Πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 2 Νοεμβρίου 2017, στα πλαίσια του εορτασμού των εν Λαρίση Αγίων, η έκτη κατά σειρά, επιστημονική ημερίδα Λαρισαϊκών Αγιολογικών Σπουδών, που διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολη Λαρίσης και Τυρνάβου στη φιλόξενο αμφιθέατρο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Λάρισας.
Η ημερίδα ξεκίνησε με προσευχή προς τους αγίους της Λάρισας και καλοσώρισμα των συμμετεχόντων από τον Πρωτοσύγκελλο της Ι. Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου Αρχιμ. π. Αχίλλιο Τσούτσουρα. Η ημερίδα ήταν αφιερωμένη στους Νεομάρτυρες της Μητροπόλεως Λαρίσης και στην τοπική ιστορία κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Η πρώτη εισήγηση του κ. Κώστα Σπανού, δασκάλου-εκδότη του Θεσσαλικού Ημερολογίου με τίτλο: «Πληροφορίες για έξι μητροπολίτες της Λάρισας (1601-1662)» επικεντρώθηκε στην παρουσίαση διάφορων πληροφορίων τις οποίες ο εισηγητής σταχυολόγησε σε ποικίλα έγγραφα και αφορούν στους μητροπολίτες της Λάρισας, Θεωνά (1601-1603), Λεόντιο (1604-1609;), Τιμόθεο (1609-1617), Γρηγόριο (1620-1643), Παΐσιο (1645-1652) και Διονύσιο Γ΄ Βαρδαλή (1652-1662). Με αφορμή τους έξι μητροπολίτες ο εισηγητής έκανε και ενδιαφέρουσες προεκτάσεις στην ιστορία της πόλης κατά την περίοδο αυτή.
Η πρώτη συνεδρία έκλεισε με την ανακοίνωση του κ. Αλέξανδρου Γρηγορίου, διακεκριμένου επιστήμονος-ερευνητού με θέμα: «Οθωμανοί δωρητές και ευεργέτες των χριστιανικών ναών της Θεσσαλίας, 1430-1923. Μέρος Α: Εκκλησιαστική Περιφέρεια της Λάρισας».
Ο κ. Γρηγορίου τόνισε μεταξύ άλλων ότι η περίοδος της Τουρκοκρατίας στη Θεσσαλία (1423-1881) αλλά και η περίοδος από την απελευθέρωσή της (1881) μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών (1923) υποκρύπτει μία πτυχή, σχεδόν άγνωστη στην τοπική ιστοριογραφία. Ενάρετοι Οθωμανοί υπήκοοι, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα με τις ευεργεσίες και τις δωρεές τους σε ιερούς ναούς και άλλα ευαγή ιδρύματα, ανέδειξαν τις διαχρονικές αξίες της φιλανθρωπίας, της αγάπης, της φιλοτιμίας και της αλληλεγγύης. Ειδικά στην Λάρισα και στα χωριά που υπάγονται στην εκκλησιαστική περιφέρειά της, έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν Οθωμανοί οι οποίοι προσέφεραν μέρος της περιουσίας τους για τους παραπάνω σκοπούς: Τουραχάν βέης (1423), Πεϊράμ αγάς (1814), Χουσνή πασάς (1856), Ρεσίτ πασάς (1857), Χαλίλ βέης Φράσαρης (1858), Γκαλήπ εφένδης (1882), Σαΐτ Αλή Μαχαίρας (1883), Μεχμέτ Ραΐφ Αβδουλάχ (1886), Χασάν εφένδης Ετέμ αγάς (1887) και Φεϊμή εφένδης Ιμπραήμ (1892). Οι δωρεές των προαναφερθέντων προς την Εκκλησία έχουν γίνει γνωστές είτε από την προφορική παράδοση, είτε έχουν καταγραφεί σε κώδικες, σε συμβολαιογραφικά έγγραφα ή στον Τύπο της εποχής. Ασφαλώς υπάρχουν και άλλοι που οι πράξεις τους λησμονήθηκαν, αποσιωπήθηκαν, η «χάθηκαν» εσκεμμένα από την Ιστορία. Ο κ. Γρηγορίου παρουσίασε τους Οθωμανούς δωρητές των Ιερών Ναών που υπάγονται στην Εκκλησιαστική περιφέρεια της Λάρισας. Η μελέτη αποτελεί μία πρώτη καταγραφή και ενδέχεται να συμπληρωθεί, να τροποποιηθεί ή να αναθεωρηθεί στο μέλλον από άλλους ερευνητές.
Στο β΄ μέρος της ημερίδας η κ. Παρασκευή Παπαδημητρίου, Θεολόγος-Δρ. Βυζαντινής Τέχνης της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. μίλησε με θέμα «Η εικονογραφία του Οσιομάρτυρα Γεδεών του Καρακαλληνού».
Η κ. Παπαδημητρίου επισήμανε το γεγονός πως για την εικονογραφία του Οσιομάρτυρα Γεδεών δεν έχει συνταχθεί καμία μελέτη. Εικονογραφικές αναφορές παρέχει ο Γεώργιος Φουστέρης, οι οποίες εστιάζουν στις εικόνες που βρίσκονται στη μονή Καρακάλλου.
Οι ίδιες εικόνες του Aγίου, επαναλαμβανόμενα παρατίθενται, ως είθισται, στα προαναφερόμενα αγιολογικά κείμενα, χωρίς ασφαλώς να μελετώνται. Την παρούσα έρευνα της κ. Παπαδημητρίου απασχόλησαν πρώιμες απεικονίσεις του αγίου από τον 19ο αιώνα, αποφεύγοντας την αναφορά σε αυτές του 20ου αιώνα, οι οποίες είναι πλέον αρκετές.
Έτσι γίνεται μια καταγραφή και μελέτη των απεικονίσεων του Aγίου, τόσο σε τοιχογραφίες, όσο και σε εικόνες, δημοσιευμένες και αδημοσίευτες, οι οποίες καλύπτουν γεωγραφικά, κυρίως την περιοχή του Αγίου Όρους και της Θεσσαλίας, περιοχών όπου έδρασε και μαρτύρησε ο Άγιος.
Η μελέτη των παραπάνω φανερώνει ότι η απεικόνιση του νεομάρτυρα Γεδεών συντελείται λίγα χρόνια μετά το μαρτύριό του.
Αυτό αποδεικνύει ότι άμεσα καθιερώθηκε στην κοινή συνείδηση των πιστών και η φήμη του μαρτυρίου του εξαπλώθηκε αποκτώντας γενικότερη σημασία και νόημα.
Από την άλλη, όπως φαίνεται ότι συμβαίνει με όλους τους νεομάρτυρες, η διάδοση της τιμής τους, αρχικά τουλάχιστον, έχει τοπική εμβέλεια και μόνο στους κατοπινούς χρόνους μπορεί να διαπιστωθεί το εύρος που μπορεί να παρουσιάσει. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο χαρακτηρίζουμε τους Νεομάρτυρες και ως τοπικούς Αγίους.
Τέλος, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος μίλησε με θέμα: «Ο μέγας ιεραπόστολος, ισαπόστολος, εθναπόστολος και ιερομάρτυς Κόσμας ο Αιτωλός. Το πέρασμά του από τη Θεσσαλία».
Αρχικά, ο κ. Ιουστίνος αναφέρθηκε στον Βίο του αγίου Κοσμά και με ιδιαίτερη αναφορά στη μαθητεία του στην Αθωνιάδα Σχολή, στην εγκαταβίωσή του στην Ι. Μ. Φιλοθέου Αγίου Όρους και στην άδεια και ευλογία που δέχθηκε από δύο Οικουμενικούς Πατριάρχες, τον Σεραφείμ τον Β΄ και τον Σωφρόνιο τον Β΄, να ξεκινήσει την ιεραποστολική του πορεία στην σκλαβωμένη Ελλάδα και στον μαρτυρικό του θάνατο. Κατά τη διάρκεια των περιοδειών του δίδασκε τους σκλαβωμένους κατά τέτοιον τρόπο που ομοιάζει με τα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα διδασκαλίας, αφού συνδιαλεγόταν με τον λαό και δεν δρούσε ως αυθεντία.
Προστάτευσε επίσης τις γυναίκες από τη σεξουαλική κακοποίηση των αγάδων και μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο κινούμενος τις μοίραζε μαντήλια ως μέσο προστασίας από τη μανία των Οθωμανών. Ενδιαφερόμενος για τη παιδεία του σκλαβωμένου γένους ίδρυσε 20 ανώτερα σχολεία, 210 ελληνκά και 1100 κατώτερα.
Στη συνέχεια σκιαγράφησε την ιεραποστολική πορεία του Κοσμά του Αιτωλού σε όλη την ελληνική επικράτεια (Θεσσαλία, Θράκη, Πίνδος, Φλώρινα, Πάρος, Νάξος, Μύκονος, Γρεβενά, Καστοριά και πλήθος άλλων τόπων) και τη συμβολή του στη διατήρηση της ελληνικότητας και της ορθοδοξίας στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Το 1765 βρέθηκε στη Θεσσαλία και επισκέφθηκε μεταξύ άλλων το Τρίκερι, το Προμύρι, τις Μηλιές, την Αγιά, το Μεταξοχώρι, την Μελιβοία και τη Λάρισα. Στη Λάρισα αντιμετώπισε τη δυσπιστία των κοτζαμπάσηδων οι οποίοι συνεργάζονταν με τους Τούρκους.
Γι’ αυτό κι έφυγε σύντομα από τη Λάρισα με προορισμό τον Τύρναβο. Άλλοι σταθμοί της περιοδείας του ήταν η Ραψάνη, ο Πυργετός και τα Αμπελάκια. Με τα κηρύγματά του αφύπνισε τους Έλληνες και προετοίμασε το έδαφος για να πέσει σε γόνιμο έδαφος ο σπόρος της Επανάστασης.
Ακολούθησε μικρή ενδιαφέρουσα συζήτηση μεταξύ ομιλητών και ακροατηρίου. Την ημερίδα έκλεισε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Ιγνάτιος.
Ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε τους ομιλητές και το πολυπληθές ακροατήριο, για την αδιάλειπτη παρουσία τους στις ημερίδες που οργανώνει η Μητρόπολη Λαρίσης και το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανάδειξη οποιωνδήποτε νέων στοιχείων σχετικά με τους τοπικούς αγίους και γενικότερα με την ιστορία της Μητροπόλεως και της επαρχίας της.
Η Ι. Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου, τόνισε μεταξύ άλλων, θα είναι αρωγός σε κάθε επιστήμονα που επιθυμεί να συμβάλλει στην έρευνα σχετικά με την τοπική αγιολογία. Ευχήθηκε δε σε όλους τους παρισταμένους οι Άγιοί της Λάρισας να τους ενδυναμώνουν και να τους στηρίζουν στον καθημερινό τους αγώνα, ειδικά στις δύσκολες αυτές μέρες για την πατρίδα μας.
Την εκδήλωση συντόνισαν ο Πρωτοσύγκελος της Ι. Μ. Λαρίσης και Τυρνάβου π. Αχίλλιος Τσούτσουρας και ο κ. Χαράλαμπος Στεργιούλης, δρ. Βυζαντινής Φιλολογίας του Α.Π.Θ.
Την ημερίδα τίμησαν με την παρουσία του ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Τρίκκης και Σταγών κ. Χρυσόστομος, ιερείς της Μητροπόλεως και πλήθος κόσμου.