Γράφει ο Βασίλειος Χ. Στεργιούλης, θεολόγος

Υπουργείο Παιδείας και Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (Ι.Ε.Π.) επείγονται να επιβάλουν τα νέα προγράμματα του μαθήματος των Θρησκευτικών, τα ακατάλληλα και ασύμβατα προς το Σύνταγμα, τους Νόμους του Κράτους και τις αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (Σ.τ.Ε.). Αλλά και προς το καθιερωμένο από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση δικαίωμα των γονέων να εξασφαλίσουν στα παιδιά τους αγωγή και παιδεία «σύμφωνη με τις δικές τους θρησκευτικές και φιλοσοφικές πεποιθήσεις».

 

Δημιουργούν τετελεσμένα ενώ διαρκεί, υποτίθεται, ο διάλογος με την Εκκλησία για την αναμόρφωση αυτών των προγραμμάτων, όπως είχε συμφωνηθεί κατά τη συνάντηση του Αρχιεπισκόπου με τον Πρωθυπουργό και τον αρμόδιο τότε Υπουργό. Εκτύπωσαν τα νέα βιβλία των Θρησκευτικών και κάλεσαν εσπευσμένα τους Θεολόγους σε επιμόρφωση στα νέα προγράμματα. Σε πρόχειρη και βιαστική, όπως-όπως επιμόρφωση, σε δυο απογεύματα πάνω σε ύλη 250 σελίδων, εκτός του υποστηρικτικού υλικού (του Οδηγού Εκπαιδευτικών και του Διδακτικού Υλικού). Αν είναι ποτέ δυνατόν να επιτευχθεί πλήρης και σωστή επιμόρφωση σε τόση ύλη μέσα σε δυο απογευματινές συναντήσεις.

Με αυτό τον τρόπο πιστεύουν, φαίνεται, οι κυβερνώντες ότι θα δημιουργήσουν τετελεσμένα και θα αναγκάσουν την Εκκλησία να αποδεχθεί τα νέα προγράμματα λέγοντάς της ότι τα βιβλία τυπώθηκαν, οι Θεολόγοι έχουν επιμορφωθεί, συνεπώς δεν μπορούν να αλλάξουν τα προγράμματα. Ή, ας τα εφαρμόσουμε τώρα και βλέπουμε τυχόν αλλαγές στην πορεία εφαρμογής τους. Έχουν άλλωστε και τη συνδρομή της καιρικής ομάδας των Θεολόγων, που συμπλέουν μαζί τους, ενώ η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, που εκπροσωπεί την πλειονότητα των Θεολόγων, διαμαρτύρεται εντονότατα και προσφεύγει στη δικαιοσύνη.

Έτσι επιχειρείται να επιβληθεί η ιδεολογία των κυβερνώντων στο μάθημα των Θρησκευτικών. Εκτός και έχουν εξασφαλίσει τη συγκατάθεση μελών της επιτροπής διαλόγου της Εκκλησίας, πριν καν αποφασίσει η Ιεραρχία, που είναι αδιανόητο. Και καθιστά υπεύθυνους έναντι της κοινωνίας και της ιστορίας όσους τυχόν ενέχονται σ’ αυτή την απαράδεκτη μεθόδευση. Ομιλούμε υποθετικά, γιατί αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι είναι δυνατό να συνέβη κάτι τέτοιο.

Με τα νέα προγράμματα των Θρησκευτικών επιχειρείται στην παρούσα φάση, η μεταβολή του χαρακτήρος και του περιεχομένου του μαθήματος. Η μετάλλαξή του από ορθόδοξη αγωγή σε θρησκειολογία. Σε διδασκαλία όλων των θρησκειών. Και μάλιστα εξισωτικά. Χωρίς κανένα τονισμό της Θεανθρώπινης προσωπικότητος του Ιησού Χριστού και της ασύγκριτης υπεροχής της διδασκαλίας Του έναντι του Μωάμεθ και του Κορανίου κ. λπ. Ο Χριστός δεν είναι απλώς ένα ιστορικό πρόσωπο, ο ιστορικός Ιησούς. Αλλά το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Ο Κύριος ουρανού και γης.

Το θέμα δεν είναι ο θρησκευτικός εγγραμματισμός. Να αποκτήσουν δηλαδή οι νέοι γνώσεις γύρω από τις θρησκείες, αλλά να γνωρίσουν και να αγαπήσουν το Χριστό.Έτσι, θα νιώσουν ψυχική πληρότητα και ασφάλεια και δε θα εκκλίνουν στην παραβατικότητα, στη βία, στο έγκλημα, στο σατανισμό, στην παραθρησκεία και σε άλλες φθοροποιές διεξόδους.

Όπως επανειλημμένως τονίσαμε, με τον σχετικισμό που χαρακτηρίζει τα νέα προγράμματα, θα υπάρξει θρησκευτικό συνονθύλευμα. Σύγκραση και αχταρμάς, με συνέπεια οι μικροί μαθητές του Δημοτικού και του Γυμνασίου να μπερδευτούν, εφόσον δεν έχουν γνωρίσει προηγουμένως πλήρως την ορθόδοξη πίστη και ζωή. Θα χάσουν το θρησκευτικό τους προσανατολισμό και θα καταλήξουν στην θρησκευτική αδιαφορία και στην αθεΐα. Εκεί οδηγεί ο σχετικισμός. Η αντίληψη δηλαδή ότι δεν υπάρχει πλήρης και απόλυτη αλήθεια, στην επιστήμη και στη θρησκεία. Αλλά και ο συγκρητισμός. Η ανάμειξη δηλαδή στοιχείων διαφορετικής προελεύσεως θρησκειών και τύπων λατρείας τους. Εύστοχα παρατηρήθηκε πως η αντίληψη ότι «η θρησκεία είναι ένας χώρος όπου δεν κυριαρχεί η αλήθεια, αλλά η αυθαιρεσία ή το γούστο, είναι ένας χώρος, όπου τελικά anything goes». Κατά τον Grace Davie «μία επονομαζομένη πολυθρησκευτική (multifaith) εκπαίδευση μπορεί να καταλήξει στο να μην σέβεται την πίστη κανενός· και στο να υποβαθμίζει εντελώς την έννοια της Θρησκείας». Εκεί οδηγούνται οι νέοι μας από τους κυβερνήτες, που υπόσχονται δημοκρατικό διάλογο αλλά εφαρμόζουν, ως φαίνεται, την αρχή του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν». Αυθαιρετούν, παρανομούν και τρομοκρατούν. Απειλούν με απολύσεις τους θεολόγους, εάν δεν εφαρμόσουν τα νέα προγράμματα.

Συμβαίνουν δε όλα αυτά, δηλαδή αλλάζει ο χαρακτήρας και το περιεχόμενο της αγωγής των ορθοδόξων μαθητών, ενώ κατοχυρώνεται με νόμο, που εισηγήθηκε πέρυσι ο κ. Φίλης, η αμιγής θρησκευτική αγωγή των Μουσουλμάνων, των Εβραίων και των Ρωμαιοκαθολικών. Γιατί; Για να αλλάξει θρησκευτικώς και εθνολογικώς η σύσταση του πληθυσμού μας; Δεν αναγνωρίζονται δικαιώματα στην πλειοψηφία των πολιτών; Το ερώτημα είναι: Η Εκκλησία θα απεμπολήσει το δικαίωμα να διδάσκονται οι νέοι μας την πίστη των πατέρων τους, όπως τουλάχιστον συμβαίνει με τους αλλόθρησκους και αλλόδοξους;

Το θέμα της αλλαγής των προγραμμάτων των θρησκευτικών είναι σοβαρό. Η ορθόδοξη πίστη είναι το πλέον απαραίτητο και αναγκαίο στήριγμα των παιδιών μας στη σύγχρονη κοινωνία, όπου αντιμετωπίζουν ποικίλα αρνητικά ερεθίσματα. Όπως σωστά έχει παρατηρηθεί, «η μεγαλύτερη απειλή για τα παιδιά στις σύγχρονες κοινωνίες δεν είναι ότι θα πιστέψουν σε κάτι πολύ βαθιά, αλλά ότι δεν θα πιστέψουν καθόλου βαθιά σε τίποτα».

Ας σταματήσουν λοιπόν τα φληναφήματα περί κατηχητισμού. Και τα περί εκσυγχρονισμού των Θρησκευτικών με τα νέα προγράμματα. Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει. Και ας μην επιμένουν αυτοί που μας διαφεντεύουν. Ας γίνει πάγωμα των προγραμμάτων, ας εκτυπωθούν και διανεμηθούν τα υπάρχοντα βιβλία του 2006, ώσπου να γραφούν νέα με την σύμφωνη γνώμη όλων των πλευρών, ύστερα από σοβαρό και αξιόπιστο διάλογο.

Άλλωστε το θρησκευτικό μάθημα ως ομολογιακό διδάσκεται σε 26 από τις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί στην Ελλάδα πρέπει να γίνει θρησκειολογικό; Ας σταματήσει να είναι η αντιμετώπιση του θρησκευτικού μαθήματος των ορθόδοξων κατώτερη από εκείνη των άλλων θρησκειών και δογμάτων. Ας προβάλλουμε την εικόνα του Χριστού, του μόνου Θεού, στις καρδιές των παιδιών μας. «Η μορφή του η αγία και τα λόγια του τα θεία, ας ρίχνουν φως κι αθανασία στις αγνές καρδιές» των παιδιών μας. Αρκετά τα πληγώσαμε ως τώρα με τα μνημόνια και το γενικό χάλι της κοινωνίας που δημιουργήσαμε. Ας μην τα στερήσουμε την ψυχική δύναμη και υποστήριξη που δίνει η πίστη στον Χριστό, οδηγώντας τα στην αθεϊα. Εκκλησία και κοινωνία οφείλουμε να εμποδίσουμε τα σχέδια να πάψει η παιδεία μας να είναι ελληνική και ορθόδοξη.

“Ελευθερία”18-06-2017