1.

τοῦ Ἀρχιμ. π. Ἀρσενίου Κατερέλου

Ὁ ἔσχατος σκοπός τῆς Ἐνανθρωπήσεως, ἀγαπητοί μου ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, δέν ἦτο ἄλλος παρά ἡ ἐκ νέου ἀποστολή τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἰς τόν κόσμον, ἡ ὁποία ἐνέργειά Του, ὡς γνωστόν, εἶχε ἀρθῆ μετά τό προπατορικό ἁμάρτημα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας.

Διότι ὁ Παράδεισος εἰς τόν ὁποῖον ἐζοῦσαν οἱ πρωτόπλαστοι ἦτο μέν ἕνας τόπος, ἀλλά ἐπάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα ἦτο μία κατάστασις νομίμου καί ἀπλήστου ἡδονῆς ἐν Θεῷ καί εὐτυχίας καί θεοκοινωνίας.
Λοιπόν, μετά ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα ἐδημιουργήθη τρόπον τινά μία ἔχθρα μεταξύ τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἔπρεπε λοιπόν κάποιος νά ἀναλάβη ἕναν ρόλο γιά νά σπάση, νά διαλύση καί νά τελειώση αὐτή ἡ ἔχθρα μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων. Ἔπρεπε κάποιος νά εὑρεθῆ γιά νά ξεχρεώσωμε ὅλοι μας τό χρέος μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.  Ἀλλά ποιός νά εὑρεθῆ; Ὅλοι ἤμαστε ἁμαρτωλοί, γιατί ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος ἁμάρτησε. Ἄλλωστε καί τώρα ἐν ψυχρῷ πολλές φορές ὅλοι μας ἁμαρτάνομε.
Γι᾽ αὐτό λοιπόν καί τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Θεός Λόγος, ἔγινε ὁ ἴδιος ἄνθρωπος, ἔκανε ὅ,τι ἔκανε, δηλαδή ὡμίλησε, ἐθαυματούργησε καί….
πρό πάντων ἐσταυρώθη, ἀνεστήθη καί ἀνελήφθη. Γι᾽ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο ἀνελήφθη, γιά νά μᾶς συμφιλιώση μέ τόν Θεό Πατέρα, νά μᾶς συμφιλιώση ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος. Ὅ,τι εἶχε ὁ Χριστός ἀχρόνως, ἀϊδίως, ἀνέκαθεν ὡς Θεός, τό ἀπέκτησε ἐν χρόνῳ καί ὡς ἄνθρωπος. Ἐπί παραδείγματι, λέγει ὁ Χριστός «… Ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς» (Ματθ. 28, 18). Ἀλλά ποία ἐξουσία Σοῦ ἐδόθη Κύριε; Δέν εἶχες πάντα τήν ἐξουσία; Ἀναμφισβήτητα, ὡς Θεός τήν εἶχε πάντα, ἐφ᾽ ὅσον ἦταν ὁ Ἕνας τῆς Τριάδος. Τώρα Τοῦ ἐδόθη ἡ ἐξουσία καί ὡς ἀνθρώπου.
Καί ἄν τό θέλετε, τό κεντρικό νόημα τῆς Ἀναλήψεως ποιό εἶναι; Εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρωπίνη φύσις μας ἀνυψώθη εἰς αὐτό τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ποῦ εἶναι οἱ ὑλισταί, πού λένε ὅτι ὁ Χριστιανισμός περιφρονεῖ τήν ὕλη; Ἡ ὕλη μας ὑψώθηκε, κατά Χάριν βέβαια, εἰς τό ὕψος τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Χριστιανισμός δέν περιφρονεῖ τήν ὕλη, ὅπως – γιατί νά μή τό ποῦμε; – τήν περιφρονοῦσε καί ὁ Πλάτων καί οἱ περισσότεροι ἀρχαῖοι φιλόσοφοι. Ὁ Χριστιανισμός ἀνυψώνει τήν ὕλη εἰς τό ὕψος τῆς Θεότητος. Ἁπλῶς μισεῖ τήν ἁμαρτία γιατί εἶναι αἴτιο ἡ ἁμαρτία τοῦ χωρισμοῦ μας ἀπό τόν Θεό.
Ἔτσι λοιπόν μέ τήν Ἀνάληψι ἀνυψωθήκαμε σ᾽ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος, γιατί ἁπλούστατα, στόν Χριστό πλέον δέν μποροῦμε νά ξεχωρίσωμε τήν Θεότητα ἀπό τήν ἀνθρωπότητα. Δέν μποροῦμε νά ποῦμε ”ξέρεις, ἀπό ἐδῶ εἶναι ὁ Θεός, ἀπό ἐκεῖ εἶναι ὁ ἄνθρωπος”. Αὐτά τά δύο, χωρίς νά συγχέωνται, δέν μποροῦν ὅμως καί νά διαιρεθοῦν.
Ταυτόχρονα ὅμως ὁ Χριστός, ὅπως ἤδη προαναφέραμε καί ὅπως ὅλοι σας ξέρετε, εἶναι ὁ ἕνας τῆς Τριάδος εἰς τόν Ὁποῖον κατοικεῖ ὅλο τό πλήρωμα τῆς Θεότητος. Καί ἐφ᾽ ὅσον δέν μπορεῖ νά χωρισθῆ εἰς τόν Χριστόν ἡ ἀνθρωπότητα ἀπό τήν Θεότητα, ἡ ἀνθρωπίνη φύσις τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ὅλοι ἐμεῖς ἐν προσώπῳ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀνυψώθημεν κατά Χάριν σέ αὐτό τό ὕψος τῆς Θεότητος.
Τώρα, ἀπόρροια καί ἄμεση συνέπεια αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, ποιό εἶναι; Εἶναι ἡ ἐκ νέου ἀποστολή, ὄχι αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο πάντα ὑπῆρχε, ἀλλά τῆς ἐνεργείας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό ὁποῖο Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς εἰς τήν Ἐκκλησία μας.
Ἡ Πεντηκοστή δέν εἶναι ὡραῖα λόγια. Εἶναι γεγονός ἱστορικό κατοχυρωμένο καί προφητικά, ἰδιαίτατα μέ τόν Προφήτη Ἰωήλ καί μέ ἄλλους βέβαια Προφῆτες, ἀλλά καί κατοχυρωμένο ἱστορικά, διότι ἔλαβε χώραν κάποια ἱστορική στιγμή σέ ἕνα ὑπερῶο. Ὅλοι ἄκουγαν μία ἰσχυροτάτη βοή ἀνέμου. Νά ἀκοῦς μία βροντώδη ἰαχή, καί ὅμως παρά τήν ἰαχή νά μή κουνιέται ἀπολύτως τίποτε, νά ὑπάρχη ἄπνοια, νά μή κουνιέται ἔστω καί τό παραμικρό φύλλο τοῦ πιό μικροῦ δένδρου.
Καί στό σημεῖο αὐτό θά θέλαμε νά τονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν εἶναι μία δύναμις ἤ μία ἔννοια ἀφηρημένη, ἔστω κι ἄν στά Ἑλληνικά εἶναι σέ γένος οὐδέτερο. Εἶναι Πρόσωπο. Εἶναι τό Τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τό Ὁποῖο, ὅπως καί εἰς τά ὑπολοιπα δύο, κατοικεῖ ὅλη ἡ θεία οὐσία.
Τό Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο συγκροτεῖ ὅλον τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι ὁ διάδοχος τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν γῆ. Εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο τελετουργεῖ ὅλα τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά ὑπέρ λόγον καί ὑπέρ ἀνθρωπίνην κατάληψιν. Εἶναι θά λέγαμε πιό ἁπλᾶ, ὁ ”νοικοκύρης” τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι Αὐτό πού ὅπως εἴπαμε τελεῖ ὅλα τά Μυστήρια, γι᾽ αὐτό λέγεται καί ”τελετουργικόν”.
Μόνον ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος προσδίδει εἰς τό Ἅγιο Πνεῦμα ἑξήντα διαφορετικά ὀνόματα, ἀνάλογα τῶν διαφόρων ἰδιοτήτων πού ἔχει τό Ἅγιον Πνεῦμα. Τῶν ἰδιοτήτων στόν σωτηριολογικό χαρακτῆρα πού ἔπαιξε τό Ἅγιον Πνεῦμα, γιατί ἄλλο εἶναι ὁ ἐνδοτριαδολογικός ρόλος τῶν τριῶν Προσώπων μέσα στήν Ἁγία Τριάδα καί ἄλλο τό τί ρόλο ἔπαιξαν αὐτά τά τρία Πρόσωπα γιά τήν σωτηρία μας.
Καί μάλιστα, στόν κανόνα τῆς σημερινῆς ἑορτῆς, στήν ὀγδόη ᾠδή, ὑπάρχει ἡ μεγαλυτέρως πολυσύλλαβη λέξις, ἡ ὁποία προσδίδεται εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα καί λέγεται ”ἀκτιστοσυμπλαστουργοσύνθρονον…”. Δηλαδή εἶναι καί ἄκτιστον καί συμπλαστουργόν καί σύνθρονον, εἶναι δηλαδή ἀδημιούργητον. Συνέβαλε καί Αὐτό εἰς τήν δημιουργία ὅλου τοῦ κόσμου καί ὅλων τῶν κτισμάτων καί εἶναι ἰσότιμο μέ τά ὑπόλοιπα δύο Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Τριάδος.
Εἰς τό σημεῖο ὅμως αὐτό θά θέλαμε νά ξανατονίσωμε ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ὡς τό τρίτο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος ὑπάρχει πάντα – ”οὔτε ἀρξάμενον, ὅπως ψάλλομε, οὔτε παυσόμενον…”. Ὑπάρχει ἀϊδίως καί ἀχρόνως. Ὅμως ἡ ἐνέργειά Του, πού ὅπως εἴπαμε εἶχε παυθῆ, δρᾶ ἀπό τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς μέσα εἰς τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Καί ἔτσι, γιά νά ὁμιλήσωμε τώρα καί πιό πρακτικά, ὁ σκοπός τῆς ζωῆς τώρα ὅλων ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν πού ἀγωνιζόμαστε, ποιός εἶναι; Δέν εἶναι ἄλλος παρά ἡ ἀπόκτησις τώρα μέσα μας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἔτσι τό θέμα καί τό ζητούμενο δέν εἶναι τό πόσο καλοί νομίζομε ὅτι εἴμαστε ἐνώπιον τῶν ἄλλων καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι τό πόσες καλές πράξεις ἐπιδιώκομε – καί πρέπει νά ἐπιδιώκωμε – νά κάνωμε, καί ἀντίστροφα τό πόσες κακές πράξεις ἤ σκέψεις ἀποφεύγομε νά κάνωμε. Τό ζητούμενο, πέρα καί πάνω ἀπ᾽ ὅλα καί ἐκεῖνο πού ἔχει σημασία, εἶναι τελικά, μετά ἀπ᾽ ὅλα αὐτά φυσικά, πόσο Ἅγιο Πνεῦμα ὑπάρχει μέσα μας, πόσο τό Ἅγιον Πνεῦμα διέπει ὅλες τίς ἐνέργειές μας, τίς φανερές καί τίς κρυφές, πόσο Αὐτό διέπει ὅλο τό εἶναι μας. Κι ἄν τό θέλετε, ὅλος ὁ πνευματικός ἀγῶνας τί σκοπό ἔχει; Ἐκτός φυσικά τοῦ ὅτι πρέπει νά κάνωμε καί καλές πράξεις καί νά ἀποφεύγωμε ἀντίστροφα τίς κακές, ἀλλά πάνω καί πέρα ἀπ᾽ ὅλα, ὅπως λέγουν ὅλοι οἱ Πατέρες καί ἰδιαίτατα ὁ Ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ, αὐτός ὁ μεγάλος Ἅγιος τῆς Ρωσίας, ὁ σκοπός τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτησις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Μπορεῖ νά εἶναι δύο μοναχοί, ἄν τό θέλετε καί στό ἴδιο μοναστήρι, νά κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά, καί ἄν τό θέλετε καί μέσα στό κελλί τους – δέν ἀναφερόμεθα στήν περίπτωσι τῆς ὑποκρισίας, ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ὑπάρχει ὑποκρισία -, λοιπόν ἄς ὑποθέσωμε ὅτι καί μέσα στό κελλί τους πάνω κάτω κάνουν τά ἴδια πράγματα, μετάνοιες, μελέτη, κλπ. Κι ὅμως, ἄν καί κάνουν τά ἴδια πράγματα ἐξωτερικά καί οἱ δύο, ὁ ἕνας μπορεῖ νά μιλάη μέ τόν Θεό, νά εἶναι δηλαδή σέ ὕψη ἁγιότητος, κι ὁ ἄλλος ”νά δέρη ἀέρα”. Κάτι ἀνάλογο, φυσικά, γιά νά μήν ἀναφέρωμε πολλά παραδείγματα, μπορεῖ νά ἰσχύη καί σέ μία εὐσεβῆ οἰκογένεια, ὅπου κάποιοι νά συμπεριφέρωνται μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐξωτερικά, ἀκόμη καί μέσα στό δωμάτιό τους, κι ὅμως ὁ ἕνας νά εἶναι μέ τόν Θεό κι ὁ ἄλλος ἄς μήν ἀναφέρωμε μέχρι ποῦ μπορεῖ νά φθάση, μέχρι καί νά κολασθῆ δηλαδή.
῎Ετσι ἄς μήν ἐπαναπαυώμεθα οὔτε στά ἀσκητικά μας κατορθώματα, οὔτε στά κοινωνικά μας πνευματικῶς ἐκλαμβανόμενα κατορθώματα, ἀλλά πρέπει νά ἀνησυχοῦμε καί νά ψάχνωμε νά βροῦμε ἄν ἔχωμε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Κι ὅταν ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς τονίζη ὅτι πρέπει νά γίνωμε πνευματικοί ἄνθρωποι, δέν ἐννοεῖ οὔτε νά γίνωμε εὐσεβισταί, οὔτε νά μισήσωμε τήν ὕλη, ἀλλά ἁπλούστατα νά ἀποκτήσωμε τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτά ὅμως τά χαρίσματα, πρῶτα ὁ Θεός, θά τά ἐξηγήσωμε τήν ἑπομένη Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, γιατί ἡ Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων συνδέεται ἄρρηκτα καί ἄμεσα μέ τήν σημερινή Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, διότι ὅ,τι ἔκαναν οἱ Ἅγιοι καί ὅλα τά χαρίσματα τά ὁποῖα εἶχαν οἱ Ἅγιοι δέν τά εἶχαν παρά μέ τήν δύναμι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Θέλετε ἕνα χάρισμα; Ἄς μήν ἀναφέρωμε τό προορατικό, τό διορατικό, τό ἰαματικό καί ἕνα σωρό ἄλλα χαρίσματα, ἀλλά ἐδῶ ἄς ἀναφέρωμε μόνο τό χάρισμα τῆς καρδιακῆς προσευχῆς. Ξέρεις τί εἶναι νά κοιμᾶσαι, νά γελᾶς, νά ἐργάζεσαι, νά κάνης χειρωνακτική ἐργασία, νά κάνης διανοητική ἐργασία, νά λύνης ἀσκήσεις στά μαθηματικά καί ὁ,τιδήποτε ἄλλο, καί ὅμως ἡ καρδιά ἀβίαστα χωρίς τόν παραμικρό κόπο νά λέγη τήν εὐχή καρδιακά καί ἀσταμάτητα, ἀκόμη καί στόν ὕπνο; Ἔ, αὐτό τί εἶναι; Δέν εἶναι παρά ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί μάλιστα αὐτό τό μικρό παράδειγμα πού ἀναφέραμε εἶναι ἐντολή παρακαλῶ τῆς Καινῆς Διαθήκης. Οἱ ἐντολές τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀναφέρονται σέ ὅλους τούς Χριστιανούς καί ὄχι μόνο στούς μοναχούς. Ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Μά, πῶς μπορεῖ κανείς ἀδιαλείπτως νά προσεύχεται; Μόνον καί μόνον γίνεται αὐτό ὅταν ἔχη τό χάρισμα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τῆς καρδιακῆς προσευχῆς πού ἀναφέραμε ἁπλῶς παραδειγματικά εἰς τήν ἀγάπη σας.
Αὐτό ὅμως πού θέλομε σήμερα ἐν κατακλεῖδι νά τονίσωμε, γιά νά μήν ἀπογοητευθοῦμε κιόλας, εἶναι ὅτι μία πρώτη ἀρχική ἀπόδειξις ὅτι ἔχομε μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ποιά εἶναι; Εἶναι τό νά πιστεύη κάποιος εἰς τήν Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅπως λέγει πάλι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, δέν μπορεῖς νά πῆς τόν Ἰησοῦν ”Κύριον”, Θεόν δηλαδή, ”εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ”. Ἄν δέν ἔχης μέσα σου Ἅγιο Πνεῦμα, δέν μπορεῖς νά πιστεύης ἔμπρακτα, δηλαδή ἐσωτερικά καί ἐνσυνείδητα, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός καί νά προσπαθῆς βέβαια νά προσαρμοσθῆς πρός τίς ἐπιταγές τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Δηλαδή τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἐκεῖνο πού μυστικά καί ἀόρατα καί ἀκατάληπτα μᾶς φωτίζη νά καταλάβωμε τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια, ὅπως θά ἐξηγήσωμε καί τήν ἑπομένη Κυριακή, οἱ Ἅγιοι δέν εἶχαν μόνο τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μυστικά καί ἀόρατα, ἀλλά εἶχαν ἔντονη ζωντανή ἐμπειρία, μεγάλη θεοηδονή, πού ἦταν προϊόν καί ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Καί ἄς μή κρυβώμαστε, ἄλλο πρᾶγμα εἶναι τό νά γνωρίζης, ἔστω καί ἄν δέν διδάσκης. Ἄν γνωρίζης, εἶσαι ἀπό μόνος σου ἕνα ἀνοικτό βιβλίο, εἶσαι μᾶλλον μία σιωπηλή κραυγή, ἐφ᾽ ὅσον γνωρίζης τά μυστήρια τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὅπως καί ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἁπλῶς νά πιστεύης, ἀλλά νά μή γνωρίζης σέ βάθος. Τότε, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος, ὅταν διδάσκης, ὁμοιάζεις μέ μία ζωγραφιστή λίμνη, πού μπορεῖ ὅποιος τήν βλέπει νά λέη ”τί ὡραία λίμνη”, ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά ξεδιψάση – καταλαβαίνετε τί ἐννοοῦμε… – ἀπό τό νερό τῆς ζωγραφιστῆς αὐτῆς λίμνης. Καί ἄλλο πρᾶγμα – πού δέν θά ἤθελα νά τό ἀναφέρω, ἀλλά οἱ ἀνάγκες μᾶς τό ἐπιβάλλουν – ἄλλο πρᾶγμα εἶναι νά διδάσκης, καί μέ στόμφο, ἐκπαιδευμένα, πολύ ὡραῖα, καί αὐτά πού διδάσκεις, ὄχι μόνο νά μή τά πιστεύης, ἀλλά, ἀλλά, ἀλλά…
Ἄς σταματήσωμε ὅμως ἐδῶ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, λέγοντας καί προτρέποντας: Μακρυά ἀπό τούς Πεντηκοστιανούς καί ἀπό τίς ψευδοφωτισμένες, ἤ ὅπως αὐτοαποκαλοῦνται, ”φωτισμένες”. Διότι, καί οἱ μέν πού βγάζουν ἀκαταλαβίστικες δαιμονικές κραυγές καί νομίζουν ὅτι δῆθεν τότε ὁμιλοῦν ξένες γλῶσσες, καί οἱ δέ μέ τά διάφορα δαιμονοκατευθυνόμενα ψευδοοράματά τους, ὅλοι αὐτοί εἶναι κωμικοτραγικά παίγνια τῶν δαιμόνων. Καί ἡ γλωσσολαλιά, ὅπως λένε οἱ ἅγιοι Πατέρες, ἦταν ἕνα ἔκτακτο χάρισμα, πού ἐδόθη κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, καί ἐδόθη γιά λόγους πρακτικῆς καί γιά λόγους ἀνάγκης, κι ἄν τό θέλετε, δέν ἐδόθη καθόλου γιά τούς πιστούς – ἄς μή μᾶς φαίνεται παράξενο, γιά τούς Ἀποστόλους δηλαδή -, ἀλλά ἡ γλωσσολαλιά ἐδόθη κατ᾽ ἀνάγκην γιά τούς ἀπίστους. Δέν ἐξαντλεῖται δηλαδή ἡ Πεντηκοστή στήν γλωσσολαλιά, ἀλλοίμονο.
Εὔχομαι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ζωή μας νά εἶναι τέτοια, πού νά ἀφήνωμε νά δρᾶ μέσα μας ἡ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα ποτέ δέν μπορεῖ νά δράση μέσα μας παρά μόνον ἐάν ἐμεῖς τοῦ τό ἐπιτρέψωμε μέ τήν θεάρεστη ζωή μας. Καί ἄν δράση μέσα μας, τότε νά εἴμαστε σίγουροι ὅτι Αὐτό θά μᾶς ὁδηγήση ”εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν” σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς μας.
Ἀμήν.

2.

Μια ξεχωριστή γιορτή

Ελευθέριος Μπαλάκος

”Εγώ θα είμαι μαζί σας πάντα, ως τη συντέλεια του κόσμου” (Ματθ.28.20)

Με αυτά τα λόγια  αποχαιρετά ο Ιησούς τους μαθητές  κατά την Ανάληψή του, στο όρος των Ελαιών. Η τελευταία του πράξη είναι ένας αποχωρισμός, αλλά ταυτόχρονα και μια υπόσχεση. Φαίνονται οι  πράξεις αυτές αντιφατικές μεταξύ τους , αλλά δεν είναι τόσο: Ο Χριστός  δεν θα είναι πλέον παρών με τον ”γνώριμο” τρόπο που  ήξεραν οι Απόστολοι, αλλά  τους υποσχέθηκε ότι  δεν θα τους αφήσει ορφανούς, εγκαταλελειμμένους.

”Εγώ θα σας στείλω αυτό που υποσχέθηκε ο Πατέρας μου. Εσείς καθίστε στην Ιερουσαλήμ ωσότου ο Θεός σας οπλίσει με τη δύναμή του” (Λουκ. 24. 49). Η υπόσχεση εκπληρώθηκε. Την πεντηκοστή ημέρα μετά την Ανάσταση του Χριστού, η υπόσχεση λαμβάνει χώρα στην  Ιερουσαλήμ,  όπου οι μαθητές ήταν συναγμένοι με ομοψυχία και ανέμεναν την εκπλήρωση της επαγγελίας. Το Πνεύμα το Άγιο κατέρχεται στους μαθητές, ο Παράκλητος, ”Εκείνος θα φανερώσει τη δική μου δόξα, γιατί θα πάρει  από αυτά που εγώ έχω και θα σας τα αναγγείλει.’Ολα όσα ανήκουν στον Πατέρα είναι δικά μου, γι’ αυτό σας λέω ότι το Πνεύμα θα πάρει από αυτά που έχω εγώ και θα σας τα αναγγείλλει” (Ιωαν. 16. 14-15).

 

Από τότε μέχρι σήμερα το Άγιο Πνεύμα μένει στην Εκκλησία. Με το να  καθοδηγεί τους πιστούς του Χριστού, στην αληθινή  πίστη και ζωή, αλλά ταυτόχρονα και να τον κάνει συνεχώς παρόντα στην Ευχαριστιακή Σύναξη των πιστών και κατ’ επέκταση στην καθημερινή ζωή του κάθε μέλους της Εκκλησίας.

Θα μου πείτε όλα αυτά τι σχέση έχουν με τον τίτλο του άρθρου; Για το γεγονός της Πεντηκοστής γνωρίζουμε. Μια απ΄ τα ίδια λοιπόν… Επιτρέψτε μου να μοιραστώ με τον κάθε αναγνώστη του μικρού αυτού κειμένου λίγες σκέψεις. Δεν επιθυμώ να το ονομάζω άρθρο, γιατί κατ’ εμέ είναι μια αφορμή- μορφή κοινωνίας  με τον κάθε αναγνώστη.

Η Εκκλησία πάντοτε ζει όλα τα έργα της Θείας Οικονομίας σε κάθε Ευχαριστιακή της Σύναξη. Λίγο πριν την προσφορά  της αναίμακτης λατρείας ο λειτουργός εξ ονόματος όλης της σύναξης των πιστών αναφωνεί: ”Με την ανάμνηση αυτής της σωτήριας εντολής και όσων άλλων έκανε και  υπέφερε για μας, και ιδιαίτερα ενθυμούμενοι τον σταυρικό θάνατο, την ταφή, την ανάστασή του σε τρεις μέρες, την ανάληψή στους ουρανούς, την εγκατάστασή Του στα δεξιά Σου κι ‘ ακόμα την ένδοξη δεύτερη παρουσία Του….”

Η Εκκλησία ενώ πάντοτε ζει όλα τα γεγονότα της Θείας Οικονομίας , με έναν ιδιαίτερο τρόπο τα κάνει απτά στους πιστούς με το να τα εορτάζει ”ξεχωριστά”. Κάθε απόδοση εορτής στην ουσία είναι εμπέδωση του γεγονότος αυτού, γιατί πολύ απλά το ζητούμενο είναι να νοηματοδοτήσει τη ζωή του κάθε πιστού και να γεμίσει την καθημερινότητά του.

Τα παραπάνω γράφονται με την ευκαιρία της Εορτής της Πεντηκοστής. Αν και η υμνολογία την χαρακτηρίζει ”τελευταία εορτή”, με την έννοια της συγκεφαλαίωσης  και εκπλήρωσης του Λυτρωτικού έργου του Τριαδικού Θεού, ταυτόχρονα- και στην ουσία  της- είναι η πρώτη Εορτή, η απαρχή μιας νέας πραγματικότητας στην ανθρώπινη ιστορία. Είναι η έναρξη μιας νέας ζωής, μιας νέας πρότασης ζωής και ταυτόχρονα κάλεσμα για να τη βαδίσουμε.

Στον πιστό κάθε εποχής δίνεται η δυνατότητα να εκπληρώνεται στη ζωή του η υπόσχεση του Χριστού ότι ”θα είμαι μαζί σας πάντοτε, έως τη συντέλεια του κόσμου”. Το θέμα- ζήτημα είναι…  τη δυνατότητα αυτή που μας δίνεται, απλά την ακούμε; την ακούμε και προσπερνάμε; Την ακούμε ,ενθουσιαζόμαστε , και οι αποφάσεις να τη ζήσουμε στο ”εδώ και τώρα” παρηκμάζουν;

Στο κάτω κάτω ο Χριστός είναι ο Θεός του ”Σταυρού” και Της ”Ανάστασης”; Η πίστη και η θρησκευτικότητα μας, κυρίως και κατ’ ουσίαν μένει στο ζήλο και τον ενθουσιασμό της Μ.Εβδομάδας, ή στην καλύτερη περίπτωση και λίγες εβδομάδες περισσότερο;

Ο Χριστός, το Ευαγγέλιο Του, η ζωή που μας χάρισε με το επί γης Έργο Του δεν είναι για την καθημερινότητά μας; Είναι για τις αφιερωμένες ημέρες Σ’ Εκείνον; Για τις Κυριακές και εορτές στην καλή περίπτωση; Για τις μέρες και τις ώρες που θα επιλέξουμε;

Ο Χριστός ήρθε στην καθημερινότητά μας για να δώσει στην καθημερινότητά μας αληθινό νόημα, αληθινή ζωή! Αυτή τη ζωή ή τη γεύεσαι ή δεν τη γεύεσαι. Ή είσαι σε πορεία ή δεν είσαι. Ο Χριστός κάλεσε και καλεί τον καθένα από μας να τοποθετηθεί υπεύθυνα στο γεγονός που λέγεται πίστη σ’ Εκείνον.

Μέσα στην  ιδεολογική, κοινωνική, πολιτική σύγχυση και παρακμή – οντολογική στην ουσία θα έλεγα – η Εκκλησία προκαλεί και προσκαλεί ταυτόχρονα τον κάθε καλοπροαίρετο αναζητητή για αληθινή ζωή, να τη γευθεί μέσα στην κοινότητα των πιστών που λέγεται Εκκλησία. Εκεί θα γνωρίσει, θα ζήσει την μόνιμη παρουσία του Κυρίου στη ζωή της Εκκλησίας και θα γευθεί το τι είναι να είσαι ενωμένος με το Χριστό και τους ανθρώπους.

Ήθελα να κλείσω με τον ύμνο που ψάλουμε στις Προηγισμένες Θ.Λειτουργίες, κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας για την προσελευσή μας στη Θ.Ευχαριστία (κοινωνικό) : ”Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος”, Ελάτε δηλαδή να γευθείτε και να δείτε- εννοήσετε, ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ευεργετικός και σπλαχνικός.

Η δυνατότητα αυτή μας δίνεται μέσα στην Εκκλησία, που εγκαινιάζει την παρουσία της στην ανθρώπινη πραγματικότητα και ιστορία με το γεγονός της Πεντηκοστής….όποιοι τολμούν να προσεγγίσουν τον Κύριο γεύονται την νέα ζωή που Αυτός μόνο πάντοτε προσφέρει στον καθένα!

3.

Δίψα ζωῆς

Νικολόπουλος Ἱερώνυμος (Ἀρχιμανδρίτης)

 

Τραγικό τό αἴσθημα τῆς δίψας! Ἡ φρίκη τῆς στέρησης, ἡ ὑπερφλόγωση, ἡ ἐξάντληση… Πόσες φορές στόν καύσωνα τοῦ καλοκαιριοῦ δέν τά ἔχουμε αἰσθανθεῖ! Κι ὅσοι ἔχουν ταξιδέψει σέ ἔρημο, πόσο πολύ περισσότερο τά ἔχουν ζήσει! Ἀλλά κι ὅσοι ὡς ναυτικοί ἔχουν βιώσει τή στέρηση τοῦ νεροῦ μέσα στήν ἴδια τή θάλασσα, εἴτε λόγω ναυαγίου, εἴτε λόγω ἔλλειψής του στό μεταφορικό τους μέσο, πόσο ἔχουν στό πολλαπλάσιο ταλαιπωρηθεῖ! Κι αὐτή εἶναι ἀπό τίς πλέον ἀνυπόφορες ταλαιπωρίες, νά περιβάλλεσαι ἀπό νερό, νά διψᾶς καί νά μήν μπορεῖς νά πιεῖς…

Κι ἄν αὐτά εἶναι τραγικά στή φυσική τους ἐκφορά καί πραγμάτωση, πόσο χειρότερα εἶναι ὅταν συμβαίνουν σέ πνευματικό ἐπίπεδο. Πόσο φρικτό εἶναι νά διψᾶ ὁ ἄνθρωπος τήν ἀλήθεια καί νά μήν τή βρίσκει, διακατεχόμενος ἀπό ἕνα διαρκές αἴσθημα ἔλλειψης, ἀπογοητευμένος ἀπό ὅσους στό μεταξύ τοῦ ἔταξαν καί τόν ἐνέπαιξαν! Τό αἴσθημα τῆς πνευματικῆς στέρησης, τοῦ ἀνικανοποίητου, τῆς διάψευσης τῶν προσδοκιῶν καί τῶν ἐλπίδων, συσσωρευόμενο ὄχι ἁπλῶς ἀποδομεῖ, ὄχι ἁπλῶς ἀπελπίζει, ἀλλά κατασυντρίβει καί καταρρακώνει τόν ἄνθρωπο.

«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καί πινέτω»

Πόση ἐλευθερία κρύβει μέσα της αὐτή ἡ κραυγή τοῦ Ἰησοῦ! Ἀλλά καί πόσο θάρρος καί ἀλήθεια! Ξεκινᾶ μέ τήν ὑπόθεση, «ἐάν τίς διψᾷ». Ὑπόθεση πού γίνεται προϋπόθεση, διότι αὐτό πού στήν πραγματικότητα λέει ὁ Χριστός εἶναι, ἐάν κάποιος ἔχει συναίσθηση τῆς πνευματικῆς του δίψας, ἐάν κάποιος συνειδητοποιεῖ τήν πνευματική του ἀνάγκη. Καί τοῦτο διότι πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δέν κατανοοῦν τό πόσο ἀνάγκη ἔχουν τόν Χριστό καί μέσα στήν αὐτονομία τους καί τόν αὐτοθαυμασμό τούς αἰσθάνονται αὐτάρκεις. Εἶναι πολύ εὔκολο νά πνίξεις τήν πνευματική δίψα στίς μέρες μας καί νά μήν τήν αἰσθάνεσαι, ἄνθρωπε, ἰδίως ὅταν ἀφήνεις τόν νοῦ σου νά προσκολλᾶται στά γήινα, νά ἀπορροφᾶται ἀπό τήν καθημερινότητα καί τά προβλήματά της, νά μαγεύεται ἀπό τήν ἔνταση τῆς ἱστορικῆς συγκυρίας καί ὅποιου γεγονότος σοῦ προβάλλουν ὡς σπουδαῖο. Βεβαίως, αὐτό τό συναίσθημα δέν εἶναι μόνιμο. Ἔρχεται ἡ ὥρα πού ὅλοι «ξυπνοῦν» καί ἀναρωτιοῦνται ἄν ἄξιζε ὁ τρόπος πού διέθεσαν τά χρόνια τῆς ζωῆς τους καί σπεύδουν ν’ ἀνακαλύψουν αὐτό πού κάνει τή ζωή ν’ ἀξίζει γιά νά τή νοηματοδοτήσουν. Καί τότε συνειδητοποιοῦν τήν πείνα καί τή δίψα τους γιά Χριστό καί φθάνουν ν’ ἀνακαλύψουν καί τόν ἴδιο…

Γεγονός ὅμως εἶναι πώς κυρίαρχο πρόταγμα στήν κοινωνία μας εἶναι, ἄν ὄχι ἡ ἐμπρόθετη ἀπομάκρυνση, ὁπωσδήποτε ἡ ἐνσυνείδητη ἀμέλεια γιά τόν Χριστό καί τήν πνευματική ζωή. Κι ὁ Χριστός τί κάνει; Σέβεται, καί σ’ αὐτό διαχρονικά ἀποδεικνύεται ὁ μόνος, τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία καί περιμένει τή μετάνοια καί τήν ἐπιστροφή. Καί στή σημερινή μεγάλη ἡμέρα αὐτό προβάλλεται. Δέν ὑποχρεώνει στήν κίνηση πρός Αὐτόν. Θέλει ἡ στροφή πρός τό μεγαλεῖο του νά εἶναι καρπός διαπιστωμένης ἀνάγκης καί ἐνσυνείδητης ἐπιλογῆς. Ἀποτέλεσμα φωτισμοῦ καί ἀπαρχή συνεργασίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό καί δέν θέτει ἄλλα κριτήρια. Καλεῖ ὅσους συνειδητοποιοῦν τήν ἀνάγκη τους νά στραφοῦν πρός Αὐτόν, χωρίς νά διακρίνει μεταξύ φύλων καί φυλῶν, χρώματος, οἰκογενειακοῦ περιβάλλοντος, κοινωνικῆς προέλευσης, οἰκονομικῆς ἐπιφάνειας, μορφωτικοῦ ἐπιπέδου…

Ἐπαγγελία ἀψευδής

Πῶς τολμᾶ ὁ Χριστός καί ὑπόσχεται, αὐτό πού ὑπόσχεται; Ὅταν κάποιος ἰσχυρίζεται ὅτι μπορεῖ νά ξεδιψάσει ὅποιον διψᾶ, δηλαδή νά τόν ἀναπαύσει μέ τρόπο μοναδικό καί διαρκή, νά τόν ξεκουράσει ἀπό τόν ἀνυπόφορο κάματο τοῦ παρόντος προβληματικοῦ βίου, νά τοῦ χαρίσει τήν ἀναφαίρετη εἰρήνη καί μόνιμη χαρά, ἤ λέει ἀλήθεια, ἤ λέει ἀνεπίγνωστα ψέματα, ἤ ἐνσυνείδητα κοροϊδεύει. Κι ὁ Χριστός οὔτε γιά ψέματα μπορεῖ νά κατηγορηθεῖ, οὔτε λαοπλάνος καί δημαγωγός μπορεῖ νά θεωρηθεῖ, οὔτε κάποιο κέρδος προσωπικό εἶχε ἀπό τό κήρυγμα του, ὥστε νά τοῦ καταγνωσθεῖ ἰδιοτέλεια. Ἀντίθετα, μεγαλόστομες διακηρύξεις, ὡραιολογίες καί φληναφήματα τῆς στιγμῆς δέν τόν χαρακτήρισαν ποτέ, οὔτε διαπιστώθηκαν στόν λόγο του. Ἀκόμη κι ὅσοι μέ μανία τόν πολεμοῦν, μπορεῖ νά προσπαθοῦν ν’ ἀποδείξουν ὅτι δέν ὑπῆρξε, μπορεῖ νά πασχίζουν ν’ ἀναιρέσουν τίς ἀλήθειες τῆς διδασκαλίας του, μπορεῖ ν’ ἀμφισβητοῦν τό ἱστορικό περίγραμμα καί τήν περιγραφή τῶν θαυμάτων του, ἀλλά γιά παραλογισμό καί ὑπερβολές δέν τόν ἔχουν κατηγορήσει ποτέ! Κι ὅλ’ αὐτά κατατείνουν στό νά μᾶς πείσουν ὅτι ὅταν ἔλεγε αὐτό πού ἔλεγε, ἤξερε τί ἔλεγε, τό ἐννοοῦσε καί τό ἔλεγε γιά νά τό πραγματοποιήσει!

Σήμερα, Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς, ἄν ἀναρωτιόμαστε τί πρέπει νά ἀποκομίσουμε ἀπό τήν ἐμφάνιση τοῦ Παρακλήτου στό ἱστορικό προσκήνιο, ἄς ξεκινήσουμε ἀπό αὐτό. Νά μᾶς φωτίσει στό νά συνειδητοποιήσουμε τή δίψα μας γιά τόν Χριστό, ὥστε νά τόν προσεγγίσουμε γιά νά μᾶς ξεδιψάσει καί, ἐπιτέλους, νά ζήσουμε!

4.

 Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

 

Ποιὸς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός; Ποιὸς εἶναι σὲ Αὐτὸν ὁ Θεὸς καὶ ποιὸς ὁ ἄνθρωπος; Πῶς γνωρίζεται ὁ Θεὸς στὸν Θεάνθρωπο καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος; Τί ἐδώρησε σέ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεὸς ἐν τῷ Θεανθρώπῳ; Ὅλα αὐτὰ τὰ φανερώνει σέ μᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ «Πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Μᾶς ἀποκαλύπτει δηλαδὴ ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ Αὐτόν, γιὰ τὸν Θεὸ ἐν Αὐτῷ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸ τί χάρισε σ’ ἐμᾶς μ’ ὅλα αὐτά. Αὐτὸ ἐπίσης ἀπείρως ξεπερνᾷ κάθε τί ποὺ οἱ ἀνθρώπινοι ὀφθαλμοὶ εἶδαν καὶ τοῖς ὠσίν αὐτῶν ἠκούσθη καὶ ἡ καρδία αὐτῶν κάποτε αἰσθάνθηκε.

Μὲ τὴν ἔνσαρκη ζωή του στὴ γῆ ὁ Θεάνθρωπος ἐγκαθίδρυσε τὸ Θεανθρώπινό του Σῶμα, τὴν Ἐκκλησία, καὶ μὲ αὐτὴν προετοιμάζει τὸν γήινο κόσμο γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ψυχῆς Αὐτοῦ τοῦ Σώματος.

Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ πάντα παρέμεινε σὲ Αὐτὸ σὰν Πᾶν-Ζωοποιὸς ψυχὴ Αὐτοῦ. Αὐτὸ τὸ ὁρατὸ θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συγκροτοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μὲ τὴν πίστη των στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ ὡς τέλειου Θεοῦ καὶ ὡς τέλειου ἀνθρώπου. Καὶ ἡ κάθοδος καὶ ἡ σύνολη δρατηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ ἐξαιτίας τοῦ Θεανθρώπου.

Κάθε τί στὴν Θεανθρώπινη Οἰκονομία τῆς σωτηρίας προῆλθε ἀπὸ τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἀκόμη ὅλα συνοψίζονται καὶ ὑπάρχουν στὴν κατηγορία τῆς θεανθρωπότητας ἀκόμη καὶ ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάθε ἐνεργητικότητα Αὐτοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ τὸ θεανθρώπινο ἀνδραγάθημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἡ Πεντηκοστὴ μὲ ὅλες τὶς αἰώνιες δωρεὲς τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καὶ Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσδιόριζε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς πίστης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς παράδοσης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς ἱεραρχίας, ἀκόμη καὶ κάθε τί Ἀποστολικοῦ ποὺ εἶναι θεανθρώπινο.

Ἡ Ἁγία πνευματικὴ ἡμέρα ἡ ὁποία ἄρχισε μὲ τὴν Ἁγία Πεντηκοστὴ ἀδιάκοπα συνεχίζεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ ἀνείπωτη πληρότητα ὅλων τῶν θεϊκῶν δωρεῶν καὶ ζωοποιῶν δυνάμεων. Κάθε τί στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πολὺ μικρὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὑπερμέγεθες. Ὅταν ὁ ἱερεύς θυμιάζοντας στὴν Ἐκκλησία παρακαλεῖ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ καταπέμψει τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὸ ἀνέκφραστο θαῦμα τοῦ Θεοῦ ἡ Ἁγία Πεντηκοστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν χειροτονία τοῦ ἐπισκόπου ἐπαναλαμβάνεται καὶ δίδει ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος καὶ μὲ αὐτὸ πασιφανῶς μαρτυρεῖ ὅτι ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συγκροτεῖται ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι.

Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Κύριος εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ σῶμα της καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι ἡ ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς θεανθρώπινης οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο συνδέθηκε μὲ τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας δηλαδὴ μὲ τὸ θεμέλιο τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ « τοῦ Λόγου κτίσας τὴν σάρκωσιν».

Στὴν πραγματικότητα κάθε ἅγιο μυστήριο καὶ ὅλες οἱ θεῖες ἀρετὲς εἶναι μία Ἁγιοπνευματικότης. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ μέσου αὐτῶν ἔρχεται σὲ ἐμᾶς καὶ ἐντὸς ἡμῶν. Αὐτὸ κατέρχεται οὐσιωδῶς ποὺ σημαίνει ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ μὲ ὅλες τὶς θεϊκές του σημαντικὲς ἐνέργειες. Αὐτὸ – ὁ πλοῦτος τῆς θεότητος. Αὐτὸ – τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος. Αὐτὸ – ἡ χάρις καὶ ἡ ζωὴ κάθε ὑπάρξεως. Εἶναι αἰώνιο καὶ Διαθηκικὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατοικεῖ σέ μᾶς καὶ ἐμεῖς σ’ Αὐτόν. Αὐτὸ καὶ μόνο μαρτυρεῖ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ μᾶς. Ἐμεῖς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ζοῦμε ἐν Χριστῷ καὶ Αὐτὸς σέ μᾶς. Μάλιστα αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε « ἐκ τοῦ Πνεύματος οὗ ἡμῖν ἔδωκεν»( Α΄ Ἰω.3,24).

Μὲ μία λέξη ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλες τὶς δικὲς τις ἀναρίθμητες θεανθρώπινες πραγματικότητες ὁδηγεῖται καὶ χειραγωγεῖται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸ ὁποῖο πάντοτε εἶναι τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ (Γαλ.4,6). Γι’ αὐτὸ ἔχει γραφτεῖ στὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο «εἰ δὲ τὶς Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν Αὐτοῦ» (Ρωμ. 8,9).

Ὁ χερουβικὰ μυηθείς στὸ θεανθρώπινο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας σὰν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ πᾶν-μυστήριο τοῦ Θεοῦ ὁ Μέγας Βασίλειος διακηρύσσει τὸ παναληθὲς καὶ χαρμόσυνο μήνυμα «Τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἀρχιτεκτονεῖ Ἐκκλησία Θεοῦ».

5.

Ὅμιλία εἰς τὴν Ἁγίαν Πεντηκοστήν

Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος

 

  1. Εἶναι μεγάλα, ἀγαπητοί, καί ξεπερνοῦν κάθε ἀνθρώπινη λογική τά χαρίσματα πού μᾶς δώρησε σήμερα ὁ φιλάνθρωπος Θεός. Γι᾿ αὐτό λοιπόν ἄς χαιρόμαστε ὅλοι μαζί καί χορεύοντας ἀπό χαρά ἄς ὑμνήσομε τόν Κύριό μας. Γιατί ἡ σημερινή ἡμέρα εἶναι γιά μᾶς ἑορτή καί πανήγυρη. Ὅπως δηλαδή ἡ μία ἐποχή διαδέχεται τήν ἄλλη καί τό ἕνα ἡλιοστάσιο τό ἄλλο, ἔτσι ἀκριβῶς καί στήν Ἐκκλησία ἡ μία ἑορτή διαδέχεται τήν ἄλλη καί μᾶς πηγαίνουν ἀπό τή μία στήν ἄλλη. Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες λοιπόν ἑορτάσαμε τό σταυρό, τό πάθος, τήν ἀνάσταση, ὕστερα ἀπό αὐτά τήν ἀνάληψη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στόν οὐρανό. Σήμερα ὅμως συναντήσαμε τήν ἴδια τήν κορυφή τῶν ἀγαθῶν, φθάσαμε στή μητρόπολη τῶν ἑορτῶν, βρισκόμαστε στήν πραγματοποίηση τῆς ὑπόσχεσης τοῦ Κυρίου. «Γιατί ἄν ἐγώ φύγω», λέγει, «θά σᾶς στείλω ἄλλον Παράκλητο καί δέ θά σᾶς ἀφήσω ὀρφανούς» (Ἰω. 16, 7).Εἴδατε ἐνδιαφέρον; εἴδατε ἄπειρη φιλανθρωπία; Πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες ἀνέβηκε στόν οὐρανό, ξανακάθισε στό βασιλικό θρόνο, πῆρε τή θέση στά δεξιά τοῦ Πατέρα καί μᾶς χαρίζει σήμερα τήν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ἔτσι μᾶς δίνει τά ἄπειρα οὐράνια ἀγαθά. Γιατί, πές μου, ποιό ἀπό αὐτά πού συντελοῦν στή δική μας σωτηρία δέν τό ἔχει δώσει τό Ἅγιο Πνεῦμα; Αὐτό μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τήν πνευματική δουλεία, μᾶς καλεῖ στήν ἐλευθερία, μᾶς ὁδηγεῖ στήν υἱοθεσία καί, γενικά, μᾶς ξαναγεννᾶ ἀπό τήν ἀρχή, καί μᾶς ξεφορτώνει τό βαρύ καί ἀποκρουστικό φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν. Μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βλέπουμε τούς πολλούς ἱερεῖς καί ἔχουμε τά τάγματα τῶν διδασκάλων. Ἀπό τήν πηγή αὐτή βγῆκε καί τό προφητικό χάρισμα καί ἡ δύναμη νά θεραπεύουν ἀσθένειες. Καί ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά ὁποῖα στολίζουν συνήθως τήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, ἀπό ἐκεῖ ἔχουν τήν προέλευση. Καί φωνάζει ὁ Παῦλος λέγοντας.«Ὅλα αὐτά τά χαρίσματα ἐνεργεῖ τό ἕνα καί μοναδικό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο τά μοιράζει χωριστά στόν καθένα ὅπως θέλει» (Α´ Κορ 12, 11). Ὅπως θέλει, λέγει, ὄχι ὅπως διατάχθηκε.μοιράζει, δέ μοιράζεται.ἔχει ἐξουσία, δέ βρίσκεται κάτω ἀπό ἐξουσία. Γιατί τήν ἴδια ἀκριβῶς ἐξουσία, πού βεβαίωσε στόν Πατέρα, ἀναθέτει ὁ Παῦλος καί στό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί ὅπως λέγει γιά τόν Πατέρα.«Ὁ Θεός εἶναι αὐτός πού ἐνεργεῖ τά πάντα σ᾿ ὅλους» (Α´ Κορ. 12, 6).ἔτσι καί γιά τό Ἅγιο Πνεῦμα.«Καί ὅλα αὐτά τά χαρίσματα», λέγει, «ἐνεργεῖ τό ἕνα καί μοναδικό Ἅγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο τά μοιράζει χωριστά στόν καθένα ὅπως θέλει».Εἶδες τέλεια ἐξουσία; Γιατί αὐτά πού ἔχουν τήν ἴδια οὐσία, εἶναι φανερό ὅτι ἔχουν καί τήν ἴδια ἐξουσία.καί αὐτά πού ἔχουν τήν ἴδια ἀξία, ἔχουν καί τήν ἴδια δύναμη καί τήν ἴδια ἐξουσία. Μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐπιτύχαμε τήν ἀπαλλαγή ἀπό τίς ἁμαρτίες καί ξεπλύναμε κάθε ἀκαθαρσία. Μέ τή χάρη του ἀπό ἄνθρωποι γίναμε ἄγγελοι, ὅσοι πλησιάσαμε τή χάρη του, χωρίς ν᾿ ἀλλάξουμε τή φύση μας, ἀλλά, πράγμα πού εἶναι πολύ πιό ἀξιοθαύμαστο, παραμένοντας στήν ἀνθρώπινη φύση δείχνουμε ἀγγελική συμπεριφορά. Γιατί τέτοια εἶναι ἡ δύναμη τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Καί ὅπως ἡ φωτιά αὐτή πού βλέπουμε, ὅταν παραλάβει τόν μαλακό πηλό, τόν κάνει σκληρό κεραμίδι, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅταν παραλάβει μία συνετή ψυχή, καί ἄν ἀκόμα τή βρεῖ πιό μαλακή ἀπό τόν πηλό, τήν κάνει πιό σκληρή ἀπό τό σίδερο. Ἐπίσης αὐτόν πού πρίν ἀπό λίγο ἦταν μολυσμένος ἀπό τήν ἀκαθαρσία τῶν ἁμαρτιῶν, τόν κάνει ἀμέσως πιό λαμπρό ἀπό τόν ἥλιο.

    Αὐτά ἀκριβῶς θέλοντας νά μᾶς διδάξει ὁ μακάριος Παῦλος φώναζε δυνατά λέγοντας.«Μήν πλανᾶστε.οὔτε οἱ πόρνοι, οὔτε οἱ εἰδωλολάτρες, οὔτε οἱ μοιχοί, οὔτε οἱ θηλυπρεπεῖς, οὔτε οἱ παιδεραστές, οὔτε οἱ πλεονέκτες, οὔτε οἱ κλέφτες, οὔτε οἱ μέθυσοι, οὔτε ἐκεῖνοι πού περιπαίζουν καί βρίζουν, οὔτε οἱ ἅρπαγες θά κληρονομήσουν τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 6, 9-10). Καί ἀφοῦ ἀρίθμησε ὅλα, κατά κάποιο τρόπο, τά εἴδη τῆς κακίας, καί ἀφοῦ μᾶς δίδαξε ὅτι οἱ ὑπεύθυνοι τέτοιων ἁμαρτημάτων ἀποξενώνονται ἀπό τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀμέσως πρόσθεσε·«Καί τέτοιοι ἤσαστε μερικοί ἀπό σᾶς, ἀλλά λουσθήκατε ἀπό τά ἁμαρτήματα αὐτά, ἁγιασθήκατε καί γίνατε δίκαιοι» (Α´ Κορ. 6, 11). Πές μου, πῶς καί μέ ποιόν τρόπο; γιατί αὐτό εἶναι πού θέλουμε νά μάθουμε. «Γιατί βαπτισθήκατε στό ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ», λέγει, «καί στή χάρη τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μας». Εἶδες, ἀγαπητέ, τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; εἶδες ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐξαφάνισε ὅλη ἐκείνη τήν κακία, καί ὅτι ἐκείνους πού ἦταν προηγουμένως ὑποδουλωμένοι στίς δικές τους ἁμαρτίες, τούς ἀνέβασε ἀμέσως στήν ὑψηλότερη τιμή;

    2. Ποιός λοιπόν θά μποροῦσε νά κλάψει καί νά θρηνήσει, ὅπως ἀξίζει, ἐκείνους πού ἐπιχειροῦν νά μιλοῦν περιφρονητικά γιά τήν ἀξία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκείνους πού, σάν νά ἦταν τρελλοί, δέν κατόρθωσαν οὔτε οἱ πολλές εὐεργεσίες νά τούς ἀπομακρύνουν ἀπό τήν ἀχαριστία τους, ἀλλά τολμοῦν νά κάνουν τά πάντα ἐναντίον τῆς σωτηρίας τους, ἀποστερώντας τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅσο τούς εἶναι δυνατό, ἀπό τή θεϊκή του ἀξία, καί προσπαθοῦν νά τό κατεβάσουν στήν κατηγορία τῶν κτισμάτων; Ἐκείνους θά ἤθελα νά ἐρωτήσω.γιά ποιό λόγο ἐσεῖς πολεμᾶτε τόσο πολύ τήν ἀξία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; ἤ καλύτερα, γιατί πολεμᾶτε τή σωτηρία σας, καί δέ θέλετε νά καταλάβετε τά λόγια πού εἶπε ὁ Σωτήρας στούς μαθητές του; «Πηγαίνετε νά διδάξετε ὅλους τούς λαούς, βαπτίζοντας αὐτούς στό ὄνομα τοῦ Πατέρα καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Ματθ. 28, 19). Εἶδες ὅτι ἔχουν ἰσότιμη ἀξία; Εἶδες ὅτι ἔχουν τέλεια συμφωνία; Εἶδες ὅτι ἡ Ἁγία Τριάδα εἶναι ἀδιαίρετη; Μήπως ὑπάρχει κάποια διαφορά ἤ ἀλλαγή ἤ ἔλλειψη; Γιατί τολμᾶτε νά παραποιεῖτε τά λόγια τοῦ Κυρίου;

    Ἤ δέ γνωρίζετε ὅτι καί στά ἀνθρώπινα πράγματα, ἄν κάποιος ἐπιχειρήσει ποτέ ἤ τολμήσει, νά προσθέσει ἤ νά ἀφαιρέσει κάτι στίς διαταγές τοῦ βασιλιᾶ, πού εἶναι ὅμοιός μας καί ἔχει τήν ἴδια φύση μέ μᾶς, τόν τιμωροῦν μέ τή χειρότερη τιμωρία καί τίποτε δέν μπορεῖ νά τόν ἀπαλλάξει ἀπό τήν τιμωρία αὐτήν; Ἐάν στήν περίπτωση τοῦ ἀνθρώπου ὑπάρχει τόσο μεγάλος κίνδυνος, πῶς θά μποροῦσαν νά συγχωρηθοῦν ἐκεῖνοι πού εἶναι τόσο ἀπερίσκεπτοι καί πού προσπαθοῦν νά παραποιήσουν τά λόγια τοῦ Σωτήρα ὅλων μας καί πού δέ θέλουν ν᾿ ἀκούσουν οὔτε τόν Παῦλο, ὁ ὁποῖος ὅταν ὁμιλεῖ ἔχει μέσα του τό Χριστό καί φωνάζει μέ καθαρή φωνή καί λέγει.«Δέν εἶδε μάτι καί αὐτί δέν ἄκουσε καί ἀνθρώπινος νοῦς δέ φαντάστηκε ἐκεῖνα πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γι᾿ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν» (Α´ Κορ. 2, 9); Ἐάν λοιπόν δέν εἶδε μάτι, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦς μπόρεσε νά κατανοήσει ἐκεῖνα πού ὁ Θεός ἑτοίμασε γι᾿ αὐτούς πού τόν ἀγαποῦν, πῶς θά μπορέσουμε ἐμεῖς, μακάριε Παῦλε, νά τά γνωρίσουμε; Περίμενε λίγο καί θ᾿ ἀκούσεις τόν Παῦλο νά φανερώνει καί αὐτό. Πρόσθεσε λοιπόν λέγοντας.«Σ᾿ ἐμᾶς ὅμως ὁ Θεός τά φανέρωσε μέ τό Ἅγιο Πνεῦμά του» (Α´ Κορ. 2, 10). Καί οὔτε ἐδῶ σταμάτησε, ἀλλά γιά νά δείξει καί τή μεγάλη δύναμή του, καθώς καί τό ὅτι ἔχει τήν ἴδια οὐσία μέ τόν Πατέρα καί τόν Υἱό, λέγει.«Γιατί τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐξετάζει τά πάντα, ἀκόμη καί τά κρυφά σχέδια τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 2, 10).

    Ἔπειτα θέλοντας νά μᾶς κάμει ἀκριβέστερη τή διδασκαλία του μέ παραδείγματα ἀπό τήν ἀνθρώπινη ζωή, πρόσθεσε.«Γιατί, ποιός ἄλλος ἀπό τούς ἀνθρώπους γνωρίζει τά ἰδιαίτερα τοῦ ἀνθρώπου, παρά μόνο τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου, πού εἶναι μέσα του; Ἔτσι καί τά ἰδιαίτερα τοῦ Θεοῦ κανένας ἄλλος δέ γνωρίζει, παρά μόνο τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. 2, 11). Εἶδες τέλεια διδασκαλία; Ὅπως, λέγει, δέν εἶναι δυνατό νά γνωρίζει κανένας ἄλλος αὐτά πού εἶναι μέσα στή σκέψη ἑνός ἀνθρώπου, ἀλλά μόνος του ὁ καθένας γνωρίζει τά δικά του, ἔτσι καί τά ἰδιαίτερα τοῦ Θεοῦ κανένας δέ γνωρίζει, παρά μόνο τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι πολύ μεγάλο καί μέ τό παραπάνω ἀρκετό γιά νά ἀποδείξει τήν ἀξία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατί μᾶς ἔφερε ἕνα παράδειγμα καί μᾶς λέγει καθαρά ὅτι δέν εἶναι δυνατό νά μή γνωρίζει ποτέ κάποιος ἀπό τούς ἀνθρώπους αὐτά πού εἶναι μέσα στή σκέψη του. Ὅπως λοιπόν αὐτό δέν εἶναι δυνατό νά γίνει, ἔτσι μέ τόση ἀκρίβεια, λέγει, τό Ἅγιο Πνεῦμα γνωρίζει καί τά ἰδιαίτερα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά δέν ξέρω πῶς οὔτε μέ τά λόγια του αὐτά ὁ μακάριος Παῦλος δέν πείθει ἐκείνους πού στρέφονται μόνοι τους ἐναντίον τῆς σωτηρίας τους καί κάνουν τόσο μεγάλο πόλεμο ἐναντίον τῆς ἀξίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί ὅσο μποροῦν τό ἀποξενώνουν αὐτό ἀπό τή θεϊκή του ἀξία καί τό κατεβάζουν στήν ἀσήμαντη θέση τῶν δημιουργημάτων. Ἀλλ᾿ ἄν καί αὐτοί συμπεριφέρονται ἐχθρικά καί εἶναι ἀντίθετοι στά λεγόμενα ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, ἐμεῖς, ἀφοῦ δεχόμαστε τά θεῖα δόγματα σάν ἀποκάλυψη πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, ἄς προσφέρουμε στόν Κύριο τή δοξολογία πού ἁρμόζει, δείχνοντας μαζί μέ τή σωστή πίστη καί τό ὅτι τηροῦμε ἀκριβῶς τήν ἀλήθεια.

    Πρός αὐτούς λοιπόν πού ἐπιχειροῦν νά διδάσκουν τά ἀντίθετα ἀπό ἐκεῖνα πού εἶπε τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι ἀρκετά ὅσα εἴπαμε, εἶναι ἀνάγκη ὅμως νά ποῦμε στή δική σας ἀγάπη, γιά ποιό λόγο δέ μᾶς χάρισε ὁ Κύριος ἀμέσως μετά τήν ἄνοδό του στόν οὐρανό τήν αἰτία τῶν τόσων ἀγαθῶν, ἀλλ᾿ ἄφησε πρῶτα νά περάσουν λίγες ἡμέρες καί νά μείνουν μόνοι τους οἱ μαθητές, καί ὕστερα ἔστειλε κάτω στή γῆ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτό δέν ἔγινε ἄσκοπα, οὔτε τυχαῖα. Ἐπειδή δηλαδή γνώριζε ὅτι οἱ ἄνθρωποι δέ θαυμάζουν μ᾿ ὅμοιο τρόπο τά ἀγαθά πού ἔχουν στά χέρια τους, οὔτε ἐκτιμοῦν τήν ἀξία πού πραγματικά ἔχουν ἐκεῖνα, πού εἶναι εὐχάριστα καί σημαντικά, ἄν δέν ὑπάρχουν καί τά ἀντίθετα. Ἐννοῶ περίπου τό ἑξῆς.γιατί πρέπει νά τό πῶ σαφέστερα. Ἐκεῖνος πού εἶναι ὑγιής καί δυνατός στό σῶμα δέν αἰσθάνεται, οὔτε μπορεῖ νά ξέρει καλά, πόσα ἀγαθά τοῦ χάριζε ἡ ὑγεία, ἄν δέν ἀποκτήσει ἀρρωσταίνοντας πείρα καί τῆς ἀρρώστιας. Καί ἐκεῖνος πού βλέπει πάλι τήν ἡμέρα δέ θαυμάζει ὅπως πρέπει τό φῶς, ἐάν δέν τό διαδεχθεῖ τό σκοτάδι τῆς νύχτας. Γιατί, πραγματικά, ἡ πείρα πού ἔχουμε γιά τά ἀντίθετα γίνεται πάντοτε σαφής διδάσκαλος γιά ἐκεῖνα, πού ἔτυχε νά ἀπολαύσουμε προηγουμένως.

    Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί τότε, ἐπειδή οἱ μαθητές εἶχαν ἀπολαύσει παρά πολλά ἀγαθά, ὅταν ἦταν μαζί τους ὁ Κύριος, καί ἦταν πολύ εὐτυχισμένοι ἐπειδή τόν συναναστρέφονταν (γιατί ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Παλαιστίνης ἔβλεπαν στά πρόσωπά τους σάν νά ἔβλεπαν σέ κάποια ἀστέρια, ἀφοῦ καί νεκρούς ἀνάσταιναν, καί λεπρούς καθάριζαν, καί δαιμόνια ἔδιωχναν, καί ἀρρώστιες θεράπευαν καί ἔκαναν καί πολλά ἄλλα θαύματα), ἐπειδή λοιπόν ἦταν τόσο σπουδαῖοι καί πασίγνωστοι, γι᾿ αὐτό τούς ἄφησε νά ἀποχωρισθοῦν γιά λίγο ἀπό τή δύναμη πού τούς βοηθοῦσε, ὥστε, ὅταν βρεθοῦν μόνοι τους, νά μάθουν τί τούς χάριζε ἡ παρουσία τῆς ἀγαθότητας τοῦ Κυρίου, καί, ἀφοῦ ἀντιληφθοῦν τά ἀγαθά τοῦ παρελθόντος, νά ὑποδεχθοῦν μέ μεγαλύτερη προθυμία τή δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Πραγματικά, ἐνῶ ἦταν στενοχωρημένοι, τούς παρηγόρησε, καί, ἐνῶ ἦταν σκυθρωποί καί θλιμμένοι γιά τό χωρισμό τους ἀπό τό Διδάσκαλο, τούς φώτισε μέ τό δικό του φῶς, καί, ἐνῶ ἦταν σχεδόν νεκροί, τούς ἀνέστησε καί σκόρπισε τό σύννεφο τῆς λύπης καί τούς ἔβγαλε ἀπό τή δύσκολη θέση.

    Ἐπειδή δηλαδή εἶχαν ἀκούσει τά λόγια τοῦ Κυρίου, «Πηγαίνετε νά διδάξετε ὅλα τά ἔθνη», καί βρίσκονταν στή συνέχεια σέ δύσκολη θέση καί δέν ἤξεραν ποῦ πρέπει νά κατευθυνθεῖ ὁ καθένας καί σέ ποιό μέρος τῆς γῆς νά κηρύξει τό λόγο τοῦ Θεοῦ, ἔρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ μορφή πύρινων γλωσσῶν καί μοιράζει στόν καθένα τά μέρη τῆς γῆς πού ἔπρεπε νά κηρύξει καί μέ τή γλώσσα πού ἔδωσε, σάν μέ κάποιο σημείωμα, γνωρίζει στόν καθένα τά ὅρια τῆς ἐξουσίας καί τῆς διδασκαλίας πού ἔπρεπε ν᾿ ἀναλάβει. Γι᾿ αὐτό ἐμφανίσθηκε τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ μορφή πύρινων γλωσσῶν. Καί ὄχι μόνο γι᾿ αὐτό, ἀλλά γιά νά μᾶς θυμίσει καί κάποια παλιά ἱστορία. Ἐπειδή δηλαδή στά παλιά χρόνια παραλογίσθηκαν οἱ ἄνθρωποι καί θέλησαν νά κτίσουν ἕνα πύργο πού νά φθάνει ὥς τόν οὐρανό, καί μέ τή σύγχυση τῶν γλωσσῶν τους διέλυσε ὁ Θεός τήν κακή ἀπόφασή τους (Ἀναφέρεται στόν πύργο τῆς Βαβέλ. Βλ. Γεν. 11, 1-9), γι᾿ αὐτό καί τώρα μέ μορφή πύρινων γλωσσῶν πετᾶ σ᾿ αὐτούς τό Ἅγιο Πνεῦμα, γιά νά ἑνώσει μ᾿ αὐτό τήν οἰκουμένη πού ἦταν χωρισμένη.

    Καί ἔγινε κάτι ἀσυνήθιστο καί παράξενο. Γιατί ὅπως τότε στά παλιά χρόνια γλῶσσες χώρισαν τήν οἰκουμένη καί διέλυσαν τήν κακή συμφωνία, ἔτσι καί τώρα γλῶσσες ἕνωσαν τήν οἰκουμένη καί ὁδήγησαν σέ ὁμόνοια αὐτά πού ἦταν χωρισμένα. Γι᾿ αὐτό λοιπόν ἐμφανίσθηκε τό Ἅγιο Πνεῦμα μέ μορφή γλωσσῶν καί σάν πύρινες γλῶσσες γιά τό ἀγκάθι τῆς ἁμαρτίας πού μεγάλωσε πολύ μέσα μας. Γιατί ὅπως ἡ γῆ, ὅταν δέν καλλιεργεῖται, ἐνῶ εἶναι γόνιμη καί πλούσια, βγάζει πολλά ἀγκάθια, ἔτσι ἀκριβῶς καί ἡ ἀνθρώπινη φύση, ἐνῶ εἶναι καλή ἀπό τό δημιουργό της καί κατάλληλη γιά τά ἔργα τῆς ἀρετῆς, ἐπειδή δέ δέχθηκε τό ἄροτρο τῆς εὐσέβειας, οὔτε τό σπόρο τῆς θεογνωσίας, βλάστησε μέσα μας τήν ἀσέβεια σάν ἀγκάθια καί ἄλλα ἄχρηστα φυτά. Καί ὅπως ἡ ἐπιφάνεια τῆς γῆς πολλές φορές δέ φαίνεται ἀπό τά πολλά ἀγκάθια καί τά ἄγρια χόρτα, ἔτσι καί ἡ εὐγένεια καί ἡ ἁγνότητα τῆς ψυχῆς μας δέ φαινόταν, μέχρις ὅτου ἦλθε ὁ γεωργός τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ἔβαλε τή φωτιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν καθάρισε καί τήν προετοίμασε νά δεχθεῖ τόν οὐράνιο σπόρο.

    3. Τόσα πολλά καί ἀκόμη περισσότερα ὑπῆρξαν γιά μᾶς τά ἀγαθά ἀπό τή σημερινή ἡμέρα. Γι᾿ αὐτό, σᾶς παρακαλῶ, ἄς ἑορτάσουμε καί ἐμεῖς ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός, ὄχι στεφανώνοντας τήν πόλη, ἀλλά καλλωπίζοντας τίς ψυχές μας, ὄχι στολίζοντας τήν ἀγορά μέ παραπετάσματα, ἀλλά κάνοντας χαρούμενη τήν ψυχή μας μέ τά ἐνδύματα τῆς ἀρετῆς γιά νά μπορέσουμε ἔτσι καί τή χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος νά ὑποδεχθοῦμε καί τούς καρπούς πού μᾶς προσφέρει ν᾿ ἀποκτήσουμε. Καί ποιός εἶναι ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος; Ἄς ἀκούσουμε τόν Παῦλο πού λέγει.«Ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», λέγει, «εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη» (Γαλ. 5, 22). Πρόσεχε τήν ἀκρίβεια τῶν λέξεων καί τή σειρά τῆς διδασκαλίας. Ἔβαλε πρώτη τήν ἀγάπη καί ὕστερα ἀνάφερε τά ἄλλα. Φύτεψε τό δένδρο καί ὕστερα τόν καρπό. Ἔβαλε τά θεμέλια καί ὕστερα πρόσθεσε τήν οἰκοδομή. Ἄρχισε ἀπό τήν πηγή καί ὕστερα ἔφθασε στούς ποταμούς.

    Πράγματι δέν μποροῦμε νά αἰσθανθοῦμε πρῶτα τή χαρά, ἄν δέ θεωρήσουμε πρῶτα ὅτι εἶναι δική μας ἡ χαρά τῶν ἄλλων καί ἄν δέ λογαριάσουμε ὅτι εἶναι δικά μας τά ἀγαθά τῶν συνανθρώπων μας. Καί αὐτά δέν εἶναι δυνατό ποτέ νά φανοῦν ἀπό τίποτε ἄλλο, ἄν δέ μᾶς κυριέψει ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ ρίζα, ἡ πηγή καί ἡ μητέρα ὅλων τῶν ἀγαθῶν. Γιατί πράγματι σάν ρίζα κάνει νά βλαστήσουν ἄπειρα κλαδιά ἀρετῆς, σάν πηγή βγάζει πολλά νερά καί σάν μητέρα σφίγγει μέσα στήν ἀγκαλιά της ἐκείνους πού καταφεύγουν σ᾿ αὐτήν. Αὐτό ἀκριβῶς γνωρίζοντας καί ὁ μακάριος Παῦλος ὀνόμασε τήν ἀγάπη καρπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί ἀλλοῦ τῆς χάρισε τόσο μεγάλο προτέρημα, ὥστε νά πεῖ ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ τέλεια τήρηση καί ἐκπλήρωση τοῦ νόμου.«Γιατί ἡ ἀγάπη», λέγει, «εἶναι ἡ τέλεια τήρηση καί ἐκπλήρωση τοῦ νόμου» (Ρωμ. 13, 10). Ὁ Κύριος τῶν πάντων δέ θεώρησε καμιά ἄλλη προϋπόθεση ἀρκετή καί ἀπόδειξη ἀξιόπιστη γιά νά φαίνονται οἱ μαθητές του, παρά μόνο τήν ἀγάπη, λέγοντας.«Μ᾿ αὐτό θά μάθουν ὅλοι ὅτι εἶστε μαθητές μου, ἐάν ἔχετε μεταξύ σας ἀγάπη» (Ἰω. 13, 35).

    Γι᾿ αὐτό, σᾶς παρακαλῶ, ἄς καταφύγουμε ὅλοι σ᾿ αὐτήν, ἄς τήν ἀγκαλιάσουμε καί μ᾿ αὐτήν ἄς ὑποδεχθοῦμε τή σημερινή ἑορτή. Γιατί, ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, ἀδρανοῦν τά πάθη τῆς ψυχῆς. Ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, σταματοῦν οἱ παράλογες σαρκικές ἐπιθυμίες τῆς ψυχῆς. «Ἡ ἀγάπη», λέγει ὁ Παῦλος, «δέν ὑπερηφανεύεται, δέ φουσκώνει ἀπό ἐγωισμό, δέ φέρεται ἄσεμνα» (Α´ Κορ. 13, 4-5). Ἡ ἀγάπη δέν κάνει κακό στό συνάνθρωπο. Ὅπου κυβερνᾶ ἡ ἀγάπη, πουθενά δέν ὑπάρχει Κάιν νά σκοτώσει τόν ἀδελφό του. Βγάλε ἀπό τήν καρδιά σου τήν πηγή τοῦ φθόνου, καί ἔβγαλες τόν ποταμό ὅλων τῶν κακῶν. Κόψε τή ρίζα, καί κατέστρεψες ταυτόχρονα καί τόν καρπό. Καί τά λέγω αὐτά, γιατί λυπᾶμαι περισσότερο ἐκείνους πού φθονοῦν, παρά ἐκείνους πού φθονοῦνται, γιατί ἐκεῖνοι εἶναι κυρίως πού ζημιώνονται πάρα πολύ καί πού προξενοῦν μεγάλη καταστροφή στόν ἑαυτό τους. Ἐπειδή γι᾿ αὐτούς πού φθονοῦνται ὁ φθόνος εἶναι, ἐάν τό θελήσουν, ἀφορμή γιά βράβευση.

    Καί πρόσεχε, σέ παρακαλῶ, πῶς ὁ δίκαιος Ἄβελ ἐπαινεῖται καί ἀναφέρεται καθημερινά, καί ἡ σφαγή του ἔγινε γι᾿ αὐτόν ἀφορμή καλῆς φήμης. Καί αὐτός μετά τό θάνατό του ὁμιλεῖ ἐλεύθερα καί κατηγορεῖ μέ δυνατή φωνή τό δολοφόνο του. Ὁ Κάιν ὅμως, πού δῆθεν ἔμεινε στή ζωή, πῆρε τήν ἀμοιβή του ἀνάλογα μέ τά ἔργα του, καί ἔζησε ἐπάνω στή γῆ ἀναστενάζοντας καί τρέμοντας. Ὁ Ἄβελ ὅμως πού σκοτώθηκε καί ξαπλώθηκε νεκρός ἔδειξε μετά τό θάνατό του μεγαλύτερη παρρησία (Γεν. 9, 10). Καί ὅπως ἔκαμε ἐκεῖνον ἡ ἁμαρτία του νά ζεῖ πιό ἄθλια καί ἀπό τούς νεκρούς, ἔτσι ἔκαμε αὐτόν ἡ ἀρετή του νά λάμπει περισσότερο καί μετά τό θάνατό του. Γι᾿ αὐτό λοιπόν καί ἐμεῖς, γιά ν᾿ ἀποκτήσουμε μεγαλύτερη παρρησία καί σ᾿ αὐτή τή ζωή καί στήν ἄλλη, γιά νά ἀπολαύσουμε περισσότερη χαρά πού πηγάζει ἀπό τήν ἑορτή, ἄς καταστρέψουμε ὅλα τά ἀκάθαρτα ἐνδύματα τῆς ψυχῆς, ἄς γυμνωθοῦμε ἰδιαίτερα ἀπό τό ἔνδυμα τοῦ φθόνου. Γιατί καί ἄν ἀκόμη φανοῦμε ὅτι πετύχαμε πάρα πολλά, ὅλα θά τά χάσουμε, ὅταν μᾶς ἐνοχλεῖ τό πικρό καί ἄγριο αὐτό ἐλάττωμα, πού μακάρι νά τό ἀποφύγουμε ὅλοι μας, καί ἰδιαίτερα αὐτοί πού σήμερα μέ τή χάρη τοῦ βαπτίσματος ἔβγαλαν τό παλιό ἔνδυμα τῶν ἁμαρτημάτων τους καί πού μποροῦν νά λάμπουν σάν τίς ἀκτίνες τοῦ ἥλιου.

    Ἑσεῖς λοιπόν, παρακαλῶ, οἱ ὁποῖοι υἱοθετηθήκατε σήμερα ἀπό τό Θεό, οἱ ὁποῖοι ντυθήκατε τό λαμπρό αὐτό φόρεμα, διατηρῆστε μέ κάθε τρόπο τή χαρά, στήν ὁποία εἶστε τώρα, ἀφοῦ φράξετε ἀπό παντοῦ τήν εἴσοδο στό διάβολο, ὥστε νά ἀπολαύσετε ἀφθονότερη τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καί νά μπορέσετε ν᾿ ἀποδώσετε καλά ἔργα ὁ ἕνας τριάντα, ὁ ἄλλος ἑξήντα, ὁ ἄλλος ἑκατό, καί νά ἀξιωθεῖτε νά συναντήσετε μέ παρρησία τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, ὅταν πρόκειται νά ἔλθει καί νά μοιράσει τά ἀπερίγραπτα ἀγαθά σ᾿ ἐκείνους πού ἔζησαν ἐνάρετα τήν παρούσα ζωή, μέ τή βοήθεια τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα καί ἡ δύναμη τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

6.

Εἰς τὴν Πεντηκοστήν

Κάλλιστος Γουέαρ (Ἐπίσκοπος Διοκλείας)

 

Ὁ Ὀρθόδοξος ἔχει πλήρη συνείδηση πὼς ἀνήκει σὲ μία κοινότητα. «Γνωρίζουμε πὼς ὅποιος ἀπὸ μᾶς πέσει», ἔγραφε ὁ Χομιάκωφ, «πέφτει μόνος του, κανεὶς ὅμως δὲν σώζεται ἀπὸ μόνος του. Σώζεται ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας, μαζὶ μὲ ὅλα τὰ ἄλλα μέλη της».

Εἶναι ὅμως σίγουρο πὼς ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία εἶναι πνευματικὴ καὶ μυστικὴ ὑπὸ τὴν ἔννοια πὼς ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ποτὲ δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἐπίγεια πλευρὰ τῆς Ἐκκλησίας μεμονωμένα, ἀλλὰ θεωρεῖ πάντοτε τὴν Ἐκκλησία «ἐν Χριστῷ καὶ ἁγίῳ Πνεύματι». Ὁλόκληρη ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία ἔχει ὡς ἀφετηρία τὴν ἰδιαίτερη σχέση ποὺ ὑφίσταται μεταξὺ Ἐκκλησίας καὶ Θεοῦ. Τρεῖς φάσεις μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν γιὰ ν᾿ ἀποδώσουν αὐτὴ τὴ σχέση: ἡ Ἐκκλησία εἶναι: α) εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδας, β) Σῶμα Χριστοῦ καὶ γ) μιὰ συνεχὴς Πεντηκοστή. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησιολογία εἶναι Τριαδική, Χριστολογικὴ καὶ «Πνευματολογική».

α) Εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδας.
Ὅπως ἀκριβῶς κάθε πρόσωπο ἔχει δημιουργηθεῖ κατ᾿ εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία ὡς ὅλον εἶναι εἰκόνα τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ, ἀναπαράγοντας πάνω στὴ γῆ τὸ μυστήριο τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ποικιλίας. Στὴν ἁγία Τριάδα τὰ τρία πρόσωπα εἶναι ἕνας Θεός, χωρὶς ὅμως νὰ παύουν νὰ εἶναι τέλεια πρόσωπα.

Στὴν Ἐκκλησία ἕνα πλῆθος διαφορετικῶν ἀνθρώπων ἑνώνεται σ᾿ ἕνα σῶμα, στὸ ὁποῖο ὅμως ὁ καθένας καὶ ἡ καθεμιὰ διατηρεῖ ἀτόφια τὴν προσωπικότητά του. Τὸ κάθε πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδας κατοικεῖ στὸ ἄλλο καὶ αὐτὸ ἐξεικονίζεται στὴν ἀλληλοπεριχώρηση τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας.

Στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει διάσταση μεταξὺ ἐλευθερίας καὶ αὐθεντίας. Στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἑνότητα καὶ ὄχι ὁλοκληρωτισμός. Ὅταν οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποδίδουν στὴν Ἐκκλησία τὸν ὅρο «Καθολική», ἔχουν κατὰ νοῦ (μεταξὺ ἄλλων) καὶ αὐτὸ τὸ ζωντανὸ θαῦμα τῆς ἑνότητας τῶν πολλῶν προσώπων σὲ ἕνα.

Αὐτὴ ἡ σύλληψη τῆς Ἐκκλησίας ὡς εἰκόνας τῆς ἁγίας Τριάδας, μᾶς βοηθᾶ ἐπίσης νὰ κατανοήσουμε γιατὶ οἱ Ὀρθόδοξοι δίνουν τεράστια σημασία στὶς Συνόδους. Ἡ Σύνοδος ἀποτελεῖ ἔκφραση τοῦ Τριαδικοῦ χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας. Μποροῦμε νὰ δοῦμε τὸ μυστήριό της ἑνότητος ἐν τῇ ποικιλίᾳ, σύμφωνα μὲ τὴν εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδας, νὰ ἐφαρμόζεται στὴν πράξη, ὅταν οἱ πολλοὶ ἐπίσκοποι, οἱ συναγμένοι στὴ σύνοδο, φτάνουν ἐλεύθερα σὲ κοινὴ ἀπόφαση ὑπὸ τὸν φωτισμὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

β) Σῶμα Χριστοῦ.
«Οὕτως οἱ πολλοὶ ἓν σῶμα ἐσμὲν ἐν Χριστῷ» (Ρωμ. 12, 5). Ὁ στενότερος δυνατὸς δεσμὸς ὑπάρχει μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας: κατὰ τὴν περίφημη φράση τοῦ Ἰγνατίου, «ὅπου ὁ Χριστός, ἐκεῖ καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἐπέκταση τῆς Σάρκωσης, τὸ πεδίο ὅπου συνεχίζεται ἡ Σάρκωση. Ἡ Ἐκκλησία, σύμφωνα μὲ τὸν Ἕλληνα θεολόγο Χρῆστο Ἀνδροῦτσο, εἶναι τὸ «κέντρο καὶ τὸ ὄργανο τοῦ λυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ… δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπὸ μία συνέχιση καὶ μία ἐπέκταση τοῦ προφητικοῦ, τοῦ ἱερατικοῦ καὶ βασιλικοῦ Του ἀξιώματος… Ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁ Ἱδρυτής της εἶναι ἀδιάρρηκτα ἑνωμένοι… Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστὸς «μεθ᾿ ἡμῶν».

Ὁ Χριστὸς δὲν ἐγκατέλειψε τὴν Ἐκκλησία ὅταν ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς: «Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος», ὑποσχέθηκε (Ματθ. 28, 20), ἐπειδὴ «οὗ γὰρ εἰσὶ δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» (Ματθ. 18, 20).

Ἡ ἑνότητα μεταξὺ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του πραγματώνεται, πάνω ἀπ᾿ ὅλα, μέσῳ τῶν μυστηρίων. Στὸ Βάπτισμα ὁ νέος χριστιανὸς θάπτεται καὶ ἀνίσταται μὲ τὸν Χριστό. Στὴν Εὐχαριστία τὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ λαμβάνουν τὸ Σῶμα Του μέσῳ τῶν μυστηρίων. Ἡ Εὐχαριστία, ἑνώνοντας τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν Χριστό, τὰ ἑνώνει ταυτόχρονα μεταξύ τους: «ὅτι εἷς ἄρτος, ἓν σῶμα οἱ πολλοὶ ἐσμὲν· οἱ γὰρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν» (Α´ Κορ. 10, 17). Ἡ Εὐχαριστία δημιουργεῖ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία (ὅπως τὴν εἶδε ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος) εἶναι μία Εὐχαριστιακὴ κοινωνία, ἕνας μυστηριακὸς ὀργανισμὸς ποὺ σαρκώνεται ὅπου τελεῖται ἡ Εὐχαριστία. Δὲν εἶναι συμπτωματικὸ ὅτι ὁ ὅρος «Σῶμα Χριστοῦ» σημαίνει τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ μυστήριο. Καὶ πὼς ἡ φράση sommunio sanctrorum στὸ Ἀποστολικὸ Σύμβολο σημαίνει οὐσιαστικὰ «κοινωνία τῶν ἁγίων» καὶ «κοινωνία τῶν μυστηρίων». Πρέπει νὰ θεωροῦμε πρωταρχικὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς μυστήριο. Ἡ ἐξωτερική της ὀργάνωση, ὅσο σημαντικὴ κι ἂν εἶναι, ἔρχεται μετὰ τὴ μυστηριακή της ζωή.

γ) Μιὰ συνεχὴς Πεντηκοστή.
Εἶναι εὔκολο νὰ ὑπερτονίσουμε τὸν χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας ὡς Σώματος Χριστοῦ καὶ νὰ ξεχαστεῖ ὁ ρόλος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ἀλλὰ ὅπως εἴπαμε, στὸ ἔργο τους μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀλληλοσυμπληρώνονται, καὶ αὐτὸ ἰσχύει τόσο στὴν Ἐκκλησιολογία ὅσο καὶ σὲ ἄλλους τομεῖς τῆς θεολογίας. Ἐνῷ ὁ ἅγ. Ἰγνάτιος λέγει πὼς «ὅπου Χριστός, ἐκεῖ καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐκκλησία», ὁ ἅγ. Εἰρηναῖος γράφει τὸ ἐξίσου ἀληθὲς πὼς «ὅπου ἡ Ἐκκλησία, ἐκεῖ καὶ τὸ ἅγιο Πνεῦμα, καὶ ὅπου τὸ ἅγιο Πνεῦμα ἐκεῖ καὶ ἡ Ἐκκλησία». Ἡ Ἐκκλησία, ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἐπίσης ναὸς καὶ κατοικία τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Πνεῦμα ἐλευθερίας. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα ὄχι μόνο μᾶς ἑνώνει, ἀλλ᾿ ἐγγυᾶται καὶ τὴν ἄπειρη ποικιλία τῶν προσώπων μέσα στὴν Ἐκκλησία: κατὰ τὴν Πεντηκοστὴ οἱ γλῶσσες πυρὸς «διαμοιράστηκαν» καὶ ἐκάθησαν «ἐφ᾿ ἕνα ἕκαστον» τῶν παρόντων. Τὸ δῶρο τοῦ Πνεύματος εἶναι δῶρο στὴν Ἐκκλησία, ταυτόχρονα ὅμως εἶναι καὶ προσωπικὸ δῶρο, προσαρμοσμένο στὸν χαρακτῆρα τοῦ καθενὸς καὶ τῆς καθεμιᾶς. «Διαιρέσεις δὲ χαρισμάτων εἰσί, τὸ δὲ αὐτὸ Πνεῦμα» (Α´ Κορ. 12, 4). Ζωὴ στὴν Ἐκκλησία δὲν σημαίνει ἰσοπέδωση τῆς ποικιλίας τῶν ἀνθρώπων, οὔτε ἐπιβολὴ ἐνὸς ἄκαμπτου καὶ ὁμοιόμορφου προτύπου πάνω σ᾿ ὅλους, ἀλλὰ τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο. Οἱ ἅγιοι, ὄχι μόνο δὲν παρουσιάζουν κάποια ἀνιαρὴ μονοτονία, ἀλλ᾿ ἔχουν ἀναπτύξει τὴν πιὸ ἔντονη καὶ διακεκριμένη προσωπικότητα. Πληκτικὸ εἶναι τὸ κακὸ κι ὄχι ἡ ἁγιότητα.

Αὐτὴ ἐν συντομίᾳ εἶναι ἡ σχέση Ἐκκλησίας καὶ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία – εἰκόνα τῆς ἁγίας Τριάδας, σῶμα Χριστοῦ, πληρότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος- εἶναι ταυτόχρονα ὁρατὴ καὶ ἀόρατη, θεία καὶ ἀνθρώπινη. Εἶναι ὁρατή, ἐπειδὴ ἀποτελεῖται ἀπὸ συγκεκριμένες κοινότητες, ποὺ λειτουργοῦν πάνω στὴ γῆ. Εἶναι ἀόρατη, ἐπειδὴ περιλαμβάνει τοὺς ἁγίους καὶ τοὺς ἀγγέλους. Εἶναι ἀνθρώπινη, ἐπειδὴ ἁμαρτωλοὶ ἀποτελοῦν τὰ ἐπίγεια μέλῃ της, εἶναι θεία, ἐπειδὴ εἶναι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ὑπάρχει χωρισμὸς μεταξὺ ὁρατοῦ καὶ ἀοράτου, μεταξὺ στρατευμένης Ἐκκλησίας καὶ θριαμβευούσας (σύμφωνα μὲ τὴ δυτικὴ ὁρολογία), ἐπειδὴ καὶ οἱ δυὸ συνιστοῦν μία μοναδικὴ καὶ συνεχῆ πραγματικότητα. «Ἡ ὁρατὴ Ἐκκλησία, ἡ ἐπίγεια Ἐκκλησία, ζεῖ σὲ πλήρη κοινωνία καὶ ἑνότητα μὲ ὁλόκληρο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας Κεφαλὴ εἶναι ὁ Χριστός». Βρίσκεται στὸ σημεῖο συνάντησης τοῦ Παρόντος αἰῶνος καὶ τοῦ Μέλλοντος, καὶ ζεῖ ταυτόχρονα στοὺς δυὸ Αἰῶνες.

7.

Ἡ Πεντηκοστή

Ἄνθιμος Ρούσσας (Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης)

 

Ἦχος πλ. δ’.

Εὐλογητὸς εἶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν,
ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας,
καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον,
καὶ δι’ αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας,
Φιλάνθρωπε, δόξα σοι.

Πρέπει νὰ εὐλογῆσαι καὶ νὰ ὑμνῆσαι, Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ καὶ Θεέ μας, σὺ ὁ ὁποῖος ἔκαμες τόσο σοφοὺς καὶ φωτισμένους δασκάλους, τοὺς ἁπλοϊκοὺς ψαράδες τῆς Γαλιλαίας, ἀφοῦ ἔστειλες σ’ αὐτοὺς τὸ Πανάγιό σου Πνεῦμα• καὶ χρησιμοποιῶντας κατόπιν αὐτοὺς σὰν κήρυκας καὶ ἀποστόλους σου προσείλκυσες στὸ Εὐαγγέλιο τόν κόσμο ὁλόκληρο• γι’ αὐτὸ σὲ σένα, φιλάνθρωπε Κύριε, ἀνήκει ἡ δόξα.

Η μεγάλη ὑπόσχεσι τοῦ Κυρίου δὲν ἐβράδυνε νὰ ἐκπληρωθῆ. Ἦταν ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ μαθηταὶ τοῦ Κυρίου δὲν εἶχαν ἀκόμη συνέλθει ἀπὸ τὴν δοκιμασία τῆς ἀπουσίας του. Συγκεντρωμένοι καὶ σιωπηλοὶ κάθονται στὸ ὑπερῷον. Ὑπάρχει πάντως μέσα στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τους κάποια κρυφὴ προσδοκία, κάποια ἀναμονή, κάποια γλυκειὰ ἐλπίδα. Κανένας δὲν μιλάει. Ἔμψυχα ἀδειανὰ δοχεῖα οἱ καρδιές τους περιμένουν τὴν ὥρα ποὺ θὰ πληρωθοῦν ἀπὸ τὴν οὐράνια βροχὴ τῆς θείας σοφίας καὶ ἀγάπης. Χέρσοι τόποι ποὺ θὰ πέση στὰ βάθη τους ζωογόνος βροχή, γιὰ νὰ φυτρώσῃ ὁ σπόρος καὶ νὰ πρασινίσῃ κάθε σπιθαμή, καὶ νὰ σχηματίσῃ ὡραίους χλοερούς κυματισμούς, ἀπὸ τὴν ἰδία δροσοβόλο αὔρα, μέχρις ὅτου γίνη καρπὸς ὥριμος καὶ μεστός, ἕτοιμος νὰ τροφοδοτήση τὸν οὐρανόν.

Ψυχὲς ἀποστολικές, νέοι καὶ ἡλικιωμένοι ἄνθρωποι, σὲ ὥρα ἀναμονῆς• ὁ νεανικὸς παλμὸς καὶ ἡ ὥριμη σωφροσύνη ἀδρανοῦν ἀκόμη. Ὦ ὧρες γλυκειᾶς προσμονῆς καὶ θείου μεγαλείου! Φόβος καὶ σιωπή. Ἄπνοια καὶ περισυλλογή. «Καὶ ἐγένετο ἄφνω ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἦχος ὥσπερ φερομένης πνοῆς βιαίας, καὶ ἐπλήρωσεν ὅλον τὸν οἶκον οὐ ἦσαν καθήμενοι». (Πράξ. γ’, 7).

Οὐράνιος, ἀκατάληπτος καὶ ἀπροσμέτρητος καταιγισμὸς ἀπὸ ἱερὴ φωτιά. Στιγμὲς αἰώνιες καὶ μοναδικὲς στὴν ἱστορία τοῦ κόσμου. Πυρωμένες φλόγες σὲ σχῆμα φωτεινῶν γλωσσῶν προσδιαγράφουν τὴν πνευματικὴ πορεία τοῦ κόσμου, διαμοιράζονται στοὺς ἐκπλήκτους ἱεροὺς ἄνδρας καὶ ἀναστρέφουν καὶ μεταστρέφουν ὁλόκληρον τὸν ρυθμὸ τοῦ ἐσωτερικοῦ τους κόσμου.

Ἡ ψυχή τους ὡραιοποιεῖται. Τὸ πνεῦμα ἀναπτερώνεται. Ἡ συνείδησι φωτίζεται. Ἡ γνῶσι ἁπλώνεται. Τὸ σῶμα ἐνισχύεται. Τὸ φρόνημα ἀνανεώνεται. Ὁ φόβος διαλύεται. Ὁ θεῖος ζῆλος κορυφώνεται. Ἀνοίγεται διάπλατα ἡ διάνοιά τους σὲ νέους κόσμους σοφίας καὶ γνώσεως καὶ οἱ ἁλιεῖς γίνονται θεολόγοι σοφοί. Ἀνοίγουν τὸ στόμα τους διὰ νὰ μιλήσουν καὶ ἡ γλῶσσα τους συνθέτει νέους φθόγγους, νέες λέξεις. Πάρθοι καὶ Μῆδοι καὶ Ἐλαμῖται καὶ τόσοι ἄλλοι ἄκουαν κατάπληκτοι τοὺς ἀποστόλους νὰ μιλοῦν τὴν δική τους γλῶσσα. Ἦταν τὸ προανάκρουσμα τῆς εὐαγγελικῆς ἐπαγγελίας εἰς «πάντα τὰ ἔθνη». Τὸ μέγα καὶ ἀνυπέρβλητο θαῦμα εἶχε γίνει.

Ὁ Παράκλητος, τὸ Πανάγιο καὶ Θεῖο Πνεῦμα, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας καὶ ὑπερυμνήτου Τριάδος εἶχε ἔλθει σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσι τοῦ Κυρίου.

Ἡ Ἐκκλησία εἶχε πλέον ἱδρυθῆ γιὰ νὰ συνεχίζεται ἀπ’ αὐτὴ καὶ ἐντὸς αὐτῆς ἡ ἀπολύτρωσι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Κεφαλὴ καὶ ἀκρογωνιαῖος λίθος της ὁ Χριστός, πρῶτοι λίθοι οἰκοδομῆς οἱ ἔνδοξοι Ἀπόστολοι. Εὐλογημένα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὅλοι ἐμεῖς.

8.

Πεντηκοστή

Φουντούλης Ἰωάννης

“Πεντηκοστήν ἑορτάζομεν
καί Πνεύματος ἐπιδημίαν
καί προθεσμίαν ἐπαγγελίας
καί ἐλπίδος συμπλήρωσιν·
καί τό μυστήριον ὅσον;
῾Ως μέγα τε καί σεβάσμιον.
Διό βοῶμέν σοι·
Δημιουργέ τοῦ παντός,
Κύριε, δόξα σοι”.

Αὐτόν τόν θαυμάσιο ὕμνο θέτει ἡ ᾿Εκκλησία μας σάν προπύλαιο στήν ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Καί σ᾿ αὐτόν ἀνακεφαλαιώνει τό “μέγα καί σεβάσμιον” μυστήριον, τό ὁποῖον πανηγυρίζει: Τήν συμπλήρωσι τῆς ἐλπίδος, τήν προθεσμία τῆς ἐπαγγελίας, τήν ἐπιδημία τοῦ Πνεύματος τοῦ ἁγίου. Γιατί πράγματι τό ἑορταζόμενο γεγονός, ἡ ἐπιφοίτησις τοῦ ἁγίου Πνεύματος στούς ἀποστόλους τοῦ Χριστοῦ, ἀποτελεῖ τό τέλος καί τό ἐπιστέγασμα ὅλου τοῦ ἔργου τῆς σωτηρίας. ῞Ολο τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἔλευσις, ἡ διδασκαλία, τό πάθος, ἡ ἀνάστασις, ἡ ἀνάληψις ἀπέβλεπαν σ᾿ αὐτό· στήν ἔλευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος στόν κόσμο, στήν νέα δημιουργία. ᾿Ακριβῶς γιά τό λόγο αὐτό στό τροπάριο πού ἀκούσαμε καί σέ ὅλη τήν ὑμνογραφία τῆς Πεντηκοστῆς ἀνυμνεῖται ὁ δημιουργός τοῦ παντός, ὁ Πατήρ, πού διά τοῦ Λόγου, τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης Του, ἐν ἁγίῳ Πνεύματι δημιουργεῖ τόν κόσμο, ἀναδημιουργεῖ, ξανακτίζει τήν κτίσι καί τήν μεταβάλλει σέ νέα, τήν ἀνακαινίζει.

῎Ετσι ἡ ἡμέρα αὐτή συνδέει τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ νέου κόσμου μέ τήν ἀνάμνησι τῆς γενεθλίου ἡμέρας τοῦ παλαιοῦ. Τίς δύο γεννήσεις, τήν φυσική καί τήν ὑπερφυσική. Στήν πρώτη μᾶς μεταφέρουν οἱ πρώτες γραμμές τῆς Βίβλου: “῾Η δέ γῆ ἦν ἀόρατος καί ἀκατασκεύαστος καί σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου καί πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος. Καί εἶπεν ὁ Θεός· Γενηθήτω φῶς. Καί ἐγένετο φῶς. Καί εἶδεν ὁ Θεός τό φῶς ὅτι καλόν” (Γεν. 1,2—4). Στήν δευτέρα συμβαίνει τό ἴδιο. ᾿Επάνω στήν ἄμορφο ὕλη τῶν ἐθνῶν καί τό σκότος τῆς πλάνης ἐκχύνεται ἡ βιαία πνοή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ. ῾Ο λόγος Του ἀνακαινίζει τήν παλαιωθεῖσα κτίσι. “Πάρθοι καί Μῆδοι καί ᾿Ελαμῖται καί οἱ κατοικοῦντες τήν Μεσοποταμίαν, ᾿Ιουδαίαν τε καί Καππαδοκίαν, Πόντον καί τήν ᾿Ασίαν, Φρυγίαν τε καί Παμφυλίαν, Αἴγυπτον καί τά μέρη τῆς Λυβίης τῆς κατά Κυρήνην…. Ρωμαῖοι, ᾿Ιουδαῖοι τε καί προσήλυτοι, Κρῆτες καί ῎Αραβες” (Πράξ. 2,9—11) εἶναι ἡ νέα ἄβυσσος, τό γέννημα τῆς διασπορᾶς, τῆς κατατμήσεως καί τῆς ἀποσυνθέσεως τοῦ κόσμου. ᾿Επάνω ἀπό αὐτούς τώρα ἐπιφέρεται τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ὁ Λόγος Του καλεῖ ὅλους εἰς συμφωνίαν, εἰς ἑνότητα Πνεύματος ἁγίου, εἰς τό φῶς. “῾Ο εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι” (Β.´ Κορ. 4,6) τούς καλεῖ νά ἐπιστρέψουν “ἀπό σκότους εἰς φῶς” (Πράξ. 26,18), νά γίνουν “φῶς ἐν Κυρίῳ” (Ἐφεσ. 5,8). Καί ἡ ἀναχώνευσις γίνεται μέ τάς πυριμόρφους γλώσσας τοῦ ἁγίου Πνεύματος, πού διεμερίσθησαν στούς ἀποστόλους. “Καί ὤφθησαν αὐτοῖς διαμεριζόμεναι γλῶσσαι ὡσεί πυρός” (Πράξ. 2,3). ῾Η γλῶσσα, τό σύμβολο, τό ἀποτέλεσμα καί τό αἴτιο τοῦ χωρισμοῦ, γίνεται τώρα σύμβολο ἑνότητος, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι ἑνότητος τοῦ νέου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἐγκαινισμός τοῦ Πνεύματος συμβολίζεται μέ τήν καινουργία τῶν γλωσσῶν. Διά τοῦ Χριστοῦ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι λαλεῖται τώρα τό μυστήριο τῆς αἰωνίου σωτηρίας. Αὐτό ἀκριβῶς ὑπογραμμίζει τό δεύτερο στιχηρό τοῦ ἑσπερινοῦ τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ α´ ἤχου:

“Γλώσσαις ἀλλογενῶν
ἐκαινούργησας, Χριστέ, τούς σούς μαθητάς,
ἵνα δι᾿αὐτῶν σε κηρύξωσι
τόν ἀθάνατον Λόγον καί Θεόν,
τόν παρέχοντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τό μέγα ἔλεος”.

῾Ο λαός λοιπόν τοῦ Θεοῦ, ἡ ᾿Εκκλησία ἑορτάζει κατά τήν Πεντηκοστή τήν γέννησί της. Τήν γενέθλιο ἡμέρα της, ἀλλά καί αὐτό τό μυστήριο τῆς ἰδίας τῆς ζωῆς της. Γιατί ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν ἔζησε τό μυστήριο τῆς Πεντηκοστῆς σέ μία στιγμή χρόνου κατά τό μακάριο ἐκεῖνο ἔτος καί τήν ἱστορική ἐκείνη ἡμέρα, πού “ἐπλήσθησαν” οἱ μαθηταί “Πνεύματος ἁγίου”. ᾿Αλλά τό ζῇ καθημερινῶς, διαρκῶς, σέ κάθε στιγμή χρόνου, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη τήν γενέθλιο μέχρι τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος. Γιατί τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἦλθε τότε καί ἔκτοτε μένει καί θά μένῃ εἰς τόν αἰῶνα στόν κόσμο γιά νά συγκροτῇ τήν ᾿Εκκλησία. Πνεῦμα καί ᾿Εκκλησία εἶναι ἀδιασπάστως ἡνωμένα. Τό ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἡ ψυχή, ἡ ζωή, ἡ ὕπαρξις τῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς ἐν ἁγίῳ Πνεύματι καινῆς ζωῆς. Σ᾿ αὐτό ὀφείλεται ἡ ἑνότης, ἡ ἁγιότης, ἡ καθολικότης τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Από αὐτό πηγάζουν τά χαρίσματα, οἱ θεσμοί, ἡ πίστις καί ἡ θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας. Τήν βιαία Του πνοή καί τήν πυρίμορφο δρόσο Του αἰσθάνεται σέ κάθε βῆμα, σέ κάθε ἐκδήλωσι, σέ κάθε κίνησί της. ᾿Από αὐτό πηγάζουν οἱ ὑπερφυσικές ἐνέργειες τῶν μυστηρίων, πού ζωογονοῦν, πού τροφοδοτοῦν καί ἁγιάζουν τό σῶμά της. Αὐτό θεολογεῖ καί ὁ ποιητής τοῦ τρίτου στιχηροῦ τοῦ ἑσπερινοῦ:

“Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιον·
βρύει προφητείας,
ἱερέας τελειοῖ,
ἀγραμμάτους σοφίαν ἐδίδαξεν,
ἁλιεῖς θεολόγους ἀνέδειξεν,
ὅλων συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Ομοούσιε καί ὁμόθρονε
τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ,
Παράκλητε, δόξα σοι”.

Στήν ἱστορική λοιπόν Πεντηκοστή, ἀλλά καί στήν διαρκῆ Πεντηκοστή, στήν ὁποία ζῇ ἡ ᾿Εκκλησία, θά μᾶς μεταφέρῃ κατά τήν ἐπέτειο τοῦ γεγονότος αὐτοῦ. Θά μᾶς καλέσῃ νά κλίνωμε τά γόνατα στάς αὐλάς τοῦ Κυρίου καί νά προσκυνήσωμε τήν ἀήττητο δύναμί Του, νά δοξολογήσωμε τήν ἁγία Τριάδα, πού φωτίζει καί ἁγιάζει τίς ψυχές μας. Καί στήν στάση αὐτή τῆς ταπεινώσεως, τῆς κλίσεως τῶν γονάτων καί τοῦ αὐχένος, νά ὑποδεχθοῦμε τήν χάρι τοῦ Παρακλήτου. Νά ἀνανεώσωμε καί νά ἀναρριπίσωμε τήν φλόγα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Νά συνειδητοποιήσωμε τήν θέσι μας καί τήν ὑπόστασί μας σάν μελῶν τῆς ᾿Εκκλησίας, σάν ναῶν τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ναῶν καί σκευῶν καθαρῶν, δοχείων τοῦ Παρακλήτου, τῶν ὁποίων κάθε σκέψις θά ὑπαγορεύεται ἀπό τό Πνεῦμα τῆς σοφίας, κάθε ἐνέργεια ἀπό τό Πνεῦμα τῆς συνέσεως, τό ἀγαθόν, τό εὐθές, τό νοερόν, τό ἡγεμονεῦον, τό καθαῖρον τά πταίσματα. Τό Πνεῦμα τό ἅγιον, τό Κύριον καί ζωοποιόν, τό θεῖον πού θεοποιεῖ τούς ἀνθρώπους, πού διά τῆς χάριτός Του μᾶς μεταβάλλει σέ “Θεούς κατά μέθεξιν”.

Αὐτό τό ὑπερφυές γεγονός τῆς ἐπιφοιτήσεως τοῦ Παρακλήτου περιγράφουν τά τρία θαυμάσια τροπάρια τῶν αἴνων καί τοῦ ἑσπερινοῦ τοῦ δ´ ἤχου. Αὐτό τό Πνεῦμα ἐγκωμιάζουν καί αὐτοῦ τήν χάρι ἐπικαλοῦνται μαζί μέ τό δοξαστικό τοῦ πλ. β´ ἤχου.

“Παράδοξα σήμερον
εἶδον τά ἔθνη πάντα ἐν πόλει Δαυίδ,
ὅτε τό Πνεῦμα κατῆλθε τό ἅγιον
ἐν πυρίναις γλώσσαις,
καθώς ὁ θεηγόρος Λουκᾶς ἀπεφθέγξατο.
Φησί γάρ· Συνηγμένων τῶν μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ,
ἐγένετο ἤχος, καθάπερ φερομένης βιαίας πνοῆς,
καί ἐπλήρωσε τόν οἶκον, οὗ ἦσαν καθήμενοι·
καί πάντες ἤρξαντο φθέγγεσθαι
ξένοις ρήμασι, ξένοις δόγμασι,
ξένοις διδάγμασι τῆς ἁγίας Τριάδος”.

“Τό Πνεῦμα τό ἅγιον,
ἦν μέν ἀεί καί ἔστι καί ἔσται
οὔτε ἀρξάμενον οὔτε παυσόμενον,
ἀλλ᾿ ἀεί Πατρί καί Υἱῷ συντεταγμένον
καί συναριθμούμενον.
Ζωή καί ζωοποιοῦν·
φῶς καί φωτός χορηγόν·
αὐτάγαθον καί πηγή ἀγαθότητος·
δι᾿ οὗ Πατήρ γνωρίζεται
καί Υἱός δοξάζεται
καί παρά πάντων γινώσκεται,
μία δύναμις, μία σύνταξις,
μία προσκύνησις τῆς ἁγίας Τριάδος”.

“Τό Πνεῦμα τό ἅγιον,
φῶς καί ζωή καί ζῶσα πηγή νοερά,
Πνεῦμα σοφίας, Πνεῦμα συνέσεως·
ἀγαθόν, εὐθές, νοερόν,
ἡγεμονεῦον, καθαῖρον τά πταίσματα.
Θεός καί θεοποιοῦν·
πῦρ ἐκ πυρός προϊόν·
λαλοῦν, ἐνεργοῦν,
διαιροῦν τά χαρίσματα·
δι᾿ οὗ προφῆται ἅπαντες
καί Θεοῦ ἀπόστολοι
μετά μαρτύρων ἐστέφθησαν.
Ξένον ἄκουσμα, ξένον θέαμα,
πῦρ διαιρούμενον εἰς νομάς χαρισμάτων”.
“Βασιλεῦ οὐράνιε,
Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας,
ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν,
ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν καί ζωῆς χορηγός·
ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν
καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος
καί σῶσον, ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν”

9.

Γενέθλιος της Εκκλησίας ημέρα

ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ

του Κωνστανίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου του 16ου Δ. Σχ.

 

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ: Οι Ιουδαίοι γιόρταζαν την Πεντηκοστή, ή εορτή των 7 εβδομάδων, που ονομαζόταν ακόμη “εορτή θερισμού των πρωτογεννημάτων” (Εξ. κγ΄16), διότι, κατά παράδοση, ο Δεκάλογος δόθηκε στο Μωυσή την 50η μέρα μετά το ιουδαϊκό Πάσχα. Κατά τη γιορτή προσφέρονταν στο Θεό θυσίες πρωτογεννημάτων (καρπών σιτηρών, οικιακών ζώων). Κατ’ αντιστοιχία, όπως κατά την εβραϊκή Πεντηκοστή εκφράζονταν ευχαριστίες για τα πρωτογεννήματα, έτσι στην χριστιανική Πεντηκοστή εκφράζονται ευχαριστίες για “τας απαρχάς του Πνεύματος”.

Η ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ: Τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, Πεντηκοστή ονομαζόταν ολόκληρο το διάστημα των 50 ημερών από την Ανάσταση του Κυρίου μέχρι την έβδομη Κυριακή μετά από αυτή. “Πάσα η Πεντηκοστή της εν τω αιώνι προσδοκώμενης αναστάσεως εστί υπόμνημα.” (Μ. Βασίλειος). Αυτές τις πενήντα μέρες απαγορευόταν γονυκλισίες και νηστείες, λόγω του χαρμοσύνου των ημερών. Από τα χρόνια του Χρυσοστόμου, αποκλειστικό αποστολικό ανάγνωσμα ήταν περικοπές του βιβλίου των Πράξεων, που αφορούσαν στη γέννηση και εξάπλωση της Εκκλησίας. Η τελευταία ημέρα της Πεντηκοστής αποκτά σπουδαιότερη σημασία, γιατί θεωρείται δικαίως ως ημέρα “η τελειώσασα την Εκκλησίαν αιτία”. Η εκκλησία, βεβαίως, ως σύνολο πιστών υπήρχε και πριν την Πεντηκοστή, εφόσον υπήρχε ιεραρχία, οργανωτικές βάσεις, παράδοση Μυστηρίων, αλλά έλειπε η κινώσα ζωτική πνοή του Θεού. Αυτή του Αγίου Πνεύματος, της τρίτης υποστάσεως του Αγίου Τριαδικού Θεού. “Εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας”, γράφει ο Γρηγόριος Θεολόγος. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος προσθέτει: “Ει (εάν) μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία. Ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι Πνεύμα πάρεστιν”. Η Πεντηκοστή, “μητρόπολις των εορτών”, κατέστη η αφετηρία της Εκκλησίας ή καλύτερα η γενέθλιος μέρα του έργου της, διότι εκείνη τη μέρα κατήλθε το Άγιο Πνεύμα στους πρώτους Μαθητές.“Η φύσις η ημετέρα προ δέκα ημερών (διά της Αναλήψεως) εις τον θρόνον ανέβη τον βασιλικόν, και το Πνέυμα το Άγιον κατέβη σήμερον προς την φύσιν την ημετέραν. Ανήνεγκεν ο Κύριος την απαρχήν την ημετέραν και κατήνεγκε το Πνεύμα το Άγον.” (Ι. Χρυσόστομος)

ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ: Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει: “Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, (…) είναι πάντοτε ενωμένο και συναριθμείται με τον Πατέρα καί τον Υιό. Πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει, οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται, παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως, αγιάζει, δεν αγιάζεται, κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, (…) είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο, αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ’ Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ’ Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ’ Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (…). Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο (…) κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα”.

ΟΙ ΔΩΡΕΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ: Το Άγιο Πνεύμα: “Πάντα χορηγεί: βρύει προφητείας, ιερέας τελειοί, αγραμμάτους σοφίαν εδίδαξε, αλιείς θεολόγους ανέδειξεν, όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας” (Πεντηκοστάριον Χαρμόσυνον). Τα Μυστήρια του Βαπτίσματος και του Χρίσματος, κορυφαίες δωρεές του Αγίου Πνεύματος, τελούνταν τους πρώτους αιώνες κατά την εορταστική αγρυπνία της Πεντηκοστής (όπως και των Χριστουγέννων και της Αναστάσεως). Το Άγιο Πνεύμα και σήμερα πρέπει να εμψυχώνει τους ορθοδόξους λειτουργούς του Υψίστου, διότι κατά τον Χρυσόστομο “δυνάμεθα αεί Πεντηκοστήν επιτελείν”. Εξάλλου πρέπει να γνωρίζουμε ότι: “Το Πνεύμα το Άγιον αποτελεί την πηγή του ανακαθαρμού, της αναγέννησης και εξαγιασμού των πιστών.” (Π. Ν. Τρεμπέλας). Με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος και της μυστικής επικοινωνίας τη ψυχής του πιστού με Αυτό, η ψυχή δέχεται και αντανακλά δόξα Κυρίου, μεταμορφούμενη σε όμοια εικόνα με τον Κύριο, προχωρώντας βαθμηδόν από “δόξης εις δόξαν” (Β΄Κορ. γ΄18), προοριζόμενη να φτάσει στο “καθ’ ομοίωσιν” με τον Δημιουργό, που ήταν και ο κορυφαίος σκοπός του έργου του Τριαδικού Θεού κατά τη δημιουργία του κόσμου. Το Θείο Πνεύμα φέρνει στην ψυχή ατμόσφαιρα Παραδείσου, μέσα στην οποία γονιμοποιούνται όλα τα άνθη της και ωριμάζουν οι καρποί του Πνεύματος: “αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια”.

ΚΑΤΑ ΘΕΟΝ ΥΙΟΘΕΣΙΑ: Επισφράγιση των δωρεών του Πνεύματος είναι η υιοθεσία που αποτελεί τον αρραβώνα της αιώνιας κληρονομίας του Θεού. “Όσοι γαρ Πνεύματι Θεού άγονται, ούτοι εισίν υιοί Θεού (…) ει δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.” (Ρωμ. η΄14-17). Όλη αυτή η αγιοπνευματική βιοτή επιτυγχάνεται μόνο δια της μυστηριακής ζωής τής γεννημένης δια του Αγίου Πνεύματος Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο Χριστός τηρώντας την υπόσχεσή Του, την ημέρα της Πεντηκοστής έστειλε στους μαθητές το Πανάγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα επεδήμησε στους Αποστόλους, στην Εκκλησία και, δι’ αυτών, σ’ όλους όσους ανοίγουν σ’ Αυτό την πόρτα της ψυχής τους. Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα ψυχή ζωούται». Δια του Αγίου Πνεύματος «πάσα η κτίσις καινουργείται», δι’ αυτού «ο πας πλούτος της δόξης, εξ ου χάρις και ζωή πάση τη κτίσει» δι’ αυτού «πάσα ψυχή ζωούται». (Αναβαθμοί Όρθρου). Με το Άγιο Πνεύμα “δουλείας απαλλαττόμεθα, εις υιοθεσίαν αναγόμεθα, άνωθεν αναπλαττόμεθα, το βαρύ και δυσώδες των αμαρτημάτων φορτίων αποτιθέμεθα. Διά της τούτου δυνάμεως εξ ανθρώπων άγγελοι γεγόναμεν οι τη χάριτι προσδραμόντες”. (Ιωάννης Χρυσόστομος).

ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ ΜΕ ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ:

https://www.youtube.com/watch?v=Ryk6kvHhPUw&list=PLkSWIPAjRnl5MZ31KZSCui2tUeQLBaE2S&index=19

Konstantinosa.oikonomou@gmail.com www.scribd.com/oikonomoukon