1.

Ο ΑΝΑΛΛΟΙΩΤΟΣ

«Πάντες ὡς ἱμάτιον παλαιωθήσονται… σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ, καὶ τὰ ἔτη σου οὐκ ἐκλείψουσι»

Σήμερα, Β´ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν, τιμοῦμε τὴ μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὁ ὁποῖος κατατρόπωσε τὸν αἱρετικὸ Βαρλαὰμ καὶ τοὺς ὁμόφρονές του καὶ στερέωσε τὴν Ὀρθοδοξία τὸν 14ο αἰώνα…

 

Στὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ ἀκούσαμε μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸν 101ο Ψαλμό, ὅπου ὁ ἱερὸς Ψαλμωδὸς παρουσιάζει τὸν Θεὸ Πατέρα νὰ ἀπευθύνεται στὸν Μεσσία, δηλαδὴ στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, καὶ νὰ Τοῦ λέει: Ὅλος ὁ κόσμος σὰν ἔνδυμα θὰ παλιώσει· καὶ σὰν ἐξωτερικὸ φόρεμα θὰ τὸν περιτυλίξεις καὶ θὰ ἀλλάξει, θὰ γίνει καινούργιος. «Σὺ δὲ ὁ αὐτὸς εἶ»· Ἐσὺ ὅμως, ὁ Θεάνθρωπος Μεσσίας, εἶσαι πάντοτε ὁ ἴδιος, καὶ τὰ ἔτη Σου θὰ εἶναι ἀτελείωτα.

Ἂς δοῦμε λοιπὸν σήμερα τί σημαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι πάντα ὁ ἴδιος, «ὁ αὐτός ἐστι», καὶ πόσο ἐπηρεάζει αὐτὸ τὴ ζωή μας.

  1. Ὁ μόνος ἀναλλοίωτος

Ὅλος ὁ ὁρατὸς κόσμος, τὰ ἔμψυχα καὶ τὰ ἄψυχα, ἀλλάζουν, μεταβάλλονται, εἶναι ὑποδουλωμένα στὴ φθορά. Οἱ ἄνθρωποι γεννιοῦνται, μεγαλώνουν, γερνοῦν καὶ πεθαίνουν. Ὁμοίως τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτά. Ἀκόμη καὶ τὰ αἰωνόβια ὄρη καὶ οἱ ἐκτεταμένες πεδιάδες, οἱ ἀπέραντες θάλασσες ὑφίστανται μεταβολές – ἀπὸ σεισμούς, καθιζήσεις, διαβρώσεις, ἡφαιστειακὴ δραστηριότητα… Καὶ οἱ ἀπειράρι­θμοι ἀστέρες, ποὺ ἡ ἡλικία τους ἀριθμεῖ ἑκατομμύρια ἔτη ζωῆς, κάποτε καὶ αὐτοὶ πεθαίνουν, σβήνουν.

Ὅμως τελικὰ ὅλα θὰ ἀλλάξουν· θὰ τὰ μεταβάλει ὁ Κύριος στὸ τέλος τῆς ἱστορίας, θὰ γίνουν καινούργια.

Ἀντίθετα ὁ Μεσσίας, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι ἀναλλοίωτος, ὁ μόνος ἀναλλοίωτος. Ἀλλὰ ἡ ἰδιότητα αὐτὴ εἶναι γνώρισμα τοῦ Θεοῦ: «Ἐγὼ Κύριος ὁ Θεὸς ὑμῶν, καὶ οὐκ ἠλλοίωμαι». Ἐγὼ εἶμαι Κύριος ὁ Θεός σας, καὶ δὲν ὑπόκειμαι σὲ μεταβολή, διακηρύσσει ὁ Ἴδιος στὴν Π. Διαθήκη (Μαλαχ. γ´ 6). Παρομοίως ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ποὺ τιμοῦμε σήμερα τὴ μνήμη του, γράφει: Στὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει μείωση οὔτε αὔξηση, οὔ­­­τε προσθήκη, οὔτε ἀφαίρεση(*).

Ἀπὸ τὰ παραπάνω γίνεται φανερὸ ὅτι ὁ Μεσσίας δὲν ἀλλάζει, διότι εἶναι Θεός. Αὐτὸ τονίζει μὲ δύναμη ὁ θεό­πνευστος συγγραφέας τῆς πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς, γι᾿ αὐτὸ καὶ συγκρίνον­τάς Τον μὲ τοὺς ἀγγέλους ὑπογραμμίζει ὅτι εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ αὐτούς. Ἄρα οἱ πιστοὶ ὀφείλουν νὰ πιστέψουν ὁλοκληρωτικὰ στὸν Κύριο Ἰησοῦ ὡς Θεὸ καὶ νὰ μὴν εἶναι προσκολλημένοι στὸ γράμμα τῆς Παλαι­ᾶς Διαθήκης.

Γιὰ τὴ δική μας ζωὴ ὅμως τί σημαίνει ὅτι ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ ἀναλλοίωτος Θεός;

  1. Ἀναλλοίωτο δόγμα καὶ ἦθος

Ὁ Μεσσίας εἶναι ὁ ἀναλλοίωτος Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴ σωτηρία μας! Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ Πίστη μας δὲν εἶναι θρησκεία ὅπως οἱ ἄλλες, ἀλλὰ θεία ἀποκάλυψη. Ἑπομένως γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανοὺς εἶναι τελείως ἀπαράδεκτη ἡ πανθρησκεία, ἡ ἄποψη δηλαδὴ ὅτι ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ἀποδεκτές, διότι ἀποτελοῦν διαφορετικοὺς δρόμους ποὺ ὅλοι ὁδηγοῦν στὸν Θεό. Δὲν ἐπιτρέπεται ἑπομένως νὰ συμπροσευχόμαστε μὲ αἱρετικοὺς καὶ ἀλλόδοξους, οὔτε νὰ θεω­­ροῦμε ὅτι δὲν ἔχουμε διαφορὲς μὲ ἐκείνους. Ὀφείλουμε νὰ φυλάττουμε τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ ἀναλλοίωτη.

Σημαίνει ἐπίσης ὅτι εἶναι ἀναλλοίωτο ὄχι μόνο τὸ δόγμα ἀλλὰ καὶ τὸ ἦθος ποὺ Ἐκεῖνος μᾶς δίδαξε, ὁ Νόμος Του, οἱ ἐντολές Του. Δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ ἐφαρμόζουμε μόνο ὅποιες ἐντολὲς θέλουμε, οὔτε νὰ θεωροῦμε ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι ξεπερασμένο καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ ἐκσυγχρονισθεῖ. Διότι δὲν εἶναι διδασκαλία ἀνθρώπου μιᾶς περασμένης ἐποχῆς, ἀλλὰ τοῦ αἰώνιου, ἀναλλοίωτου ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ.

Ἀντίθετα, ὅταν κάνουμε τέλεια ὑπακοὴ στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ, ὁμολογοῦμε ἔμπρακτα τὴν πίστη μας στὴ θεότητά Του, ἀλλὰ καὶ μᾶς δίνεται ἡ δυνατότητα νὰ μετάσχουμε κατὰ χάριν στὴ θεϊκὴ δόξα, νὰ κληρονομήσουμε τὴν ἄφθαρτη Βασιλεία Του! Διαβάζουμε σχετικὰ στὴν Α´ Καθολικὴ Ἐπιστολὴ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου: Ὁ μάταιος κόσμος φεύγει καὶ χάνεται, «ὁ δὲ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα»· ἐνῶ ἐκεῖνος ποὺ ἐπιτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μένει αἰώνια (Α´ Ἰω. β´ 17).

***************

Ὁλοζώντανο τέτοιο παράδειγμα εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ποὺ σήμερα ἑορτάζουμε. Ὑπέβαλε τὸν ἑαυτό του σὲ πολὺ σκληρὴ ἄσκηση, ὥστε νὰ ἐφαρμόζει ἐπακριβῶς τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του. Ἀλλὰ ἔδειξε καὶ ἰδιαί­τερη εὐ­αισθησία στὸ Ὀρθόδοξο δόγμα καὶ ὑπερ­ασπίσθηκε μὲ ἐπιτυχία τὴν Ὀρθόδοξη Πί­στη. Γι᾿ αὐτὸ ζεῖ δοξασμένος στοὺς αἰ­ῶνες κοντὰ στὸν Κύριο. Ἂς ἐμ­πνευ­σθοῦ­με ἀπὸ τὸ παράδειγμά του ἐμεῖς οἱ μέτριοι καὶ ἀδύναμοι Χριστιανοὶ καὶ φιλότιμα ἂς προσ­παθοῦμε νὰ τὸ μιμηθοῦμε κατὰ τὸ δυνατόν, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦμε κι ἐμεῖς τῆς ἄ­φθαρ­της Βασιλείας τῶν οὐρα­νῶν κατὰ τὸ μέγα ἔλεός Του.

(*) Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Περὶ θείας καὶ θεοποιοῦ μεθέξεως 26, ΕΠΕ 3, 254.

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

2.

Ὁ ἄλλος, ὁ ἀδελφός μου

Νικολόπουλος Ἱερώνυμος (Ἀρχιμανδρίτης)

 

Στίς σημερινές συνθῆκες ζωῆς, μέ κυρίαρχο τό οἰκονομικό προτάγμα καί μέ θεωρήσεις πού ἐκκινοῦν ἀπό αὐτό, εὔκολα διαπιστώνουμε τήν ἀπομείωση τῆς ἀνθρώπινης ἀξίας. Τήν ψηλαφοῦμε ὄχι μόνο στήν ἀντιμετώπιση τῶν ἀνθρώπων ὡς ἁπλῶν στοιχείων τῆς παραγωγικῆς διαδικασίας, οὔτε πάλι στή μετατροπή τους σέ ἀριθμούς μητρώων καί νούμερα καταγραφῆς. Τή βλέπουμε στήν καθημερινότητα ὅπου ἡ καλλιέργεια, ὄχι πνεύματος ἅμιλλας, ἀλλά σκληροῦ ἀνταγωνισμοῦ ὁδηγεῖ στή θεώρηση τοῦ ἀλλοῦ ὡς ἐχθροῦ πρός ἐξαφάνιση, ὅπως καί στήν κοινωνία ὅπου ἡ ἐπικρατοῦσα ἀδιαφορία ἀφήνει χῶρο γιά τήν ἀνάπτυξη προβληματικῶν φαινομένων καί παρακμιακῶν καταστάσεων, πού συνακόλουθα δημιουργοῦν ὅρους ἀποδόμησης τοῦ κοινωνιου ἱστοῦ. Δικαιώνονται ἔτσι στήν κυρίαρχη πρακτική φωνές τῆς παρηκμασμένης ἀρχαιότητας πού προσδιόριζαν τόν ἕναν ἄνθρωπο γιά τόν ἄλλο ὡς λύκο, ἤ καί τῆς ἀλλοτριωμένης νεωτερικότητας πού χαρακτηρίζουν τόν ἄλλον ὡς κόλαση…

Κι εἶναι πάντα διαπιστωμένο, ἀσχέτως τεχνολογικῶν ἐπιτευγμάτων, οἰκονομικῶν μεγεθῶν, πρακτικῶν δυνατοτήτων, πώς ὅταν μιά κοινωνία δέν χαρακτηρίζεται ἀπό τό σφιχταγκάλιασμα τῶν μελῶν της, εἶναι κοινωνία σέ παρακμή ἤ πορεύεται γρήγορα πρός αὐτήν. Μέ ἄλλα λόγια, οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις καί ἡ ἀγαπητική θεώρηση τοῦ ἄλλου σημασιοδοτοῦν τήν ἀνάδειξη τῆς ἀξίας τοῦ ἀνθρώπου, μέ ὅλα τά θετικά πού συνεπιφέρουν, ὅπως τήν πνευματική ἄνθηση, τήν παραγωγή πολιτισμοῦ, τήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή.

Ἡ πίστη τῶν ἄλλων

Στή σημερινή εὐαγγελική περικοπή περιγράφεται ἕνα θαῦμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ὅπως μέ ὅλα τά θαύματά του, τό θαυμαστό δέν εἶναι αὐτό πού καθ’ ὑπέρβαση τῶν νόμων τῆς φύσης συμβαίνει, ἀλλά ἡ παιδαγωγική πού χρησιμοποιεῖ ὁ Κύριος γιά νά διορθώνει ἀνθρώπινες συμπεριφορές, νά θεραπεύει λογισμούς, νά διδάσκει καί νά διασαφηνίζει τό θεῖο θέλημα. Αὐτό ἀναδεικνύεται μέ τή συμπεριφορά τοῦ Χριστοῦ εἰδικά στό συγκεκριμένο θαῦμα, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ γιά ν’ ἀναδείξει πόση εὐλογία προσπορίζει ἡ προσευχή, ἡ μέριμνα, ἡ ἐνέργεια, ὄχι ὑπέρ τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά ὑπέρ τοῦ ἄλλου.

Ἀφορμή λαμβάνει ὁ Χριστός ἀπό τέσσερις φίλους, οἱ ὁποῖοι ὅταν ἄκουσαν ὅτι ὁ φημισμένος Διδάσκαλος μέ τά τόσα θαύματα βρισκόταν σ’ ἕνα σπίτι στήν πόλη τους, τήν Καπερναούμ, ἀμέσως σκέφτηκαν τόν πέμπτο φίλο τους, ὁ ὁποῖος ἦταν τελείως παράλυτος καί ἀνίκανος νά κινηθεῖ. Ἔσπευσαν, λοιπόν, νά τόν φορτωθοῦν μ’ ἕνα κρεβάτι στούς ὤμους τους, γιά νά προσεγγίσουν τόν Διδάσκαλο, πιστεύοντας στό θαῦμα. Φθάνοντας στό σπίτι ὅπου φιλοξενοῦνταν ὁ Χριστός, εἶδαν πλῆθος λαοῦ, τόσο ὥστε δέν μποροῦσε κανείς οὔτε στήν πόρτα νά σταθεῖ, ὄχι νά περάσει. Δέν ἀπογοητεύονται, οὔτε παραιτοῦνται ἀπό τόν στόχο τους. Ἀναζητοῦν λύση καί τή βρίσκουν. Σκαρφαλώνουν στίς στέγες τῶν γειτονικῶν σπιτιῶν, πάντα μέ τόν παράλυτο στούς ὤμους, ξηλώνουν ἕνα σημεῖο τῆς στέγης καί κατεβάζουν τόν φίλο τους μέ τό κρεβάτι, ἀκριβῶς μπροστά στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος δίδασκε τόν λαό.

Ποιά ἡ ἀντίδραση τοῦ Χριστοῦ μας; Βλέποντας ὁ Ἰησοῦς τήν τόση πίστη, κυρίως τῶν τεσσάρων ἀνδρῶν πού τόσα ὑπέμειναν καί κοπίασαν χάριν τοῦ φίλου τους, ἀλλά καί τοῦ ἴδιου του παραλυτικοῦ, ὁ ὁποῖος συμφώνησε σέ αὐτήν τήν παράξενη μεταφορά, χαρίζει δώρημα θαυμαστό στόν παραλυτικό, χάριν τοῦ ὁποίου ὅλοι ἐνήργησαν. Δέν τόν θεραπεύει, ἀλλά κάνει κάτι πολύ ἀνώτερο. Τόν διαβεβαιώνει: « Τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἵ ἁμαρτιαί σου»!

Ἡ ἀντίδραση τῶν ἄλλων

Αὐτό πού εἶπε ὁ Χριστός, πρακτικά δέν ἦταν αὐτό πού ἐπιθυμοῦσαν οἱ πέντε φίλοι. Κι ὅμως, κανείς τους δέν ἀντιδρᾶ! Κανείς τους δέν διαμαρτύρεται γιά νά ἐκβιάσει τόν Διδάσκαλο νά δώσει αὐτό πού ἐμμέσως πλήν σαφῶς τοῦ ζητοῦσαν. Ἀντιδροῦν, ὅμως, ὅσοι πότε ἕως τότε δέν νοιάστηκαν γιά τόν παραλυτικό. Μιά ὁμάδα Φαρισαίων πού βρισκόταν μέσα στό οἴκημα, ὄχι γιά νά ὠφεληθοῦν, ἀλλά γιά νά βροῦν ἀφορμή, ἄρχισε ἐνδόμυχα νά σκέπτεται ὅτι ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ περί ἀφέσεως ἁμαρτιῶν εἶναι βλασφημία, καθώς μόνον ὁ Θεός μπορεῖ καί συγχωρεῖ ἁμαρτίες.

Καί ὁ Κύριος τί κάνει; Ὄχι ὑποχρεωμένος ἀπό τόν λογισμό τους, ἀλλά γιά νά ἀποφύγει τήν ὁποιαδήποτε παρανόηση καί παραποίηση τῶν διαμειφθέντων, θεραπεύει τόν παραλυτικό, ἀφοῦ, ὅμως, πρῶτα ἐξηγήσει ὅτι σπουδαιότερο ἰεραρχικῶς εἶναι ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν παρά ἡ θεραπεία τοῦ σώματος! Γιά νά καταδείξει ὅτι αἰτία τῆς ἀσθένειας καί τῆς φθορᾶς εἶναι ἡ ἁμαρτία, ἡ ὁποία πρέπει προηγουμένως νά ἐξαλειφθεῖ γιά νά καταστεῖ ὁ ὅλος ἄνθρωπος ὑγιής. Συνάμα δέ, ἐμμέσως πλήν σαφῶς, διαβεβαιώνει τούς Φαρισαίους καί γιά τό ὅτι τυγχάνει ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατά τήν ὁμολογία τους μόνον ὁ Θεός μπορεῖ καί συγχωρεῖ ἁμαρτίες, ἐδῶ ὅμως δόθηκε ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν ὡς προαπαιτούμενο γιά τή θεραπεία τοῦ σώματος.

Στή σημερινή περικοπή ἀναδείχθηκε τό πόσο σημαντικό εἶναι νά νοιαζόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο, νά ἐνεργοῦμε ὁ ἕνας ὑπέρ τοῦ ἄλλου, νά θυσιαζόμαστε ὁ ἕνας ὑπέρ τοῦ ἄλλου. Ὁ παραλυτικός μόνος του δέν τόλμησε ν’ ἀρθρώσει λόγο καί νά ζητήσει κάτι. Ὅ,τι τοῦ χαρίζεται, τοῦ δίνεται κατόπιν αἰτήματος ἄλλων, καί μάλιστα τῶν φίλων του, χάρη στήν πίστη τῶν ὁποίων τελικά διευκολύνονται τά πάντα. Εἶναι ὁ τρόπος πού πορεύεται ἡ Ἐκκλησία ἀνά τούς αἰῶνες, διδάσκοντας μας «μηδείς τό ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλά τό τοῦ ἑτέρου ἕκαστος» (Α’ Κόρ. 10,24). Εἶναι ὁ τρόπος πού ἔχει δομήσει τή λατρεία τῆς ἐπιμένοντας στήν κοινή προσευχή νά μᾶς βάζει νά προσευχόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο, γιά ν’ ἀναδείξει τό πόσο τελικά ὁ Θεός ἐπευλογεῖ τήν προσευχή ὑπέρ τοῦ ὅποιου ἄλλου, τοῦ πλησίον μας, τοῦ ἀδελφοῦ μας!

3.

Ἡ θεραπεία τοῦ Παραλύτου ἐν Καπερναούμ

Γιαννακόπουλος Ἰωήλ (Ἀρχιμανδρίτης)

(Ματθ. 9,1-8. Μάρκ. 2.1-12. Λουκ.. 5,17-26)

Ὁ Κύριος συνεκρούσθη ἐν Ἱερουσαλήμ μετά τῆς ἱερατικῆς τάξεως πρώτην φοράν κατά τό πρῶτον Πάσχα τοῦ δημοσίου Του βίου καί κατόπιν ἐν τῇ ὑπαίθρῳ χώρᾳ τῆς Ἰουδαίας μετά τῶν Φαρισαίων, ὅτε εὑρίσκετο ἐν τῇ Αἰνών μετά τῶν μαθητῶν Του πλησίον τοῦ Ἰορδάνου. Ἡ θεραπεία ὅμως τοῦ παραλυτικοῦ ἐν Καπερναούμ καί ἡ κλῆσις τοῦ Λευΐ θά παράσχωσιν εἰς τούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους τήν ποθητήν τῶν εὐκαιρίαν νά συγκρουσθῶσι καί ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ μέ τόν Ἰησοῦν. Αὕτη ἔγινεν οὕτως.

Ὁ Κύριος μετά τήν ἐπάνοδόν Του ἐκ τῆς χώρας τῶν Γεργεσηνῶν κατά τόν Ματθαῖον ἤ μετά τήν πρώτην μεγάλην περιοδείαν ἀνά τήν Γαλιλαίαν καί ἑπομένως μετά τήν θεραπείαν τοῦ λεπροῦ κατά τόν Μᾶρκον καί Λουκᾶν—τό δεύτερον πιθανώτερον—«εἰσῆλθεν εἰς Καπερναούμ δι’ ἡμερῶν καί ἠκούσθη, ὅτι εἰς οἶκον ἐστί»· ἔρχεται εἰς Καπερναούμ κρυφίως ὅπου ἔμεινεν ἡμέρας τινας χωρίς νά γίνῃ ἀντιληπτός ὑπό τοῦ λαοῦ καί εἰσέρχεται εἴς τινα οἶκον, ἴσως τοῦ Πέτρου. Ἡ κρυφή αὕτη εἴσοδος τοῦ Ἰησοῦ εἰς Καπερναούμ σκοπεῖ, ὡς φαίνεται, τήν διόρθωσιν τῶν παρά τήν θέλησίν Του παρά τοῖς Ἰουδαίοις διά τῆς ἀδιακρισίας τοῦ λεπροῦ ἐξαφθεισῶν πολιτικῶν Μεσσιακῶν ἰδεῶν. Ἀλλά δέν ἠδυνήθη νά διαφύγῃ καί ἐκεῖ τήν προσοχήν τοῦ λαοῦ ὁ Ἰησοῦς, οὔτε δέ καί ἦτο πρέπον νά διατηρῇ Ἑαυτόν πάντοτε ἐν ἀφανείᾳ, ἀφοῦ ὁ σκοπός Αὐτοῦ ἦτο ἡ δημοσία ἀποπεράτωσις τοῦ ἔργου Του. Ἐκεῖ λοιπόν μετά τινας ἡμέρας ἐγένετο γνωστός. «Συνήχθησαν πολλοί» ἄνθρωποι «ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδέ τά πρός τήν θύραν» ἦτο τόσος ὁ συνωστισμός, ὥστε ὄχι μόνον ἐντός τῆς οἰκίας δέν ὑπῆρχε χῶρος κενός ἀλλά οὔτε καί εἰς τήν θύραν «καί ἐλάλει αὐτοῖς τόν λόγον» ἐκήρυττε τόν λόγον τοῦ Θεοῦ. Μεταξύ τῶν ἀκροατῶν, οἵτινες εἶχον πληρώσει ὅλον τόν χῶρον τοῦ ἰσογείου καί πτωχικοῦ σπιτιοῦ ἦσαν «καθήμενοι Φαρισαῖοι καί νομοδιδάσκαλοι, οἵ ἦσαν ἐληλυθότες ἐκ πάσης κώμης τῆς Γαλιλαίας καί Ἰουδαίας καί Ἱερουσαλήμ» οἱ «Νομοδιδάσκαλοι» ἤτοι Γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ἦλθον ἐκ πολλῶν πόλεων τῆς Γαλιλαίας, Ἰουδαίας καί Ἱερουσαλήμ.Ὁ σκοπός τῶν Γραμματέων καί Φαρισαίων, ὡς φαίνεται ἐκ τῶν ἑπομένων, ἦτο νά εὕρωσιν εὐκαιρίαν νά κατηγορήσωσι τόν Ἰησοῦν.

Ἐνῶ λοιπόν ὁ Κύριος ἐκήρυττε καί «δύναμις Κυρίου ἦν εἰς τό ἰᾶσθαι αὐτούς» καί δύναμις τοῦ Θεοῦ ἦτο ἡ ὁποία ἐθεράπευε τούς ἀσθενεῖς, ὁ δέ λαός συνωστίζετο νά ἀκούσῃ Αὐτόν, αἴφνης «ἔρχονται πρός Αὐτόν, παραλυτικόν φέροντες, αἰρόμενον ὑπό τεσσάρων». Φέρεται ἄνθρωπος παραλυτικός ἐπί φορείου ὑπό τεσσάρων ἀνθρώπων. Οἱ τέσσαρες οὗτοι ἄνδρες ἐζήτησαν κατ’ ἀρχάς «εἰσενεγκεῖν καί θεῖναι ἐνώπιον Αὐτοῦ» νά εἰσέλθουν εἰς τόν οἶκον καί νά τοποθετήσουν τόν παράλυτον εἰς τούς πόδας τοῦ Ἰησοῦ «καί μή εὑρόντες ποίας εἰσενέγκωσιν αὐτόν» μή εὑρόντες διά ποίας ὁδοῦ νά εἰσαγάγωσιν αὐτόν ἕνεκεν τοῦ συνωστισμοῦ τοῦ ὄχλου, ἀνεβίβασαν αὐτόν διά τῆς ἐξωτερικῆς κλίμακος τῆς φερούσης εἰς τό δῶμα εἰς τό κοινῶς λιακωτό. Ἡ στέγη δηλαδή εἰς τά σπίτια τῆς Παλαιστίνης τότε ἦτο ἐπίπεδος κατεσκευασμένη μέ κλάδους ἤ καλάμια καί ἕνα στρῶμα λάσπης. Ἐνιαχοῦ και ἐνίοτε ἔφερεν αὕτη καί κεραμίδια, ὡς ἐν τῇ προκειμένῃ περιπτώσει· «ἀναβάντες ἐπί τό δῶμα ἀπεστέγασαν τήν στέγην καί ἐξορύξαντες, διά τῶν κεράμων χαλῶσι τόν κράββατον, ὅπου ὁ παραλυτικός κατέκειτο˙ καθῆκαν αὐτόν σύν τῷ κλινιδίῳ εἰς τό μέσον ἔμπροσθεν τοῦ Ἰησοῦ. Ἀναβιβάσαντες δηλαδή οἱ τέσσαρες τόν παράλυτον ἐπί τοῦ δώματος τῆς ὀροφῆς καί ἐπισημάναντες ἐκ τῆς φωνῆς τοῦ κηρύττοντος, κάτωθεν ποίου μέρους τῆς στέγης εὑρίσκεται ὁ λαλῶν Ἰησοῦς, ἀπεστέγασαν τό μέρος ἐκεῖνο τῆς στέγης τόσον, ὅσον θά ἐχρειάζετο νά διέλθῃ τό ξυλοκράβατον, ἐπί τοῦ ὁποίου εὑρίσκετο ἀκίνητος ὁ παράλυτος. Μετά ταῦτα κατεβίβασαν διά τῆς ὀπῆς ταύτης τόν ἀσθενῆ ἐμπρός εἰς τά πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ πρᾶξις αὕτη τῶν τεσσάρων αὐτῶν φορέων τοῦ κραββάτου καί ἡ συγκατάθεσις τοῦ παραλυτικοῦ εἰς τοῦτο δεικνύουσι πίστιν πρός τόν Σωτῆρα θερμήν καί ἡ ἀνταμοιβή δέν θά βραδύνῃ νά δοθῇ εἰς αὐτούς ὑπό τοῦ Σωτῆρος.

Ὁ Κύριος ἰδών τήν πίστιν τοῦ παραλυτικοῦ καί τῶν βασταζόντων, οἱ ὁποῖοι ὑπεβλήθησαν εἰς τόν κόπον τῆς διά τῆς στέγης καταβιβάσεως τοῦ ἀσθενοῦντος εἰς τά πόδια Του, καί διαγνώσας τήν ἠθικήν αἰτίαν τῆς παραλυσίας καί τήν δειλίαν τοῦ προκειμένου παραλυτικοῦ, ἄν θά συγχωρηθῇ διά τάς ἁμαρτίας του, συγχωρεῖ ἐν πρώτοις τήν ρίζαν τοῦ κακοῦ ἐκείνου, τήν ἁμαρτίαν λέγων: «Θάρσει τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Θάρρος, τέκνον μου! Συγχωροῦνται αἱ ἁμαρτίαι σου. Εἰς τό ἄκουσμα τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ παραλυτικοῦ «Ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καί διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν», μερικοί ἐντόπιοι Γραμματεῖς καί Ἱεροσολυμῖται Φαρισαῖοι, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκοντο ἐκεῖ, ἐσκανδαλίσθησαν καί ἤρχισαν νά σκέπτωνται περί τοῦ Ἰησοῦ «τίς ἐστίν οὗτος, ὅς λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ¨ἁμαρτίας, εἰ μή μόνος ὁ Θεός;». Τίς εἶναι οὗτος, ὁ ὁποῖος βλασφημεῖ ὡς ἀφαιρῶν τό δικαίωμα τοῦ συγχωρεῖν ἁμαρτίαις ἀπό τόν Θεόν, εἰς τόν ὁποῖον μόνον ἀνήκει, καί ἴδιον ποιῶν αὐτό; Τήν σκέψιν των αὐτήν δέν ἐτόλμησαν βεβαίως νά ἐκφράσωσι καί δημοσίᾳ, διότι τό πρόσωπον τοῦ Ἰησοῦ ἐβάρυνεν εἰς τάς συνειδήσεις τῶν ἀκροατῶν λόγῳ τῶν προηγουμένων θαυμάτων Του.

Ὁ Κύριος ὅμως «ἐπιγνούς τῷ πνεύματι αὐτοῦ» ἀναγνώσας διά τοῦ ἰδίου πνεύματος, μόνος του, τάς πονηράς αὐτῶν σκέψεις, ὡς Θεός πού ἦτο, καί ἀποδεικνύων διά τῆς γνώσεως ταύτης τοῦ ἐσωτερικοῦ των κόσμου, ὅτι εἶναι καρδιογνώστης Θεός ἅμα δέ ἐλέγχων τήν κακίαν των λέγει εἰς αὐτούς˙ «τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» διατί σκέπτεσθε σκέψεις πονηράς διά τό ἄτομόν Μου; «Τί ἐστί εὐκοπώτερον» τί εἶναι εὐκολώ-τερον νά εἴπω; «ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι ἤ εἰπεῖν ἔγειρον ἆρον τόν κραββατόν σου και περιπάτει;» Βεβαίως εὔκολα καί δύσκολα ἀμφότερα. Εὔκολα μέν, ἄν περιορισθῶμεν εἰς τό«εἰπεῖν», δύσκολα ὅμως ἄν ἀποβλέψωμεν εἰς τά γεγονότα εἰς τήν πραγματοποίησιν. Τό πρῶτον ἀσφαλῶς δι’ ἕνα ἀπατεῶνα εἶναι εὐκολώτερον, διότι ἡ πραγματοποίησις τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν ὡς ἀόρατος εἶναι καί ἀνεξέλεγκτος. Ἐνῷ ὅμως τό δεύτερον, ἡ θεραπεία τοῦ παραλύτου δύναται νά ἐλεγχθῇ διά τῆς πραγματοποιήσεως ἤ μή. Ὥστε ἄν ἐγώ εἶμαι δυνατός εἰς τό δεύτερον, τό ὁρατόν, εἰς τήν ἀποκατάσταοιν δηλαδή τῆς ὑγείας τοῦ προκειμένου παραλυτικοῦ, θά εἶμαι ἀξιόπιστος καί διά τό πρῶτον, τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν, διά τήν ὁποίαν σκανδαλίζεσθε. Ὁ Κύριος ἀναμένει ἐπί τι χρονικόν διάστημα ἀπάντησιν ἀπό τούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους. Ἀλλά οὗτοι σιωπῶσιν ἐκπλαγέντες ἴσως ἐκ τῆς διαγνώσεως τοῦ ψυχικοῦ των κόσμου ὑπό τοῦ Ἰησοῦ.

Κατόπιν ἀπευθύνεται πάλιν πρός αὐτούς καί λέγει˙ «ἵνα δέ εἰδῆτε, ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπί τῆς γῆς ἁμαρτίας, λέγει τῷ παραλυτικῷ˙ Σοί λέγω, ἔγειραι καί ἆρον τόν κράββατόν σου καί ὕπαγε εἰς τόν οἶκον σου». Διά νά μάθετε, ὅτι ἐγώ ὡς Υἱός ἀνθρώπου ἔχω λάβει τήν ἐξουσίαν (ὡς Θεός τήν ἔχω) τοῦ νά συγχωρῶ ἁμαρτίας ἐπί τῆς γῆς – μετά τήν ἀνάστασιν ἔλαβεν ἐξουσίαν ἐπί γῆς καί οὐρανοῦ – λέγει τῷ παραλυτικῷ ἔγειρε, λάβε τόν κραββατόν σου καί περιπάτει˙ «παραχρῆμα ἀναστάς ἐνώπιον αὐτῶν, ἄρας ἐφ’ ᾧ κατέκειτο, ἀπῆλθεν εἰς τόν οἶκον αὐτοῦ, δοξάζων τόν Θεόν». Πάραυτα ὁ παράλυτος ἔγινεν ὑγιής καί λαβών τόν κραββατόν ἐπ’ ὤμων ὡς σημεῖον τοῦ θαύματος μετέβη εἰς τόν οἶκον του διελθών διά τοῦ πλήθους ὑμνῶν τόν Θεόν. Τοῦτο ἀπεστόμωσε χωρίς νά πείσῃ ὅμως τούς Γραμματεῖς καί Φαρισαίους. Εἰς τόν λαόν δέ ἔκαμε μεγάλην,ὡς ἦτο ἑπόμενον κατάπληξιν, ὥστε «ἔκστασις ἔλαβεν ἅπαντας» ἐξεπλάγησαν ὅλοι «καί ἐδόξαζον τόν Θεόν καί ἐπλήσθησαν φόβου, ἐδόξαζον τόν Θεόν καί ἐφοβήθησαν πολύ «λέγοντες, ὅτι εἴδομεν παράδοξα σήμερον». Παράδοξα ἀπίστευτα πράγματα εἴδομεν σήμερον. «Οὕτως οὐδέποτε εἴδομεν». Τοιαῦτα πράγματα οὐδέποτε εἴδομεν.

«Οἱ ὄχλοι ἐφοβήθησαν». Φόβος δέ θρησκευτικός προερχόμενος ἐκ τῆς συγχωρήσεως ἁμαρτιῶν καί ἐκ τῆς συναισθήσεως τῆς ἁμαρτωλῆς των καταστάσεως ἐμπρός εἰς τήν ἐνσάρκωσιν τῆς θείας δικαιοσύνης κατέλαβε τόν λαόν. Ὁ φόβος ὅμως αὐτός δέν ἦτο μόνος, συνωδεύετο καί ὑπό δοξολογίας τοῦ Θεοῦ. «Και ἐδόξασαν τόν Θεόν τόν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις». Καί ἐδόξασαν τόν Θεόν, διότι ἔδωκε τοιαύτην δύναμιν εἰς ἄνθρωπον, τόν Ἰησοῦν.

Θέμα: Ὁ Κύριος εἶναι φῶς, ἔλεγχος, θεραπεία

Τρεῖς εἶναι ἐκεῖνοι, μετά τῶν «ὁποίων ἔρχεται εἰς ἐπαφήν ὁ Χριστός κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ παραλυτικοῦ. Εἶναι ὁ λαός, τόν ὁποῖον διδάσκει, οἱ Φαρισαῖοι τούς ὁποίους ἐλέγχει καί ὁ παράλυτος, τόν ὁποῖον θεραπεύει. Καί εἰς τούς τρεῖς αὐτούς ὁ Κύριος ἀποκαλύπτει τόν ἑαυτόν τους κατά τρεῖς διαφόρους τρόπους, διότι τόν μεν λαόν φωτίζει, τούς δέ Φαρισαίους ἐλέγχει, τόν δέ παραλυτικόν θεραπεύει. Ἄς ἴδωμεν τό φῶς, τόν ἔλεγχον και τήν θεραπείαν τοῦ Κυρίου καί κατόπιν τόν ἑαυτόν μας ὑπό τά τρία αὐτά πράγματα:

Αον˙ Ὁ Χριστός κατά τήν Εὐαγγελικήν περικοπήν. Τό κήρυγμα τοῦ Κυρίου πρός τόν λαόν δεν ἦτο κήρυγμα ἀστρονομικόν ψυχολογικόν ἤ ἄλλο τι ἱκανοποιοῦν τήν γνῶσιν. Ὁ Κύριος δια τοῦ κηρύγματός Του ὡδήγει τούς ἀκροατάς Του εἰς συναίσθησιν τοῦ ἑαυτοῦ των. Εἰς συναίσθησιν τοῦ ἑαυτοῦ των ὁδηγεῖ καί ὁ ἔλεγχος πρός τούς Φαρισαίους. «Τί διαλογισμοί ἀναβαίνουσιν ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» λέγει ὁ Κύριος πρός τούς Φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἐσκέπτοντο βλασφήμους σκέψεις κατά τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός ἐλέγχων τάς πονηράς σκέψεις τῶν Φαρισαίων ἀποκαλύπτει αὐτάς. Μέ τήν ἀποκάλυψιν αὐτῶν κάμνει τάς σκέψεις ταύτας περισσότερον αἰσθητάς εἰς τούς Φαρισαίους.

Ὁ Κύριος δέν φωτίζει μόνον διά τοῦ λόγου Του καί δέν ἐλέγχει μόνον τούς Φαρισαίους, ἀλλά θεραπεύει καί τόν παραλυτικόν. Καί ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ εἶναι ἕνα ξεσκέπασμα τοῦ ἑαυτοῦ του εἰς τά μάτια τοῦ ἰδίου καί εἰς τά μάτια τῶν ἄλλων. Τό ξεσκέπασμα αὐτό γίνεται κατά τόν ἑξῆς τρόπον. Ὁ παράλυτος, οἱ Φαρισαῖοι καί ὁ κόσμος ἐνόμιζον, ὅτι ὁ παράλυτος ἦτο ἀσθενής μόνον σωματικῶς. Ὁ Κύριος ὅμως λέγων εἰς αὐτόν ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι πρῶτον καί ἔπειτα ἆρον τόν κράββατόν σου καί περιπάτει, δεικνύει, ὅτι ὁ παράλυτος δέν ἦτο ἀσθενής μόνον κατά τό σῶμα. Ἐκτός αὐτοῦ θεραπεύων πρῶτον τήν ἁμαρτίαν καί ἔπειτα τήν παραλυσίαν δεικνύει, ὅτι ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ αἰτία τῆς παραλυσίας ἡ δέ παραλυσία εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς ἁμαρτίας. Τήν διπλήν νόσον τοῦ παραλυτικοῦ καί τήν προτεραιότητα τῆς ψυχικῆς νόσου ἀπό τήν σωματικήν ἠγνόουν ὄχι μόνον ὁ λαός καί οἱ Φαρισαῖοι ἀλλά καί ὁ ἴδιος ὁ παραλυτικός. Ὁ Κύριος ὅμως τώρα διά τῆς θεραπείας ξεδιπλώνει τό νόσημα τοῦ παραλυτικοῦ εἰς τά μάτια ὅλων.

Καί οἱ τρεῖς οὗτοι τρόποι, διά τῶν ὁποίων ὁ Κύριος ξεδιπλώνει τάς συνειδήσεις τῶν ἀνθρώπων ἔχουσι μεγάλην σχέσιν μεταξύ των. Τό φῶς δηλαδή τοῦ κηρύγματός Του πρός τόν λαόν εἶναι ταυτοχρόνως ἔλεγχος καί θεραπεία. Ὁ ἔλεγχός Του πρός τούς Φαρισαίους εἶναι ταυτοχρόνως φῶς καί θεραπεία. Ἡ θεραπεία τοῦ παραλυτικοῦ εἶναι ἐπίσης ταυτοχρόνως φῶς καί ἔλεγχος. Φῶς μέν, διότι δεικνύει τήν σχέσιν ψυχικῆς καί σωματικῆς νόσου, εἶναι δέ καί ἔλεγχος, διότι φαίνεται, ὄτι ἐκ τῶν ¨ἁμαρτιῶν του ἔγινε παράλυτος.

Βον’. Ὁ Χριστός εἰς τήν ζωήν μας. Πόσα διδάγματα ! Ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι καί δι’ ἡμᾶς φῶς, ἔλεγχος καί θεραπεία καί ἰδού πῶς. Καί ἡμεῖς ἐντοπίζομεν τό κακόν πρός τά ἔξω. Νεῦρα, ἰδιοσυγκρασία, κοινωνία, πρόγονοι καί αὐτός ὁ ἴδιος ὁ Θεός προβάλλονται ὡς φορεῖς τοῦ κακοῦ μας. Θυμώνω, διότι ἔχω νεῦρα, λέγει τις. Ἔχω νεῦρα, διότι εἶμαι ζωηρός, ἔχω ἰδιοσυγκρασίαν αἱματώδη λέγουν ἄλλοι. Εἶμαι κακός, διότι μέ ἀναγκάζει τό περιβάλλον. Ὁ ἀδελφός, ὁ ἐξάδελφος, ὁ ἀνεψιός, ὁ συνάδελφος, ὁ προϊστάμενος μέ ἀναγκάζουν νά εἶμαι κακός. Κλέπτω, ὁρκίζομαι, ὀργίζομαι κατακρίνω, διότι ἡ κοινωνία ἐχάλασεν ἰσχυρίζεταί τις. Πλήν αὐτῶν οἱ γονεῖς μου, ὁ πάππος μου, ἡ μάμη μου, οἱ πρόγονοί μου μοῦ μετέδωκαν τό κακόν πού ἔχω, δέν πταίω ἐγώ δικαιολογοῦνται τινές. Αὐτή εἶναι ἡ φύτρα μου ἡ ρίζα μου. Ἄλλοι ὅμως προχωροῦν ἀκόμη μακρύτερα καί λέγουσι. Διατί ὁ Θεός νά μᾶς δημιουργήσῃ κατ’ αὐτόν τόν τρόπον; Ἰδού οἱ νέοι Φαρισαῖοι καί παράλυτοι.

Ὁ λόγος ὅμως τοῦ Κυρίου εἴδομεν, ὅτι εἶναι φῶς ἔλεγχος καί θεραπεία, διότι ἐνετόπισε τό κακόν τοῦ παραλυτικοῦ, τῶν Φαρισαίων ἐντός αὐτῶν. Καί πράγματι! Τό κακόν εἶναι μέσα μας καί ὄχι ἔξω καί ἰδού πῶς. Εἶναι ἀληθές, ὅτι ὑπάρχουν ἄνθρωποι κακοί, ὑπάρχει κληρονομική διάθεσις ὀλεθρία, ὑπάρχει Σατανάς. Εἶναι δέ τόσον τό ἐκτός ἡμῶν κακόν μεγάλον, ὥστε ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει αὐτό κοσμοκράτορα τοῦ αἰώνος τούτου. Παρ’ ὅλα ὅμως αὐτά μένει μέσα μας ἕνα περιθώριον μικρόν ἤ μέγα ἀναλόγως τοῦ ἀτόμου, εἰς τό ὁποῖον κινεῖται ἐλευθέρως ὁ ἄνθρωπος καί εἶναι ὑπεύθυνος διά τάς πράξεις του. Μέ τήν ἐλευθερίαν ταύτην ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀνώτερος τῶν ζῴων.

Καί ἑπομένως σύ, ὁ ὁποῖος προφασίζεσαι ὅτι τά νεῦρα σου εἶναι ἡ αἰτία τοῦ θυμοῦ σου, διατί δεν φροντίζεις μέ τήν θέλησίν σου καί τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ νά κατηρεμήσῃς; Ὑπῆρξαν ἄνθρωποι εὑερέθιστοι, οἱ ὁποῖοι διά τῆς θελήσεως των ἔγιναν ἀγνώριστοι. Λέγεις, ὅτι πταίει ἡ κοινωνία, εἰς τήν ὁποῖαν ζῇς. Ἀπάτη ! Κοινωνία εἶσαι σύ καί ἐγώ. Ἐάν αὐτό τό εἴπωμεν ὅλοι μας, ὅτι δηλαδή πταίει ἡ κοινωνία, ποῖος θά εἶναι τό θῦμα, καί ποῖος ὁ δράστης; Ποῖος πταίει, ὥστε ἐγώ νά εἶμαι θῦμα, ἀφοῦ καί ἐγώ εἶμαι μέλος τῆς κοινωνίας; Λέγεις πταίει ἡ κληρονομικότης. Ποῖος ὅμως ἐφυλακίσθη, διότι ὁ πάππος του ἦτο διαρρήκτης; Τέλος θέτεις τά πάντα ὡς αἴτιον τοῦ κακοῦ εἰς τόν Θεόν. Πόση ἀναίδεια!

Ὁ Χριστός ὅμως εἶναι φῶς, ἔλεγχος καί θεραπεία μέ τό κήρυγμά Του, σέ φωτίζει, δεν πταίουν τά νεῦρα σου ἀλλά τά πάθη σου. Δέν πταίει ἡ κοινωνία ἀπό τήν ὁποῖαν ἐπηρεάζεσαι, ἀλλά πταίεις σύ, διότι δέν ἐπηρεάζεις τόν κύκλον τῆς κοινωνίας σου.Ὁ Κύριος σέ φωτίζει, ὅτι ὅσην κληρονομικότητα καί ἐάν ἔχῃς, ἔχει τόσην δύναμιν ὁ Χριστός, ὥστε ἀπό τό ἀγκάθι δύναται νά ἐξέλθῃ ρόδον, ἀπό γονεῖς κακούς δύναται νά ἐξέλθῃ καλόν τέκνον. Ἔχει τόσον φῶς ὁ Χριστός, ὥστε λέγει εἰς σέ ὅ,τι εἶπε καί εἰς τούς Φαρισαίους «ἵνα τί διαλογισμοί ἀναβαίνουσι ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;» Διατί δηλαδή σκέπτεσαι κακά ἐναντίον ὅλων τῶν ἄλλων καί τόσον πολύ κολακεύεις τόν ἑαυτόν σου;

Ταῦτα πάντα δέν εἶναι μόνον φῶτα εἶναι ἔλεγχος καί θεραπεία. Ὅταν λέγῃς, ὅτι πταίουν τά νεῦρα σου, ἄρα πταίει ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος σου ἔδωσε τά νεῦρα! Ὅταν λέγῃς, ὅτι ὅλοι οἱ ἀλλοι πταίουν, νεῦρα, περιβάλλον καί αὐτός ἀκόμη ὁ Θεός, δέν πταίεις ὅμως σύ, δέν ἀντιλαμβάνεσαι, ὅτι εἶσαι πωρωμένος ἄνθρωπος; Ὅταν λέγῃς, ὅτι εἶναι ἡ φύτρα σου κακή καί δέν δύνασαι νά γίνῃς καλός, δέν καταλαβαίνεις, ὅτι ὁμολογεῖς, ὅτι εἶσαι ἀνεπίδεκτος προόδου; Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερα διά σέ αὐτοκαταδίκη, χειροτέρα πνευματική ἀγχόνη ! Ὁ ἔλεγχος αὐτός θά σοῦ γίνη σωτήριος. Θά πόνεσῃς, ὅταν ἀκούσῃς ὅτι εἶσαι ἔνοχος καί ὅτι τό κακόν εἶναι μέσα σου. Θά ἱδρώσης, ὅταν ἀποφασίσῃς νά νικήσῃς τό ἐξωτερικόν καί ἐσωτερικόν κακόν μέ τήν θέλησίν σου. Ὅταν ὅμως πονέσης καί ἱδρώσῃς, τότε μόνον θά θεραπευθῇς. Θεραπεία χωρίς ἔλεγχον καί πόνον δέν εἶναι δυνατόν νά γίνῃ. Ἑπομένως ἰδού πῶς ὁ λόγος τοῦ Κυρίου εἶναι φῶς ἔλεγχος καί θεραπεία εἰς τόν λαόν εἰς τούς Φαρισαίους εἰς τόν παράλυτον καί εἰς ἡμᾶς τούς σημερινούς Φαρισαίους καί παραλύτους.

Διδακτικώτατον παράδειγμα, κατά τό ὁποῖον φαίνεται πῶς ὁ Χριστός εἶναι φῶς, ἔλεγχος και θεραπεία τῆς ψυχῆς μας εἶναι τό κάτω γεγονός. Τό 1050 μ. χ. ὁ Λανφράγκ ἦτο σπουδαστής τῶν φυσικῶν ἐπιστημῶν περίφημος, παρημέλει ὅμως τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς του. Ἡμέραν τινά διήρχετο δάσος τι καί ἔπεσεν εἰς χεῖρας λῃστῶν, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ ἔδεσαν τάς χεῖρας του ὄπισθεν καί τά μάτια διά παχέος ὑφάσματος καί ἀφῄρεσαν ὅ,τι χρήματα εἶχε, τόν ἀφῆκαν μέ δεμένα μάτια καί χέρια καί ἔφυγον. Εἰς τήν στενοχωρίαν του αὐτήν ὁ Λανφράγκ ἐπεκαλέσθη τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποῖα δέν ἄργησε νά ἔλθῃ. Ἐκεῖ πλησίον ὑπῆρχε Μοναστήριον. Ὁ Λανφράγκ πίπτει εἰς τά ὄμματα τῶν Μοναχῶν, οἱ, ὁποῖοι πλησιάζουσι, λύουσι χεῖρας καί ὀφθαλμούς καί ὀδηγοῦσιν αὐτόν εἰς τό Μοναστήριον. Ἐκεῖ βλέπει τόν ἡγούμενον νά κτίζῃ τόν φοῦρνον τῆς Μονῆς μόνος του. Συγκινεῖται, γίνεται μοναχός καί ἐξελίσσεται εἰς τόν περίφημον Ἀρχιεπίσκοπον τῆς Κανταβρυγίας. Ὁ ἔλεγχος τῶν λῃστῶν ἄνοιξε τά μάτια τῆς ψυχῆς του, ὅταν ἦσαν δεμένα μέ τό παχύ πανί, ὥστε νά ἴδῃ τό φῶς, τόν Θεόν καί νά θεραπευθῇ ἡ ἀμέλειά του, ὅταν ὡδηγήθη εἰς τό Μοναστήριον.

Ἄs φωτισθῶμεν, ἄς ἐλεγχθῶμεν ἀπό τόν λόγον τοῦ Κυρίου, ἵνα θεραπευθῶμεν. Ἀμήν.

4.

 Ἁμαρτία καὶ ἀρρώστεια- Λύτρωση καὶ θεραπεία

Καραγιάννης Νικάνωρ (Ἀρχιμανδρίτης)

«Τέκνον ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ἡ φράση αὐτὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν παραλυτικό τῆς Καπερναοὺμ συνδέει τὴν ἀρρώστια μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ συγχώρηση μὲ τὴ θεραπεία. Γι’ αὐτὸ ὁ Χριστὸς πρῶτα θεραπεύει τὸ κέντρο καὶ τὴ ρίζα τῆς ἀρρώστιας, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία καὶ στὴ συνέχεια προσφέρει τὴ σωματικὴ θεραπεία. Αὐτὴ ἡ θεραπεία εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐξουσίαν ἔχει ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας». Ἂν δὲν ὑπάρχει μία τέτοια σχέση καὶ συνάφεια μεταξύ τῆς συγχώρησης καὶ τῆς θεραπείας, τότε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ παραμένουν ἀκατανόητα, μετέωρα καὶ χωρὶς συνοχή. Ὁ Χριστὸς κηρύττει ὡς νικητὴς τῆς ἁμαρτίας, αἴρει καὶ παραμερίζει τὸ βάρος της καὶ θεραπεύει τὰ συμπτώματά της, ἕνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα εἶναι καὶ ἡ ἀρρώστια.

Χριστιανικὴ διδασκαλία καὶ ἐπιστήμη

Ὅμως ὅλα αὐτὰ ἀκούγονται παράδοξα καὶ προκαλοῦν τὴ λογική τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἀντίθετα μὲ τὸ ἐπιστημονικό του κοσμοείδωλο. Σὲ κανένα ἰατρικὸ βιβλίο δὲν φαίνεται ἡ σχέση τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν ἀρρώστια, οὔτε βέβαια τῆς θεραπείας μὲ τὴ σωτηρία. Ὡστόσο κανεὶς γιατρὸς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ ὅτι ἡ ἁμαρτία, ὡς καταπάτηση τῶν νόμων τῆς ζωῆς καὶ τῶν ὁρίων τῆς φύσεως, ἀποτελεῖ ξένο σῶμα στὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι βάρος τὸ ὁποῖο πιέζει τὴν ψυχή, ἀμβλύνει τὴν ἀντοχή της καὶ ὁδηγεῖ στὴν ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ἀσθένεια καὶ μέσα ἀπ’ αὐτὴ στὸ βιολογικὸ θάνατο. Συμπεραίνει λοιπὸν κανεὶς ὅτι τὸ φυσικὸ κακὸ προέρχεται ἀπὸ τὸ ἠθικό, ποὺ εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν πόνων καὶ τῶν θλίψεων τοῦ κόσμου.

Ἡ Ἁγία Γραφὴ δὲν ἐξετάζει τὰ ἐξωτερικὰ αἴτια ποὺ προκαλοῦν μία ἀσθένεια. Δὲν ἀσχολεῖται μὲ τὰ βιολογικὰ αἴτια καὶ τοὺς ἰατρικοὺς τρόπους θεραπείας, τοὺς ὁποίους ἐπιβάλλεται νὰ ἐρευνᾶ ἡ ἐπιστήμη βελτιώνοντας τὴ φυσικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πίστη δὲν ὑποκαθιστᾶ τὴν ἐπιστήμη, οὔτε ἡ ἐπιστήμη καταργεῖ τὴν πίστη, γι’ αὐτὸ καὶ στὴν πραγματικότητα δὲν συγκρούονται ποτέ. Ὅταν καὶ οἱ δύο λειτουργοῦν σωστά, βοηθοῦν τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀνορθώνεται ἀπὸ τὴν πτώση. Ἡ ἐπιστήμη, ὡς δυνατότητα τοῦ ἀνθρωπίνου νοῦ, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔχει βέβαια κάποια ὅρια. Ὅμως πέρα καὶ πάνω ἀπὸ αὐτὰ τὰ ὅρια ἀρχίζει ὁ ἀπέραντος χῶρος τῆς πίστεως. Ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ ἐμβαθύνει στὴ ρίζα τοῦ πόνου, τῆς ἀρρώστιας καὶ τοῦ θανάτου ποὺ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴ διατάραξη τῆς σχέσεως τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ἀπάντηση στὸ πῶς προῆλθε τὸ κακὸ στὸν κόσμο καὶ στὸ πῶς μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ὀντολογικά.

Ὁ ἄνθρωπος μπροστὰ στὴν ἀρρώστια καὶ τὴ θεραπεία

Ὁ Χριστὸς δὲν μιλᾶ πουθενὰ γιὰ τὴν οὐσία τῆς ἁμαρτίας, τὴν προϋποθέτει ὅμως στὸ κήρυγμά του σὰν μιὰ φοβερὴ καθημερινὴ πραγματικότητα ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἐπικράτηση τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὅσο διαρκεῖ ὁ σημερινὸς κόσμος, ἡ ἀνθρωπότητα θὰ συνεχίζει νὰ ὑφίσταται τὶς συνέπειες τῆς ἁμαρτίας, μία ἀπὸ τὶς ὁποῖες εἶναι καὶ ἡ ἀσθένεια. Ἡ ἁμαρτία γίνεται πρόξενος θλιβερῶν συνεπειῶν γιὰ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως. Ὅλοι γνωρίζουμε πόσο συχνὰ δοκιμάζεται ἡ ζωή μας ἀπὸ τὸ ἄγχος, τὴν ἀγωνία, τὸ φόβο, τὴν ἀνασφάλεια, τὴν ἐσωτερικὴ διάσπαση καὶ διάσταση· μία πνευματικὴ καὶ σωματικὴ κατάσταση ἀρρώστιας καὶ φθορᾶς. Μόνο μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ὀπτικὴ κατανοοῦμε τὴν ἐσωτερικὴ σχέση τῆς ἁμαρτίας μὲ τὴν ἀρρώστια, κατὰ τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ ἀποστόλου Παύλου.

Ὁ Χριστός, καθὼς συναντᾶ τὸν ἄνθρωπο, ζεῖ τὰ δεινὰ καὶ τὴν τραγωδία ποὺ προκαλεῖ τὸ κακὸ στὴ ζωή του. Μὲ τὴ διδασκαλία καὶ τὰ θαύματά Του τὸν ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θεραπεύει ἀπὸ τὴν ἀρρώστια. Τοῦ προσφέρει τὴ δυνατότητα νὰ ὑπερνικήσει τὸ κακὸ ποὺ εἶναι ριζωμένο μέσα του καὶ ἀποτυπώνεται γύρω του. Ἡ θεραπεία τῶν ἀσθενειῶν καὶ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου συνυπάρχουν στὸ ἔργο καὶ τὴν ἀποστολὴ τοῦ Κυρίου. Ἡ σώζουσα δύναμη τῆς πίστεως καὶ ἡ θεραπευτικὴ δύναμη τοῦ Χριστοῦ διοχετεύεται στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ μεταμορφώνει.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ἡ ἀρρώστια παραμένει μία μεταπτωτικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτὸ καὶ κάθε θεραπεία, εἴτε εἶναι καρπὸς τῆς θαυματουργικῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ εἴτε εἶναι ἀποτέλεσμα τῶν κατορθωμάτων τῆς ἐπιστήμης, εἶναι μία νίκη τοῦ ἀνθρώπου ἐνάντια στὴ φθορά. Ἕνα ἀκόμη βῆμα, γιὰ νὰ παραταθεῖ τὸ θαῦμα τῆς ζωῆς πάνω στὸ θάνατο μέχρι τὴν ὁριστικὴ ἐκμηδένισή του μετὰ τὴν κοινὴ ἀνάσταση στὴν αἰωνιότητα. Ἀμήν.

5.

Ὁμιλία εἰς τὴν Β΄Κυριακὴ Νηστειῶν

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς

Ἡ (νηστεία εἶναι) ὁδός, μέ τήν ὁποία ἐσύ καί ἐγώ βαδίζουμε πρός τήν Ἀνάστασι. Τήν ἀνάστασι τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς. Ναί. Καί ἐσύ καί ἐγώ. Γι’ αὐτό ἡ νηστεία εἶναι θαυμαστή. Γιατί εἶναι ἕνας δρόμος. Γιά ποῦ; Γιά τήν Ἀνάστασι. Καί λοιπόν, αὐτό τί σημαίνει; Σημαίνει Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ θανάτου· Ἀνάστασι – νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας· Ἀνάστασι – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Αὐτό εἶναι ἡ νηστεία!
Σέ ἕνα θαυμάσιο στιχηρό αὐτῶν τῶν ἡμερῶν ψάλλαμε καί προσευχηθήκαμε: «Ἀκολουθήσωμεν τῷ διά νηστείας ἡμῖν, τήν κατά τοῦ διαβόλου νίκην ὑποδείξαντι, Σωτῆρι, τῶν ψυχῶν ἡμῶν» (Πέμπτη Α΄ Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν, Ἀπόστιχα Ἑσπερινοῦ).

Νηστεία – νίκη κατά τοῦ διαβόλου. Νά ἡ καλή εἴδησι, πού ὁ Κύριος μᾶς ἔφερε. Θέλεις νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας; Θέλεις νίκη κατά τοῦ ἐφευρέτου τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ ἰδίου τοῦ διαβόλου; Ὁρίστε, ἡ νηστεία –λέγει ὁ Σωτήρ.

Ναί, μέ τήν νηστεία ἐσύ γίνεσαι ὁ μεγαλύτερος νικητής σέ αὐτόν τόν κόσμο. Ποιός νίκησε τόν διάβολο, ποιός, ἐκτός ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό; Κανένας ἄλλος. Γι’ αὐτό, Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου, διότι μόνο Αὐτός εἶναι Θεός, πιό ἰσχυρός ἀπό τόν διάβολο. Ὅλα τά ἄλλα εἶναι πιό ἀνίσχυρα ἀπό αὐτόν. Καί ἐμεῖς, ἀκολουθώντας Τον, στήν πραγματικότητα ἀκολουθοῦμε τόν Νικητή πού μᾶς δίνει πάντοτε τήν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ κάθε διαβόλου πού μᾶς ἐπιτίθεται γιά νά μᾶς νικήσῃ καί νά μᾶς ρίξῃ στήν ἁμαρτία. Σέ τί, δηλαδή; Στόν θάνατο.

* * *
Ὕπαρξις ἀθάνατη. Αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος ἦλθε στόν γήινο κόσμο μας, γιά νά νικήσῃ τήν ἁμαρτία μας· γιά νά μᾶς δώσῃ τήν δύναμι, τά μέσα, νά κάνουμε καί ἐμεῖς τό ἴδιο, νά κάνουμε τό ἴδιο μαζί Του, ὁδηγούμενοι ἀπό Αὐτόν, ἀκολουθώντας Τον.

Τί εἶναι οἱ ἀνθρώπινες νίκες; Τίποτε. Ὅλες οἱ ἀνθρώπινες νίκες, ἄν δέν νικοῦν τόν θάνατο, εἶναι ἧττες. Τί εἶναι ὅλες οἱ νίκες, τίς ὁποῖες πολλοί βασιλιάδες καί ἰσχυροί αὐτοῦ τοῦ κόσμου, ἐπέτυχαν καί ἐπιτυγχάνουν; Τί εἶναι οἱ εὐρωπαϊκοί πόλεμοι: πρῶτος, δεύτερος, τρίτος, δέκατος καί πεντηκοστός; Τί εἶναι; Εἶναι ἧττες, ἧττα μετά τήν ἧττα. Δέν εἶναι νίκες. Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν, ἐπενόησαν τόν πόλεμο καί τούς φόνους σάν μέσο, γιά νά νικήσουν τό κακό σ’ αὐτόν τόν κόσμο.

Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τό κακό σέ αὐτόν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Θεός καί ἡ δύναμις τοῦ Θεοῦ μποροῦν νά νικήσουν τόν δημιουργό κάθε κακοῦ καί κάθε ἁμαρτίας, τόν διάβολο. Ὁ Θεός ἔδωσε αὐτές τίς θεῖες δυνάμεις σέ κάθε ἕναν ἀπό ἐμᾶς, γιά νά νικᾶμε καί ἐμεῖς σάν λογικά ἀνθρώπινα ὄντα, σάν λογικά ὄντα τοῦ Θεοῦ, τό κακό· νά νικᾶμε τόν διάβολο μέ τήν δύναμι τοῦ Θεοῦ.

Ἰδού ἡ ἁγία νηστεία, ἰδού ἡ ἁγία προσευχή. Τί εἶναι αὐτές; Αὐτές εἶναι οἱ θεῖες δυνάμεις, τίς ὁποῖες ὁ Κύριος ἄφησε καί ἔδωσε στήν Ἐκκλησία Του, ὥστε ἐμεῖς, κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς, νά νικοῦμε τόν διάβολο ἐπιγράφοντας σέ ἐμᾶς τούς ἴδιους τήν νίκη, νά νικοῦμε γιά ἐμᾶς τούς ἴδιους. Νά νικοῦμε τήν ἁμαρτία ὄχι χάριν τοῦ ἄλλου, ἀλλά χάριν ἡμῶν τῶν ἰδίων. Διότι, νά ξέρῃς, ἡ κάθε ἁμαρτία σου εἶναι πολεμιστής τοῦ διαβόλου. Κάθε ἁμαρτία πού ἐσύ ἀγαπᾶς, πού κρατᾶς μέσα σου –φανερά ἤ κρυφά, τό ἴδιο κάνει– εἶναι τό δόρυ τοῦ διαβόλου, ἀήττητο φοβερό ὅπλο. Ἀήττητο βέβαια ὅσο δέν ἀποτραβιέσαι ἀπό αὐτήν καί ὅσο δέν νοιώθεις ὅτι ἡ ἁμαρτία πού κάνεις, στήν πραγματικότητα σέ θανατώνει, σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς, ὅποια καί ἄν εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τό μίσος π.χ., σέ κάνει νά αὐτοκτονῇς. Ὁ θυμός, ἡ σκληροκαρδία, ἡ φιλαργυρία, ὅλα αὐτά εἶναι ὅπλα, φοβερά ὅπλα τοῦ διαβόλου, τά ὁποῖα σοῦ δίνει στά χέρια καί ἐσύ σκοτώνεις τόν ἑαυτό σου.

Ὁ διάβολος δέν μπορεῖ νά ἀναγκάσῃ κανέναν ἀπό ἐμᾶς νά ἁμαρτήσῃ. Μπορεῖ μόνο νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία. Μπορεῖ νά σοῦ προσφέρῃ τό ξίφος γιά νά σκοτώσῃς τόν ἑαυτό σου. Ὁ ἴδιος δέν μπορεῖ νά σέ φονεύσῃ. Ὁ Θεός δέν τοῦ δίνει αὐτή τήν δύναμι. Ἀλλά, ἄν ἐσύ δεχθῇς ἀπό αὐτόν τό ξίφος, ἄν δεχθῇς π.χ. τήν φιλαργυρία ἤ τόν θυμό ἤ τήν ζήλεια ἤ τήν πονηριά, τήν καταλαλιά, τήν κλοπή, νά!, τότε πῆρες στά χέρια σου τό ξίφος καί τό καρφώνεις στήν καρδιά σου. Ὁ διάβολος δέν ἔχει ἐξουσία νά ἀναγκάσῃ τόν ἄνθρωπο νά ἁμαρτήσῃ· ἔχει μόνο τήν ἐξουσία νά προτείνῃ τήν ἁμαρτία στόν ἄνθρωπο. Αὐτός προτείνει τήν ἁμαρτία σέ σένα καί σέ μένα. Καί ἐγώ καί ἐσύ (τί κάνουμε); Ἐγώ καί ἐσύ, ἤ ἀποδεχόμαστε τήν ἁμαρτία ἤ τήν διώχνουμε. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἤ σκοτώνουμε τόν ἑαυτό μας, χωρίζουμε τήν ψυχή μας ἀπό τόν Θεό, ἤ διώχνοντας τήν ἁμαρτία βαδίζουμε ὁλοταχῶς πρός τήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρός τήν νίκη, τήν ὁριστική καί τελεία νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου.

Γι’ αὐτό, ἀδελφοί, ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τά πάντα. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία νηστεία. Γι’ αὐτό μᾶς ἄφησε τήν ἁγία προσευχή. Γιά νά νικᾶμε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Τί κάνει κάθε ἁμαρτία σέ μένα καί σέ σένα; Μᾶς σκοτίζει. Ἡ ἁμαρτία εἶναι σκότος. Βγάζει ἀπό μέσα της σκοτάδι, καί τό σκοτάδι κατακλύζει καί τήν δική σου καί τήν δική μου ψυχή, κατακλύζει τήν συνείδησί μας, κατακλύζει τίς αἰσθήσεις μας. Καί ἐμεῖς σάν νά εἴμαστε σέ παραμιλητό, σέ παραλήρημα, νυχτωμένοι, στό σκοτάδι. Δέν ξέρουμε τί κάνουμε. Αὐτό εἶναι ἡ ἁμαρτία. Κάθε ἁμαρτία εἶναι γιά τήν ψυχή μία παραζάλη.

Ὅμως ὁ Κύριος ἦλθε σέ αὐτόν τόν κόσμο ἀκριβῶς γι’ αὐτό. Γιά νά μᾶς δώσῃ τό φῶς, νά μᾶς δώσῃ τήν ἀναμμένη δᾶδα, νά μᾶς δώσῃ τά φῶτα, γιά νά ἀποδιώξουμε ἐκεῖνο τό σκότος. Νά, αὐτό εἶναι ἡ ἁγία νηστεία! Εἶναι ἕνας τεράστιος προβολέας, ὁ ὁποῖος στέκεται στόν δρόμο τῆς ζωῆς μας. Ἡ νηστεία κατεβάζει ἀπό τόν οὐρανό στήν ψυχή σου τό οὐράνιο φῶς. Ἄν βέβαια εἶναι ἀληθινή νηστεία. Ἡ ἀληθινή νηστεία εἶναι ἐγκράτεια σέ κάθε κακό, ἐγκράτεια στήν τροφή, ἀλλά καί ἐγκράτεια σέ κάθε κακό καί ἁμαρτία.

* * *
Ἡ προσευχή τί κάνει σέ σένα; Σέ ἀνεβάζει στόν οὐρανό, καί τότε ἀπό τόν οὐρανό κατεβάζει στήν ψυχή σου τό θεῖο φῶς. Ποιοί εἴμαστε, τί εἴμαστε, ποῦ πορευόμαστε; Ποῦ μᾶς ὁδηγοῦν οἱ μέρες καί οἱ νύχτες μας; Ποῦ τρέχουμε; Εἴτε θέλεις εἴτε δέν θέλεις, εἴτε θέλω εἴτε δέν θέλω, δέν μποροῦμε νά σταματήσουμε τήν μέρα νά κυλήσῃ. Σέ παίρνει, σέ παίρνει. Ποῦ;

Νά, ἡ ἁγία νηστεία εἶναι μπροστά μας. Καί ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι αὐτή ἡ ἁγία ὁδός φέρει στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἰδού Φῶς πάνω ἀπό κάθε φῶς! Διότι μέ τήν Ἀνάστασί Του ὁ Κύριος κατηύγασε ὅλους τούς κόσμους μέ τό θεῖο Του φῶς. Κατηύγασε ὅλη τήν κτίσι, κατηύγασε ὅλα τά ὄντα, κατηύγασε τούς ἀνθρώπους, κατηύγασε τίς ψυχές μας, κατηύγασε τά ἄστρα, τούς οὐρανούς, τά πουλιά, τά φυτά, τά ζῶα. Ὅλους τούς κόσμους κατηύγασε, καί ἔδειξε τί; Μέ τήν Ἀνάστασί Του ὁ Κύριος φανέρωσε τό τελευταῖο καί τελικό μυστήριο τῆς ὑπάρξεώς μας. Ἔδειξε τί πρέπει κάθε ἕνας ἀπό ἐμᾶς νά γνωρίζῃ καί νά κάνῃ. Αὐτό εἶναι τό μόνο πού μᾶς μένει. Ὅλα τά ἄλλα μᾶς τά κλέβει καί τά ἁρπάζει ὁ θάνατος. Ὅλα. Ἐνῶ αὐτό ὁ Κύριος τό προσφέρει σέ ὅλους.

Ἡ κάθε ἁμαρτία εἶναι σκοτισμός τῆς ψυχῆς, ἐνῶ κάθε ἀρετή εἶναι μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς.

Ὑπερηφάνεια, –αὐτό εἶναι φρίκη!

Σκληροκαρδία, –ἄν φωλιάσῃ στήν ψυχή μου καί στήν ψυχή σου, ὤ! μοιάζει μέ τό πιό βαθύ σκοτάδι, γιά τό ὁποῖο ὁ Σωτήρας μιλάει στό ἅγιο Εὐαγγέλιό Του. Κόλασι!

Σκληροκαρδία, οἴησις, φιλαυτία, –νά ξέρῃς, ἀδελφέ καί ἀδελφή, ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι ἡ δική σου μικρή κόλασις. Κουβαλᾶς μέσα σου τήν κόλασι.

* * *
Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τό φάρμακο. Τό φάρμακο γιά τήν ὑπερηφάνεια εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου μπροστά στόν Κύριο, ταπείνωσε τόν ἑαυτό σου μπροστά στούς ἀδελφούς, καί νά! ἡ θεία δύναμις τῆς ταπεινοφροσύνης θά ἁπλώσῃ πάνω στήν ψυχή σου τό θεῖο φῶς καί θά ἀποδιώξῃ καί θά φυγαδεύσῃ ὅλο τό σκοτάδι τῆς ὑπερηφανείας, τῆς σκληρότητος καί τῆς οἰήσεως τῆς ψυχῆς σου.

Ὁ φιλάργυρος ἄνθρωπος δέν βλέπει τίποτε ἄλλο ἀπό ἕνα σορό χρημάτων. Φιλάργυρος δέν εἶναι (μόνο) ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τά χρήματα καί τά κτήματα. Φιλάργυρος εἶναι, γιά παράδειγμα, καί ὁ ἐπιστήμονας πού μένει πάνω σέ ἕνα βιβλίο ὅλη του τήν ζωή, βρῆκε ἀπασχόλησι καί ξέχασε τόν Θεό. Αὐτό εἶναι φιλαργυρία, αὐτό εἶναι ἕνα ψεύτικο εἴδωλο, αὐτό εἶναι ἕνας ψεύτικος θεός. Ὅλα ὅσα ὁ ἄνθρωπος βάζει σ’ αὐτόν τόν κόσμο ὡς σκοπό τῆς ζωῆς του, ὡς θεό ἀντί τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι φιλαργυρία. Νά τοποθετῇ κανείς ὁ,τιδήποτε ἄλλο, ἀντί τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, αὐτό εἶναι φιλαργυρία. Τό βλέπουμε αὐτό.

Νά! εἶσαι φιλάργυρος. Δέν γνωρίζεις λοιπόν τόν δρόμο τῆς ζωῆς. Σκοτάδι, νύχτα, πλάκωσε τήν συνείδησί σου, ἔπεσε στά μάτια τῆς ψυχῆς σου. Καί ἐσύ δέν βλέπεις τόν σωστό δρόμο. Δέν βλέπεις τό νόημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς σου. Δέν βλέπεις ὅτι τό μόνο φάρμακο πού θά θεραπεύσῃ τόν θάνατό σου, τήν κόλασί σου, εἶναι ἡ μετάνοια. Μάλιστα! Στήν περίπτωσι τῆς φιλαργυρίας ἡ μετάνοια εἶναι τό μοναδικό φάρμακο μπροστά στόν Κύριο.

Ἡ ἁμαρτία! Εἶναι σκοτισμός τῆς ψυχῆς καί τῆς συνειδήσεώς μας.

Ἐνῶ ἡ ἀρετή! Αὐτή εἶναι μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς.

Ἡ νηστεία εἶναι σταδιακή μεταμόρφωσις τῆς ψυχῆς. Μέ τήν νηστεία ἡ ψυχή καθαρίζεται ἀπό κάθε ἀκαθαρσία, καθαρίζεται ἀπό κάθε ἁμαρτία, καθαρίζεται ἀπό κάθε πάθος. Ἡ νηστεία, ὅταν γίνεται μέ προσευχή καί μέ ὅλες τίς ἄλλες ἀσκήσεις, ξεριζώνει ἀποτελεσματικά, ξεριζώνει ἀπό τήν ψυχή ὅλα τά κακά μας στοιχεῖα, ὅλες τίς κακές συνήθειες. Ἄν ἐσύ πρίν τήν νηστεία ἐπέτρεπες στόν ἑαυτό σου ἡ γλῶσσα σου νά λέγῃ ἀνόητα λόγια ἤ ψέμματα, ἡ νηστεία γι’ αὐτό εἶναι ἐδῶ, γιά νά μεταμορφωθῇ ἡ γλῶσσα σου, νά βάλῃς φρονημάδα στήν γλῶσσα σου. Τό ἴδιο κάνε μέ τά μάτια σου, μέ τά αὐτιά, μέ ὅλο τό εἶναι σου. Σταμάτα τήν ἁμαρτία! Αὐτό εἶναι νηστεία. Αὐτό εἶναι ἀληθινή νηστεία. Ἄν καταλαλοῦσες, μή καταλαλῇς πλέον. Ἄν ἔκλεβες, μή κλέβῃς πλέον. Ἄν τσακώθηκες, νά συμφιλιωθῇς τό γρηγορότερο, ὅσο εἶσαι ἐν ζωῇ, μήπως καί σέ εὕρῃ ὁ θάνατος αὐτή τήν νύχτα, ἐνῶ ἐσύ θά εἶσαι μαλωμένος μέ τούς γείτονές σου. Ἀλοίμονό σου! Αὐτός ὁ τσακωμός εἶναι γιά σένα μιά θηλιά, μιά θηλιά πού σέ τραβάει κατευθεῖαν στό βασίλειο τῆς φιλονεικίας, τῆς ἁμαρτίας, τοῦ διαβόλου, τήν κόλασι. Εἴθε ὁ Ἀγαθός Κύριος νά μοῦ δώσῃ ὅλα τά μέσα, γιά νά διώξω κάθε ἁμαρτία ἀπό τήν ψυχή μου.

* * *
Φθόνος. Τί εἶναι ὁ φθόνος; Ὁ φθόνος εἶναι πάθος τόσο μεγάλο, ὥστε πρόδωσε ἀκόμα καί τόν Θεό, τόν Χριστό. Οἱ Ἑβραῖοι ἀπό φθόνο πρόδωσαν τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ἀπό φθόνο! Μή λές ὅτι αὐτό εἶναι μικρή ἁμαρτία. Ὁ διάβολος, ὁ διάβολος ξεγέλασε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα ἀπό φθόνο. Φθόνησε τά πλάσματα τοῦ Θεοῦ, τά θεόμορφα δημιουργήματα τοῦ Θεοῦ, τόν πρῶτο ἄνδρα καί τήν πρώτη γυναῖκα, καί ἀπό φθόνο τούς ἔρριξε στήν ἁμαρτία, τούς εἰσηγήθηκε τήν φρικτή ἁμαρτία. Σήμερα θά φθονήσω, αὔριο θά φθονήσω, καί ἔτσι ὁ φθόνος θά ριζώσῃ μέσα μου. Ἀλλά νά ξέρῃς, μέσα σου ἔμεινε ὁ φονέας σου, μέσα σου ἔμεινε ἡ κόλασίς σου, μέσα σου ἔμεινε ὁ διάβολός σου διά τοῦ φθόνου. Διότι, ποτέ ἡ ἁμαρτία δέν ἔρχεται μόνη της. Ὁ Κύριος λέγει ὅτι πίσω ἀπό κάθε ἁμαρτία ἀκολουθεῖ ὁ διάβολος. Καί ὅταν ἐσύ ἀφήσῃς τήν ὁποιαδήποτε ἁμαρτία στήν ψυχή σου, ὅταν κάνῃς τήν ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, νά ξέρῃς ὅτι ὁ διάβολος ἔχει ἔρθῃ στήν ψυχή σου. Δέν εἶσαι μόνος σου, ἐκεῖνος σέ ὁδηγεῖ. Ποῦ; Στόν θάνατο, στόν θάνατο. Ποῦ; Στήν κόλασι, στά αἰώνια βάσανα.

Ἡ νηστεία, ἡ ἁγία νηστεία· ἡ προσευχή, ἡ ἁγία προσευχή· ὅλα αὐτά ὁδηγοῦν στήν Ἀνάστασι, στήν νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ διαβόλου, κατά τοῦ θανάτου.

* * *
Καί ἐμεῖς σήμερα, αὐτή τήν Β΄ Κυριακή τῆς ἁγίας νηστείας, ἑορτάζουμε ἕναν ἀπό τούς μεγάλους νικητές. Ἑορτάζουμε τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, τόν μεγάλο ἀσκητή τοῦ Θεοῦ, τόν μεγάλο ὑπέρμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ Φωτός τοῦ Χριστοῦ. Αὐτός εἶναι πού σέ ὅλη του τήν ζωή ἀκολουθοῦσε τόν Σωτῆρα μας μέ τήν νηστεία, τήν προσευχή καί ὅλες τίς ἄλλες ἀρετές, πού νικοῦσε ὅλους τούς δαίμονες, ὅλες τίς ἁμαρτίες, ὅλα τά πάθη αὐτοῦ τοῦ κόσμου, καί πού φώτιζε ὅλες τίς ψυχές πού ἦσαν γύρω του. Καί πού σήμερα ζῆ διά τῶν ἱερῶν συγγραμμάτων του.

Ἔτσι εἶναι καί κάθε ἅγιος. Κάθε ἅγιος τί εἶναι; Τίποτε ἄλλο παρά κάποιος πού ἀδιάκοπα σέ αὐτόν τόν κόσμο τηρεῖ μέ ζῆλο τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ, κάποιος πού ἐκπληρώνει ὅλες τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Καί βέβαια κάθε ἀρετή κατεβάζει στήν ψυχή τό Οὐράνιο Θεῖο Φῶς.

Οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκεῖνοι πού μέ τίς ἅγιες ἀρετές ἔδιωξαν ἀπό μέσα τους κάθε σκοτάδι ἁμαρτίας, κάθε ζόφο, κάθε δαιμονικό σκότος καί κάθε κόλασι. Γι’ αὐτό κάθε Ἅγιος ζωγραφίζεται ἔτσι, ὥστε νά βγαίνῃ ἀπό μέσα του φῶς καί γύρω ἀπό τό κεφάλι του νά ἔχῃ φωτοστέφανο. Ὅλα μέσα του λάμπουν. Σκέψεις ἅγιες καί λαμπρές. Φῶς ἐκπέμπεται ἀπό τό κεφάλι του καί ἀπό ὅλο τό εἶναι του. Καθάρισε τό σῶμα του καί τήν ψυχή του ἀπό τά πάθη, ἀπό τό σκότος, ἀπό τήν ἀχλύ, καί γι’ αὐτό φῶς ἐκχέεται ἀπό αὐτόν.

Τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τέτοιος εἶναι ὁ ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας, τέτοιοι εἶναι ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ἀπό τόν πρῶτο μέχρι τόν τελευταῖο. Καί ὅλοι αὐτοί εἶναι ἐδῶ, μαζί μας, στήν ’Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, οἱ ζῶντες παιδαγωγοί μας, σύγχρονοί μας. Οἱ Ἅγιοι δέν πεθαίνουν. Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου δέν πεθαίνει ἀπό τότε πού ὁ Κύριος ἀναστήθηκε. Καί τό σῶμα μας θά ἀναστηθῇ τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ζῶντες, σύγχρονοί μας. Μᾶς βοηθοῦν. Ὅλοι ἐμεῖς ἀποτελοῦμε ἕνα σῶμα ἐν Χριστῷ, τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, καί οἱ Ἅγιοι μᾶς βοηθοῦν καί μᾶς ὁδηγοῦν στίς ὁδούς τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν.

Νά, ἐδῶ εἶναι ὁ Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὁ μεγάλος ἀσκητής, γιά νά μᾶς ὁδηγῇ στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, νά μᾶς ὁδηγῇ πρός ὅλες τίς νίκες κατά τῆς ἁμαρτίας, κατά τοῦ θανάτου, κατά τοῦ διαβόλου. Ἔχει τήν ἱκανότητα, ἔχει τήν δύναμι. Τήν ἔλαβε καί τήν λαμβάνει ἀπό τόν Κύριο. Καί τήν μοιράζει σέ ὅλους μας, ὥστε ὁ καθένας μας νά ἀσκῇ τήν ἀληθινή νηστεία. Ἡ ἀληθινή νηστεία εἶναι ἐγκράτεια ἀπό κάθε ἁμαρτία, ἀπό κάθε πάθος, ἐγκράτεια στό φαγητό γιά νά μήν ὑπερηφανεύεται τό σῶμα, γιά νά μή ξεσηκώνονται τά πάθη, ἀλλά μέ πίστι, στερούμενο τό φαγητό, νά βιάζεται στήν ἐγκράτεια ἀπό κάθε κακό.

Ἐμεῖς, ὁ κάθε ἕνας μας, ἄς παραστήσουμε σεσωσμένες τίς ψυχές μας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, ὁ Ὁποῖος μᾶς παρέδωσε τήν νηστεία σάν νίκη κατά τοῦ διαβόλου, ὥστε μέ χαρά στήν ψυχή μας νά φθάσουμε στήν Ἀνάστασι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἄς ἀναστηθοῦμε μαζί Του ἀπό κάθε θάνατο, ἄς νικήσουμε ὁριστικά καί γιά πάντα κάθε ἁμαρτία μέσα μας, κάθε πάθος, κάθε διάβολο, ὥστε νά μπορέσουμε σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις νά Τόν δοξάσουμε στήν γῆ καί στόν οὐρανό, αὐτόν τόν Θαυμαστό καί Ἀναντικατάστατο Θεό καί Κύριο, τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν μοναδικό Σωτῆρα τῶν ἀνθρώπων σέ ὅλους τούς κόσμους. Ἀμήν.

6.

Κυριακὴ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ψαλμούς, διαβάζουμε τὰ παρακάτω: Ἐκεῖνοι ποὺ ἔσπειραν μὲ δάκρυα στὰ μάτια, θὰ θερίσουν μὲ χαρά.. Ἐὰν στὴ διάρκεια τῶν ἑβδομάδων ποὺ προετοιμαζόμαστε γιὰ τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα εἴδαμε κάθε τι ἄσχημο καὶ ἀνάξιο ποὺ ὑπάρχει μέσα μας νὰ καθρεφτίζεται στὶς παραβολὲς τοῦ Εὐαγγελίου, ἐὰν σταθήκαμε ἐνώπιον τῆς κρίσης τῆς συνείδησής μας καὶ τοῦ Θεοῦ, τότε πραγματικὰ ἔχουμε σπείρει μὲ δάκρυα τὸν δρόμο γιὰ τὴν σωτηρία μας. Καὶ ὅμως ὑπάρχει ἀκόμα χρόνος ἐπειδὴ ἀκόμα καὶ ὅταν εἰσερχόμαστε στὴν περίοδο τοῦ θερισμοῦ, ὁ Θεὸς μᾶς δίνει παράταση· καθὼς προχωροῦμε προοδευτικὰ πρὸς τὴν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὴν Ἡμέρα τῆς Ἀνάστασης, μποροῦμε ἀκόμα, κάθε στιγμή, μὲ πρόσωπο πρὸς τὴν νίκη τοῦ Θεοῦ, νὰ στραφοῦμε σὲ Ἐκεῖνον μὲ εὐγνωμοσύνη καὶ μὲ συντετριμμένη καρδιά, καὶ νὰ ποῦμε: «Κύριε, ἴσως εἶμαι ὁ ἐργάτης τῆς ἑνδεκάτης ὥρας, ἀλλὰ δέξου με ὅπως ὑποσχέθηκες!»

Τὴν προηγούμενη ἑβδομάδα γιορτάσαμε τῆς γιορτὴ τοῦ Θριάμβου τῆς Ὀρθοδοξίας, τὴν ἡμέρα ποὺ ἡ ἐκκλησία διακήρυξε ὅτι εἶναι σωστὸ νὰ ἁγιογραφοῦμε τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Δὲν ἦταν μία δήλωση σὲ σχέση μὲ τὴν τέχνη, ἦταν μία βαθιὰ θεολογικὴ διακήρυξη τῆς Ἐνσάρκωσης. Ἡ Παλαιὰ Διαθήκη μᾶς εἶπε ὅτι δὲν μπορεῖ ὁ Θεὸς νὰ ἀντιπροσωπευθεῖ ἀπὸ καμία εἰκόνα, ἐπειδὴ εἶναι ἕνα ἀπύθμενο μυστήριο· δὲν εἶχε κἄν ὄνομα ἐκτὸς ἀπὸ τὸ μυστηριῶδες ὄνομα ποὺ μόνο ὁ Ἀρχιερέας γνωρίζει. Ἀλλὰ στὴν Καινὴ Διαθήκη μάθαμε καὶ γνωρίζουμε ἀπὸ τὴν ἐμπειρία μας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος, ὅτι ἡ πληρότητα τῆς Θεότητας ἔχει ὑποταχθεῖ καὶ εἶναι ἀκόμα ὑποταγμένη γιὰ πάντα στὴν ἀνθρώπινη σάρκα· καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἔχει ἀνθρώπινο ὄνομα: Ἰησοῦς καὶ ἔχει ἀνθρώπινο πρόσωπο ποὺ μποροῦν νὰ ἀναπαραστήσουν οἱ εἰκόνες. Ἑπομένως ἡ εἰκόνα εἶναι μία διακήρυξη τῆς βεβαιότητάς μας ὅτι ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος· καὶ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ ἐπιτύχει μία ἔσχατη, ἔνδοξη, τραγικὴ ἑνότητα μέ μᾶς, νὰ γίνει ἕνας ἀπὸ ἐμᾶς ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ γίνουμε ἕνα ἀπὸ τὰ παιδιά Του. Καὶ ἔτσι θὰ μπορούσαμε ἤδη τὴν περασμένη ἑβδομάδα νὰ χαροῦμε· καὶ νὰ γιατί μία ἑβδομάδα πρίν, ὅταν προετοιμαζόμασταν νὰ συναντήσουμε αὐτὸ τὸ θαῦμα, αὐτὸ τὸ θαῦμα τῆς Ἐνσάρκωσης, διακριτικά, μὲ ἕναν τρόπο ποὺ δὲν μποροῦν σχεδὸν τὰ αὐτιά μας νὰ συλλάβουν, ἡ Ἐκκλησία ἔψαλλε τὸν κανόνα τοῦ Πάσχα: Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν! – ἐπειδὴ δὲν πρόκειται γιὰ μία ὑπόσχεση γιὰ τὸ μέλλον, εἶναι μία βεβαιότητα τοῦ παρόντος, ποὺ μᾶς ἀνοίγετε σὰν μιὰ πόρτα νὰ εἰσέλθουμε μέσω τοῦ Χριστοῦ, τῆς Θύρας ὅπως καλεῖ τὸν ἑαυτό Του, στὴν αἰωνιότητα.

Καὶ σήμερα θυμόμαστε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἑνὸς ἀπὸ τοὺς μεγάλους Ἁγίους τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ ὁποῖος διακήρυξε, μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν ἀσκητῶν καὶ ὅλων τῶν πιστῶν, ὅτι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ἕνα κτιστὸ Δῶρο – εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν ἑαυτό Του ὥστε νὰ μᾶς διαπνέει ἡ παρουσία Του, ὥστε σταδιακά, ἐὰν μοναχὰ τὸν δεχτοῦμε, ἂν Τοῦ ἀνοιχτοῦμε, νὰ γίνουμε διάφανοι ἢ τουλάχιστον σχεδὸν διάφανοι στὸ φῶς Του, ὥστε νὰ γίνουμε ἀρχικὰ καὶ ὁλοένα πιὸ πολὺ μέτοχοι τῆς Θεϊκῆς Του φύσης.

Αὐτὸ δὲν ἀποτελεῖ ἁπλὰ μία ὑπόσχεση· εἶναι μία βεβαιότητα ποὺ ἔχουμε ἐπειδὴ αὐτὸ συνέβη σὲ χιλιάδες ἀνθρώπους ἄνδρες καὶ γυναῖκες ποὺ προσκυνοῦμε ὡς Ἁγίους τοῦ Θεοῦ: ἔγιναν μέτοχοι τῆς Θεϊκῆς φύσεως, εἶναι γιὰ μᾶς μία ἀποκάλυψη καὶ μία βεβαιότητα γιὰ ὅ,τι καλούμαστε νὰ εἴμαστε καὶ νὰ γίνουμε.

Καὶ σήμερα ἕνα ἀκόμα βῆμα μᾶς ὁδηγεῖ στὴν χαρά, στὴν δόξα τοῦ Πάσχα. Σὲ μία ἑβδομάδα θὰ ὑμνήσουμε τὸν Σταυρὸ- τὸν Σταυρὸ ποὺ ἦταν τρόμος γιὰ τοὺς ἐγκληματίες, καὶ ἔχει γίνει τώρα σημεῖο νίκης καὶ σωτηρίας, διότι γιὰ μᾶς ἡ ἀγάπη τοῦ Σταυροῦ δὲν ἔχει μέτρο, δὲν ἔχει ὅρια, εἶναι τόσο βαθιὰ ὅσο ὁ Θεός, ἀγκαλιάζει τὰ πάντα ὅπως ὁ Θεός, καὶ εἶναι πράγματι τόσο τραγικὰ νικηφόρα ὅπως ὁ Θεὸς εἶναι τὸ ἴδιο τραγικὸς καὶ νικηφόρος, ποὺ προκαλεῖ δέος, ποὺ ἀκτινοβολεῖ τὸ ἤρεμο, εὐφρόσυνο φῶς ποὺ ψάλλουμε στὸν Ἑσπερινό.

Ἂς ἑτοιμαστοῦμε νὰ συναντήσουμε τοῦτο τὸ γεγονός, τὸ ὅραμα τοῦ Θεοῦ, νὰ τὸ προσέξουμε, καὶ νὰ δοῦμε σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο τῆς Θεϊκῆς ἀγάπης, μία νέα δυνατὴ βεβαιότητα τῆς σωτηρίας μας· καὶ ὅταν ὁ χορὸς ψάλλει τούτη τὴ φορὰ πιὸ δυνατὰ τὸν κανόνα τῆς Ἀνάστασης, ἂς κατανοήσουμε ὅτι βῆμα – βῆμα ὁ Θεὸς μᾶς ὁδηγεῖ σὲ μία νίκη ποὺ Ἐκεῖνος ἔχει κερδίσει, καὶ ποὺ θέλει νὰ μοιραστεῖ μαζί μας.

Καὶ τότε θὰ προχωρήσουμε· θὰ ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο ποὺ μᾶς διδάσκει πῶς νὰ δεχτοῦμε τὴν χάρη ποὺ προσφέρει ὁ Θεός, πῶς νὰ γίνουμε ἀντάξιοί Του· καὶ μὲ ἕνα ἀκόμα βῆμα – θὰ δοῦμε τὴν νίκη τοῦ Θεοῦ στὸ πρόσωπο τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας καὶ θὰ φθάσουμε στὸ κατώφλι τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας. Ἀλλὰ ἂς θυμηθοῦμε ὅτι βρισκόμαστε τώρα σὲ μία νέα περίοδο, μία ἐποχὴ ποὺ μᾶς ἀποκαλύπτεται, ποὺ καλούμαστε νὰ τὴν ἐνδυθοῦμε, νὰ ἀνταποκριθοῦμε σ’ αὐτὴν μὲ εὐγνωμοσύνη, μία εὐγνωμοσύνη ποὺ θὰ μᾶς μεταμορφώσει σὲ νέους ἀνθρώπους- καὶ νὰ ἀνταποκριθοῦμε ἐπίσης μὲ χαρά! Καὶ μία χαρὰ γεμάτη ἀπὸ δάκρυα σὲ ἀπάντηση τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μία χαρὰ ποὺ εἶναι μία ἀξιόπιστη ἀπάντηση στὴν Θεϊκὴ ἀγάπη. Ἀμήν!

7.

Ἡ χώρα τῶν θαυμάτων

Βαρνάβας Λαμπρόπουλος (Ἀρχιμανδρίτης)

 

Σχετικά πρόσφατα ξαναμεταφέρθηκε στήν μεγάλη ὀθόνη τό κλασικό ἔργο τοῦ Λούις Κάρολ «Ἡ Ἀλίκη στήν χώρα τῶν θαυμάτων». Μιλώντας γιά τήν ταινία ὁ σκηνοθέτης της, Τίμ Μπάρτον, εἶπε ἀνάμεσα στά ἄλλα καί τά ἑξῆς ἐνδιαφέροντα:

«Τό ‘ταξίδι’ τῆς Ἀλίκης εἶναι ἕνα ταξίδι, πού ὅλοι πρέπει νά κάνουμε. Ἡ ‘Χώρα τῶν Θαυμάτων’ βρίσκεται μέσα μας, καί μᾶς περιμένει νά τήν ἀνακαλύψουμε. Πρόκειται γιά ἕνα ταξίδι ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑΣ: ‘Ποιός εἶμαι; Ποῦ πηγαίνω; Τί πραγματικά θέλω;’ Καί σ’ αὐτό τό ταξίδι χρειαζόμαστε ὅλο καί περισσότερο ΦΩΣ! Κανείς δέν μπορεῖ νά παριστάνει ὅτι δῆθεν ὅλα μέσα του εἶναι φωτεινά. Ὅποιος ἰσχυρίζεται κάτι τέτοιο, καί ἐπιμένει, εἶναι ἐπικίνδυνος! Ἀποτελεῖ … κινούμενη ὡρολογιακή βόμβα, πού κάποτε θά ἐκραγῆ!

»Ἀντίθετα, ὅποιος καταλαβαίνει τό σκοτάδι πού κουβαλάει μέσα του, μοῦ φαίνεται πιό ΑΓΝΟΣ καί πιό ΥΓΙΗΣ!…»

* * *

Τήν Δευτέρα Κυριακή τῶν Νηστειῶν γιορτάζουμε τήν μνήμη ἑνός ὄντως ΥΓΙΟΥΣ καί ΑΓΝΟΥ ἀνθρώπου, τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἦταν ἕνα πολύ δυνατό καί κοφτερό μυαλό. Καί τό ἀξιοποίησε, κοπιάζοντας νά ἀποκτήσει τήν πιό συγκροτημένη μόρφωση – γιά τά δεδομένα τῆς ἐποχῆς του. Ἔπαιζε στά δάχτυλα ὅλη τήν κλασσική ἑλληνική γραμματεία. Καί μάλιστα σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε κάποτε σέ μιά φιλοσοφική συζήτηση μπροστά στόν αὐτοκράτορα, ἕνας τόσο μεγάλος σοφός, ὁ Θεόδωρος Μετοχίτης ἐνθουσιάστηκε μέ τήν σοφία τοῦ νεαροῦ τότε Γρηγορίου, καί ξέσπασε μέ τά λόγια: «Ἄν ἦταν ἐδῶ ὁ Ἀριστοτέλης, θά σέ ἐπαινοῦσε καί θά σέ καμάρωνε!»…

Ὅμως, τά μυαλά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου δέν … πῆραν ἀέρα! Ἤξερε ὅτι ἡ κατά κόσμον σοφία, ὅσο μεγάλη κι ἄν εἶναι, ἐλάχιστα φωτίζει τόν ἄνθρωπο, γιά νά βρῆ τό ἀληθινό νόημα τῆς ζωῆς. Χρειάζεται μιά ἄλλη πηγή Φωτός, γιά νά φωτίσει τά ἐσωτερικά μας σκοτάδια. Χρειάζεται τό Ἀληθινό Φῶς τοῦ Χριστοῦ!

Γι’ αὐτό, ὅταν πῆγε νά ἀσκηθῆ στό Ἅγιον Ὄρος, ἡ συνεχής προσευχή του ἦταν: «Κύριε, φώτισόν μου τό σκότος! Φώτισόν μου τό σκότος!» Μέ αὐτή τήν προσευχή του ἀναγνώριζε ὅτι, παρ’ ὅλη τήν τεράστια μόρφωσή του, «κουβαλοῦσε μέσα του σκοτάδι»! Καί διακήρυττε ὅτι:

στήν ἀληθινή αὐτογνωσία, φτάνουμε ΜΟΝΟ μέ τό ΦΩΣ τοῦ Χριστοῦ·

τήν «Χώρα τῶν Θαυμάτων», πού κρύβουμε μέσα μας, μποροῦμε νά τήν ἀνακαλύψουμε ΜΟΝΟ μέ τό ΦΩΣ τοῦ Χριστοῦ·

τό πιό μεγάλο ΘΑΥΜΑ, πού μποροῦμε νά ζήσουμε μέσα μας, εἶναι ὁ ΦΩΤΙΣΜΟΣ τοῦ Χριστοῦ·

τελικά ὁ ἄνθρωπος γίνεται ΑΛΗΘΙΝΟΣ, ΑΓΝΟΣ καί ΥΓΙΗΣ, ὅταν καταλάβει ὅτι δέν εἶναι αὐτόφωτος ἀλλά ΕΤΕΡΟΦΩΤΟΣ!
* * *
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, βέβαια, δέν ἀρκέστηκε σέ ὡραῖες διακηρύξεις καί διαπιστώσεις. Ἔδειξε στήν πράξη, μέ τήν συνεπῆ ἀσκητική του ζωή καί τήν ὑπακοή του στόν Χριστό, ὅτι:

1. χρειάζεται καί τό … δικό μας τό «χεράκι», γιά νά γυρίσει ὁ «διακόπτης» καί νά ἀνάψει τό Φῶς τοῦ Θεοῦ μέσα μας·

2. πρέπει νά μή φοβόμαστε νά ἀνοίξουμε τά «παράθυρα», γιά νά μπῆ μέσα μας τό ΦΩΣ τό ΑΛΗΘΙΝΟ, ὅσο κι ἄν δείξει βρώμικο καί ἀκατάστατο τό «δωμάτιο» τῆς ψυχῆς μας·

3. ἀξίζει νά κουραστοῦμε λιγάκι στό καθάρισμα τοῦ «δωματίου» μας, καί νά συνεχίσουμε μέ τήν διαρκῆ ΜΕΤΑΝΟΙΑ νά τό κρατᾶμε καθαρό, ὥστε νά χαιρόμαστε πάντοτε τό ΦΩΣ τοῦ Χριστοῦ νά πλημμυρίζει τήν ζωή μας.

Μόνον ἔτσι θά ἀπολαμβάνουμε τήν Ἀληθινή Χώρα τῶν Θαυμάτων, πού εἶναι ἡ ΟΛΟΦΩΤΗ ἁγία μας Ἐκκλησία.

8.


ΣΥ ΔΕ Ο ΑΥΤΟΣ ΕΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΤΗ ΣΟΥ ΟΥΚ ΕΚΛΕΙΨΟΥΣΙ

 

 

Σταθερότητα αναζητούμε οι άνθρωποι, τόσο σε πρόσωπα όσο και σε αρχές και αξίες. Παρόλο που μία μερίδα της κοινωνίας θέλει το νέο, το καινοτόμο, το ανανεωτικό, στα βασικά της ζωής, αλλά και όταν κουραζόμαστε από πειραματισμούς, οι οποίοι δεν οδηγούν πουθενά, αναζητούμε από κάπου να πιαστούμε. Είναι στην στόχευση των πολλών η ασφάλεια, η σιγουριά.  Τα ρίσκα δεν τα επιδιώκουμε.

Βεβαίως δεν είμαστε ευχαριστημένοι από τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Συχνά γκρινιάζουμε. Θέλουμε πολλά να αλλάξουν. Δεν θέλουμε όμως να αλλάξουμε εμείς. Κι αυτό γιατί η αλλαγή προϋποθέτει αυτοκριτική. Απόφαση για ανακάτεμα της ζωής μας. Μετάνοια για τα λάθη μας. Έτσι προτιμούμε να αλλάξουν οι άλλοι. Κι όταν χρειάζεται αλλαγές ο κόσμος, συνήθως δε υπολογίζουμε τις συνέπειες των καινοτομιών. Δεν καταλαβαίνουμε ότι μία αλλαγή θέλει κόπο και αίμα, όσος ενθουσιασμός κι αν την συνοδεύει. Διότι οι αλλαγές έρχονται μετά από συγκρούσεις. Και συνήθως δεν είμαστε έτοιμοι να συγκρουστούμε. Έτσι, επιστρέφουμε σε ό,τι θεωρούμε σταθερό.

Αυτό συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Οι άνθρωποι θέλουμε να πατήσουμε πάνω σε σταθερές, οι οποίες έρχονται από το χτες της παράδοσής μας. Κι αυτό διότι φοβόμαστε τις αλλαγές. Κάποτε τον διάλογο με το σήμερα, το σύγχρονο, το μοντέρνο. Βεβαίως είμαστε υποταγμένοι σ’ αυτό και ζούμε μοντέρνα. Από τη άλλη νοσταλγούμε μία εποχή , η οποία μπορεί και να μην υπήρξε στον ρομαντισμό με τον οποίο την αποθεώνουμε, αλλά αισθανόμαστε πιο ασφαλείς που την φανταζόμαστε ότι ήταν όπως θα τη θέλαμε, ίσως όχι όσον αφορά στην ποιότητα ζωής, αλλά αναφορικά με την εκκλησιαστικότητα των ανθρώπων.

Δεν συνειδητοποιούμε όμως ότι τα πάντα στην ζωή μας εξαρτώνται από εμάς τους ίδιους. Δεν υπάρχουν ιδεατές εποχές, ούτε ιδεατοί άνθρωποι. Υπάρχουν όμως αυτοί που προσπαθούν, αυτοί που ζητούν ένα σταθερό σημείο σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο, αλλά και την ίδια στιγμή είναι έτοιμοι, χωρίς να απορρίψουν τον κόσμο, να παλέψουν εντός τους να μοιάσουν του Θεού.

«Συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι», μας λέει ο ψαλμωδός και επαναλαμβάνει ο απόστολος Παύλος (Εβρ. 1, 12). «Εσύ, Κύριε, παραμένεις ο ίδιος και τα χρόνια σου ποτέ δεν θα τελειώσουν».  Ο Θεός είναι η μόνη σταθερά που υπάρχει στον κόσμο μας. Δεν αλλάζει, γιατί είναι Θεός. Ακόμη και η ενανθρώπισή Του, η πρόσληψη δηλαδή της ανθρώπινης φύσης, δεν άλλαξε αυτό που ο Θεός είναι: Αγάπη. Ελευθερία. Δημιουργός και Ανακαινιστής της ύπαρξής μας και του κόσμου μας.  Αυτός που δεν μίλησε απλώς σε μας, αλλά έγινε Ένας από μας. Έπαθε για μας, για να μας αναστήσει. Να ανοίξει τον δρόμο για να μπορούμε να Τον αναγνωρίσουμε.  Και όταν ακολουθούμε τον σταθερό Θεό, τότε έχουμε βρει ό,τι δεν αλλάζει στον μεταβαλλόμενο κόσμο, Αυτόν που μπορούμε να εμπιστευθούμε, να αγαπήσουμε, να μοιραστούμε μαζί Του, να Τον υπακούσουμε και να σωθούμε, να βρούμε δηλαδή νόημα και στην παρούσα και στην αιώνια ζωή.

Δεν αλλάζει   και η διαθήκη του Θεού. Η υπόσχεσή Του δηλαδή ότι θα είναι Θεός μας και εμείς, αν το θέλουμε, λαός Του. Μία υπόσχεση η οποία δόθηκε στον Αβραάμ και ανανεώθηκε για όλους τους λαούς, όπως και για τους ανθρώπους ξεχωριστά, στο πρόσωπο του Ενανθρωπήσαντος Λόγου. Και είναι η διαθήκη η παρηγοριά μας για την ματαιότητα του κόσμου. Για την έξοδό μας από αυτόν. Διότι μέσα από αυτήν την διαθήκη μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα συναντήσουμε τον Αποκαλυφθέντα Θεό. Όπως στον χρόνο Τον συναντούμε στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας και στο πρόσωπο του πλησίον μας, δηλαδή στον τρόπο της Εκκλησίας, έτσι και στην αιωνιότητα θα Τον συναντήσουμε ενώπιος ενωπίω. Θα λάβουμε φως από Αυτόν. Θα αφήσουμε πίσω κάθε αποτυχία μας, κάθε αμαρτία μας και θα συμπορευθούμε στην οδό της Βασιλείας των ουρανών, όχι ως οραματιστές κάποιου στοιχείου που α έρθει, αλλά ως έμπειροι γνώστες και συμμέτοχοι σε μία κοινωνία φωτός, την οποία κανείς δεν θα μπορεί να αφαιρέσει από εμάς.

Δεν αλλάζει η υπόσχεση του Χριστού ότι θα είναι μαζί μας «πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ.  28, 20). Αρκεί να διδάξουμε και να διδαχθούμε τις εντολές Του. Την αγάπη Του. Τι ζητά από εμάς. Και Εκείνος θα είναι Αυτός που θα μας δίδει νόημα. Για να μην νικηθούμε από την μοναξιά και το σκοτάδι του θανάτου.

Δεν αλλάζει και ο τρόπος του Θεού έναντι του κόσμου. Ο Χριστός δεν ήρθε για να μας απομονώσει από τον κόσμο, να μας διδάξει να είμαστε σε έναν δικό μας κόσμο, αλλά ήρθε για να μας προφυλάξει από το πνεύμα του κακού και της πονηρίας. Από το αίσθημα ότι μπορούμε χωρίς Θεό να προχωρήσουμε. Δεν μας απαγόρευσε να συζητούμε με τον κόσμο. Μας ζήτησε όμως να μην έχουμε εμπιστοσύνη στην αυτάρκειά του, στην προοδευτικότητα που δε ζητά την αλλαγή από αγάπη, αλλά από την εγωιστική καινοτομία, χάριν του επαίνου των ανθρώπων.

Ο Θεός είναι Αυτός που δεν αλλάζει. Ούτε νικιέται από τον χρόνο, ούτε προσαρμόζεται η αλήθεια της Παρουσίας του στους καιρούς μας, διότι τα έτη του ουδέποτε θα εκλείψουν. Εμείς ζητούμε αλλαγές στον κόσμο. Ας ξεκινήσουμε από την μεγάλη αλλαγή που έχει να κάνει με την αποδοχή της παρουσίας, της διαθήκης, της υπέρβασης του κακού που ο Θεός μας προσφέρει. Και ο καθένας από εμάς ας αδράξει την ευκαιρία να προσαρμόσει τον εαυτό του στα ζητούμενα του Θεού. Στην αγάπη. Την ελευθερία. Την αλήθεια. Ό,τι μας λείπει για να μπορέσει μετά να αλλάξει όντως ο κόσμος!

 

Κέρκυρα, 4 Μαρτίου 2018

 

π.Θεμιστοκλής Μουρτζανός