1.
«Μετανοεῖτε ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ».
Στὴν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία τρεῖς γεννήσεις γιορτάζομε: τῆς Θεοτόκου καὶ Ἀειπάρθενου Μαρίας, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστῆ καὶ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ αὐτὸ διότι τὰ τρία αὐτὰ πρόσωπα ἔπαιξαν σημαντικὸ καὶ οὐσιαστικὸ ρόλο στὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Γιορτάζουμε τὴ γέννηση τῆς Θεοτόκου καὶ Ἀειπάρθενου Μαρίας, διότι ὑπῆρξε ἡ Μητέρα τοῦ ἐνσαρκωθέντα Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος ἀνέλαβε ὅλη τὴν ἀνθρώπινη φύση γιὰ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται τέλειος ἄνθρωπος, χωρὶς νὰ μειωθεῖ ἡ θεότητά Του, ἢ ἡ ἀνθρωπότητά Του νὰ γίνει θεότητα. Ἀλλά, οἱ δύο φύσεις ἑνώθηκαν ὑποστατικὰ στὸ ἕνα καὶ τέλειο Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, χωρὶς σύγχυση ἢ μίξη.
Ἡ ὑποστατικὴ ἕνωση τῶν δύο φύσεων στὸ ἕνα Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὑπῆρξε πραγματικὴ καὶ οὐσιαστική. Καὶ οὔτε ἡ Θεότητα μεταβλήθηκε σὲ ἀνθρωπότητα, οὔτε ἡ ἀνθρωπότητα μεταβλήθηκε σὲ θεότητα, ἀλλὰ ἡ κάθε φύση παρέμεινε ἀκέραιη καὶ ἀμετάβλητη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ Ἁγία Κόρη, ἡ Μαρία, δικαίως ὀνομάζεται καὶ ὁμολογεῖται Θεοτόκος, διότι τὸ ἐξ αὐτῆς γεννηθὲν εἶναι ἀληθινὸς καὶ τέλειος Θεός, ὁμοούσιος πρὸς τὸν Πατέρα. Μὲ τὴν τέλεια ὑπακοὴ τῆς Θεοτόκου θεραπεύτηκε ἡ παρακοὴ τῆς Εὔας. Ἡ προμήτωρ ἔγινε αἰτία νὰ εἰσχωρήσει ἡ ἁμαρτία καὶ μέσον αὐτῆς νὰ κυριαρχήσει ὁ θάνατος πάνω στὴν ἀνθρωπότητα• ἡ δευτέρα Εὔα, ἡ Θεοτόκος Μαρία, ἔγινε ἀφορμὴ νὰ εἰσέλθει ἡ Ζωὴ στὸν κόσμο. Μέσον τῆς Θεοτόκου, ὁ Πανάγιος Θεὸς ἔδωσε μία δεύτερη εὐκαιρία στὸ ἀνθρώπινο γένος. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ δική Της γέννηση εἶναι αἰτία καὶ πρόξενος χαρᾶς γιὰ ὅλο τὸν κόσμο.
Γιορτάζουμε τὴν γέννηση τοῦ Χριστοῦ, διότι εἶναι ὁ ἐνσαρκωθεὶς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου, ὁ Ὁποῖος πρόσφερε τὴν μοναδικὴ Θυσία ὑπακοῆς ποὺ συμφιλίωσε τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὸν Θεό. Μὲ τὴ Σταυρικὴ Θυσία ὁ Κύριος ἕνωσε ἐκεῖνα ποὺ ἡ παρακοὴ χώρισε καὶ κατάστησε ἀντίθετα καὶ ἐνάντια, δηλαδὴ ἀποξένωσε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Δημιουργό του. Ἡ τριήμερος καὶ ἔνδοξος Ἀνάσταση, ποὺ ἐπακολούθησε, πρόσφερε στὸν ἄνθρωπο νέα ζωή, ἄνοιξε τὶς πύλες τοῦ Παραδείσου, κατάστησε τὸν ἄνθρωπο φίλο Θεοῦ, κληρονόμο τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν καὶ συγκληρονόμο μὲ τὸν Θεάνθρωπο Χριστό.
Χωρὶς Χριστό, ἡ ἀνθρωπότητα θὰ ἔμενε ἀκόμη στὸ σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας, στὴ σκλαβιὰ τῆς φθορᾶς καὶ τὴν τυραννία τοῦ θανάτου. Χωρὶς Χριστὸ κανένας δὲν θὰ ἐσώζετο καὶ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος θὰ ἦταν καταδικασμένο στὴν αἰώνια κόλαση καὶ τιμωρία, χωρὶς καμία ἐλπίδα γιὰ λύτρωση. Μόνον μέσον τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος σώζεται καὶ καταξιώνεται νὰ γίνει ἅγιος. Ὁ Δημιουργὸς ἀναλαμβάνει καὶ γίνεται αὐτὸ ποὺ ὁ Ἴδιος δημιούργησε. Ὁ Ἀπερίγραπτος γίνεται περιγραπτός, ὁ Ἀσώματος λαμβάνει σῶμα, ὁ Ἀόρατος γίνεται ὁρατός, Αὐτὸς ποὺ δὲν χωρεῖ ὅλο τὸ σύμπαν χωρᾶ σ’ ἕνα σῶμα καὶ ὁ Ἀμήτωρ ὡς Θεὸς γεννᾶται ἀπάτωρ ὡς ἄνθρωπος ἐκ μητρὸς παρθένου ἁγνῆς, ὁ Ἀγένητος γεννᾶται, καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ γίνεται Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ. Φῶς ἐκ Φωτὸς ἦρθε γιὰ νὰ φωτίσει καὶ νὰ σώσει τὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ἡ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ σημαδεύει ὅλη τὴν ἀνθρώπινη Ἱστορία, γιατί εἶναι τὸ μεγαλύτερο Θαῦμα, τὸ μοναδικὸ Θαῦμα, τὸ σπουδαιότερο Θαῦμα, διότι, ὁ προαιώνιος Θεὸς Λόγος γίνεται ἄνθρωπος.
Σήμερα, ὅμως, ἀγαπητά μου παιδιά, ἡ Ὀρθόδοξός μας Ἐκκλησία σ’ ὅλο τὸν κόσμο, σ’ ὅλα τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης, γιορτάζει ἰδιαιτέρως τὴν γέννηση τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Προφήτου Προδρόμου καὶ Βαπτιστῆ Ἰωάννου. Θαυμαστὸς ὑπῆρξε ὁ τρόπος τῆς γεννήσεώς του. Διότι, οἱ γονεῖς του, ὁ Ζαχαρίας καὶ ἡ Ἐλισάβετ, εἶχαν ἤδη προχωρημένη ἡλικία καὶ ἦταν φυσικὰ ἀδύνατο νὰ ἀποκτήσουν παιδί. Ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ σταματοῦν οἱ νόμοι τῆς φύσεως ἔρχεται ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ καὶ πραγματοποιεῖ τὸ θαῦμα.
Σὲ χρόνο ποὺ δὲν τὸ περίμενε ὁ γέρων ἱερεὺς Ζαχαρίας κλήθηκε γιὰ νὰ προσφέρει θυμίαμα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Ἐκεῖ Ἄγγελος Κυρίου τοῦ ἀναγγέλλει τὸ χαρμόσυνο γεγονός, ἀλλ’ ἐκεῖνος δυσπιστεῖ. Ἡ δυσπιστία τοῦ τιμωρεῖται καὶ μέχρις ὅτου ἐκπληρωθοῦν τὰ λόγια τοῦ Ἀγγέλου μένει κωφὸς καὶ μὴ δυνάμενος νὰ μιλήσει. Ὁ καιρὸς πέρασε καὶ ἦρθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου. Ἡ Ἐλισάβετ γεννᾶ ἕνα ὑγιέστατο ἀγοράκι. Οἱ συγγενεῖς ἀποφασίζουν γιὰ τὸ ὄνομα. Ἡ μητέρα ὅμως διαφωνεῖ καὶ ἐπιμένει ὅτι θὰ ὀνομασθεῖ Ἰωάννης. Οἱ συγγενεῖς πάλι διαφωνοῦν καὶ προσπαθοῦν μὲ χειρονομίες καὶ νεύματα νὰ ρωτήσουν τὸν κωφάλαλο πατέρα, πιὸ θὰ εἶναι τὸ ὄνομα; Καὶ ἐκεῖνος ζήτησε ἕνα πίνακα γιὰ νὰ γράψει• καὶ μόλις ἀνέγραψε τὸ ὄνομα «Ἰωάννης», ἄνοιξε τὸ στόμα του καὶ μίλησε καὶ προφήτευσε γιὰ τὸ παιδί του. Ὅλοι ἔμειναν ἔκθαμβοι μπροστὰ στὸ θαῦμα.
Ὁ ἅγιος ἔνδοξος Προφήτης Ἰωάννης καὶ Βαπτιστὴς εἶναι τὸ τέλος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Εἶναι ὁ τελευταῖος ἀπὸ τοὺς Προφῆτες ποὺ προεῖπαν γιὰ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Μεσσία, τοῦ Χριστοῦ. Ὑπῆρξε ὁ ἁγιότερος ἄνθρωπος ποὺ γεννήθηκε καὶ ἡ ὅλη του ζωὴ ὑπῆρξε ἀσκητικὴ καὶ ἰσάγγελος. Ἔζησε στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια καὶ σὲ ἡλικία 30 χρόνων ἔλαβε μήνυμα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ βγεῖ καὶ νὰ κηρύξει μετάνοια στὸ λαὸ καὶ νὰ τοὺς βαπτίζει στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ὁ Ἰωάννης προετοίμαζε τὸν λαὸ νὰ δεχθεῖ τὸν Μεσσία, τὸν ἐκλεκτό του Θεοῦ, ἐπάνω στὸν ὁποῖο θὰ ἐπαναπαυόταν τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὑπῆρξε ἡ ἐκπλήρωση τῶν προφητικῶν λόγων ποὺ μιλοῦσαν γιὰ τὴν φωνὴ τῆς ἐρήμου ποὺ καλεῖ ὅλους νὰ εὐθυγραμμίσουν τὴν ζωή τους καὶ νὰ βαδίζουν σύμφωνα μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰωάννης καταξιώθηκε νὰ βαπτίσει τὸν ἐνσαρκωθέντα Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται Βαπτιστής.
Σήμερα, παρ’ ὅλο ποὺ πέρασαν δύο χιλιετίες, ἡ φωνὴ τοῦ Βαπτιστῆ ἀκόμα ἠχεῖ μέσα στοὺς ναοὺς τῆς Ὀρθοδόξου μας Ἐκκλησίας. Καλεῖ ὅλους ἐμᾶς νὰ μετανοήσουμε, διότι ἔφθασε ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας. «Μετανοεῖτε ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Σ’ αὐτὸ τὸ κάλεσμα ὀφείλομε καὶ ἐμεῖς νὰ ἀνταποκριθοῦμε, νὰ τὸ ἀκούσουμε, νὰ ἀκολουθήσουμε. Ἂς ἀφήσουμε, λοιπόν, πίσω μας κάθε ἁμαρτωλὴ πράξη. Ὁ Θεὸς εἶναι μεγάλος στὴ φιλανθρωπία Του. Πολυεύσπλαγχνος καὶ Ἐλεήμων καὶ ἐλεεῖ τὸν κάθε ἁμαρτωλὸ ποὺ προσφεύγει στὴν εὐσπλαγχνία Του. «Μετανοεῖτε ἤγγικε γὰρ ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ».
2.
Τῆς στείρας τὸ βλάστημα
Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)
Ἡ Ἐκκλησία μας, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μόνο δύο ἀνθρώπων γιορτάζει τὰ γενέθλια: Τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ τιμᾶται ἡ γενέθλια ἡμέρα ἐκείνου, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος τὸν δόξασε ὡς τὸν μεγαλύτερο «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν».
Καρπὸς προσευχῆς
Πολὺ σωστὰ ἔχει λεχθεῖ ὅτι ἡ ἀγωγὴ ἑνὸς παιδιοῦ ἀρχίζει… πολὺ προτοῦ γεννηθεῖ. Γιὰ νὰ πέσει «τὸ μῆλο κάτω ἀπὸ τὴ μηλιά», χρειάζεται πρῶτα ἡ μηλιὰ πολλὴ φροντίδα καὶ σωστὴ ἀνάπτυξη. Οἱ γονεῖς ποὺ μᾶς χάρισαν τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο ἦταν «καὶ οἱ δύο δίκαιοι καὶ ἄμεμπτοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, τηρώvτας ὅλες τὶς ἐντολές του». Μόνον ὁ Θεὸς ξέρει πόσων κόπων καὶ πόσων δακρύων προσευχῆς ἦταν καρπὸς ὁ Ἰωάννης.
Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἀναφερόμενος στὴ χαρούμενη ὑπόσχεση τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ στὸν Ζαχαρία ὅτι θὰ ἀποκτήσει γιό, ἀναφωνεῖ: «Ὦ ἀγγελοφερμένη ὑπόσχεση, ποὺ εἶσαι καρπὸς τόσων ἐπίμονων προσευχῶν! Πέτυχε ὁ Ζαχαρίας ἐκεῖνο, γιὰ τὸ ὁποῖο παρακαλοῦσε μὲ τόση θέρμη! Ἔγινε μετὰ ἀπὸ καρποφόρα προσευχὴ τὸ ξανάνιωμα τῆς ἄγονης μήτρας τῆς Ἐλισάβετ καὶ ἱκανοποιήθηκε ἡ λαχτάρα της νὰ κάνει παιδί!»
Καὶ φυσικὰ ἡ ἀνθρώπινη δυσπιστία τοῦ Ζαχαρία στὴν ἀναγγελία τοῦ Ἀρχαγγέλου δὲν μειώνει οὐσιαστικὰ τὴν εὐλάβειά του καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη του στὴν παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος τὸν δικαιολογεῖ λέγοντας ὅτι «ἐπειδὴ ταράχτηκε, τήρησε ἐπιφυλακτικὴ στάση. Διότι οἱ χαρούμενες ἀγγελίες, ποὺ μηνύουν τὴν πραγματοποίηση ἀσυνήθιστων προσδοκιῶν τῆς ψυχῆς, ὅταν ἀκουστοῦν ξαφνικά, φέρνουν συνήθως ταραχή». Ἡ ἐρώτηση «πῶς θὰ βεβαιωθῶ γι’ αὐτὸ πού μοῦ λὲς» δὲν προέρχεται ἀπὸ ἀπιστία, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἀνάγκη ἐξακρίβωσης τῆς ἀλήθειας.
Ὑπάρχει γονίδιο ἁγιότητας;
Ὁ Ἀρχάγγελος εἶπε καὶ κάτι στὸν Ζαχαρία, τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε μερικοὺς νὰ τοὺς σκανδαλίσει: «Ὁ γιός σου θὰ γίνει μεγάλος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ… καὶ θὰ γεμίσει μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐνῶ ἀκόμα θὰ βρίσκεται στὴν κοιλία τῆς μητέρας του». Θὰ ἦταν μεγάλο λάθος, ἀπὸ αὐτὴ τὴν προφητεία νὰ βγάλουμε τὸ συμπέρασμα ὅτι -ἔστω μερικοὶ- ἔχουν προοριστεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ εἶναι ἅγιοι καὶ ἄρα νὰ πᾶνε ἐν δόξῃ στὸν παράδεισο χωρὶς νὰ τοὺς ρωτήσει καὶ προφανῶς χωρὶς καμία δική τους προετοιμασία! Αὐτὸ θὰ σήμαινε ὅτι ὁ Θεὸς σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους καταργεῖ τὸ αὐτεξούσιο καὶ ἄρα δὲν τοὺς ἔπλασε ὅλους κατ’ εἰκόνα του! Ἄπαγε τῆς βλασφημίας!
Γιὰ ποιὸ λόγο, τότε, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἐπέλεξε νὰ περάσει ὅλη του τὴ ζωὴ στὴν ἔρημο; Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Μπριαντσιανίνωφ τονίζει ὅτι ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἀκολούθησε αὐτὸν τὸν τόσο ἀσκητικὸ τρόπο ζωῆς, ἀκριβῶς γιὰ νὰ περιφρουρήσει καὶ νὰ διατηρήσει τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἔλαβε ὡς δῶρο ἀπὸ τὴν ἅγια ζωὴ τῶν γονέων του. Τὸ ὅτι ὁ ἅγιος Ἰωάννης εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἅγιος μετὰ τὴν Παναγία, δὲν ἦταν δεδομένο, ἀλλὰ ἦταν καρπὸς τῆς συνεργασίας τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ μὲ τὸν δικό του σκληρὸ ἀγώνα. Καὶ αὐτὸ τὸ μεγαλεῖο τῆς ἁγιότητάς του ἐπισφραγίστηκε ἀπὸ τὴν ἑκούσια ἐκ μέρους του ἀποδοχὴ νὰ φυλακιστεῖ καὶ νὰ σφραγίσει μὲ τὸ μαρτυρικό του αἷμα τὴν ὑπακοή του στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ὁ Ἰούδας εἶχε λάβει πλούσια τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ στὴν ἀρχὴ ἀξιώθηκε καὶ θαύματα νὰ ἐπιτελέσει στὸ ὄνομα τοῦ διδασκάλου του. Ἀφήνοντας ὅμως ἑκούσια τὸν ἑαυτό του νὰ ὑποδουλωθεῖ στὸ πάθος τῆς φιλαργυρίας, τὰ ἔχασε ὅλα! Καὶ πολλοὶ ἄλλοι μεγάλοι ἀγωνιστὲς τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ πρώην χαρισματοῦχοι ἐξέπεσαν ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, γιατί δὲν πρόσεξαν τὴν προειδοποίηση τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «ὅπoιoς νομίζει ὅτι στέκεται καλά, ἂς προσέχει νὰ μὴν πέσει» (Α’ Κορ. 10,12).
Ὁ προδρομικὸς ρόλος τῆς οἰκογένειας
Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι καὶ τὸ τέλος τῆς προφητείας τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριὴλ πρὸς τὸν Ζαχαρία: «Τὸ παιδὶ ποὺ θὰ γεννηθεῖ θὰ κάνει ἐκείνους τοὺς πατέρες, ποὺ ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας κατάντησαν ἄστοργοι πρὸς τὰ παιδιά τους, νὰ ἀποκτήσουν πάλι καρδιὰ γεμάτη στοργὴ γι’ αὐτά. Καὶ αὐτοὺς ποὺ ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας ἔγιναν ἀπειθεῖς, θὰ τοὺς κάνει νὰ ἀποκτήσουν τὴ φρόνηση τῶν δικαίων. Καὶ ἔτσι θὰ προετοιμάσει ἕνα λαὸ νὰ ὑποδεχθεῖ τὸν Κύριο ὡς σωτήρα του».
Εἶναι ἐντυπωσιακὸ ὅτι βασικὸ στοιχεῖο τῆς προετοιμασίας τῆς ὑποδοχῆς τοῦ Μεσσία εἶναι τὸ χτίσιμο σωστῆς οἰκογένειας, καὶ κυρίως ἡ ἐξασφάλιση ὑγιοῦς στοργῆς τῶν γονέων πρὸς τὰ παιδιά τους. Μόνον ἔτσι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νὰ ἀποκτήσουν ὑγιῆ αἰσθητήρια γιὰ νὰ ἀναγνωρίσουν τὸν ἐρχόμενο Σωτήρα τοῦ κόσμου καὶ ἀληθινὸ Πατέρα τους καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσουν.
Οἱ πρεσβεῖες τῶν ἁγίων γονέων Ζαχαρία καὶ Ἐλισάβετ, ποὺ προβάλλονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία σήμερα, στὴ γενέθλια ἡμέρα τοῦ ἁγίου παιδιοῦ τους, ἂς στηρίζουν καὶ ἂς φωτίζουν τοὺς σημερινοὺς γονεῖς στὴν οἰκοδομὴ σπιτιῶν, ποὺ θὰ ἔχουν ὡς πρώτιστο στόχο τoυς τὴν πρόθυμη φιλοξενία τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος «ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ». Ἀμήν.
3.
Γενέθλιον Τιμίου Προδρόμου – Ὁ λαμπρός αὐγερινός τοῦ ἄδυτου ἥλιου.
«Ἡ νὺξ προέκοψεν, ἡ δὲ ἡμέρα ἤγγικε»
Ἑορτάζουμε σήμερα τὸ Γενέσιον τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Ὁ Τίμιος Πρόδρομος, ἡ μεγάλη αὐτὴ μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, στέκεται στὸ μεθόριο δύο ἐποχῶν, τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἡ Ἐκκλησία δὲν συνηθίζει νὰ ἑορτάζει τὴ γέννηση Ἁγίων παρὰ μόνο τὸ Γενέσιον τῆς Θεοτόκου στὶς 8 Σεπτεμβρίου καὶ σήμερα, 24 Ἰουνίου, τὸ Γενέσιον τοῦ Προδρόμου. Γιατί αὐτὴ ἡ ἐξαίρεση; Διότι τὰ ἁγιότατα αὐτὰ πρόσωπα εἶχαν μοναδικὴ ἀποστολὴ στὸ θεῖο σχέδιο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Στὸ εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε τὰ γεγονότα τὰ σχετικὰ μὲ τὴ γέννηση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου· τὸ ἀποστολικὸ ὅμως, ποὺ μιλάει γιὰ νύχτα καὶ ἡμέρα, ποὺ εἶναι καὶ αὐτὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου, τί σχέση ἔχει μὲ τὴν ἑορτή;
Ἂς δοῦμε λοιπὸν ποιὰ εἶναι ἀντίστοιχα ἡ νύχτα καὶ ἡ ἡμέρα γιὰ τὶς ὁποῖες ὁμιλεῖ τὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα, ποιὰ ἡ ἀναφορά τους στὸν Πρόδρομο καὶ ποιὸ τὸ δικό μας καθῆκον.
- Ἡ νύχτα τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς, ἡ ἡμέρα τῆς ἐποχῆς τῆς Χάριτος
Ἡ σημασία τοῦ χωρίου στὰ συμφραζόμενά του εἶναι ἡ ἑξῆς: Ἡ νύχτα τῆς παρούσας ζωῆς προχώρησε, ἡ ἡμέρα τῆς μέλλουσας ζωῆς ἔχει πλησιάσει· αὐτὸ γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης. Λοιπὸν πρέπει νὰ ἑτοιμασθοῦμε πιὸ ἐντατικὰ γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Στὴ σημερινὴ ἑορτὴ ὅμως τὸ χωρίο λαμβάνει ἄλλη ἔννοια. Γράφει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος στὸν Κανόνα τῆς ἡμέρας: «Νὺξ τῆς ἀθεότητος ἐν τῇ γεννήσει σου, Πρόδρομε, ἐκ γῆς ἀπελαύνεται». Ἡ νύχτα κατὰ τὴν ὁποία δὲν λατρευόταν ὁ ἀληθινὸς Θεός· ἡ νύχτα αὐτὴ μὲ τὴ γέννησή σου, Πρόδρομε, φεύγει, καί – συνεχίζει ὁ ὑμνογράφος – ἁπλώνονται οἱ ἀκτίνες τῆς Χάριτος στὰ πέρατα τοῦ κόσμου.
Ἑπομένως ἡ νύχτα εἶναι ἡ πρὸ Χριστοῦ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ἡ ἀνθρωπότητα, μὲ ἐξαίρεση τὸν Ἰσραήλ, δὲν λάτρευε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ ἀλλὰ τὰ εἴδωλα. Εἶναι ἀκόμη ἡ ἐποχὴ τῆς Π. Διαθήκης, κατὰ τὴν ὁποία ἐπικρατοῦσαν οἱ σκιὲς τῶν τύπων τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου· ἡ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία βασίλευε ὁ θάνατος καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦταν βυθισμένοι σὲ κάθε εἴδους ἁμαρτία. Ἀλλὰ τώρα ἔρχεται ἡ ἡμέρα, ὁ καιρὸς τῆς ἔνσαρκης παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ. Ἔρχεται ὁ Μεσσίας, ποὺ θὰ ἐγκαινιάσει νέα ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία θὰ ἔλθουν οἱ ἄνθρωποι σὲ θεογνωσία, θὰ δοθεῖ ἄφεση ἁμαρτιῶν, θὰ ἀνοίξει ὁ Παράδεισος, θὰ ἐκχυθεῖ ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος…
- Ὁ Πρόδρομος προμηνύει τὴ νέα ἐποχὴ
Ὁ Τίμιος Πρόδρομος προαναγγέλλει τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου, ὅπως τὸ ἀστέρι Αὐγερινὸς τὰ χαράματα ἀναγγέλλει τὴν ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου. Γράφει πολὺ ὡραῖα πάλι ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος: Ὁ ἅγιος Ἰωάννης μὲ τὴ γέννησή του «ἑωσφόρου φαιδρότερος τῆς δόξης τὸν Ἥλιον μηνύει σήμερον»· δηλαδὴ πιὸ λαμπρὸς ἀπὸ τὸν «Ἑωσφόρο», τὸν Αὐγερινό, προαναγγέλλει μὲ τὴ γέννησή του σήμερα τὸν Ἥλιο τῆς δόξης, τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Γεννήθηκε ὁ μέγιστος Προφήτης δίνοντας τέλος στὴ στειρότητα καὶ ἀτεκνία τῆς γερόντισσας μητέρας του καὶ στὴν ἀφωνία τοῦ πατέρα του. Γεννήθηκε ἐκεῖνος ποὺ θὰ προετοιμάσει τὶς ψυχὲς τῶν ζώντων καὶ τῶν νεκρῶν γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦν τὸν Μεσσία.
- Ἑτοιμασία γιὰ τὴν ὑποδοχὴ τοῦ Κυρίου
Ἐφόσον σήμερα ἀνατέλλει ὁ Αὐγερινὸς τῆς νέας ἐποχῆς – αὐτὸ γιορτάζουμε – ποιὸ τὸ δικό μας καθῆκον; Νὰ ἀκούσουμε καὶ νὰ ὑπακούσουμε στὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου. Νὰ μετανοήσουμε. Νὰ δείξουμε ἔμπρακτη μετάνοια. Νὰ παρουσιάσουμε «καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας» (Λουκ. γ´ 8). Νὰ βγάλουμε σὰν ἄλλα νυχτερινὰ ἐνδύματα «τὰ ἔργα τοῦ σκότους», τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε «τὰ ὅπλα τοῦ φωτός», τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, κατὰ τὸν ἅγιο Ἀπόστολο. Νὰ ἑτοιμαστοῦμε γιὰ νὰ ὑποδεχθοῦμε τὸν Κύριο, γιὰ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν Κύριο.
«Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται, καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται». Ὁ Νόμος καὶ οἱ Προφῆτες προφήτευσαν μέχρι τὸν Ἰωάννη. Ἀπὸ τότε ἀναγγέλλεται φανερὰ τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, καὶ κάθε συνετὸς ἄνθρωπος ἀσκεῖ βία στὸν ἑαυτό του καὶ σπεύδει νὰ εἰσέλθει σ᾿ αὐτήν (Λουκ. ις´ [16] 16).
Σήμερα ἔλαμψε τὸ πιὸ φωτεινὸ ἀστέρι στὸ νοητὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας· τὸ ἀστέρι ποὺ ἀναγγέλλει τὴν ἔλευση τοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης. Ἂς χαροῦμε τὸ φῶς του, ἂς δεχθοῦμε τὸ μήνυμά του στὴ ζωή μας. Σήμερα ἀκούσαμε στὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ἕνα ἐγερτήριο σάλπισμα. Ποιὸς θὰ τὸ ἀκούσει μὲ τὰ πνευματικά του αἰσθητήρια; Ποιὸς θὰ τὸ αἰσθανθεῖ ὡς δική του προσωπικὴ πρόσκληση, ὥστε νὰ ὑψωθεῖ, νὰ σηκωθεῖ πάνω ἀπὸ τὰ γήινα καὶ νὰ συναντήσει ἕτοιμος, φωτεινὸς τὸν Κύριο ποὺ ἔρχεται γιὰ νὰ παραλάβει τοὺς δικούς Του στὴ Βασιλεία Του;
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
4.
Στή Γέννηση τοῦ Ἁγίου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου
ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ
α’. — Ἀκόμα καί ἄν ἔμοιαζε ὁ λόγος μας μέ ἀνοιξιάτικο τραγούδι καλικέλαδου ἀηδονιοῦ, πολύ φτωχά θά κατάφερνε νά ὑμνήσει τή μεγάλη φωνή τῆς ἀλήθειας πού γεννιέται σήμερα. Τώρα ὅμως πού ἡ λαλιά μας εἶναι ἀσθενική καί πολύ κακοφωνή, πῶς νά ὑμνήσει τόν πιό δοξασμένο ἀπό ὅλους τούς Προφῆτες;
Πῶς νά ψάλλει αὐτόν πού εἶναι ἡ τιμή καί ἡ δόξα τῶν Ἀποστόλων;
Πῶς νά δοξολογήσει αὐτόν πού ἔχει μιά ξέχωρη τιμή ἀνάμεσα στούς μάρτυρες;
Ἐκεῖνο δέ πού μοῦ φαίνεται ἀξιοπρόσεχτο εἶναι τό ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τούς ἄλλους ἁγίους, πλέκει ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τά ἐγκώμια, ὁ πιό ἀξιοτίμητος τοῦ πιό ἀναγνωρισμένου καί ὁ λιγότερο γνωστός τοῦ λιγότερο φημισμένου. Αὐτόν ὅμως πού τώρα ἐμεῖς ἐξυμνοῦμε τόν ἐγκωμίασε, πρίν ἀπ’ ὅλους τούς ἄλλους ἐγκωμιαστές του, ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός καί Θεός, ἡ Ἀλήθεια, λέγοντας:
«Δέν ἔχει μέχρι σήμερα γεννηθεῖ μεγαλύτερος προφήτης ἀπό τόν Ἰωάννη τό Βαπτιστή» (Ματθ. 11, II).
Ἀφοῦ λοιπόν τόσο πλούσια καί ἀνυπέρβλητα ἔχει ἐπαινεθεῖ καί ἔχει ἐγκωμιαστεῖ ὁ μέγας Πρόδρομος ἀπό τόν Ὑψιστο Θεό-Λόγο, ἔχει τάχα ἀνάγκη ἀπό τά φτωχά μας λόγια, ἀγαπητοί μου ἀκροατές; Ὄχι βέβαια, δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τά φτωχά μας λόγια ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Ἐμεῖς ὅμως ἀποτολμᾶμε νά ποῦμε δυό λόγια γι’ αὐτόν, γιατί εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά τό κάνουμε ἀπό ὑπακοή στόν πατέρα καί ἡγούμενό μας, ἐκτελώντας ὁπωσδήποτε τήν ἐντολή πού μᾶς ἔδωσε. Συγχρόνως ὅμως θά λάβουμε ἁγιασμό καί Χάρη καί μόνο πού ὁ νοῦς μας θ’ ἀσχοληθεῖ μέ τόν Τίμιο Πρόδρομο.
β’.— Ἐμπρός λοιπόν, ἄς γιορτάσουμε τήν ἡμέρα. Ἄς πανηγυρίσουμε τό γεγονός τῆς γεννήσεώς του, ὄχι μόνο ὅσοι κατοικοῦν στά περίχωρα, ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι περιτριγυρίζουν τόν πνευματικό Ἰορδάνη.
Ἄς μποῦμε βαθιά στό νόημα αὐτοῦ τοῦ παράδοξου μυστηρίου. Ἄς γνωρίσουμε αὐτό πού τόσο ὑπερφυσικά γίνεται σήμερα. Ἄς ἐμβαθύνουμε στά ὅσα ἔχουν συμβεῖ γύρω ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ζαχαρία. Καί ἄς μήν παραλείψουμε νά ἀναφέρουμε ὅλα ἐκεῖνα πού διαδραματίστηκαν στό πρόσωπο τῆς Ἐλισάβετ. Πόσο μεγάλος ὑπῆρξε ὁ Πρόδρομος φαίνεται καί μόνο ἀπό τούς γονεῖς πού εἶχε, γιατί οἱ γονεῖς του δέν ὑπῆρξαν ἄσημοι ἀλλά πολύ περίδοξοι καί ἐπιφανεῖς.
Ὁ μέν Ζαχαρίας, σάν ἄλλος Ἀαρών καί στήν ἡλικία καί στό ἀξίωμα, ντυμένος τήν Ἀρχιερατική στολή —δηλαδή τό περιστήθιο, τήν ἐπωμίδα, τό χιτώνα πού ἔφτανε μέχρι τούς ἀστραγάλους καί τό χιτώνα τόν κροσσωτό, τό διακριτικό σκοῦφο τῆς ἱερωσύνης καί τή ζώνη, πού ἦταν ὅλα καταστόλιστα μέ χρυσάφι καί πολύτιμους λίθους καί ὑάκινθο καί βύσσο— εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων νά ἱερουργήσει γιατί ἐφημέρευε.
Ἡ δέ Ἐλισάβετ ὑπῆρξε ἴδια στή δόξα μέ τή Σάρρα καί μᾶλλον πιό δοξασμένη ἀπ’αὐτήν, ὡς συγγενής τῆς Θεομήτορος. Αὐτή λοιπόν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ χαριτώθηκε, ἄν καί ἦταν στείρα, νά γεννήσει ὄχι τόν Ἰσαάκ, πού ὀνομάστηκε δοῦλος τοῦ Θεοῦ (Γέν. 34, 14 καί Δαν. 3, 35), ἀλλά τόν Ἰωάννη πού ἔγινε γνήσιος φίλος τοῦ Χριστοῦ.Ὤ ἄγονη μήτρα, πού κράτησες μέσα σου τέτοιο παιδί! Ὤ ἄκαρπη γῆ, πού βλάστησες τέτοιο καρπερό στάχυ!
Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά διστάσουμε ν’ ἀναφωνήσουμε καί πάλι πρός αὐτήν, μέ καινούργιο τώρα νόημα τά λόγια τοῦ μεγαλόστομου Ἠσαῦ. «Γέμισε τήν καρδιά σου μ’ εὐφροσύνη στείρα, πού δέν ἀπόχτησες παιδιά. Φώναξε μ’ ὅλη σου τή δύναμη ἐσύ πού δέν δοκίμασες ὠδίνες τοκετοῦ» (Ἠσ. 54, 1), γιατί ἔκανες ν’ ἀνθίσει ἀπό τήν ἔρημη μήτρα σου ὁ Ἰωάννης, τό κρίνο τῆς ἁγνότητας, τό τριαντάφυλλο πού εὐωδιάζει ἀπό Ἅγιο Πνεῦμα, τό λιβάδι τῆς ἐγκράτειας, πού μᾶς γεμίζει μέ ἀγαθά, ἡ φωτοδότρα πηγή πού λάμπει κατά τή φανέρωση τοῦ Χριστοῦ πάνω στή γῆ, ὁ Ἰωάννης, ὁ στρατιώτης τοῦ οὐράνιου βασιλιᾶ, πού ὁ Ἴδιος τόν ξεχώρισε καί τόν ὑπέδειξε στό λαό Του, ὁ ἄριστος νυμφαγωγός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ πρός τόν οὐράνιο Νυμφίο της Χριστό, ὁ ἀκούραστος διαλαλητής καί μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ μόνη Ἀλήθεια, ὁ Ἰωάννης, ὁ φλογερός κήρυκας τῆς μετάνοιας, ὁ σαρκωμένος ἄγγελος τοῦ Κυρίου, αὐτός πού φανέρωσε σέ ὅλους τόν Ἀμνό, πού θά σήκωνε πάνω του ὅλου τοῦ κόσμου τίς ἁμαρτίες.Καί δέν θά μπορέσω μέ ὅ,τι καί νά πῶ νά ἀναφέρω ὅλες τίς ἀρετές του, ἀκόμα καί ἄν ἀραδιάσω ὅλους τούς τίτλους πού τοῦ ἔχουν δοθεῖ. Γιατί τοῦ ταιριάζουν πολλά ὀνόματα καί εἶναι κοσμημένος μέ πάρα πολλές ἀρετές, μιά καί αὐτός ἀξιώθηκε νά πάρει τήν πιό μεγάλη χάρη ἀπ’ ὅλους ἐκείνους πού σφράγισε τό Ἅγιο Πνεῦμα.
γ’.— Τιμοῦμε βέβαια καί τή γενέθλια ἡμέρα τοῦ προπάτορα Ἰσαάκ, τόν ὁποῖο συνέλαβε καί γέννησε στά γηρατιά της ἡ Σάρρα καί γιά τόν ὁποῖο εἶπε: «Ποιός θά φέρει τό χαρούμενο μαντάτο στόν Ἀβραάμ καί θά τοῦ μηνύσει ὅτι ἡ Σάρρα θηλάζει βρέφος;» (Γέν. 21, 7), γεγονός πού πανηγύρισε ὁ Ἀβραάμ μέ μεγάλο συμπόσιο τήν ἡμέρα ταῆς ἀπογαλακτίσεώς του.
Ἐπίσης τιμοῦμε καί τή γενέθλια ἡμέρα τοῦ Σαμψών πού καί αὐτός χαρίστηκε στό Μανωέ ἀπό στείρα μάνα, σύμφωνα μέ τό ξεχωριστό θέλημα καί τήν ξεχωριστή χάρη τοῦ Θεοῦ (Ἰουδ. 13,14). Αὐτός, καθώς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, δέν θα ‘πινε κρασί καί οἰνοπνευματώδη ποτά καί δέν θά ‘τρωγε τίποτα ἀκάθαρτο. Θά ἀναδειχνόταν ἀκόμα ἀρχηγός τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ γιά νά τόν σώσει ἀπό τούς ἀλλοφύλους ἐχθρούς του.
Τέλος, προσπερνώντας καί ἄλλων ἁγίων σχετικές περιπτώσεις, θά ἀναφέρω τόν προφήτη Σαμουήλ, τόν ὁποῖο γέννησε ἡ πολυδοξασμένη Ἄννα μέ τόν Ἐλκανά καί τόν ἀφιέρωσε ἀπό βρέφος στόν Θεό. Ἀλλά ὅλοι αὐτοί δέν φτάνουν, ἀγαπητοί μου, τό μεγαλεῖο τοῦ Ἰωάννη. Γιατί ἄλλοι ἀπ’ αὐτούς ἔζησαν πρίν ἀπό τήν παράδοση τοῦ γραπτοῦ Νόμου καί ἄλλοι μετά ἀπ’ αὐτή. Ὁ Ἰωάννης ὅμως, ὁ γιός τοῦ ἱερέα Ζαχαρία καί τῆς ἀξιοθαύμαστης Ἐλισάβετ, τό ἄνθος πού στόλισε τήν εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, φύτρωσε καί ἄνθισε στό μεσοδιάστημα τοῦ Νόμου καί τῆς Χάρης. Ἀνέτειλε τό νοητό ἀστέρι, προαναγγέλλοντας τήν ἀνατολή τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης. Προέτρεξε ὁ στρατιώτης, κηρύττοντας τόν ἐρχομό τοῦ βασιλιᾶ ὁλόκληρης τῆς κτίσης. Ἦρθε ὁ ὁδηγός τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, διαλαλώντας τήν ἐπικείμενη παρουσία τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ. Καί οἱ μέν ἄλλοι προφῆτες προφήτεψαν ἡ θαυματούργησαν ἀρκετά χρόνια μετά τή γέννησή τους, ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὅμως πληρώθηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἀναδείχτηκε θαυματουργός ἐνόσω ἀκόμα βρισκόταν στήν κοιλιά τῆς μάνας του.
δ’.— Θά κάνω λοιπόν μιά παρομοίωση γιά νά δείξω τή μεγαλοπρέπεια τῆς μορφῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ὅπως ἕνας βασιλιᾶς, πού βγαίνει μέ πομπή καί βασιλική μεγαλοπρέπεια ἀπό τά ἀνάκτορά του, ἔχει ραβδούχους και ἄλλους πού προπορεύονται μέ σκῆπτρα, μετά ὑπάτους, ὑπάρχους καί ταξιάρχους —τελευταία δέ ἔρχεται ἕνας ἀξιωματικός μέ πολύ μεγάλο βαθμό καί μετά ἀπ’ αὐτόν ἀμέσως ἐμφανίζεται ὁ βασιλιᾶς, ἀστράφτοντας μέσα στό χρυσάφι καί τούς πολύτιμους λίθους— τό ἴδιο φανταστεῖτε ὅτι συνέβη καί μέ τόν ἀληθινό καί μόνο βασιλιᾶ ὁλόκληρης τῆς κτίσης, τόν Χριστό καί Θεό μας. Ὅταν ἐπρόκειτο νά ἔρθει ὁ Χριστός στόν κόσμο σάν ἄνθρωπος, προπορεύτηκαν οἱ πατριάρχες, ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ. Ἔπειτα ὁ Μωυσῆς, πού ἀξιώθηκε νά φανερώσει τό νόμο τοῦ Θεοῦ στούς ἄνθρωπους, ὁ Ἀαρών καί ὁ Σαμουήλ καί ὅλος ὁ χορός τῶν ἁγίων προφητῶν. Τελευταῖος δέ ἀπό ὅλους ἐμφανίστηκε ὁ Ἰωάννης καί ἀμέσως μετά ὁ Δεσπότης μας Χριστός, γιά τόν Ὁποῖο ὁ Ἰωάννης εἶπε: «Αὐτός πού ἔρχεται μετά ἀπό μένα, εἶναι ἀνώτερός μου, γιατί ὑπῆρξε πρίν ἀπό μένα» (Ἰωάν. 1, 15). Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἄν καί τελευταῖος στήν παράταξη, πρῶτος στήν ἀξία καί ἀπό αὐτούς ἀκόμα τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους καί ἀπό ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους σπουδαιότερος, σύμφωνα μέ ὅσα κήρυξε ὁ ἀληθινός Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Καί εἶναι πιότερο τιμημένος, γιατί ἦταν τελευταῖος ἀπό τούς προφῆτες καί πρῶτος ἀπό τούς ἁγίους τῆς ἐποχῆς τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀναπτύσσοντας λοιπόν τήν ἱστορία, ὅπως ἀναφέρεται στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ἄς ἀκούσουμε τί ἦταν ἐκεῖνα πού ὁ Γαβριήλ εἶπε στό Ζαχαρία.
ε’.— «Φανερώθηκε σ’ αὐτόν», λέει, «ἄγγελος Κυρίου καί παραστάθηκε δεξιά ἀπό τήν Τράπεζα πού ἔκαιγαν τό θυμίαμα. Καί μόλις τόν εἶδε ὁ Ζαχαρίας ταράχτηκε και φοβήθηκε πολύ» (Λουκ. 1, 11-12). Γιατί ἦταν πολύ σεβάσμια καί ἱερή ἡ ὀπτασία καί φοβερός ὁ τόπος πού συνέβη τό γεγονός. Γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Πόσο φοβερός εἶναι αὐτός ὁ τόπος! Αὐτός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἡ ἴδια ἡ κατοικία τοῦ Θεοῦ» (Γέν. 28, 17). Καί δέν εἶναι περίεργο τό ὅτι ὁ ἱερέας, ἄν καί ἦταν δίκαιος, ταράχτηκε καί κυριεύτηκε ἀπό φόβο, ἀφοῦ τό ἴδιο συνέβη καί μέ τόν Δανιήλ τόν «ἄνθρωπο τῶν ἐπιθυμιῶν» (Δαν. 10, 8), πού βλέποντας τόν ἄγγελο θαμπώθηκε καί ἔμεινε ἄφωνος καί ἔπεσε μέ τό πρόσωπο στή γῆ, ἀπό τοῦ ἄγγελου τήν ὑπέρμετρη καί ἀσύγκριτη λαμπρότητα. «Φάνηκε» λέει, «σ’ αὐτόν ἄγγελος Κυρίου». Τί ἔχουν νά μᾶς ποῦν γι’ αὐτό οἱ μισοχριστιανοί πού δέν ἱστοροῦν εἰκόνες τῶν ἁγίων ἀγγέλων; Ἄν ποτέ ἔχει φανερωθεῖ ἄγγελος σέ ἄνθρωπο, τότε ἔχει καί ζωγραφιστεῖ ὅπως ἀκριβῶς καί φανερώθηκε καί ὄχι μέ μορφή διαφορετική. Καί φανερώθηκε μέ τήν ἴδια ἀκριβῶς μορφή πού παρουσιάστηκαν παλιά στό Μωυσῆ, στό ὅρος Σινᾶ, τά Χερουβείμ πού περιστοιχίζουν τό ἱλαστήριο τῆς κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης. Ἐάν λοιπόν αὐτό πού οὔτε σῶμα οὔτε ὑλική μορφή ἔχει, δύναται νά περιγραφεῖ —σύμφωνα μέ τήν μορφή πού φανερώθηκε— πῶς δέν θά μπορούσαμε νά ἱστορήσουμε εἰκόνα γιά κάτι πού καί σῶμα ἔχει καί ὑλική μορφή καί προσλαμβάνει διάφορα χρώματα καί ψηλαφιέται σάν τρισδιάστατο ἀντικείμενο, ὅπως εἶναι καί ἡ μορφή τοῦ Σωτήρα μας, ὥστε μ’ αὐτόν τόν τρόπο νά κάνουμε ὁλοφάνερη τή σάρκωσή του, γεγονός πού πρέπει νά μένει ἔξω ἀπό κάθε φαντασία;
Ἄς μή νομίσουν λοιπόν οἱ ἄφρονες ὅτι, ζωγραφίζοντας τή μορφή τοῦ Χριστοῦ, ἀπεικονίζουμε ταυτόχρονα καί τή θεότητά Του, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ, οὔτε νά κατανοηθεῖ ἤ νά περικλειστεῖ, οὔτε νά πάρει σχῆμα, οὔτε θέση, οὔτε ἔκταση, οὔτε μέγεθος, οὔτε κανένα ἄλλο γνώρισμα, ἀπ’ ὅσα εἶναι δυνατόν νά περιγραφοῦν. Γιατί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη καί ἀκατάληπτη.
Γι’ αὐτό καί ὅταν ἱστοροῦμε τήν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ τό νά περιγράφουμε τή μορφή Του δέν περιγράφουμε συγχρόνως καί τήν ψυχή Του πού εἶναι ἄυλη καί ἄμορφη —αὐτό εἶναι ἀδύνατον— ἀλλά ἀποδίδουμε χωριστά καί ξεκάθαρα στό ἄυλο καί στό ὑλικό αὐτό πού τοῦ ταιριάζει. Δηλαδή τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ πού δέν περιγράφεται, δέν τήν ἀπεικονίζουμε. Εἰκονίζουμε ὅμως τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού δύναται νά περιγραφεῖ, σύμφωνα μέ ὅσα στοιχεῖα μᾶς δίνει τό ἱερό Εὐαγγέλιο.
Ἀλλά ἄς γυρίσουμε στό θέμα μας.
στ’.— «Καί τοῦ εἶπε ὁ ἄγγελος·μή φοβᾶσαι Ζαχαρία, γιατί ὁ Θεός δέχτηκε τήν προσευχή σου» (Λουκ. 1, 13). Ἀμέσως μέ τή διαβεβαίωση αὐτή τοῦ ‘διωξε τό φόβο, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μέ κάθε ἀγγελική ὀπτασία. Μετά δηλαδή ἀπό τό φόβο πού προκαλεῖ ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀγγέλου, ἀφαιρεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο ἡ δειλία. Ἐνῶ γίνεται ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ὅταν ἐμφανίζεται ὁ δαίμονας. Δηλαδή στήν ἀρχή ὁ ἄνθρωπος πού τόν δέχεται εἶναι χαρούμενος καί θαρραλέος, μετά ὅμως ἀπό λίγο γεμίζει ταραχή καί φόβο.
«Μή φοβᾶσαι, εἶπε, Ζαχαρία, γιατί ὁ Θεός δέχτηκε τήν προσευχή σου καί ἡ γυναίκα σου ἡ Ἐλισάβετ θά φέρει στόν κόσμο ἕνα γιό» (Λουκ. 1, 10).
Ὤ ἀξιοεπιθύμητο καί θεόσδοτο παράγγελμα, σύμφωνο μέ τή βαθιά ἐπιθυμία τους! Ὤ ἀγγελοφερμένη ὑπόσχεση, πού εἶσαι καρπός τόσων ἐπίμονων προσευχῶν! Κατάφερε ὁ Ζαχαρίας νά κερδίσει ἐκεῖνο πού ἡ ψυχή του ἐπιθυμοῦσε! Πέτυχε ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο παρακαλοῦσε μέ τόση θέρμη! Βρῆκε ἐκεῖνο πού ζητοῦσε. Βρῆκε, ὄχι ἀπό φυσική συνάφεια ἀλλά ἀπό καρποφόρα προσευχή τό ξανάνιωμα τῆς ἄγονης μήτρας καί τήν ἱκανοποίηση τῆς λαχτάρας της νά κάνει παιδί. Διότι ἡ στείρωσή της δέν ἦταν βέβαια ἐπιτίμιο καί κατάρα τοῦ Θεοῦ —μήν πάει ἐκεῖ τό μυαλό σας— ἀλλά ἦταν προφητικό ἐξάγγελμα μεγάλου μυστηρίου.
Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅτι, παρόλο πού ὁ Ζαχαρίας εἶχε παραδοθεῖ σέ πολλή προσευχή καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά λύσει τή στείρωση τῆς Ἐλισάβετ, δέν εἰσακούστηκε ἀμέσως ἀπό τόν Θεό, γιατί δέν ἦταν ἀκόμα ὁ κατάλληλος καιρός. Δέν εἶχε φτάσει ἀκόμα ἡ ἐποχή πού ὁ Χριστός θά σαρκωνόταν. Τότε μόνον νά ἐλπίζεις ὅτι θά ἀπόκτησεις παιδί, Ζαχαρία, ὅταν ἔρθει στή γῆ Αὐτός πού χρόνια προσδοκοῦν καί περιμένουνε τά ἔθνη. Τότε νά περιμένεις πώς ἡ Ἐλισάβετ θά πάψει νά εἶναι στείρα, ὅταν ἔρθει Αὐτός πού εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς οἰκουμένης. Ἐπειδή ὅμως ἦρθε πιά αὐτή ἡ ὥρα, δέξου μέ τήν προαγγελία τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ τῆς καρδιᾶς σου τό ποθούμενο. Σάν ἄλλος ἀετός ξαναπάρε τό νεανικό σου σφρίγος (Ψαλμ. 102, 5). «Γνώρισε, εἶπε ὁ ἄγγελος, τή σύζυγό σου. Γιατί ἔγινε δεκτή ἡ προσευχή σου καί ἡ γυναίκα σου Ἐλισάβετ, θά σοῦ γεννήσει ἕνα γιό καί θά τοῦ δώσεις τό ὄνομα Ἰωάννης». Φανέρωσε ἔτσι ὁ ἄγγελος καί τό ὄνομα πού θά ‘παιρνε τό παιδί, ὄνομα πού καί ἀπό τήν ἴδια τήν ἐτυμολογία του φανερώνει ὅτι τό παιδί θά ἦταν οὐρανόσταλτο.
ζ’.— Εἶπε δέ ὁ Ζαχαρίας στόν ἄγγελο —γιατί μιλάει μέ τόν ἄγγελο μέ θάρρος σάν ἴσος πρός ἴσο. «Πῶς θά βεβαιωθῶ γι’ αὐτό, ἀφοῦ ἐγώ εἶμαι γέροντας καί ἡ γυναίκα μου προχωρημένη στήν ἡλικία;» (Λουκ. 1, 18). Ἡ ἀπόδειξη πού χωρίς ἰδιαίτερη σκέψη ζήτησε, γιά τόν τρόπο πού θά γινόταν πατέρας, τοῦ προσάπτει ὡς ἱερέα τό ἁμάρτημα τῆς ἀπιστίας. Αὐτή ἡ ἐρώτηση ὅμως δέν προέρχεται ἀπό τήν ἀπιστία, ἀλλά ἀπό τήν ἀνάγκη ἐξακριβώσεως τῆς ἀλήθειας. Ἔπαθε ἔτσι καί ὁ Ζαχαρίας τό ἴδιο μέ τόν Ἀπόστολο Θωμᾶ. Γιατί δέν ἦταν δικαιολογημένο, προφήτης αὐτός καί γνώστης τῶν θείων πραγμάτων, νά ἀγνοεῖ ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά ἀνακαινίσει τή φύση, νά ξανανιώσει τά γηρατειά, νά βγάλει ἀπό τό ἀδιέξοδο τόν ἄνθρωπο, νά βρεῖ λύσεις στά προβλήματα, ὅπως ἄλλωστε συνέβη μέ τόν Ἀβραάμ καί τή Σάρρα, μέ τήν Σωμανίτιδα καί μέ τόσες καί τόσες ἄλλες ἀνάλογες περιπτώσεις, πού ἔδειξε τή θαυματουργική Του δύναμη. Ἀλλ’ ὅμως ἐπειδή οἱ χαρούμενες ἀγγελίες, πού μηνύουν τήν πραγματοποίηση τῶν μεγάλων καί ἀσυνήθιστων προσδοκιῶν τῆς ψυχῆς, ὅταν ἀκουστοῦν ἀπροσδόκητα καί ξαφνικά φέρνουν συνήθως ταραχή, γι’ αὐτό καί τώρα ὁ Ζαχαρίας, ἐπειδή ταράχτηκε, τηρεῖ ἐπιφυλαχτική στάση. Καί αὐτό νομίζω ὅτι τό κάνει ὄχι ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας του, ἀλλά γιατί βιάζεται νά φτάσει στήν ἀναμφισβήτητη καί ἀδιάσειστη βεβαιότητα. Καί ἀμέσως σάν νά κυριεύτηκε ἀπό ἀφόρητη χαρά, φωνάζει πρός τόν ἄγγελο καί λέει: «Πῶς θά βεβαιωθῶ γι’ αὐτό πού μοῦ λές»; Μήπως παραλογίζεσαι; Μή καί δέν βγοῦν ἀληθινά αὐτά πού μοῦ ἀναγγέλλεις; Δός μου ἐπίσημη διαβεβαίωση, δός μου χειροπιαστή ἀπόδειξη, ὅπως παλιότερα ἔδωσε ὁ Θεός στόν Ἀβραάμ τό σημεῖο τῆς περιτομῆς, βεβαιώνοντάς τον ἔτσι ὅτι θά γίνει πατέρας πολλῶν ἐθνῶν καί ὅτι θά γεννηθοῦν ἀπ’ τή γενιά του πολλοί βασιλεῖς. Καί ὅπως διαβεβαίωσε πρίν ἀπ’ αὐτόν τό Νῶε μέ τό σημεῖο τοῦ οὐράνιου τόξου, ὅτι δηλαδή δέν θά καταστρέψει μέ κατακλυσμό τή γῆ. Ἀκόμα ὅπως ἔκανε τή ράβδο τοῦ Μωυσῆ νά πάρει μορφή φιδιοῦ καί νά ξαναγίνει ἀμέσως πάλι ραβδί, γιά νά πιστέψουν μ’ αὐτόν τόν τρόπο οἱ Αἰγύπτιοι ὅτι τοῦ φανερώθηκε ὁ Θεός.
η’.— Καί ἀποκρίθηκε ὁ ἄγγελος καί τοῦ εἶπε: Νά τό σημεῖο πού ζητᾶς: Θά χάσεις τή λαλιά σου καί δέν θά μπορεῖς πιά νά βγάλεις λέξη, γιατί δέν πίστεψες στά λόγια μου —ἐννοεῖται βέβαια γιατί δέν πίστεψε ἁπλά καί ἀνεξέταστα— πού θά ἐκπληρωθοῦν ὅταν φτάσει ὁ κατάλληλος καιρός. Πῆρε λοιπόν τήν κατάλληλη γιά τήν περίσταση ἀπόδειξη, πού ζητοῦσε ὁ Ζαχαρίας, δηλαδή τή σιγή τῆς φωνῆς του, μιᾶς φωνῆς πού κάποτε θά σταματοῦσε γιά πάντα μπροστά στή ζωντανή καί σαρκωμένη φωνή, τόν Πρόδρομο πού θά γεννιόταν ἀπ’ αὐτόν. Καί ἐνῶ ἔμεινε μέ κλειστό στόμα συνέχισε νά ὑμνεῖ, μέ μυστική πιά φωνή τό Δωρητή τοῦ παιδιοῦ, πού ἔμελλε νά γεννηθεῖ. Ὅταν βγῆκε, λέει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής, ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ, «δέν μποροῦσε πιά νά μιλήσει. Καί ἀπ’ αὐτό κατάλαβαν οἱ ἄλλοι ὅτι εἶχε δεῖ κάποιο ὅραμα στό ἱερό, ἐνῶ ὁ ἴδιος προσπαθοῦσε νά ἐξηγήσει μέ νοήματα καί παρέμενε βουβός» (Λουκ. 1, 22). Ἔμεινε κωφάλαλος, πρῶτα-πρῶτα γιά νά μή δέχεται ἐρωτήσεις, γιατί ἀλλιῶς δέν θά μποροῦσε νά μήν πληροφορήσει τούς ἄλλους γιά τό ὅραμα. Ἔπειτα δέ ἐπειδή κατά κάποιο τρόπο εἶχε βγεῖ ἀπό τίς αἰσθήσεις του καί καθώς ἔμεινε κατάπληκτος καί ἐμβρόντητος ἀπό τό ὅραμα πού ἐξακολουθοῦσε νά τό ζεῖ τόσο βαθιά μέσα του, δέν μποροῦσε νά δώσει προσοχή στά κούφια λόγια τῶν ἄλλων. Ἡ σιωπή λοιπόν δέν εἶχε κανένα ἄλλο νόημα, παρά ἦταν μονάχα μιά προφητεία, πού προδήλωνε ὅτι θά γινόταν πατέρας προφήτη. Καί αὐτό ἦταν ἴσως καί σημεῖο τοῦ τέλους τῆς λατρείας τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, ἀλλά καί σημεῖο τῆς ἀνατολῆς τῆς ἐποχῆς τῆς Χάρης, πού θά ἄρχιζε μέ τό γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη.
Προσπερνώντας ὅμως τά ἄλλα σημεῖα πού σχετίζονται μέ τό θέμα μας —γιατί δέν εἶναι οὔτε τῆς ἡμέρας, οὔτε τῆς δυνατότητάς μας— ἄς ἔρθουμε ἀμέσως σ’ αὐτό πού μᾶς ἐνδιαφέρει ἄμεσα.
θ’.— Καί συνέβη, ὅπως λέει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής, τό ἑξῆς: «Μόλις ἄκουσε ἡ Ἐλισάβετ τό χαιρετισμό τῆς Μαρίας, σκίρτησε ἀπό χαρά μέσ’ τήν κοιλιά της τό βρέφος» (Λουκ. 1, 41).
Ὤ Ἰωάννη, μακαριστό βρέφος, ἀκοίμητο ἔμβρυο! Ἐνῶ ἀκόμα βρισκόσουν στήν κοιλιά τῆς μητέρας σου, πῶς ἔνιωσες τί γίνεται στόν κόσμο; Ἐνῶ ἀκόμα δέν εἶχες τελειωθεῖ πῶς παρουσιάζεσαι ὑπερτέλειος; Πῶς ἔξι μόλις μηνῶν ἔμβρυο, ἐκφράστηκες σάν σοφός γέροντας; Πῶς χωρίς ἀκόμα νά μπορεῖς νά διανοηθεῖς φάνηκες τόσο συνετός; Πῶς μίλησες μέ τόση εὐφράδεια, ἐνῶ ἀκόμα δέν μποροῦσες νά ἀρθρώσεις λέξη; Πές μας, πές μας λοιπόν, πῶς ἐνῶ βρισκόσουν ἀκόμη στή σκοτεινή χώρα τῶν μητρικῶν σπλάχνων, χωρίς νά βλέπεις, χωρίς ν’ ἀκοῦς, χωρίς νά ἔχεις ἀρθρώσει ἀκόμα μιά λέξη, χωρίς νά ἔχεις κάνει ἀκόμα οὔτε ἕνα βῆμα, χωρίς νά ἔχεις ἀκόμα σκάσει τό πρῶτο χαριτωμένο παιδικό χαμόγελο, πῶς βλέπεις τόσο καθαρά ὅσα δέν μποροῦν νά δοῦν οἱ ἄνθρωποι; Πῶς ἔχεις μιά τόσο σοφή γνώση; Πῶς θεολογεῖς; Πῶς σκιρτᾶς χαρούμενα; Γιατί χαίρεσαι τόσο πολύ; Ἀπάντησέ μας, ἀπάντησέ μας, πανθαύμαστε!
Μεγάλο, λέει, τό μυστήριο πού συντελεῖται καί δέν μπορεῖ νά τό συλλάβει νοῦς ἀνθρώπινος αὐτό πού διαδραματίζεται. Ἄν καί εἶμαι ἁπλός ἄνθρωπος ἐπιτελῶ παράδοξα πράγματα, γιά νά φανερώσω Ἐκεῖνον πού πρόκειται ὡς Θεάνθρωπος νά ὑπερβεῖ τούς ὅρους τῆς φύσης. Βλέπω μολονότι εἶμαι ἀκόμα ἔμβρυο, γιατί αἰσθάνομαι κοντά μου νά κυοφορεῖται ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Ἔχω τή δυνατότητα νά ἀκούω ἐπειδή γνωρίζω πολύ καλά τά πάντα καί ἐπειδή γεννιέμαι γιά νά εἶμαι ἡ φωνή τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Κράζω μέ ὅλη μου τή δύναμη, γιατί νιώθω νά σαρκώνεται ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός. Σκιρτάω, γιατί αἰσθάνομαι νά παίρνει ἀνθρώπινη μορφή ὁ Ποιητής ὅλης τῆς κτίσης. Χαίρομαι μέ ὅλη μου τήν ψυχή, γιατί λογίζομαι ὅτι σαρκώνεται ὁ Λυτρωτής τοῦ κόσμου. Σᾶς ἀναγγέλλω τήν ὥρα πού ὁ Θεός ἔρχεται σάν ἄνθρωπος στόν κόσμο. Τρέχω μπροστά, πρίν φτάσει Ἐκεῖνος ἀνάμεσά σας, σάν κορυφαῖος τοῦ δοξολογικοῦ χοροῦ σας καί σάν τόν Δαυίδ λοιπόν σᾶς παραγγέλλω προφητικά: Ἀρχίστε τό τραγούδι, πάρτε καλόηχο τύμπανο, ψαλτήρι καί κιθάρα. Τραγουδῆστε, ψάλτε γι’ Αὐτόν, ὑμνεῖστε ὅλο του τό μεγαλεῖο πού βρίσκεται σέ ὅσα θαυμάσια ἐπιτελεῖ.
Γ.— Ἄρα λοιπόν Ἰωάννη, σηκώθηκες πάνω ἀπ’ τά ἐπίγεια καί ἀξιώθηκες νά ἀντικρύσεις τά οὐράνια; Ξεπέρασες καί αὐτές τίς ἀγγελικές δυνάμεις πού ὑπῆρχαν πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ ὁρατοῦ κόσμου; Πῶς λοιπόν τιμήθηκες μέ τό ἀξίωμα τῶν ἀγγελικῶν ταγμάτων, ἐνῶ δέν πλάστηκες ἄγγελος; Καί πῶς ἀγέννητος ἀκόμα, μᾶς ἐμήνυσες καί μᾶς προανάγγειλες μέ ἄμεση θεϊκή ἔμπνευση ἐκεῖνο πού καί γιά τούς ἀγγέλους ἀκόμα ἦταν ἄγνωστο καί ἀδίδακτο;
Δέν προσπάθησα ν’ ἀνέβω σέ φανταστικά ὕψη. Οὔτε περπάτησα πάνω στά σύννεφα, οὔτε ξεπέρασα τούς οὐρανούς, οὔτε ἀνέβηκα πιό ψηλά ἀπό τίς τάξεις τῶν φλογερῶν καί ἀσώματων ἀγγέλων. Κανένας ἄς μή φανταστεῖ κάτι τέτοιο. Ἀλλά μάθετε ὅτι Αὐτός πού βρίσκεται πάνω ἀπ’ ὅλα καί μένει στούς Πατρικούς κόλπους μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, χωρίς νά χωριστεῖ ἀπό τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα διέφυγε τήν προσοχή —καί αὐτῶν ἀκόμα τῶν πύρινων λειτουργῶν του— καί εἰσῆλθε στή μήτρα τῆς «ἀειπαρθένου» Μαρίας, σάν σέ ἄλλο οὐρανό. Αὐτός λοιπόν, μοῦ φανερώθηκε καί μέ μύησε σ’ αὐτά τά θεϊκά μυστήρια. Εἶμαι λοιπόν κήρυκας τοῦ βρέφους. Διαλαλῶ ὅτι «γεννήθηκε παιδί γιά χάρη μας καί μᾶς δόθηκε σάν δῶρο Αὐτός πού εἶναι ὁ προαιώνιος Θεός», ὅπως λέει καί ὁ μεγάλος προφήτης Ἡσαΐας (Ἡσ. 9, 6). Γεννήθηκα ἀπό μήτρα στείρα, γιατί πρόκειται νά γεννηθεῖ παιδί ἀπό μάνα παρθένο. Πόσο ὑπερφυσικά πράγματα, πόσο παράδοξα θαύματα εἶναι αὐτά, πού χαρούμενα μᾶς μηνύει σήμερα τό ἀγέννητο ἀκόμα βρέφος! Πόσο πρωτοφανῆ μηνύματα θεολογώντας μᾶς προανάγγειλε ὁ γιός τῆς Ἐλισάβετ;
Σκίρτησε ἀπό χαρά λοιπόν ὁλόκληρη ἡ οἰκουμένη, ψάλλε καί ὕμνησε Ἐκκλησία, τά προεόρτια πανηγυρίζοντας, πρίν ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τά γενέθλια τοῦ Ἰωάννη. Γέμισε ἀπό χαρά ὁλόκληρη ἡ κτίση, καθώς δέχεσαι τό μαντατοφόρο τῆς Σαρκώσεως τοῦ βασιλιά τῶν πάντων.
ια’.— Μακαριστέ Ἰωάννη, πού εἶσαι μεγαλύτερος ἀκόμα καί ἀπό τούς πιό ἔνδοξους προφῆτες, ὁ πιό ἐπιφανής ἀπό τούς ἀποστόλους, ὁ πιό ἀξιοτίμητος ἀπ’ ὅλους τούς μεγαλομάρτυρες, ὁ κοσμημένος μέ θεία κάλλη ἀρχηγός τῶν ἐρημιτῶν, ὁ ἀγαπημένος φίλος τοῦ πάγκαλου Νυμφίου, τό ἑτοιμασμένο λυχνάρι πού λάμπει τό φῶς ἐκεῖνο, πού μέ λόγια δέν μπορεῖ νά περιγραφεῖ, ὁ ἔμπιστος κήρυκας τοῦ ἄμωμου Ἀμνοῦ, ὁ προσεκτικός ἀκροατής τῆς πατρικῆς φωνῆς, ὁ φημισμένος Βαπτιστής τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἀτρόμητος ἔλεγχος τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἡρώδη, ὁ προάγγελος τῆς ζωῆς γιά ὅσους βρίσκονταν στόν Ἅδη, ἡ σάλπιγγα πού σημαίνει τά θεϊκά προστάγματα στήν οἰκουμένη, μίλησέ μας καί τώρα ἀπό τόν οὐρανό, μέ τίς ἱερές πρεσβεῖες σου καί τίς εὐχές τοῦ μακαριστοῦ πνευματικοῦ πατέρα μου καί δεῖξε τήν εὐμένειά σου στό λαό καί στό μικρό σου ποίμνιο πού σέ ὑμνεῖ, συγχωρώντας ταυτόχρονα τό τολμηρό ἐπιχείρημα ἑνός φτωχοῦ, πού στό προσφέρει ὄχι σάν δῶρο, ἀλλά σάν ταπεινό χρέος καί φόρο πού ὀφείλεται ἀπό τιποτένιο δοῦλο, πού προσφέρεται ὅμως μέ πόθο ψυχῆς.
Στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό πρέπει ἡ δόξα, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση, καθώς καί στόν Παντοκράτορα Πατέρα καί στό Πανάγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ἀπό τό βιβλίο: «Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα
5.
«Ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν»(Γενέθλιον Τιμίου Προδρόμου)
π.Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Η εποχή μας έχει τα χαρακτηριστικά της εποχής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Κυριαρχεί η αντίληψη ότι μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Να προχωρούμε «κώμοις και μέθαις, κοίταις και ασελγείαις, έριδι και ζήλω» και «η πρόνοια της σαρκός εν επιθυμίαις» (Ρωμ. 13, 13-14) να είναι το σήμα κατατεθέν της ζωής μας.
Βεβαίως το παράδειγμα το δίνουν κυρίως αυτοί που έχουν την οικονομική και κοινωνική δυνατότητα να το πράξουν, αλλά και οι υπόλοιποι, όσοι είμαστε εν συναρπαγή από τον τρόπο και το περιεχόμενο του πολιτισμού μας, το ίδιο ποθούμε. «Φαγοπότια και μεθύσια, ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, φιλονικίες και φθόνοι, ένας αμαρτωλός εαυτός που μας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών μας». Το ίδιο συνέβαινε και στην εποχή του Προδρόμου. Η γέννηση του τελευταίου προφήτη της Παλαιάς Διαθήκης βρήκε την τότε γνωστή ανθρωπότητα, αυτή των καταλοίπων της φιλοσοφίας και των συνεπειών της ρωμαϊκής παγκοσμιοποίησης σε μία κατάσταση απανθρωπίας και σε έναν φανερό ή κρυφό θρίαμβο των επιθυμιών για απόλαυση χωρίς νόμο και όρια. Γι’ αυτό και η μοναδική αυτή μορφή έρχεται να κηρύξει μετάνοια σε έναν τέτοιο κόσμο, όχι μόνο γιατί θα ερχόταν ο Χριστός, αλλά και γιατί ο άνθρωπος, κατά κάποιον τρόπο, θα έπρεπε να ξαναδεί το νόημα της ζωής του.
Η γέννηση του Προδρόμου έρχεται με υπέρβαση των νόμων της φύσης, καθώς οι γονείς του, ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ, ήταν μεγάλοι στην ηλικία. Η γέννηση του Προδρόμου είναι, όπως λέει και το όνομά του (Ιωάννης στα εβραϊκά σημαίνει δώρο Θεού) μία δωρεά του Θεού όχι μόνο στο άτεκνο ζευγάρι, αλλά και στην ανθρωπότητα, καθώς ο Βαπτιστής επρόκειτο να γίνει η αφυπνίζουσα συνείδηση του κόσμου.
Όντας ο ίδιος ακέραιος, μετέδιδε την δίψα για ακεραιότητα σε όσους τον επισκέπτονταν.
Όντας ο ίδιος πιστός, υπενθύμιζε τις εντολές του Θεού, που έγκειτο κυρίως στην αγάπη, στον σεβασμό του άλλου, στην αποφυγή της συκοφαντίας και της κατάκρισης και στην μεσσιανική προσδοκία, ότι ο κόσμος θα έβρισκε τον ηγέτη του, όχι προς την δόξα, αλλά προς την υπέρβαση του θανάτου και την ανάσταση. Όντας ο ίδιος σε κοινωνία με τον Θεό, καταλάβαινε ότι η ανθρωπότητα δεν μπορούσε να σωθεί με την χαλαρότητα του «δεν βαριέσαι» ή «δεν πειράζει», αλλά με την δύναμη της άσκησης, η οποία ερημώνει την ύπαρξη του ανθρώπου από άλλες επιθυμίες, χωριστικές της αγάπης και της ανάστασης, και την οδηγεί στην ελευθερία της καρδιάς που αγαπά τον Θεό και κατ’ επέκτασιν τον πλησίον.
Ο Πρόδρομος γίνεται επικεφαλής της Εκκλησίας της ερήμου, η οποία στο Πρόσωπο του Χριστού θα απλωθεί σε όλον τον κόσμο. Οι άνθρωποι πηγαίνουν στην έρημο του Ιορδάνου για να συναντήσουν τον Βαπτιστή. Με τον ερχομό του Χριστού η Εκκλησία θα ανοιχτεί προς όλη την ανθρωπότητα. Εκ της ερήμου το φως.
Η ζωή που μας δίνει ο Χριστός, προχωρώντας το έργο του Προδρόμου, ο οποίος διακριτικά θα αποσυρθεί από το προσκήνιο, χαρακτηρίζεται από μία προτροπή: «ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 13, 13).
Η ζωή του χριστιανού είναι πορεία ημέρας, πορεία φωτός. Δεν έχει κρυπτά. Είναι διάφανη. Αντί για το φαγοπότι ως προτεραιότητα, έχει την κοινωνία με τον Χριστό, την αγάπη που δίδει την μέθη της χαράς, ότι τίποτε, ούτε ο θάνατος, δεν μπορεί να μας κάνει να νικηθούμε, διότι ο Θεός μας αγάπησε και μας αγαπά, στο καλό και στο κακό, στις χαρές και τις λύπες, στην δόξα και την δοκιμασία. Αντί για την αναζήτηση της ηδονής στην ακόλαστη και ασύδοτη ζωή, είναι μία πρόσκληση μέτρου, το οποίο μας βοηθά να εκτιμούμε τις περιστάσεις της ζωής με νηφαλιότητα και ηρεμία και να αντέχουμε. Να παλεύουμε για την χαρά που δίνει η κοινωνία τω προσώπων. Όχι αυτή της απαίτησης, αλλά αυτή της προσφοράς. Αντί για τις φιλονικίες και τον φθόνο, δηλαδή την κακή διάθεση έναντι των άλλων, η οποία τους καθιστά εχθρούς μας, είναι μία πρόκληση συμπόρευσης στην ζωή της Εκκλησίας. Μαθαίνουμε να περιμένουμε, να προσευχόμαστε, να μην βάζουμε τα συναισθήματα της στιγμής πιο πάνω από τον στόχο της συνύπαρξης και της αγάπης. Με σεβασμό στην ελευθερία του άλλου αλλά και με επίγνωση ποιος είναι ο δρόμος μας. Αυτός που χωρά τους πάντες, εν μετανοία, πρώτα δική μας.
Ο Πρόδρομος ήρθε για να μας δείξει τι σημαίνει να είμαστε ντυμένοι τον Χριστό. Να μην αισθανόμαστε ρύπο στην ψυχή μας όχι γιατί δεν αμαρτάνουμε, αλλά γιατί η ημέρα, όσα σύννεφα κι αν έχει, δεν μπορεί να κρύψει το φως. Βλέπεις την ημέρα, ό,τι κι αν γίνει. Δίνει ζωή η ημέρα και στο φαίνεσθαι και στο είναι. Μπορείς να εργαστείς την ημέρα, γιατί και το σώμα και η ψυχή σου σε βοηθούν. Μπορείς να ξεκαθαρίσεις ποιοι είναι οι άλλοι και να αισθανθείς ότι έτσι θα είναι ο Παράδεισος. Χωρίς μυστικά. Χωρίς ψέματα. Χωρίς φόβο σκοταδιού. Χωρίς την κόπωση της νύχτας. Με τον Θεό ως φως να αγιάζει και να δίνει χαρά.
Χρειαζόμαστε προδρομικές φωνές και πάλι. Χρειαζόμαστε αφύπνιση της συνείδησής μας σήμερα. Δεν είναι μόνο τα κοινωνικά ή συλλογικά αιτήματα, που το απαιτούν. Είναι κυρίως η ανάγκη για νόημα. Ας μην απελπιζόμαστε όταν αισθανόμαστε αδυναμία. Να μας παρηγορεί το γεγονός ότι ο προφήτης γεννιέται καθ’ υπέρβασιν των φυσικών νόμων. Της ανθρώπινης λογικής. Των μέτρων του πολιτισμού κάθε εποχής. Αυτή είναι και η οδός της αλήθειας. Ημέρα. Νικήτρια των συννέφων ότι δεν γίνεται να επικρατήσει. Η ίδια η Εκκλησία και σ’ αυτό που φαίνεται, αλλά, κυρίως, σ’ αυτό που είναι η φωνή που κηρύττει μετάνοια, ακεραιότητα, αγάπη και καλεί τον καθέναν μας όχι να βγει κατ’ ανάγκην στην έρημο του κόσμου, αλλά να προσέλθει εν επιγνώσει ότι στην ζωή της και το σκοτάδι ακόμη γίνεται φως. Κάθε τι της ζωής, να ιδωθεί στην προοπτική των εντολών του Θεού, βγάζει μικρότερα ή μεγαλύτερα λυχνάρια τα οποία καθαρίζουν τις επιθυμίες μας από τον εγωκεντρισμό, την πρόσκαιρη ηδονή, το αίσθημα ότι το σήμερα είναι το παν, η στιγμή αξίζει πιο πάνω από το αιώνιο. Ο λόγος του Προδρόμου ακούγεται στην Εκκλησία. Ας τον εγκολπωθούμε.