Του Καθηγουμένου Πορφυρίου της Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Βεροίας στη Romfea.gr

Η ονομασία της γείτονος χώρας σίγουρα μάς απασχολεί, γιά ποικίλους λόγους, στους οποίους ο καθένας μπορεί να προσθέσει και άλλους. Εμείς το δηλώνουμε ότι είμαστε πρώτα έλληνες και ύστερα ανήκουμε στην μεγάλη γειτονιά που λέγεται Βαλκάνια.

Και όπως τραγουδούσε και ο μακαρίτης ο Μητροπάνος, οι άνεμοι στα Βαλκάνια είναι πολλοί, συνηθισμένοι, και δεν θερίζονται. Είναι λεκέδες που δεν καθαρίζονται εύκολα.

Μία λαϊκή ρήση λέει: το πρωΐ που θα ξυπνήσεις, θα δεις τον Θεό και τον γείτονα. Αλλά συνήθως με τους γείτονες είμαστε μαχεμένοι, και ούτε τους λέμε καλημέρα, ούτε φροντίζουμε να μάθουμε την γλώσσα τους.

Και άμα κανένας ευφάνταστος υπουργός πάει να χαλάσει το κατεστημένο και πει να μαθαίνουν τα σκολιαρούδια την γλώσσα του γείτονα, φυσάν οι αέρηδες που λέγαμε και το όραμα σβύνει και χάνεται. και άντε πάλι από την αρχή.

Ο μικρός λοιπόν λαός που κατοίκησε πολύ παλιά γύρω από την λίμνη της Αχρίδας είχε όνομα, δικό του όνομα. Αλλά, τώρα τελευταία, κάποιοι, συγκεκριμένοι κάποιοι ή κάποιος, του άλλαξαν το όνομά του και τον έδωσαν άλλο όνομα, πιό πιασάρικο, που μπορεί να είναι ένα ακόμα αγκάθι στα πολύπαθα Βαλκάνια. Βλέπεις το Μύακες δημιουργεί συνειρμούς και το Βέρζιακες δεν ακούγεται.

Φωνάζουν λοιπόν οι γείτονες και προσπαθούν να υπερασπιστούν το καινούργιο τους όνομα. Επιστρατεύουν την ιστορία των γειτόνων τους, χτίζουν μέγαρα, στήνουν αγάλματα. Και όλα αυτά γιά να πειστούν, ή καλύτερα να πείσουν, τους δικούς τους ότι βρήκαν επιτέλους όνομα.

Δηλαδή το κλεμμένο όνομα που τους έδωσε ένας δυνάστης.

Και δός του φιέστες, και δός του πανηγύρια. Και ο Αη Γιώργης ο καβαλάρης κυκλοφόρησε και αυτός τελευταία καβάλα στο άλογό του, στους δρόμους και στις πλατείες, και πίσω του δεσποτάδες και παπάδες και λαός. Ποιός λαός; «είσαστε πεντέξι» φωνάζαμε φοιτητάκια γιά τους απέναντι.

Και το αστείο είναι ότι ξέρουν ΠΟΛύ ΚΑΛά ότι το όνομα που τους έδωσαν είναι κλεμένο, δεν είναι το δικό τους. Ακόμα μία φορά τούς έπαιξαν. Οι ίδιοι, αυτοί που τους ξέφυγαν, και από επισκοπή έγιναν, με το δίκαιο πάλι του ισχυρού, μητρόπολη και πατριαρχεία. Και η Αχρίδα μας χάθηκε.

Στο άγιο ευαγγέλιο, λοιπόν, υπάρχει μία ωραία ιστορία, γιά πολλούς λόγους ωραία ιστορία, που ίσως μάς χρειαστεί να λύσουμε τον γρίφο. Ο γεροΠέτρος πήγαινε να κρυφτεί πως είναι μαθητής Εκείνου του Γαλιλαίου, αλλά τόν κατάλαβαν από την λαλιά του. … και γαρ η λαλιά σου σε πρόσδωσε, ΓεροΠέτρο… Κατά Ματθαίον, 26, 69Ὁ δὲ Πέτρος ἐκάθητο ἔξω ἐν τῇ αὐλῇ· καὶ προσῆλθεν αὐτῷ μία παιδίσκη λέγουσα Καὶ σὺ ἦσθα μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Γαλιλαίου· 70ὁ δὲ ἠρνήσατο ἔμπροσθεν πάντων λέγων Οὐκ οἶδα τί λέγεις. 71ἐξελθόντα δὲ εἰς τὸν πυλῶνα εἶδεν αὐτὸν ἄλλη καὶ λέγει τοῖς ἐκεῖ Οὗτος ἦν μετὰ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου· 72καὶ πάλιν ἠρνήσατο μετὰ ὅρκου ὅτι Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον. 73μετὰ μικρὸν δὲ προσελθόντες οἱ ἑστῶτες εἶπον τῷ Πέτρῳ Ἀληθῶς καὶ σὺ ἐξ αὐτῶν εἶ, καὶ γὰρ ἡ λαλιά σου δῆλόν σε ποιεῖ· 74τότε ἤρξατο καταθεματίζειν καὶ ὀμνύειν ὅτι Οὐκ οἶδα τὸν ἄνθρωπον. καὶ εὐθὺς ἀλέκτωρ ἐφώνησεν· 75καὶ ἐμνήσθη ὁ Πέτρος τοῦ ῥήματος Ἰησοῦ εἰρηκότος ὅτι Πρὶν ἀλέκτορα φωνῆσαι τρὶς ἀπαρνήσῃ με, καὶ ἐξελθὼν ἔξω ἔκλαυσεν πικρῶς.

Είναι δηλαδή αρχαία η συνήθεια να καταλαβαίνεις κάποιον από πού είναι, αν τον βαλεις να προφέρει κάποια λέξη, κάποια γράμματα. Γιά παράδειγμα, σε παλαιότερες εποχές, οι Σλαύοι έβαζαν τους Τούρκους να που την φράση «εξηνταέξι» αλλά οι Τούρκοι δεν μπορούσαν να προφέρουν αυτόν τον γλωσσοδέτη.

Πέστε έναν σλάβο αδερφό να πει τα οδοντικά μας σύμφωνα εκτός από το τ-ταυ. Λύνεται αμέσως το πρόβλημα. Ας πουν το: δεν θέλω. Ντεν τέλο. Ας πουν Άθως, που τόσο τον αγαπούν και τον θέλουν. Αφόν.

Αλλά και το όνομα που τούς έδωσαν, και αυτό δεν μπορούν να το προφέρουν: Μακεδονία. Μακεντόνια. Το καταλάβατε; Ας το καταλάβουν και οι ίδιοι. Ας το καταλάβουν και οι δικοί μας κρατούντες.

Ας διαβαστούν πρώτα και ύστερα να διαβάζουν. Και όλα αυτά γιά να μην προδώσουν τον τόπο τους γιά τους μακεντόνσκι, γιατί μετά θα συνεχίσουν να μιμούνται τον Πέτρο.

Ας προσέξουν, πριν λαλήσει ο κόκκορας γιά να ξημερώσει, μην τους πιάσουν αγουροξυπνημένους και ύστερα κλαίνε ανώφελα.

Τους Αχριδηνούς αδελφούς, τα παιδιά του Αγίου μας Κλήμη, και τους αγαπούμε και τους πονούμε. Δεν είναι καθόλου εύκολο να ζης δίχως όνομα. Αλλά άμα είσαι μικρός και φτωχός, έτσι είναι.

Μιά από εδώ και μιά από εκεί. Γιατί όμως υπάρχουν και κάποια κράτη πολύ μικρότερα, και ζουν χωρίς φασαρίες και προβλήματα, και η Αχρίδα μας δυναστεύεται;
Μακάρι να γίνει το καλύτερο.

Σήμερα, μετά από μία θαυμάσια Αγρυπνία, γιά τον Όσιο Ιουστίνο τον Νέο, τον Φιλόσοφο και Ομολογητή, είπαμε να μουντζουρώσουμε λίγο χαρτί και, μεταξύ σοβαρού και αστείου, να δούμε λίγο το θέμα που «παίζει» καιρό τώρα. Ζητούμε την κατανόηση των αδελφών.

Αδελφοί μου, Καλό Καλοκαίρι.