Α) Ἡ καταγωγή του
Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος γεννήθηκε στὰ Λειβάδια τῆς πόλεως τῆς Χίου, τὴν 1η Ἰουλίου τοῦ 1869. Οἱ γονεῖς του ὀνομαζόνταν Κωνσταντῖνος καὶ Ἀγγεριώ. Ἦταν ἄνθρωποι σεμνοί, εὐλαβεῖς καὶ ἐνάρετοι. Βάπτισαν λοιπὸν τὰ δύο μεγαλύτερα παιδιά τους Νικόλαο καὶ Καλλιόπη, ἐνῶ τὸν νεώτερο γιό τους Ἀργύριο. Νὰ σημειώσουμε μόνο τὸ γεγονός, ὅτι ἡ Καλλιόπη ἔγινε κάποια στιγμὴ μοναχὴ καὶ μετονομάσθηκε Καλλινίκη. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ὁ Ἀργύριος ἔδειξε σὲ ὅλους ὅτι εἶχε ἀξιωθεῖ τῆς Θείας Χάριτος. Ὁ μεγαλύτερος ἀδελφός του ὁ Νικόλαος σὲ ἀναφορές του σχετικὰ μὲ τὸν Ἀργύριο ἔλεγε, ὅτι ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἀκόμη ποὺ ἦταν, ἔβλεπε πολλὲς φόρές, πάνω ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ εἶχαν τοποθετήσει τὸν Ἀργύριο ὅταν ἦταν βρέφος, τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο νὰ τὸν σκεπάζει τρυφερά, μὲ μιὰ βασιλικὴ πορφύρα, ἐνῶ ταυτόχρονα πεταγόταν ὁλόγυρα λάμψεις Θείου Φωτός. Ἡ ἐποχὴ ποὺ ἔζησε ὁ Ἀργύριος ἦταν μιὰ δύσκολη ἐποχὴ γιὰ τὸ μαρτυρικὸ νησὶ τῆς Χίου. Μόνο νὰ ἀναλογιστοῦμε τὸ γεγονός, ὅτι οἱ σφαγὲς τῶν Τούρκων μόλις εἶχαν κοπάσει καὶ οἱ μνῆμες ἀπὸ τὶς θηριωδίες τους ἦταν ἀκόμα νωπές.
Β) Τὰ πρῶτα χρόνια
Οἱ συνθῆκες δὲν ἐπέτρεπαν τότε στὰ παιδιὰ ποὺ προέρχονταν ἀπὸ φτωχὲς οἰκογένειες νὰ σπουδάσουν καὶ ἔτσι, ὅπως ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς ἡλικίας του, ὁ Ἀργύριος δὲν σπούδασε καὶ ὅπως ἦταν φυσικό, τὰ γράμματα ποὺ ἔμαθε ἦταν αὐτὰ τοῦ δημοτικοῦ σχολείου. Ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ τῆς Χίου ἤξεραν ὅτι ὁ τόπος τους ἦταν ποτισμένος μὲ τὸ αἷμα μεγάλων Ἁγίων ποὺ μὲ τὶς θυσίες τους καὶ τοὺς ἀγῶνες τους εἶχαν στολίσει καὶ ἁγιάσει τὸ μαρτυρικὸ νησί.
Ἔζησε λοιπὸν καὶ ἀνδρώθηκε ὁ Ἀργύριος, μὲσα σὲ μιὰ ἐποχὴ γεμάτη δυσκολίες καὶ κακουχίες, ἀλλὰ σὲ ἕνα χριστιανικὸ περιβάλλον μὲ μνῆμες βαθειὲς ῥιζωμένες. Τὴν τέχνη τοῦ ὑποδηματοποιοῦ λοιπὸν τὴν ἔμαθε ὁ μικρὸς Ἀργύριος γιὰ βιοποριστικοὺς λόγους, τὴν ὁποία θὰ ἐξασκοῦσε καὶ στὴ συνέχεια τῆς ζωῆς του ὡς δόκιμος μοναχός.
Γ) Ὁ Μοναχὸς Παχώμιος
Ὁ μικρὸς Ἀργύριος ποὺ θὰ μποροῦσε λόγῳ τῆς φτώχειας καὶ τῆς ἀνέχειας νὰ ζήσει ἀνάμεσα στὸν κόσμο τῆς πατρίδας του, ἀναζητώντας μόνο τὴν βιοποριστικὴ λύση, ποτὲ δὲν παρασύρθηκε ἀπὸ τὶς εὔκολες καὶ ἐφήμερες λύσεις. Προτίμησε λοιπὸν τὸν δύσκολο καὶ βασανιστικὸ δρόμο, τὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς, ποὺ θὰ τὸν ὁδηγοῦσε τελικὰ στὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ὁ Ἀργύριος προσευχόταν καὶ νήστευε. Ἔφηβος θὰ ἦταν ἀκόμη ὅταν συνδέθηκε μὲ κάποιο Μοναχὸ ὀνόματι Παχώμιο. Ὁ Πατέρας Παχώμιος ἦταν ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου καὶ τῆς Σκήτης τῶν Ἁγίων Πατέρων ποὺ βρίσκονταν στὸ Προβάτειο Ὄρος. Ἐκτὸς τῶν ἄλλων, ὑπῆρξε καὶ Γέροντας τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, τοῦ ἐν Αἱγίνῃ. Ὁ Γέροντας Παχώμιος τοῦ καλλιέργησε κατ᾿ ἀρχὴν τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεό, καὶ τὸν πλησίον του. Ἡ γνωρίμια αὐτὴ ἔγινε ἀφετηρία νὰ πάρει ὁ Ἀργύριος τὴν μεγάλη ἀπόφαση νὰ ἀφήσει τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ ἀφιερωθεῖ στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό. Ἔτσι λοιπόν, θέλοντας νὰ γίνει μοναχός, ἀποτάνθηκε στὸν Πατέρα Παχώμιο. Ἀρχικά, καθ᾿ ὑπόδειξή του, ἐπιδόθηκε στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες ἀπὸ τὸ σπίτι του ὅπου οἱ νηστεῖες, οἱ συχνὲς ἀγρυπνίες καὶ οἱ συνεχεῖς προσευχές, ἀποτελοῦσαν τὴν καθημερινότητά του. Θεωροῦσε ὡς μητέρα ὅλων τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ, τὴν ἡσυχία. Τὶς ὧρες λοιπὸν τῆς ἀπομόνωσης καὶ τῆς περισυλλογῆς χρησιμοποιοῦσε σὰν καταφύγιο ἕνα ὑπόγειο δωμάτιο ποὺ ὑπῆρχε στὸ πατρικό του σπίτι. Νηστευτὴς καθὼς ἦταν ἀλλὰ καὶ φιλόπτωχος ἀπὸ μικρός, πρόσφερε τὸ φαγητό του σὲ ὅσους πεινοῦσαν, ἔστω κι᾿ ἂν ὁ ἴδιος θὰ ἔπρεπε νὰ μείνει νηστικὸς γιὰ πολὺ καιρό.
Δ) Μικρόσχημος Μοναχός
Ὁ Παχώμιος, ἀναγνωρίζοντας τὴν πνευματικὴ πρόοδο τοῦ Ἀργυρίου, τὸν ἔκειρε μικρόσχημο μοναχό, στὴν ἡλικία τῶν 20 μόλις ἐτῶν. Ἐτσι λοιπὸν ὁ Ἀργύριος μετονομάστηκε Ἄνθιμος, γιὰ νὰ εὐωδιάζει τοὺς πλησιάζοντας αὐτὸν μὲ πνευματικὴ εὐωδία ἀπὸ τὰ ὡραῖα ἄνθη τῶν ἀρετῶν του. Ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος ὑπῆρξε λαμπρὸ παράδειγμα ταπεινοφροσύνης καὶ ὑπακοῆς γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ τὸν ἔζησαν ἀπὸ κοντά. Μάλιστα, τὸν πρῶτο καιρὸ ὁ Παχώμιος, ἔλεγε στοὺς ἀδελφοὺς ὅτι ὁ Ἄνθιμος σὰν ἀρχάριος εἶναι τέλειος Μοναχός, ἐνῷ δὲν παρέλειπε νὰ τονίζει ὅτι κάποια μέρα ὁ Ἄνθιμος θὰ γίνει Μέγας Πατέρας. Ὁ Γέροντας ἐκτιμῶντας μάλιστα τὴν ἁγνότητα τοῦ νέου τότε Μοναχοῦ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν φροντίδα τῶν δόκιμων γυναικῶν Μοναχῶν γιὰ τὴν μετάβασή τους στὴν Σκήτη, τὴν ἐξομολόγησή τους ἐκεῖ καὶ τὴν ἐπιστροφή τους ἀπὸ τὸ Προβάτειο ὄρος στὸ σπίτι τους. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό, ὁ Γέροντας, βλέποντας τὴν εὐστροφία του καὶ τὴν ὀξύνοιά του, τοῦ ἀνέθεσε ἀπὸ κοινοῦ μαζὶ μὲ ἄλλους ἀδελφούς, τὴν ἐπίβλεψη τῶν ἐργασιῶν ποὺ γίνονταν γιὰ τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς γυναικείας Μονῆς τοῦ Ἁγ. Κωνσταντίνου.
Ε) Ἡ ἀσθένεια δὲν τὸν καταβάλλει
Νεαρὸς Μοναχὸς τότε ὁ Ἄνθιμος, γεμᾶτος ἐνθουσιασμό, θέλοντας νὰ προσφέρει ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα στὴν ἀνέγερση τῆς Μονῆς, ἐξαντλημένος ὅμως ἀπὸ τοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνές του, ἀῤῥώστησε. Ἄρχισε νὰ ὑποφέρει ἀπὸ σοβαρὲς στομαχικὲς διαταραχές, τέτοιες ποὺ τὸ σῶμά του τρανταζόταν καὶ πονοῦσε συνέχεια. Ὑπῆρξε λοιπὸν ἄμεση ἀνάγκη ὁ Ἄνθιμος νὰ μεταφερθεῖ σὲ κάποιο ἄλλο μέρος ἐπειδὴ εἶχε ἀνάγκη ἰατρικῆς παρακολούθησης καὶ γιατὶ ἔπρεπε νὰ τρέφεται σωστά. Ὁ καθοριστικὸς λόγος βέβαια ἦταν ὅτι ἡ Σκήτη εἶχε πολλοὺς αὐστηροὺς κανόνες καὶ δὲν ἐπιτρεπόταν ἡ κατάλυση ὁρισμένων τροφῶν. Ὁ Γέροντας Παχώμιος ὅμως, παρακίνησε καὶ εὐλόγησε τὸν Ἄνθιμο, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἐπιστρέψει στὸ πατρικό του σπίτι μέχρι τὴν ἀνάῤῥωσή του, κοντὰ στοὺς γέροντες γονεῖς του. Ταυτόχρονα, ὁ Γέροντας ἀνέλαβε ὅλες τὶς δαπάνες γιὰ τὴν θεραπεία του. Ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπιστροφή του στὸ σπίτι ὁ Ἄνθιμος συνεχίζει νὰ ζεῖ ὅπως ζοῦσε κοντὰ στοὺς ἀδελφούς του. Συνέχισε λοιπὸν τὴν ἄσκηση, τὴν νηστεία, τὴν ἀγρυπνία καὶ τὴν προσευχή, ὑποβάλλοντας τὸν ἑαυτό του σὲ συνεχὴ δοκιμασία. Οἱ ἡμέρες πέρασαν καὶ χωρὶς νὰ ἔχει ἀποθεραπευτεῖ ἐντελῶς, ζήτησε τὴν ἄδεια τοῦ Γέροντά του γιὰ νὰ χτίσει ἕνα μικρὸ κελλί, σὲ μιὰ γωνιὰ τῶν πατρικῶν του κτημάτων ὅπου καὶ ἐκεῖ θὰ ἡσύχαζε. Κάθε μέρα ἐργαζόνταν ὡς ὑποδηματοποιός, καὶ τὴν νύκτα προσευχόταν ἀδιάκοπα. Τὰ ἔσοδα ἀπὸ τὴν χειρωνακτικὴ ἐργασία τὰ διέθετε ἔτσι ὥστε νὰ συντηροῦνται οἱ γέροντες γονεῖς του καὶ βέβαια οἱ ἀναξιοπαθοῦντες καὶ ἄῤῥωστοι συνάνθρωποί του.
ΣΤ) Ὁ διάβολος τὸν δοκιμάζει
Μὲ ἀτελειώτους ἀσκητικοὺς ἀγῶνες καὶ προσευχή, περνοῦσαν τὰ χρόνια γιὰ τὸν Ἄνθιμο. Ὁ διάβολος, βλέποντας τὸν πολύτιμο τοῦτο μαργαρίτη, τὸν φθόνησε. Τὸν ἐπισκέφθηκε λοιπὸν στὸ κελλί του καὶ τὸν ὑπέβαλε σὲ μιὰ σειρὰ ἀπὸ δοκιμασίες, στὶς ὁποῖες ὅμως ὁ Ἄνθιμος στάθηκε μὲ τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς καὶ τῆς νηστείας. Κάποια στιγμὴ μάλιστα, πῆρε τὴν ἄδεια τοῦ Γέροντά του γιὰ νὰ ἀγρυπνήσει καὶ νὰ νηστέψει. Ἔμεινε λοιπὸν ξάγρυπνος καὶ νήστεψε δέκα ἐννέα μερόνυχτα καὶ ὅλο αὐτὸν τὸν καιρὸ ἔτρωγε λίγο ξερὸ ψωμί, κάθε δύο ἡμέρες καὶ ἔπινε πολὺ λίγο νερό. Κάποια στιγμὴ μέσα σὲ αὐτὸ τὸ διάστημα ἦλθε σὲ θεϊκὴ ἔκσταση καὶ τὸ πνεῦμά του κατευθύνθηκε πρὸς τὸν οὐρανὸ ὲνῶ ταυτόχρονα ἄκουγε μελωδίες Ἀγγέλων νὰ ἔρχονται ἀπὸ παντοῦ. Τὴν στιγμὴ ποὺ βρισκόταν τὸ πνεῦμά του στὸν οὐρανό, παρατηροῦσε τὸ σῶμά του τὸ ὁποῖο βρισκόταν κάτω στὴν γῆ. Μετά, ὅταν ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὸ σῶμά του, τὸ μόνο ποὺ ἔλεγε ἦταν:
-Κύριε ἐλέησον.
Ἔπειτα λοιπὸν ἀπὸ αὐτὴ τὴν θαυμαστὴ μὰ πολὺ ἐξαντλητικὴ γιὰ τὸ σῶμά του ἀγρυπνία καὶ νηστεία, αὐτὰ τὰ δέκα ἐννέα μερόνυχτα, ὁ Ἄνθιμος ἔνοιωσε ὅτι ἔπρεπε νὰ φάει καὶ νὰ κοιμηθεῖ. Ἔξω ἀπὸ τὸ κελλάκι του ὑπῆρχε μιὰ πελώρια καὶ γέρικη ἐληά, τῆς ὁποίας τὸ κούφωμα εἶχε κάνει ὁ νεαρὸς Ἄνθιμος τόπο προσευχῆς ὅπου εὕρισκε τὴν βαθιὰ ἡρεμία καὶ γαλήνη.
Ζ) Μεγαλόσχημος Μοναχός
Ὁ Γέροντας Παχώμιος βλέποντας τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ὑποτακτικοῦ του, αἰσθανόμενος ξεχωριστὴ χαρά, γι᾿ αὐτὸ ἤθελε νὰ κάνει τὸν Ἄνθιμο μεγαλόσχημο Μοναχό, ἀλλὰ ἀνέβαλλε. Τὸ ἔτος 1905 ὁ Γέροντας Παχώμιος κοιμήθηκε καὶ διάδοχός του στὴν ἡγουμενία ἐξελέγη ὁ Ἱερομόναχος Ἀνδρόνικος, ὁ ὁποῖος γνώριζε πολὺ καλὰ τὴν πορεία τοῦ Ἀνθίμου. Ὅταν λοιπὸν ὁ Ἄνθιμος βρισκόταν στὴν ἡλικία τῶν σαράντα ἐτῶν, τὸν ἔκειρε μεγαλόσχημο Μοναχό.
Ὁ ἐνάρετος τρόπος ζωῆς του στὰ μάτια ὅλων ὅσων τὸν πλησίαζαν προκαλοῦσε μεγάλο ἐνδιαφέρον καὶ ζῆλο γιὰ τὸν μοναχικὸ βίο καὶ γιὰ μίμηση τῶν ἀθλημάτων του. Τὰ συχνὰ μάλιστα θαύματα τῆς Ἱερῆς Εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας, ὁδηγοῦσαν πλήθη πιστῶν ὅλων τῶν ἡλικιῶν στὸ ἀσκητήριό του, ποὺ ἔγινε πόλος ἕλξεως γιὰ τοὺς χριστιανούς. Τὸ ἀσκητήριό του εἶχε γίνει τόπος γιὰ νὰ φρονηματίζονται, νὰ μετανοοῦν, νὰ μαθαίνουν, νὰ προσεύχονται, νὰ νηστεύουν, νὰ ἀγωνίζονται κατὰ τῶν δαιμόνων καὶ τῶν κακῶν παθῶν οἱ πιστοὶ χριστιανοί. Οἱ ἐπισκέπτες τοῦ ζητοῦσαν νὰ τοὺς ἐξομολογήσει καὶ νὰ τοὺς δώσει τὴν εὐχή του. Ἀλλὰ ὁ Ἄνθιμος δὲν εἶχε ἱερωσύνη καὶ δὲν ἦταν Πνευματικός. Πολλοὶ λοιπὸν προέτρεπαν τὸν Ἄνθιμο νὰ λάβει τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης. Σύσσωμος ὁ φιλόχριστος λαὸς τῆς Χίου ζήτησε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ἱερώνυμο Γοργία νὰ δοθεῖ στὸν Ἄνθιμο τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ἀλλὰ ὁ Μητροπολίτης δὲν ἐνέκρινε τὴν χειροτονία του. Ὁ βασικὸς λόγος ἦταν ὅτι ὁ Ἄνθιμος δὲν γνώριζε πολλὰ γράμματα καὶ ἀγνοοῦσε τὴν γλῶσσα τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν Λειτουργικῶν κειμένων.
Η) Ἱερέας
Ὁ Ἄνθιμος διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα του. Ἄν ὑποβαλλόταν σὲ σύντομη ἀγωγή, εὔκολα θὰ μποροῦσε νὰ γίνει ἐκλεκτὸς ἱερουργός, καὶ σπάνιος πνευματικός. Ἀπὸ Θεία Οἰκονομία πῆγε στὸ Ἀδραμύττι τῆς Σμύρνης τοὺς πρώτους μῆνες τοῦ 1910 γιὰ νὰ μάθει τὰ πρῶτα γράμματα. Ἡ πρώτη ἐξαδέλφη του ποὺ ὀνομαζόταν Λουκία Διοματάρη, ἀνέλαβε νὰ τὸν βοηθήσει. Στὸ Ἀδραμύττι, ὁ σύζυγος τῆς Λουκίας, ὁ προύχοντας Στέφανος Διοματάρης, βάλθηκε νὰ τοῦ μάθει γράμματα γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο. Δάσκαλό του προσέλαβε τὸν ἔμπειρο καὶ σοφὸ Καρακατσάνη γιὰ νὰ τὸν προχωρήσει γρήγορα. Ἡ προετοιμασία κράτησε ἀρκετοὺς μῆνες. Ἔπειτα, ἡ οἰκογένεια Διοματάρη καὶ ὁ Ἄνθιμος ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Σμύρνη. Μὲ ἐντολὴ τοῦ Μητροπολίτη Ἐφέσου, ὁ μοναχὸς Ἄνθιμος χειροτονήθηκε στὴν Σμύρνη ἱερέας, ἀπὸ τὸν βοηθὸ Ἐπίσκοπο Δηλανᾶ.
Τὴν στιγμὴ ἀκριβῶς ποὺ ὁ Ἐπίσκοπος τὸν προσαγόρευε Ἄξιος, καὶ τὸ ἐκκλησίασμα ἀπαντοῦσε Ἄξιος, ἕνας δυνατὸς σεισμὸς τράνταξε συθέμελα τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν εὐρύτερη περιοχή.
Παναγία μου· ἦταν ἡ ἰαχὴ ποὺ ἀκούστηκε ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ ὅλοι σταυροκοπήθηκαν τρομαγμένοι. Ὁ οὐρανὸς ξαφνικὰ μαύρισε καὶ τὸ σύμπαν ἀναστατώθηκε. Βροντές, ἀστραπὲς καὶ κατακλυσμός. Καὶ τότε πάλι ἀκούστηκε ἀπὸ τοὺς πιστούς· Παναγία μου.
Μὲ τὴν ταλάντωση τῶν καντηλιῶν ἀπὸ τὸν σεισμό, μιὰ καντήλα ἔπεσε μπροστὰ στὰ πόδια του πρὶν ἀπὸ λίγο χειροτονηθέντος Ἄνθιμου. Ἀμέσως σταμάτησαν ὅλα. Τὴν κοσμοχαλιασιὰ διαδέχθηκε σιωπηλὴ γαλήνη ἐνῷ ὁ Ἄνθιμος ἔκλαιγε. Ὁ Θεὸς ἐπιδοκίμασε τὴν χειροτονία τοῦ Ἱερέα πλέον Ἄνθιμου μὲ θαυμαστὸ τρόπο καὶ τὸν ὅπλισε μὲ τὴν θαυματουργική του δύναμη.
Θ) Ὁ δαιμονισμένος
Στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀδραμυττίου, ὑπῆρχε ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἕνας ἄνθρωπος ποὺ βασανιζόταν σκληρὰ ἀπὸ δαιμόνια. Οἱ κάτοικοι τὸν κρατοῦσαν δεμένο μὲ μιὰ μεγάλη σιδερένια ἀλυσίδα στὸν κορμὸ ἑνὸς μεγάλου πλατάνου. Μέρα καὶ νύκτα φώναζε ἄγρια καὶ ἔμενε γυμνὸς καὶ νηστικός. Ἔβγαζε ἀφροὺς ἀπὸ τὸ στόμα, ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.
Οἱ Ἱερεῖς προσεύχονταν γιὰ νὰ τὸν εὐσπλαγχνισθεῖ ὁ Θεός καὶ νὰ τὸν θεραπεύσει. Καὶ ἐπειδὴ φοβόντουσαν νὰ τὸν πλησιάσουν, τοῦ διάβαζαν ἐξορκισμοὺς καὶ εὐχὲς ἀπὸ μακριά. Ὅταν ὁ Ἄνθιμος ἔγινε Ἱερέας, ὁ ἀνάδοχός του τὸν προέτρεπε:
-Δὲν πᾶς καὶ ἐσὺ νὰ διαβάσεις τὸν δυστυχισμένο ἐκεῖνο ἄνθρωπο;
Ὁ Ἄνθιμος στὴν ἀρχὴ ἀπέφευγε νὰ πάει. Τελικὰ τὸ πῆρε ἀπόφαση καὶ πῆγε μερικὲς φορὲς καὶ διάβαζε ἐξορκισμούς, ἔψαλλε ἁγιασμούς, ἔκανε παρακλήσεις. Μὲ τὴν θεία δύναμη τῆς προσευχῆς, ὁ ἄῤῥωστος θεραπεύτηκε ἐντελῶς. Στὸ Ἀδραμύττι τῆς Σμύρνης, τὸ γεγονὸς τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονισμένου μαθεύτηκε ἀμέσως καὶ οἱ κάτοικοι ποὺ θεωροῦσαν τὸν Ἄνθιμο Ἄγγελο τοῦ Θεοῦ, ἄφηναν τὶς ἐνορίες τους καὶ μαζεύονταν στὸ μικρὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ὅπου ἐκεῖ ἱερουργοῦσε ὁ Ἱερέας Ἄνθιμος.
Ι) Στὸ Ἅγιον Ὄρος
Οἱ κάτοικοι τοῦ Ἀδραμυττίου ποὺ θεωροῦσαν τὴν παρουσία τοῦ Ἄνθιμου σὰν θεία εὐλογία πήγαιναν κοντά του καὶ οἱ ἐνορίες τῆς περιοχῆς ἄδειαζαν. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα νὰ ξυπνήσει στὶς καρδιὲς τῶν συλλειτουργῶν του ὁ φθόνος. Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἄνθιμος, θέλοντας νὰ ἐλευθερώσει τοὺς συλλειτουργούς του, ἀποφάσισε νὰ ἀναχωρήσει ἀπὸ την περιοχή. Τὸ ἔτος 1911 λοιπόν, εὐλόγησε τοὺς κατοίκους τῆς περιοχῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐχή του, ἀναχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιο Ὄρος. Εἶχε μεγάλο πόθο νὰ προσκυνήσει τὰ Ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων, καὶ νὰ ἀσπαστεῖ τὶς θαυματουργικὲς Εἰκόνες τῆς Θεομήτορος. Γνώριζε, ὅτι στὸ Ἅγιο Ὄρος ὑπῆρχαν πολλοὶ μοναχοὶ καὶ ἐρημίτες ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ μποροῦσε νὰ ὠφεληθεῖ πνευματικά. Ἐκεῖ λοιπόν, ἐπισκεπτόταν μία-μία τὶς Ἱερὲς Μονές, τὶς Σκῆτες καὶ τὰ ἀσκητήρια τῶν ἐρημιτῶν καὶ μοναχῶν. Οἱ Ἁγιορεῖτες κατάλαβαν ἀμέσως τὴν ἀρετὴ τοῦ Ἄνθιμου καὶ ἐκδήλωναν τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἀγάπη τους μὲ πολλοὺς τρόπους. Τὸν γέμισαν μὲ δῶρα πολλά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μόνο ἕνα μικρὸ μέρος πῆρε μαζί του ὅταν ἀναχώρησε ἀπὸ ἐκεῖ. Μάλιστα, τὸ βαρύτιμο Ἅγιο Ποτήριο ποὺ χρησιμοποιοῦσε στὴν Μονή του στὴν διάρκεια τῶν μεγάλων ἑορτῶν, τοῦ τὸ δώρισαν οἱ Ἁγιορεῖτες. Πνευματικὰ πλούσιος καὶ γεμᾶτος ἀγάπη ὁ Ἅγιος, θὰ ἐπιστρέψει στὴν γενέτειρά του, την Χίο.
ΙΑ) Οἱ λεπροί
Οἱ λεπροί, ἤδη ἀπὸ τὸν 7ο αἰῶνα στὴν Λομβαρδία καὶ σύμφωνα μὲ τὸ διάταγμα τοῦ Ῥοθαρίου, ἐξορίζονταν ἀμέσως μόλις διαπιστωνόταν ἡ ἀσθένειά τους. Ἔχαναν τὰ δικαιώματά τους, τὴν περιουσία τους καὶ ἐξομοιώνονταν μὲ τοὺς νεκρούς. Ἡ λέπρα, ὅπως ἡ τύφλωση καὶ ἡ τρέλα, θεωροῦνταν σημεῖα ἁμαρτίας. Ἀπὸ τοὺς κανόνες τῆς Γ´ Συνόδου τοῦ Λατερανοῦ προβλεπόταν ὁ περιορισμὸς τῶν λεπρῶν σὲ παρεκκλήσια ἢ σὲ νεκροταφεῖα. Γίνονταν ὅμως καὶ ἐξαιρέσεις, ὅπως τὸ μερικὸ δικαίωμα στὴν ἐκμετάλλευση τῶν ἀγαθῶν τους ἢ τὸ δικαίωμα νὰ συντάσσουν τὴν διαθήκη τους. Στὴν Ἀγγλία, βάσει τῶν ἀποφάσεων μιᾶς τοπικῆς συνόδου, θὰ τοὺς ἐπιτραπεῖ τὸ 1200, νὰ ἀποδέχονται μιὰ κληρονομιά, ἀλλὰ καὶ νὰ μηνύουν. Ἄν καὶ ἀπαγορεύοταν ἡ διάλυση τοῦ γάμου τους, ἀφοῦ αὐτὸς ὡς μυστήριο δὲν μποροῦσε νὰ λυθεῖ, ἡ κατάστασή τους ταυτίζοταν μὲ τὸν θάνατο, καθὼς ἡ διαδικασία εἰσαγωγῆς τους στὸ λεπροκομεῖο ἀπαιτοῦσε μιὰ ἀκολουθία ἀντίστοιχη μὲ τὴν νεκρώσιμη.
ΙΒ) Τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου
Ὅταν ἐπέστρεψε στὴν Χίο, θέλοντας νὰ ἐξασφαλίσει ἀπρόσκοπτα τὴν προσευχή του, καθὼς καὶ την ἡσυχία, ἐπέλεξε νὰ ζήσει στὸ Λεπροκομεῖό της. Ἔτσι ὁ Ἅγιος θὰ μποροῦσε νὰ βρίσκεται κοντὰ στοὺς συνανθρώπους του ποὺ ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ την φοβερὴ ἀσθένεια τῆς λέπρας, ποὺ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ μάστιζε καὶ τὴν Χίου. Στὸ Λεπροκομεῖο, πρὶν τὴν ἄφιξή του ἀκουγόνταν πολλὲς βρισιές, πολλὲς κατάρες, πολλοὶ τσακωμοί, καὶ τὸ κλῖμα γενικὰ δὲν ἦταν καθόλου καλὸ γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς. Μὲ τὴν ἄφιξή του βρῆκε μιὰ ἄθλια κατάσταση καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη τῶν κτηριακῶν ἐγκαταστάσεων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἄποψη τῆς διαβίωσης τῶν ἀσθενῶν. Ἡ ἱερὴ διακονία του, ἦταν αὐτὴ ποὺ ἐπέτρεψε στοὺς πολυάριθμους τροφίμους τοῦ Ἱδρύματος, νὰ βροῦν τὸν πιὸ στοργικὸ πατέρα στὸ πρόσωπό του. Ὁ νέος λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου ποὺ ὑπηρετοῦσε τοὺς λεπροὺς συνανθρώπους του, δὲν ἄργησε νὰ μετατρέψει τὸ Λωβοκομεῖο, ἀπὸ ἕνα τόπο ὀδύνης σὲ ἕνα ἐπίγειο Παράδεισο, ὅπου πλέον ἐπικρατοῦσε ἡ τάξη καὶ ἡ ὀργάνωση. Ῥίχτηκε λοιπὸν στὴν δουλειά. Ἄρχισε νὰ γλυκαίνει μὲ τὴν καλοσύνη του τὸν πόνο. Ἔχυνε μὲ τὴν στοργή του καὶ τὴν τρυφερότητά του βάλσαμο στὶς πονεμένες ἀπὸ τὴν ἀπελπισία τῆς ἀνίατης ἀσθένειας ψυχές τους. Καὶ οἱ λεπροί, ποὺ μέχρι τότε ἔβλεπαν νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν μὲ ἀηδία, κατάλαβαν! Εἶδαν τὸν νεαρό, σὰν Ἄγγελο ἀπὸ τὸν οὐρανό. Καὶ ἦταν πραγματικὰ Ἄγγελος καὶ στὴν μορφὴ καὶ στὴν ψυχή. Καὶ τὸν ἀγάπησαν μὲ ὅλη τους τὴν ψυχή.
Ἡ λειτουργία τοῦ ἱδρύματος βασιζόταν στὸ κοινοβιακὸ σύστημα καὶ ὅλα τὰ φρόντιζε ὁ ἴδιος. Μὲ στοργὴ καὶ ἀγάπη ἀγκάλιασε ὅλους τοὺς ἀῤῥώστους. Ὅλοι ἀνῆκαν στὴν οἰκογένειά του καὶ ὁ Ἅγιος σὰν στοργικὸς πατέρας ἔτρωγε μαζί τους στο ἴδιο τραπέζι. Ἡ συναναστροφή του μὲ τοὺς λεπρούς, φανέρωσε σὲ ὅλο τὸν κόσμο τὶς ἀρετές του. Ἦταν ὁ τέλειος οἰκονόμος, ἀφοῦ δὲν ἔλειψε ποτὲ καὶ τίποτε ἀπὸ τὸ ἵδρυμα. Ἦταν ὁ τέλειος νοσοκόμος, ἀφοῦ καθάριζε μὲ ἐπιμέλεια τὶς σαπισμένες καὶ δυσώδεις πληγὲς ὅλων τῶν ἀσθενῶν. Ἦταν ὁ γιατρὸς τῶν ψυχῶν ὅλων ἀφοῦ ἔσκυβε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ στὸ προσκέφαλό τους, τοὺς παραστεκόταν καὶ μὲ στοργὴ προσπαθοῦσε νὰ ἐλαφρύνει τὸν πόνο τους.
Μὲ τὸ καιρό, στὸ Λεπροκομεῖο ἔπαψαν πλέον νὰ ἀκούγονται βρισιές, τσακωμοὶ καὶ τὴν θέση τους τώρα πιὰ εἶχαν πάρει οἱ ὕμνοι πρὸς τὸν Θεό. Ἦταν μάλιστα πάρα πολλοὶ ἐκεῖνοι οἱ ἀσθενεῖς, οἱ ὁποῖοι ἐνδύθηκαν τὸ μοναχικὸ σχῆμα. Εἰδικὰ οἱ περισσότερες γυναῖκες ἀσθενεῖς τοῦ Λεπροκομεῖου, ἔγιναν μοναχές, οἱ ὁποῖες τώρα πιὰ τὸν ἀποκαλοῦσαν Γέροντά τους. Παρ᾿ ὅλη ὅμως τὴν ἔντονη καθημερινή του δράση ὁ Ἅγιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ αὐστηρὴ ἄσκηση ἐνῶ ἐμφανιζόταν πάντα ἁπλός, ταπεινὸς καὶ πρᾶος. Ἦταν ἡ ψυχὴ ὅλων τῶν λεπρῶν, ποὺ ἐργαζόταν ἀσταμάτητα γιὰ τὴν πρόοδο τοῦ Ἱδρύματος. Ὅταν ἔβρισκε λίγο χρόνο, ἀποσυρόταν σὲ κάποιο δάσος καὶ γιὰ πολλὲς ὧρες προσευχόταν κάτω ἀπὸ τὰ πεῦκα.
ΙΓ) Τὸ ὅραμα τῆς Παναγίας
Τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου μὲ τὴν παρουσία τοῦ παπα-Ἄνθιμου ἔγινε τὸ κέντρο ὅλων τῶν λεπρῶν, ὄχι μόνο αὐτῶν ποὺ βρίσκονταν στὴν περιοχὴ τῆς Χίου, ἀλλὰ καὶ τῶν ἄλλων ποὺ συνέῤῥεαν ἀπὸ ἄλλες περιοχές, ἀφοῦ τὰ κατορθώματά του ἔγιναν παντοῦ γνωστά. Κέντρο ἰάσεως ὄχι μόνο τοῦ σώματος, ἀλλὰ καὶ τῆς ψυχῆς, ἔγινε τὸ Λεπροκομεῖο τῆς Χίου, γιατὶ τὸ περιβόητο παπαδάκι τοῦ Λωβοκομείου, θεράπευε πρῶτα τὴν ψυχικὴ ἀσθένεια. Ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος συμπαραστεκόταν στὸν Ἄνθιμο καὶ ἔτρεχε ἀρωγὸς στὴν δύσκολη πάλη του μὲ τὸν ἀνθρώπινο πόνο.
Λίγο μετὰ τὴν ἐγκατάστασή του στὸ Λεπροκομεῖο, τοῦ ἀποκαλύφθηκε μέσα στὸν Ναὸ τοῦ ἱδρύματος μιὰ Εἰκόνα, ἡ Παναγία ἡ Ὑπακοή. Σὲ ὅραμα τοῦ ἐμφανίσθηκε ἡ Παναγία καὶ τοῦ εἶπε: Λάβε τὴν Εἰκόνα μου καὶ ἐπιμελήσου την καὶ νὰ ἰδεῖς τὶ θὰ γίνῃ μίαν ἡμέρα.
Πράγματι, ὁ Ἅγιος ἐπιχρύσωσε καὶ μὲ εὐλάβεια ἐκόσμησε τὴν Εἰκόνα. Ἔτσι ὁ λυτρωτικὸς ποταμὸς τοῦ ἐλέους τῆς Παναγίας ἀνάβλυζε ἀστείρευτος στὸ ἄντρο τῆς ἀνθρώπινης δυστυχίας. Ἡ θαυματουργὴ δύναμη τῆς Παναγίας τῆς Ὑπακοῆς, μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν μεσιτεία τοῦ Γέροντα Ἄνθιμου ἐπιτέλεσε ἀναρίθμητα θαύματα. Μὲ τὴν Εἰκόνα τῆς Παναγίας, μὲ τὸ Ἅγιον Ἔλαιον ἀπὸ τὴν καντήλα της καὶ μὲ τὸ σταύρωμα ἀπὸ τὴν δεξιὰ τοῦ Γέροντα, ἐρχόταν ἡ ἐξ ὕψους βοήθεια. Ἀσθενεῖς θεραπεύτηκαν, ἀνίατες πληγὲς ἰάθηκαν, ἀκάθαρτα πνεύματα ἐκδιώθηκαν καὶ τυφλοὶ βρῆκαν τὸ φῶς τους.
ΙΔ) Ἡ φήμη τῆς ἁγιοσύνης του
Σύντομα, ἡ φήμη του διαδόθηκε καὶ πέρα ἀπὸ τὰ ὅρια τοῦ νησιοῦ. Πρῶτα, ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ἑλλάδας καὶ ἀργότερα ἀπὸ διάφορες πόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ· τὴν Αἴγυπτο, τὴν Αὐστραλία καὶ τὴν Ἀμερική, ἀναξιοπαθοῦντες προσέτρεχαν κοντά του, ζητῶντας βοήθεια. Ἄμισθος ἰατρὸς ψυχῶν καὶ σωμάτων ὁ Ἅγιος τῶν λεπρῶν ἐργαζόταν ἀκούραστα γιὰ το ποίμνιό του. Ὁ λόγος τοῦ Γέροντα εἶχε τόση δύναμη, ὥστε μποροῦσε νὰ μεταβάλει τοὺς ἀπίστους σὲ πιστούς, τοὺς φιλάργυρους σὲ ἐλεήμονες, τοὺς ἐχθροὺς σὲ φίλους. Ὁ Ἄνθιμος γνώριζε, ὅτι τὰ Μοναστήρια ἀποτελοῦν τὴν καρδιὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, καὶ εἶχε ὁραματισθεῖ τὴν ἵδρυση μιᾶς γυναικείας Μονῆς, ἑνὸς Ἱεροῦ Παρθενῶνος. Κατὰ τὸν διωγμὸ τῶν Μικρασιατῶν τοῦ 1914, πολλὲς ἦσαν οἱ Μοναχὲς ποὺ ἐκδιώχθησαν ἀπὸ τὶς Μονές τους καὶ ἦλθαν στὴν Χίο. Μὴ ἔχοντας ποῦ νὰ πᾶνε καὶ ἀκούγοντας γιὰ τὸν πατέρα Ἄνθιμο κατέφυγαν κοντά του γιὰ τὴν προστασία τους.
ΙΕ) Ἡ Ἱερὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας
Ὁ Ἅγιος πίστευε ἀκράδαντα, ὅτι θὰ τὸν βοηθοῦσε ἡ χάρη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νὰ κτίσει ἕνα Μοναστήρι ὅπου θὰ τοποθετήσει τὴν πάνσεπτον Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας. Τὴν Ἱερὴ Εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Βοήθειας πῆρε στὰ χέρια του σὰν μιὰ ἀνεκτίμητη κληρονομιὰ ἀπὸ τὴν μακαρίτισσα τὴν μητέρα του. Ἐκείνη μάλιστα τὴν εἶχε πάρει διαδοχικὰ ἀπὸ τὴν γιαγιά της. Στὶς 23 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1889, τὴν πῆρε καὶ πῆγε στὴν Σκήτη τῶν Ἁγίων Πατέρων γιὰ νὰ τὴν ἐπιδιορθώσουν ἐκεῖ οἱ μοναχοί, ἀφοῦ ἀπὸ τὴν πολυκαιρία εἶχε παληώσει. Πῆρε λοιπὸν τὴν Ἁγία Εἰκόνα ἐπιδιορθωμένη καὶ τὴν ἔβαλε μέσα στὸ κελλάκι του, ποὺ ἔκτισε μόνος του τότε σὲ μιὰ ἀπομονωμένη γωνία τῶν πατρικῶν του κτημάτων. Ἐκείνη εἶχε μόνη παρηγοριὰ καὶ βοήθεια σὲ ὅλους τοὺς πειρασμοὺς καὶ τὶς θλίψεις τοῦ βίου του. Πολλοὶ ἦταν ἐκεῖνοι ποὺ ἔτρεχαν καθημερινὰ στὸ ταπεινό του κελλάκι νὰ προσκυνήσουν τὴν θεία ἐκείνη Εἰκόνα ποὺ ἡ Χάρη της ἐνεργοῦσε ἄπειρα θαύματα.
ΙΣΤ) Ἡ ἐπανεμφάνιση τῆς Παναγίας
Τὸν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 1924 παρουσιάστηκε στὸν ὕπνο τοῦ Ἄνθιμου μιὰ ὡραιότατη κόρη ὑψηλοῦ ἀναστήματος, ποὺ φοροῦσε ἕνα μαῦρο φόρεμα καὶ τοῦ εἶπε: Ὥς πότε θὰ μὲ ἔχεις ἔτσι μέσα στὸ κελλάκι σου;
Ἀπὸ ἁπλότητα δὲν ἔδωσε σημασία στὸ ὄνειρο καὶ τὸ παραμέλησε. Ὅμως ἀῤῥώστησε βαριά, ἡ δὲ ἀσθένειά του παρατάθηκε μέχρι τὰ τέλη Δεκεμβρίου καὶ βασανίστηκε πολὺ σκληρά. Τότε ὁ Γέροντας εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν ἴδια Κόρη, ἡ Ὁποία τοῦ εἶπε: Σοῦ λέω ἀμέσως νὰ μοῦ κάμεις τὸ λευκό μου φόρεμα. Τί ἀμελεῖς; Κάμε το καὶ ἐγὼ θὰ Σὲ βοηθήσω.