1.

Η ΜΥΡΟΦΟΡΟΣ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΜΑΡΙΑ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου δασκάλου

Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΗΣ: Πατρίδα της ήταν τα Μάγδαλα της Γαλιλαίας, και γι’ αυτό ονομάσθηκε Μαγδαληνή. Μετά τον θάνατο των ευσεβών και πλουσίων γονέων της, ακολούθησε ζωή μελέτης και προσευχής, απορρίπτοντας καλοπέραση και ηδονές. Μοίραζε από τα υπάρχοντά της στους φτωχούς. Διάλεξε το δρόμο της αγνείας, αποφεύγοντας τις πολλές συναναστροφές. Την ενάρετη Μαγδαληνή φθονησε ο Διάβολος, στέλνοντας επτά πονηρά πνεύματα που την κυρίευσαν. Από αυτά τα τα πνεύματα ο Κύριος τη θεράπευσε, όταν εκείνη Τον πλησίασε με θερμή πίστη (Λουκ η΄1-3). Ο Θεοφάνης Κεραμεύς και ο Θεοφύλακτος Βουλγαρίας γράφουν ότι η Μαρία δεν είχε επτά δαίμονες, αλλά οι ενέργειες των δαιμόνων λέγονται δαίμονες. Η Μαγδαληνή συναισθανόμενη την ευεργεσία του Κυρίου, πίστεψε ότι Αυτός είναι ο Υιός του Θεού και τον ακολουθούσε αφοσιωμένα, υπηρετώντας Αυτόν και τους μαθητές Του. Την περιουσία της, τη διέθεσε στην διακονία Κυρίου και Μαθητών.

Η ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ: Είναι βλασφημία εναντίον της αγίας Μαγδαληνής η ταύτισή της με την αμαρτωλή του Ευαγγελίου, που στο σπίτι του Φαρισαίου άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρο. Η παρερμηνεία οφείλεται σε συγγραφείς, και εκκλησιαστικούς, που ταύτισαν την Μαγδαληνή με εκείνη την αμαρτωλή, που έπλυνε τα πόδια του Κυρίου, δείχνοντας συντριβή και μετάνοιά για τις αμαρτίες της. Γι’ αυτήν μιλά ο Ευαγγελιστής ανώνυμα: «Και γυνή ήτις ην αμαρτωλός εν τη πόλει». Στο επόμενο κεφάλαιο ομιλεί για την αγία Μαγδαληνή και αναφέρεται στην θεραπεία της από τον Ιησού, κάνοντας σαφή διαχωρισμό των δύο γυναικών. Το όνομα της αμαρτωλής δεν αναγράφεται στα ιερά Ευαγγέλια. Η αγία Μαγδαληνή αναφέρεται πάλι ονομαστικά μετά την θεραπεία της, ως μαθήτρια του Κυρίου, ακόλουθος της Θεοτόκου, Διακόνισσα των Αποστόλων και πρώτη Μυροφόρος. Στην Υμνολογία γίνεται ξεκάθαρα διάκριση μεταξύ των γυναικών αυτών: Της μεταμελημένης πόρνης που άλειψε μύρα τον Κύριο, της οποίας «μνείαν ποιείσθαι» την Μεγάλη Τετάρτη, και της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής ως Μυροφόρου και Ευαγγελιστρίας, της Αναστάσεως. Η πλάνη προήλθε από την παπική Δύση, που ακολούθησαν διάφοροι συγγραφείς και σεναριογράφοι από τον Καζαντζάκη μέχρι τον Νταν Μπράουν.

Η ΑΝΔΡΕΙΑ ΤΗΣ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗΣ: Η Μαγδαληνή, όταν οι μαθητές κρύφτηκαν, παρέμεινε κοντά Του, και κάτω από το Σταυρό. Δακρυσμένη παρακολούθησε με την Θεοτόκο την ανάβασή Του στο Γολγοθά και τη σταύρωσή Του. Η Μαγδαληνή, πονεμένη αλλά άφοβη, ζούσε το αποκορύφωμα της θυσίας Του. Συμπαραστέκεται στην θλιμμένη Μητέρα Του. Εκεί, άκουσε τις τελευταίες λέξεις του Κυρίου. Και η Μαγδαληνή θρηνεί, μαζί με τη Μητέρα, που οδύρεται, ακούγοντας τον αγαπημένο της Υιό, το «Τετέλεσται», αφήνοντας την τελευταία ανθρώπινη πνοή Του.

Η ΜΥΡΟΦΟΡΟΣ ΜΑΡΙΑ: Μετά την Ταφή Του, οι Μυροφόρες επέστρεψαν στον Τάφο, φέρνοντας μύρα και αρώματα πολύτιμα, για να αλείψουν το Σώμα Του ως τελευταίο λατρευτικό καθήκον. Ξημερώνοντας Κυριακή, ξεκίνησαν για τον Πανάγιο Τάφο. Βρίσκονταν οι άγιες ηρωικές γυναίκες σε ξένο τόπο, διατρέχοντας κινδύνους. Όμως, «Το ασθενέστερον γένος ανδρειότερον εφάνη τότε» (Χρυσόστομος). Η Μαγδαληνή ξεχωρίζει μεταξύ των Μυροφόρων1. Οι τέσσερις Ευαγγελιστές αναφέρουν αυτήν πρώτη, μάλιστα ο Ιωάννης αυτήν μόνο αναφέρει. Ξεκινάει νύχτα, μόνη της, ανυπομονώντας να φτάσει πρώτη, διότι «πάνυ γαρ περί τον Διδάσκαλον φιλοστόργως έχουσα» (Χρυσόστομος). Φθάνοντας, βρίσκει το λίθο αποκεκυλισμένο, τον Τάφο αδειανό και σκέφτεται ότι κάποιοι έκλεψαν το Άγιο Σώμα. Η Μαγδαληνή πήγε πολλές φορές εκείνο το βράδυ στον Τάφο. Αρχικά με την Θεοτόκο (Ματθ. κη’, 1-10), έπειτα με άλλες γυναίκες (Μάρκ. ιστ’, 1-8), κι ακόμη μία με τους Αποστόλους Πέτρο και Ιωάννη (Ιω. κ’, 1-10). Οι Μυροφόρες αξιώθηκαν πρώτες να ακούσουν από Άγγελο Κυρίου το ευφρόσυνο μήνυμα: «ηγέρθη ο Κύριος» και να γίνουν πρώτες μάρτυρες της Αναστάσεως. Μετά την έλευση των Μαθητών στον Τάφο και την αποχώρησή τους “Η Μαγδαληνή έμεινε εμφιλοχωρούσα τω μνήματι δακρύων ενστάζουσα, τη επιμόνω προσεδρία υψηλότερόν τι καραδοκούσα μαθείν» (Γρηγόριος Παλαμάς). Θρηνεί, μη μπορώντας να αντέξει την στέρηση του Θεανθρώπου. Ο Θεολόγος Γρηγόριος επισημαίνει: “ μεγάλην ωφέλειαν προξενούν τα δάκρυα. Έκαναν τις Μυροφόρους να ιδούν τον Αναστάντα Χριστόν, τις έκαναν να ιδούν τους Αγγέλους, τις αξίωσαν να γίνουν της Αναστάσεως πρώται κήρυκες, και να χρηματίσουν των Αποστόλων και Ευαγγελιστών του Κυρίου ευαγγελίστριαι». Η Μαγδαληνή μένει θαμπωμένη, βλέποντας δύο Αγγέλους, με λευκή ενδυμασία και χαρούμενο πρόσωπο. «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητείς;» την ρωτησαν. Και εκείνη: «Πήραν τον Κύριό μου από το μνημείο, και δεν γνωρίζω πού τον έβαλαν» (Ιω. κ΄13). Τότε, στρεφόμενη η Μαρία είδε τον Ιησού, που την ρωτάει: «Γύναι, τί κλαίεις; Τίνα ζητείς;» (Ιω. κ’, 15). Δεν Τον αναγνωρίζει. Τα μάτια της «εκρατούντο του μη επιγνώναι αυτόν» (Λουκ. κδ’, 16), όπως έγινε με τους Μαθητές στους Εμμαούς. Και αυτή Τον ρώτησε: «Κύριε, εάν εσύ τον πήρες στα χέρια σου, πες μου που τον έχεις τοποθετήσει, κι εγώ θα τον πάρω από εκεί». Και η απάντηση του Κυρίου: «Μαρία!». Τότε εκείνη συγκλονισμένη, απαντά: «Ραββουνί» δηλ. Διδάσκαλε! Φωτιζόμενη, κατάλαβε ποιος ήταν αυτός που της μιλούσε. Σπεύδει να αγκαλιάσει και να ασπαστεί τα πόδια του Κυρίου. Μα Αυτός την αποτρέπει: «Μη μου άπτου. ούπω γαρ αναβέβηκα προς τον Πατέρα μου» (Ιω. κ’, 17). Ο Γρηγόριος Νύσσης γράφει: «Μην αποτυπώσεις στην πίστη σου την σωματική και δουλική μορφή μου. Να λατρεύεις αυτόν που βρίσκεται στην δόξα του Πατέρα και υπάρχει με την μορφή του Θεού και που είναι Λόγος του Θεού». Το “Δεν ανέβηκα ακόμη προς τον Πατέρα μου“, μπορεί να σημαίνει ότι “δεν μπορώ ακόμη να ελκύσω και να σας ανεβάσω στην υψηλότερη θεωρία και γνώση, που θα γίνει αργότερα με την κάθοδο σ’ εσάς του Αγίου Πνεύματος (Πεντηκοστή)”. Μεγάλη ευτυχία για την Μαρία: βλέπει και ομιλεί πρώτη, μετά την Θεοτόκο, με τον Αναστάντα Ιησού. Κι ακολουθεί η μεγάλη τιμή: «Πορεύου δε προς τους αδελφούς μου και ειπέ αυτοίς. αναβαίνω προς τον πατέρα μου και πατέρα υμών, και Θεόν μου και Θεόν υμών» (Ιω. Κ’ 17). Γίνεται “η Μαγδαληνή των Αποστόλων απόστολος, των Μαθητών κήρυξ, των Ευαγγελιστών ευαγγελίστρια” (Ιωάννης Χρυσόστομος).

ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Μετά την Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, οι Απόστολοι διασκορπίσθηκαν κηρύσσοντας στα έθνη, όπου τους κατηύθυνε το Άγιο Πνεύμα. Η Μαρία κατευθύνθηκε στη Ρώμη, ζητώντας από τον Τιβέριο απόδοση δικαιοσύνης για τον θάνατο του Ιησού. Ακολουθώντας αποστολική ζωή, οδοιπορεί, καταφρονώντας κόπους, εμπόδια, δυσκολίες. Καθ’ οδόν κηρύττει την Ανάσταση του Κυρίου. Όταν καταδικάσθηκαν οι σταυρωτές του Κυρίου, η Μαγδαληνή επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα, περνώντας από Γαλλία, Ιταλία, Αίγυπτο, Φοινίκη, Συρία. Στα Ιεροσόλυμα, παρέμεινε με την Θεοτόκο, ως την Κοίμησή της. Έπειτα μετέβη στην Έφεσο, όπου συμμετείχε στο κήρυγμά του Ιωάννη, βοηθώντας τον, ως συμπαραστάτης, στις θλίψεις και στην φυλάκισή του. Μετά τον θάνατό της, το σώμα της ενταφιάσθηκε από τον Ιωάννη, σε σπήλαιο κοντά στην Έφεσο. Μέχρι σήμερα, η Αγία δεν σταμάτησε να θαυματουργεί. Η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη της Αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαγδαληνής την 22 Ιουλίου, αλλά την συνεορτάζει με τις άλλες Μυροφόρες, την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα (των Μυροφόρων).

 

 www.scribd.com/oikonomoukon

 

  1. 1. Οι Μυροφόροι γυναίκες που μνημονεύονται είναι: η Μαρία Μαγδαληνή, η Μαρία, μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσή, η Σαλώμη του Ζεβεδαίου, μητέρα των Αποστόλων Ιακώβου και Ιωάννου, η Μαρία του Κλωπά, η Ιωάννα, σύζυγος του Χουζά επιτρόπου του Ηρώδη, η Σωσάννα, η Μαρία και η Μάρθα, αδελφές του Λαζάρου.

2.

Του Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η γυναίκα, για πρώτη φορά στην ιστορία της, βρήκε καταξίωση από τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.

Εκτός από την Παναγία μας, η οποία υπήρξε το μοναδικό σκεύος της θείας χάριτος, μια πλειάδα αγίων γυναικών βρισκόταν κοντά στον Κύριο, καθ’ όλη την επί γης παρουσία Του, οι οποίες τον υπηρετούσαν και πλαισίωναν στο σωτήριο έργο του. Μία από αυτές ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή, η μυροφόρος και ισαπόστολος, η πλέον αφοσιωμένη μαθήτριά Του.

Καταγόταν από την πόλη Μάγδαλα, η οποία βρισκόταν στην περιοχή της Γαλιλαίας στη δυτική όχθη της λίμνης Τιβεριάδας, και γι’ αυτό πήρε την προσωνυμία Μαγδαληνή.

Οι γονείς της ήταν πλούσιοι, ευγενείς και ευσεβείς Ιουδαίοι, ονομάζονταν Σύρος και Ευχαριστία. Μεγάλωσαν τη Μαρία με ευσέβεια και φόβο Θεού.

Φρόντισαν δε να της δώσουν σοβαρή μόρφωση, όπως αναφέρει ο βιογράφος της Κάλλιστος Ξανθόπουλος. Μελέτησε την Παλαιά Διαθήκη και εντρύφησε στις προφητείες για τον Μεσσία.

Μετά το θάνατο των γονέων της αρνήθηκε να παντρευτεί και αφιερώθηκε στην προσευχή και τη μελέτη των Γραφών.

Παράλληλα ασκούσε φιλανθρωπία. Μοίρασε τη μεγάλη περιουσία της στους φτωχούς και ζούσε η ίδια με νηστεία, παρθενία και εγκράτεια.

Ο μισόκαλος διάβολος φθόνησε τη σεμνή και πιστή Μαρία και θέλησε να την καταστρέψει. Έστειλε επτά φοβερά δαιμόνια να την καταλάβουν.

Εδώ θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι στην προχριστιανική εποχή, όταν δεν υπήρχε το Άγιο Βάπτισμα και τα άλλα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, ως ισχυρά ελιξίρια κατά των δαιμονικών δυνάμεων, οι άνθρωποι, ακόμα και οι δίκαιοι, μπορούσαν να καταληφτούν από τους δαίμονες.

Αυτό έπαθε και η Μαρία. Κάποτε πέρασε από την περιοχή της ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός.

Η Μαρία, παρ’ όλα τα φρικτά προβλήματα που της δημιουργούσαν τα ακάθαρτα πνεύματα, έτρεξε να ακούσει το φημισμένο ραβίνο, τον οποίο ακολουθούσαν τα πλήθη και σαγηνεύονταν από το πρωτάκουστο κήρυγμά Του.

Ο Χριστός διέγνωσε ως Θεός την αγαθή ψυχή της και το ρόλο που θα διαδραμάτιζε στο έργο Του.

Τη θεράπευσε, διώχνοντας τα δαιμόνια (Λουκ.8,1-3) και εκείνη από ευγνωμοσύνη εντάχτηκε με όλη τη δύναμη της ψυχής της στην ομάδα των μαθητριών Του.

Αναγνώρισε στο πρόσωπό Του τον αναμενόμενο Μεσσία και για τούτο υπήρξε η πιο αφοσιωμένη μαθήτριά Του. Μαζί με τις άλλες μαθήτριες (Σουσάνα, Μαρία τη μητέρα του Ιακώβου, Μαρία του Κλωπά, Ιωάννα του Χουζά, τη μητέρα των υιών Ζεβεδαίου, κλπ) υπηρετούσαν τον Κύριο και τους αποστόλους.

Κάποιοι θέλουν να την ταυτίσουν με την αμαρτωλή γυναίκα, η οποία ένιψε τα πόδια του Ιησού, λίγο πριν το πάθος Του (Λουκ.7,36-50).

Αυτό δεν ευσταθεί, διότι ο ιερός ευαγγελιστής την αμαρτωλό γυναίκα την αναφέρει ανώνυμα. Η αιρετική δυτική χριστιανοσύνη έπλασε αυτόν τον μύθο στα χρόνια του σκοτεινού μεσαίωνα.

Η Μαρία άκουγε με προσοχή τους λόγους του Κυρίου και έβλεπε με θαυμασμό τα θαύματά Του.

Όλα αυτά την οδηγούσαν στη βεβαιότητα ότι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ είναι ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού, που προφήτευσαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.

Σύγκρινε αυτά που είχε διαβάσει στις αρχαίες Γραφές με αυτά που άκουγε και έβλεπε και σχημάτισε τη βεβαιότητα ότι ζούσε στην ευλογημένη μεσσιανική εποχή. Διέθεσε στο έργο του Κυρίου την εναπομείνασα περιουσία της και η ίδια διακονούσε χειρονακτικά.

Συνδέθηκε με αδελφική φιλία, όχι μόνο με τις άλλες μαθήτριες του Χριστού, αλλά και με τη Θεοτόκο, την οποία σέβονταν και υπολήπτονταν, ως Θεού Μητέρα. Κατά το σωτήριο πάθος του Κυρίου έδειξε απίστευτη αφοσίωση και ηρωισμό.

Από τη νύχτα της προδοσίας ως τον ενταφιασμό Του δεν απομακρύνθηκε από κοντά Του, αλλά μαζί με τη Θεοτόκο σπάραζαν από τον πόνο και την αγωνία.

Ενώ οι άνδρες μαθητές Του διασκορπίστηκαν και κρύφτηκαν για να μη συλληφθούν και οι ίδιοι, να μη θεωρηθούν συνεργοί του Ιησού και πάθουν τα ίδια με Εκείνον, οι άγιες γυναίκες μαθήτριες του, μαζί με τη Θεοτόκο, στεκόταν παράμερα στον Γολγοθά και παρακολουθούσαν θρηνώντας το Θείο Πάθος (Ματθ.27,55-56).

Η Μαρία η Μαγδαληνή, μαζί με τη Θεοτόκο και τη Μαρία του Κλωπά, στάθηκαν κάτω από το σταυρό (Ιωάν.19,25) και έδιναν κουράγιο στη Μητέρα του Κυρίου. Έζησαν ολόκληρο το Θείο Δράμα!

Κατά την Αποκαθήλωση, μαζί με τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, με θρήνους και οδυρμούς μύρωσαν το Άχραντο Σώμα του Κυρίου και το ενταφίασαν.

Αλλά, όπως αναφέρουν οι ιεροί Ευαγγελιστές, λόγω της επικείμενης εορτής του Πάσχα, η ταφή έγινε βεβιασμένα και δεν μυρώθηκε το Σώμα του Χριστού αρκούντως.

Γι’ αυτό αποφάσισαν οι αφοσιωμένες μαθήτριές Του να μεταβούν «ούσης οψίας τη μια των Σαββάτων» στο μνημείο του Διδασκάλου τους για να αλείψουν το ακήρατο Σώμα Του με πολύτιμα μύρα.

Μαζί τους η Μαρία η Μαγδαληνή. Αλλά εκεί τους περίμενε το μεγάλο θαύμα. Πληροφορήθηκαν από τον άγγελο την ανάσταση του Κυρίου.

Αξιώθηκαν οι ηρωικές αυτές γυναίκες να μάθουν πρώτες το υπέρτατο γεγονός της αναστάσεως. Η Μαρία η Μαγδαληνή είχε την ύψιστη ευλογία να δει πρώτη, μαζί με τη Θεοτόκο, τον Κύριο αναστάντα, Τον οποίο αρχικά εξέλαβε ως κηπουρό.

Μετά από αυτό δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για το βίο και τη δράση της αγίας Μαρίας. Εικάζουμε ότι έγινε ένα από τα σημαίνοντα μέλη της ιεροσολυμίτικης Εκκλησίας.

Οι παραδόσεις ότι μετέβη στη Δύση και πέθανε στη Μασσαλία είναι παπικά μυθεύματα, τα οποία στερούνται πηγών. Βλάσφημη επίσης είναι η θεωρία ότι υπήρξε σύζυγος του Ιησού.

Ευσεβής παράδοση αναφέρει ότι, μετά την κοίμηση της Θεοτόκου, ακολούθησε τον Ευαγγελιστή Ιωάννη στην Έφεσο, όπου κήρυξε με θέρμη το Ευαγγέλιο και κοιμήθηκε ειρηνικά.

Η τίμια χείρα της βρίσκεται άφθαρτη και με ιδιότητες ζωντανού σώματος (ευκαμψία, θερμοκρασία, κλπ) στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους. Η μνήμη της τιμάται στις 22 Ιουλίου.