«Δεδοξασμένα έλαλήθη περί σου η Πόλις του Θεού» μας έψαλλε ο Προφήτης και Βασιλέας Δαβίδ διά του Αγίου Πνεύματος. Πραγματικά φανερώνοντας, Πόλη του Μεγάλου Βασιλέα, εκείνη για την οποία ειπώθηκαν πολλά λαμπρά, έπαινοι και ύμνοι.
Μα ποια άραγε να είναι αυτή η Πόλη; Μου φαίνεται να το λέει αυτό ο θείος Δαβίδ σαφέστατα και αναμφίβολα γι’ αυτήν την πραγματικά εκλεγμένη και ανώτερη από όλες τις άλλες· όχι ότι είναι υπερτέρα οικοδομημάτων, αλλ’ ούτε ψηλότερη από τους πιο ψηλούς λόφους και όρη της γης. Είναι ψηλότερη λόγω των μεγάλων ενθέων αρετών και υπερέχει στην καθαρότητα αυτή η υπέραγνη και υπεράμωμη Θεοτόκος. Σ’ αυτήν κατοίκησε ο Βασιλεύς των βασιλευόντων και Κύριος των κυριευόντων καλύτερα δε θα λέγαμε, σύμφωνα με τον θείον Απόστολο, ότι κατοίκησε σ’ αυτήν όλο «το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς».
Η Δέσποινα Θεοτόκος είναι η πραγματικά δοξασμένη πόλη του Θεού. Αυτή είναι η νοητή Σιών. Γι’ αυτήν νομίζω μίλησε προφητικά ο Δαβίδ. Εάν δε κάποιος θελήσει να ονομάσει και το ναό της δοξασμένη πόλη δεν θα ήταν μακριά από την αλήθεια. Εάν διασώζονται στη μνήμη των πολλών και για πολύ χρόνο τα ονόματα αυτών που είναι χαραγμένα πάνω στις πλάκες των τάφων και εάν υψώνονται στήλες και μνημεία μέχρι σήμερα γι’ ανθρώπους, που δεν είναι δίκαιο ούτε τα ονόματά τους να προφέρουμε, αν και υπάρχει η φήμη τους ανάμεσα στους αφελέστερους τί πρέπει να πούμε για τη δοξασμένη από τον Θεό και Πανύμνητη Κόρη, την Πανάχραντη και Παναμώμητη Θεοτόκο;
Διότι αν αυτή υπήρξε έμψυχη πόλη του βασιλέα Χριστού, δίκαια και ο πανάγιος ναός της που εορτάζομε τα εγκαίνια και την κατάθεση της Τιμίας Ζώνης της σήμερα, είναι και ονομάζεται και αυτός πόλη δοξασμένη του Θεού. Πόλη, η οποία δεν καταγράφει τα ονόματα των υπηκόων της που ανήκουν σε βασιλέα θνητό και επίγειο, αλλά στον ουράνιο Βασιλέα, ο οποίος τους παραπέμπει στην αιώνια ζωή και χαρίζει σε όσους τον ακολουθούν, τη Βασιλείαν Του.
Τίμιοι και ευσεβείς ακροατές, όταν ακούτε για τα σημερινά εγκαίνια μη πηγαίνει το μυαλό σας σε νεόκτιστες οικοδομές και κατασκευές χτισμάτων που μόλις τελείωσαν, άλλα στα πνευματικά εγκαίνια, κατά τα οποία ο εσωτερικός μας άνθρωπος, βγάζει το παλαιό και σχισμένο ένδυμα της αμαρτίας φορώντας το καινούριο ένδυμα της ευσέβειας και ζει τη νέα ζωή του Χριστού. Με αυτά τα εγκαίνια χαίρεται και η Πανάμωμη Θεοτόκος. Έχοντας τις κατάλληλες αρετές και ζώντας τη νέα κατά Θεό ζωή ας εντρυφήσουμε με καθαρότητα στα καθαρά εγκαίνια της καθαρής και Αγνής. Και σαν να βρίσκεται παρούσα ας πλησιάσουμε στο σεβάσμιο ναό της βάζοντας σε τάξη όλα τα νοήματα και τις πράξεις μας και όλα να τα μεταβάλλομε προς το καλύτερο. Να μη κάνομε κάτι ανάξιο της ημέρας των εγκαινίων, όπως λέγει η Γραφή, ούτε στο περπάτημά μας, ούτε στο γέλιο μας· αλλά ούτε ο στολισμός των ενδυμάτων να δείχνει απρέπεια. Και τί λέγω; Όχι μόνον αυτά αλλά και αυτές τις σκέψεις μας ας τακτοποιήσουμε. Σε όλα αυτά ας προπορεύεται η ελεημοσύνη, με την οποίαν ο Θεός ευαρεστείται και αναπαύεται, ώστε να εορτάσουμε ανανεωμένοι στη ψυχή και το σώμα την ημέρα των εγκαινίων του Ναού της Παναχράντου κατά σάρκα Μητέρας του Θεού ημών.
Εορτάζεται λοιπόν από εμάς σήμερα η Κατάθεση και προσκύνηση της Τιμίας Ζώνης της Δέσποινάς μας Θεοτόκου. Της Ζώνης εκείνης, που τύλιξε το πανάγιο σώμα και σκέπασε αυτόν τον κρυπτόμενο Θεό στην κοιλιά της. Της Ζώνης εκείνης, που ωραία και σεμνά στόλιζε την κιβωτόν του Θεού, δηλαδή την Μαρία. Εκείνης της Ζώνης, η οποία πολλές φορές βρεχόταν από τις καθαρές σταλαγματιές του γάλακτος της Πανάχραντης Θεοτόκου. Και κανένας από τους μεμψίμοιρους ας μη θεωρήσει ανάρμοστο που θα μιλήσουμε και θα υμνήσουμε τα άψυχα, όπως είναι η Τιμία Ζώνη, σαν έμψυχα.
Όταν κάποιο αγγείο έλθει για λίγο σε επαφή με ευωδιαστό μύρο και όταν ακόμη αδειάσει, ξέρουμε ότι κρατά την ευωδία για πολύ καιρό. Τί θα μπορούσε να πει κάποιος για τη Ζώνη, που περιτύλιγε το καθαρώτατο και παναμώμητο σώμα της Θεοτόκου, που ήταν πραγματικά ακένωτο και θείο μύρο; Δεν θα διατηρούσε αιωνίως την ευωδία των ιαμάτων και θα γέμιζε με αυτήν όσους θα την πλησίαζαν με πίστη και πόθο; Όχι ευωδία γάλακτος, αλλά ευωδία θεία και πανσεβάσμια· ευωδία που γρήγορα απομακρύνει τα πάθη της ψυχής και του σώματος. Και αν το άψυχο αγγείο, όπως είπαμε, που ήλθε σε επαφή με το άψυχο μύρο, παίρνει από την ποιότητά του, τι θα πούμε, για τη Ζώνη, που ακούμπησε την έμψυχη κατοικία του Θεού Λόγου, δηλαδή τη Θεοτόκο; Δεν πρέπει να τρέξουμε; Δεν πρέπει να προσκυνήσουμε; Δεν πρέπει να ζητήσουμε απ’ αυτήν την ολοκληρωτική κάθαρση της ψυχής και του σώματος; Δεν πρέπει να μιλήσουμε μαζί της σαν να είναι ζωντανή και να της προσφέρουμε δοξολογικούς ύμνους; Αυτό ας κάνουμε τώρα.
Ω Ζώνη, που περιέζωσες την Πηγήν της ζωής και παρέχεις αιώνια ζωή σ’ όσους σε τιμούν.
Ω Ζώνη, που πάντοτε χαρίζεις σ’ όσους προσέρχονταν σε σένα τη νέκρωση των παθών, ανδρεία και δύναμη για την πραγματοποίηση των αρετών.
Ω Ζώνη, που αναστέλλεις και δυναμώνεις την ασθένεια της φύσεώς μας και εμποδίζεις τους αοράτους και ορατούς εχθρούς μας. Και δεν είναι άξιον θαυμασμού. Διότι όταν δοξάζεται η Μητέρα και ο Υιός που την αγαπά χαίρεται. Αλλά υπακούοντας στο νόμο της φύσεως, αν και τα πράγματα είναι υπερφυσικά, στη Μητέρα θα αφιερώσουμε το εγκώμιο. Και δεν θα το απορρίψει ο υπεράγαθος Κύριος. Γιατί όπως αληθινά θέλησε να γεννηθεί ως άνθρωπος από αυτήν και δέχθηκε να ονομάζεται Υιός της θα δεχθεί ο πολυεύσπλαχνος την ανθρώπινη τόλμην του εγκωμίου.
Ω Ζώνη σεπτή, δώσε τον αγιασμό, τη θεραπεία, τη συγχώρηση, την υγεία σε μας που ήλθαμε με πίστη και πόθο να προσκυνήσουμε τον σεβάσμιο ναό σου.
Ω Ζώνη σεπτή, που περικυκλώνεις και φρουρείς τη πόλη και τον λαό σου και τον διασώζεις από κάθε βαρβαρική επιδρομή.
Ω Ζώνη τιμία, που περιτύλιξες τον Θεόν Λόγον, που βρισκόταν στη κοιλία της Παρθένου, και που απ’ εκεί γέμισε με την ευλογία των ιαμάτων, που τώρα σκορπίζονται σε μας.
Ω Ζώνη φαιδρά, που πλησίασες με σεβασμό το υπέρσεμνο σώμα της άφθαρτης Μητέρας του Θεού, και από εκεί ντύθηκες την αφθαρσία αν και παρέμεινες άφθαρτη, όπως φανερώνει ο αληθινός λόγος που έφθασε μέχρι σε μας.
Αλλά γιατί επιχειρούμε κάτι που δεν μπορούμε και βιαζόμαστε να πετύχουμε το ακατόρθωτο, δηλαδή προσπαθούμε να την τιμήσουμε με λόγια άξια, πράγμα το οποίο είναι αδύνατο και στους αγγέλους; Αλλ’ ω Τιμία Ζώνη της υπερτίμου Μητέρας του Θεού μας, περίζωσέ μας με αλήθεια, δικαιοσύνη, και πραότητα. Κάνε μας κληρονόμους της αιώνιας και μακαρίας ζωής και διατήρησε την πρόσκαιρη ζωή μας μακριά από τις επιθέσεις των ορατών και αοράτων εχθρών. Διαφύλαξε σταθερή και ειρηνική την πίστη· ω Πανάχραντε Ζώνη της Παναχράντου, την κληρονομιάν σου, το όρος αυτό το Άγιον και σεπτό, την Ιερά σου και περίβλεπτη αυτή Μονή και όλον το λαό σου, διάσωζε με σωστή πίστη, σώους στην κατά Θεόν πολιτείαν, αβλαβείς από κάθε πειρασμό· και είθε να σε έχουμε δύναμη και βοήθεια, τείχος και προπύργιο, λιμάνι και σωτήρια καταφυγή.
Συ δε, Πάναγνε και Πανάγαθη και Πολυεύσπλαγχνη Δέσποινα, η παραμυθία των Χριστιανών, η θερμή παρηγοριά των θλιβομένων, το έτοιμο καταφύγιο των αμαρτωλών, μη μας εγκαταλείπεις ορφανούς χωρίς τη θεία σου βοήθεια. Γιατί αν εσύ μας εγκαταλείψεις πού άραγε θα προστρέξουμε; Και τότε τί θα γίνουμε, ω Παναγία Θεοτόκε, σι που είσαι η πνοή και ζωή των Χριστιανών; Όπως το σώμα μας έχει την αναπνοή ως απόδειξη της ζωής, έτσι και το πανάγιον όνομά σου προφερόμενο συνεχώς από τους δούλους σου κάθε στιγμή, σε κάθε τόπο και με κάθε τρόπο, δεν θα είναι μόνο απόδειξη, αλλά θα προκαλεί τη ζωή και τη χαρά και τη βοήθεια. Σκέπασέ μας με τα φτερά της αγαθότητάς σου. Φρούρησέ μας με τις μεσιτείες σου. Δώσε μας την αιώνια ζωή, σι που είσαι η μόνιμη και αδιάψευστη ελπίδα των Χριστιανών. Διότι εμείς που είμαστε φτωχοί στα θεία έργα και τους τρόπους, βλέποντας τον πλούτο της καλωσύνης που μας έδωσες θα πούμε: «Του ελέους Κυρίου πλήρης η γη» δηλαδή, όλη η γη είναι γεμάτη από το έλεος του Κυρίου. Εμείς που λόγω του πλήθους των αμαρτιών μας φύγαμε μακριά από τον Θεό, τον ζητήσαμε και τον βρήκαμε με τη βοήθειά σου. Και αφού τον βρήκαμε σωθήκαμε. Επειδή είναι δυνατή για τη σωτηρία η βοήθειά σου, Θεοτόκε, γι’ αυτό και δεν χρειάζεται κανένας άλλος μεσίτης προς τον Θεόν. Αυτό το γνωρίζουμε και εμείς αλλά και η πείρα μας δίδαξε. Σ’ αυτά που πολλές φορές ζητήσαμε από σένα, που είσαι γρήγορη βοήθεια, παίρνουμε σαν απάντηση τις πλούσιες δωρεές σου. Και τώρα προσφεύγουμε σε σένα, ο δικός σου λαός, η δική σου κληρονομιά, το δικό σου ποίμνιο, δηλ. οι χριστιανοί, που φέρουν τιμητικά το όνομα του Υιού σου. Πράγματι δεν έχει τέλος το μεγαλείο σου. Δεν υπάρχει χορτασμός της βοήθειάς σου. Είναι αναρίθμητες οι ευεργεσίες σου. Κανένας δεν σώζεται παρά μόνο με τη βοήθειά σου Παναγία. Κανένας δεν λυτρώνεται από τα βάσανα παρά μόνο από σένα Πανάμωμε. Κανένας δεν παίρνει δωρεάν τη συγχώρηση παρά μόνο από σένα Πάνσεμνε. Ποιός δεν θα σε μακαρίσει για όλα αυτά; Ποιός δεν θα σε δοξάσει; Όχι όπως σου αξίζει, αλλά με μεγάλη προθυμία. Εσένα που είσαι δοξασμένη, που είσαι γεμάτη μακαριότητα, που σου έδωσε μεγαλεία ο Υιός σου και Θεός σπουδαία και αξιοθαύμαστα, που γι’ αυτά όλες οι γενεές των ανθρώπων θα σε υμνούν και θα σε μακαρίζουν.
Ποιος άλλος μετά τον Υιό σου φροντίζει το ανθρώπινο γένος όπως εσύ; Ή ποιος με τέτοιο τρόπο μετέχει στις δικές μας θλίψεις; Ποιος με τόση ταχύτητα μας απαλλάσσει από τους επερχόμενους πειρασμούς; Ποιος τόσο πολύ ακούει τις ικεσίες και υπερασπίζεται τους αμαρτωλούς; Ποιος υποστηρίζει τόσο πολύ τους αδιόρθωτους; Επειδή εσύ έχεις μητρική παρρησία και δύναμη προς τον Υιό σου, εμάς τους καταδικασμένους λόγω των αμαρτιών μας, που δεν τολμούμε να κοιτάξουμε προς το ύψος του ουρανού, με τις προσευχές και τις μεσιτείες σου, και μας σώζεις και μας λυτρώνεις από την αιώνια κόλαση. Γι’ αυτό ο θλιμμένος προς Σε καταφεύγει, ο αδικημένος τρέχει Σε σένα· όποιος πιέζεται από συμφορές ζητά τη βοήθειά Σου. Ό,τι είναι δικό σου δεν το χωράει ανθρώπινος νους.
Όλα είναι υπερφυσικά, όλα είναι πάνω από την ανθρώπινη λογική και δύναμη γι’ αυτό και η προστασία σου είναι ακατάληπτη. Γιατί τους απομακρυσμένους, τους διωγμένους, τους κατατρεγμένους συμφιλίωσες με τον Υιό σου και τους έκανες υιούς και κληρονόμους. Συ σ’ αυτούς που πνίγονται καθημερινά από τις αμαρτίες, απλώνεις χέρια βοηθείας και τους σώζεις από την τρικυμία. Συ τις επιθέσεις του πονηρού εναντίον των δούλων σου απομακρύνεις και τους σώζεις μόνο με την επίκληση του ονόματός Σου. Συ Πανάμωμε όσους σε επικαλούνται τους γλυτώνεις από κάθε ανάγκη και πειρασμό. Γι’ αυτό με πόθο προστρέχουμε στο ναό σου και βρισκόμενοι σ’ αυτόν νομίζουμε ότι είμαστε στον ουρανό. Μέσα σ’ αυτόν όταν σε δοξολογούμε, νομίζουμε ότι σε ανυμνούμε μαζί με τους αγγέλους.
Ποιο άλλο γένος ανθρώπων εκτός από τους χριστιανούς απόλαυσε τόσο μεγάλη δόξα, κέρδισε τόσο μεγάλη βοήθεια και τόσο μεγάλη προστασία; Ποιος κοιτάζοντας με πίστη την Τιμία σου Ζώνη, Θεοτόκε δεν γεμίζει αμέσως με χαρά και ευχαρίστηση; Ποιος που με πόθο την προσκύνησε έφυγε χωρίς απάντηση στο αίτημά του; Ποιος βλέποντας την εικόνα σου δεν ξέχασε αμέσως κάθε θλίψη του; Όσοι δε προσέρχονται στον σεπτό ναό σου στον οποίον θέλησες να βρίσκεται η Τιμία σου Ζώνη, που την κατάθεσή της σήμερα εορτάζουμε, δεν μπορούμε να περιγράψουμε τη μεγάλη χαρά, την ευφροσύνη και την απόλαυση που αξιώνονται.
Αλλ’ ω Θεοτόκε, συ είσαι η στάμνα, από την οποία ήπιαμε το δροσιστικό μάννα όλοι οι ταλαιπωρημένοι από τα δεινά! Θεοτόκε, συ είσαι η τράπεζα, από την οποία χορτάσαμε με τον άρτον της ζωής όλοι οι πεινασμένοι. Ω Θεοτόκε, συ είσαι η λυχνία, από την οποίαν όσοι καθόμασταν στο σκοτάδι γεμίσαμε από το μεγάλο φως! Συ Θεοτόκε έχεις από τον Θεόν τον έπαινο που σου αξίζει και σου αρμόζει. Μην απορρίψεις και τον δικό μας ανάξιο έπαινο, τον οποίον όμως με πόθο σου προσφέρουμε. Μην αποστραφείς τον ικετευτικό λόγο που προέρχεται από ανάξια χείλη. Αλλά, Θεοδόξαστε, αφού υπολογίσεις τον πόθο δώσε μας την συγχώρηση των αμαρτιών, την απόλαυση της αιώνιας ζωής και τη λύτρωση από κάθε βλάβη.
Κοίταξε Θεοτόκε, από το άγιο κατοικητήριό σου τον λαό σου, που σε θεωρεί Κυρία και προστάτιδα και Δέσποινα, που μαζεύτηκε για να σε υμνήσει ολόψυχα και αφού ρίξεις το θειο σου βλέμμα απάλλαξέ τον από κάθε συμφορά και θλίψη, κάθε ασθένεια και βλάβη και γλύτωνέ τον από κάθε πειρασμό. Γέμισέ τον με κάθε χαρά, θεραπεία και χάρη. Και κατά την έλευση του Υιού σου, του φιλάνθρωπου Θεού μας, όταν πρόκειται όλοι να κριθούμε, με την ισχυρή δύναμή σου, και την παρρησία που έχεις ως Μητέρα, γλύτωσέ μας από την αιώνια κόλαση και αξίωσέ μας να κερδίσουμε τα αιώνια αγαθά με τη Χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, που γεννήθηκε από σένα, στον Οποίον ανήκει η δόξα και η δύναμη τώρα και στους ατελεύτητους αιώνες. Αμήν.
(Απόδοση στη νεοελληνική: Αλέξανδρος Χριστοδούλου, Θεολόγος)