Ἡ ἐτήσια ἔκθεση τοῦ Στέιτ Ντιπάρτμεντ γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα σὲ ὅλες τὶς χῶρες τοῦ πλανήτη ἀναφέρεται στὶς προκλήσεις ποὺ ἀντιμετωπίζει ἡ Ἑλλάδα γιὰ τὴ θεσμικὴ βελτίωση ἀλλὰ καὶ ὑλοποίηση τοῦ ὑπάρχοντος νομικοῦ πλαισίου προστασίας τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων. Στὴν ἔκθεση, ποὺ καλύπτει τὴ χρονικὴ περίοδο τοῦ ἔτους 2018, καταγράφονται ὡς σημαντικὰ σημεῖα παραβιάσεων τῶν ἀνθρωπίνων δικαιωμάτων στὴ χώρα μας ἡ ποινικοποίηση τῶν ἀναφορῶν τοῦ Τύπου μὲ τὴν ἐφαρμογὴ τοῦ νόμου περὶ δυσφήμισης, οἱ συνθῆκες κράτησης στὶς φυλακές, οἱ διαδικασίες ἐπαναπροώθησης τῶν αἰτούντων ἄσυλο, ἡ διαφθορά, ἡ βία ἐναντίον τῶν γυναικών, παιδιῶν, μελῶν τῆς ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας καὶ προσφύγων.
Ἰδιαίτερη ἀναφορὰ γίνεται στὸ προσφυγικὸ ζήτημα ἀφοῦ μὲ τὴν ἔκθεση νὰ ἐπικρίνει τὶς συνθῆκες ποὺ ἐπικρατοῦν στοὺς καταυλισμοὺς ὅσο καὶ τὴν…. ἐλευθερία κίνησης τῶν αἰτούντων ἄσυλο.
Συγκεκριμένα γίνεται λόγος γιὰ «αἰτοῦντες ἄσυλο ποὺ διαμαρτύρονται γιὰ τὴ δυσκολία προγραμματισμοῦ ραντεβοὺ καὶ σύνδεσης μὲ τὸ σύστημα ὑπηρεσιῶν ἀσύλου μέσω τοῦ Skype. ΜΚΟ, διεθνεῖς ὀργανισμοὶ καὶ ἀκτιβιστὲς γιὰ τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα ἐκφράζουν ἀνησυχίες σχετικὰ μὲ τὸ σύστημα ἀπονομῆς ἀσύλου, συμπεριλαμβανομένης τῆς ἔλλειψης ἐπαρκοῦς προσωπικοῦ καὶ διευκολύνσεων, δυσκολίες στὴν καταχώριση ἀξιώσεων, παροχὴ συμβουλῶν, νομικὲς ὑπηρεσίες καὶ ὑπηρεσίες διερμηνείας, καὶ κράτησης ὑπὸ συχνὰ ἀνεπαρκεῖς καὶ ὑπερπλήρεις συνθῆκες ἐντὸς τῶν καταυλισμῶν».
Παράλληλα, ἡ ἔκθεση ἀφήνει αἰχμὲς γιὰ τὴν ἀπαγόρευση χρήσης τοῦ ὄρου «Τουρκικὸς» ἀπὸ Ἑνώσεις στὴν Θράκη καὶ τὸν αὐτοπροσδιορισμὸ ὡς «Μακεδόνων» σλαβικῶν ὁμάδων στὴν Ἑλλάδα.
Ἂν καὶ καταγράφεται ἡ τριπλῆ διάσταση τῆς μουσουλμανικῆς μειονότητας στὴν Θράκη (ἐθνικὰ Τουρκική, Πομακικὴ καὶ Ρομὰ) καὶ οἱ καταγγελίες γιὰ ἄσκηση πίεσης σὲ Πομάκους καὶ Ρομὰ γιὰ νὰ δηλώσουν «ἐθνικὰ Τοῦρκοι», ἡ ἔκθεση ἐπικρίνει τὴν Ἑλλάδα γιατί δὲν ἀναγνωρίζει καὶ δὲν ἀποδέχεται τὴν χρήση τοῦ ὄρου «τουρκικὸς» σὲ ἑνώσεις στὴν Θράκη, κάνοντας εἰδικὴ ἀναφορὰ στὴν «Τουρκικὴ Ἕνωση Ξάνθης».
Ἐπικρίνεται ἐπίσης ἡ Ἑλλάδα ἐπειδὴ «θέτει νομικοὺς περιορισμοὺς στὶς ὀνομασίες τῶν ἑνώσεων πολιτῶν ποὺ αὐτοπροσδιορίζονται σὰν ἐθνικὰ Μακεδόνες» καὶ ἀπορρίπτει τὴν ἐπιδίωξη «πολιτῶν ποὺ αὐτοκαθορίζονται ὡς Τοῦρκοι, Πομάκοι, Βλάχοι, Ρομά, Ἀρβανίτες ἢ Μακεδόνες γιὰ ἐπίσημη ἀναγνώρισή τους ὡς ἐθνοτικῶν ἢ γλωσσικῶν μειονοτήτων».
Σημειώνεται ὅτι οἱ ἀναφορὲς σὲ πολίτες ποὺ αὐτοπροσδιορίζονται «Μακεδόνες» καὶ ζητοῦν τὴν ἀναγνώρισή τους ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα εἶναι ἀνησυχητικές, καθὼς ἔρχονται τὴ στιγμὴ ποὺ ἡ Συμφωνία τῶν Πρεσπῶν ἔχει ἀνοίξει τὴν «ὄρεξη» ὅσων ἐπιχειροῦν μὲ ὄχημα τὶς προβλέψεις τῆς Συμφωνίας νὰ ἀνοίξουν θέμα «Μακεδονικῆς μειονότητας».