1.
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Γιορτάζουμε σήμερα, ὅπως κάθε χρόνο στό τέλος τῆς πρώτης ἑβδομάδας τῆς Σαρακοστῆς, τήν Πανήγυρη καί τόν Θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί πρέπει, κάθε χρόνο, νά θυμόμαστε τί σημαίνει αὐτή ἡ ἡμέρα, ὄχι μοναχά ὡς ἕνα γεγονός ἱστορικό, ἀλλά ἐπίσης καί γιά τήν προσωπική μας ζωή. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα νά θυμηθοῦμε ὅτι ὁ θρίαμβος τῆς Ὀρθοδοξίας δέν σημαίνει τόν θρίαμβό της στούς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἀποτελεῖ τόν θρίαμβο τῆς Θείας Ἀλήθειας στίς καρδιές ἐκείνων πού ἀνήκουν στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί πού διακηρύττουν τήν ἀποκεκαλυμμένη ἀπό τόν Θεό ἀλήθεια, στήν ἀκεραιότητα καί στήν εὐθύτητά της.
Πρέπει σήμερα νά εὐχαριστήσουμε τόν Θεό ὁλόψυχα πού μᾶς ἀποκάλυψε τόν ἑαυτό Του, πού ἐξοβέλισε τό σκοτάδι ἀπό τόν νοῦ καί τήν καρδιά ἑκατοντάδων ἀνθρώπων, πού Αὐτός πού εἶναι ἡ Ἀλήθεια μοιράστηκε μέ ἐμᾶς τήν γνώση τῆς τέλειας Θεικῆς Ἀλήθειας.
Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε, ὅτι δέν πρόκειται ἐδῶ γιά εἰκόνες ἀπό ξύλο καί χρῶμα, ἀλλά γιά τόν Θεό πού φανερώνεται στόν κόσμο. Ὁ καθένας μας, δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἴμαστε ὅλοι ζωντανές εἰκόνες τοῦ Θεοῦ καί αὐτό τό γεγονός ἀποτελεῖ γιά μᾶς μία τεράστια εὐθύνη, γιατί μία εἰκόνα ἴσως νά μοιάσει μὲ παρωδία καί νά γίνει μέσο βλασφημίας τοῦ Θεοῦ. Πρέπει νά σκεφτοῦμε καί νά ἀναρωτηθοῦμε: ἀξίζουμε, εἴμαστε ἱκανοί νά καλούμαστε εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ; Ἕνας συγγραφέας τῆς Δύσης εἶπε, ὅτι οἱ ἄνθρωποι πού συναντοῦν ἕνα Χριστιανό, θά ἔπρεπε νά τόν βλέπουν ὅπως ἕνα ὅραμα, σάν μία ἀποκάλυψη πού ποτέ πρίν δέν εἶχαν, ὅτι ἡ διαφορά ἀνάμεσα σέ ἕνα Χριστιανό καί σέ ἕναν μή Χριστιανό, εἶναι τό ἴδιο σπουδαία, ριζοσπαστική καί ἐντυπωσιακή, ὅσο διαφέρει ἕνα ἄγαλμα ἀπό ἕναν ζωντανό ἄνθρωπο. Ἕνα ἄγαλμα ἴσως νά εἶναι ὄμορφο, ἀλλά εἶναι φτιαγμένο ἀπό πέτρα ἤ ἀπό ξύλο καί εἶναι ἄψυχο. Ἕνας ἄνθρωπος, ἴσως μέ τήν πρώτη ἐντύπωση νά μήν φανερώνει ὅτι ζεῖ μία τέτοια ὀμορφιά, ἀλλά ὅσοι τόν συναντοῦν, θά πρέπει νά μποροῦν νά διακρίνουν σ’ ἐκεῖνον τή λάμψη τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά ἀναγνωρίζουν τόν ἴδιο τόν Θεό πού ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτό Του, μέσα ἀπό τήν ταπεινή μορφή μιᾶς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, ὅπως αὐτοί πού προσκυνοῦν εὐλαβικά μιὰ εἰκόνα, μιὰ εἰκόνα ἱερή καί εὐλογημένη ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ὅσο δέν εἴμαστε γιά τούς γύρω μας μιὰ τέτοια εἰκόνα, ἔχουμε ἀποτύχει στήν ἀποστολή μας, δέν διακηρύττουμε μέ τήν ζωή μας, τόν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, δίνουμε ψευδῆ μαρτυρία γιά ὅσα κηρύττουμε. Καί γιά τοῦτο, ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς καί ὅλοι μαζί συνολικά φέρουμε τήν εὐθύνη, ἐπειδή ὁ κόσμος πού συναντᾶ χιλιάδες χριστιανῶν, δέν μεταστρέφεται ἀπό τό ὅραμα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ, ἀνάμεσά τους, πού μέ τά χοϊκά, ἀλλά δοξασμένα, ἅγια σώματά τους μεταμορφώνουν τόν κόσμο.
Ὅ,τι εἶναι ἁπλά ἀληθινό γιά μᾶς, εἶναι ἀληθινό γιά τίς ἐκκλησίες μας. Ὁ Χριστός ὀνόμασε τίς ἐκκλησίες μας οἰκογένεια, μιὰ κοινότητα Χριστιανῶν πού θά γίνει ἕνα ἀνθρώπινο σῶμα, ὅπου οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἑνωμένοι μέσα ἀπό τήν ὁλοκληρωτική ἀγάπη, τήν αὐτοθυσία, πού εἶναι ἡ ἴδια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός ἐμᾶς. Ἡ Ἐκκλησία κλήθηκε καί καλεῖται ἀκόμα νά ἀποτελέσει ἕνα σῶμα ἀνθρώπων πού τό χαρακτηρίζει ἡ σαρκωμένη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἀλίμονο, αὐτό πού συναντοῦμε σέ ὅλες τίς ἐκκλησίες μας, δέν εἶναι τό θαῦμα τῆς Θείας Ἀγάπης.
Ἀπό τήν ἀρχή, ἀλίμονο, ἡ Ἐκκλησία οἰκοδομήθηκε μέ αὐστηρό καί ἐπίσημο τρόπο, σύμφωνα μέ τήν ἱεραρχία τοῦ Κράτους. Σέ αὐτό τό σημεῖο, ἀποτύχαμε στὸ νά μοιάσουμε στ’ ἀλήθεια στήν πρώτη κοινότητα τῶν Χριστιανῶν. Ὁ Τερτιλλιανός στά κείμενά του ὑπέρ τῶν Χριστιανῶν, λέει στόν Ρωμαῖο Αὐτοκράτορα: « Ὅταν οἱ ἄνθρωποι μᾶς συναντοῦν, στέκονται καί λένε: Πόσο ἀγαπιοῦνται αὐτοί οἱ ἄνθρωποι!» Δέν ἀποτελοῦμε στό σύνολο ἕνα σῶμα ἀνθρώπων, γιά τό ὁποῖο κάποιος θά μποροῦσε νά μιλήσει ἔτσι. Καί πρέπει νά μάθουμε αὐτό πού θέλει ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς, αὐτό πού ἦταν μιὰ φορά ἡ Ἐκκλησία: νά ξαναφτιάξουμε τίς κοινότητες, τίς ἐκκλησίες, τίς ἐνορίες, τίς ἐπισκοπές, τά πατριαρχεῖα, ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία, ἔτσι πού ὁλόκληρη ἡ ζωή, ἡ πραγματικότητα τῆς ζωῆς θά εἶναι ἡ πραγματικότητα τῆς ἀγάπης. Ἀλίμονο, ἀκόμα δέν τό ἔχουμε μάθει αὐτό.
Καί ἔτσι, ὅταν ἑορτάζουμε τὴν γιορτή τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄς θυμόμαστε τὸ ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ νικητής, τὸ ὅτι ἐμεῖς διακηρύττουμε τήν ἀλήθεια, τήν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐνσαρκωμένη καὶ ἀποκεκαλυμμένη ἀπὸ τὸν ἴδιο, καί τὸ ὅτι εἶναι μία τεράστια εὐθύνη γιά ὅλους μαζί καί γιά τόν καθένα χωριστά τὸ ὅτι δέν πρέπει νά δίνουμε ψευδῆ μαρτυρία γιά ὅσα κηρύττουμε, μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς μας. Ἕνας δυτικός θεολόγος εἶχε πεῖ ὅτι πιθανόν νά κηρύττουμε ὅλη τήν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, καί ταυτόχρονα νά τήν ἀκυρώνουμε, νά τήν διαψεύδουμε μέ τήν ζωή μας, ἀποδεικνύοντας ὅτι πρόκειται γιά λόγια, καί ὄχι γιά πραγματικότητα. Πρέπει νά μετανοήσουμε γι’ αὐτήν τήν κατάσταση καί νά ἀλλάξουμε. Πρέπει νά γίνουμε τέτοιοι πού οἱ ἄνθρωποι πού μᾶς συναντοῦν, θά βλέπουν σέ μᾶς τήν ἀλήθεια, τό φῶς τοῦ Θεοῦ, τήν ἀγάπη Του γιά τόν καθένα χώρια καί γιά ὅλους μαζί. Ὅσο δέν τό κάνουμε, ὅσο δέν μετανοοῦμε, δέν μετέχουμε στόν Θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Θεός θριάμβευσε, ὅμως ἔβαλε ἐμᾶς ὑπεύθυνους γιά νά θριαμβεύσει ἡ ζωή μέσα ἀπό τή δική Του δόξα γιά τό καλό ὅλου τοῦ κόσμου.
Γι’ αὐτό, ἄς μάθουμε νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο, πού εἶναι ἡ Ἀλήθεια καί ἡ Ζωή, ὄχι μόνο προσωπικά, ἀλλά συνολικά καί νά οἰκοδομήσουμε κοινωνίες Χριστιανῶν πού ἀποκαλύπτουν τὸν Θεὸ στόν κόσμο, ἔτσι πού ὁ κόσμος βλέποντάς μας, νά πεῖ: « Ἄς ἀναμορφώσουμε τούς θεσμούς, τίς σχέσεις μας, ἄς ἀνανεώσουμε ὅ,τι ἔχει γεράσει καί παραμένει παλιό καί ἄς γίνουμε μιὰ νέα κοινωνία, ὅπου ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ, ἡ Ζωή τοῦ Θεοῦ νά μπορεῖ νά θριαμβεύσει καί νά εὐημερήσει.» Ἀμήν.
2.
Προϋποθέσεις Ὀρθοδοξίας
Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)
Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο σίγουρα δὲν ἔχει τίποτε νὰ πεῖ σὲ ὅσους ἀσπάζονται τὰ σύγχρονα «εὐαγγέλια» αὐτoσωτηρίας, ποὺ ὅλα τους πηγάζουν ἀπὸ τὸ δαιμονικὸ «εὐαγγέλιο τοῦ ὄφεως»: «Μπορεῖτε νὰ γίνετε θεοὶ χωρὶς τὸν Θεό». Ἀκόμη πιὸ ἀδιάφορα θὰ ἀκούσει τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὅποιος συμμερίζεται τὰ λόγια τοῦ σύγχρονου τραγουδιοῦ: «Ἄσε με νὰ κάνω λάθος· δὲν γουστάρω νὰ σωθῶ». Ὁ αὐτάρκης, ὁ βολεμένος ἄνθρωπος, παλεύει νὰ σιγουρευτεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ ψεύτικους τρόπους· καὶ καταντάει νὰ λέει ψέματα ὄχι μόνο στοὺς ἄλλους, ἀλλὰ καὶ στὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτό, προσπαθώντας νὰ τὸν πείσει ὅτι δὲν ἔχει ἀνάγκη κανενὸς σωτήρα.
Θέλεις νὰ σωθεῖς;
Ὁ Φίλιππος ὄχι ἁπλῶς ἤθελε νὰ σωθεῖ, ἀλλά, μελετώντας μὲ ζῆλο τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο καὶ τοὺς Προφῆτες, περίμενε τὸν ἀληθινὸ Σωτήρα τοῦ κόσμου, ποὺ ἐκεῖνοι προκήρυξαν. Αὐτὸ τὸν Θεὸ Μεσσία ἀξιώθηκε νὰ τὸν συναντήσει καὶ νὰ τὸν γνωρίσει μέσω τῶν συγχωριανῶν του, Πέτρου καὶ Ἀνδρέα. Ὁ Χριστός, βλέποντας τὸν εἰλικρινὴ πόθο του γιὰ σωτηρία, τὸν κάλεσε νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Καὶ ἡ φωνὴ του ἄναψε μέσα στὸν Φίλιππο τέτοια φωτιὰ ἀγάπης πρὸς Ἐκεῖνον, ὅπως παρατηρεῖ ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Βουλγαρίας, ὥστε ἔτρεξε νὰ τὴ μεταδώσει καὶ στὸν φίλο του, Ναθαναήλ.
Ὁ Ναθαναήλ, ὑπακούοντας στὴ ρεαλιστικὴ προτροπὴ τοῦ φίλου του «ἔλα καὶ θὰ δεῖς», ξεπερνάει τὶς ἐπιφυλάξεις του σχετικὰ μὲ τὸν κακόφημο τόπο καταγωγῆς τοῦ Μεσσία καὶ ξαφνιάζεται ἀκούγοντας τὸν Χριστὸ νὰ τὸν ὑποδέχεται μὲ τὰ λόγια: Νά, ἕνας ἀληθινὸς Ἰσραηλίτης, ποὺ ἔχει ἄδολη καρδιά. «Ποῦ μὲ ξέρεις;» ρωτάει τὸν Χριστὸ αὐθόρμητα. Ὁ Χριστὸς τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι, πρὶν τὸν φωνάξει ὁ Φίλιππος, τὸν εἶχε δεῖ νὰ κάθεται κάτω ἀπὸ μία συκιά. Καὶ ὁ Ναθαναήλ, διαπιστώνοντας ὅτι ὁ Χριστὸς τὸν εἶδε σὲ μέρος ποὺ δὲν ἔφθανε ἀνθρωπίνως τὸ μάτι του, θαύμασε· καὶ τὸν ὁμολόγησε Υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Βασιλιὰ τοῦ Ἰσραήλ. Τότε ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε: Ἂν πίστεψες σὲ Μένα μόνο ἀπὸ αὐτὸ πού σοῦ εἶπα, νὰ ξέρεις, ἔχεις νὰ δεῖς πολὺ μεγαλύτερα «σημεῖα» ἀπὸ αὐτό. Καὶ τοῦ θύμισε τὸ ὅραμα ποὺ εἶχε δεῖ ὁ ἐπίσης ἄδολος ἰσραηλίτης, πατριάρχης Ἰακώβ, τὸν ὁποῖο ὀνομάζει «ἄπλαστο» ἡ Παλαιὰ Διαθήκη· ἄνοιξαν οἱ οὐρανοὶ καὶ φάνηκε μία σκάλα, στὴν ὁποία ἀνεβοκατέβαιναν ἄγγελοι δοξολογώντας τὸν Θεό.
Ἄδολη πίστη
Δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ Ἐκκλησία, σήμερα, Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, μᾶς θυμίζει αὐτὸ τὸ περιστατικὸ τῆς συνάντησης καὶ γνωριμίας τοῦ Φιλίππου καὶ τοῦ Ναθαναὴλ μὲ τὸν Χριστό. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ μᾶς φανερώνει τὶς βασικὲς προϋποθέσεις ἔνταξής μας στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.
Ὀρθόδοξος δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ξέρει «ἀπ’ ἔξω» τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως ἢ τηρεῖ κάποιες ἐξωτερικὲς συνήθειες εὐλαβείας, ὅποτε τὸ θυμᾶται, ἐπειδὴ ἁπλῶς τὶς βρῆκε ἀπὸ τὴ γιαγιά του. Ὀρθόδοξος εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μὲ ἄδολη καὶ εἰλικρινῆ καρδιὰ ἀγωνίζεται σταθερὰ νὰ χτίσει μία συνειδητὴ σχέση μὲ τὸν Χριστὸ μέσα στὴ Μία καὶ Ἁγία Ἐκκλησία του, μελετώντας συvεχῶς τὴ ζωὴ καὶ τὰ λόγια του καὶ ἐφαρμόζοντας ταπεινὰ τὸ θέλημά του. Ἡ σχέση αὐτή, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Θεὸς ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα καὶ ἔγινε περιγραπτὸς καὶ χειροπιαστός, δὲν περιορίζεται μόνο σὲ μία ὀπτικὴ ἐπαφὴ μέσα ἀπὸ τὴν ἁγία εἰκόνα του ἀλλὰ κορυφώνεται στὴ μετάληψη τοῦ Ἀχράντου Σώματος καὶ τοῦ Τιμίου Αἵματός του μέσα στὴ Θεία Εὐχαριστία.
Οἱ οὐρανοὶ ἀνοίγουν καὶ γιὰ ἐμᾶς, τουλάχιστον σὲ κάθε θεία Λειτουργία. Καὶ τὴν ὥρα τῆς Μικρᾶς Εἰσόδου, ὅταν ὁ ἱερέας μπαίνει μὲ τὸ Εὐαγγέλιο στὸ Ἅγιο Βῆμα, εὔχεται στὸν Κύριό τῆς Δόξης νὰ εἰσέλθουν ἅγιοι Ἄγγελοι στὸ θυσιαστήριο, γιὰ νὰ συλλειτουργήσουν μαζί του.
Ἀνοικτοὶ οὐρανοὶ
Δὲν εἶναι σπάνιες οἱ φορὲς ποὺ ὁ Θεὸς φανερώνει τοὺς οὐρανοὺς «ἀνεωγότας» ἀκόμη καὶ σὲ ἀλλόθρησκους, ὄχι φυσικὰ γιὰ νὰ δικαιώσει τὴν πλάνη τους, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀνταμείψει τὴν εἰλικρινῆ ἀναζήτησή τους καὶ νὰ τοὺς καλέσει στὴν ἐπίγνωση τῆς Μιᾶς Ἀληθείας.
Ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰώνα κάποιος Τοῦρκος στὴν Κωνσταντινούπολη πῆγε τὴ δαιμονισμένη γυναίκα του στὸν ἅγιο Πατριάρχη Νήφωνα. Καὶ ὅταν ὁ Ἅγιος ἄρχισε νὰ τὴ διαβάζει, εἶδε ὁ Τοῦρκος νὰ ἀνοίγει ἡ στέγη τῆς Ἐκκλησίας καὶ νὰ κατεβαίνει φῶς ἐξ οὐρανοῦ. Ἡ γυναίκα του θεραπεύθηκε. Τὸ γεγονὸς τὸ ἀποκάλυψε σὲ φίλο του Ρωμιὸ ἔμπορο, κάποιον Ἰάκωβο ἐκ Καστορίας, καταλήγοντας μὲ θαυμασμό: «Ὄντως μεγάλη πίστη ἔχετε σεῖς οἱ χριστιανοί!». Δὲν ξέρουμε ἂν ὁ Τοῦρκος ἔγινε χριστιανός. Ξέρουμε ὅμως ὅτι ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς θεοφαvείας ποὺ ἔζησε ὁ ἀλλόθρησκος, ὁ πρώην χλιαρὸς ὀρθόδοξος Ἰάκωβος ἔγινε μοναχὸς καὶ ἀργότερα ἀξιώθηκε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 1η Νοεμβρίου.
Γιὰ ἐμᾶς εἶναι ἀρκετὸ νὰ ζηλέψουμε καὶ νὰ μιμηθοῦμε τὴν ἄδολη πίστη καὶ τὴν ἀληθινὴ δίψα γιὰ τὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία τοῦ Ναθαναήλ, ὁ ὁποῖος πρὶν ἀκόμη δεῖ τοὺς «οὐρανοὺς ἀνεωγότας», ὁμολόγησε Θεὸ τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀκολούθησε ὁλόκαρδα.
3.
Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς βίωμα
Καραβιδόπουλος Ἰωάννης (Καθηγητής Πανεπιστημίου)
Ἡ Ὀρθοδοξία ὡς βίωμα προσωπικῆς συναντήσεως μὲ τὸν Χριστὸ
Ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχει νὰ ἐπιδείξει πολλὲς μορφὲς ἁγίων Πατέρων ποὺ εἶχαν βιωματικὴ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Τέτοιοι πατέρες εἶναι καὶ αὐτοὶ ποὺ συγκρότησαν τὴν 7η Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ἡ ὁποία ἀντιμετωπίζοντας τοὺς εἰκονομάχους ἀναστήλωσε τὶς εἰκόνες (τὸ 786-7). Τὸ 843 νέα Σύνοδος στὴν Κωνσταντινούπολη ἀναγνώρισε ὁριστικὰ τὴν ἀναστήλωση τῶν εἰκόνων, θέσπισε τὴν ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας κατὰ τὴν A΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν καὶ δέχτηκε τὴν ἄποψη τοῦ Μ. Βασιλείου ὅτι «ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπον διαβαίνει». Τὸ Εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς, ἀπὸ τὸ πρῶτο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγελίου, εἶναι τὸ ἀκόλουθο:
«Ἐκεῖνο τὸν καιρὸ ὁ Ἰησοῦς ἀποφάσισε νὰ πάει στὴ Γαλιλαία. Βρίσκει τότε τὸν Φίλιππο καὶ τοῦ λέει: «Ἔλα μαζί μου». Ὁ Φίλιππος καταγόταν ἀπὸ τὴ Βηθσαϊδά, τὴν πατρίδα τοῦ Ἀνδρέα καὶ τοῦ Πέτρου. Βρίσκει ὁ Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ τοῦ λέει: «Αὐτὸν ποὺ προανήγγειλε ὁ Μωυσῆς στὸ νόμο καὶ οἱ προφῆτες, τὸν βρήκαμε· εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὁ γιὸς τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ». «Μπορεῖ ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ νὰ βγεῖ τίποτα καλό;» τὸν ρώτησε ὁ Ναθαναήλ. «Ἔλα καὶ δὲς μόνος σου», τοῦ λέει ὁ Φίλιππος. Ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὸ Ναθαναὴλ νὰ πλησιάζει καὶ λέει γι’ αὐτόν: «Νὰ ἕνας γνήσιος Ἰσραηλίτης, χωρὶς δόλο μέσα του». «Ἀπὸ ποῦ μὲ ξέρεις;» τὸν ρωτάει ὁ Ναθαναήλ. Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀπάντησε: «Προτοῦ σοῦ πεῖ ὁ Φίλιππος νὰ ‘ρθεῖς, σὲ εἶδα ποὺ ἤσουν κάτω ἀπ’ τὴ συκιά». Τότε ὁ Ναθαναὴλ τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλε, ἐσὺ εἶσαι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ». Κι ὁ Ἰησοῦς τοῦ ἀποκρίθηκε: «Ἐπειδή σοῦ εἶπα πὼς σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴ συκιά, γι’ αὐτὸ πιστεύεις; Θὰ δεῖς μεγαλύτερα πράγματα ἀπ’ αὐτά». Καὶ τοῦ λέει: «Σᾶς βεβαιώνω ὅτι σύντομα θὰ δεῖτε νὰ ἔχει ἀνοίξει ὁ οὐρανός, καὶ οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ νὰ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν πάνω στὸν Υἱὸ τοῦ Ἀνθρώπου». (Ἰωάν. 1, 44-52).
Τὴ γνωριμία τοῦ Ἰησοῦ μὲ τοὺς πρώτους μαθητὲς του ἀφηγεῖται ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης στὸ πρῶτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του- εἰδικότερα ἡ περικοπὴ ἀναφέρεται στὴ συνάντηση τοῦ Ναθαναὴλ μὲ τὸν Ἰησοῦ μέσω τοῦ Φιλίππου. Χαρούμενος ὁ Φίλιππος γιατί ἀνακάλυψε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τὸν Μεσσία, γιὰ τὸν ὁποῖο χρόνια τώρα διάβαζε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, σπεύδει νὰ μοιραστεῖ τὴ συγκίνησή του μὲ τὸν φίλο του Ναθαναήλ. Αὐτὸς ὅμως μὲ σκεπτικισμὸ καὶ ἀμφιβολία ἀντιμετωπίζει τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ Φιλίππου λέγοντας: «ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;». Δηλ. ἀπὸ τὴν ἄσημη καὶ μικρὴ Ναζαρὲτ εἶναι δυνατὸ νὰ κατάγεται ὁ Μεσσίας μας;
Στὸ σκεπτικισμὸ τοῦ Ναθαναὴλ ἀντιπαραθέτει ὁ Φίλιππος μία ἁπλὴ πρόσκληση: «Ἔρχου καὶ ἴδε». Ἡ ἀπ’ εὐθείας γνωριμία μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ θὰ σοῦ ἀφαιρέσει κάθε ἀμφιβολία γι’ αὐτόν. Ἡ ἐπιστράτευση ὅλων τῶν διανοητικῶν δυνάμεων τοῦ ἀνθρώπου δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτε, ἐκμηδενίζεται καὶ ἀχρηστεύεται μπροστὰ στὴ δύναμη τοῦ βιώματος. Αὐτὸ ποὺ ζεῖ κανεὶς συναντώντας τὸν Ἰησοῦ ἐγγίζει τὸ βαθύτερο εἶναι του, γιατί περνᾶ πέρα ἀπὸ τὴ σφαίρα τοῦ μυαλοῦ καὶ ζεσταίνει τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του- τὸν πείθει ὑπαρξιακὰ καὶ οἱ ἐγκεφαλικὲς ἀντιρρήσεις χάνουν μεμιᾶς τὴ δύναμή τους.
Ἡ δυσπιστία τοῦ Ναθαναὴλ δὲν προέρχονταν ἀπὸ κακὴ διάθεση. Ὁ Χριστὸς σὲ λίγο ἀναγνώρισε σ’ αὐτὸν ἕνα γνήσιο καὶ ἄδολο Ἰσραηλίτη καὶ τοῦ τὸ εἶπε εὐθέως. Τοῦ θύμισε μάλιστα καὶ ἕνα προηγούμενο ἐπεισόδιο τῆς ζωῆς του, γιὰ νὰ τοῦ ἀποδείξει πόσο ἄδικο εἶχε νὰ ἀμφιβάλλει γιὰ τὴ μεσσιανική του καὶ θεία ἰδιότητα. Δὲν γνωρίζουμε τί ὑπαινίσσεται ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἀναφορὰ του σ’ αὐτὸ τὸ ἐπεισόδιο, ἴσως ὑπαινίσσεται ὅτι τὸν εἶδε νὰ διαβάζει κάτω ἀπὸ μία συκῆ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ ἢ τὸν εἶδε νὰ προσεύχεται. Ἡ δυσπιστία τοῦ Ναθαναὴλ προερχόταν ἀπὸ τὴν ἀπόσταση ποὺ δὲν εἶχε γεφυρωθεῖ ἀκόμη μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς προσωπικῆς συναντήσεως. Ἡ προσωπικὴ γνωριμία αἴρει κάθε ἐπιφυλακτικότητα καὶ ἀμφιβολία, ἀχρηστεύει τὴν ἀξία τῶν ἐπιχειρημάτων καὶ δημιουργεῖ πειστικότητα μέσα στὸ βαθύτερο κέντρο τῆς ὑπάρξεως.
Πολλοὶ ἀρνητὲς τοῦ Ἰησοῦ παρουσιάστηκαν στὴν ἱστορία. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρουν ὅμως αὐτὴ τὴ στιγμή. Ἡ σκέψη μας στρέφεται σ’ αὐτοὺς ποὺ σὰν τὸν Ναθαναὴλ δὲν εἶναι ἀρνητὲς ἀλλὰ δύσπιστοι καὶ σκεπτικοί, χωρὶς κατὰ βάθος νὰ εἶναι κακοί. Πολλοὶ τέτοιοι μᾶς εἶναι γνωστοὶ ἀπὸ παλαιότερα ἢ νεότερα χρόνια ποὺ εἶδαν τὸν Ἰησοῦ σὰν ἕνα συμπαθητικὸ καὶ γοητευτικὸ διδάσκαλο ἁπλῶς, ἢ σὰν ἕνα δυνατὸ ἥρωα ποὺ ἔκανε θαυμαστὰ ἔργα, ἢ ἄλλοι πάλι ποὺ τὸν εἶδαν σὰν μάγο ποὺ κατάφερε νὰ πλανήσει τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ κερδίσει ὀπαδούς, ἢ ἀκόμη σὰν ἕνα ἐπαναστάτη ποὺ ξεσήκωσε τὸ λαὸ ἐναντίον τῶν Ρωμαίων. Ἄλλοι ἀμφέβαλλαν γιὰ τὴν ἀλήθεια τῶν ὅσων ἀφηγοῦνται οἱ εὐαγγελιστὲς γι’ αὐτὸν καὶ προσπάθησαν νὰ ξεχωρίσουν τὸ φανταστικὸ ἀπὸ τὸ πραγματικὸ στὶς διηγήσεις τους. Πολλοὶ ἀμφιβάλλουν καὶ δυσπιστοῦν μέχρι σήμερα ὄχι ἀπὸ ἐχθρότητα ἢ κακότητα, ἀλλὰ γιατί βλέπουν τελείως ἐξωτερικά, ἐπιφανειακά, ἐγκεφαλικά.
Τὸ μήνυμα τῆς σημερινῆς διηγήσεως εἶναι μία πρόσκληση: «Ἔρχου καὶ ἴδε». Ἔλα νὰ δεῖς τὸν Χριστὸ ἀπὸ κοντά, μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, μέσα ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν μυστηρίων, μέσα ἀπὸ τὸ βίωμα τῆς προσωπικῆς συναντήσεως, μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου πρὸς τὸ θεῖο Πρόσωπο.
Ὁ δύσπιστος καὶ ἐπιφυλακτικὸς Ναθαναὴλ μετὰ τὴν προσωπικὴ συνάντησή του μὲ τὸν Ἰησοῦ πείθεται γιὰ τὴ μεσσιανική του ἰδιότητα καὶ στὴ συνέχεια τῆς διηγήσεως ὁμολογεῖ τὴν πίστη του σ’ αὐτὸν λέγοντας: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἐσὺ εἶσαι ὁ βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ». Ἡ ὁμολογία τοῦ Ναθαναὴλ ἰσοδυναμεῖ μὲ αὐτὴν ποὺ κατὰ τοὺς ἄλλους εὐαγγελιστὲς ἔκανε ὁ Ἀπ. Πέτρος: «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Μεσσίας, ὁ Υἱὸς τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ» (βλ. π.χ. Ματθ.16,15).
Ἡ πίστη ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἑλκυστικὸς διδάσκαλος Ἠθικῆς ἀλλ’ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ ποὺ σταυρώνεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἀνασταίνεται ὄχι γιὰ νὰ τοὺς τιμωρήσει ἀλλὰ γιὰ νὰ τοὺς σώσει, ἡ πίστη στὴ λυτρωτικὴ προσφορὰ τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς λογικῆς διεργασίας μέσα στὸν ἄνθρωπο ἀλλὰ καρπὸς τοῦ βιώματος. Μὲ τὸ πρίσμα αὐτῆς τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας βλέπει κανεὶς καὶ συνειδητοποιεῖ ἀλήθειες βασικὲς γιὰ τὴ ζωή του, γιὰ τὴν καταξίωση τῆς ὑπάρξεώς του, γιὰ τὴν ἠθικὴ καὶ πνευματικὴ ἐξύψωσή του. «Μείζω τούτων ὄψει», λέγει πρὸς τὸν Ναθαναὴλ ὁ Χριστός: Θὰ δεῖς ἀκόμη ἀνώτερα καὶ μεγαλύτερα πράγματα. Ποιὰ εἶναι αὐτὰ τὰ «μείζω»; Ἡ σωστότερη ἑρμηνεία τῆς ζωῆς, ἡ πιὸ σίγουρη πραγμάτωση τῶν ἰδανικῶν, ἡ ὁλοκλήρωση τῆς ὑπάρξεως, θὰ εἶναι οἱ καρποὶ τῆς προσκλήσεως «Ἔρχου καὶ ἴδε».
4.
Ἡ ὀρθὴ πίστη
Νικολόπουλος Ἱερώνυμος (Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου)
Θλιβερή διαπίστωση, ἡ ἐποχή μας ἔχει ξεχάσει τόν Θεό! Ἡ καλύτερα, ἐπειδή ἔτσι τή συμφέρει, ἔχει ἐπιλέξει νά τοῦ γυρίσει τήν πλάτη, ἰδίως στά μέρη ἐκεῖνα ὁπού ἡ τεχνολογική πρόοδος, δηλαδή τά καλύτερα ἐργαλεῖα, ἤ καί ἡ οἰκονομική εὐμάρεια, συνήθως ἡ ἐκμετάλλευση τῶν ἀσθενέστερων, ὁδήγησαν τόν ἄνθρωπο νά πιστέψει ὅτι ἔγινε καί παντοδύναμος. Σέ κάθε περίπτωση εἶναι προφανές ὅτι ὁ ἄνθρωπος κάνει ὅ,τι μπορεῖ γιά νά βγάλει τόν Θεό ἀπό τή ζωή του, θεοποιώντας τόν ἑαυτό του, στηριζόμενος μόνο στή λογική του καί καθοδηγούμενος μόνο ἀπό τίς ἐπιθυμίες του. Καί μόνον ἡ ἀναφορά στόν Θεό ἀρκεῖ γιά νά προκαλέσει στήν καλύτερη περίπτωση συγκαταβατικά, ἄν ὄχι εἰρωνικά χαμόγελα, πολλές δέ φορές καί βίαιες ἀντιδράσεις ἀπό ὅσους δέν ἀντέχουν, ἔστω τήν πιθανότητα ὑπάρξης τοῦ Θεοῦ.
Ἀπό τήν ἄλλη ἡ ὑπερβολική αὐτοπεποίθηση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἐμπιστοσύνη στίς ἱκανότητές του καί μιά λανθασμένη αἴσθηση αὐτάρκειας ἔχουν καλλιεργήσει τήν ἰδέα σέ πολλούς ὅτι μόνοι τους μποροῦν νά ἀνακαλύψουν τόν Θεό. Ὁδηγοῦνται ἔτσι στό νά δημιουργοῦν προσωπικά τους δόγματα καί θεωρήσεις, πιστεύοντας ὄχι ὅ,τι ὁ Θεός ἔχει ἀποκαλύψει γιά τόν ἑαυτό Του, ἀλλά ὅ,τι ἡ φαντασία τους ἤ μία πεπλανημένη λογική τούς ὑποβάλλουν. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἐξ ἴσου πνευματικά καταστροφικό καί ἀναδεικνύεται ὁ διμέτωπος ἀγώνας τῆς Ἐκκλησίας ὄχι μόνον ἐναντίον τῆς ἀθεΐας, ἀλλά καί ἐναντίον τῆς θρησκοληψίας, τῶν αἱρέσεων, τῆς «ἰδιωτικῆς θρησκείας».
Ἡ έμπειρία
Καί μέσα στό κλίμα αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας ἐπιμένει νά ἑορτάζει στή σημερινή Κυριακή τόν θρίαμβο τῆς πίστεως «κατά πασῶν τῶν αἱρέσεων». Καί μάλιστα ὄχι ὅσων ἀνεφύησαν στό παρελθόν, ἀλλά καί ὅσων ἐξακολουθοῦν νά ὑπάρχουν ἤ θά ἀναφανοῦν στό μέλλον! Εἶναι κυρίαρχη ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας στόν λόγο τοῦ Κύριου ὅτι «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς»(Μάτθ. 16, 18). Ὅσοι πολέμιοι καί ἄν ἀναφανοῦν, ὅσες μεθόδους καί ἄν μηχανευθοῦν, ἡ Ἐκκλησία θά μένει εἰς τόν αἰώνα ὡς τό ἀσφαλές καταφύγιο τῶν ἀνθρώπων, λιμάνι σωτηρίας καί σκάλα πρός τόν οὐρανό. Κι αὐτό τό ἔχει ἀναδείξει ἡ μέχρι τώρα ἱστορία!
Στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα προβάλλεται ἡ ἐμπειρία ὡς ὁ καλύτερος τρόπος νά γευθεῖ κανείς τήν πίστη. Παρουσιάζεται τό παράδειγμα τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου, ὁ ὁποῖος ἄν καί ἕτοιμος καί ἐπιθυμώντας νά συναριθμηθεῖ στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ἀπό συστολή δίσταζε. Τόν διευκολύνει λοιπόν ὁ Χριστός καί τόν καλεῖ νά γίνει μαθητής του. Κι αὐτός, ἀφοῦ πεῖ τό ὁλοπρόθυμο «ναί», φροντίζει καί γιά τόν φίλο του, τόν Ναθαναήλ. Μόλις ἔλαβε πείρα τοῦ Χριστοῦ, σπεύδει ἀμέσως νά γίνει κήρυκάς του! Μαθαίνουμε ἔτσι κι ἐμεῖς, πώς ὅ,τι ὠφέλιμο δέν μποροῦμε νά τό κρατᾶμε μόνο γιά τόν ἑαυτό μας, ἀλλά ἔχουμε χρέος νά τό μεταδίδουμε γιά νά μετέχουν κι ἄλλοι τῆς ὠφελείας.
Κι ὁ Ναθαναήλ ὄχι ἀπό ἀπιστία, ἀλλά ἐπειδή ἤθελε νά διασταυρώσει τά ὅσα τοῦ ἔλεγε ὁ Φίλιππος μέ τά ὅσα γνώριζε διδασκόμενος τήν πατρική του πίστη, δείχνει καλόπιστα νά ἀμφιβάλλει. Τότε ὁ Φίλιππος δίνει ἀμέσως τήν καλύτερη λύση: «Ἔρχου καί ἴδε»! Ἔλα νά δεῖς μόνος σου. Ἔλα νά ζήσεις. Ἔλα νά ἐρευνήσεις καί θά δεῖς. Ἡ ἀληθινή πίστη δέν ἔχει τίποτε νά κρύψει, δέν ἔχει τίποτε νά φοβηθεῖ, δέν ἔχει τίποτε νά διστάσει. Ἑπομένως, εἶναι ὅλα φανερά, καθώς ἡ μαθητεία στήν πίστη εἶναι ἡ ἀπαρχή τῆς οὐσιαστικῆς πνευματικῆς ζωῆς. Πόσοι δέν ξεκίνησαν νά διαβάζουν τήν Ἁγία Γραφή γιά νά τήν ἀναιρέσουν καί κατέληξαν οἱ δυναμικότεροι ἱεροκήρυκες!
Ἡ ἀναμονή
Ὅταν ὁ Ναθαναήλ φθάνει νά συναντήσει τόν Χριστό, Ἐκεῖνος τόν προσφωνεῖ μέ τό «ἴδε ἀληθῶς Ἰσραηλίτης ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστιν». Κι ὅταν ἀπορημένος ὁ Ναθαναήλ τόν ρωτᾶ ἀπό ποῦ τόν γνωρίζει, ὁ Χριστός τοῦ ἀπαντᾶ: «Πρό τοῦ σέ Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπό τήν συκῆν εἶδόν σε», δηλαδή πρίν σέ φωνάξει ὁ Φίλιππος, ὅταν μακριά ἀπό κάθε ἀνθρώπινο μάτι προσευχόσουν κάτω ἀπό τή συκιά, ἐγώ μέ τρόπο ὑπερφυσικό καί πνευματικό σέ εἶδα, καθώς δεχόμουν τήν προσευχή. Κι αὐτό ἦταν ἀρκετό γιά νά ὁμολογήσει ὁ Ναθαναήλ «Σύ εἶ ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, σύ εἶ ὁ βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ» καί νά καταστεῖ ἕνας ἀπό τούς πλέον φλογερούς Ἀποστόλους!
Τί καταλαβαίνουμε ἀπό τό ποιμαντικό αὐτό παράδειγμα τοῦ Κυρίου μας; Ὅτι ἄν καί γνώριζε τίς αἰτιάσεις τοῦ Ναθαναήλ, ἄν καί ἔβλεπε τίς ἀντιρρήσεις, δέν παροργιζόταν, οὔτε κινοῦνταν ἐκδικητικά ἤ τιμωρητικά. Ἁπλῶς ἀνέμενε… Περίμενε μέ τήν ἐμπειρία καί τήν προσευχή νά ὡριμάσει ἡ ψυχή, ὥστε νά δοθεῖ ὁ φωτισμός καί νά ἀνάψει ἡ φλόγα τῆς πίστης, γιά νά θεριέψει καί νά μεταλαμπαδεύσει τό εὐαγγελικό μήνυμα στούς ὅπου γῆς καλοπροαίρετους. Εἶναι ὁ τρόπος πού ἐνεργεῖ ὁ Θεός! Εἶναι ἡ μέθοδος μέ τήν ὁποία ἁλιεύει τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, τίς γλιτώνει ἀπό τόν κόσμο καί τίς ὁδηγεῖ στήν ἀτελεύτητη Βασιλεία του!
Πολλοί μπορεῖ νά παροργίζονται μέ τήν ἀποστασία καί τή διαστρέβλωση τῆς πίστης πού φαίνεται νά ἐπικρατεῖ στήν ἐποχή μας. Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία εἶναι τοῦ Χριστοῦ κι Αὐτός κατευθύνει καί τήν Ἐκκλησία καί τόν κόσμο. Γνωρίζει Ἐκεῖνος πότε ὁ καθένας εἶναι ἕτοιμος νά τόν ὁμολογήσει ὡς Κύριό του καί Θεό του. Δέν ὑποχρεώνει, δέν ἐκβιάζει, δέν βιάζεται. Ὡς πατέρας περιμένει ζητώντας καί ἀπό ἐμᾶς νά περιμένουμε συνεργαζόμενοι μαζί του γιά τήν ἐπιστροφή τῶν ἀδελφῶν μας, ἀποφεύγοντας ὁποιαδήποτε ἐνέργεια μας βάζει σέ κίνδυνο τήν πορεία τους πρός Αὐτόν.
5.
Τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ-Κυριακὴ Ὀρθοδοξίας
Καραγιάννης Νικάνωρ (Ἀρχιμανδρίτης)
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας γιορτάζει τὸ θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς ἀλήθειας γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, γιὰ τὴν πίστη καὶ τὴ ζωή. Θυμᾶται τὸ ἱστορικὸ γεγovὸς τῆς ἀναστήλωσης τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διακηρύσσει τὴν αὐτοσυνείδησή της, δηλαδὴ φανερώνει τὸ πρόσωπο τnς. Γιατί μὲ τὸ πρόσωπο ἐκφράζουμε τὸ βαθύτερο εἶναι μας, τὸ περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀναφέρεται στὴν προτροπὴ τοῦ Φιλίππου στὸ φίλο του Ναθαναήλ, «ἔρχου καὶ ἴδε», ἔλα νὰ δεῖς καὶ νὰ γνωρίσεις προσωπικὰ τὸν Χριστό, γιὰ νὰ Τὸν ἀκολουθήσεις. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρὰ ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος στοὺς αἰῶνες, τὸ μυστήριο τῆς παρουσίας Του καὶ τῆς ἐνέργειάς Του. Ὀρθόδοξη πίστη εἶναι προσωπικὴ ἐπαφὴ μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸ γεγονὸς τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ ἐμπειρία τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ
Στὴν ἱστορία πολλοὶ ἀναζήτησαν καὶ ἀνακάλυψαν ἀποσπασματικὲς ἀλήθειες γιὰ τὸν Θεὸ καὶ τὸν κόσμο. Κάποιοι ἄλλοι ἰσχυρίσθηκαν ὄχι ἦταν ἀπεσταλμένοι τοῦ Θεοῦ καὶ ἔτσι ἐπινόησαν θρησκεῖες. Δημιούργησαν τὸ «εἴδωλο τοῦ Θεοῦ», ὄχι ὅμως τὸν ἀληθινὸ Θεό. Ὁ Χριστὸς φέρνει τὸν Θεὸ ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους, γιατί εἶναι ὁ ἴδιος Θεός. Δὲν μιλάει ἁπλῶς γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἀλλὰ εἶναι Αὐτὸς ἡ ἀλήθεια. Ἡ πίστη στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπὸ μόνη της ἕνα θαῦμα «οὐδεὶς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μὴ ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» (Α’ Κορ. 12,3). Μία τέτοια πίστη εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸν ἄνθρωπο, μία προσωπικὴ ἀποκάλυψη καὶ ἐμπειρία μέσα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας τονίζει ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ θεϊκὴ καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση ἑνώθηκαν «ἀσυγχύτως, ἀδιαιρέτως, ἀτρέπτως καὶ ἀναλλοιώτως», χωρὶς νὰ συγχέονται καὶ χωρὶς νὰ διαιροῦνται. Ἕνα μυστήριο ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τὸ κατανοήσουμε, πολὺ δὲ περισσότερο νὰ τὸ ἑρμηνεύσουμε. Γιατί ἡ ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ δὲν χωράει στὴ λογική τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν μπαίνει στὸ μικροσκόπιο τῆς ἔρευνας καὶ τοῦ πειράματος. Τὰ δόγματα, ποὺ μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς σημερινῆς γιορτῆς καλούμαστε νὰ διαφυλάξουμε, χαράζουν τὰ ὅρια τοῦ περιεχομένου τῆς πίστεως, ἀλλὰ δὲν ἐξηγοῦν τὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Μᾶς προτρέπουν νὰ ἐμπιστευθοῦμε καὶ νὰ ζήσουμε μὲ τὴν καρδιά μας αὐτὸ ποὺ ὁ Θεὸς μᾶς ἀποκάλυψε, ὄχι ὅμως νὰ ἀναλύσουμε μὲ τὸ μυαλὸ αὐτὸ ποὺ ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέδωσε.
Παραχαράξεις τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ
Τὸ μυστήριο τοῦ Χριστοῦ συνίσταται μεταξὺ ἄλλων στὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «κρύβεται» πάντοτε πίσω ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐδῶ βρίσκεται τὸ σημεῖο ποὺ σκοντάφτει ἡ ἀνθρώπινη λογικὴ τότε καὶ σήμερα. Ἐδῶ ἀρχίζει ἡ τραγικὴ ἱστορία τῶν πολλῶν καὶ ποικίλων αἱρέσεων, οἱ ὁποῖες νοθεύουν τὴν πίστη καὶ ἀκυρώνουν τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ αἵρεση εἶναι ὁ πειρασμὸς τῆς λογικῆς πάνω στὴν ἀποκάλυψη τῆς πίστεως. Ὅσα στοιχεῖα τῆς πίστεως τὰ κατανοεῖ, τὰ ἀποδέχεται καὶ τὰ ὑπερτονίζει. Τὰ ὑπόλοιπα τὰ προσπερνᾶ καὶ τὰ ὑποτιμᾶ. Διαχωρίζει τὸν Ἰησοῦ τῆς ἱστορίας ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄλλωστε, ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι τὸν Χριστὸ τὸν συνάντησαν ἀναρίθμητοι ἄνθρωποι στὴν ἐπίγεια διαδρομή του. Τὸν γνώρισαν ὡς «υἱὸ τῆς Μαρίας», ὡς προφήτη, ὡς χαρισματικὸ διδάσκαλο τῆς Ναζαρέτ. Δὲν μπόρεσαν ὅμως ὅλοι νὰ διακρίνουν πίσω ἀπὸ Αὐτὸν τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος, τὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἱστορία ἀποδεικνύει τὸ πέρασμά Του ἀπὸ τὸν κόσμο. Ψηλαφίζει τὰ τεκμήρια τῆς παρουσίας Του. Ἀναγνωρίζει τὸ μεγαλεῖο καὶ ἄλλοτε ἀμφισβητεῖ τὴν ὑπεροχή Του. Δὲν μπορεῖ ὅμως μὲ τὴν ἔρευνα καὶ τὴν ἐπιστημοσύνη νὰ ἀποδείξει τὴ θεότητά Του. Τὸ μυστήριο τοῦ θεανθρώπινου προσώπου τοῦ Χριστοῦ τὸ βιώνουμε «ἐν πίστει» μέσα στὴν Ἐκκλησία. Εἶναι ἀδιανόητο νὰ ἀναζητοῦμε τὴν ἀλήθεια γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὴν ἀσυδοσία ἤ τὴ χυδαιότητα τῆς τέχνης, στὴν τόλμη ἤ στὴ βλασφημία τῆς διανόησης, στὰ πολύκροτα βιβλία καὶ τὶς κινηματογραφικὲς ὑπερπαραγωγές.
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, δὲν μποροῦμε νὰ ἀπαιτοῦμε ἀπὸ τὰ ἀχαλίνωτα στοιχεῖα τοῦ κόσμου νὰ γίνονται κήρυκες τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ. Ἂν «κόσμος» εἶναι καθετὶ ποὺ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὴ χάρη καὶ τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, τότε «τὰ τοῦ κόσμου» θὰ συγκρούονται πάντοτε μὲ τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν πραγματικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἐμεῖς ὅμως γνωρίζουμε ὅτι «αὕτη ἐστὶν ἡ νίκη ἡ νικήσασα τὸν κόσμον, ἡ πίστις ἡμῶν» (Α’ Ἰω. 5,4), ἀφοῦ τὸν τελευταῖο λόγο γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα τὸν ἔχει ὁ Θεός. Ἀμήν.
6.
Κυριακὴ τοῦ θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας
Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Κάθε βδομάδα, σ’ αὐτὴ τὴν περίοδο τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν Σαρακοστή, ἔχουμε ἤδη δεῖ τὶς παραβολὲς στὶς ὁποῖες ἡ κατάστασή μας φαίνεται τόσο ξεκάθαρα, μὲ τέτοια σαφήνεια, τόσο καυστικὰ ἀπεικονισμένη, καὶ ταυτόχρονα μὲ τόσο αὐστηρὲς προοειδοποιήσεις, ποὺ δὲν ὑπάρχει μέση ὁδός, ἀνάμεσα στὴν ὁδὸ τῆς ζωῆς καὶ στὴν ὁδὸ τοῦ θανάτου, ὅτι μπορεῖ νὰ ζοῦμε στὴ γῆ στὸ λυκόφως τοῦ ἀσυνείδητου, ἀλλὰ θὰ ἔρθει κάποια στιγμὴ ποὺ τὸ φῶς θὰ λάμψει μπρός μας καὶ θὰ γίνει ξεκάθαρο ἂν ἐμεῖς εἴμασταν παιδιὰ τοῦ φωτὸς ἢ αἰχμάλωτοι τοῦ σκότους. Καὶ κορυφαῖο σημεῖο σ’ αὐτὴ τὴν διαδικασία εἶναι ἡ ἀνάγνωση τοῦ Κανόνα τοῦ Ἁγ. Ἀνδρέα Κρήτης στὸν ὁποῖο ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ μετάνοια τόσο δυνατὰ ἀπεικονίζονται.
Ἀλλὰ τώρα μπαίνουμε σὲ μία καινούργια φάση τῆς προετοιμασίας γιὰ τὸ Πάσχα, μπαίνουμε στὴν Σαρακοστὴ ποὺ εἶναι μιὰ παλιὰ λέξη ποὺ σημαίνει «ἄνοιξη», ἡ ἀρχὴ τῆς ζωῆς· μία περίοδος ὅπου δὲν μποροῦμε πιὰ νὰ ζοῦμε στὸ ἡμίφως ποὺ ἔχει ἀκόμα δύναμη πάνω μας, ἀλλὰ μὲ τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, τὸ φῶς ποὺ διαλύει τὸ σκοτάδι, τὸ φῶς ποὺ κάνει ὅλα ν’ ἀστράφτουν, νὰ εἶναι τὰ ἴδια φῶς σύμφωνα μὲ τὰ λόγια του Χριστοῦ.
Σήμερα θυμόμαστε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ Ἐκκλησία ὁμολόγησε στὴν τελευταία Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, τὸν 9ο αἰώνα, καὶ διεκήρυξε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ εἶναι οὐσιώδη γιὰ τὴν Χριστιανικὴ πίστη. Κι αὐτὰ ποὺ διακηρύχθηκαν ἦταν ἡ ἐλπίδα, ἡ ἀπόλυτη, ἀδιάσειστη ἐλπίδα, γιατί αὐτὸ ποὺ διακηρύχθηκε ἦταν ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος· ὁ Θεὸς ἐπέλεξε, σὲ μία πράξη ἀγάπης γιά μᾶς, ἀλληλεγγύης πρὸς ἐμᾶς, παρότι εἴμαστε ἁμαρτωλοί, παρότι πεπτωκότες, παρότι ἀμαυρωμένοι, διάλεξε τὸ νὰ γίνει ἄνθρωπος σὰν μέσο γιὰ νὰ πάρει τὴν εὐθύνη, ναὶ τὴν εὐθύνη! Μὲ τὴν κίνηση τῆς δημιουργίας ποὺ συντελέστηκε χωρὶς τὴν δική Του κάθοδο, καὶ τὴν ἐλευθερία, μᾶς ἔδωσε τὴν ἀπόλυτη προϋπόθεση νὰ μποροῦμε ν’ ἀγαπήσουμε καὶ νὰ ἐπιλέξουμε τὴν ζωὴ ἀπὸ τὸν θάνατο, ἀλλὰ τὴν ἴδια στιγμὴ καὶ τὴν ..τρομακτικὴ προϋπόθεση γιὰ τὴν πτώση μας.
Σήμερα διαβάσαμε στὸ Εὐαγγέλιο, στὸ ὁποῖο ὁ Ἅγ Ἰωάννης διακηρύσσει, μὲ τὰ λόγια τοῦ Ναθαναήλ, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Βασιλιὰς τοῦ Ἰσραήλ, ὁ Σωτήρας ποὺ ἦλθε, ὁ Θεὸς σὰν τὸ μέσο μας, κι ὅλα εἶναι δυνατά, ἂν μόνο ἂν πιστεύουμε.
Διαβάσαμε ἢ ἀκούσαμε σήμερα στὴν Ἐπιστολὴ πὼς πρὶν ἀπὸ μᾶς χιλιάδες ἄνθρωποι πίστεψαν στὸ ἀπίστευτο: ὅτι ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ μᾶς ἀγαπᾶ μ’ ἕνα τέτοιο τρόπο, ὅτι ὁ Θεὸς μπορεῖ ν’ ἀγαπᾶ τὸν καθένα κι ὅλους μας μὲ τὴν Ζωή Του καὶ τὸν Θάνατό Του, ὅτι ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ μᾶς ἀγαπᾶ ὅσο ἀνάξιοι ἀγάπης κι ἂν νοιώθουμε καὶ μοιάζουμε στοὺς ἄλλους. Κληθήκαμε νὰ πιστέψουμε τὸ ἀπίστευτο, νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὁ Θεὸς ἔχει μιὰ καρδιὰ βαθειὰ καὶ πλατειὰ ἀρκετὰ ὥστε νὰ μᾶς χωράει, ἂν τὸ προτιμᾶτε, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι θυσιαστική· ὅτι Ἐκεῖνος ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μοιραστεῖ τὴν κατάστασή μας, περιλαμβάνοντας καὶ τὸν φόβο τοῦ νά ’χουμε χάσει τὸν Θεό: «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μὲ ἐγκατέλειπες;…» ἀλλὰ Ἐκεῖνος προετοίμαζε μέρα τὴν μέρα γιὰ νὰ μᾶς ζητήσει, νὰ μᾶς πάρει στοὺς ὤμους Του ὅπως παίρνει ὁ βοσκὸς τὸ χαμένο πρόβατο, ἢ ἂν χρειαστεῖ νὰ μᾶς πάρει στοὺς ὤμους μὲ τὸν τρόπο ποὺ τὴν Μ. Ἑβδομάδα πῆρε τὸν Σταυρό Του, ἔπεσε κάτω ἀπ’ τὸ βάρος του, καὶ σταυρώθηκε πάνω του, καὶ ἐπειδὴ μᾶς χαρίζει τὸν ἑαυτό Του, δωρεάν, μπορεῖ νὰ βρεῖ τὴν δύναμη νὰ μᾶς συγχωρεῖ: «..Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι ..»
Καὶ τώρα προσβλέπουμε στὴν Μ. Ἑβδομάδα, βῆμα-βῆμα· ἀλλὰ αὐτὴ ἡ Μ.Ἑβδομάδα δὲν εἶναι μία περίοδος φόβου: ξέρουμε ὅτι αὐτὴ ἡ Μ. Ἑβδομάδα θὰ σκορπιστεῖ ἀπὸ τὴν δόξα τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, ὅτι ἡ Μ. Ἑβδομάδα εἶναι ἡ βδομάδα ποὺ ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι, ὅλοι μας κι ὁ καθένας ἀτομικά, μὲ τὴν Θεία ἀγάπη, τὸ βάθος τῆς Θείας ἀγάπης, μιᾶς προσωπικῆς ἀγάπης, μιᾶς ἀγάπης ποὺ ἀπευθύνεται στὸν καθένα ἀπό μᾶς.
Καὶ θὰ δοῦμε στὴν διάρκεια αὐτῶν τῶν ἑβδομάδων 2 πράγματα: σήμερα, αὐτὸς ὁ Θεὸς ἔχει ἔρθει σὰν μέσο δικό μας, Ἐκεῖνος, τὸ Φῶς, εἶναι στὸ μέσο τοῦ λυκόφωτος τῆς ἱστορίας, ἢ στὸ σκοτάδι τῆς πιὸ σκοτεινῆς ψυχῆς καὶ τῆς ἀπαίσιας καὶ σκοτεινῆς κατάστασης!
Ἂν αὐτὸ εἶναι ἀλήθεια, τότε ὅλα εἶναι δυνατά! Τότε λοιπὸν μποροῦμε νὰ πιστεύουμε τὸ ἀπίστευτο! Κι ἀκόμα περισσότερο: μποροῦμε νὰ δεχτοῦμε βδομάδα τὴν βδομάδα ὅτι ὁ Θεὸς μπορεῖ νὰ τὸ κάνει. Τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα, τὴν ἡμέρα τοῦ Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, θ’ ἀκούσουμε νὰ διακηρύσσεται ἀπὸ κεῖνον τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο μᾶς ἀγαπᾶ ὅπως εἴμαστε, ἀπ ἔξω, ὄχι, ἀλλὰ δίνει καὶ τὴν Χάρη Του ποὺ μᾶς διαποτίζει σὰν φωτιά, κάνοντάς μας σταδιακά, ἂν τὸ δεχτοῦμε, νὰ γίνουμε σὰν τὴν Καιομένη Βάτο στὴν ἔρημο ποὺ καιγόταν χωρὶς νὰ καταναλώνεται, διότι ὁ Θεὸς δὲν δαπανᾶται, δὲν καταστρέφει, ἐκτὸς ἂν στραφοῦμε ἐναντίον Του. Ναὶ εἶναι ἡ φωτιὰ ποὺ κατακαίει, ἐκτὸς καὶ μέχρι νὰ Τὸν ἀποδεχτοῦμε. Ἀλλὰ ἐκεῖνος μᾶς ἀποδέχεται, μᾶς κάνει συμμέτοχους τῆς Θείας Φύσης Του, μᾶς γεμίζει μὲ τὴν ζωή Του, Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωὴ μέσα μας, κι ἐμεῖς εἴμαστε Ἐκεῖνος.
Αὐτὰ εἶναι τὰ δύο μηνύματα ποὺ προκύπτουν τώρα· κι ἀκόμα θὰ δοῦμε ὅτι ὁ Ἅγ, Ἰωάννης τῆς Κλίμακος μᾶς διδάσκει πῶς νὰ κινηθοῦμε πρὸς τὸν Θεό, πῶς νὰ ξεπεράσουμε τὸ μισόφωτο ἢ τὸ σκοτάδι ποὺ βρίσκεται μέσα μας. Καὶ θὰ μπορέσουμε νὰ δοῦμε τὸ ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ ἀγώνα, ἀπ’ τὴν κραυγὴ τῆς ψυχῆς, ἀπὸ τὴν πείνα γιὰ ζωὴ καὶ φῶς, στὸ πρόσωπο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας κι ἄλλων ἁμαρτωλῶν ποὺ δέχτηκαν τὸν Χριστὸ καὶ μεταστράφηκαν, μεταμορφώθηκαν, σώθηκαν.
Αὐτὸς εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ βῆμα-βῆμα νὰ φθάσουμε στὴ Μ. Ἑβδομάδα, μία βδομάδα τόσο ἱερὴ ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἔχει ἐκφραστεῖ ὄχι μὲ λέξεις, ὄχι μὲ εὐχές, ὄχι μὲ τρυφερότητα, ἀλλὰ μὲ τὴν μορφὴ τοῦ τιμήματος τῆς ἀγάπης τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, τὸ τίμημα νὰ ἔχει γίνει ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου, ἐπειδὴ ἔχουμε φύγει μακριά Του.
Πῶς μποροῦμε ν’ ἀπαντήσουμε σ’ αὐτό; Ποιὸ εἶναι τὸ μήνυμα αὐτῆς τῆς περιόδου; Τὴν περίοδο στὴν ὁποία ἀναφέρθηκα, θα ’ρθουμε ἀντιμέτωποι μὲ τὴν κακία μέσα μας, θὰ ἔχουμε τὴν πρόκληση νὰ δεχτοῦμε: αὐτὸ εἶσαι! Κι αὐτὸ εἶναι βέβαιο ὅτι θὰ συμβεῖ. Ἀλλὰ τώρα θὰ ἔρθουμε ἀντιμέτωποι καὶ μὲ τὴν ἀνέκφραστη ὀμορφιὰ καὶ ἐλπίδα: πῶς θ ἀπαντήσουμε σ’ αὐτό;
Μ’ εὐγνωμοσύνη! Εὐγνωμοσύνη εἶναι ὁ ἑπόμενος σταθμός· εὐγνωμοσύνη εἶναι αὐτὸ ποὺ μᾶς φέρνει σ’ ὅλη τὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας: εὐγνωμοσύνη, κι ἕνα αἴσθημα κατάπληξης: πῶς μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ εἶναι ὅπως Ἐκεῖνος εἶναι; Πῶς μπορεῖ νὰ μ’ ἀγαπᾶ, ἐνῶ ξέρω αὐτὸ ποὺ εἶμαι, καὶ παρότι, φρίκη(!) μὲ ξέρουν κι οἱ ἄλλοι!
Ἂν τὸ κατανοήσουμε, μετὰ ἡ μόνη ἀπάντηση ποὺ μποροῦμε νὰ δώσουμε στὸν Θεὸ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη. Κι ἐκφράζουμε τὴν εὐγνωμοσύνη μας, λέγοντας «Κύριε, παρότι εἶμαι ἀδύναμος, παρότι ἀτελής, ἁμαρτωλός, ἀνάξιος, μ’ ὅλο τὸ βάθος τῆς εὐγνωμοσύνης μου γιὰ ὅ,τι Εἶσαι κι ὅ,τι ἔκανες γιὰ μένα, θα ’θελα νὰ κάνω κι ἐγὼ μ’ ὅλη μου τὴν δύναμη-ποὺ ὡστόσο ἀσθενικὴ κι ἀδύναμη- θα ’θελα νὰ κάνω τὰ πάντα γιὰ νὰ δείξω ὅτι ἔχω κατανοήσει τὸ μήνυμα τῆς ἀγάπης, τὸ μήνυμα τοῦ Σταυροῦ, τὸ μήνυμα τοῦ ἐλέους, ὅτι ἔχω καταλάβει μ’ ὅλο μου τὸ εἶναι καὶ θέλω νὰ τὸ ἀποδείξω ζώντας μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ν’ ἀποδεικνύει τὸ τί κατάλαβα, νὰ ζήσω μ’ ἕνα τρόπο ποὺ νά ’ναι χαρὰ γιὰ Σένα, χαρὰ τοῦ Θεοῦ, μιὰ ἕνωση μὲ τὸν Θεό!
Ὦ Θεέ μου! Ἂς σκεφτοῦμε τί κάνουμε γι’ αὐτό! Ἂς μποῦμε σ’ αὐτές τὶς βδομάδες τῆς Σαρακοστῆς πραγματικὰ σὰν κάποιος ποὺ ζεῖ μία ἄνοιξη! Ἂς μποῦμε στὴν φρεσκάδα τῆς ζωῆς καὶ κατὰ τὴν διάρκεια ὅλων αὐτῶν τῶν ἑβδομάδων, μ’ εὐγνωμοσύνη στὸ Θεό, δίνοντάς Του χαρά. Καὶ κατόπιν θα ’μαστε σὲ θέση νὰ δοῦμε τὴν Μ. Ἑβδομάδα, ὄχι μὲ τὸν ἀπόλυτο τρόμο γιὰ καταδίκη, ἑνὸς ἀχάριστου, ἑνὸς δολοφόνου τοῦ Χριστοῦ, ὄχι: σὰν μία Βδομάδα ποὺ εἶναι πλήρης καὶ τέλεια ἀποκάλυψη μιᾶς ἀγάπης ποὺ κατανοήσαμε, ἀποδεχτήκαμε, καὶ βάλαμε μέσα μας ὅσο ἑξαρτιόταν ἀπό μᾶς.
Ὦ, ἂς μαζέψουμε ὅλη μας τὴν δύναμη, κι ὅταν ἡ δύναμή μας δὲν εἶναι ἀρκετή, ἂς θυμηθοῦμε τὴν ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ: «ἡ γὰρ δύναμίς μου, ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται,…». ὅλα εἶναι δυνατὰ σὲ μένα…ὅπως τὸ ἔθεσε ὁ Παῦλος, «…εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ ποὺ μὲ στηρίζει…» Καὶ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «…τὰ ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις, δυνατά ἐστι τῷ Θεῷ..». Ἂς παραδοθοῦμε στὸν Θεὸ γιὰ νὰ Τοῦ δώσουμε χαρά! Κι ὅσα θὰ εἶναι τοῦ Θεοῦ, θὰ εἶναι καλά.
Ἀμήν.
7.
Εἰς τὴν Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας (ἀπόσπασμα)
Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς
Εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀμήν.
Σήμερα, ἀδελφοί καί ἀδελφές, εἶναι ἡ ἁγία Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας, μία ἀπό τίς πενήντα δύο Κυριακές τοῦ ἔτους πού ὀνομάζεται Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας.
Μεγάλη καί ἁγία Κυριακή. Κυριακή, κατά τήν ὁποία ἑορτάζεται ἡ νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον κάθε ψεύδους, ἐναντίον κάθε ἀναλήθειας, ἐναντίον κάθε αἱρέσεως, ἐναντίον κάθε ψευδοθεοῦ· νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον κάθε ψευδοῦς διδασκαλίας, ἐναντίον κάθε ψευδοῦς φιλοσοφίας, ἐπιστήμης, πολιτισμοῦ, εἰκόνος. Ἁγία νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί αὐτό σημαίνει ἁγία νίκη τῆς Παναληθείας.
Ποιός ὅμως εἶναι ἡ Παναλήθεια σέ αὐτόν τόν κόσμο; Ποιός εἶναι ἡ Ἀλήθεια σέ αὐτόν τόν κόσμο; Αὐτός πού εἶπε γιά τόν ἑαυτό Του: Ἐγώ εἰμί ἡ ἀλήθεια! Ὁ Ἰησοῦς Χριστός.
Ὁ Θεός ἐν σαρκί. Νά, αὐτή εἶναι ἡ Ἀλήθεια στόν γήινο κόσμο μας, αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια γιά τόν ἄνθρωπο. «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί». Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός ἔλαβε σῶμα, ὥστε μέ τό σῶμα μας νά εἰπῇ σέ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους τί εἶναι ἀλήθεια, πῶς ζῆ κανείς ἐν ἀληθείᾳ, πῶς πεθαίνει γι’ αὐτήν, καί πῶς δι’ αὐτῆς ζῆ αἰωνίως. Ὁ Χριστός συνεκέντρωσε ὅλες τίς ἀλήθειες καί μᾶς ἔδωσε τήν Παναλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας. [σελ. 81-82]
Ὅταν ὁ Θεός κατέβηκε σέ αὐτόν τόν κόσμο, ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, Αὐτός ἔγινε ὁρατός γιά μᾶς τούς ἀνθρώπους. Ὁ Θεός ἔγινε ὁρατός. Καί ἐμεῖς βλέποντάς Τον, στήν πραγματικότητα βλέπουμε τόν Ζῶντα Θεό. Αὐτός εἶναι ἡ ζῶσα Εἰκών τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο.
Διαφυλάσσοντας τήν ζῶσα Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σέ αὐτόν τόν κόσμο, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διεφύλαξε τόν ἄνθρωπο, διεφύλαξε τόν Χριστό ὡς ἄνθρωπο. Ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔγινε ἄνθρωπος, γιά νά βρῆ σ’ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους τήν θεία Εἰκόνα, τήν ζῶσα θεία Εἰκόνα, τήν ὁποία ἐμεῖς ἀμαυρώσαμε μέ τίς ἁμαρτίες καί τά πάθη, τήν παραμορφώσαμε, τήν καταξέσαμε ὅλη μέ τήν ἁμαρτωλή ζωή μας.
Ὅπως λέγεται στούς θαυμάσιους ἐκκλησιαστικούς ὕμνους, ὁ Κύριος κατέβηκε σέ αὐτόν τόν κόσμο, ἔγινε ἄνθρωπος, «ἵνα τήν ἑαυτοῦ ἀναπλάσῃ Εἰκόνα», νά ἀνακαινίσῃ τήν Ἰδική Του Εἰκόνα στόν ἄνθρωπο· «φθαρεῖσαν τοῖς πάθεσι», πού ἐφθάρη δηλαδή μέ τά ἐλαττώματά μας καί μέ τίς ἁμαρτίες μας, καί ὁ ἄνθρωπος ἔγινε μία παραμορφωμένη, μία δύσμορφη, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Καί ὁ Θεός, κατεβαίνοντας σέ αὐτόν τόν κόσμο σάν καθαρή, ὁλοκάθαρη Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς Θεός, ἔδειξε τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, τί εἶναι ὁ τέλειος ἄνθρωπος, πῶς πρέπει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτόν τόν κόσμο. [σελ. 83]
Πῶς πρέπει νά εἶναι ὁ ἄνθρωπος σέ αὐτόν τόν κόσμο;
Ἐμεῖς σέ αὐτόν τόν κόσμο πραγματικά πολεμᾶμε, συνέχεια πολεμᾶμε γι’ αὐτήν τήν θεία Εἰκόνα πού εἶναι μέσα στήν ψυχή μας. Ποιός μᾶς τήν κλέβει; Ὅλοι οἱ εἰκονομάχοι.
Πρῶτος εἰκονομάχος εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία δέν θέλει τόν Θεό. Δέν θέλει τόν Θεό οὔτε μέσα στόν ἄνθρωπο, οὔτε μέσα στόν κόσμο γύρω ἀπό τόν ἄνθρωπο. Καί διά τῆς ἁμαρτίας κατεξοχήν εἰκονομάχος εἶναι ὁ Σατανᾶς καί οἱ ἄγγελοί του, οἱ ἀπαίσιοι δαίμονες. Ἐκεῖνοι εἶναι πού κλέβουν τήν ψυχή μας, πού σωρεύουν ἁμαρτίες στήν ψυχή μας καί κατακαλύπτουν τήν θεία Εἰκόνα πού εἶναι μέσα μας. Μέ τό μαῦρο κατράμι τῆς ἁμαρτίας ἀλοίφουν τήν θεία Εἰκόνα πού εἶναι μέσα στήν ψυχή μας. Καί ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ζῆ ἀμετανόητος μέσα στήν ἁμαρτία, ὅταν δέν πολεμᾶ κατά τῶν ἁμαρτιῶν του, ὅταν μένει σέ αὐτές, ὅταν δέν τίς ἐξομολογῆται, τί ἀπομένει ἀπό τήν ψυχή του; Ἀπομένει ἡ θεία Εἰκόνα πασαλειμένη μέ τό μαῦρο πῦον τῆς ἁμαρτίας, τῶν παθῶν, τοῦ θανάτου. Φρικτό θέαμα, φοβερή ντροπή!
Τί σημαίνει λοιπόν νά εἶσαι Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ;
Σημαίνει, ἀδελφοί, τό ἑξῆς:
Ἐμεῖς ἔχουμε νοῦ, ἀλλά ὁ νοῦς μας εἶναι εἰκόνα τοῦ νοῦ τοῦ Θεοῦ μέσα μας.
Ἐμεῖς ἔχουμε θέλησι, ἀλλά ἡ θέλησις εἶναι εἰκόνα τῆς θελήσεως τοῦ Θεοῦ μέσα μας.
Ἐμεῖς ἔχουμε αἴσθησι, ἔχουμε καρδιά, ἀλλά αὐτά εἶναι εἰκόνα θείων αἰσθήσεων μέσα μας.
Ἐμεῖς ζοῦμε σέ αὐτόν τόν κόσμο, ἀλλά αὐτό εἶναι εἰκόνα τῆς ζωῆς τοῦ Θεοῦ.
Ἐμεῖς εἴμαστε ὡσάν εἰκόνες τοῦ Θεοῦ ἀθάνατες, ἀλλά αὐτό εἶναι εἰκόνα τῆς ἀθανασίας τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Θεός μᾶς ἔπλασε θεοειδεῖς, γιά νά ζοῦμε μέσα σέ αὐτόν τόν κόσμο δι’ Αὐτοῦ, γιά νά σκέπτεται πάντοτε ὁ νοῦς μας: πρόσεχε ἀπό Ποιόν εἶσαι, εἶσαι ἀπό τόν Θεό, νά κάνῃς καθαρές σκέψεις, σκέψεις θεϊκές.
Τότε τό θέλημά μας εἶναι τέλειο καί ὑγιές, ὅταν εὐθυγραμμίζεται πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, πρός τό πρωτότυπό του. Ἡ αἴσθησίς μας τότε εἶναι καθαρή, ὑγιής, θεϊκή, ὅταν εὐθυγραμμίζεται πρός τήν αἴσθησι τοῦ Θεοῦ.
[σελ. 87]
Ἄς μᾶς καθαρίσῃ Αὐτός ἀπό κάθε ἁμαρτία, ἀπό κάθε πάθος, ἀπό κάθε θάνατο. Ἄς μᾶς ἐλευθερώσῃ ἀπό κάθε διάβολο, γιά νά μποροῦμε νά εἴμαστε πραγματικά ζῶσες εἰκόνες τοῦ Θεοῦ, γιά νά μπορῇ ὁ ἄνθρωπος νά εἶναι ἐπί τῆς γῆς ἕνα θεῖο μεγαλεῖο.
Ἄνθρωπε! Ἀδελφέ! Ποτέ μήν ξεχνᾶς ὅτι εἶσαι μικρός Θεός μέσα στήν λάσπη! Μέσα στήν λάσπη τοῦ σώματός σου ἐσύ ἔχεις τήν ζῶσα Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Πρόσεχε πῶς ζῆς.
Πρόσεχε τί κάνεις μέ τήν Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ πού εἶναι μέσα σου. Πρόσεχε, –ἄνθρωπε! ἄνθρωπε! ἄνθρωπε! Διότι ἡ ζωή μας ξεκινᾶ ἀπό τήν γῆ καί καταλήγει στό πάμφωτο πρόσωπο τοῦ Θεοῦ, γιά νά δώσουμε ἐκεῖ ἀπολογία τί κάναμε μέ τήν Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ὅσο ἤμασταν σέ αὐτόν τόν κόσμο.
Εὔχομαι ὁ Ἀγαθός Κύριος νά χαρίσῃ στήν καρδιά τοῦ καθενός μας ὅλα τά οὐράνια δῶρα, ὅλες τίς εὐαγγελικές ἀρετές: τήν πίστι καί τήν ἀγάπη καί τήν ἐλπίδα καί τήν προσευχή καί τήν νηστεία καί τήν ὑπομονή καί τήν πραότητα καί τήν ταπείνωσι, ὥστε νά μπορέσουμε νά ἀντέξουμε ὅλο αὐτόν τό φοβερό ἐπίγειο ἀγῶνα, νά διαφυλάξουμε στήν ψυχή μας τήν θεία μορφή καί νά μετατεθοῦμε ἀπό τόν κόσμο αὐτό πρός τόν Ἀναστάντα Κύριο σέ ἐκεῖνο τόν κόσμο.
Ἀλλά μέχρι τότε ἡ ἁγία νηστεία ἄς μᾶς ὁδηγῇ πρός τό Ἅγιον Πάσχα, τήν Ἁγία Ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, γιά νά προσκυνήσουμε, ὅσο εἴμαστε ἀκόμη μέ τό σῶμα μας, Αὐτόν, τόν Ἀναστάντα Κύριο, τόν Νικητή τῆς ἁμαρτίας, τοῦ θανάτου καί τοῦ διαβόλου, Αὐτόν πού ἐξασφάλισε τήν Αἰώνιο Ζωή γιά τό σῶμα μας καί γιά τήν ψυχή μας.
Σέ Αὐτόν, μόνο σέ Αὐτόν, ἀποκλειστικά σέ Αὐτόν, ἀνήκει αἰώνιος δόξα καί τιμή, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
8.
Ὀρθοδοξία: ἐν Χριστῷ ζωή, ἀνοιχτός οὺρανός
Ὀρθοδοξία: ἐν Χριστῷ ζωή, ἀνοιχτός οὺρανός
- Κυριακὴ τῆς Ὀρθοδοξίας
Γιορτάζουμε σήμερα τὴν Πίστη μας, τὴν Ὀρθοδοξία. Μὲ ἀφορμὴ τὴ νίκη τῆς Ἐκκλησίας ἐναντίον τῶν εἰκονομάχων πανηγυρίζουμε τὸν θρίαμβο τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον ὅλων τῶν ἐχθρῶν της, διωκτῶν, αἱρετικῶν, ἀθέων…
Διακηρύξαμε σήμερα τὴ σταθερὴ προσήλωσή μας στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη τῶν Πατέρων μας. Ὁμολογήσαμε ὅτι ὅπως ἀποκαλύφθηκε ἡ πίστη ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ διδάχθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ ἑρμηνεύθηκε καὶ ἀναλύθηκε ἀπὸ τοὺς ἁγίους Πατέρες, «οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω πιστεύομεν…»· ἔτσι λαλοῦμε, αὐτὸ εἶναι τὸ φρόνημά μας, αὐτὰ πιστεύουμε· χωρὶς νὰ προσθέτουμε τίποτε, χωρὶς νὰ ἀφαιροῦμε τίποτε ἀπολύτως…
Τὸ ὅτι εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες δωρεὲς τοῦ Θεοῦ. Καθημερινὰ καὶ ὄχι μόνο σήμερα ὀφείλουμε νὰ εὐχαριστοῦμε τὸν Κύριο γι᾿ αὐτὴ τὴ δωρεά Του. Ἀλλὰ ὀφείλουμε καὶ νὰ κρατᾶμε τὴν πίστη μας ἀμόλυντη: νὰ μὴ συμμετέχουμε στὰ λεγόμενα Μυστήρια τῶν σχισματικῶν καὶ τῶν αἱρετικῶν οὔτε νὰ συμπροσευχόμαστε μὲ αὐτούς· νὰ μὴν ἀδιαφοροῦμε ὅταν γίνεται προσπάθεια νὰ παραχαραχθεῖ τὸ Ὀρθόδοξο δόγμα ἢ νὰ γίνει ψευδοένωση μὲ αἱρετικοὺς χωρὶς ἐκεῖνοι νὰ ἀποκηρύξουν τὶς κακοδοξίες τους. Ἐπιπλέον ἔχουμε χρέος ἱερὸ νὰ μαθαίνουμε τὴν Πίστη μας ὅσο μποροῦμε, νὰ διαφωτίζουμε ἄλλους ποὺ τὴν ἀγνοοῦν, καὶ γενικὰ νὰ τὴν ὁμολογοῦμε καὶ νὰ τὴν ὑπερασπιζόμαστε ὅποτε παρουσιάζεται τέτοια ἀνάγκη.
- Ἐμπειρία Χριστοῦ
Ἀκούσαμε στὸ εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας ὅτι μόλις ὁ Φίλιππος γνώρισε τὸν Κύριο, πῆγε ἀμέσως στὸν ἀγαπημένο του φίλο τὸν Ναθαναὴλ καὶ τοῦ εἶπε μὲ ἐνθουσιασμό: «Βρήκαμε αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραψαν ὁ Μωυσῆς καὶ οἱ Προφῆτες! Εἶναι ὁ Ἰησοῦς ὁ γιὸς τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ». Ἐκεῖνος ἐξέφρασε ἐπιφυλάξεις: «Μὰ εἶναι δυνατὸν νὰ προέρχεται κάτι καλὸ ἀπὸ τὴ Ναζαρέτ;». Τότε ὁ Φίλιππος κατέφυγε στὸ πιὸ ἰσχυρὸ ἐπιχείρημα: «Ἔρχου καὶ ἴδε». Ἔλα καὶ δές. Ἔλα νὰ Τὸν γνωρίσεις προσωπικά, καὶ θὰ πεισθεῖς γι᾿ αὐτὸ ποὺ σοῦ λέω.
«Ἔρχου καὶ ἴδε». Αὐτὸς ὁ λόγος συνοψίζει τὴν οὐσία τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη μας δὲν εἶναι ἀφηρημένη κοσμοθεωρία ἢ θρησκευτικὴ φιλοσοφία· οὔτε κώδικας ἠθικῶν κανόνων, ἄψυχων καὶ νεκρῶν, ποὺ δῆθεν ἐξασφαλίζουν τὴν αὐτοδικαίωση. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι ζωή, εἶναι ἐμπειρία, γνωριμία μὲ ἕνα ζωντανὸ πρόσωπο, μὲ τὴ μοναδική, τὴν ἀπαστράπτουσα προσωπικότητα τῆς Ἱστορίας, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Εἶναι ἡ ἐν Χριστῷ ζωή, ἡ σύναψη στενοῦ συνδέσμου μὲ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ. Ὅποιος γνώρισε ἀληθινὰ αὐτὸ τὸ Πρόσωπο, ἑλκύσθηκε ὁλοκληρωτικὰ ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὸ κάλλος Του.
- Ἀνοιχτὸς οὐρανός!
Πράγματι ὁ Ναθαναὴλ πίστεψε στὸν Κύριο, μόλις Τὸν γνώρισε. Τότε Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Ἐπειδὴ σοῦ εἶπα ὅτι σὲ εἶδα κάτω ἀπὸ τὴ συκιά, πιστεύεις; Θὰ δεῖς μεγαλύτερα ἀπὸ αὐτά». Καὶ συνέχισε: «Ἀληθινὰ σᾶς διαβεβαιώνω, ἀπὸ τώρα ποὺ ἄνοιξε ὁ οὐρανὸς κατὰ τὴ Βάπτισή μου, θὰ βλέπετε διαρκῶς τὸν οὐρανὸ ἀνοιγμένο καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ν᾿ ἀνεβαίνουν καὶ νὰ κατεβαίνουν στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νὰ ὑπηρετήσουν Αὐτὸν καὶ τὴν Ἐκκλησία Του».
Μὰ πότε εἶδαν ἀγγέλους οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατὰ τὴ δημόσια δράση τοῦ Κυρίου; Δὲν μαρτυρεῖται κάτι τέτοιο ἀπὸ τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια. Ὁ λόγος λοιπὸν αὐτὸς τοῦ Κυρίου σημαίνει ὅτι στὰ καταπληκτικὰ καὶ πολυάριθμα θαύματα τοῦ Κυρίου θὰ διαπίστωναν τὴ στενὴ σχέση καὶ ἐπικοινωνία Του μὲ τὸν οὐρανό, ὅπως ἐὰν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαιναν καὶ κατέβαιναν διαρκῶς, διατηρώντας συνεχὴ καὶ ἀδιάκοπη τὴν ἐπικοινωνία μεταξὺ τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ ἐπουρανίου Πατρός Του.
Ἀλλὰ αὐτὸς ὁ λόγος σὲ τί ἀφορᾶ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς ὅλων τῶν αἰώνων, ποὺ δὲν ζοῦμε στὴν ἐποχὴ τοῦ Κυρίου; Μᾶς ἀφορᾶ, διότι ἡ πραγματικότητα αὐτὴ ἐξακολουθεῖ νὰ ἰσχύει μέσα στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, τὴν ὁποία Ἐκεῖνος κυβερνᾶ καὶ ζωοποιεῖ. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ὁ οὐρανὸς ἀνοιχτός, ἡ ἕνωση Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου, εἶναι τὸ διαρκὲς θαῦμα τῆς Ἱστορίας, τὸ θεανθρώπινο καθίδρυμα ποὺ ἀνακαινίζει τὸν πεπαλαιωμένο καὶ φθαρμένο κόσμο καὶ τὸν προετοιμάζει γιὰ τὴν αἰωνιότητα.
Δὲν τὸ νιώθει αὐτὸ ὁ καθένας μας κατ᾿ ἐξοχὴν στὰ ἱερὰ Μυστήρια; Ὅταν ἐξομολογούμαστε, ὅταν κοινωνοῦμε, δὲν νιώθουμε τὴν θεία Χάρι, δὲν ἀγγίζουμε τὸν οὐρανό; Τί εἶναι ἡ θεία Λειτουργία; Ὅσο ἁμαρτωλοὶ καὶ ἂν εἴμαστε, ὅσο λίγα καὶ ἂν καταλαβαίνουμε, ὁπωσδήποτε ἔχουμε νὰ διαβεβαιώσουμε ὅτι ἡ θεία Λειτουργία εἶναι ζωή, εἶναι μυσταγωγία, εἶναι πηγὴ ἀνανεώσεως καὶ ἁγιασμοῦ, οὐράνιο λιμάνι στὸ πολυτάραχο ταξίδι τῆς καθημερινότητος.
Ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν καθημερινότητα αἰσθανόμαστε τὴ θεία Χάρι, τὸν οὐρανὸ ἀνοιχτό, στὴν κατ᾿ ἰδίαν προσευχή, ὅταν κάνουμε τὸν σταυρό μας μὲ εὐλάβεια, ὅταν κυκλοφοροῦμε στὴν καρδιά μας ἕνα χωρίο τῆς θεόπνευστης Ἁγίας Γραφῆς, ὅταν ἀντιμετωπίζουμε τὸν θάνατο μὲ ἐλπίδα…
Ὀρθοδοξία: ὁ οὐρανὸς στὴ γῆ· καὶ ἡ καρδιά μας οὐρανός, ὅταν βασιλεύει σ᾿ αὐτὴν ὁ Χριστός.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”