ταύτην τοῦ Πέτρου, ὁ Κύριος «στραφείς και ἰδών τούς μαθητάς αὐτοῦ ἐπετίμησε τῶ Πέτρῳ καί λέγει ὓπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ, σκάνδαλον μου εἶ, ὃτι οὐ φρονεῖς τά τοῦ Θεοῦ ἀλλά τά τῶν ἀνθρώπων». Ὃπως ὁ Διάβολος πειράζων τόν Ἰησοῦν ἐν ἐρήμῳ ὑπέδειξεν εὒκολον καί σύντομον ὁδόν τῆς ζωῆς Του, τήν ὁδόν τῆς θαυματουργίας καί οὐχί τῆς ὑπομονῆς τῶν θλίψεων, ἳνα φανῆ, ὃτι εἶναι υἱός τοῦ Θεοῦ, κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὁμολογῶν Αὐτόν υἱόν Θεοῦ δέν ἐπιθυμεῖ τό πάθος Του, εἶναι Σατανᾶς. Διά τοῦτο λέγει ὁ Χριστός πρός αὐτόν. Φύγε ἀπ’ ἐδῶ Σατανᾶ, ἐμπόδιον μου ἒγινες, διότι δέν φρονεῖς τήν διά τοῦ πάθους Μου ἀπολύτρωσιν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τήν ὁποίαν ό Πατήρ ἀπεφάσισεν, ἀλλά ἀνθρωπίνως σκεπτόμενος θεωρεῖς τό πάθος καί τήν θλίψιν ὡς μειωτικά Ἐμοῦ ὡς Μεσσίου ἐξ ἀδυναμίας ἀνθρωπίνης δῆθεν προερχόμενα. Οὓτω ἡ πέτρα ὁμολογίας ὁ Πέτρος γίνεται πέτρα σκανδάλου εἰς τόν οἰκοδόμον Χριστόν! Πόση ἡ ἀδυναμία τοῦ Πέτρου ὡς ἀνθρώπου!
Ὁ Κύριος, ἳνα δώσῃ περισσότερον τόνον εἰς τό πάθος Του «προσκαλεσάμενος» τόν εἰς ἀπόστασίν τινα εὑρισκόμενον λαόν «σύν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ» λέγει: Ὂχι ἐγώ μόνον πρέπει νά πάθω καί νά σταυρωθῶ, ἀλλά καί σεῖς. Καί συγκεκριμένως∙ «εἲ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν ἀρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καθ’ ἡμέραν καί ἀκολουθήτω μοι». Ἂν θέλετε δηλαδή νά εἶσθε μαθηταί Μου, πρέπει νά σηκώσητε ἓκαστος ἐξ’ ὑμῶν τον ἰδιαίτερόν του σταυρόν, καθημερινῶς θέτων εἰς ἐφαρμογήν τήν διδασκαλίαν Μου. Ἂρνησις τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἀπομάκρυνσις παντός τό ὁποῖον μᾶς χωρίζει ἀπό τόν θεόν. Σήκωμα τοῦ σταυροῦ μας εἶναι ὁ βαθμός τῆς ἀρνήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας ἡ ὑπομονή δηλ. τῶν βασάνων μας μέχρι θανάτου. Ἀκολούθησις τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά ὑποφέρωμεν καί ὑπομένωμεν ὂχι δι’ ἂλλην τινά αἰτίαν ὡς κακοποιοί, ἀλλά ὡς ἐνάρετοι ὃπως ὑπέφερε καί ὁ Χριστός βαδίζοντες εἰς τά ἲχνη Αὐτοῦ.
Ἐπειδή ὃμως ἡ ἀπάρνησις τῶν ἁμαρτωλῶν μας ὀρέξεων πίπτει πολύ βαρεῖα εἰς τήν ἀνθρωπίνην φιλαυτίαν, ὁ Κύριος προβάλλει πρός ὑπερνίκησιν ταύτης τό μέλλον Δικαστήριον, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου θά κριθῶμεν. Φροντίζει μέ τόν φόβον ἐκείνου τοῦ Δικαστηρίου νά νικήσῃ τόν ἐπίγειον φόβον καί λέγει: «ὃς γάρ ἂν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι, ἀπολέσει αὐτήν, ὃς δ’ ἂν ἀπολέσῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἓνεκεν Ἐμοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου σώσει αὐτήν». Ἐνταῦθα ἡ λέξις ψυχή ἒχει.δύο ἐννοίας. Σημαίνει τήν ἐδῶ ζωήν καί τήν ἐκεῖ αἰωνιότητα. Ἑπομένως ὃποιος θελήσει ὑπακούων εἰς τήν φιλαυτίαν του νά μή θυσιάσῃ τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας, οὗτος «ἀπολέσει τήν ψυχήν» θά κατακριθῆ ὑπό τοῦ θείου Δικαστηρίου καί θά χάσῃ τήν ἐκεῖ αἰωνίαν μακαριότητα. Ὃποιος ὃμως θυσιάσει τήν ζωήν του χάριν τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου «οὗτος σώσει τήν ψυχήν αὐτοῦ» θά κερδίσῃ τήν αἰωνίαν μακαριότητα.
‘Ο Κύριος συνεχίζων τόν λόγον του, ὃτι πρέπει νά θυσιασθῶμεν ἐδῶ χάριν τῆς ἂλλης μακαριότητος, φέρει τάς δύο ὑπάρξείς μας παροῦσαν καί μέλλουσαν καί λέγει: «τί γάρ ὠφεληθήσεται ἂνθρωπος, ἐάν τόν κόσμον ὃλον κερδίσῃ τήν δέ ψυχήν αὐτοῦ ἀπολέσας ἢ ζημιωθείς ;» Τί σημασίαν δηλαδή ἒχει ἐάν κερδίσωμεν ὂχι μόνον τήν ζωήν μας ἀποφεύγοντες τόν μαρτυρικόν θάνατον χάριν τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί ὁλόκληρο τόν παρόντα κόσμον μέ ὃλα τά ἀγαθά του, κατακριθῶμεν ὃμως βάσει μικρᾶς ἢ μεγάλης ἁμαρτίας ύπό τοῦ θείου Δικαστηρίου; «ἢ τί δώσει ἂνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» Ἡ αἰωνία ψυχή μας εἶναι ἀνωτέρα ὃλου τοῦ κόσμου, ὣστε οὐδέν ἀντάλλαγμα αὐτῆς ὑπάρχει!
Ὁ Κύριος παρουσιάζει ἐν συνεχείᾳ τόν φόβον ἢ τήν λαμπρότητα τοῦ Δικαστηρίου ἐκείνου, ὃπου θά δικασθῆ τό πολυτιμότερον, τό ὁποῖον ἒχομεν, ἡ ψυχή μας, ἳνα νικήσῃ τόν φόβον τοῦ ἐπιγείου μαρτυρικοῦ θανάτου καί λέγει: «ὃς γάρ ἐάν ἐπαισχυνθῆ με καί τούς ἐμούς λόγους ἐν τῆ γενεᾶ ταύτῃ τῆ μοιχαλίδι καί ἁμαρτωλῷ καί ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐπαισχυνθήσεται αὐτόν, ὃταν ἒλθῃ ἐν τῆ δόξῃ τοῦ Πατρός αὐτοῦ μετά τῶν ἀγγέλων τῶν ἁγίων καί τότε ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τήν πρᾶξιν αὐτοῦ». Ὁ Κύριος ὀνομάζει τήν γενεάν ταύτην μοιχαλίδα, διότι ζῆ ἐν ἁμαρτίᾳ καί ἐν τῆ ἁμαρτίᾳ εὑρισκομένη ἒχει πάρει διαζύγιον ἀπό τόν Θεόν. Ὁ Χριστός θά ἐντραπῆ τότε ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι θά Τόν ἐντραποῦν ἐδῶ. Ἐκεῖνοι ὃμως οἱ ὁποῖοι δέν θά δειλιάσουν ἐδῶ, θά δοξασθοῦν ἐκεῖ. Ὃσος εἶναι ὁ τρόμος τῶν καταδικαζομένων, ἂλλη τόση θά εἶναι ἡ δόξα τῶν ἀμειβομένων ἐκεῖ, ὃπου ἓκαστος θά ἀμειφθῆ δικαίως.
Ὁ Κύριος περιγράφει ἐκτενέστερον τό Δικαστήριον ἐκεῖνο καί λέγει: «ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὃτι εἰσί τίνες τῶν ὧδε ἑστηκότων, οἳτινες οὐ μή γεύσωνται θανάτου, ἓως ἂν εἲδωσι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου, τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει». Περί τίνος πρόκειται ἐνταῦθα; Ἰδού! ‘Ἡ μέλλουσα κρίσις θά γίνῃ κατά τό τέλος τοῦ κόσμου. Ἡ ἐποχή ἐκείνη ὡς λίαν ἀπομεμακρυσμένη δέν θά ἲδῃ οὐδένα ἐκ τῶν ζώντων τότε Ἀποστόλων. Ἀλλά ἡ Μεσσιανική ἐποχή καί ἑπομένως καί τό Μεσσιανικόν θεῖον Δικαστήριον ἐκτείνεται ἀπό τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου μέχρι τέλους κόσμου. Δύο μεγάλαι δίκαι καί καταδίκαι θά λάβωσι χώραν κατά τήν Μεσσιανικήν ταύτην περίοδον. Ἡ μία ἀφορᾶ τήν δίκην καί καταδίκην τῆς Ἱερουσαλήμ καί κεῖται εἰς τήν ἀρχήν τῆς Μεσσιανικῆς περιόδου ταύτης. Ἡ πρώτη εἶναι εἰκών τῆς δευτέρας. Ἡ πρώτη δίκη καί καταδίκη εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, ἣτις ἒγινε τό 70 μ.Χ. Κατά τήν καταστροφήν ταύτην ἒζων τινές τῶν Ἀποστόλων καί ἐκ τοῦ λαοῦ τοῦ παρευρισκομένου μετά τοῦ Ἰησοῦ. Κατά ταύτην ἦλθεν «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐν δυνάμει», διότι ἐφάνη ἡ θαυματουργική δύναμις τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Ἐκκλησίας καθ’ ὃσον ἡ μέν Ἱερουσαλήμ κατεστράφη τιμωρηθεῖσα, ἡ δέ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐξηπλώθη εἰς ὁλόκληρον τόν κόσμον. Μικρά εἶναι ἡ δύναμις αὓτη τῆς βασιλείας τοῦ θεοῦ; Κάθε ἂλλο!
Ἰδού τό τρομερόν δικαστήριον, ἡ ἃλωσις τῆς Ἱερουσαλήμ! Ἑπομένως, λέγει ό Κύριος, νικήσατε τόν φόβον τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου χάριν ἐμοῦ, μέ τόν φόβον τοῦ μέλλοντος τρομεροῦ δικαστηρίου, τό ὁποῖον θά γίνῃ πέραν τοῦ κόσμου τούτου καί τοῦ ὁποίου εἰκών εἶναι ἡ καταστροφή τῆς Ἱερουσαλήμ, τῆς ὁποίας τινές ἐξ ὑμῶν τῶν Ἀποστόλων καί παρισταμένων θά γίνετε αὐτόπται μάρτυρες.
θ έ μ α « Ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου καί ἡμῶν»
Ἐνταῦθα ὁ λόγος εἶναι περί τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ και ἡμῶν.
Καί Α. Ὁ Σταυρός τοῦ Χριστοῦ. Τρία πρόσωπα εἶναι σπουδαῖα ἐνταῦθα. Ὁ Χριστός, ὁ Ἀπόστολος Πέτρος καί ὁ Διάβολος. Ὁ Χριστός καί ὁ Πέτρος εἶναι τά ἁγιώτερα πρόσωπα εἰς τήν γῆν καί τόν Οὐρανόν. Ὁ Διάβολος εἶναι τό βρωμερώτερον πρόσωπον ἐδῶ καί εἰς τόν ἂλλον κόσμον. Ὁ Χριστός ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον Διάβολον! Πόσον τρομερόν εἶναι τό πράγμα, ἂν σκεφθῶμεν, ὃτι ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ὠνομάσθη διάβολος, διότι δέν ἠθέλησε νά σταυρωθῆ ό Χριστός ἀπό ἀγάπην του πρός Αὐτόν. Ὀνομάζει δέ ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον, διότι εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ, ἳνα ἐξιλεώσῃ ἡμᾶς ἒναντι τοῦ Πατρός του διά.τό προπατορικόν ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ. Ἐρωτᾶται ὃμως. Διατί ἒχει τόσην ἐπιθυμίαν νά σταυρωθῆ ὁ Χριστός, ὣστε ὀνομάζει τόν Ἀπόστολον Πέτρον διάβολον καί δέν συγχωρεῖ τό ἁμάρτημα μας διά λόγου, ἀλλά δι’ αἳματος σταυρικοῦ; Ἰδού! Μέ τόν σταυρικόν θάνατον τοῦ Χριστοῦ φαίνονται δύο ἀντίθετα πράγματα τοῦ θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου.
Πρῶτον τοῦ Θεοῦ. Διά τοῦ σταυρικοῦ θανάτου φαίνονται ἡ αὐστηρότης τῆς θείας δικαιοσύνης καί ἡ θεία εὐσπλαγχνία. Ἡ Δικαιοσύνη του! Δέν ἦτο ἂλλος καταλληλότερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας δικαιοσύνης ἐν τῆ ὑψίστῃ αὐστηρότητι παρά διά μίαν μόνην ἁμαρτίαν τῶν πρωτοπλάστων καί ἐκείνην πρό χιλιάδων ἐτῶν καί κατά πρώτην φοράν γενομένην καί εἰς μορφήν μικρᾶς βαρύτητος – βρῶσις ἀπηγορευμένου καρποῦ! – νά ὑποστῆ ὁ μονογενής Του Υἱός τήν ἐσχάτην τῶν ποινῶν, τόν θάνατον και τοῦτον ἐν τῆ ἀτιμωτική καί πολυωδύνῳ μορφῆ τοῦ σταυροῦ! Ἀλλά ταυτοχρόνως δέν ὑπάρχει καλλίτερος τρόπος ἐκφράσεως τῆς θείας εὐσπλαγχνίας πρός τούς ἁμαρτωλούς ἀπό τοῦ νά μή πάθῃ τίποτε ἀπό τήν ποινήν ταύτην ὁ ἁμαρτήσας ἂνθρωπος ἀλλά ὁ ἀναμάρτητος Ἰησοῦς, ἡμεῖς δέ νά σωζώμεθα δωρεάν οὐχί διά λόγου, ἀλλά διά τοῦ αἳματος τοῦ σταυρωθέντος Ἰησοῦ. Ὣστε μέ τόν σταυρικόν θάνατον Του ὁ Χριστός ἒδειξε τήν αὐστηρότητα τῆς θείας δικαιοσύνης κατά τῆς ἁμαρτίας καί τήν μεγάλην Του ἀγάπην πρός τούς ἁμαρτωλούς. Πόσον ἐπιτυχής καί ἀνάγλυφος εἶναι ὁ τραγικός συνδυασμός τῶν δύο ἰδιοτήτων τοῦ θεοῦ δικαιοσύνης καί ἀγάπης ἐν τῶ σταυρῶ!
Δεύτερον. Τοῦ ἀνθρώπου: Ὁ Σταυρός ὃμως τοῦ Κυρίου συνδυάζει καί ζυγίζει και δύο ἂλλας ἀντιθέσεις, αἳτινες ὑπάρχουσιν εἰς τόν ἂνθρωπον, τήν βρωμιά του καί τό μεγαλεῖον του. Βρωμιά εἶναι αἱ ἁμαρτίαι του και μεγαλεῖον του εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Πόσον βαρεῖα εἶναι και τί ζυγίζει ἡ ἁμαρτία, μία ζυγαριά μόνον ἠδύνατο νά τά ζυγίση, ἓνας μεγάλος ζυγιστής ἠδύνατο νά κρατήσῃ εἰς τό χέρι του τήν ζυγαριάν αὐτήν καί εἰδικά δράμια ἒπρεπε πρός τοῦτο νά εὑρεθῶσι. Καί αὐτά εἶναι: Ζυγός μέν ὁ Σταυρός, ζυγιστής ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς καί δράμια τό αἷμα Του! Δέν ὑπάρχει βαρύτερον πράγμα ἀπό τόν σταυρόν, δέν ὑπάρχει δυνατώτερος ἀπότόν Θεόν. Δέν ὑπάρχουν ἐλαφρότερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν καί τά ἐλάχιστα βάρη, βαρύτερα δράμια, ὣστε νά ζυγίζουν μεγάλα βάρη ἀπό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καί τά τρία αὐτά ἐζύγισαν τήν μίαν, τήν πρώτην τήν πρό χιλιάδων ἐτῶν ἁμαρτίαν καί ἐχύθη τόσον καί τοιοῦτον αἷμα. Πόσον βαρεῖα εἶναι ἡ ἁμαρτία!
Ἀλλά ὁ σταυρός δηλοῖ καί τήν ἀξίαν τῆς ἀνθρωπίνης ψυχῆς. Ἰδού πῶς! Προκειμένου νά καθαρίσωμέν οἱονδήποτε ὓφασμα ἐξετάζομεν πόσον θά μᾶς στοιχίσουν τά καθαριστικά. Ἑπομένως ἀπό τήν ἀξίαν τοῦ καθαριστικοῦ μέσου ἐξάγεται ἡ ἀξία τοῦ καθαριζομένου ὑφάσματος. Καί ἐδῶ καθαρτήριον μέσον εἶναι τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Καθαριζόμενον πρᾶγμα ἡ ψυχή μας. Ἂπειρη εἶναι ἡ ἀξία τοῦ αἳματος τοῦ Χριστοῦ; Ἂπειρη εἶναι καί ἡ ἀξία τῆς ψυχῆς μας. Ὣστε ἰδού ὁ σταυρός δεικνύει τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, τήν ἀξίαν τοῦ ἀνθρώπου! Ἑπομένως ὁ σταυρός δηλοῖ πόσον δίκαιος καί ἀγαθός εἶναι ὁ Θεός, πόσον βάρος ἒχει ἡ ἁμαρτία καί ἀξίαν ὁ ἂνθρωπος!
Β.’ Οἱ ἰδικοί μας σταυροί ; Τό ἲδιον και οὗτοι φανερώνουν: Τήν ἀγάπην καί δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ, τήν ἀξίαν καί τήν βρωμιάν μας. Καί συγκεκριμένως. Ἒχεις και σύ τά σταυρουλάκια σου. Πτωχείαν, ἀσθένειαν, γείτονα κακόν, νοικάρην ὀχληρόν, ἀδελφόν καί συγγενῆ ἰδιότροπον, ἂνδρα ἢ γυναῖκα τύραννον, φίλον συκοφάντην, συνάδελφον κουτσομπόλην ἢ ὑβριστήν, κ.λ.π. Μέσα εἰς αὐτά θά φανῆ ἡ ἀγάπη καί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ ἡ ἀξία σου καί ἡ βρωμιά σου. Πράγματι! Πότε ὁ Θεός θά δείξη τήν ἀγάπην Του πρός ἐσέ; Ὃταν εἶσαι πτωχός, ἀσθενής, ὃταν ἒχεις γείτονα ὀχληρόν, ὃταν ἀδικῆσαι ἀπό τόν ἂνδρα σου, τήν γυναῖκα σου, τόν φίλον σου, τόν συνάδελφον σου. Ὃταν δέν ἀδικῆσαι, δέν ὑπάρχει λόγος νά ἐκδηλωθῆ τόση ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! Πότε σύ χαϊδεύεις τό μάτι σου, τό χέρι σου, τό πόδι σου; Ὃταν ἒχῃ πληγήν τινα. Πότε ἡ μητέρα φιλεῖ τό παιδί της καί ἐκδηλοῖ τήν ἀγάπην της; Ὃταν ἀσθενῆ. Τό ἲδιον κάμνει καί ὁ Θεός πρός ἡμᾶς, ὃταν ὑποφέρωμεν.
Εἰς τούς σταυρούς μας δέν φαίνεται μόνον ἡ ἀγάπη Του ἀλλά καί ἡ δικαιοσύνη Του. Πόσοι ἀπό τούς σταυρούς αὐτούς εἶναι τιμωρία μας! Σέ κουτσομπολεύει αὐτή, διότι καί σύ κάποιον ἂλλον κουτσομπόλευσες. Σε συκοφαντεῖ ἐκεῖνος, διότι καί σύ εἰς κάποιον λόγον συκοφαντίας ἐξετόξευσες.. Eἶσαι ἀσθενής; Ἀποκλείεται, ὣστε ἀπό τῶν πολλῶν σου ἁμαρτιῶν νά ἀσθενῆ τό σῶμα; Εἶσαι πτωχός; Ἀποκλείεται ἡ τεμπελιά, ἡ σπατάλη νά σ’ ἒφερον εἰς τό σημεῖον αὐτό; Εἶναι τύραννος ὁ ἂνδρας σου; Ποῦ ξέρω ἂν τόν βασανίζῃς καί σύ μέ τούς ἰδικούς σου γυναικείους τρόπους; Εἶσαι ἐν τάξει, εἰς αὐτά καί ἀδικεῖσαι; Αἲ, τότε θά ἐκδηλωθῆ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός σέ.
Ἀλλά εἰς τούς σταυρούς αὐτούς φαίνεται ἡ βρωμιά μας καί ἡ ἀξία μας ἐπάνω εἰς τήν πίεσιν τῆς ἀδικίας, τῆς συκοφαντίας, τῆς πτωχείας, τῆς ἀσθενείας, θά ξεράσῃς ὃ,τι ἒχεις μέσα σου κατά τοῦ γείτονα σου, τοῦ ἰδιοκτήτου σου, τοῦ νοικάρη, τοῦ φίλου, τοῦ συναδέλφου σου, τῆς φίλης. Τότε θά δείξης καί τό μεγαλεῖον τῆς ψυχῆς σου διά τῆς ὑπομονῆς εἰς τήν πτωχείαν καί νόσον, διά τῆς μεγαλοκαρδίας σου εἰς τούς συκοφάντας σου, διά τῆς σιωπῆς εἰς τάς ἐξάψεις τοῦ θυμοῦ τοῦ ἀνδρός σου, διά τῆς συγγνώμης σου πρός τούς βλάψαντάς σε, γενικῶς διά τῆς προσπαθείας σου νά ρίπτῃς νερό καί ὂχι λάδι στή φωτιά. Ἰδού καί οἱ δικοί μας σταυροί, καθρέπται τῆς ἀγάπης καί δικαιοσύνης τοῦ Θεοῦ, τῆς. βρωμιᾶς καί τοῦ μεγαλείου μας! Ἰδού διατί ό Χριστός τόσον πολύ ἐπεθύμει νά σταυρωθῆ, ὣστε νά εἲπῃ τόν Πέτρον, ὃστις τοῦ συνέστησε, νά μή σταυρωθῆ, Διάβολον. Ἰδού διατί συνέστησεν, ὃτι πρέπει νά προσέχωμεν εἰς τούς σταυρούς μας, ὣστε νά ὑπομένωμεν αὐτούς
Παράδειγμα σπουδαιότατο καί εἰκών φωτεινοτάτη, πόσον ἡ θλίψις, ἐξαγνίζει τόν ἂνθρωπον καί ἀναδεικνύει, τόν θεόν, εἶναι ὂχι μόνον τῶν ἁγίων, οἱ ὁποῖοι διά τῶν βασάνων ἐξελαμπικαρίσθησαν ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ, ἀλλά καί κατά τόν κατακλυσμόν. Κατά τόν κατακλυσμόν δηλαδή τοῦ Νῶε, ὃσον ὁ κατακλυσμός ἐμεγάλωνε, τόσον ἡ κιβωτός τῶν 8 δικαίων ψυχῶν ἀνυψοῦτο εἰς ὑψηλότερον ὓψος. Ὃσο περισσότεροι ἀσεβεῖς ἐπνίγοντο, τόσον ἡ κιβωτός τῆς σωτηρίας τῶν δικαίων ἢγγιζε πρός τόν Οὐρανόν. Τό γεγονός τοῦτο εἶναι ἐκφραστικωτάτη εἰκών τῆς δικαιοσύνης τοῦ θεοῦ πρός τούς ἁμαρτωλούς, ἀγάπης Του πρός τούς δικαίους καί δεῖγμα τῆς ἀνθρωπίνης βρωμιᾶς, ἀλλά καί ἀξίας, ἀφοῦ 8 ἂνθρωποι ἐσώθησαν μέσα εἰς τόσην κοσμοχαλασιά.
Μ ί α ἀ π ο ρ ί α. Εἶπεν ὁ Χριστός τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν. Ἑπομένως ἐπιτρέπεται καί ἡμεῖς νά εἲπωμεν τόν ἂλλον Σατανᾶν ἢ νά. διαβολοστείλωμεν ἂλλον, ἂνθρωπον; Ἀπαντῶ. 1) Ό Χριστός θά στείλῃ εἰς τόν Διάβολον κατά τήν μεγάλην Κρίσιν, ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι εἰργάσθησαν αὐτόν διά τοῦ «ὑπάγετε ἀπ’ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιόν τό ἡτοιμασμένον τῶ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Ἑπομένως ὁ Χριστός ἒχει δικαίωμα νά στείλῃ ἀνθρώπους, ὑπηρέτας τοῦ Σατανᾶ, εἰς τόν Σατανᾶν, διότι ἡ παγγνωσία του γνωρίζει ἂν ὁ Α εἶναι διάβολος ἢ ἀξίζει νά πάῃ εἰς τόν διάβολον, ἐνῶ ἡμεῖς οὒτε γνῶσιν οὒτε δικαίωμα ἒχομεν. 2) Ὁ Χριστός εἶπε τόν Ἀπόστολον Πέτρον Σατανᾶν, διότι τοῦ εἶπε νά μή σταυρωθῆ. Σύ ὃμως λέγεις τόν ἂλλον Σατανᾶν, διότι σέ σταυρώνει. Πόση διαφορά!
8.
Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν. (Μάρκ. η 34-θ 1)
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
«Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθήτω μοι» (Μάρκ. η΄ 34).
Αἴροντες τόν σταυρό, εὐαρεστοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, Τόν ἀκολουθοῦμε. Ἄν ἀκολουθοῦμε τόν ἑαυτό μας, δέν μποροῦμε νά ἀκολουθοῦμε Ἐκεῖνον. Ὅποιος δέν ἀπαρνηθῇ τόν ἑαυτό του, δέν μπορεῖ νά Μέ ἀκολουθήσῃ (Ματθ. ι΄ 38).
Ἄν ἀκολουθήσῃς τόν δικό σου νοῦ καί ὄχι τόν νοῦ τοῦ Χριστοῦ, ἄν ἀκολουθήσῃς τό θέλημά σου καί ὄχι τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἀναφέρεται στό ἅγιο Εὐαγγέλιο, ἡ ψυχή σου δέν εἶναι καθαρή, δέν εἶναι ἁγιασμένη, εἶναι χαμένη στήν ζούγκλα τῶν ψυχοφθόρων καί φρικτῶν πλανῶν. Διότι ἡ ἁμαρτία, τό κακό, κατόρθωσε νά χτίσῃ μέσα μας, δίπλα σέ ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή πού ἐλάβαμε ἀπό τόν Θεό, τήν δική της ψυχή. Ἄν ἡ ἁμαρτία μᾶς γίνῃ ἕξις, δημιουργεῖ μέσα μας τήν δική της ψυχή. Ἄν πράττομε τήν ἁμαρτία, ἐκείνη σταδιακά μορφώνεται στήν ψυχή μας. Κοντά σέ ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή, τήν ὁποία ὁ Θεός σοῦ ἔδωσε, ἐσύ φέρνεις ἕναν ξένο, ὁ ὁποῖος σέ αἰχμαλωτίζει. Αὐτός διαφεντεύει, ἐνῶ ὅ,τι θεϊκό εἶναι μέσα σου εἶναι σάν κοιμισμένο, σάν μουδιασμένο. Τό ἀπέρριψες, καί ἐκεῖνο δέν ζῆ μέσα σου, πεθαίνει.
Ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ μέσα μας δικό της κόσμο, δημιουργεῖ μέσα μας δική της φιλοσοφία, δική της ἀντίληψι γιά τόν κόσμο. Ἡ ἁμαρτία ἐπιδιώκει νά καταλάβῃ τήν θέσι τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή σου, τήν θέσι τοῦ Προσώπου τοῦ Θεοῦ. Αὐτό θέλει νά κάνῃ ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία στήν πραγματικότητα θέλει νά στερήσῃ τόν ἄνθρωπο ἀπό ἐκεῖνες τίς θεϊκές ὡραιότητες πού ἔχει στήν ψυχή του. Ναί, αὐτός ὁ διάβολος ἀγωνίζεται διά μέσου τῆς ἁμαρτίας νά δημιουργήσῃ μέσα σου καί μέσα μου τήν δική του εἰκόνα. Διότι ἡ ἁμαρτία πάντοτε ὁμοιάζει στόν διάβολο. Πάντοτε, ὅταν τήν ἐναγκαλιζώμαστε, τυπώνει σιγά-σιγά στήν ψυχή μας τήν δική του σκοτισμένη μορφή. Ἔτσι, μέ τήν ἁμαρτία, μέ τήν ἕξι στήν ἁμαρτία, μορφώνεται μέσα μας ἕνα ἄλλο ἐγώ, μία ἄλλη ψυχή, ἕνας ἄλλος ἑαυτός, ἐκεῖνος ὁ ἑαυτός, τόν ὁποῖο ζητεῖ ὁ Κύριος νά ἀπαρνηθοῦμε: «οὐ γάρ ὅ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ’ ὅ οὐ θέλω κακόν τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. ζ΄ 19). Τό κακό τό δημιουργήσαμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἐνῶ τό καλό εἶναι ἀπό τόν Θεό, λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Τιμ. δ΄ 4). Ἐγώ θέλω νά ζῶ σωστά, ἀλλά τήν δύναμι νά τό κάνω δέν τήν ἔχω. Δέν βρίσκω τήν δύναμι γι’ αὐτό, δέν βρίσκω τήν δύναμι μέσα μου.
Νά, τό σημερινό Εὐαγγέλιο μᾶς ἀποκαλύπτει τόν τρόπο, γιά νά πραγματοποιήσουμε στήν ζωή μας τό καλό πού ἐπιθυμοῦμε. Αὐτός εἶναι ἡ ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ σου, τῆς ἁμαρτίας σου, αὐτῆς τῆς ἁμαρτωλῆς ψυχῆς πού δημιουργήθηκε, χτίστηκε, μορφώθηκε μέσα σου. Μέ τήν νηστεία στήν πραγματικότητα ἀπωθοῦμε τήν ἁμαρτωλότητα πού εἶναι μέσα μας. Ἀντικαθιστοῦμε σταδιακά τόν ἑαυτό μας μέ τόν Χριστό, μέχρις ὅτου φθάσουμε στήν τελειότητα πού ἔφθασε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος λέγει: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγῶ, ζῆ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. β΄ 20). Νά τί σημαίνει «ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν»: Σημαίνει νά ἀπαλείψουμε ὅλες τίς (κακές) μας ἐπιθυμίες, κάθετι ἀνθρώπινο, ἐφάμαρτο, καί νά τά ἀντικαταστήσουμε μέ τόν Χριστό. Νά ἀλλάξουν, νά γίνουν ὅλα Χριστός!
«Ὅς γάρ ἐάν θέλῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ σῶσαι ἀπολέσει αὐτήν· ὅς δ᾽ ἄν ἀπολέσει τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ καί τοῦ εὐαγγελίου, σώσει αὐτήν» (Μάρκ. η΄ 35). Ἐάν, βεβαίως, ἀπαρνηθοῦμε κάθε ἁμαρτία μας, κάθε πάθος μας· καί ἄν ξέρουμε, ἄν αἰσθανόμαστε καί ἄν θέλουμε νά γίνῃ ὁ Χριστός ψυχή μέσα στήν ψυχή μας, καρδιά μέσα στήν καρδιά μας, νά ἀντικαταστήσῃ τόν ἑαυτό μας, τό ἐγώ μας μέ τόν Ἑαυτό Του. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ὁδός γιά νά φυλάξουμε ἐγώ καί ἐσύ καί κάθε ἄνθρωπος τήν ψυχή μας ἀπό τήν κόλαση, ἀπό τήν καταστροφή, ἀπό τόν διάβολο, ἀπό κάθε κακό, ἀπό τά αἰώνια βάσανα, νά βροῦμε μέσα μας ἐκείνη τήν θεοειδῆ ψυχή, ἐκείνη τήν θεϊκή ψυχή, τήν ὁποία ὁ Θεός μᾶς ἔδωσε.
Θεοειδής ψυχή! –Ποῦ εἶναι ἄραγε; –Στόν Χριστό. Ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά μᾶς εἰπῇ: Νά, ἔτσι πρέπει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, ἔγινε ἄνθρωπος. Ἐκεῖνος, ὁ Θεός, ἔδειξε στόν ἑαυτό Του τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς εἴμαστε πλασμένοι κατ’ Εἰκόνα Θεοῦ. Ὀφείλουμε νά ζοῦμε σύμφωνα μέ αὐτήν. Τί εἶναι ὁ νοῦς μας; Εἰκόνα τοῦ νοῦ τοῦ Χριστοῦ, τοῦ νοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἡ δική μας ὑποχρέωσις εἶναι νά κάνουμε τόν νοῦ μας ὅμοιο μέ τόν νοῦ τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή νά χριστοποιήσουμε ὅλο τόν νοῦ μας καί νά μποροῦμε νά ποῦμε μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο: «ἡμεῖς νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν» (Α΄ Κορ. β΄ 16). Ἀλλά μέχρι νά ταυτίσουμε τό θέλημά μας μέ τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Θεοῦ, τό δικό μας θέλημα πάντα περιπλανιέται, εἶναι πάντα ἀδύνατο, πάντα σκοντάφτει καί βυθίζεται στήν ἁμαρτία. Ἐάν ἔχουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό ὡς τό αἰώνιο πρότυπό μας, τό αἰώνιο ὅραμά μας, τότε ταυτίζουμε τόν ἑαυτό μας μέ τό δικό Του θέλημα. Τότε λέμε: δέν θέλω νά γίνῃ τό θέλημά μου, ἀλλά τό δικό Σου (Κύριε). Πάτερ ἡμῶν, γενηθήτω τό θέλημά σου ὡς ἐν οὐρανῷ καί ἐπί τῆς γῆς.
Ὅταν ἐμεῖς, τηρώντας τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, θέλουμε νά θεραπεύσουμε τό θέλημά μας ἀπό ὅλες τίς ἀδυναμίες, ἀπό ὅλες τίς ἀρρώστειες του, ἀπό ὅλο τόν θάνατό του, στήν πραγματικότητα θεραπεύουμε τόν ἑαυτό μας ἀπό κάθε ἁμαρτία καί ἐξορίζουμε ἀπό τόν ἑαυτό μας κάθε τι ἐφάμαρτο. Ναί! Ὅσο ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος ἐπιποθεῖ τόν Θεό, ὅσο στ’ ἀλήθεια ἀγωνίζεται νά ἀπαρνηθῇ τόν ἑαυτό του καί νά ἀκολουθῇ τόν Χριστό, νά σηκώνῃ τόν Σταυρό, νά σηκώνῃ τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ, τότε ἀληθινά λαμβάνει ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό τήν θεία δύναμι. Διότι, ὅπως ἔχει λεχθῆ, ὁ Σταυρός «ἡμῖν τοῖς σῳζομένοις δύναμις Θεοῦ ἐστι» (Α΄ Κορ. α΄ 18). Ἡμῖν, γιά μένα καί γιά σένα καί γιά κάθε ἄνθρωπο. Ὅταν ἀποφασίσῃς νά βιάσῃς τόν ἑαυτό σου νά σηκώσῃς τόν σταυρό σου, νά! ἐσύ τήν ἴδια στιγμή λαμβάνεις θεία δύναμι. Αὐτή τήν δύναμι τήν δίνει ὁ Κύριος, γιά νά μπορέσῃς νά νικήσῃς κάθε ἁμαρτία μέσα σου, νά μπορέσῃς νά νικήσῃς κάθε κακό, κάθε κακή συνήθεια, νά μπορέσῃς νά παιδαγωγήσῃς τήν γλῶσσα σου νά μή λέγῃ ἄπρεπα λόγια, νά παιδαγωγήσῃς τό μάτι σου νά μή βλέπῃ ἐκεῖνα πού δέν πρέπει νά βλέπῃ. Ὅλη ἡ ζωή σου νά γίνῃ χριστοειδής. Χάριν τίνος; Χάριν τοῦ Χριστοῦ. Γιά νά ἐγκατοικίσῃς τόν Χριστό μέσα σου! Νά, αὐτός εἶναι ὁ σκοπός μας, αὐτό εἶναι τό ὅραμά μας, αὐτό εἶναι ἡ ἀνάπαυσις καί ἡ εἰρήνη καί ὁ αἰώνιος παράδεισος τῆς ψυχῆς μας, κάθε ἀνθρώπινης ψυχῆς. Χωρίς τόν Χριστό ἡ ἀνθρώπινη ψυχή δέν εἰρηνεύει…
Ἡ δική μας ὁδός, ἡ ὁδός τῶν Ἁγίων καί τῆς νηστείας, εἶναι βία στόν ἑαυτό μας νά πράττωμε κάθε ἀγαθό, διηνεκής βία τοῦ ἑαυτοῦ μας πρός κάθε καλό. Διότι ἡ φύσις μας δέν θέλει τό καλό. Ἐκείνη κλίνει στό κακό. Ἐσύ ὅμως βίασε τόν ἑαυτό σου νά πνίγῃς κάθε κακό πού ὑπάρχει μέσα σου. Ὁ Κύριος θά σοῦ δώσῃ τήν δύναμι τῆς Ἀναστάσεως, γιά νά κάνῃς πραγματικά κάθε καλό. Νά σηκώνουμε τόν σταυρό μας, νά χριστοποιοῦμε τόν ἑαυτό μας καί νά προσέχουμε ὅτι νηστεία δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τό νά ἀντικαταστήσουμε τόν ἑαυτό μας μέ τόν Χριστό, τόν Θεό μας. Μέσῳ κάθε ἀρετῆς ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά ἀντικαθιστᾷ τόν ἑαυτό του μέ τόν Θεό, τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Διότι, «θεός ἡ ἀρετή», ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος. Καί αὐτή ἡ θεία δύναμις εἶναι πιό δυνατή ἀπό αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο, αὐτή ἡ δύναμις μᾶς χαρίσθηκε γιά νά ὑπερνικοῦμε κάθε κακό, νά ὑπερνικοῦμε κάθε ἁμαρτία, κάθε διαβολική δύναμι. Βίασε τόν ἑαυτό σου σέ κάθε καλό καί ὁ Ἀγαθός Κύριος θά σοῦ δώσῃ τήν δύναμι τῆς Ἀναστάσεως, ὥστε νά πορεύσεσαι ἀπό τήν μεγαλύτερη θλίψι στήν μικρότερη καί ἀπό τήν μικρότερη χαρά στήν μεγαλύτερη χαρά. Νά βαδίζουμε ὅλοι πρός τήν βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἕως ὅτου μπορέσουμε νά ποῦμε μέ τήν Χάρι τοῦ Θεοῦ καί ἐμεῖς: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέν ζῶ πλέον ἐγώ· ἐσύ ζῆς μέσα μου διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων καί τῶν ἁγίων ἀρετῶν. Σέ Ἐσένα ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ εὐχαριστία, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν
9.
Κυριακή Γ’ Νηστειών (Σταυροπροσκυνήσεως) – Σταυρική ζωή
- Τὸ φρόνημα τῆς τέλειας αὐταπαρνήσεως
Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Ἡ ψυχή μας σήμερα πάλλεται ἀπὸ συγκίνηση, καθὼς προσκυνοῦμε τὸν Τίμιο Σταυρὸ γιὰ νὰ συνεχίσουμε ἀνανεωμένοι τὸν ἱερὸ ἀγώνα τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἀκούσαμε τὰ λόγια τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς Πίστεώς μας: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ἀκολουθήσει ὡς μαθητής μου, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του “καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ” – ἂς σηκώσει τὸν σταυρό του – καὶ ἂς μὲ ἀκολουθεῖ μιμούμενος τὸ παράδειγμά μου».
«Ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ». Σήμερα ὅταν λέμε «αὐτὸς σηκώνει σταυρό», ἐννοοῦμε ὅτι περνᾶ δοκιμασία· ἢ ὅταν λέμε «σηκώνει τὸν σταυρό του», ἐννοοῦμε ὅτι ἀντιμετωπίζει μὲ πίστη καὶ ὑπομονὴ τὴ δοκιμασία ποὺ ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς στὴ ζωή του. Ὁ λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» ἔχει ἄλλη σημασία. Σημαίνει: ἂς σηκώνει τὸν σταυρὸ μὲ τὸν ὁποῖο θὰ ἐκτελεσθεῖ. Διότι οἱ κατάδικοι ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ κουβαλοῦν τὸν σταυρὸ στὸν ὁποῖο θὰ σταυρώνονταν μέχρι τὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως.
Ὁ σταυρὸς ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων ἦταν ὄργανο φρικτῆς καταδίκης, τὸ σκληρότερο εἶδος θανατικῆς ἐκτελέσεως. Λέει λοιπὸν ὁ Κύριος: Ὅποιος θέλει νὰ γίνει μαθητής μου, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἁμαρτωλὸ ἑαυτό του σὲ τέλειο βαθμό, ἂς εἶναι ἀποφασισμένος νὰ ὑποστεῖ κάθε θυσία, ἀκόμη καὶ τὸν πιὸ βασανιστικὸ θάνατο, τὸν σταυρικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημα τοῦ ἀληθινοῦ μαθητῆ τοῦ Κυρίου.
Δηλαδὴ εἴμαστε μαθητὲς τοῦ Κυρίου, ὅταν ἡ καρδιά μας λέει: «Θέλω νὰ καθαρισθῶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, ὅ,τι κι ἂν μοῦ κοστίσει» ἤ· «καλύτερα νὰ πεθάνω παρὰ νὰ ἁμαρτήσω»! Ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἀξιώσει νὰ πλησιάζουμε συνεχῶς σ᾿ αὐτὸ τὸ φρόνημα.
- Πόθος γιὰ ζωὴ
Ἀλλὰ γιατί ὁ Κύριος εἶναι τόσο ἀπόλυτος; Μᾶς τὸ ἐξηγεῖ ἀμέσως παρακάτω: «Τί θὰ ὠφελήσει τὸν ἄνθρωπο, ἐὰν ὑποθέσουμε ὅτι κερδίσει ὅλο αὐτὸν τὸν ὑλικὸ κόσμο, ἀλλὰ χάσει τὴν ψυχή του, ἡ ὁποία ὡς πνευματικὴ καὶ αἰώνια εἶναι ἀσυγκρίτως ἀνώτερη ἀπὸ αὐτόν; Ἢ τί θὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς του γιὰ νὰ τὴν ἐξαγοράσει ἀπὸ τὴν αἰώνια ἀπώλεια;».
Μὲ ἄλλα λόγια, ἡ ἀληθινὴ εὐτυχία τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἡ ψυχὴ σώζεται ὅταν εἶναι ἑνωμένη μὲ τὸν Θεό. Αὐτὸ ποὺ τὴν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἁμαρτία. Στὴν παρούσα σύντομη ζωὴ ὁ ἄνθρωπος διαλέγει ἂν θὰ ζήσει κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ κατὰ τὸ δικό του ἐγωιστικὸ θέλημα.
Ἐπίγεια δόξα, πλοῦτος καὶ ἡδονή: Αὐτὰ ἐπιδιώκει καὶ θεοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ εἶναι πρόσκαιρα, καὶ ἡ ἀπόλαυσή τους προσωρινή. Ἡ ψυχὴ ἀντίθετα εἶναι αἰώνια, καὶ ἡ ζημία της ἀπὸ τὴν ἁμαρτία ἔχει αἰώνιες συνέπειες. Καὶ δὲν συμφέρει νὰ βλάψουμε τὴν ψυχή μας γιὰ χάρη ὁποιουδήποτε ἀγαθοῦ αὐτοῦ τοῦ κόσμου ἢ καὶ ὅλων μαζί.
Ἑπομένως πρέπει νὰ ἀγωνιζόμαστε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις γιὰ τὴν κάθαρση τῆς ψυχῆς μας ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ γιὰ τὸν ὁλοένα στενότερο σύνδεσμό μας μὲ τὸν Κύριο. Κι αὐτὸ ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν τέλεια ὑπακοή μας στὸ θέλημά Του, μὲ ὁποιοδήποτε τίμημα. Γι᾿ αὐτὴ τὴν ὑπακοὴ συμφέρει κάθε θυσία. Εἶναι λοιπὸν πολὺ λογικὸ καὶ ἀληθινὸ τὸ προσκλητήριο τῆς αὐταπαρνήσεως ποὺ μᾶς ἀπευθύνει ὁ Κύριος. Τὸ φρόνημα τῆς τέλειας αὐταπαρνήσεως, ποὺ μᾶς ζητᾶ, εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ στέρεη ἀπόφαση καὶ ὁ εἰλικρινὴς πόθος γιὰ τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴν αἰώνια.
- Ἀπόφαση ὁμολογίας
Ὅποιος θέλει νὰ εἶναι μαθητὴς τοῦ Κυρίου, ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ βρεθεῖ στὴν ἀνάγκη νὰ διαχωρίσει φανερὰ τὴ θέση του ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός του· νὰ ὁμολογήσει τὴν πίστη του. Διότι «ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται» (Α´ Ἰω. ε´ 19). Ὅλος ὁ κόσμος, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ εἶναι μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεὸ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία καὶ τὴν ἐπίδραση τοῦ πονηροῦ πνεύματος.
Ὁ πιστὸς βέβαια δὲν προκαλεῖ, δὲν κάνει ἐπίδειξη τῆς εὐσέβειάς του, ἀλλὰ καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κρυφτεῖ. Ἡ φανέρωση ὅμως τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς του συχνὰ προκαλεῖ τὸ μίσος τοῦ κόσμου, τῶν ἀνθρώπων ποὺ ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἀλλὰ συνειδητὰ ἀκολουθοῦν τὴ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας, διότι ἀποτελεῖ ἔλεγχο τῆς δικῆς τους ἀσέβειας. Μόνο ὅποιος ἔχει τέλεια αὐταπάρνηση, αὐτός, ἐνδυναμούμενος ἀπὸ τὸν Κύριο, δὲν θὰ ντραπεῖ νὰ ὁμολογήσει Ἐκεῖνον καὶ τὴ διδασκαλία Του μὲ λόγια καὶ μὲ πράξεις στὴ σύγχρονή του ἀποστατημένη γενιὰ τῶν ἀνθρώπων…
Ὁ Σταυρὸς δείχνει τὸν δρόμο τῆς ἀκριβοῦς πνευματικῆς ζωῆς, ποὺ ἀκολούθησαν οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καὶ ὅλοι οἱ Ἅγιοι. Ἀπὸ ποῦ ἀντλοῦσαν δύναμη καὶ ἄντεξαν ὅλοι αὐτοί; Ἀπὸ τὸν Σταυρό. Λοιπὸν ἂς μελετοῦμε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ἂς τὸν φέρουμε πάντοτε στὸν λαιμό μας, ἂς τὸν σημειώνουμε συχνὰ μὲ εὐλάβεια πάνω στὸ σῶμα μας, γιὰ νὰ μᾶς προστατεύει καὶ νὰ μᾶς ἁγιάζει. Πρωτίστως ὅμως ἂς τὸν ἔχουμε ὡς φρόνημα καὶ τρόπο ζωῆς, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν ἀληθινὴ ζωή, τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
10.
Ο Σταυρός και ο Εσταυρωμένος Κύριος (Μητροπολίτου Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμία)
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ
ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΟ
Ἑβδομαδιαῖο φυλλάδιο, Ἀριθμ. 14
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ Ο ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟΣ ΚΥΡΙΟΣ
- Ἡ Ὀρθόδοξη πίστη μας, ἀγαπητοί μου, λέγεται «συμβολική». Καί λέγεται ἔτσι, γιατί ἐκφράζεται μέ σύμβολα. Ἐκφράζεται δηλαδή μέ ἁπλᾶ σημεῖα, τά ὁποῖα ὅμως ἔχουν βαθειά ἔννοια καί σημασία.
Ἕνα ἀπό αὐτά τά σημεῖα, τό πιό σημαντικό καί τό πιό ἱερό, εἶναι ὁ ΣΤΑΥΡΟΣ. Τόν Σταυρό μή τόν βλέπουμε ἁπλᾶ σάν δύο ξύλα καρφωμένα, ἕνα κατακόρυφο καί ἕνα ὁριζόντιο ξύλο, ἀλλά νά σκεπτόμαστε αὐτό πού ἔγινε πάνω σ᾽ αὐτό τό σχῆμα. Καί πάνω σ᾽ αὐτό τό σχῆμα, χριστιανοί μου, ὅπως ὅλοι τό ξέρετε καλά, ὁ σαρκωθείς Υἱός τοῦ Θεοῦ, μία ἡμέρα, Παρασκευή ἡμέρα, πάνω σέ ἕνα λόφο, τοῦ Γολγοθᾶ τόν λόφο, καρφώθηκε ἀπό τούς ἄνομους Ἰουδαίους καί ὑπέφερε ὀδυνηρό σταυρικό θάνατο. Αὐτός ὅμως ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι λυτρωτικός θάνατος. Θάνατος πού, γι᾽ αὐτόν πού τό πιστεύει, σώζεται ἀπό τίς ἁμαρτίες του.
- Ἀπό παλαιά οἱ ἄνθρωποι πρόσφεραν θυσία γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν τους. Θυμηθεῖτε τόν Ἄβελ, πού πρόσφερε ἀπό τά πρόβατά του θυσία στόν Θεό. Ἀλλά δέν μποροῦν οἱ θυσίες αὐτές τῶν ζώων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης νά σβήσουν ἁμαρτήματα. Οἱ θυσίες αὐτές προεικόνιζαν τήν μεγάλη Θυσία τοῦ Γολγοθᾶ, τήν Θυσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού πραγματικά σβήνει ἁμαρτήματα, γιατί εἶναι Θυσία τέλεια, Θυσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ναί, χριστιανοί μου! Ἔτσι πρέπει νά πιστεύουμε τόν θάνατο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ πάνω στόν Σταυρό. Ὡς Θυσία, ὡς προσφορά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν οὐράνιο Πατέρα Του γιά ἐμᾶς, γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Σ᾽ αὐτό βλέπουμε τήν μεγάλη ἀγάπη τοῦ Πατέρα μας Θεοῦ, ὥστε για ᾽μᾶς παρέδωσε τόν μονογενῆ Του Υἱό σέ θάνατο, σέ σταυρικό θάνατο. Καί ὅποιος πιστεύει σ᾽ Αὐτόν δέν θά χαθεῖ, ἀλλά θά ἔχει ζωή αἰώνιο.
Χριστιανέ! Ὅσα πολλά καί μεγάλα καί ἄν εἶναι τά ἁμαρτήματά σου, μήν ἀπογοητεύεσαι γι᾽ αὐτά. Κοίτα τόν Σταυρό! Καί τόν Σταυρό τόν βλέπουμε νοερά μέ τόν καρφωμένο πάνω σ᾽ αὐτόν Ἐσταυρωμένο Κύριό μας. Γιατί σταυρώθηκε ὁ Χριστός; Σταυρώθηκε γιά τά ἁμαρτήματά μας. Τό Αἷμα λοιπόν τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, πού χύνεται ἀπό τά τρυπημένα χέρια καί πόδια Του, ἡ Θυσία αὐτή τοῦ Γολγοθᾶ, πλένει καί σβήνει ὅλα τά ἁμαρτήματά μας (βλ. Α´ Ἰωάν. 1,7). Καί τό Αἷμα αὐτό εἶναι στό Ἅγιο Ποτήριο τῆς θείας Λειτουργίας καί κοινωνοῦμε ἀπό αὐτό «εἰς ἄφεσίν μας ἁμαρτιῶν», ὅπως λέγει ὁ ἱερεύς στόν κάθε πιστό πού τόν κοινωνάει.
- Ἀδελφοί, νά τιμοῦμε τόν τίμιο Σταυρό. Γιατί τιμοῦντες τόν τίμιο Σταυρό τιμοῦμε τόν Ἐσταυρωμένο πάνω σ᾽ αὐτόν Ἰησοῦ Χριστό μας. Ὅλα τά σπίτια πρέπει νά ἔχουν τήν εἰκόνα τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ μας. Καί ὄχι μόνο στά σπίτια μας, ἀλλά καί πάνω μας πρέπει νά ἔχουμε τόν Ἐσταυρωμένο Χριστό μας. Ἔχοντας πάνω μας τόν Σταυρό, περιφέρουμε μαζί μας, ὅπου πηγαίνουμε, καί τόν Ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ Χριστό.
Χριστιανοί μου, νά μήν ξεχνᾶμε νά εὐχαριστοῦμε τόν Χριστό γιά τόν σταυρικό Του θάνατο γιά ᾽μᾶς. Εὐχαριστοῦντες τόν Ἰησοῦ Χριστό γιά τίς προσφορές Του σέ ᾽μᾶς, μήν ξεχνᾶμε νά λέμε καί γιά τήν πιό μεγάλη Του προσφορά: Γιά τόν σταυρικό Του θάνατο. Νά λέμε, δηλαδή: «Σ᾽ εὐχαριστῶ, Θεέ μου, πού σταυρώθηκες γιά μένα»! Γιά ὄλους βέβαια σταυρώθηκε ὁ Χριστός, ἀλλά εἶναι καλό νά εἰδικεύει ὁ καθένας στόν ἑαυτό του τόν θάνατο τοῦ Χριστοῦ.
Ὅταν κάνουμε τόν Σταυρό μέ τά τρία δάκτυλά μας ἑνωμένα, αὐτό εἶναι μιά ὁμολογία τῆς πίστης μας στήν Ἁγία Τριάδα καί σέ ὅλο τό Μυστήριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ Κύριός μας, καί μόνο πού κάνουμε τόν Σταυρό μας, θά τό ὑπολογίσει γιά τήν σωτηρία μας. Λυπηθεῖτε ὅμως, χριστιανοί, καί πονέστε γι᾽ αὐτούς, πού ἀποστρέφονται τόν Σταυρό καί ντρέπονται καί ἀπαξιοῦν καί νά κάνουν ἀκόμη τόν Σταυρό τους. Ντροπή μας!.. Ὁ Χριστός δέν ντράπηκε νά σταυρωθεῖ καί ἐμεῖς ντρεπόμεθα νά κάνουμε τόν Σταυρό μας. Ντροπή μας! Καί ποῦ νά μᾶς βάλουν καί μαχαίρι στό λαιμό γιά τήν πίστη!.. Χριστιανοί μου, λυπᾶμαι νά τό πῶ, ἀλλά θά τό πῶ: Βρέθηκα ἐφέτος στήν Βουλή τῶν Ἑλλήνων κατά τήν τέλεση τοῦ Ἁγιασμοῦ ἀπό τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τούς Συνοδικούς Ἀρχιερεῖς. Ἦταν σχεδόν ὅλοι οἱ Βουλευτές. Ἀπ᾽ αὐτούς πολύ λίγοι ἔκαναν τό Σταυρό τους. Καμμιά δεκαπενταριά περίπου (πολλούς εἶπα!). Οἱ ἄλλοι ὄχι!.. Τί προκοπή τότε νά δοῦμε, χριστιανοί μου, ὅταν οἱ ἄρχοντές μας εἶναι ἀλειτούργητοι καί ἀσταύρωτοι καί θεσπίζουν διατάγματα, πού βγάζουν οἱ ἐχθροί τοῦ Σταυροῦ; Τί προκοπή νά δοῦμε; Χαθήκαμε!… Βάλτε τά μικρά ἁγνά παιδάκια νά προσευχηθοῦν, γιά νά μᾶς σώσει ὁ Θεός καί ἀπό χειρότερα…
Μέ πολλές εὐχές,
† Ὁ Μητροπολίτης Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως Ἰερεμίας